Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Απόστολος αναφέρει ότι όλοι αυτοί οι προπάτορες του Κυρίου μας υπήρξαν «συγκληρονόμοι της επαγγελίας της αυτής» (Εβρ. 11, 9). Ήταν δηλαδή κληρονόμοι της ίδιας υπόσχεσης που ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο, ότι θα τον λυτρώσει από την φθορά και τον θάνατο, ότι θα του χαρίσει την γη της Επαγγελίας και ότι δεν θα εξαλειφθεί από τη γη το μνημόσυνό του. Και όλα αυτά στα πλαίσια της σχέσης, της διαθήκης, δηλαδή της συμφωνίας την οποία ο άνθρωπος είδε να δίδεται από τον Θεό με μόνη αιτία την υιοθεσία, την σχέση πατρότητας και υιότητας που ο Θεός έχει με το ανθρώπινο γένος, η οποία πηγάζει από την αγάπη του Θεού και όχι από κάποια συναλλαγή ή συμφέρον. Αυτής της επαγγελίας συγκληρονόμοι είμαστε και εμείς, μόνο που είμαστε μέλη όχι μόνο της Παλαιάς αλλά και της Καινής, της νέας Διαθήκης, την οποία προσέφερε ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού όχι μόνο σε έναν λαό, αλλά σε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
Των τριών υποσχέσεων του Θεού είμαστε συγκληρονόμοι εν Χριστώ.
Λυτρωθήκαμε από την φθορά και τον θάνατο. Θάνατος είναι ο χωρισμός μας από τον Θεό, τόσο στην παρούσα όσο και στην αιώνια ζωή. Θάνατος είναι η υιοθέτηση του δικού μας θελήματος ως κινητήριας δύναμης της ζωής μας, η χρήση της ελευθερίας μας με σκοπό να υπερβούμε ή να αρνηθούμε την σχέση που ο Θεός έχει μαζί μας, δηλαδή η άρνησή μας στην πράξη με την αμαρτία να δεχθούμε τον Θεό ως Πατέρα μας και η μόνιμη ανταρσία εναντίον Του, με τελικό γνώμονα να απολαύσουμε την ζωή μας χωρίς την παρουσία Του. Θάνατος είναι η ίδια η αμαρτωλότητα στην οποία έχουμε καταδικάσει την ύπαρξή μας, διότι είναι αδύνατον να αγαπούμε με όλες μας τις δυνάμεις, όχι μόνο τον Θεό, αλλά και τον άνθρωπο και τον κόσμο. Και τα πάντα περιπίπτουν στην φθορά. Μαζί με τον πνευματικό θάνατο, επέρχεται ο σωματικός. Και την ίδια στιγμή κινδυνεύουμε με αιώνιο θάνατο, με έναν χωρισμό από τον Θεό που θα κρατήσει για πάντα. Διότι η ύπαρξη που δεν αναζητεί και δεν αγαπά τον Θεό, που δεν θέλει να είναι παιδί του Θεού, παγιώνει την εαυτό της σε μία ακοινωνησία, αγνωσία του Θεού, άρνηση να κοινωνήσει μαζί Του εν αγάπη και στην αιωνιότητα, πρώτα της ψυχής και κατόπιν και του σώματος, μετά την ανάσταση των νεκρών. Ο Χριστός μας λύτρωσε από τον πνευματικό θάνατο προσλαμβάνοντας την φύση μας και αγιάζοντάς την. Διότι έδειξε ότι με την βοήθειά Του και την παρουσία Του στις καρδιές μας, με τον τρόπο της αγάπης προς Εκείνον και τον πλησίον, πέφτουν τα τείχη της αμαρτίας στην σχέση μας με τον Θεό. Αρκεί να υπάρχει η εκζήτηση του Χριστού στην ζωή μας και ο αγώνας να κατοικεί Εκείνος στις καρδιές μας.
Μας χαρίστηκε η γη της Επαγγελίας. Είναι ο Παράδεισος της ζωής εν Εκκλησία. Είναι η νέα γη Χαναάν. Μόνο που δεν περιλαμβάνει μόνο την υλική ομορφιά η εκκλησιαστική ζωή, αλλά και την πνευματική. Και όπως οι Εβραίοι κλήθηκαν να πολεμήσουν στην γη της Επαγγελίας για να την κρατήσουν δική τους, κλήθηκαν να την καλλιεργήσουν, να εργαστούν δηλαδή σ’ αυτήν και να την διαφυλάξουν ως γη του λαού του Θεού, έτσι και ο καθένας από εμάς, όντας μέλος της Εκκλησίας, καλείται να συνειδητοποιήσει την χάρη και την ομορφιά της κλήσης του και του τρόπου ζωής που έλαβε ως δωρεά παρά Θεού, να εργαστεί με τον πνευματικό αγώνα να καλλιεργήσει τα χαρίσματα που του δόθηκαν, να πολεμήσει τους πνευματικούς εχθρούς του που είναι τα πάθη, αλλά και η αίσθηση ότι μπορεί χωρίς τον Θεό, μπορεί χωρίς τον συνάνθρωπο, με μόνο κριτήριο τον εαυτό του και το «εγώ» του, να πολεμήσει τον πειραστή διάβολο, ο οποίος συνεχώς ενσπείρει λογισμούς αμφιβολίας και απόγνωσης στις ψυχές μας. Κι αυτός ο αγώνας χρειάζεται ηγέτη, όπως οι Εβραίοι είχαν τους προπάτορες, αλλά και τους κριτές και τους βασιλείς τους, όπως και τους προφήτες. Έτσι κι εμείς έχουμε αρχηγό και τελειωτή της πίστης μας τον Κύριό μας, αλλά και τους πνευματικούς μας πατέρες. Μπορούμε να νικήσουμε και να ζήσουμε την γη της Επαγγελίας, τον Παράδεισο της Εκκλησίας από αυτήν την ζωή, για να είναι η ευλογία τέλεια στην αιωνιότητα.
Το μνημόσυνό μας δεν θα σβήσει ποτέ από την γη. Μόνο που εδώ δεν πρόκειται για μία υπόσχεση αθανασίας δια της καταγραφής των γενεαλογικών δένδρων μας, μία διατήρηση της μνήμης μας στις καρδιές των ανθρώπων που μας αγαπούνε, ένα παρελθόν το οποίο αφήνει ονόματα και τίποτε άλλο. Είναι η α-λήθεια (μη λήθη) της αγιότητας. Οι άνθρωποι που αγαπούνε τον Θεό δεν διαγράφονται ούτε από την μνήμη του Ιδίου, ούτε από την μνήμη και την ζωή της Εκκλησίας και των μελών της, αλλά παραμένουν ζωντανοί, τιμώνται όχι μόνο ως πρόσωπα, αλλά ως εκείνοι οι οποίο κράτησαν ακέραιη την επαγγελία του Θεού και την κληροδότησαν σε μας. Δημιουργείται έτσι μία ιστορική αλυσίδα, η οποία είναι αλυσίδα πίστης και ζωής αγάπης προς τον Θεό. Τη ίδια στιγμή αυτή η αλυσίδα είναι ανοιχτή, να συμμετέχει ο καθένας μας, αρκεί να έχει πίστη, μετάνοια, αλήθεια και νόημα στη ζωή του. Και εμείς μπορούμε να κληροδοτήσουμε στους μετέπειτα όχι μόνο το όνομά μας, αλλά, κυρίως, τον τρόπο της ζωής μας. Έτσι ουδέποτε θα σβήσει το μνημόσυνό μας από την γη, όπως βλέπουμε στις αγιολογικές δέλτους της Εκκλησίας μας. Και είναι ο Χριστός και πάλι που θα μας βοηθήσει να αντέξουμε. Αυτός που θα φανερώνει την ευλογία της ζωής μας, αρκεί να καταβάλουμε τον δέοντα κόπο και να ενεργοποιούμε την οδό της αγιότητας εντός μας, αποδεχόμενοι την κλήση Του.
Ζούμε σε μία εποχή όπου δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τι είδους επαγγελίας συγκληρονόμοι είμαστε. Η Γέννηση του Χριστού ας μας δώσει την ευκαιρία να εντρυφήσουμε στην οδό της πίστης. Να σπουδάσουμε τα πρότυπά μας και να δοξάσουμε τον Θεό που μας αγάπησε και μας αγαπά. Δι’ ημάς γαρ εγεννήθη. Και οι καρδιές μας ας ετοιμαστούν για την υποδοχή Του και την βίωση του τρόπου που μας δίδαξε, εν τη Εκκλησία.
Κέρκυρα, 22 Δεκεμβρίου 2013
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.