Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ Ο ΘΕΟΦΟΡΟΣ (20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)
Συγγραφέας: kantonopou στις 20 Δεκεμβρίου, 2013
«Ο άγιος Ιγνάτιος ήταν διάδοχος των Αποστόλων, δεύτερος μετά τον Εύοδο επίσκοπος της Εκκλησίας των Αντιοχέων, μαθητής του Ιωάννου του Θεολόγου μαζί με τον επίσκοπο της Εκκλησίας των Σμυρναίων Πολύκαρπο. Οδηγήθηκε στον βασιλιά Τραϊανό, όταν αυτός διάβαινε προς τους Πάρθους. Κι αφού ο βασιλιάς συζήτησε επ’ αρκετόν μαζί του και διεπίστωσε το αμετάθετο της πίστεώς του στον Χριστό, αμέσως έδωσε εντολή να τον κτυπήσουν με μολύβδινες σφαίρες. Κι αφού του άπλωσαν τα χέρια, του έβαλαν φωτιά. Του έφλεξαν στη συνέχεια τις πλευρές με αναμμένα ξύλα βουτηγμένα στο λάδι, τον έβαλαν να σταθεί πάνω σε άνθρακες, του έξυσαν τις σάρκες με σιδερένια νύχια. Επειδή όμως υπερίσχυσε σε όλα αυτά, στάλθηκε δεμένος με συνοδεία δέκα στρατιωτών στη Ρώμη, για να γίνει τροφή των θηρίων. Αφού οδηγήθηκε στη Ρώμη και στήριξε κατά την πορεία του τις Εκκλησίες των πόλεων από τις οποίες διερχόταν, προσευχήθηκε να φαγωθεί από τα θηρία, ώστε, όπως έλεγε, να γίνω καθαρός άρτος στον Θεό. Γι’ αυτό, όταν ρίχτηκε στο αμφιθέατρο, κατασπαράχθηκε από τα λιοντάρια που τα άφησαν να επιπέσουν εναντίον του, αφήνοντας από αυτόν μόνον τα παχύτερα από τα οστά του, τα οποία μαζεύτηκαν και μεταφέρθηκαν στην Αντιόχεια. Ο άγιος Ιγνάτιος ήταν ο μακάριος εκείνος, τον οποίο, όταν ακόμη ήταν νήπιο, λένε ότι τον αγκάλιασε ο Δεσπότης Χριστός και είπε: Εάν κανείς δεν ταπεινώσει τον εαυτό του σαν το παιδί αυτό, δεν πρόκειται να εισέλθει στη Βασιλεία των Ουρανών. Και όποιος δεχθεί ένα από τα παιδιά αυτά στο όνομά μου, εμένα δέχεται. Για τον λόγο αυτό κλήθηκε και Θεοφόρος. Αυτόν τίμησε με εγκώμια και ο άγιος πατέρας μας Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Τελείται δε η σύναξή του στην αγιότατη Μεγάλη Εκκλησία».

Δεν θα σταθούμε στις όντως εκ φωτός Θεού ποιητικές συλλήψεις του μεγάλου υμνογράφου της Εκκλησίας μας αγίου Ανδρέου Κρήτης για τον άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο. Δεν θα επιμείνουμε δηλαδή στη σύνδεση που επιχειρεί να κάνει μεταξύ Χριστουγέννων και εορτής του αγίου («Των λαμπρών αγώνων σου η φωτοφόρος ημέρα προκηρύττει άπασι τον εκ Παρθένου τεχθέντα∙ τούτου γαρ διψών εκ πόθου κατατρυφήσαι, έσπευσας υπό θηρίων αναλωθήναι», δηλαδή: η φωτοφόρος ημέρα των λαμπρών αγώνων σου προκηρύσσει σε όλους αυτόν που γεννήθηκε από Παρθένο. Διότι διψώντας να απολαύσεις πάρα πολύ τον Κύριο από πόθο, έσπευσες να φαγωθείς από τα θηρία), ούτε στον παραλληλισμό που επιχειρεί μεταξύ αυτού και του πατριάρχη Αβραάμ, θέλοντας να τονίσει το μέγεθος της θυσίας του και βρίσκοντας και πάλι ευκαιρία να αναφερθεί στο γεγονός της Γέννησης του Χριστού («Αβραάμ μεν ποτε τον υιόν εθυσίαζε, την σφαγήν προτυπών του τα πάντα κατέχοντος, και νυν εν σπηλαίω σπεύδοντος τεχθήναι∙ συ δε θεόφρον, όλον προσήγαγες σαυτόν ώσπερ σφάγιον…τω Κτίστη σου», δηλαδή: Ο Αβραάμ κάποτε θυσίαζε τον υιό του Ισαάκ, προτυπώνοντας έτσι τη σφαγή Αυτού που κατέχει τα πάντα και σπεύδει τώρα να γεννηθεί σε σπήλαιο∙ κι εσύ, θεόφρον, πρόσφερες όλον τον εαυτό σου σαν σφάγιο στον Κτίστη σου). Ούτε όμως ακόμη θα αναφερθούμε στη σπουδαία αφαιρετικής μορφής έμπνευσή του, να δει αφενός ως δημίους του αγίου τα σιαγόνια των λιονταριών, αφετέρου ως τάφο του τα σπλάχνα και τα στομάχια εκείνων: «Οι των θηρών οδόντες μοι, φησί, γενέσθωσαν ξίφη και ρομφαίαι και σφαγαί∙ τάφος δε μοι τα των λεόντων σπλάγχνα έστω». (Τα δόντια των θηρίων, λέγει, ας γίνουν για μένα ξίφη και ρομφαίες και σφαγές, ενώ τάφος μου ας είναι τα σπλάχνα των λιονταριών).

Εκείνο που κυρίως αξίζει να τονίσει κανείς περισσότερο από την κατά Χριστόν πολιτεία του αγίου Ιγνατίου είναι ό,τι ο άγιος Ανδρέας Κρήτης σημειώνει, θέλοντας να δείξει τη διπλή διάσταση του έργου του και συνεπώς την προσφορά του στην Εκκλησία: το μαρτύριο και την ποιμαντική του. «Υμνείσθω Ιγνάτιος, ο μέγας Ιερεύς, διττώς στεφανούμενος, ως Μάρτυς και Ποιμήν». (Ας υμνηθεί ο Ιγνάτιος, ο μέγας Ιερέας, με διπλό στεφάνι: ως μάρτυρας και ως Ποιμένας). Γιατί η επικέντρωση κυρίως στο μαρτύριο και την ποιμαντική του; Διότι αφενός ήταν εκείνος ο αποστολικός πατέρας που θεολόγησε περί του μαρτυρίου, ως γεγονότος που αποτελεί απάντηση αγάπης και έρωτος στην αγάπη και τον έρωτα του ίδιου του εν Χριστώ Θεού μας. Το χριστιανικό μαρτύριο δηλαδή, η θυσία του εαυτού χάριν της εμμονής στην πίστη του Χριστού δεν συνιστά μία μονομερή πρωτοβουλία ενός ανθρώπου, έστω και πιστού σε κάτι, αλλά είναι η φυσική στάση του ανθρώπου που ένιωσε στην ύπαρξή του την απειρία αγάπης του Δημιουργού απέναντί του. Είναι αυτό που σημείωνε ο απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο δάσκαλος του αγίου Ιγνατίου: «ημείς αγαπώμεν ότι Αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς». Πρώτα μας αγάπησε ο Χριστός, Αυτός πρώτα θυσιάστηκε για εμάς, και εμείς έπειτα με τη δύναμη Εκείνου μπορούμε και Τον αγαπάμε, κι ακόμη και θυσιαζόμαστε για Εκείνον. Το ίδιο εξέφραζε και ο απόστολος Παύλος, όταν τόνιζε ότι οι πιστοί γνωρίζουμε τον Χριστό, δηλαδή στεκόμαστε με αγάπη απέναντί Του – η αγάπη φέρνει τη γνώση – διότι Εκείνος πρώτα μας γνώρισε, δηλαδή μας αγάπησε. «Γνόντες τον Θεόν, μάλλον δε γνωσθέντες υπ’ Αυτού».
.jpg)
Ο τονισμός της αγάπης προς τον Χριστό, ως θερμού έρωτα προς Εκείνον, αποτελεί τον πυρήνα της εν Χριστώ ύπαρξης του αγίου Ιγνατίου. Δεν μιλάμε για μία απλή στροφή του νου και της καρδιάς προς Εκείνον. Δεν μιλάμε για μία συμπάθεια. Τέτοιες καταστάσεις θεωρούνται τα πρώτα σκαλοπάτια, που υποβαθμίζουν πολύ αυτό που ένιωθε ο άγιος Ιγνάτιος. Η αγάπη του προς τον Χριστό, κυριολεκτικά φωτιά πυρακτωμένη στο έπακρον, μπορεί να παραλληλισθεί μόνον με τα ανάλογα αισθήματα και τις πνευματικές εμπειρίες των αποστόλων Ιωάννου και Παύλου. Δεν είναι τυχαίο ότι τον χαρακτήρισαν συνεχιστή των δύο αυτών μεγάλων αποστόλων, που ζούσαν σε σχέση ταύτισης με τον ίδιο τον Χριστό. Γι’ αυτό και ο άγιος υμνογράφος δεν παύει να εξυμνεί, στο μεγαλύτερο τμήμα της ακολουθίας που συνέθεσε, ακριβώς αυτόν τον θερμό έρωτα του αγίου προς τον Κύριο.


Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.