ΕΙΣ ΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΡΟΝ ΤΩΝ ΛΑΪΚΙΣΤΩΝ ΤΟ «ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ» (Β)
Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Νοεμβρίου, 2008
Το πρώτο μέρος, υπάρχει εδώ:
https://blogs.sch.gr/kantonopou/?s=%CE%95%CE%99%CE%A3+%CE%A4%CE%9F+%CE%A3%CE%A4%CE%9F%CE%A7%CE%91%CE%A3%CE%A4%CE%A1%CE%9F%CE%9D+%CE%A4%CE%A9%CE%9D+%CE%9B%CE%91%CE%AA%CE%9A%CE%99%CE%A3%CE%A4%CE%A9%CE%9D+%CE%A4%CE%9F+%C2%AB%CE%9C%CE%91%CE%98%CE%97%CE%9C%CE%91+%CE%A4%CE%A9%CE%9D+%CE%98%CE%A1%CE%97%CE%A3%CE%9A%CE%95%CE%A5%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE%A9%CE%9D%C2%BB&submit=%CE%91%CE%BD%CE%B1%CE%B6%CE%AE%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B7
Του Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεώργιου Δ. Μεταλληνού,
Συνέχιση με έναν άλλο τρόπο, της προσπάθειας εκείνης της Πολιτείας, είναι η πρόσφατη συμπαιγνία για δήθεν υποχρεωτικότητα του μαθήματος. (Βλ. σχετικό άρθρο του συναδέλφου Παναγιώτη Μπούμη στην εφημερίδα «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ» / 4.9.08). Ορθά μεν οι μη Ορθόδοξοι απαλλάσσονται αυτοδίκαια. Αφού όμως και οι Ορθόδοξοι έχουν δικαίωμα υποβολής αναιτιολόγητης αίτησης απαλλαγής, πώς το μάθημα είναι γι? αυτούς «υποχρεωτικό»; Και πώς εξ άλλου, υπό το κράτος των «προσωπικών δεδομένων», μπορεί να αποδειχτεί ή όχι σε κάποιον η ιδιότητα του «Ορθοδόξου»; Ναι, πρόκειται για συμπαιγνία, για να μη πω «απάτη»! Ανάλογη είναι και η κίνηση για μετατροπή του μαθήματος σε θρησκειολογικό. Η μεταβολή αυτή, πού προγραμματίζεται μεθοδικά (ήδη επεβλήθη «άνωθεν» σχετική προεργασία στις Θεολογικές Σχολές Αθηνών και Θεσσαλονίκης) οδηγεί στην απονεύρωση του μαθήματος, με την διάπραξη μάλιστα ενός κολοσσιαίου επιστημονικού – παιδαγωγικού ολισθήματος: Η γνώση, κατά τον Αριστοτέλη, ενεργείται με βάση τις αρχές της ομοιότητας και της αντίθεσης (διαφοράς). Γι’ αυτό είναι παγκόσμια θρησκειολογική αρχή, ότι η γνώση των άλλων θρησκευμάτων, προϋποθέτει γνώση, και μάλιστα καλή, του χώρου της δικής μας Πίστης. Μάθηση in absurdum δεν υπάρχει, ούτε είναι δυνατή. Η βαθμιαία σύσταση όμως δύο Θρησκειολογικών Τμημάτων (Αθήνα – Θεσσαλονίκη), με ένταξη τους στην συνέχεια στις τοπικές Φιλοσοφικές Σχολές, δηλαδή η ουσιαστική αλλοίωση του «Μ.τ.Θ.» (για τους Ορθοδόξους) είναι το προοίμιο για την έξωση του Μαθήματος, τελικά, από την δημόσια εκπαίδευση και την ιδιωτικοποίηση του.
Ο απώτερος στόχος μάλιστα των εκσυγχρονιστών μας είναι η έξωση και αυτών των Θεολογικών Σχολών από τα κρατικά Πανεπιστήμια, αφού δεν θα έχουν πια λόγο ύπαρξης (κατάρτιση Καθηγητών Θρησκευτικών για την δημόσια εκπαίδευση) και την ορθόδοξη θεολογική εκπαίδευση θα μπορούν να προσφέρουν οι 4 «Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες», τα Πανεπιστήμια της Εκκλησίας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Βελλά – Ιωαννίνων και Κρήτη), που παρήγαγε η αγαστή συνεργασία του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου και της τέως Υπουργού Παιδείας. Ως Κοσμήτορας (2004-2007) είχα το θλιβερό προνόμιο να ζήσω εκ του σύνεγγυς τους σχεδιασμούς αυτούς και τις εξελίξεις, όλο δε το συναφές αποδεικτικό υλικό συγκέντρωσα στο βιβλίο: «Θέση και αποστολή των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης στην σύγχρονη κοινωνία. Πρακτικά Δ’ Συνεδρίου Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, Αθήνα 24 – 25 Απριλίου 2007», Αθήνα 2008. Σ’ αυτή την κίνηση εκόντες – άκοντες, συμβάλλουν και όσοι ελαφρά τη καρδία απαιτούν την κατάργηση του μαθήματος των Θρησκευτικών. Πρέπει δε να δηλωθεί, ότι στην Ευρώπη και όλο τον Χριστιανικό κόσμο, οι Θεολογικές Σχολές είναι μέσα στα κρατικά Πανεπιστήμια ως ερευνητικά Ιδρύματα. Διερωτώμεθα, συνεπώς, ποια Ευρώπη απαιτεί τις επιχειρούμενες μεταβολές, όπως λέγεται…
Αυτό τον σκοπό εξυπηρετεί, κατά την δική μας (των μαχόμενων Θεολόγων) εκτίμηση, η ανωτατοποίηση των τεσσάρων «Ανωτέρων Εκκλησιαστικών Σχολών» το 2007, χωρίς αποχρώντα λόγο, αφού ήσαν καθαρά ιερατικές και παρήγαν κληρικούς Α’ βαθμίδας, με δικαίωμα των αποφοίτων τους μετά από (πανεύκολες) κατατακτήριες εξετάσεις, να φοιτήσουν στις Θεολογικές Σχολές μας και να ακολουθήσουν άλλη σταδιοδρομία. Οι τέσσαρες όμως «Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες» (Α.Ε.Α.), εξυπηρετούν την σχεδιαζόμενη από κάποιους ιδιωτικοποίηση του μαθήματος των Θρησκευτικών με την ανάληψη του από την ίδια την Διοίκηση της Εκκλησίας και τελικό στόχο την έξωση του από τα κρατικά εκπαιδευτικά Προγράμματα.
Τις Σχολές αυτές, γέννησε η φιλοδοξία του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου να καλύψει η Εκκλησία το κενό, μετά την ιδιωτικοποίηση της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Αυτό ακούεται από εκκλησιαστικούς κύκλους, προσκείμενους στον μακαρίτη Αρχιεπίσκοπο. Αυτό όμως πού έχει σημασία είναι, ότι ο Χριστόδουλος συνέπραξε πρόθυμα… στην εκπλήρωση των στόχων της Πολιτείας αντί να καλέσει σε «αντίσταση», υποστηρίζοντας την θέση των Θεολογικών Σχολών εκεί πού ανήκουν, στα κρατικά δηλαδή Πανεπιστήμια.
Αυτό ακριβώς κάνουν σήμερα στις πρώην σοσιαλιστικές Χώρες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες. Η Ρουμανία λ.χ. έχει 16 Ορθόδοξες Θεολογικές Σχολές, όλες εντεταγμένες στα κατά τόπους Κρατικά Πανεπιστήμια. Έτσι, ο προηγούμενος Αρχιεπίσκοπος συνήργησε στο να ζήσουν οι Θεολογικές Σχολές μας μέσα στην (Ενωμένη) Ευρώπη, ό,τι έζησαν οι άλλοι Ορθόδοξοι επί σοβιετικού καθεστώτος.
4. Σ’ αυτό το σημείο όμως πρέπει να αποσαφηνισθεί κάτι ουσιαστικό. Υπάρχουμε πολλοί σ’ αυτόν τον τόπο, πού θα θέλαμε να φύγει η ορθόδοξη εκπαίδευση από τα χέρια μιας Πολιτείας, πού δεν μπορεί καν να κατανοήσει τι είναι η Ορθοδοξία και ποια η σημασία της για τον άνθρωπο, την κοινωνία, αλλά και για την ίδια μας την Πατρίδα, και να επιστρέψει στον φυσικό της χώρο, το εκκλησιαστικό σώμα. Εξομολογητικά, μάλιστα θα πω, ότι παλαιότερα, κινούμενος και εγώ σε πλαίσιο παραδοσιακού ιδεαλισμού, πού το ζωντάνευα με τα γραψίματα μου, ήμουν αμετακίνητα υποστηρικτής της συναλληλίας Εκκλησίας – Πολιτείας.
Από μερικά χρόνια όμως, βλέποντας που οδηγεί σήμερα ο εναγκαλισμός με την Πολιτεία, τάσσομαι υπέρ του χωρισμού των δυο αυτών μεγεθών, και μάλιστα επαχθούς, αν όχι του τύπου της Αλβανίας του Χότζα, τουλάχιστον του σοβιετικού, για να επιτευχθεί η ανάνηψη μας.
Βλέπω όμως, ότι αυτό δεν το επιθυμεί πρώτα η Πολιτεία (τα Κόμματα), πού στηρίζονται, παρά τα λεγόμενα τους, στην συνεργασία με τα ηγετικά πρόσωπα της Εκκλησίας για το δικό τους συμφέρον.
Και κάτι άλλο. Υποστηρίζω εκ πεποιθήσεως και αγάπης προς την ελευθερία της ακαδημαϊκής έρευνας την παραμονή των Θεολογικών Σχολών στα κρατικά Πανεπιστήμια και την μη ιδιωτικοποίηση τους, όταν μάλιστα διαπιστώθηκε, πού μπορεί να οδηγήσει ο οικουμενιστικός οίστρος της εκκλησιαστικής Ηγεσίας.
Η τυχόν μεταβολή των Θεολογικών Σχολών σε όργανα μιας αλλοτριωμένης συνειδησιακά εκκλησιαστικής Ηγεσίας θα είναι κάτι χειρότερο από θάνατο, θα είναι η μεγαλύτερη απειλή για την Ορθοδοξία (πρβλ. την περίπτωση της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και την σύνταξη της διαβόητης Εγκυκλίου του 1920 – κατάφασης του Οικουμενισμού).
Το πρόβλημα πού άνοιξε και πάλι σχετικά με το «Μ.τ.Θ.» είναι, όπως βλέπουμε περίπλοκο. Ας περιμένουμε λοιπόν δύο πράγματα, τα: α) Την αντίδραση του Λαού στο δικαίωμα απαλλαγής των μαθητών από αυτό και β) την περαιτέρω πορεία των πραγμάτων, πού θα δικαιώσουν ή θα διαψεύσουν τις ανησυχίες μας. Εύχομαι να συμβεί το δεύτερο .

Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.