Προσευχή ατομική και κοινή.(Α΄μέρος) (+Πρωτ. Γεωργίου Φλωρόφσκυ)
Συγγραφέας: kantonopou στις 12 Δεκεμβρίου, 2011
Προσευχή κατά μόνας και με άλλους:
Στο Ευαγγέλιο υπάρχουν δύο χωρία σχετικά με την προσευχή, που φαίνεται να μας οδηγούν σε αντίθετες κατευθύνσεις. Από τη μια, στην επί του Όρους Ομιλία, ο Κύριός μας δίδασκε τα πλήθη να προσεύχονται «εν κρύπτω». Έπρεπε η προσευχή να γινόταν στη μόνωση, «και κλείσας την θύραν σου…» — ο άνθρωπος μόνος με τον Ουράνιο Πατέρα του (Ματθ. στ’. 5). Όμως από την άλλη, σε μια άλλη περίπτωση, ο Κύριός μας υπεδείκνυε τη δύναμη μιας ομαδικής και κοινής προσευχής: «Εάν δύο υμών συμφωνήσωσιν επί της γης περί παντός πράγματος, ουεάν αιτήσωνται» (Ματθ. ιη’, 19-20).
Μ’ αυτά τα δεδομένα υπάρχει καμμιά σύγκρουση ή αντίθεση ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο διαφορετικές τάσεις; Ή μήπως η μια ανήκει στην άλλη και μπορούν να γίνουν πραγματικότητα μόνο όταν γίνονται μαζί; Κατά παράδοξο τρόπο προϋποθέτουν η μια την άλλη. Κάποιος πρέπει να μάθει να προσεύχεται μόνος, φέροντας όλες τις ανάγκες και αδυναμίες του μπροστά στον ουράνιο Πατέρα του, τον Κύριο και Θεό του, σε μια οικεία και προσωπική επικοινωνία. Και μόνο εκείνοι που ασκούνται σ’ αυτή την κατά μόνας προσευχή μπορούν να αλληλοσυναντηθούν πνευματικά και να ενωθούν μαζί σ’ ό,τι πρόκειται να ζητήσουν από τον κοινό τους Πατέρα «εν τοις ουρανοίς». Η κοινή προσευχή προϋποθέτει ατομική εξάσκηση. Αλλά και η ατομική προσευχή επίσης είναι δυνατή μόνο, όταν περιέχεται στην κοινότητα.
Κανένας δεν είναι χριστιανός από μόνος του, παρά μόνο ως μέλος του σώματος. Ακόμη και στη μόνωση στο «ταμιείον» ο χριστιανός προσεύχεται σαν μέλος της λυτρωμένης κοινωνίας της Εκκλησίας. Και είναι μέσα στην Εκκλησία, που μαθαίνει την άσκηση της προσευχής. Και οι δύο μορφές προσευχής είναι κάτι περισσότερο από συμπληρωματικές, είναι οργανικά ενωμένες μαζί, σαν δύο αδιαίρετες όψεις της ίδιας πράξης της προσευχής. Η μία χωρίς την άλλη μπορεί ακόμη να γίνει επικίνδυνη και παραπλανητική. Η προσωπική προσευχή μπορεί να εκφυλιστεί σε ατομικό πιετισμό, εκστατικό και διεφθαρμένο, και, όταν εκείνοι που δεν έχουν προηγούμενη προσωπική εξάσκηση προσπαθούν να ενωθούν σε προσευχή με άλλους, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι όχι μια αληθινή κοινή προσευχή, αλλά μάλλον μια αιρετική προσευχή ή μια προσευχή όχλου· όχι η προσευχή μιας κοινωνίας ατόμων, αλλά ενός απρόσωπου πλήθους, ή διαφορετικά μια απλή τυπικότητα και επίδειξη. Γι’ αυτό είναι κανόνας της Εκκλησίας οι πιστοί να προετοιμάζονται για την κοινή προσευχή με την προσωπική προσευχή στο «ταμιείον».
Κάποιος αρχίζει να προσεύχεται στο σπίτι, μετά πάει στο ναό, και τα προσευχόμενα πρόσωπα ανακαλύπτουν ο ένας τον άλλο και στιγμιαία ενώνονται στην πράξη της κοινής λατρείας ή της ταπεινής ικεσίας. Αυστηρώς ομιλούντες, ο όρος «προσωπική προσευχή», ο οποίος συνηθίζεται να χρησιμοποιείται επίμονα στις μέρες μας, είναι ένας άτυχης και παραπλανητικός όρος. Μπορεί να δώσει την εντύπωση ότι είναι μια προσωπική υπόθεση, που αφήνεται στην ατομική διάκριση του ανθρώπου. Στην πραγματικότητα είναι μια υποχρεωτική προετοιμασία, που διευκολύνει τα άτομα να αλληλοσυναντηθούν και να ενωθούν, ως μια κοινωνία, και να προσφέρουν τις κοινές ικεσίες «εν ενί στόματι και μία καρδία».
Ασφαλώς δεν είναι μόνο μια απλή προετοιμασία. Ακόμη και στο «ταμιείον» ο χριστιανός δεν πρέπει να προσεύχεται μόνο για τον εαυτό του. Ποτέ δεν είναι μόνος, όταν πέφτει στα γόνατα μπροστά στον Πατέρα, και ο Πατέρας δεν είναι μόνο δικός του πατέρας, αλλά κοινός Πατέρας όλων μας. Πρέπει να έχει υπ’ όψη το γεγονός ότι πολλοί άλλοι την ίδια ώρα είναι επίσης στα γόνατα μπροστά στον ίδιο ουράνιο Πατέρα, και ο καθένας πρέπει να φέρει προς το Θεό όχι μόνο τις προσωπικές του ανάγκες, ή αιτήσεις, ή θλίψεις. Η ίδια η προσωπική προσευχή πρέπει να είναι «καθολική», δηλαδή περιεκτική και γενική. Η προσευχόμενη καρδιά πρέπει να μεγαλώσει, για να μπορέσει να αγκαλιάσει όλες τις ανάγκες και θλίψεις ολόκληρης της πάσχουσας ανθρωπότητας. Και μόνο μέσα σ’ αυτό το πνεύμα μπορούν τα άτομα να αλληλοσυναντηθούν πραγματικά ως «αδελφοί» και να «συμφωνήσουν» σχετικά με κάτι, που πρόκειται να ζητήσουν από τον Κύριο. Από την άλλη μπορεί να λεχθεί ότι η κοινή προσευχή είναι επίσης προσωπική υποχρέωση, η προσωπική υπευθυνότητα οποιουδήποτε, που μοιράζεται την κοινή ζωή των λυτρωμένων. Αυτός ο κοινός χαρακτήρας όλης της χριστιανικής λατρείας και προσευχής υπογραμμίστηκε ήδη έντονα από τον Άγιο Κυπριανό στην αξιοθαύμαστη ερμηνεία του της Κυριακής προσευχής. Ένα κείμενο, που θα έπρεπε να διαβαστεί και να ξαναδιαβαστεί από όλους τους χριστιανούς.
Μορφές Προσευχής
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία υπάρχουν συγκεκριμένες τακτές μορφές πρωινών και εσπερινών προσευχών, που ο καθένας μπορεί να χρησιμοποιήσει. Οι περισσότερες από αυτές είναι αρχαίας προελεύσεως. Είναι συγκεντρωμένες στο βιβλίο που λέγεται «Ωρολόγιον». Είναι ένας κανόνας προσευχής, ένα βιβλίο κανόνων μη εξαντλητικό, αλλά ένας στοιχειώδης οδηγός, που μπορεί να συμπληρωθεί με αυθόρμητη επέκταση. Η κυρία έμφαση όμως δεν είναι στην επανάληψη διαταγμένων τυπικοτήτων, αλλά στην πνευματική συγκέντρωση. «Όταν ξυπνήσεις, προτού ξεκινήσεις τη μέρα, στάσου με σεβασμό μπροστά στον παντεπόπτη Θεό. Κάνε το σημείο του Σταυρού και πες: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.» Έχοντας επικαλεσθεί την Άγια Τριάδα, μείνε για λίγο σιωπηλός, ώστε οι σκέψεις και τα συναισθήματά σου να ελευθερωθούν από κοσμικές μέριμνες. Ακολούθως απάγγειλε τις πιο κάτω προσευχές χωρίς βία και με όλη σου την καρδιά.» Αυτή είναι η προετοιμασία για την πρωινή προσευχή.
Οι προσευχές, που ακολουθούν, έχουν επιλεγεί μάλλον (αντί να μπουν με σειρά) με σκοπό να υπενθυμίσουν εκείνα τα θέματα, που δεν θα έπρεπε να παραλειφθούν ή παραγνωριστούν από την καθημερινή προσευχή και λατρεία. Ο κανόνας στην ανάγκη μπορεί να συντμηθεί. Στο τέλος της πρωινής προσευχής διαβάζουμε τα εξής: «Είναι προτιμότερο να πεις μόνο λίγες από τις προτεινόμενες προσευχές με προσοχή και ζήλο, παρά να τις απαγγείλεις όλες με βία και χωρίς πραγματική αυτοσυγκέντρωση.» Αυτά. όπως και άλλα αποσπάσματα, παρατίθενται από το «Εγχειρίδιο των Ανατολικών Ορθοδόξων Προσευχών», (που εκδόθηκε από την Αδελφότητα των Αγίων Σεργίου και Αλβανού, Λονδίνο. 1945).
Η προσευχή δεν είναι απλώς μια απαγγελία καθορισμένων τύπων, αλλά πρώτα απ’ όλα μια επικοινωνία ή συνομιλία με το ζώντα Θεό, και κάθε χριστιανός πρέπει και μπορεί να την εξασκεί. Ασφαλώς υπάρχουν στάδια στην άσκηση της προσευχής, μια «κλίμακα» ανόδου, που κάποιος πρέπει να ανεβαίνει σταδιακά.
Παρατίθενται εδώ μερικές συμβουλές για την προσευχή, που δόθηκαν σε γυναίκες του λαού από ένα μεγάλο διδάσκαλο της πνευματικής ζωής του περασμένου αιώνα, τον Επίσκοπο Θεοφάνη τον Έγκλειστο (1815-1894). Όλως απροσδόκητα από την αρχή εισηγείται ότι, για να προσευχηθεί κάποιος στο Θεό εν αλήθεια, πρέπει να επαναλαμβάνει τις προσευχές προοδευτικά. Πρέπει να διαβάσει το κείμενο και να προσπαθήσει να «εννοήσει» και να «νιώσει» κάθε λέξη, να διαλογιστεί πάνω σε κάθε λέξη, για να συλλάβει όλο το νόημά της. Όμως αυτό δεν είναι ακόμη προσευχή, αλλά απλώς επανάληψη. Επίσης κάποιος πρέπει να έχει ένα σταθερό κανόνα για την κατ’ οίκον προσευχή, και να τον τηρεί αυστηρά και σταθερά, χωρίς να τον αλλάζει ποτέ. Είναι ένα θέμα πειθαρχίας και υπακοής. Κάποιος μπορεί να διαλέξει ένα κανόνα κατάλληλο για τον εαυτό του, ακόμη και ένα πολύ σύντομο, μετά όμως πρέπει να τον τηρεί σταθερά.
Στόχοι της προσευχής
Η πρώτη πράξη είναι να συνειδητοποιήσουμε την παρουσία του Θεού και τι συνεπάγεται αυτό: φόβο και τρόμο, αλλά και αγάπη και λατρεία.
Το πρόβλημα της προσευχής είναι η προσοχή, να στεκόμαστε μπροστά στο Θεό και να μην περισπώμεθα από τις κοσμικές μέριμνες. Οι λέξεις της προσευχής πρέπει να απαγγέλλονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να μιλούν στη ψυχή. Συμβαίνει μια συγκεκριμένη λέξη να αποσπά την προσοχή. Τότε κάποιος πρέπει να στάματα και να ακούει και να μην προχωρά σε άλλες λέξεις. Όμως αυτό είναι ακόμη το πρώτο στάδιο. Τα προσευχητάρια προορίζονται μόνο για τους αρχαρίους. Είναι απλώς η αρχή της προσευχής. Αρχίζουμε να μαθαίνουμε μια ξένη γλώσσα, μαθαίνοντας φράσεις και όρους από το βιβλίο. Λίγο χρόνο αργότερα αρχίζουμε απλώς να μιλούμε. Αυτό συμβαίνει και στην προσευχή. Πρώτα μαθαίνουμε μερικούς υποδειγματικούς τύπους. Κάποτε πρέπει να αρχίσουμε να μιλούμε στο Θεό. Ασφαλώς τα προσευχητάρια είναι βοηθητικά και απαραίτητα, ιδιαίτερα στην αρχή.
Όμως ο πραγματικός στόχος είναι να εισέλθουμε σε συνομιλία με το Θεό. Αυτό δεν περιορίζεται σε μερικές ώρες της ημέρας. Ο χριστιανός πρέπει να νιώθει μόνιμα την παρουσία του Θεού. Ο στόχος της προσευχής είναι ακριβώς το να είμαστε πάντοτε με το Θεό. Ακολούθως το Πνεύμα αρχίζει να μιλά στην καρδιά, χαροποιώντας και θερμαίνοντάς την. Όλα αυτά απέχουν πολύ από μια στείρα τυπικότητα και τελετουργία. Η προσευχή πρέπει να είναι η πνευματική διαμόρφωση του καινού ανθρώπου στον παλαιό Αδάμ.
Ένας άλλος Ρώσος άγιος του περασμένου αιώνα, ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ (1759-1833), δεν ήταν λιγότερο εμφαντικός στις συμβουλές του (προς απλοϊκούς επίσης ανθρώπους). Ο πραγματικός και μοναδικός σκοπός της χριστιανικής ζωής ήταν κατά τη γνώμη του ακριβώς η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος. Ο Επίσκοπος Θεοφάνης ήταν λόγιος, θεολόγος και πρόεδρος μιας θεολογικής σχολής για μερικά χρόνια. Ο Άγιος Σεραφείμ δεν είχε σχολική μόρφωση, ούτε είχε πολλές κοσμικές γνώσεις, και η μόνη του εκπαίδευση υπήρξε αυτή των Γραφών και της λειτουργικής παράδοσης της Εκκλησίας και ασφαλώς η ζωή της προσευχής. Εν τούτοις και οι δυό λένε τα ίδια ακριβώς.
Ο Άγιος Σεραφείμ λέει: «Ο πραγματικός σκοπός της χριστιανικής μας ζωής είναι να αποκτήσουμε το Άγιο Πνεύμα. Η προσευχή, η νηστεία, η ελεημοσύνη και όλες οι άλλες χριστιανικές αρετές, όσο καλές κι αν είναι, δεν αποτελούν από μόνες τους το σκοπό της χριστιανικής μας ζωής, παρόλο που είναι τα απαραίτητα μέσα προς εκπλήρωση του σκοπού αυτού… Πρέπει να ξεκινούμε με σωστή πίστη στον Κύριο μας Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού, που ήρθε στον κόσμο, για να σώσει αμαρτωλούς και να κερδίσουμε για τους εαυτούς μας τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που φέρνει στις καρδιές μας τη βασιλεία του Θεού και μας δείχνει το δρόμο, για να αποκτήσουμε τα αγαθά της μέλλουσας ζωής… Το ίδιο το Άγιο Πνεύμα εισέρχεταιστις ψυχές μας, και αυτή η είσοδος του Παντοδυνάμου στις ψυχές μας, και αυτή η παρουσία της Αγίας Τριάδος στο πνεύμα μας, μας παραχωρείται μόνο διά της επιμόνου αποκτήσεως του Αγίου Πνεύματος, το οποίο ετοιμάζει στην ψυχή και το σώμα μας το θρόνο για την πανδημιουργική παρουσία του Θεού μέσα μας.
Η προσευχή είναι πάντοτε δυνατή για όλους, πλουσίους και φτωχούς, ευγενείς και απλοϊκούς, ισχυρούς και αδυνάτους, υγιείς και άρρωστους, δικαίους και αμαρτωλούς. Η δύναμη της προσευχής είναι μεγάλη. Πάνω απ’ όλα η προσευχή φέρνει το Πνεύμα του Θεού, και ή άσκησή της είναι πολύ εύκολη. Αληθινά στην προσευχή είναι ασφαλές για μας να συνομιλούμε με το Θεό και Σωτήρα μας, αλλά ακόμη κι εδώ πρέπει να προσευχόμαστε, μέχρις ότου το Άγιο Πνεύμα κατέλθει σ’ εμάς στο μέτρο της θείας Του χάριτος, γνωστό σ’ Αυτόν. Όταν Αυτός έρχεται σε επίσκεψή μας, πρέπει να σταματήσουμε την προσευχή. Πώς μπορούμε να προσευχόμαστε, «ελθέ και σκήνωσον εν ημίν και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος και σώσον, Αγαθέ, τας ψυχάς ημών», όταν Αυτός έχει ήδη έλθει να μας σώσει, εμάς, που Τον εμπιστευόμαστε και επικαλούμαστε το πανάγιο όνομά Του εν αλήθεια, ούτως ώστε ταπεινά και με αγάπη να Τον δεχθούμε, αυτόν τον Παράκλητο στο ταμιείο των ψυχών μας, πεινώντας και διψώντας τον ερχομό Του;… Όταν το Άγιο Πνεύμα κατέρχεται στον άνθρωπο και τον επισκιάζει με την πληρότητα της χάρης Του, τότε η ψυχή κατακλύζεται με ανείπωτη χαρά, καθότι το Άγιο Πνεύμα χαροποιεί οτιδήποτε αγγίζει.»
Όταν προσέξουμε πάλι τα λόγια του Αγίου Σεραφείμ, είναι σαν να ακούμε την ίδια φωνή, που ηχεί σ’ όλη την ασκητική και μυστική φιλολογία από τους πρώτους αιώνες: Κλήμης Αλεξανδρείας και Ωριγένης. Μέγας Αθανάσιος και οι Πατέρες της ερήμου. Μέγας Βασίλειος και οι λοιποί, μεταξύ των οποίων και ο μεγαλύτερος βυζαντινός μυστικός του ενδέκατου αιώνα Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Υπάρχει η παράδοση, είναι όμως μια παράδοση αγάπης, μια συνέχεια παρομοίων εμπειριών.
Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι όλες αυτές οι συμβουλές για την προσευχή δεν απευθύνονταν προς τους ερημίτες στη μόνωση, αλλά προς συνηθισμένους λαϊκούς. Η αναζήτηση του Αγίου Πνεύματος είναι δυνατή και στον κόσμο επίσης. Η πνευματική απομάκρυνση από τον «κόσμο» τούτο δεν προϋποθέτει αναγκαστικά εξωτερικό χωρισμό ή απομάκρυνση. Τουναντίον η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος είναι το μέσο αγιασμού όλης της ζωής του άνθρωπου.
Δοχείον του Πνεύματος
Δεν υπάρχει τίποτε το παθητικό σ’ αυτό το θρησκευτικό μυστικισμό. Η αναζήτηση του Πνεύματος συνδέεται με εργώδη προσπάθεια. Η ραθυμία είναι φοβερό ελάττωμα και τρομερή αμαρτία. Ούτε υπάρχει εδώ εισροή του πελαγιανισμού. Τα «καλά έργα» δεν αποτελούν μέσο σωτηρίας, ούτε υπάρχει τίποτε το επαινετικό σ’ αυτά. Είναι μάλλον καρποί της υπακοής και της απόλυτης αφοσιώσεως στο θείο θέλημα. Αποτελούν καθήκον κι όχι επαινετικό στοιχείο. Είναι μια ανταπόκριση ευγνωμοσύνης προς τη λυτρωτική χάρη και το έλεος του ζώντα Θεού, που αποκαλύφθηκαν και εκχύθηκαν διά του Ιησού Χριστού του Κυρίου και Σωτήρα όλων μας.
Η ανατολική ορθόδοξη πνευματικότητα δεν παραδέχεται διακρίσεις. Προϋποθέτει μια τελική ισότητα όλων των πιοτών, όπως και δεν υπάρχει, παρά ένας όμοιος στόχος για όλους, μοναχούς, κληρικούς και λαϊκούς, η προσωπική κοινωνία με το Θεό διά του Ιησού Χριστού εν Αγίω Πνεύματι.
Κάποιος ξεκινά, μελετώντας το κείμενο των διατεταγμένων προσευχών και μετά προσπαθεί να τις απαγγείλει μπροστά στο Θεό, διαλογιζόμενος το νόημα κάθε λέξης. Μετά θα έλθει κάποια μέρα, που το ίδιο το Άγιο Πνεύμα θα τον διακόψει στο μέσο και θα προσεύχεται μέσα του «διά στεναγμών αλαλήτων». Τότε ο άνθρωπος πρέπει να αφήσει τα λόγια. Να αφουγκραστεί το Πνεύμα και να οδηγηθεί απ’ Αυτό. Ο σκοπός της προσωπικής λατρείας είναι να εξαφανιστεί η εγωιστική ανθρώπινη προσωπικότητα και να γίνει κάποιος «δοχείον» του Πνεύματος. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η προσωπικότητα καταστρέφεται. Μάλλον ανυψώνεται σε πιο ψηλό επίπεδο διά της κοινωνίας με την τέλεια «προσωπικότητα» του Θεού.
Να μια αξιοθαύμαστη προσευχή, συνθεμένη από το Μητροπολίτη Μόσχας Φιλάρετο (1782 -1867):
«Ω Κύριε, δεν γνωρίζω τι να σου ζητήσω. Εσύ μόνο γνωρίζεις τις πραγματικές μου ανάγκες.Εσύ με αγαπάς περισσότερο απ’ ό,τι εγώ γνωρίζω πως να αγαπώ. Βοήθησέ με να δω τις πραγματικές μου ανάγκες, που κρύβονται από μένα. Δεν τολμώ να ζητήσω ούτε σταυρό, ούτε παρηγοριά. Μπορώ μόνο να Σε περιμένω. Η καρδιά μου είναι ανοικτή σ’ Εσένα. Επίσκεψέ με και βοήθησέ με κατά το μέγα Σου έλεος. Παιδαγώγησέ με και ίασαί με, ταπείνωσέ με και ανόρθωσέ με. Προσκυνώ σιωπηλά το άγιο θέλημά Σου και τις ανεξερεύνητες οδούς Σου. Προσφέρω τον εαυτό μου θυσία σ’ Εσένα. Έχω όλη μου την εμπιστοσύνη σ’ Εσένα. Δεν έχω άλλη επιθυμία από του να εκπληρώνω το θέλημά Σου. Δίδαξέ με πως να προσεύχομαι. Προσεύχου Εσύ μέσα μου.»
Έτσι η προσευχή δεν πρέπει να ταυτίζεται με την αίτηση ή την ικεσία. Κι εδώ επίσης υπάρχουν επίπεδα και βαθμοί. Κάποιος ξεκινά με την ικεσία, αρθρώνοντας τις ανάγκες και τα ελαττώματά του μπροστά στο Θεό. Είναι η προσευχή των νεοφύτων. Στην πραγματικότητα ο Θεός βλέπει και γνωρίζει τις ανάγκες και τις θλίψεις μας πολύ καλύτερα από μας τους ίδιους και είναι πάντοτε έτοιμος να επέμβει και να βοηθήσει, ακόμη και προτού Του το ζητήσουμε. Μετά έρχεται η ευχαριστία γι’ αυτή τη θεϊκή αγάπη. Αυτό είναι πιο ψηλό επίπεδο. Αυτή οδηγεί τελικά στην αφιλοκερδή υμνωδία και λατρεία του Θεού, όταν ερχόμαστε πρόσωπο προς πρόσωπο με τη λαμπρότητα και τη δόξα Του και Τον υμνούμε για την ανέκφραστη μεγαλοσύνη Του, τη μεγαλοσύνη της αγάπης, που ξεπερνά κάθε γνώση και αντίληψη Μετά ο χορός των ανθρώπων ενώνεται με εκείνο των αγγέλων, οι οποίοι ούτε ζητούν, ούτε και ευχαριστούν, παρά μόνο ακατάπαυστα Τον υμνούν για την αιώνιά Του δόξα και μεγαλοσύνη και λαμπρότητα. Εδώ υπάρχει μια φυσική άνοδος από την ανθρώπινη ικεσία στη θέωση.
(Μετάφραση: Μοναχός Θεοδόσιος Σταυροβουνιώτης- περιοδικό Ορθ. Μαρτυρία) Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.