Έμφυλη βία και νύξεις για αντισύλληψη, έκτρωση και πορνεία στο έργο του Παπαδιαμάντη

Ημερομηνία δημοσίευσης: 06/10/2011

Της ΜΑΡΙΑΣ ΓΚΑΣΟΥΚΑ*

Ως γνωστόν οι κοινωνίες και οι χώροι που περιγράφει ο Παπαδιαμάντης, οι κοινωνίες, δηλαδή, που γνωρίζει και στις οποίες ουσιαστικά ζει, είτε στο νησί του είτε στις αθηναϊκές αυλές, είναι κοινωνίες των γυναικών, οι οποίες διαχειρίζονται τελικά, άμεσα ή έμμεσα, τις περισσότερες και πιο ενδιαφέρουσες κοινωνικές σχέσεις που διαμορφώνονται. Ο κόσμος αυτός είναι οικείος και κοντινός στον συγγραφέα και παρά την πολυπλοκότητα, τις αντιφάσεις του ή τη σύγχυση που του προκαλεί, τον κάνει να αισθάνεται ασφαλής και πρόθυμα συνδιαλέγεται μαζί του. Η απόδοση αυτού του κόσμου στα γραπτά του είναι η αναμενόμενη κατάληξη, καθώς έχει ουσιαστικά στρέψει την πλάτη στον κόσμο των ανδρών, ιδιαίτερα των ανδρών της πόλης, των οποίων πολλές ενασχολήσεις και αντιλήψεις αποδοκιμάζει ως επικίνδυνες.

Η βία κατά των γυναικών

Στις νέες κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώνονται στην πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους αυξάνεται εντυπωσιακά η βία κατά των γυναικών, που, όχι σπάνια, φτάνει σε ακρότητες. Όπως έχω ήδη σημειώσει, φαινόμενα ακραίας βίας και κακοποίησης των γυναικών δεν συναντώνται στα σκιαθίτικα διηγήματα, σ’ αντίθεση με τις συχνές αναφορές στα αθηναϊκά διηγήματα του Παπαδιαμάντη: «Μετά τελευταίαν φοβεράν σκηνήν, από την οποίαν η Γιαννούλα εβγήκε με μισήν πλεξίδα, με εν μάγουλον αιματωμένον, και με σχισμένον υποκάμισον ο Μανώλης έγινεν άφαντος. Επήγε να ανταμώση οριστικώς την παλαιάν του γνωριμίαν”. [1]

Κι αλλού: «-Μα έτρωγε ξύλο, αλήθεια! Α Θεέ μου, τι θυμός ήτο εκείνος τ’ ανδρός της! Τι τουρκογένατο! Δαιμόνιο, άλλο πράμα! Την έδερνε, την εστουμπούσε, καθώς ήτο γερμένη στο κρεβάτι, άρρωστη, ύστερα την έρριχνε κάτω στο πάτωμα, και την χτυπούσε με τα χέρια, την κλωτσούσε με τα πόδια, την αφάνιζε, την έλιωνε. Και θαρρώ πως ήτο και γκαστρωμένη, δυο-τρίω μηνών. Πώς εβαστούσε, η χριστιανή, τόσο ξύλο!…».[2]

Η βία εναντίον των γυναικών ξεκινάει μέσα στην πατρική οικογένεια όπου, εκτός από τον πατέρα, ασκείται συνήθως κι από τον αδελφό: «Την προτεραίαν ο αδελφός της Μαρίκας… είχε δώσει μίαν σπρωξιάν της Μαρίκας και την έρριψεν επάνω στο αγκωνάρι της πόρτας. Η νέα χθες έφερε δέμα περί το πρόσωπον, σήμερον έχει μαύρην την γνάθον, μαύρην την γωνίαν του βλεφάρου». [3]

Συχνά, στην περίπτωση που λείπουν οι άνδρες, τους υποκαθιστά η ηλικιωμένη, συνήθως, μητέρα, που έτσι αναβαθμίζεται έμμεσα και αυξάνεται η αυτοεκτίμησή της, καθώς απολάμβανε έστω ένα μικρό μέρος της ανδρικής εξουσίας: «….ήρχισεν κακήν φαγούραν με την κόρην της την ιδίαν….την ύβριζε, την έτρωγε, την εβασάνιζε… την έδερνε, την εδάγκανε και την κατηράτο να την θάψη».[4] Δεν μένουν φυσικά αμέτοχοι και οι εραστές, που εκφράζουν τα αισθήματά τους με την αρχαία αυτή μέθοδο: «Ο Βασίλης λοιπόν εζήλευε φοβερά και ήρχισε να βασανίζη και να δέρνη την πτωχήν».[5]

Εντούτοις, ο συγγραφέας αφήνει γι’ άλλη μια φορά στην άκρη το θέμα του βιασμού. Στο γκρίζο κόσμο της αθηναϊκής φτωχολογιάς, με τους «μοσχομάγκες» και τους «μόρτηδες», ο βιασμός δεν μπορεί να ήταν ανύπαρκτος, όσο κι αν τα γεγονότα πνίγονταν στη συνωμοσία της οικογενειακής σιωπής. Ο Παπαδιαμάντης, πάντως, δεν τον θίγει. Η μοναδική του αναφορά συνδέεται με γεγονότα αντιεβραϊσμού και ρατσιστικής βίας που συνέβησαν στην Κέρκυρα και τα οποία δεν διστάζει ν’ αποδοκιμάσει: «Ναι, ήτον η Ρουμπίνα, η ανηψιά μου, το πουλάκι μου! είπεν αίφνης ο Σάλβος…την είχαν βιάσει και την εσκότωσαν, που να κρεμασθούν ανάποδα!...».[6]

Μια ενδιαφέρουσα ανδρική συζήτηση

Με γνωστή την απροθυμία του Παπαδιαμάντη να θίγει ζητήματα που άπτονται άμεσα της ερωτικής συμπεριφοράς και των συνεπειών της, μάλλον αιφνιδιάζει η συζήτηση που αναπτύσσεται στην ανδρική παρέα του διηγήματος «Ιατρεία της Βαβυλώνος»[7] για αφροδίσια και ανικανότητα, αντισύλληψηείνε η μέθοδος πώς να μη τίκτη τις, ενώ έχει τα συστατικά και τα προηγούμενα διά να γείνη μήτηρ») [8], την αντιμετώπιση των αφροδίσιων νοσημάτων («Ασπίς είν’ εκείνο το νέον φάρμακον, το οποίον προλαμβάνει, ώστε ο νέος να μη κολλήση κανέν αφροδίσιον νόσημα και μετά την πείραν»).[9] Τα θέματα που συζητούνται μεταξύ ανδρών, πιθανώς προς διευκόλυνση του συγγραφέα, ολοκληρώνονται με μια σύντομη, αλλά αποκαλυπτική, αναφορά στα σοβαρά και με διαταξικά χαρακτηριστικά ζητήματα της παιδοκτονίας. («Έσωσα τόσας κόρας του λαού, όπως και της ανωτέρας τάξεως, από το έγκλημα της παιδοκτονίας [10]) και της έκτρωσης («μία μόνον εξ αυτών γνώριμός μου μοι εξωμολογήθη ότι είχεν εκτελέσει 23 εκτρώσεις με σχετικήν επιτυχίαν».[11])

«Το ιδιόκτητο»

Αντίθετα, για πρώτη φορά, ασχολείται ο Παπαδιαμάντης εκτενώς με το θέμα της πορνείας στην πρωτεύουσα και την παρουσία των οίκων ανοχής. Δεν είναι, ωστόσο, διατεθειμένος να θίξει τις κοινωνικές πτυχές του θέματος. Αρκείται να εκφράσει τη συμπάθειά του προς την ιδιοκτήτρια του «Ιδιόκτητου» [12], την οποία, κατά περίεργο για τις απόψεις του τρόπο, θέλει παπαδοπούλα στην καταγωγή, σ’ αντίθεση με τις υποτιμητικές του αναφορές «εις τας Λαϊδας της Μεσογείου» των σκιαθίτικων διηγημάτων. Σαρκάζει όμως τη σχετική με το όλο ζήτημα κοινωνική υποκρισία: «Η υποκρισία εσέβετο την φωλεάν της, ας ήτο κοπρισμένη. Η σεμνοτυφία ηγάπα να διακωμωδή αυτήν εαυτήν».[13] Ιδιαίτερα σαρκάζει τις γυναίκες εκείνες της γειτονιάς, τις δήθεν αγανακτισμένες («Τι καλά παραδείγματα που θα ιδούν τα κορίτσια μας! Τι σεμνά ήθη που θα μάθουν τα παιδιά μας!»[14]), για τις οποίες επισημαίνει: «Αι καλαί οικοκυράδες είχον δωμάτια δι’ ενοίκιον μέσα εις τας αυλάς των, και τα ενοικίαζον με αδρόν ενοίκιον, εις όλες τις Λουΐζες και τις Γιοζεφίνες και τις Μαρίκες, αίτινες είχον πάντοτε τους δικούς των και τους φίλους των και τους υποστηρικτάς των, κ’ επλήρωνον εμπροθέσμως πάντοτε και προκαταβολικώς».[15] Σαρκάζει ακόμη τον ιερέα που πρόθυμα ψάλλει κάθε μήνα τον αγιασμό στο «Ιδιόκτητο» («Αλλ’ ούτος εις μερικούς θρασείς, οίτινες είχον τολμήσει να τον επερωτήσουν, απήντησεν απλώς ότι ο Χριστός δεν ήλθε να καλέση δικαίους, αλλ’ αμαρτωλούς εις μετάνοιαν»[16]), όλους όσους, με κάθε τρόπο, επιθυμούν να δουν τι συμβαίνει, τελικά, σ’ αυτό το χώρο της αμαρτίας και της γοητείας. Τελειώνει όμως εκεί, δεν επιθυμεί να προχωρήσει σε μονοπάτια που συνειδητά κατά την άποψή μας -και όχι άσχετα με τις εσωτερικές συγκρούσεις του ανάμεσα στην ερωτική του φύση και τις χριστιανικές του πεποιθήσεις- αποκλείει από τη ζωή του. Η μοναδική φορά που θα επανέλθει στο θέμα της πορνείας θα είναι ο σύντομος και κάθε άλλο παρά εξωραϊσμένος υπαινιγμός του για τον γιατρό του «ειδικού νοσοκομείου», που έδινε στις άρρωστες από αφροδίσια νοσήματα πόρνες «πιστοποιητικά άκρας υγείας»[17], θέτοντας σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία «ένεκα της φύσεως του νοσήματος».[18]

*Η Μαρία Γκασούκα είναι επίκουρη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αιγαίου και συγγραφέας του βιβλίου «Η Κοινωνική Θέση των Γυναικών στο Έργο του Παπαδιαμάντη» (εκδ. Φιλιππότη – έχει εξαντληθεί).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. “Πατέρα στο σπίτι”

2. “Οι δύο δράκοι”

3. “Οι παραπονεμένες”

4. “Οι κουκλοπαντρειές”

5. ο.π.

6. “Ο αντίκτυπος του νου”

7. ο.π.

8. ο.π.

9. ο.π.

10. ο.π.

11. ο.π.

12. “Το Ιδιόκτητο”

13. ο.π.

14. ο.π.

15. ο.π.

16. ο.π.

17. “Ιατρεία της Βαβυλώνας”

18. ο.π.

http://www.avgi.gr/

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1739

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση