1. Ετερόκλιτα
Ορισμός: |
Ετερόκλιτα ονομάζονται τα ανώμαλα ουσιαστικά τα οποία:
α) σχηματίζονται στον πληθυντικό κατά διαφορετική κλίση. π.χ.: (ενικ.:) ὁ πρεσβευτής – (πληθ.:) οἱ πρέσβεις. β) σχηματίζουν μερικές πτώσεις κατά διαφορετική κλίση ή συγχρόνως κατά την ίδια και κατά διαφορετική κλίση. π.χ.: (ονομ.) ὁ Οἰδίπους – (γεν.) τοῦ Οἰδίποδος / τοῦ Οἰδίπου. |
Τα συνηθέστερα ετερόκλιτα ουσιαστικά είναι τα εξής: ὁ υἱός, ὁ πρεσβευτής, ἡ γυνή, τὸ πῦρ, ὁ χρὼς (= το δέρμα, η επιδερμίδα), ὁ Ἄρης και κλίνονται κατά τον ακόλουθο τρόπο:
Ενικός αριθμός | ||||
Ον. Γεν. Δοτ. Αιτ. Κλ. |
ὁ υἱὸς τοῦ υἱοῦ / υἱέος τῷ υἱῷ / υἱεῖ τὸν υἱὸν (ὦ) υἱὲ |
ὁ πρεσβευτὴς τοῦ πρεσβευτοῦ τῷ πρεσβευτῇ τὸν πρεσβευτὴν (ὦ) πρεσβευτὰ |
ἡ γυνὴ τῆς γυναικὸς τῇ γυναικὶ τὴν γυναῖκα (ὦ) γύναι |
τὸ πῦρ τοῦ πυρὸς τῷ πυρὶ τὸ πῦρ (ὦ) πῦρ |
Ενικός αριθμός | ||
Ον. Γεν. Δοτ. Αιτ. Κλ. |
ὁ χρὼς τοῦ χρωτὸς τῷ χρωτὶ / χρῷ τὸν χρῶτα (ὦ) – |
ὁ Ἄρης τοῦ Ἄρεως τῷ Ἄρει τὸν Ἄρη / Ἄρην (ὦ) Ἄρες |
Πληθυντικός αριθμός | ||||
Ον. Γεν. Δοτ. Αιτ. Κλ. |
οἱ υἱοὶ / υἱεῖς τῶν υἱῶν / υἱέων τοῖς υἱοῖς / υἱέσι τοὺς υἱοὺς / υἱέας / υἱεῖς (ὦ) υἱοὶ / υἱεῖς |
οἱ πρέσβεις τῶν πρέσβεων τοῖς πρέσβεσι τοὺς πρέσβεις (ὦ) πρέσβεις |
αἱ γυναῖκες τῶν γυναικῶν ταῖς γυναιξὶ τὰς γυναῖκας (ὦ) γυναῖκες |
τὰ πυρὰ τῶν πυρῶν τοῖς πυροῖς τὰ πυρὰ (ὦ) πυρὰ |
Παρατήρηση:
το ουσιαστικό «ὁ χρὼς» και το κύριο όνομα «ὁ Ἄρης» σχηματίζουν μόνο ενικό αριθμό.
(Για τα ετερόκλιτα ουσιαστικά βλ. και Γραμματική της Αρχαίας Ελληνικής, σελ. 89-90, παρ.149). |
2. Μεταπλαστά
Ορισμός: |
Μεταπλαστά ονομάζονται τα ανώμαλα ουσιαστικά τα οποία κλίνονται σε όλες τις πτώσεις κατά μία ορισμένη κλίση αλλά το θέμα τους μεταβάλλεται – μεταπλάσσεται σε ορισμένες πτώσεις |
Τα συνηθέστερα μεταπλαστά ουσιαστικά είναι τα εξής: ἡ ναῦς, ἡ χείρ, ἡ κλείς, ὁ μάρτυς, ὁ, ἡ κύων, ὁ Ζεύς , τὸ οὖς, τὸ ὕδωρ, τὸ δόρυ, τὸ φρέαρ και κλίνονται κατά τον ακόλουθο τρόπο:
Ενικός αριθμός | |||
Ον. Γεν. Δοτ. Αιτ. Κλ. |
ἡ ναῦς τῆς νεὼς τῇ νηὶ τὴν ναῦν (ὦ) ναῦ |
ἡ χεὶρ τῆς χειρὸς τῇ χειρὶ τὴν χεῖρα (ὦ) χεὶρ |
ἡ κλεὶς τῆς κλειδὸς τῇ κλειδὶ τὴν κλεῖδα / κλεῖν (ὦ) κλεὶς |
Πληθυντικός αριθμός | |||
Ον. Γεν. Δοτ. Αιτ. Κλ. |
αἱ νῆες τῶν νεῶν ταῖς ναυσὶ(ν) τὰς ναῦς (ὦ) νῆες |
αἱ χεῖρες τῶν χειρῶν ταῖς χερσὶ(ν) τὰς χεῖρας (ὦ) χεῖρες |
αἱ κλεῖδες τῶν κλειδῶν ταῖς κλεισὶ(ν) τὰς κλεῖδας / κλεῖς (ὦ) κλεῖδες |
Ενικός αριθμός | |||
Ον. Γεν. Δοτ. Αιτ. Κλ. |
ὁ μάρτυς τοῦ μάρτυρος τῷ μάρτυρι τὸν μάρτυρα (ὦ) μάρτυς |
ὁ, ἡ κύων τοῦ, τῆς κυνὸς τῷ, τῇ κυνὶ τὸν, τὴν κύνα (ὦ) κύον |
ὁ Ζεὺς τοῦ Διὸς τῷ Διὶ τὸν Δία (ὦ) Ζεῦ |
Πληθυντικός αριθμός | |||
Ον. Γεν. Δοτ. Αιτ. Κλ. |
οἱ μάρτυρες τῶν μαρτύρων τοῖς μάρτυσι τοὺς μάρτυρας (ὦ) μάρτυρες |
οἱ, αἱ κύνες τῶν κυνῶν τοῖς, ταῖς κυσὶ(ν) τοὺς, τὰς κύνας (ὦ) κύνες |
Ενικός αριθμός | ||||
Ον. Γεν. Δοτ. Αιτ. Κλ. |
τὸ οὖς τοῦ ὠτὸς τῷ ὠτὶ τὸ οὖς (ὦ) οὖς |
τὸ ὕδωρ τοῦ ὕδατος τῷ ὕδατι τὸ ὕδωρ (ὦ) ὕδωρ |
τὸ δόρυ τοῦ δόρατος τῷ δόρατι τὸ δόρυ (ὦ) δόρυ |
τὸ φρέαρ τοῦ φρέατος τῷ φρέατι τὸ φρέαρ (ὦ) φρέαρ |
Πληθυντικός αριθμός | ||||
Ον. Γεν. Δοτ. Αιτ. Κλ. |
τὰ ὦτα τῶν ὤτων τοῖς ὠσὶ(ν) τὰ ὦτα (ὦ) ὦτα |
τὰ ὕδατα τῶν ὑδάτων τοῖς ὕδασι(ν) τὰ ὕδατα (ὦ) ὕδατα |
τὰ δόρατα τῶν δοράτων τοῖς δόρασι(ν) τὰ δόρατα (ὦ) δόρατα |
τὰ φρέατα τῶν φρεάτων τοῖς φρέασι(ν) τὰ φρέατα (ὦ) φρέατα |
Παρατήρηση:
το κύριο όνομα «ὁ Ζεὺς» σχηματίζει μόνο ενικό αριθμό
(Για τα μεταπλαστά ουσιαστικά βλ. και Γραμματική της Αρχαίας Ελληνικής, σελ.90-92, παρ.150). |
3. Ανώμαλα κατά το γένος
Ορισμός: |
Ετερογενή ονομάζονται τα ανώμαλα ουσιαστικά που έχουν:
α) στον πληθυντικό αριθμό διαφορετικό γένος από ό,τι στον ενικό. π.χ.: (ενικ.:) ὁ λύχνος – (πληθ.:) τὰ λύχνα. β) δύο γένη στον πληθυντικό αριθμό. π.χ.: (ενικ.:) ὁ σταθμὸς – (πληθ.:) οἱ σταθμοὶ και τὰ σταθμά. |
Ετερογενή ουσιαστικά είναι τα παρακάτω, τα οποία σχηματίζουν ενικό και πληθυντικό ως εξής:
ΕΝΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ | ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ |
ὁ λύχνος ὁ σῖτος ὁ δεσμὸς ὁ σταθμὸς τὸ στάδιον |
τὰ λύχνα τὰ σῖτα οἱ δεσμοὶ και τὰ δεσμὰ οἱ σταθμοὶ και τὰ σταθμὰ τὰ στάδια και οἱ στάδιοι |
Ορισμός: |
Διπλογενή ονομάζονται τα ουσιαστικά που έχουν δύο γένη στον ενικό αριθμό. π.χ.: (ενικ.:) ὁ ζυγὸς και τὸ ζυγὸν – (πληθ.:) τὰ ζυγά. |
4. Ιδιόκλιτα
Ορισμός: | |
Ιδιόκλιτα ονομάζονται τα ανώμαλα ουσιαστικά τα οποία δεν κλίνονται σύμφωνα με μία από τις τρεις κλίσεις αλλά κλίνονται με ιδιαίτερο τρόπο.
|
5. Άκλιτα
Ορισμός: | |
Άκλιτα ονομάζονται τα ανώμαλα ουσιαστικά τα οποία δεν κλίνονται, διατηρούν δηλαδή σε όλες τις πτώσεις τον ίδιο τύπο.
|
6. Ελλειπτικά
Ορισμός: | |
Ελλειπτικά ονομάζονται τα ανώμαλα ουσιαστικά τα οποία είναι εύχρηστα μόνο σε ορισμένες πτώσεις.
|
http://www.study4exams.gr/
Σχόλια Αναγνωστών-Επισκεπτών