ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ : ΡΗΜΑ

Καταλήξεις χρόνων ομαλών ρημάτων της Α’ συζυγίας

ΦΩΝΗΕΝΤΟΛΗΚΤΑ                                 ΣΥΜΦΩΝΟΛΗΚΤΑ

ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ             ΑΦΩΝΟΛΗΚΤΑ           ΗΜΙΦΩΝΟΛΗΚΤΑ

Λύω     τιμάω/ῶ    ποιέω/- ῶ    δηλόω/- ῶ                τάττω       κόπτω     πείθω    αγγέλλω       αἴρω     φαίνω          νέμω

ἄρχω       τρέπω     κομίζω                              αἰσχύνω

Χαρακτ.          υ,ι            α              ε              ο              κ,γ,χ        π,β,φ       τ,δ,θ       λ              ρ              ν              μ

-ττω         -πτω        -ζω

Εν.                         -ω            – ῶ           – ῶ           -ω            -ω            -ω            -ω           -ω            -ω            -ω            -ω

Πρτ.                      -ον          -ων          -ουν        -ουν        -ον          -ον          -ον         -ον          -ον          -ον         -ον

Μελ.                      -σω                  -ήσω                -ώσω       -ξω          -ψω         -σω/-ιῶ  -λῶ          -ρῶ          -νῶ        -μῶ

Αόρ.                      -σα                  -ησα              -ωσα         -ξα         -ψα          -σα          -λα         -ρα          -να        -μα

Πρκ.                      -κα                  -ηκα              -ωκα        -χα         -φα          -κα            -λκα        -ρκα        -γκα     -ηκα

Υπερς.                  -κειν               -ήκειν           -ώκειν      -χειν       -φειν        -κειν        -λκειν    -ρκειν       -γκειν  -ηκειν

Μ.                          -μαι                 -ημαι             -ωμαι      -γμαι       -μμαι       -σμαι         -λμαι      -ρμαι       -σμαι    -ημαι

Πρκ.                                                                                                                                                                      -μμαι

Π. Αόρ.               -θην                 -ήθην            -ώθην         -χθην      -φθην       -σθην      -λθην     -ρθην       -νθην   -ήθην

Β’ ΣΥΖΥΓΙΑ (ρήματα σε –μι)

ΦΩΝΗΕΝΤΟΛΗΚΤΑ                                    ΣΥΜΦΩΝΟΛΗΚΤΑ

ἵστημι                    ὀνίνημι                                     -νυμι

τίθημι                      ἄγαμαι                                    (δείκνυμι)

ἵημι                         δύναμαι                                  -ννυμι

δίδωμι                     ἐπίσταμαι                                (σκεδάννυμι)

πίμπλημι                 κρέμαμαι

πίμπρημι                ἐπριάμην                                 ὄλλυμι

Παρατηρήσεις

–          Τα υγρόληκτα και ενρινόληκτα ρήματα σχηματίζουν ενεργητικό και μέσο μέλλοντα που κλίνεται κατά τα συνηρημένα σε-εω, π.χ. βάλλω -> βαλῶ, βαλεῖς… , αἴρω ->ἀρῶ, ἀρεῖς, νέμω-> νεμῶ, νεμεῖς…

–          Τα υπερδισύλλαβα ρήματα σε –ίζω σχηματίζουν ενεργητικό και μέσο μέλλοντα σε -ιῶ, – ιοῦμαι που κλίνεται κατά τα συνηρημένα σε –έω, π.χ. νομίζω-> νομιῶ, νομιεῖς…

–          Τα ρήματα βιβάζω, ἐλαύνω, ἐξετάζω, κεράννυμι, κρεμάννυμι, σκεδάννυμι, πετάννυμι σχηματίζουν το μέλλοντά τους κατά τα συνηρημένα σε –άω, π.χ. βιβάζω -> βιβῶ, βιβᾷς…

–          Στο β’ ενικό της προστακτικής του παθητικού αορίστου β’ μένει αμετάβλητη η αρχική κατάληξη –θι. π.χ.  ἐγράφην-> γράφηθι.

–          Εχουν δύο μ (-μμ-) στο μέσο παρακείμενο τα χειλικόληκτα και μερικά ενρινόληκτα ρήματα με χαρακτήρα –ν-, π.χ. γράφομαι->γέγραμμαι, ὀξύνομαι ->ὤξυμμαι.

Προσοχή: στην κλίση των παρακειμένων των ρημάτων πέμπομαι, κάμπτομαι και ἐλέγχομαι: πέπεμμαι, πέπεμψαι, κέκαμμαι, κέκαμψαι, ἐλήλεγμαι, ἐλήλεγξαι.

– Οσα ρήματα λήγουν σε –(ν) νυμι και το ρ. ὄλλυμι κλίνονται σύμφωνα με το δείκνυμι. Προσοχή το υ είναι μακρό στο β’ ενικό της προστακτικής (δείκνυ- ἀποδείκνυ) και βραχύ στο απαρέμφατο (δεικνύναι).

– Τα ρ. πίμπλημι και πίμπρημι κλίνονται κατά το ἵστημι.

– Τα ρ. ὀνίνημι, ἄγαμαι, δύναμαι, ἐπίσταμαι, κρέμαμαι, ἐπριάμην κλίνονται κατά το ἵστημι         – ἵσταμαι, τονίζονται όμως στην υποτακτική και ευκτική σύμφωνα με το λύω.

– Ο αόριστος εἶπα του ρήματος λέγω έχει εύχρηστους τους τύπους:

Oρ.             εἶπας, εἴπατε

Ευκτ.         εἴπαιμεν

Προστ.       εἴπατε

–          Ο αόριστος β’ εἶπον δεν έχει το β’ πληθυντικό της οριστικής και το δανείζεται από το εἶπα.

–          Ο αόριστος ἤνεγκα του ρήματος φέρω δεν έχει β’ ενικό προστακτικής και μετοχές. Ο αόριστος β’ ἤνεγκον έχει εύχρηστους τους εξής τύπους: Οριστ.: -ήνεγκον, -ήνεγκον (δηλαδή έχει α’ ενικό και γ’ πληθυντικό και μόνο όταν είναι σύνθετος).

–          Υποτ.: ἐνέγκω, ἐνέγκῃς…

–          Ευκτ.: ἐνέγκοιμι, ἐνέγκοις…

–          Προστ.: ἔνεγκε, ἐνεγκέτω (μόνο)

–          Απαρ.:  ἐνεγκεῖν

–          Μτχ.: ἐνεγκών, -οῦσα, -όν

–          Η προστακτική του αορίστου ἠνεγκάμην είναι: ἐνεγκοῦ, ἐνεγκέσθω, ἐνέγκεσθε, ἐνεγκέσθων (από τον αόριστο β’).

–          Ο αόριστος β’ ἔφυν κλίνεται όπως το ἔδυν αλλά δεν έχει προστακτική. Εχει όμως ευκτική: φύοιμι, φύοις, φύοι…

–          Ο αόριστος β’ ἐβίων κλίνεται όπως το ἔγνων αλλά δεν έχει προστακτική. Στην ευκτική κλίνεται ως εξής: βιῴην, βιῴης,…

–          Ο αόριστος β’ ἑάλων κλίνεται όπως το ἔγνων αλλά δεν έχει προστακτική.

–          ἔστησαν: μπορεί να είναι γ’ πληθυντικό του ενεργητικού αορίστου ἔστησα ή του αορίστου β’ ἔστην.

–          Οι αόριστοι ἔσχον, ἐσχόμην, ἑσπόμην, ὑπεσχόμην, ἠνεσχόμην ανεβάζουν τον τόνο στην υποτακτική και ευκτική όταν είναι σύνθετοι και εφόσον το επιτρέπει η λήγουσα. ‘Ετσι: σχῶ, σχῇς… -> παράσχω, παράσχῃς, παράσχῃ… σχῶμαι, σχῇ, σχῆται… -> παράσχωμαι, παράσχῃ, παράσχηται… σχοίην, σχοίης, σχοίη… -> παράσχοιμι, παράσχοις, παράσχοι… (προσοχή στις καταλήξεις).

–          Τα ρήματα εἶμι, εἰμί, φημί, οἶδα, κεῖμαι όταν είναι σύνθετα με μονοσύλλαβη ή δισύλλαβη πρόθεση ανεβάζουν τον τόνο στην οριστική και προστακτική, εφόσον το επιτρέπει η λήγουσα, π.χ. σύνειμι, κατάφημι. Εξαιρείται το β’ ενικό της οριστικής ενεστώτα του ρήματος φημί, π.χ. συμφής, καταφής.

–          Τα βαρύτονα ρήματα, απλά και σύνθετα, ανεβάζουν τον τόνο τους στην προστακτική, αν η λήγουσα είναι βραχύχρονη (όχι όμως πιο πάνω από την τελευταία συλλαβή της πρόθεσης), π.χ. παίδευσον, παίδευσαι αλλά πεπαιδεύσθω/κατάλυσον, κατάλυσαι αλλά καταλυσάσθω. Προσοχή: α) ο τόνος ποτέ δεν υπερβαίνει τη συλλαβή που έχει αναδιπλασιασμό, π.χ. συνῆξο, συνῆχθε, β) η δισύλλαβη πρόθεση που έπαθε έκθλιψη λειτουργεί ως μονοσύλλαβη.

–          Το β’ ενικό της προστακτικής αορίστου β’ μέσης φωνής, είτε απλό είτε σύνθετο, τονίζεται στη λήγουσα και παίρνει περισπωμένη. Αν όμως ο τύπος της προστακτικής είναι μονοσύλλαβος και σύνθετος με δισύλλαβη πρόθεση, τότε ο τόνος ανεβαίνει στην παραλήγουσα, π.χ. σχοῦ, παράσχου, προσχοῦ.

–          Όλοι οι τύποι ενεργητικής και μέσης φωνής στην προστακτική του αορίστου β’ των ρημάτων της β’ συζυγίας (-μι), όταν είναι σύνθετοι με πρόθεση ανεβάζουν τον τόνο, αν η λήγουσα είναι βραχύχρονη, όχι όμως πιο πάνω από την τελευταία συλλαβή της δισύλλαβης πρόθεσης. Π.χ. (ἔστην) -> στῆθι, πρό-στηθι, κατά-στητε, (ἧκα)->ἕς, πρό-ες, ὑπέρ-εσθε.

Προσοχή: οι τύποι θοῦ (ἐθέμην), δοῦ (ἐδόμην), οὗ (εἵμην), σχοῦ (ἐσχόμην), σποῦ           (ἑσπόμην), όταν είναι σύνθετοι με μονοσύλλαβη πρόθεση ή με δισύλλαβη που έπαθε έκθλιψη, διατηρούν τον τόνο τους στη λήγουσα. π.χ. θοῦ -> ἐν – θοῦ αλλά παρά – θου.

–          Τα συνηρημένα ρήματα στην προστακτική δεν ανεβάζουν τον τόνο. Εξαιρείται το β’ ενικό της προστακτικής του ενεργητικού ενεστώτα των συνηρημένων που έχουν μονοσύλλαβο θέμα, π.χ. ὑποτίμα (ὑποτίμαε), ὑποτιμᾶτε (ὑποτιμάετε) ἔκπλει (ἔκπλεε) αλλά ἐκπλεῖτε (ἐκπλέετε).

Επιμέλεια : Γεωργιάδης Ηρακλής -Γιαννοπούλου Νανά

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1567

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση