Κατηγορία: Αρχαία Ελληνική Μυθολογία

Α.Ε Μυθολογία : Το Χρυσόμαλλο Δέρας

Όλοι μας έχουμε ακούσει κάτι για το Χρυσόμαλλο Δέρας, όμως πολλοί από μας δεν ξέρουν καν τι σημαίνει η λέξη «δέρας», πόσο μάλλον ποια είναι η ιστορία του. Η λέξη «δέρας» στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει «δέρμα, προβιά, τομάρι». Το περιώνυμο Χρυσόμαλλο Δέρας είναι το δέρμα του κριαριού που έστειλε η Νεφέλη, πεθαμένη σύζυγος του Αθάμαντα – τον οποίο συναντήσαμε στο παρελθόν – για να γλιτώσει τα παιδιά της, Φρίξο και Έλλη, από τη ζηλιάρα δεύτερη σύζυγο του Αθάμαντα, την Ινώ· η Ινώ, θέλοντας να απαλλαγεί από τα δύο παιδιά, κατέστρωσε ένα κόλπο, το οποίο στοίχισε όλη τη σοδειά του Ορχομενού της Βοιωτίας και, παράλληλα, εξασφάλισε χρησμό που έλεγε πως για να αποκατασταθεί η σοδειά, θα έπρεπε να θυσιαστεί ο Φρίξος και η Έλλη.

Έτσι, δευτερόλεπτα πριν την προσφορά τους ως θυσία, η Νεφέλη έστειλε με ένα σύννεφο το κριάρι αυτό με το γυαλιστερό και χρυσόμαλλο δέρμα, πάνω στο οποίο ανέβηκαν ο Φρίξος και η Έλλη. Πέρασαν βουνά, λαγκάδια, ποταμούς και πεδιάδες και έφτασαν στο στενό της θάλασσας που χωρίζει τη Ευρωπαϊκή Θράκη από την Ασιατική Μικρά Ασία· εκεί, ζαλίστηκε η Έλλη και πέφτοντας στη θάλασσα, πνίγηκε. Από τότε, η θάλασσα (πόντος) αυτή πήρε το όνομα της Έλλης, έτσι σήμερα έχουμε τον Ελλήσποντο. Ο Φρίξος, λυπημένος, συνέχισε την πορεία του, περνώντας από την Προποντίδα, το Βόσπορο, τον Εύξεινο Πόντο και τελικά έφθασε στην Κολχίδα, βασιλιάς της οποίας ήταν ο Αιήτης, που δέχθηκε και περιποιήθηκε το πριγκηπόπουλο.

Εκεί, ο Φρίξος θυσίασε το κριάρι στο Φύξιο Δία, προστάτη των φυγάδων, ενώ το δέρμα του το χάρισε στο φιλόξενο Αιήτη, ενώ, σύμφωνα με το μύθο, το κριάρι αργότερα έγινε αστέρι στον Ουρανό. Ο Αιήτης, που είχε καθιερώσει το χρυσόμαλλο δέρας ως σύμβολο της βασιλείας του, το κρέμασε σε μια βαλανιδιά στο Άλσος του Άρη, όπου το φύλαγε ένας ακοίμητος δράκοντας, που είχε μήκος όσο ένα 50κωπο καράβι και παρέμενε ενεργός μέρα και νύχτα, ενώ, για να ευχαριστήσει το Φρίξο, ο Αιήτης, γιος του Ήλιου και της Ωκεανίδας Περσηίδας, νύμφεψε τον Ιάσονα με την κόρη του Χαλκιόπη, καρπό της συνεύρεσής του με την επίσης Ωκεανίδα Ιδυία. Από τον έρωτά τους, προέκυψαν τέσσερα παιδιά: ο Άργος, ο Κυτίσωρος, ο Μέλανας και η Φροντίδα.

Στην Ιωλκό της Θεσσαλίας, μετά το θάνατο του Κρηθέα ο Πελίας, εξώγαμος γιος της συζύγου του, Τυρώς, μαζί με τον Ποσειδώνα, σφετερίστηκε το θρόνο του πατριού του, που δικαιωματικά άνηκε στον Αίσονα, τον πατέρα του Ιάσονα. Έτσι, ο Αίσονας, για να προστατέψει το νεογέννητο γιο του, άφησε να κυκλοφορήσει η φήμη ότι είχε πεθάνει, ενώ στην πραγματικότητα, κρυφά μες τη νύχτα, τον παρέδωσε στον Κένταυρο Χείρωνα, για να τον προστατέψει και να τον μορφώσει. Είκοσι χρόνια μετά, μονοσάνταλος – όπως έλεγε και ο χρησμός του Μαντείου προς τον Πελία – ήρθε να ζητήσει το θρόνο του πίσω. Ο Πελίας κατατρομοκρατήθηκε, γι’ αυτό και όρισε στον Ιάσονα ένα δύσκολο άθλο, για τον οποίο σκαρφίστηκε τάχα ότι το φάντασμα του εξάδελφού του, Φρίξου, το επιθυμούσε: να αρπάξει το Χρυσόμαλλο Δέρας.

Ο Ιάσονας, αντάξιος της εκπαίδευσής του, συμφώνησε και, αφού συνάντησε το γέρο, πια, πατέρα του, άρχισε να προετοιμάζεται για την εκστρατεία, η οποία έμεινε στην ιστορία γνωστή ως Αργοναυτική Εκστρατεία, και για την οποία θα αφιερώσουμε επόμενά μας άρθρα. Φθάνοντας τελικά στην Κολχίδα, ο Ιάσονας φανέρωσε το σκοπό του στον Αιήτη, ο οποίος τον έβαλε σε μια δοκιμασία, την οποία πέρασε με τη βοήθεια της δευτερότοκής του κόρης, μάγισσας Μήδειας, η οποία ερωτεύτηκε τον ήρωα. Έτσι, ο Ιάσονας μαζί με τη Μήδεια άρπαξαν το Χρυσόμαλλο Δέρας, αφού ο Ορφέας αποκοίμισε με τη μαγική μουσική του λύρα το τέρας που το φύλαγε, και επέστρεψαν, παντρεμένοι πλέον, στην Ιωλκό της Βοιωτίας.

Ο Πελίας, όμως, δεν έλεγε να αφήσει το θρόνο του, έτσι, ο Ιάσονας κατέφυγε στα μαγικά της Μήδειας, που έκανε τις κόρες του να τον διαμελίσουν, τάχα για να τον ξανανιώσουν· ο λαός της Ιωλκού αντέδρασε, έτσι το ζευγάρι έφυγε από την Ιωλκό εξόριστο. Ο ήρωας πέθανε αρκετά χρόνια μετά, έχοντας στο ενεργητικό του τη συμμετοχή του σε πολλά ηρωικά κατορθώματα και την αρχηγεία της Αργοναυτικής Εκστρατείας, που τόσο πολύ γοήτεψε τους μελετητές της ιστορίας και θεωρείται, από πολλούς, ως το «προπύλαιο» του Τρωικού Πολέμου.

http://www.typos.com.cy/nqcontent.cfm?a_id=6453

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1377

Αρχαία Ελληνική Μυθολογία

Στην απαρχή του πολιτισμού υπήρχαν πολύ περισσότερα ερωτήματα και πολύ λιγότερες απαντήσεις απ’ ό,τι υπάρχουν σήμερα· οι αρχαίοι λαοί προσπαθούσαν να κατανοήσουν βασικές έννοιες, πολλές από τις οποίες δεν έχουν ακόμη και σήμερα απαντηθεί, έννοιες όπως η κοσμογονία, η δημιουργία των αγαθών, των καλών και των κακών, αλλά και να «δημιουργήσουν» ένα θεϊκό πάνθεον, αφού, όπως πρόσφατα ανακαλύφθηκε, η ανάγκη για την πίστη σε ένα ή πολλούς θεούς είναι εγγενής στον άνθρωπο, καθώς κάπου στον εγκέφαλό μας υπάρχει ο λεγόμενος «θαλαμίσκος του Θεού». Έτσι, οι αρχαίοι Έλληνες δημιούργησαν το δικό τους, φανταστικό μεν, αλλά υπέροχο κόσμο των θεών, στους οποίους απόδωσαν όλες τις ιδιότητες που βρίσκονταν στους ανθρώπους, δημιουργώντας μια αιτιολογική ψευδαίσθηση και παρέχοντας καταφύγιο στις ανήσυχές τους σκέψεις, αλλά και αιτιολογώντας τις διάφορες αφηρημένες έννοιες (Έρωτας, Θάνατος, Ύπνος κτλ). Τα αρθρίδιά μας αναφορικά με τη μυθολογία δεν θα φέρουν το σύνολο της μυθολογίας στον αναγνώστη της ιστοσελίδας μας – εξάλλου είναι, σχεδόν, αδύνατο, δεδομένων των τόσων πολλών και συγκρουόμενων, κάποτε, μύθων – αλλά θα παράσχει στον αναγνώστη μια προσεγμένη επιλογή από τους μύθους, την οποία θα προσπαθήσει, όποτε είναι δυνατό, να συσχετίσει με πραγματικά γεγονότα. Ελπίζουμε να σας προσελκύσει και να σας τραβήξει την προσοχή. Σημείωση ότι βασιζόμαστε, κυρίως, στη Θεογονία του Ησιόδου. Αρχίζουμε, βέβαια, με την Κοσμογονία, την οποία θα ακολουθήσει η Θεογονία …

Στην αρχή στον απέραντο χώρο υπήρχε ένα τεράστιο αυγό, το οποίο δημιουργήθηκε εκ του μηδενός· μία μέρα το αυγό αυτό άρχισε να ραγίζει και, σταδιακά, βγήκαν από το αυγό τα «περιεχόμενά» του: πρώτα από όλα βγήκε ένα φτερωτό πνεύμα (ο Έρως), το οποίο επέτρεψε στις άλλες δύο οντότητες, τη Γαία και το Χάος, να βγουν έξω από το αυγό. Οι τρεις αυτές θεότητες δεν είχαν συγγενική σχέση μεταξύ τους, απλώς εμφανίστηκαν η μία μετά την άλλη. Ο Έρως ήταν ένα φτερωτό πνεύμα, το οποίο είχε τόση δύναμη και τόση ένταση, που βρισκόταν (και βρίσκεται) παντού και πάντοτε, αφού είναι η αιτία της Αγάπης και της ερωτικής δημιουργίας, η οποία παράγει απογόνους και διασφαλίζει τη συνέχιση της ύπαρξής μας. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως raison d’ être (αιτία ύπαρξης). Δεν ήταν ο γνωστός σκανταλιάρης θεός, ο γιος της Αφροδίτης που τόξευε με τα βέλη τους θεούς και ανθρώπους, αλλά μια δύναμη έλξης που οδηγούσε τα στοιχεία στις ενώσεις και τις συνθέσεις τους. Είχε απεριόριστη δύναμη και ήταν ο μόνος από τις τρεις πρωταρχικές θεότητες που δεν απέκτησε δικά του παιδιά.

Η πρώτη ενέργεια του Έρωτα έγινε στο σκοτάδι και τη σιωπή του Ερέβους και της Νύχτας, που βασίλευαν μέχρι τη στιγμή που μπήκε ανάμεσά τους· με την επίδρασή του άρχισε η απόλυτη ψυχρότητα να εγκαταλείπει τις δύο μυστήριες υπάρξεις: αντάλλαξαν τις πρώτες τους κουβέντες και κατάφεραν έτσι να διώξουν την ατέλειωτη μοναξιά που τους κυρίευε τόσους αιώνες. Από την ένωσή τους δημιουργήθηκε ο Αιθέρας και η Ημέρα, ενώ αργότερα δημιουργήθηκαν άλλες θεότητες, που αντιπροσωπεύουν αφηρημένες έννοιες, κυρίως …

Το Χάος ήταν θεοσκότεινο, μαύρο και άραχνο χωρίς κανένα ίχνος ζωής· απόλυτη σιωπή βασίλευε παντού. Αυτό το τρομακτικό, αρχικό ον ήταν απέραντο· δεν είχε αρχή ούτε τέλος (έτσι δημιουργήθηκε και η σχετική λέξη-έννοια, που έχει περάσει και στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες). Ήταν τόσο αχανές, ώστε αν κάποιος μπορούσε να πετάξει, θα πετούσε σ’ όλη του τη ζωή χωρίς να μπορέσει να φτάσει κάποτε σε κάποια κορυφή ή, αν κάποιος άρχιζε να πέφτει στο κατάμαυρο κενό, το Χάος, θα έπεφτε σ’ όλη του τη ζωή χωρίς να φτάσει ποτέ του σε κάποιο τέλος.

Μέσα στην απεραντοσύνη του κοσμικού χρόνου προήλθαν κάποτε από το Χάος, χωρίς να μεσολαβήσει κάποιο ερωτικό σμίξιμο, δύο παράξενα όντα, το Έρεβος και η Νύχτα. Ήταν και αυτά τα όντα αλλοπρόσαλλα, κατάμαυρα, θεόρατα και σκοτεινά με τεράστιες φτερούγες· στέκονταν το ένα απέναντι από το άλλο ανοιγοκλείνοντας τα μαύρα μάτια τους, χωρίς να ανταλλάσσουν μεταξύ τους ούτε κουβέντα. Η απόλυτη ησυχία και η μοναξιά συνέχισε να κυριεύει το σύμπαν. Η μόνη διαφορά τους από το Χάος ήταν ότι είχαν αρχή και τέλος. Ήταν βέβαια πελώρια και θα χρειαζόταν κάποιος να τρέχει μήνες ολόκληρες για να φτάσει από τη μια φτερούγα τους στην άλλη, σίγουρα όμως θα έβρισκε κάποιο τέλος.

Η Γαία (εδώ φανερώνεται η γεωκεντρική σκέψη των αρχαίων λαών) κείτονταν μέσα στο απέραντο Χάος και, μετά τη γέννηση του Αιθέρα και της Ημέρας, γέννησε κι αυτή, χωρίς να μεσολαβήσει κάποιος ερωτικός πόθος, τον Ουρανό, τα Όρη και τον Πόντο. Ο Ουρανός ήταν μεγαλύτερος απ’ αυτήν, την περιέβαλλε ολόκληρη και μέσα στον απέραντο θόλο του περιέκλειε όλο το αστρικό σύμπαν. Ήταν πανέμορφος, θεόρατος και καταγάλανος· τόσο πολύ γοητεύτηκε η Γαία από τον πρώτο της γιο, που τον ερωτεύτηκε και έσμιξε με το τεράστιο κορμί του. Από την ένωση αυτή προήλθαν αμέτρητοι θεοί…

Αφού πέρασε αρκετός καιρός από τη γέννηση του Ουρανού, η Γαία άρχισε πάλι να κυοφορεί, αλλά αυτή τη φορά τρανταζόταν ολόκληρη, μέχρις ότου ξεφύτρωσαν στην επιφάνειά της τεράστιοι γίγαντες, απέραντοι και αχανείς με αλλοπρόσαλλα κορμιά, τα τρομερά Όρη. Η Γη ποτέ σε συμπάθησε τα παιδιά της αυτά που τόσο την ταλαιπώρησαν μέχρι να γεννηθούν, ήταν όμως αναγκασμένη να ζήσει για πάντα μαζί τους και να τα ανέχεται, μια και από τη γέννησή τους ήταν προσκολλημένα πάνω στο τεράστιο σώμα της. Κάθε φορά που προσπαθούσε να τα διώξει από πάνω της φρικτοί πόνοι τη βασάνιζαν…

Λίγο αργότερα η Γαία ένιωσε πάλι κάτι να σαλεύει μέσα στα σπλάχνα της, αλλά η εγκυμοσύνη ήταν γλυκιά και χωρίς πόνους. Έτσι γεννήθηκε ο απέραντος Πόντος, που αμέσως ξεχύθηκε και περιέβαλε τη Γαία δροσίζοντάς την και κάνοντάς την ομορφότερη καθώς την κάλυπτε με το καταγάλανο σώμα του. Ο Πόντος την έκλεινε μέσα στα τεράστια μπράτσα του και η Γαία ήταν χαρούμενη και περήφανη για το νέο γιο της· ήταν πανέμορφος, ορμητικός και παντοδύναμος, άλλοτε ήρεμος και γαλήνιος και άλλοτε αφρισμένος και ταραγμένος από τα τεράστια κύματα. Μετά την ήττα του Ουρανού από τον Κρόνο η Γαία έσμιξε και μ’ αυτόν, γεννώντας καινούργιους απογόνους.

http://www.typos.com.cy/nqcontent.cfm?a_id=4483

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1374

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση