Κατηγορία: Αρχαία Γ’ Λυκείου
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/384
Νοέ 22 2010
Πλάτωνα “Πολιτεία” : Γενικά Σχόλια Ενοτήτων 11,12,13
Ενότητα 11η
Ο μύθος του σπηλαίου είναι η πιο γνωστή ίσως αλληγορία μέσα στην Πολιτεία, ένα έργο το οποίο ο Πλάτων αφιερώνει στη διερεύνηση της έννοιας της δικαιοσύνης. Η αναφορά στους δεσμώτες και το σπήλαιο γίνεται στην αρχή του έβδομου βιβλίου, λίγο πριν ο Πλάτων προσδιορίσει τα χαρακτηριστικά του παντελοῦς φύλακος, αυτού δηλαδή που είναι έτοιμος να γίνει άρχοντας φιλόσοφος. Ο φιλόσοφος είναι ικανός να κυβερνήσει την πολιτεία και να την οδηγήσει στην ύψιστη ιδέα, αυτήν του ἀγαθοῦ. Στο τέλος του έκτου βιβλίου ο Σωκράτης και ο Γλαύκων έχουν συμφωνήσει ότι η διάνοια -βρίσκεται μεταξύ της δόξης και του νοῦ- επιτελεί σημαντικό ρόλο στην ενασχόληση της ψυχής με τη διαλεκτική επιστήμη, αυτήν που οδηγεί στην ἀνυπόθετον ἀρχήν, δηλαδή στην αλήθεια. Η διάνοια μαζί με την νόησιν, την πίστιν και την εἰκασίαν είναι παθήματα (=φαινόμενα) της ψυχής, τα οποία καλλιεργούνται σε κάθε άνθρωπο. Το έβδομο βιβλίο ξεκινά με την ανάλυση από τη μεριά του
Σωκράτη της σύστασης της ψυχής όσον αφορά την παιδεία της, τη μόρφωσή της. Βεβαίως η αναφορά στην πεπαιδευμένη και την αμόρφωτη ψυχή έχει ως σκοπό να τονίσει το έως τώρα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που ακολουθούν οι φύλακες της Πολιτείας και μάλιστα να διακρίνει σαφέστερα τις ψυχικές ιδιότητες εκείνων που θα προκριθούν στη θέση των αρχόντων βασιλέων. Υπό αυτό το πρίσμα μπορούμε να προχωρήσουμε στην ερμηνεία της αλληγορίας. Στην προκείμενη ενότητα κυριαρχεί η περιγραφή του σπηλαίου και των δεσμωτών. Το ρήμα ἰδὲ οφείλουμε να το ερμηνεύσουμε όχι κυριολεκτικά. Η θέασις στον Πλάτωνα γίνεται κυρίως με τον νου όχι με τις αισθήσεις. Ασφαλώς πρόκειται για τη θέα ενός καινούργιου, για την ώρα ασύλληπτου, πράγματος. Στην περιγραφή της σπηλιάς δεδομένα είναι η είσοδός της που βρίσκεται σε βαθμίδα υψηλότερη αυτής των δεσμωτών, η φλόγα πυρός κάπου ψηλά και πίσω, η επιφάνεια της γης με τον δρόμο και το τειχίον και βεβαίως οι σχεδόν ακίνητοι δεσμώτες, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να βλέπουν (το ὁρᾶν εδώ λαμβάνεται
κυριολεκτικά) μόνον ευθεία και μπροστά. Η παρομοίωση του τείχους με παραπετάσματα θαυματοποιών δεν είναι τυχαία. Υποδηλώνει εξ αρχής το ψεύτικο, το απατηλό, όπως πράγματι είναι τα όσα βλέπουν από τη θέση που βρίσκονται οι δεσμώτες άνθρωποι. Ο Γλαύκων χαρακτηρίζει την όλη εικόνα παράξενη. Η λέξη αυτή (ἄτοπον) δίνει την αφορμή στον Σωκράτη να επιχειρήσει τη σύγκριση της εικόνας των δεσμωτών με τους ανθρώπους της εποχής του, αυτούς που βρίσκονται, χωρίς να το γνωρίζουν, σε δεσμά.
Ενότητα 12η
Μετά την περιγραφή του σπηλαίου ο Σωκράτης διευκρινίζει στον Γλαύκωνα τις συνθήκες ζωής αλλά και την πνευματική κατάσταση των δεσμωτών. Για την ερμηνεία της αλληγορίας ενδιαφέρον φυσικά έχει το δεύτερο. Οι αντιλήψεις αλλά και η γνώση των ανθρώπων αυτών βασίζονται στην απάτη, στο ψεύδος· ζουν κυριολεκτικά μέσα σε ἀφροσύνη. Υπάρχει όμως η δυνατότητα απελευθέρωσης, η οποία θα προέλθει μέσα από τους ίδιους τους δεσμώτες. Εφ’ όσον ένας από αυτούς ελευθερωθεί και σιγά σιγά εξοικειωθεί με το αληθινό φως έχοντας φθάσει στην άνω βαθμίδα (η θέαση του αληθινού φωτός, δηλαδή του ἀγαθοῦ, δεν πραγματοποιείται με τους σωματικούς οφθαλμούς), αυτός θα αναλάβει τη λύση του ζητήματος, της απελευθέρωσης των υπολοίπων. Η λύση βέβαια πρόκειται να είναι επώδυνη, αφού κανείς από τους συνδεσμώτες δεν θα τον πιστέψει ούτε και θα δείξει προθυμία να αρνηθεί ως ψεύτικη την έως τώρα ζωή του. Ενδέχεται μάλιστα να τον φονεύσουν. Στο σημείο αυτό ολοκληρώνεται ο μύθος και ο Σωκράτης προχωρεί στην εφαρμογή του μέσα στο πολιτειακό σύστημα που μαζί με τον Γλαύκωνα επεξεργάζεται. Δίνεται η εξήγηση· στη θέση των δεσμωτών βρίσκονται οι
σημερινοί άνθρωποι αφού οι νοητοί οφθαλμοί τους, οι οποίοι έχουν ως έδρα τους την ψυχή, δεν είναι ικανοί να στραφούν από το σκότος (τρέχουσες αντιλήψεις για το δίκαιο, την ισότητα κ.λ.π.) προς το αληθινό φως (το ἀγαθόν). Το μέσο, ο μοχλός που θα στρέψει το ανθρώπινο πνεύμα στην αλήθεια είναι η παιδεία. Ο Γλαύκων συμφωνεί. Ζητούμενο τώρα είναι η ποιότητα της παρεχόμενης παιδείας. Στο χωρίο δεν γίνεται εκτενής αναφορά σε αυτήν αλλά τονίζεται η θεμελιώδης συμβολή της στη διαμόρφωση μιας ικανής ψυχής να θεάται τα υψηλά και όχι τα πράγματα που την δένουν με τον κόσμο (ηδονή, φαγητό, ποτό). Ο Σωκράτης στη συνέχεια συσχετίζει την πεπαιδευμένη ψυχή με
τη διακυβέρνηση της πολιτείας. Η διακυβέρνηση λοιπόν οφείλει να ανατεθεί σε ψυχή ανθρώπου
πεπαιδευμένου (ας προσεχθεί ότι ένας τέτοιος θα προέλθει από το κοινωνικό σώμα, από το σύνολο των σημερινών πολιτών). Στην ενότητά μας γίνεται λόγος για έναν κίνδυνο που παραμονεύει στην περίπτωση λανθασμένης ανάθεσης. Προτείνονται δύο κατηγορίες πολιτών, οι αμόρφωτοι και ανίκανοι να δουν την αλήθεια πολίτες και αυτοί που έχουν μορφωθεί και συνεχίζουν την
εκπαίδευσή τους συνεχώς και αδιαλείπτως, σαν να κατοικούν σε έναν άλλον κόσμο, στις νήσους των μακάρων ηρώων. Ο Σωκράτης με σαφή τρόπο αποδεικνύει γιατί είναι ακατάλληλοι και οι πρώτοι και οι δεύτεροι για την ανάληψη της εξουσίας. Τότε τι θα γίνει; Η απάντηση: Η λύση θα προέλθει με τον εξαναγκασμό εκείνων των ανθρώπων που έχουν γνωρίσει το αγαθό (πρόκειται για τους φύλακες
παντελεῖς, των οποίων η εκπαίδευση έχει αναπτυχθεί στα προηγούμενα βιβλία της Πολιτείας) αλλά δεν είναι αποφασισμένοι να το μεταδώσουν και στους άλλους. Οι δύο οικιστές όμως, ο Σωκράτης και ο Γλαύκων, θα αναλάβουν να τους μεταπείσουν ώστε να αναλάβουν το δύσκολο έργο, την απελευθέρωση των υπολοίπων ανθρώπων από τα δεσμά τους, δηλαδή την εκπαίδευσή τους μέσα
στην αλήθεια και όχι το ψεύδος. Αυτές λοιπόν οι χαρισματικές προσωπικότητες οφείλουν να θέσουν τον εαυτό τους και πάλι στα δεσμά (στην απαιδευσία και το πνευματικό σκότος) αδιαφορώντας για τις απολαβές τους, αν δηλαδή θα αποκομίσουν τιμές ισάξιες ή κατώτερες προς την προσωπικότητά τους. Η ανιδιοτέλεια προβάλλει ως χαρακτηριστικό του άρχοντα φιλοσόφου.
Ενότητα 13η
Ο φιλόσοφος οφείλει να επιδοθεί στο έργο της αγωγής και της μύησης των δεσμωτών στην αληθινή παιδεία χωρίς να αισθάνεται αδικημένος, διότι τάχα στερείται τον ανώτερο φιλοσοφικό βίο. Η πρόσκαιρη ένσταση του Γλαύκωνα φαίνεται ότι δεν έχει ισχύ. Ο Σωκράτης υπενθυμίζει στον
συνομιλητή του κάτι που ήδη έχει συμφωνηθεί, έναν βασικό άξονα της νεότευκτης πολιτείας. Ο νόμος προνοεί για την ευημερία όλων των κοινωνικών τάξεων, όχι μιας συγκεκριμένης. Οι φιλόσοφοι επομένως δεν έχουν κάτι το ξεχωριστό σε σχέση με τις άλλες κοινωνικές τάξεις, βέβαια
όσον αφορά την ευπείθεια και την υπακοή στον νόμο. Στο χωρίο μάλιστα εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι στον νομοθέτη (λανθάνει πίσω από τη λέξη νόμος) επιτρέπεται η χρήση της πειθούς και του εξαναγκασμού (πρβλ. και το χωρίο των Νόμων, 722b), ώστε να επιτευχθεί η μεγίστη δυνατή κοινωνική ωφέλεια. Η ωφέλεια αυτή έγκειται στην προσφορά της μιας κοινωνικής τάξης στην άλλη. Η παρουσία και το έργο του κάθε πολίτη στο σώμα της πολιτείας δικαιώνεται όταν το ατομικό όφελος τεθεί κάτω από το συλλογικό. Ο Σωκράτης τονίζει ιδιαίτερα τη συμβολή του νόμου στη δημιουργία της κοινής ωφέλειας και τονίζει ότι «(ο νόμος) δεν αφήνει να τραβά ο καθένας όπου θέλει, αλλά χρησιμοποιεί ο ίδιος (τους πολίτες) και δένει σε μια ενότητα την πόλη». Η παρατήρησή του βέβαια αφορά πρωτίστως την κυρίαρχη τάξη της πολιτείας, τους φιλοσόφους. Η συνεισφορά τους προς τις άλλες τάξεις όχι μόνον δεν συνιστά αδικία, αλλά προβάλλει ως υποχρέωση. Στα καθήκοντά τους περιλαμβάνονται πλέον η εκπαίδευση και η διασφάλιση της ζωής των υπολοίπων.
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/378
Νοέ 22 2010
ΠΛΑΤΩΝΑ «ΠΟΛΙΤΕΙΑ» : Μετάφραση Ενοτήτων 11,12,13
Ενότητα 11η (514Α-515A)
Μετάφραση
Ύστερα από αυτά λοιπόν, είπα, παρομοίασε τη δική μας φύση σχετικά με την παιδεία και την απαιδευσία με την ακόλουθη περιπετειώδη εικόνα. Φαντάσου δηλαδή ανθρώπους δήθεν μέσα σε υπόγειο μέρος όμοιο με σπηλιά, που έχει την είσοδό του ανοικτή προς το φως, σε μάκρος, σε όλη την έκταση της σπηλιάς, να βρίσκονται μέσα σε αυτό, από παιδιά, στα δεσμά και από τα πόδια και από τον τράχηλο ώστε και να μένουν στην ίδια θέση αυτοί και να βλέπουν μόνο μπροστά τους, χωρίς να μπορούν να γυρίζουν κυκλικά τα κεφάλια τους εξ αιτίας των δεσμών. Γι’ αυτούς, λοιπόν, να φέγγει μια λάμψη από φωτιά από ψηλά και από μακριά που καίει πίσω τους, και ανάμεσα στη φωτιά και τους δεσμώτες επάνω στην επιφάνεια της γης να περνάει δρόμος κοντά στον οποίο, φαντάσου, να έχει κτισθεί ένα χαμηλό τείχος, όπως ακριβώς
στήνονται τα παραπετάσματα από τους θαυματοποιούς μπροστά από τους θεατές, πάνω από τα οποία παρουσιάζουν τα τεχνάσματά τους.
Τα φαντάζομαι, είπε.
Φαντάσου τώρα ανθρώπους κατά μήκος αυτού του τείχους να μεταφέρουν κάθε είδους κατασκευάσματα που εξέχουν από το τείχος και αγάλματα και άλλα ομοιώματα και πέτρινα και ξύλινα και κατασκευασμένα από κάθε είδους υλικό, και όπως είναι φυσικό από αυτούς που τα κρατούν και τα δείχνουν από μακριά άλλοι να μιλούν και άλλοι να σωπαίνουν.
Παράξενη εικόνα περιγράφεις, είπε, και παράξενους δεσμώτες.
Όμοιους με εμάς, είπα εγώ.
Ενότητα 12η (519B-D)
Μετάφραση
Τι λοιπόν; Αυτό εδώ δεν είναι φυσικό, είπα εγώ, και δεν προκύπτει
αναγκαστικά από τα προηγούμενα, δηλαδή ούτε οι απαίδευτοι και όσοι δεν έχουν γνωρίσει την αλήθεια θα μπορούσαν να διοικήσουν με ικανοποιητικό τρόπο την πόλη, ούτε όσοι αφήνονται να περνούν τη ζωή τους έως το τέλος μέσα στην εκπαίδευση· οι πρώτοι επειδή στη ζωή τους δεν έχουν κάποιον σκοπό, ο οποίος πρέπει να τους προσανατολίζει σε οποιαδήποτε πράξη τους είτε ιδιωτική είτε δημόσια, και οι δεύτεροι επειδή με τη θέλησή τους δεν θα προβούν σε καμία πρακτική ενασχόληση νομίζοντας ότι έχουν εγκατασταθεί στα νησιά των μακάρων, ενώ ακόμη ζουν;
Αλήθεια, είπε.
Δικό μας, λοιπόν, έργο είναι, είπα εγώ, εμείς οι ιδρυτές της πόλης να αναγκάσουμε και τις καλύτερες φύσεις να επιδοθούν στο μάθημα, το οποίο προηγουμένως ισχυρισθήκαμε ότι είναι το ανώτερο, και να δουν δηλαδή το αγαθό και να επιχειρήσουν εκείνη την ανάβαση, και αφού ανεβούν και χαρούν αρκετά το θέαμα, να μην τους επιτρέψουμε αυτό που τώρα τους επιτρέπεται.
Και ποιο είναι αυτό;
Το να μένουν συνεχώς στο ψηλό μέρος, είπα εγώ, και να μη θέλουν να κατεβούν πάλι κοντά σε εκείνους τους δεσμώτες ούτε να παίρνουν το μερίδιό τους από τους κόπους και τις τιμές που έχουν θεσπισθεί ανάμεσα σε εκείνους, είτε είναι ταπεινότερες είτε έχουν μεγαλύτερη αξία.
Ενότητα 13η (519D-520A)
Μετάφραση
Και λοιπόν, είπε, θα τους αδικήσουμε και θα τους κάνουμε να ζουν
χειρότερα, ενώ είναι δυνατόν να ζουν καλύτερα;
Λησμόνησες πάλι, είπα εγώ, φίλε μου, ότι αυτό δεν ενδιαφέρει τον νόμο, πώς δηλαδή μια κοινωνική τάξη στην πόλη θα ευτυχήσει υπερβολικά, αλλά αναζητά τρόπο να συμβεί το παρακάτω σε ολόκληρη την πόλη, ενώνοντας τους πολίτες με την πειθώ και τον εξαναγκασμό· τους κάνει να μοιράζονται μεταξύ τους την ωφέλεια που ο καθένας τους μπορεί να προσφέρει στο κοινό και ο ίδιος δημιουργεί τέτοιους πολίτες στην πόλη, όχι για να αφήνει να τραβά ο καθένας όπου θέλει, αλλά για να τους χρησιμοποιεί ο ίδιος και να δένει σε μια ενότητα την πόλη.
Πραγματικά, είπε· το είχα ξεχάσει.
Σκέψου λοιπόν, Γλαύκωνα, είπα, ότι δεν θα αδικήσουμε αυτούς που στην πόλη μας θα γίνονται φιλόσοφοι, αλλά με το δίκαιο μας θα ισχυρισθούμε ότι τους αναγκάζουμε και να φροντίζουν και να φυλάνε τους άλλους.
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/376
Νοέ 21 2010
“Πολιτεία” του Πλάτωνα
Η Πολιτεία (ή Περί δικαίου) είναι ένα από τα γνωστότερα έργα του Πλάτωνα, το οποίο γράφτηκε περίπου το 380 π.Χ.[1] ή ολοκληρώθηκε γύρω στα 374 π.Χ.[2] κι έχει ασκήσει μεγάλη επιρροή τόσο στη φιλοσοφία, όσο και στην πολιτική θεωρητική.
Στην Πολιτεία, ο Σωκράτης και άλλοι εξέχοντες Αθηναίοι και ξένοι συζητούν τη σημασία της δικαιοσύνης και εξετάζουν κατά πόσο είναι πιο ευτυχισμένος ένας δίκαιος άνθρωπος από έναν άδικο, κατασκευάζοντας μια φανταστική πολιτεία, την Καλλίπολη, με φιλόσοφους-βασιλείς.
Επίσης, συζητείται η φύση του φιλόσοφου, ή “Περί Ιδεών” θεωρία του Πλάτωνα, η διαμάχη ανάμεσα στη φιλοσοφίαποίηση και η αθανασία της ψυχής. και την
Τίτλος του έργου
Η αρχική αρχαιοελληνική ονομασία Πολιτεία κυριολεκτικά σημαίνει το δόγμα και το χαρακτήρα μιας πολιτικής κοινωνίας, δηλαδή το πολίτευμά της. Στα λατινικά, ονομάστηκε Res Publica, κυριολεκτικά εννοώντας καθεστώς διαχείρισης των δημοσίων πραγμάτων, ορολογία όμως που ταυτιζόταν με τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία, αν και δεν πρόκειται καθαρά για ένα έργο σχετικά με τη δημοκρατία, όπως γίνεται αντιληπτή στο σύγχρονο πλαίσιο του όρου αυτού.
Σκηνικό και συμμετέχοντες
Πρόσωπα
- Σωκράτης
- Κέφαλος, μέτοικος κατασκευαστής όπλων – πατέρας του ρήτορα Λυσία
- Θρασύμαχος, σοφιστής από τη Χαλκηδόνα
- Γλαύκων, γιος του Αρίστωνα, μεγαλύτερος αδερφός του Πλάτωνα
- Αδείμαντος, γιος του Αρίστωνα, μεγαλύτερος αδερφός του Πλάτωνα
- Πολέμαρχος, γιος του Κέφαλου
- Κλειτοφών, γιος του Αριστώνυμου
- Χαρμαντίδης, από την Παιανία (βουβό πρόσωπο)
- Λυσίας, γιος του Κέφαλου (βουβό πρόσωπο)
- Ευθύδημος, γιος του Κέφαλου (βουβό πρόσωπο)
- Νικήρατος, γιος του Νικία (βουβό πρόσωπο)
Το σκηνικό του διαλόγου τοποθετείται στην κατοικία του Πολέμαρχου στον Πειραιά. Ο δραματικός χρόνος είναι το 421 π.Χ.. Ο όλος διάλογος περιγράφεται από το Σωκράτη, την επομένη της ημέρας που έλαβε χώρα.
Ο Σωκράτης και ο Γλαύκων είχαν κατεβεί στον Πειραιά για να παρακολουθήσουν τα Βενδίδεια, γιορτή της θρακικής θεότητας Βένδιδος, που από πολλούς ταυτίζεται με την Άρτεμη. Στην επιστροφή προς την Αθήνα, πέρασαν από την κατοικία του Κέφαλου, όπου κι έγινε η συζήτηση ανάμεσα στους προαναφερόμενους. Από το 2ο βιβλίο κι έπειτα, κύριοι ομιλητές είναι ο Σωκράτης και οι δυο μεγαλύτεροι αδερφοί του Πλάτωνα.
Δομή
Ολόκληρη η Πολιτεία χωρίζεται σε 10 βιβλία, διαχωρισμός ο οποίος δεν προέρχεται από τον Πλάτωνα, αλλά από τους μεταγενέστερους εκδότες και μελετητές.
Ο Μπέρτραντ Ράσελ χωρίζει σε τρία τμήματα την Πολιτεία του Πλάτωνα[3]:
- Βιβλία 1-5: περιγραφή της Ιδεώδους Πολιτείας, ξεκινώντας από την προσπάθεια ορισμού της δικαιοσύνης
- Βιβλία 6-7: οι φιλόσοφοι κρίνονται οι ιδανικοί άρχοντες της Πολιτείας, ορισμός του φιλοσόφου
- Βιβλία 8-10: μορφές διακυβέρνησης, πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα.
Παρακάτω παρατίθεται μια επιγραμματική περιγραφή των περιεχομένων κάθε βιβλίου:
- Εισαγωγή. Συγκέντρωση στον Κέφαλο. Δικαιοσύνη και αδικία.
- Ανάπτυξη της Ιδεώδους Πολιτείας. Αρχές κοινωνικής οργάνωσης και ανάγκη προστασίας. Φύλακες.
- Εκπαίδευση των φυλάκων
- Δημιουργοί, φύλακες-επίκουροι, φύλακες-άρχοντες
- Αρμονία πόλης και ψυχής. Τα 3 μέρη της ψυχής.
- Οικογένεια και κοινοκτημοσύνη
- Φιλόσοφοι-βασιλείς. Ορισμός του φιλοσόφου. Η Γραμμή. Η αλληγορία του σπηλαίου.
- Ανώτατη εκπαίδευση.
- Αποτυχημένα πολιτεύματα.
- Διαμάχη μεταξύ φιλοσοφίας και ποίησης. Αποκλεισμός της μιμητικής τέχνης από την Πολιτεία
- Αθανασία της ψυχής.
Θεματολογία
Ορισμός της δικαιοσύνης και αναλογία Πολιτείας-Ψυχής
Στην αρχή του διαλόγου, οι ομιλητές ωστόσο διαφωνούν για το πώς ορίζεται η δικαιοσύνη, καθώς ο γηραιός Κέφαλος την ορίζει ως τιμιότητα στις συναλλαγές και συνέπεια στην απόδοση των χρεών, ενώ ο γιος του, Πολέμαρχος, θεωρεί δικαιοσύνη την απόδοση του καλού στους φίλους και του κακού στους εχθρούς. Ο Θρασύμαχοςδαχτυλίδι του Γύγη, υποστηρίζει ότι η δικαιοσύνη αποτελεί απλά μια κοινωνική σύμβαση, καθώς και ο δίκαιος και ο άδικος άνθρωπος θα έκαναν την αδικία, αν ήξεραν πως δεν θα τιμωρηθούν, άρα είναι προτιμότερο να ζει κανείς μες στην αδικία. κρίνει ότι είναι το δίκιο του ισχυρότερου και ο Γλαύκων, φέρνοντας ως παράδειγμα το μύθο για το
Ο Σωκράτης εν μέρει συμφωνεί με όλους, ωστόσο καμιά από τις προτάσεις δεν είναι πλήρως ολοκληρωμένη για να λειτουργήσει ως “ορισμός της δικαιοσύνης”, οπότε, προκειμένου να εξετάσουν τη δικαιοσύνη για το κάθε άτομο, ερευνούν την έννοια της δικαιοσύνης σε ολόκληρη την πόλη.
Η ιδεώδης πολιτεία χαρακτηρίζεται από τέσσερις αρετές: σοφία, ανδρεία, σωφροσύνη και δικαιοσύνη: το κάθε στοιχείο της κοινωνίας κάνει αυτό που χρειάζεται, ανάλογα με το ρόλο του μες στην κοινωνία, χωρίς να εμποδίζει τη λειτουργία των άλλων και να ξεφεύγει από τα πλαίσια που έχουν οριστεί για τον καθένα, χωρίς να είναι πολυπράγμων (433a-433b). Για να διατηρήσει τη δικαιοσύνη που ορίζεται ως ο άξονας της ισορροπίας στην ηθική και πολιτική, ο Πλάτων φτάνει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Romilly[4], στα άκρα[5].
Εφόσον στην Πολιτεία υπάρχει δικαιοσύνη, αρμονική εμφανίζεται και η ψυχή του κάθε ατόμου, η οποία χωρίζεται σε τρία μέρη: το επιθυμητικόν, το οποίο εκφράζει τις βασικές ανάγκες του ατόμου, επιχειρεί να τιθασεύσει το θυμοειδές, το οποίο μαζί με το πρώτο υπακούν ενάντια στο ανώτερο, το λογιστικόν. Τα τρία αυτά μέρη της ψυχής αντιστοιχούν στις ανάλογες 3 τάξεις της Πολιτείας: το επιθυμητικόν στους δημιουργούς, το θυμοειδές στους φύλακες-επίκουρους και το λογιστικόν στους φύλακες-άρχοντες. Συνεπώς, δικαιοσύνη είναι η αρμονία των διαφορετικών μερών της ψυχής.
Τελικά, προς το τέλος του έργου, ο Σωκράτης επανέρχεται στο ζήτημα της σύγκρισης δίκαιου και άδικου ανθρώπου, παραθέτοντας το παράδειγμα του τύραννου Αρδιαίου: αν ο άνθρωπος δεν κάνει καμιά προσπάθεια να θέσει το επιθυμητικόν υπό το λογιστικόν μέρος, τότε θα έρθει η στιγμή που τελικά θα τιμωρηθεί για τις πράξεις του. Ο τύραννος διαφέρει από τον “φιλόσοφο-βασιλιά”, ο οποίος είναι δίκαιος, αναζητά την αλήθεια, απολαμβάνει τις αληθινές, φιλοσοφικές απολαύσεις κι είναι ο μόνος που μπορεί να διακρίνει ποιο πολίτευμα είναι το καλύτερο, καθώς μόνο εκείνος διαβλέπει το Αγαθό[6].
Δομή της κοινωνίας
Κοινοκτημοσύνη και ιδιωτική ζωή
Η Πολιτεία που αρχίζει να αναπτύσσεται μέσ’ από τα λόγια του Σωκράτη κατακρίνεται από τον Αδείμαντο και το Γλαύκωνα, καθώς ο πρώτος δε βρίσκει σε αυτήν ευτυχία και ο δεύτερος τιμή και δόξα. Έτσι, ο Σωκράτης δημιουργεί μια πόλη όπου δεν υπάρχει ιδιοκτησία, προσωπική ζωή και οικογένεια ούτε η φιλοσοφία είναι προσβάσιμη από τις κατώτερες τάξεις. Όλα θυσιάζονται για το κοινό καλό και ο καθένας περιορίζεται στις δραστηριότητες εκείνες που ταιριάζουν στη φύση του.
Εφόσον, υπάρχει κοινοκτημοσύνη, δεν υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα σε πλούσιους ή φτωχούς. Δεν υπάρχουν δούλοι, όπως και κανένας διαχωρισμός μεταξύ ανδρών και γυναικών. Υπάρχει ενιαίο εκπαιδευτικό σύστημα για άνδρες και γυναίκες, ενώ από την Πολιτεία αποκλείονται οι τέχνες της ποίησης, της μουσικής και του θεάτρου, καθώς δε στοχεύουν στη λογική, αλλά στα πάθη, το κατώτερο μέρος της ψυχής, το οποίο ανατρέπει την αρμονία, αν κυριαρχήσει των άλλων δυο, ενώ παράλληλα αποτελούν απλά μίμηση της παρούσας ζωής, η οποία με τη σειρά της είναι μόνο μια μίμηση των “αιώνιων Ιδεών”. Η απαγόρευση αυτή είναι πιο αυστηρή στους φύλακες-επίκουρους και άρχοντες, καθώς πρέπει να αποφεύγουν κάθε είδους διαφθορά.
Η κατάργηση του πλούτου οδηγεί στην παρακμή της παραδοσιακής οικογένειας: κανένα παιδί δε θα πρέπει να γνωρίζει τους γονείς του και το αντίστροφο, προκειμένου να αποφευχθεί η κληροδότηση, η προσωπική περιουσία και ο νεποτισμός στα δημόσια αξιώματα. Οι άρχοντες σχηματίζουν ζεύγη για αναπαραγωγή, φροντίζοντας όμως να μην υπάρχει ερωτική ασυδοσία. Έτσι, παράγεται σταθερός πληθυσμός μέσω της ευγονικής, ενώ παράλληλα η κοινωνική συνοχή αυξάνεται, καθώς οι οικογενειακοί δεσμοί εκφράζονται προς όλα τα μέλη της Πολιτείας.
Φιλόσοφοι-βασιλείς
Ο Πλάτωνας χαρακτηριστικά υποστήριζε ότι “όταν οι φιλόσοφοι βασιλέψουν και οι βασιλιάδες φιλοσοφήσουν, μόνο τότε θα ευτυχήσουν οι λαοί”. Εφόσον, στο μύθο του σπηλαίου, έχει περιγραφεί η φυγή από το σπήλαιο των απελευθερωμένων δεσμωτών, των φιλοσόφων, κρίνεται πως μόνο αυτοί είναι κατάλληλοι για τη διακυβέρνηση της Πολιτείας, εφόσον έχουν γνωρίσει τον αληθινό κόσμο των Ιδεών, που φωτίζεται από το Αγαθό.
Όπως ορίζει και το ίδιο το όνομά του, ο Φιλόσοφος-βασιλιάς του Πλάτωνα αγαπά τη σοφία και την αληθινή γνώση, εφόσον γνωρίζει τις Ιδέες. Στην παρομοίωση της Πολιτείας με καράβι ακυβέρνητο, ο ιδιοκτήτης δεν μπορεί να οδηγήσει στη σωτηρία, γιατί ούτε βλέπει ούτε ακούει, οι ναύτες φιλονικούν μεταξύ τους, άρα ο φιλόσοφος είναι αυτός που, για να την οδηγήσει σωστά, πρέπει να παρατηρήσει τους ανέμους, τον ουρανό τα αστέρια κλπ. Οι ναύτες περιγελούν και αγνοούν τις συνήθειες αυτές, γιατί ποτέ τους δεν έχουν γνωρίσει κάποιον αληθινό φιλόσοφο.
Κατά την εποχή του Διαφωτισμού, ο Βολταίρος ήταν αυτός που εισήγαγε τον όρο Πεφωτισμένη δεσποτεία, προκειμένου να περιγράψει τη διακυβέρνηση ορισμένων Ευρωπαίων μοναρχών, οι οποίοι υιοθετούσαν τις ιδέες του Διαφωτισμού και κυρίως έδιναν έμφαση στη Λογική με την οποία προσπαθούσαν να διακυβερνήσουν την χώρα τους. Από την άλλη πλευρά, ακριβώς αυτή η δομή του κοινωνικού βίου που περιγράφεται μέσω του Σωκράτη ώθησε φιλοσόφους και μελετητές του 20ού αιώνα στην κριτική εναντίον του Πλάτωνα: ο φιλόσοφος Καρλ Πόπερ, για παράδειγμα, εξέφραζε στο έργο του ότι η Πολιτεία του Πλάτωνα άσκησε μεγάλη επιρροή στα σύγχρονα ολοκληρωτικά καθεστώτα [7] (Στάλιν, Χίτλερ).
Το γενναίον ψεύδος
Προκειμένου οι πολίτες της Καλλίπολης να διαχωριστούν στις 3 τάξεις των δημιουργών, επίκουρων και αρχόντων, ο Πλάτων μέσω των χαρακτήρων του διαλόγου, δηλώνει πως θα ήταν αναγκαίο ένα γενναίον ψεύδος για την αυστηρή κοινωνική συνοχή. Θα έπρεπε να πειστούν ότι είχε προεξοφληθεί το είδος του χαρακτήρα τους, όταν βγήκαν από τα σπλάχνα της γης. Όταν όμως τους δημιουργούσε ο Θεός, τους φύλακες-άρχοντες τους έφτιαξε από χρυσάφι, τους φύλακες-επίκουρους από ασήμι και τους δημιουργούς από σίδηρο και χαλκό.
Ωστόσο, υπάρχει κινητικότητα ανάμεσα στις τάξεις, καθώς η Ιδεώδης Πολιτεία βασίζεται στην αριστοκρατία του πνεύματος. Αν από χρυσούς γονείς γεννιόταν διαφορετικό παιδί ή αντίστροφα, σε κάθε περίπτωση όφειλαν να το στείλουν στην τάξη όπου πραγματικά ανήκε.
Ο Πλάτωνας προτιμούσε κάτι τέτοιο, ακόμη και λάθος, όπου όλοι οι άνθρωποι θα συνέχιζαν ευτυχισμένοι τη ζωή τους, παρά μια δημοκρατία, όπου θα κυριαρχούσε ο όχλος και θα επερχόταν δυστυχία. Ο χαρακτηρισµός “γενναίον” σχετίζεται µε το σκοπό για τον οποίον λέγεται: να πειστούν οι πολίτες ότι πρέπει να αισθάνονται αδέλφια για να εξασφαλιστεί η διατήρηση και ευδαιμονία της πόλεως. Ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά και στα Ηθικά Νικομάχεια επικρίνει τη θεωρία αυτή και υποστηρίζει ότι θα προκαλεί στάσεις στην πόλη και δε θα συµβάλλει στην ενότητά της.
Αλληγορία του σπηλαίου
Η Πολιτεία περιλαμβάνει την Αλληγορία του σπηλαίου, με την οποία ο Πλάτων εξηγεί τη Θεωρία των Ιδεών του.
Η αλληγορία του σπηλαίου είναι μια προσπάθεια τεκμηρίωσης της θέσης του φιλόσοφου ως βασιλιά στην Ιδεώδη Πολιτεία. Μια ομάδα ανθρώπων ζουν σε ένα σπήλαιο όλη τους τη ζωή, αλυσοδεμένοι σε έναν τοίχο, χωρίς να μπορούν να δουν την επιφάνεια ούτε να δουν πίσω τους, όπου βρίσκεται μια φλόγα, η οποία φωτίζει αντικείμενα που κινούνται και ρίχνει σκιές στα τοιχώματα του σπηλαίου. Οι φυλακισμένοι αρχίζουν να αποδίδουν αυτά τα σχήματα με όρους και έννοιες, ενώ πιστεύουν ότι οι σκιές αυτές είναι η πραγματικότητα.
Το ότι οι φυλακισμένοι, ωστόσο, μπορούν να δουν μόνο τις σκιές αυτές, δε σημαίνει ότι ο υπαρκτός κόσμος περιορίζεται μόνο μες στο σπήλαιο[8]. Αν κάποιο καταφέρουν να λυθούν από τις αλυσίδες και βγουν από το σπήλαιο, θα τυφλωθούν από τη λάμψη του Ήλιου και θα επιστρέψουν πίσω. Αν, ωστόσο, συνηθίσουν το φως, θα δουν καθαρά τον Ήλιο, που συμβολίζει το Αγαθό, και θα καταλάβουν ότι όσα έβλεπαν μες στο σπήλαιο ήταν απλά αντίγραφα των αληθινών. Ίσως σκεφτούν να επιστρέψουν πίσω, λυπούμενοι τους φυλακισμένους συντρόφους τους. Πίσω, όμως, στο σπήλαιο, δε θα μπορούν να συνηθίσουν στο σκοτάδι, και, προσπαθώντας να διδάξουν στους υπόλοιπους την αλήθεια, ίσως δεχτούν το μίσος και την αντίδρασή τους[5]. Ωστόσο, όσοι ελευθερώθηκαν, οι φιλόσοφοι, έχουν χρέος να επιστρέψουν πίσω και να διδάξουν και τους υπόλοιπους.
Συχνά, ο Ήλιος, που συμβολίζει το Αγαθό, ωθεί στην ερμηνεία του Μύθου του Σπηλαίου από θρησκευτικής απόψεως: χωρίς Θεό, οι άνθρωποι ζουν μες το σκοτάδι[9].
Ο κόσμος μέσα στο σπήλαιο εκφράζει την εμμονή στα “αισθητά πράγματα”, όσων μπορούν οι άνθρωποι να αντιληφθούν με τις αισθήσεις τους, ενώ η άνοδος στον πραγματικό κόσμο και η όραση των αληθινών Ιδεών υπό το φως του Ήλιου οδηγούν στην εναρμόνιση των τριών τμημάτων της ψυχής και την ενδυνάμωση του λογιστικού[10].
Μορφές διακυβέρνησης
Απόσπασμα από την Πολιτεία, Πάπυροι της Οξυρρύγχου
Ο Πλάτων αφιερώνει μεγάλο τμήμα της Πολιτείας του στις συζητήσεις σχετικά με την Ιδεώδη Πολιτεία. Ωστόσο, παρέμενε το θέμα του τύπου διακυβέρνησης, οπότε η συζήτηση καταλήγει σε τέσσερα είδη πολιτευμάτων, τα οποία δεν μπορούν να επιβιώσουν: η τιμοκρατία, η ολιγαρχία (πλουτοκρατία), η δημοκρατία και η τυραννίαδεσποτισμός). (
Τιμοκρατία
Ο Σωκράτης ορίζει την τιμοκρατία ως ένα πολίτευμα, στο οποίο κυβερνούν άτομα που αγαπούν την τιμή και έχουν επιλεχθεί σύμφωνα με το βαθμό τιμής που κατέχουν στην κοινωνία. Η τιμή συχνά εξισώνεται με τον πλούτο και την ιδιοκτησία, οπότε το “χρυσό” αυτό πολίτευμα θα οδηγούσε στον υλισμό.
Ολιγαρχία
Οι πειρασμοί αυτοί δημιουργούν μια σύγχυση ανάμεσα στην τιμή και το οικονομικό καθεστώς, κάτι που θα οδηγούσε στην εμφάνιση της ολιγαρχίας. Ο Σωκράτης υπογραμμίζει ότι ο πλούτος δε θα βοηθήσει τον καπετάνιο να ελέγξει το πλοίο του. Η αδικία αυτή διαχωρίζει πλούσιους και φτωχούς, δημιουργώντας έτσι ένα περιβάλλον για εγκληματίες και επαίτες. Οι πλούσιοι συνωμοτούν συνεχώς ενάντια των φτωχών και αντίστροφα.
Δημοκρατία
Καθώς μεγαλώνει αυτό το κοινωνικοοικονομικό χάσμα, αυξάνονται και οι εντάσεις ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, δίνοντας χώρο για την εμφάνιση της δημοκρατίας. Οι φτωχοί ανατρέπουν τους άπειρους ολιγαρχικούς και σύντομα παρέχουν ελευθερίες σε όλους τους πολίτες. Κάποιος δημαγωγός σύντομα ανέρχεται για να προστατέψει το δίκιο των κατώτερων τάξεων. Οι άνθρωποι “μεθούν” με τόση ανεξέλεγκτη ελευθερία και έτσι επέρχεται τυραννία, το πιο καταπιεστικό είδος διακυβέρνησης.
Τυραννία
Οι ελευθερίες που αποδόθηκαν στους πολίτες τους χωρίζουν σε τρεις κοινωνικοοικονομικές τάξεις: την άρχουσα τάξη, τους καπιταλιστές και τους απλούς πολίτες, οι οποίοι βλέπουν να απειλούνται οι ελευθερίες τους από την ένταση μεταξύ των δυο πρώτων τάξεων και καταφεύγουν στο δημοκρατικό δημαγωγό, ο οποίος, με τη σειρά του, διαφθείρεται από την εξουσία και γίνεται τύραννος, με τη βοήθεια μιας μικρής ομάδας οπαδών του για την προστασία του και τον απόλυτο έλεγχο.
Η ειρωνεία έγκειται στο γεγονός ότι η Ιδεώδης Πολιτεία που περιγράφεται μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με τυραννία, αλλά βρίσκεται στην εντελώς αντίθετη πλευρά: ο φιλόσοφος-βασιλιάς που κατέχει την εξουσία δε δρα με γνώμονα το ίδιο συμφέρον, αλλά είναι αφιερωμένος στο κοινό καλό, καθώς κατέχει τη γνώση και τη σοφία.
Αθανασία της ψυχής
Μέσα από τον εσχατολογικό Μύθο του Ηρός, γίνεται η περιγραφή του μεταθανάτιου ταξιδιού του Ηρός, ενός στρατιώτη που πέθανε στη μάχη και επανήλθε στη ζωή πάνω στη νεκρική πυρά, της μετενσάρκωσης και των ουράνιων σφαιρών του αστρικού σύμπαντος.
Κεντρικό σύμβολο αποτελεί το Αδράχτι της Ανάγκης, που σχημάτιζε 8 κύκλους, πάνω σε καθένα από τους οποίους βρισκόταν μια Σειρήνα που τραγουδούσε μια νότα: όλες μαζί σχημάτιζαν μια αρμονία, τη μουσική των ουράνιων σφαιρών. Εκεί βρίσκονταν και οι 3 Μοίρες, στις οποίες έπρεπε να πάνε οι ψυχές για να επιλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν στην επόμενη ενσάρκωσή τους.
Η ιστορία αυτή επικεντρώνεται στην ιδέα ότι οι ηθικοί άνθρωποι επιβραβεύονται και οι ανήθικοι τιμωρούνται μετά το θάνατό τους. Ο Πλάτων έχει επηρεαστεί από παλαιότερες προφορικές παραδόσεις, από τους Ορφικούς[11] και τους Πυθαγόρειους, ενώ σύγχρονοι μελετητές επισημαίνουν επιδράσεις από τη θεωρία του ινδουϊσμού και του Ζωροαστρισμού[12].
Υποδοχή του έργου και ερμηνείες
Χειρόγραφο της Πολιτείας του Πλάτωνα στα λατινικά
Αρχαία Ελλάδα
Τη συγγραφή έργων για συστήματα διακυβέρνησης ακολούθησε και ο πιο επιφανής μαθητής του Πλάτωνα, Αριστοτέλης, γράφοντας στα Πολιτικά του, τα οποία δεν ακολουθούν διαλογική μορφή, για πολλές από τις ιδέες και τα θέματα που έθιξε ο Πλάτων στην Πολιτεία, οδηγώντας όμως σε διαφορετικό συμπέρασμα για το τι είναι προτιμητέο τελικά.
Ο Ισοκράτης παρωδεί την Πολιτεία στο έργο του Βούσιρις[13], δείχνοντας την ομοιότητα της Καλλίπολης με την αιγυπτιακή πολιτεία που ιδρύει ο βασιλιάς φέρων το όνομα του τίτλου του έργου.[14] Ο Ισοκράτης υπήρξε εκπρόσωπος της ρητορικής παιδείας και αντίπαλος του Πλάτωνα στη διαπαιδαγώγηση των νέων.
Ο Ζήνων ο Κιτιεύς, ιδρυτής του Στωικισμού, έγραψε γύρω στο 300 π.Χ. κι αυτός ένα έργο με τον τίτλο Πολιτεία, υποστηρίζοντας μια μορφή αναρχισμού, όπου όλοι οι πολίτες είναι φιλόσοφοι, και μια πιο ριζοσπαστική μορφή σεξουαλικού κομουνισμού από αυτή που πρότεινε ο Πλάτων[15].
Αρχαία Ρώμη
Η αγγλική μετάφραση του τίτλου του πλατωνικού διαλόγου (Republic) προέρχεται από το έργο του Κικέρωνα De re publica, τρεις αιώνες αργότερα. Ο Κικέρων μιμείται το ύφος των πλατωνικών διαλόγων και ασχολείται με πολλά από τα θέματα που θίγονται στην Πολιτεία. Ο Σκιπίων ο Αφρικανός, κεντρικός ήρωας του έργου, εκφράζει την εκτίμησή του για τον Πλάτωνα και το Σωκράτη όταν μιλούν για την Πολιτεία, όπου στα λατινικά μεταφέρεται ως “Res publica”. Ενώ ο Σωκράτης και οι σύντροφοί του συζητούσαν για τη φύση της πόλης και για κάθε μορφή διακυβέρνησης, στο έργο του Κικέρωνα συζητείται η οργάνωση του κράτους εκείνη τη δεδομένη χρονική στιγμή, δηλαδή η Ρωμαϊκή Δημοκρατία.
Από την άλλη πλευρά, ο Τάκιτος, χωρίς να αναφέρεται ονομαστικά στον Πλάτωνα και την Πολιτεία, ασκώντας ίσως κριτική στο έργο του Κικέρωνα και του Αριστοτέλη, αναφέρει ότι[16]:
Πράγματι, ένα έθνος ή μια πόλη κυβερνείται είτε από το λαό είτε από μια ανώτερη τάξη είτε από ένα μονάρχη. Ένα εφευρεθέν σύστημα διακυβέρνησης από μια επιλογή των παραπάνω συστατικών είναι περισσότερο ιδεατό παρά πραγματικότητα. Κι ακόμα κι αν γίνει πραγματικότητα, δε θα έχει μέλλον.
Ουσιαστικά, αυτό που εκφράζει στο συγκεκριμένο σημείο του έργου του είναι πως η ενδελεχής ανάλυση και περιγραφή της λειτουργίας ενός πραγματικού κράτους, έχει μεγαλύτερη πρακτικότητα απ’ όσο φιλοσοφικές αναλύσεις για την ιδεώδη μορφή ενός πολιτεύματος.
Στην καθοριστική εποχή της μετάβασης της Ρώμης από την αρχαία πολυθεϊστική θρησκεία στο Χριστιανισμό, ο Αυγουστίνος Ιππώνος έγραψε το έργο “Η Πολιτεία του Θεού” (λατινικά: Civitate Dei), περιγράφοντας μια ιδεατή πόλη, την αιώνια Ιερουσαλήμ, αντλώντας αναφορές από τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και τον Κικέρωνα.
20ός αιώνας
Οι περισσότεροι σχολιαστές της πλατωνικής Πολιτείας αποτρέπουν την ανάγνωση του έργου ως εγχείριδιο καλής διακυβέρνησης, καθώς τα πιο πολλά είδη πολιτεύματος που περιγράφονται στο έργο φέρουν ελάχιστες ομοιότητες με ανάλογα σύγχρονα, όπως δημοκρατικά κράτη ή κράτη με συνταγματική μοναρχία. Οι ιδέες της δημοκρατίας και της ουτοπίας, όπως περιγράφονται στο έργο, είναι άρρηκτα δεμένες με τις πόλεις-κράτη της Αρχαίας Ελλάδας.
Οι κριτικές και οι απόψεις που εκφράστηκαν κατά τον 20ό αιώνα έχουν ως κοινό άξονα την άποψη πως η παιδαγωγική αξία της Πολιτείας είναι πολύ μεγαλύτερη από την πρακτική της αξία, καθώς πρόκειται περί θεωρητικού έργου. Ωστόσο, υπάρχει η άποψη ότι ο Πλάτωνας περιέγραψε αυτό το είδος πολιτεύματος, καθώς το θεωρούσε ικανό προς εφαρμογή[3].
Επιρροές στις τέχνες και στη σύγχρονη κουλτούρα
Κωμωδία
Την ίδια χρονική περίοδο με τη συγγραφή της Πολιτείας, ο Αριστοφάνης έγραψε και παρουσίασε την κωμωδίαΕκκλησιάζουσες, όπου οι γυναίκες στην Εκκλησία του δήμου παίρνουν την εξουσία της Αθήνας, έτοιμες να επιβάλλουν εκτός από την περιουσιακή και την ερωτική κοινοκτημοσύνη. Το προτεινόμενο εδώ πολίτευμα φέρει αρκετές ομοιότητες με την Ιδεώδη Πολιτεία που περιγράφει ο Πλάτων[17][18]
Ουτοπία
Ο Τόμας Μουρ, στο έργο του Ουτοπία[19], χρησιμοποιεί τον όρο αυτό και περιγράφει την ιδανική κοινωνία στο ομώνυμο νησί, η οποία είναι παρόμοια με την πλατωνική Καλλίπολη σε κάποια θέματα, όπως η κοινοκτημοσύνη και η έλλειψη ιδιωτικής ζωής. [20][21].
Δυστοπία
To είδος διακυβέρνησης που περιγράφεται στην Πολιτεία έχει χρησιμοποιηθεί σε διάφορα σύγχρονα δυστοπικάολοκληρωτικών καθεστώτων από συγγραφείς, όπως ο Άλντους Χάξλεϊ στο Θαυμαστό Καινούριο Κόσμο[22]. μυθιστορήματα και ιστορίες, ενώ ο διαχωρισμός των ανθρώπων ανά επάγγελμα ή ιδιότητα από το κράτος, η έλλειψη παραδοσιακών οικογενειακών δομών και η ύπαρξη κρατικής ανατροφής και εκπαίδευσης χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή (Brave New World)
Ομοιότητες έχουν παρατηρηθεί και μεταξύ της Αλληγορίας του σπηλαίου και του μυθιστορήματος 1984 του Τζορτζ Όργουελ[23], όπως και της κινηματογραφικής τριλογίας Μάτριξ[24].
Παραπομπές
- ↑ Brickhouse, Thomas and Smith, Nicholas D. Plato – The Internet Encyclopedia of Philosophy, University of Tennessee. Cf. Dating Plato’s Dialogues
- ↑ Αρχαία Ελληνικά (Γ’ Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης) Φιλοσοφικός Λόγος, Ο.Ε.Δ.Β.
- ↑ 3,0 3,1 History of Western Philosophy, Βιβλίο Α’, β’ μέρος, κεφ.14
- ↑ Romilly, J., Γιατί η Ελλάδα; µτφρ. Μ. Αθανασίου, Κ. Μηλιαρέση, Το άστυ, Αθήνα, 1999, 270.
- ↑ 5,0 5,1 Δέδε, Θεώνη, Η έννοια του Φιλοσόφου στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη
- ↑ C. D. C. Reeve (2006). “Epistemology and Metaphysics, Psychopathology”. Philosopher-Kings: The Argument of Plato’s Republic. Hackett Publishing. σελ. 48. ISBN 0872208141.
- ↑ Karl Raimund Popper. “Plato’s theory of forms or ideas”. The Open Society and Its Enemies, The spell of Plato. Princeton University Press. σελ. 34. ISBN 0691019681.
- ↑ Allegory Of The Cave – Home
- ↑ Interpreting Platos Cave – by Kate Rosenberger – Helium
- ↑ Μια απόπειρα ψυχαναλυτικής ερμηνείας του πλατωνικού σπηλαίου
- ↑ Robert McGahey (1994). “Plato’s Orphic Universe, Orphic Music: Er and the Music of the Spheres”. The Orphic Moment: Shaman to Poet-thinker in Plato, Nietzsche, and Mallarmé. SUNY Press. ISBN 079141941X.
- ↑ A. D. Nock (1929), “Studien zum antiken Synkretismus aus Iran und Griechenland by R. Reitzenstein, H. H. Schaeder, Fr. Saxl”, The Journal of Hellenic Studies 49 (1), p. 111-116
- ↑ Ισοκράτης, Βούσιρις.
- ↑ Niall Livingstone (2001). “Chapter 4, Busiris and Plato”. A Commentary on Isocrates’ Busiris. BRILL. ISBN9004121439.
- ↑ Doyne Dawson (1992). “Chapter 4, The Stoic Utopia: A world without households”. Cities of the Gods: Communist Utopias in Greek Thought. Oxford University Press US. ISBN 0195069838.
- ↑ Nam cunctas nationes et urbes populus aut primores aut singuli regunt: delecta ex iis (his) et consociata (constituta) rei publicae forma laudari facilius quam evenire, vel si evenit, haud diuturna esse potest. Τάκιτος, Χρονικά, Βιβλίο Δ’, 33
- ↑ Mary P. Nichols (1987). Socrates and the Political Community: An Ancient Debate. SUNY Press. ISBN0887063950.
- ↑ Doyne Dawson (1992). “Chapter 1, The birth of Utopia, The Ecclesiazusae of Aristophanes”. Cities of the Gods: Communist Utopias in Greek Thought. Oxford University Press US. ISBN 0195069838.
- ↑ Η Ουτοπία του Τόμας Μουρ στην αγγλική γλώσσα., Η Ουτοπία του Τόμας Μουρ στη λατινική γλώσσα.
- ↑ Imterpreting Thomas More’s Utopia By John Charles Olin Fordham Univ Press, 1989. ISBN 0-8232-1233-5
- ↑ Marxists.org: Karl Kautsky, Thomas More and his Utopia (1888)
- ↑ Franck, Matthew. “Aldous Huxley’s City in Speech: Brave New World and the Republic of Plato”, Apr 15, 2004
- ↑ “From Plato to Orwell: Utopian Rhetoric in a Dystopian World.” by Deatherage, Scott. November 5-8, 1987). ERIC
- ↑ William Irwin (2002). The Matrix and Philosophy: Welcome to the Desert of the Real. Open Court Publishing. ISBN 0812695011.
Βιβλιογραφία
- Bruell, Christopher, “On Plato’s Political Philosophy.” Review of Politics 56 (1994) 261-82.
- Russell, Bertrand, History of Western Philosophy. Simon & Schuster: New York, 1946.
- Voegelin, Eric, Plato and Aristotle, Louisiana University Press, Baton Rouge, 1956.
- Kraut, Richard, Plato’s Republic: Critical Essays, Rowman & Littlefield, 1997, ISBN 0-8476-8492-X
- Taylor, Α.Ε. Πλάτων: ο Άνθρωπος και το Έργο του, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1991.
- Koyre Alexandre, «Φιλοσοφία και Πολιτεία-Εισαγωγή στην ανάγνωση του Πλάτωνα», εκδ. Αλεξάνδρεια, 1990
- Θεοδωρακόπουλος Ιωάννης, Εισαγωγή στον Πλάτωνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1941, ISBN 960-05-0900-X
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/361
Νοέ 21 2010
Η έννοια του Φιλοσόφου στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη
Για την έννοια του φιλοσόφου, πολλοί ορισμοί έχουν δοθεί ανάλογα με την προέλευση και την εποχή που διατυπώθηκαν, αλλά όλοι εμπεριέχουν ένα κοινό σημείο: τη σοφία. Ο Πυθαγόρας διακήρυξε ότι πραγματικά σοφός είναι μόνο ο θεός και ο ίδιος είναι φιλόσοφος επειδή αγαπάει τη σοφία[1] Ο Πλάτωνας στο Συμπόσιο ορίζει το φιλόσοφο ως το άτομο που αμφισβητεί τον εαυτό του, εξ’ αιτίας του συναισθήματος ότι “δεν είμαστε αυτό που θα έπρεπε να είμαστε” και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι φιλόσοφος είναι αυτός που επιθυμεί τη σοφία[2]. Για τους στωικούς, ο φιλόσοφος έχει συνείδηση της μη-σοφίας του, επιθυμεί τη σοφία, στην οποία μπορεί να φτάσει μόνο με μια αιφνίδια και βίαιη αλλαγή[3]. Ακόμα και σήμερα, αν ανατρέξουμε σε ένα λεξικό στο αντίστοιχο λήμμα θα βρούμε ότι φιλόσοφος είναι «ο φίλος της σοφίας, το πρόσωπο που αγαπά τη γνώση και την έρευνα»[4].
Η εικόνα του φιλοσόφου σκιαγραφείται και από τους ορισμούς που δίνουν οι φιλόσοφοι για τη φιλοσοφία. Για τον Πλάτωνα, η φιλοσοφία είναι η γνώση ή η θέαση των αιώνιων και αμετάβλητων ιδεών, ενώ για τον Αριστοτέλη είναι η έρευνα των αιτιών- ο έρωτας προς τη γνώση και η επιδίωξη της σοφίας στη βάση της απορίας και του θαυμασμού[5]. Στη συνέχεια, θα ανατρέξουμε σε αποσπάσματα από την Πολιτεία του Πλάτωνα και τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη και θα προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε την εικόνα του φιλοσόφου. Η μελέτη είναι χωρισμένη σε δυο μεγάλες ενότητες και ακολουθούν τα συμπεράσματα, όπου επιχειρείται μια συγκριτική προσέγγιση των θέσεων των φιλοσόφων.
Πλάτωνας – Πολιτεία
Στην πλατωνική Πολιτεία, η πολιτεία και τα άτομα παραλληλίζονται ως προς την τριαδική τους σύσταση. Όπως το άτομο αποτελείται από τα τρία μέρη της ψυχής, το επιθυμητικόν, το θυμοειδές και το λογιστικόν, έτσι και η Πολιτεία αποτελείται από τρεις τάξεις: τους παραγωγούς, τους φύλακες και τους κυβερνήτες[6]. Οι πολίτες τοποθετούνται στις διάφορες τάξεις, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα μετακίνησης, ενώ το μοναδικό μέσο ταξινόμησης είναι η παιδεία, και κυρίως η απόδοσή τους στα μαθηματικά[7]. Στην ιδανική πολιτεία όλα λειτουργούν ιδανικά και η κάθε τάξη έχει τη δική της αρετή: οι φύλακες την ανδρεία, η παραγωγική τάξη τη σωφροσύνη και οι φιλόσοφοι τη σοφία. Τέλος, η δικαιοσύνη είναι μια αρετή που πρέπει να υπάρχει σε κάθε πολίτη ώστε οι πράξεις του να είναι σωστές[8]. Για να διατηρήσει τη δικαιοσύνη που ορίζεται ως ο άξονας της ισορροπίας στην ηθική και πολιτική, ο Πλάτων, «φτάνει», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Romilly, στα άκρα»[9]. Πιστεύει ότι, η ανθρώπινη ζωή είναι πλήρης μόνο μέσα στην Πολιτεία. Εκεί, ο φιλόσοφος είναι ο βασιλιάς, απαλλαγμένος από δεσμεύσεις και με μοναδικό κτήμα του τον εσωτερικό πλούτο. Το κύριο μέλημα είναι να κυβερνήσει την πολιτεία με σοφία, έχοντας υπόψη του το Αγαθό που περιγράφεται ως «την ουσία αλλά και κάτι ακόμα πέρα από την ουσία»[10]. Το κράτος που θα κυβερνάται με αυτό τον τρόπο «είναι δεδομένο ως τέλειο για την αιωνιότητα». Σε ένα κράτος όπου οι φιλόσοφοι έχουν πάντα δίκιο και ποτέ δεν κάνουν λάθος, ποτέ δεν συμβαίνει τίποτα, δεν υπάρχει εξέλιξη[11]. Υπάρχει όμως, η διαδρομή του ανθρώπου από τα κατώτατα επίπεδα γνώσης στα ανώτερα. Την πορεία αυτή μας τη δείχνει ο Πλάτων με τις αλληγορικές εικόνες του ήλιου, της γραμμής και του σπηλαίου[12].
Αλληγορία του ήλιου
Σε αυτήν την αλληγορία, ο Πλάτωνας αντιπαραβάλλει τον ορατό κόσμο[ήλιος] με τον νοητό κόσμο στον οποίο βασιλεύει η ιδέα του αγαθού[13]. Όπως ο ήλιος μας δίνει τη δυνατότητα της όρασης, χωρίς να είναι ο ίδιος όραση, έτσι και η αλήθεια και η γνώση σχετίζονται με το αγαθό χωρίς όμως να ταυτίζονται[14]. Για να μπορέσουμε να δούμε τα διάφορα αντικείμενα χρειάζεται ένας διάμεσος. Ποιο είναι το ενδιάμεσο στοιχείο που θα μας βοηθήσει να τα δούμε; Το φως. Ποιος εκπέμπει το φως; Ο ήλιος. Τον ήλιο μπορούμε να τον δούμε; Όχι, γιατί μόλις τον κοιτάξουμε θα στραβωθούμε. Όπως είναι ο ήλιος έτσι είναι και το αγαθό. Για να δούμε τα γνωστικά αντικείμενα χρειαζόμαστε τον ενδιάμεσο, δηλαδή τη νόηση. Εδώ, επεμβαίνει ο φιλόσοφος, ο μόνος σύμφωνα με τον Πλάτωνα που μπορεί να κυβερνήσει την Πολιτεία, και που μπορεί να υποδείξει τη συνάφεια όλων των πραγμάτων με το αγαθό, το οποίο όπως ο ήλιος υπόσταση σε όλη την αισθητή και νοητή πραγματικότητα[15].
Αλληγορία της γραμμής
Στην αλληγορία της γραμμής, ο Πλάτωνας χωρίζει μια γραμμή σε δυο άνισα τμήματα, στο νοητό και στο ορατό. Στ�
� κατώτατο τμήμα του ορατού αντιστοιχούν οι εικόνες, (δηλαδή οι σκιές, τα είδωλα των πραγμάτων, κ.λπ), ενώ στο ανώτατο όλα τα έμβυα όντα (δηλαδή καθετί φυσικό, όλα τα ανθρώπινα κατασκευάσματα). Στο κατώτερο οντολογικό τμήμα του νοητού αντιστοιχούν τα μαθηματικά/υποθέσεις, ενώ στο ανώτατο αντιστοιχούν οι ιδέες. Σε αυτά τα τέσσερα τμήματα της οντολογικής πραγματικότητας αντιστοιχούν τέσσερις γνωσιολογικές καταστάσεις που υπάρχουν μέσα στην ψυχή: η εικασία, η πίστις, η διάνοια και η νόησις[16]. Για να οδηγηθούμε στο ανώτατο σημείο της γνώσης πρέπει να ξεκινήσουμε από τις εικασίες, που είναι αποτέλεσμα της πραγματικότητας. Η αμέσως επόμενη γνωσιακή προσέγγιση της πραγματικότητας είναι η πίστη. Τις υποθέσεις τις προσεγγίζουμε μέσω της διάνοιας και τις ιδέες μέσω της νόησης ή της επιστήμης. Ο φιλόσοφος έχει ως αφετηρία τις υποθέσεις/τα αξιώματα, τις ξεπερνάει και φτάνει στην ιδέα του αγαθού. Αντίθετα, οι μαθηματικοί προϋποθέτουν «το περιττό, το άρτιο, κά[…] και βασίζουν επάνω τους τις αποδείξεις[…] για να καταλήξουν, με λογική ακολουθία, σε εκείνο το οποίο είχαν αρχικά ορίσει ως αντικείμενο της έρευνας τους»[17]. Μόνο οι φιλόσοφοι γνωρίζουν πλήρως τις τέσσερις οντολογικές βαθμίδες, ενώ οι υπόλοιποι πολίτες γνωρίζουν μόνο την αισθητή ορατή πραγματικότητα ή κάποιες ελάχιστες μαθηματικές έννοιες[18].
Αλληγορία του σπηλαίου
Σε αυτή την αλληγορία, ο Αθηναίος φιλόσοφος παρουσιάζει την εικόνα ενός σπηλαίου, όπου η είσοδος του είναι ανοιχτή στο φως και στο βάθος ζουν αλυσοδεμένοι άνθρωποι από τα πόδια και τον αυχένα με τέτοιο τρόπο ώστε να βλέπουν μόνο τοίχο. Πίσω τους και μακριά καίει μια φωτιά. Ότι βλέπουν είναι οι σκιές των πραγμάτων και έχουν την εντύπωση ότι οι σκιές είναι τα ίδια τα πράγματα. Εάν κάποιος δεσμώτης κατορθώσει να ανέβει πάνω στη γη ή κάποιος τον τραβήξει για να ανέβει, μόλις αντίκρισει τον ήλιο θα «αισθανθεί έντονο πόνο στα μάτια»[19]. Τότε θα δει μια άλλη πραγματικότητα, σιγά-σιγά θα αντιληφθεί ότι «είναι κάπως πιο κοντά στην πραγματικότητα» και τέλος, θα συνειδητοποιήσει ότι η πραγματικότητα που έβλεπε μέχρι τότε δεν ήταν η πραγματική.
Οι τρεις αλληγορίες συνδέονται μεταξύ τους και όλες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μόνο οι φιλόσοφοι μπορούν να κυβερνούν την Πολιτεία. Ο ήλιος είναι στον ορατό κόσμο το αντίστοιχο της ιδέας του Καλού στον κόσμο των Ιδεών. Η παιδεία ασκεί πάνω στον άνθρωπο την μεταλλαγή που γνώρισε ο άνθρωπος της σπηλιάς και που σιγά-σιγά συνήθισε στο φως. Ο φιλόσοφος που φτάνει σε αυτό το επίπεδο, δεν έχει καμία διάθεση να επιστρέψει στο σπήλαιο, το κάνει όμως από αγάπη για τη δικαιοσύνη, παρά το γεγονός ότι αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να γελοιοποιηθεί, να θεωρηθεί τρελός ακόμα και να θανατωθεί[20]. Το σπήλαιο παρομοιάζεται με τον αισθητό ορατό κόσμο, η φωτιά και το φως της με τον ήλιο και τη δύναμή του, η ανάβαση προς τα πάνω και η θέαση του επάνω κόσμου με την γνωσιολογική άνοδο της ψυχής στον οντολογικό νοητό κόσμο και τέλος, οι δεσμώτες με τους πολίτες[21].
Για τον Πλάτωνα, όπως απορρέει από τα παραπάνω, σκοπός της φιλοσοφίας και της γνώσης είναι η ηθικο-πολιτική αναγέννηση της κοινωνίας. Θεωρεί βασική την ανάγκη «αναγέννησης του κόσμου με βάση μια τάξη θεμελιωμένη στις αξίες που μόνο ο φιλόσοφος είναι σε θέση να αντιληφθεί»[22]. Για τον Αριστοτέλη αντίθετα, όπως θα δούμε παρακάτω, σκοπός της φιλοσοφίας ήταν η ορθολογική ερμηνεία όλου του φάσματος των όντων και των λειτουργιών του κόσμου και της φύσης.
Αριστοτέλης – Ηθικά Νικομάχεια
«κάθε τέχνη και κάθε επιστημονική έρευνα
όπως και κάθε πράξη
και κάθε κατόπιν σκέψεως λαμβανόμενη απόφαση
φαίνεται ότι αποβλέπει σε κάποιο αγαθό»[ΗΝ 1094a1-2][23].
Τα Ηθικά Νικομάχεια ξεκινούν με αυτή τη φράση, τονίζοντας ότι κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα αποσκοπεί σε κάποιο αγαθό, που με τη σειρά του εξυπηρετεί κάποιο άλλο αγαθό. Αυτή η αλυσίδα, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, θα πρέπει να έχει κάποιο τελικό σκοπό, κάποιο τέλος. Κάθε επιμέρους στόχος δεν είναι παρά το ενδιάμεσο στάδιο ώστε να φτάσει ο άνθρωπος στο ύψιστο αγαθό, την ευδαιμονία.
Η ευδαιμονία, δεν είναι μια ψυχική κατάσταση -θα μπορούσε να συμβεί και σε έναν άνθρωπο που κοιμάται- ούτε έξις, είναι μια ενέργεια «επιθυμητή καθαυτή» που πραγματοποιείται «καθ’ υπαγόρευση της αρετής»[24]. Η επιθυμητική ενέργεια απηχεί τη διαφορετική ψυχική κατάσταση κάθε ανθρώπου. Η ευδαιμονία δεν εξαρτάται από απολαύσεις, ηδονές και διασκεδάσεις, αλλά είναι αποτέλεσμα πολλών παραμέτρων. Σε αυτό το πλαίσιο, θα μπορούσε και ένας δούλος να �
�ξασφαλίσει την ευδαιμονία, αλλά είναι αδύνατο αφού δεν είναι ελεύθερος[25]. Ευδαίμων δεν γίνεται κάποιος μόνο τη στιγμή του θανάτου του, αλλά στο σύνολο της ανθρώπινης ζωής του πρέπει να «αντιμετωπίζει την ηθική του ποιότητα υπό την προοπτική της διάρκειας και της συνέχειας»[26]. Βασικός πυρήνας της ευδαιμονίας είναι η αρετή, διότι μόνο μέσα από αυτή μπορεί ο άνθρωπος να φτάσει στην τέλεια ευδαιμονία. Ο Αριστοτέλης διαιρεί τις αρετές σε δυο βασικές κατηγορίες, σε διανοητικές και ηθικές. Οι διανοητικές αρετές στηρίζονται στην ενέργεια του νου και χωρίζονται σε θεωρητικές και πρακτικές σύμφωνα με τη διαίρεση του νου σε θεωρητικό και πρακτικό. Οι ηθικές αρετές στηρίζονται στη σχέση του επιθυμητού με το λογικό μέρος της ψυχής,[27] και ορίζονται ως «μέσον» ανάμεσα σε δύο ακρότητες[28].
Αν υποθέσουμε ότι ο νους είναι ένα κομμάτι του θεού μέσα στον άνθρωπο ή έστω ότι είναι το πιο κοντινό κομμάτι του θεού μέσα μας, σε αρμονία με την οικεία του αρετή αποτελεί μια ενέργεια καθαρά πνευματική και επιτυγχάνει την τέλεια ευδαιμονία[29]. Αυτή η θεωρητική ενασχόληση είναι συνεχής αφού «μπορούμε να σκεφτόμαστε συνεχώς πολύ περισσότερο από το να πράττουμε οτιδήποτε συνεχώς»[30], αγαπάται περισσότερο και περιέχει τη δική της ηδονή. Καλλιεργώντας το θεϊκό στοιχείο, το άτομο μπορεί να εξομοιωθεί κατά το δυνατό με το θεό, και σε ένα επόμενο βήμα θα πρέπει να αποβάλλει τη θνητή του φύση και να «[…] αποβλέπει στην αθανασία[…] και να προσαρμόζει τις πράξεις της ζωής του σε εκείνο που είναι ανώτερο από όλα»[31]. Η ευδαιμονία που πηγάζει από τον «δαίμονα» που βρίσκεται στο κεφάλι μας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο During, κατευθύνει τον άνθρωπο προς την ουράνια περιοχή, ενώ όποιος παραμένει παγιδευμένος στις επιθυμίες και στις φιλοδοξίες, μένει δέσμιος στη γη[32]. Ο θεωρητικός νους[33] αποβλέπει στη γνώση της αλήθειας και η απελευθέρωση του ανθρώπου από την υποδούλωση του σε κάθε άλλο σκοπό[εξωτερικά αγαθά και θνητή φύση], τον διευκολύνει στην προσπάθεια του να γίνει ον ελεύθερο[34]. Σε αντίθεση με το θεωρητικό νου, ο πρακτικός έχει περισσότερο ανάγκη τα εξωτερικά μέσα[35]. Η αρετή του είναι η φρόνηση, που προσδιορίζει, ως νοητική ενέργεια, το σκοπό και ταυτόχρονα βρίσκει τα μέσα για την πραγμάτωση του[36].
Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε, ότι ο θεωρητικός βίος είναι εκείνος της συνεχούς άσκησης της θεωρίας (της θεωρητικής γνώσης)[37] και ότι η ευδαιμονία τίθεται ως εφικτός στόχος για κάθε άνθρωπο και κυρίως για τους φιλοσόφους. Η δραστηριότητα της θεωρίας[38] περιγράφεται ως η καλύτερη και απολαυστικότερη ενέργεια που αναφέρεται στα «αιώνια όντα και όχι στα ανθρώπινα, επισφαλή και ασταθή πράγματα»[39]. Οι άνθρωποι-φιλόσοφοι που απέκτησαν τη γνώση και μπορούν να ενεργοποιούν το φιλοσοφικό πνεύμα, απελευθερώνονται και απολαμβάνουν μια ευδαιμονία καθαρή και τέλεια, διότι είναι αυτάρκης[40]. Ο σοφός άνθρωπος (αν εξασφαλίσει τα προς το ζην) «μπορεί ακόμη κι αν είναι μόνος του, να ασχολείται με φιλοσοφικές θεωρίες (και όσο περισσότερο ασχολείται) τόσο περισσότερο σοφός (γίνεται)», ενώ ο δίκαιος χρειάζεται γύρω του ανθρώπους, για τους οποίους θα κάνει δίκαιες πράξεις»[41]. Η ενασχόληση του φιλοσόφου με το νου είναι διαφορετική από την ασχολία του πολιτικού άντρα με τα κοινά που στοχεύει σε εξουσία και τιμές. Επίσης, είναι διαφορετική από τις πολεμικές υποθέσεις γιατί και οι δυο (πολεμικές και πολιτικές ενέργειες) σκοπεύουν σε διαφορετικό στόχο, δεν αφήνουν ελεύθερο χρόνο και δεν περιλαμβάνουν τη θεωρητική ενέργεια του νου[42].
Ο άνθρωπος είναι ένα σύνθετο ον που αποτελείται από πνεύμα και σώμα και χρειάζεται την κοινωνία των ομοίων του. Σύμφωνα με τον Gigon, ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι υπάρχουν τρεις ομάδες αγαθών: οι πνευματικές, οι σωματικές και οι εξωτερικές,[43] που αποτελούν ένα ιεραρχικά δομημένο σύνολο. Η «ποσότητα» του καθενός υποσυνόλου που υπάρχει στη ζωή του κάθε ανθρώπου, αυτόματα τον κατατάσσει σε κάποια κατηγορία. Η σχέση μεταξύ των αγαθών δεν είναι απόλυτα σαφής, ενώ τα πνευματικά αγαθά υπερέχουν σε σύγκριση με τις άλλες δυο κατηγορίες. Αν εναρμονίσουμε την ψυχή μας, με τα τρία επίπεδα, με το πνεύμα και με αυτό που το πνεύμα βλέπει, «πετυχαίνουμε το στόχο που μας έθεσαν οι θεοί[…] την άριστη ζωή. Εν κατακλείδι, ο ευδαίμων βίος του ανθρώπου δεν είναι άλλος από τον τέλειο φιλοσοφικό βίο.
Συμπεράσματα
Οι διαφορετικές εικόνες των φιλοσόφων συνήθως οφείλονται στη μεταβολή του ρόλου του φιλοσόφου, αλλά και στη διαφορετικότητα της αποστολής του. Ο Πλάτωνας τοποθετεί το φιλόσοφο στην ιδανική Πολιτεία στο υψηλότ�
�ρο βάθρο, όπου συνυπάρχει η γνώση μαζί με την εξουσία, τόσο σε πολιτικό, κοινωνικό όσο και σε εκπαιδευτικό επίπεδο. Ο φιλόσοφος, αναγκάζεται να ασχοληθεί με τα κοινά «συνενώνοντας αρμονικά τους πολίτες..…για να τους χρησιμοποιήσει ο ίδιος για την ενίσχυση της ενότητας της πόλης»[44]. Ο πραγματικός ρόλος του φιλοσόφου μπορεί να υπάρχει μόνο στην Ιδανική Πολιτεία ενώ σε μια άδικη κοινωνία θα ήταν απλά κάποιος που αναζητεί τη σοφία, αλλά δεν κατορθώνει ποτέ να την κατέχει πλήρως[45].
Ο φιλόσοφος στον Αριστοτέλη ξεπερνά τα όρια του πολιτικού βίου, δεν ενδιαφέρεται για την άσκηση της εξουσίας και μπορεί κάλλιστα να απομονωθεί από τους ανθρώπους. Η θέση του είναι διαφορετική από αυτή των πολιτικών και των πολεμιστών και μοναδικός σκοπός του είναι η κατάκτηση της ευδαιμονίας. Και ο Πλάτωνας πιστεύει ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει απλώς να ζουν, αλλά να ζουν καλά και ευδαιμονικά. Η επίτευξη της ευδαιμονίας για τον Πλάτωνα πετυχαίνεται αν ο πολίτης αντικρίσει το φως της αλήθειας.
Ο κόσμος του Αριστοτέλη είναι ενιαίος και ομοιογενής και η δομή είναι οριζόντια. Ο κόσμος του Πλάτωνα είναι χωρισμένος σε υψηλό και χαμηλό επίπεδο και για να υπάρξει ενότητα δημιούργησε μια κάθετη ιεραρχική δομή με «όπλα» τη διαλεκτική και τα μαθηματικά[46]. Στο έργο του, η ύπαρξη των ιδεών είναι κυρίαρχη ενώ ο Αριστοτέλης «ανοίγει την πόρτα» σε όλες τις γνώσεις: στη λογική, στη ρητορική και στην επιστήμη γενικότερα[47].
Πυρήνας της διδασκαλίας του Πλάτωνα όσο και του Αριστοτέλη είναι η ψυχή του ανθρώπου. Σύμφωνα με τον Σκουτερόπουλο,[48] η Πολιτεία είναι μια ιδιότυπη αλληγορία αφού η «αρίστη πόλις είναι η πολιτεία της ανθρώπινης ψυχής». Δηλαδή, είναι η επιστροφή της ψυχής στον εαυτό της. Οι αλυσίδες των δεσμωτών στο σπήλαιο που τους κρατούν μακριά από τη γνώση και την αλήθεια, μας θυμίζουν το απόσπασμα από τον Αριστοτέλη που αναφέρει για τα υλικά που κρατούν δέσμιους τους ανθρώπους. Χρειάζεται μόχθος και άσκηση για την άνοδο προς τον ήλιο του Πλάτωνα, ή το υπέρτατο αγαθό του Αριστοτέλη. Η λύτρωση της ψυχής δεν γίνεται χωρίς αγώνα
Θεώνη Δέδε
Σημειώσεις-Παραπομπές
[1]. Gigon O., Bασικά Προβλήματα της Αρχαίας Φιλοσοφίας, μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος, Γνώση, Αθήνα, 1991, 221.
[2]. Hadot, P., Τι είναι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, μτφρ. Κλαμπατσέα, εκδ Ίνδικτος, Αθήνα, 2002, 50.
[3]. Hadot, P., ό.π., 78.
[4]. Μπαμπινιώτης Γ., Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε, Αθήνα, 1998.
[5]. Βασιλείου Σ., Λεξικό των επιστημών του ανθρώπου, Guttenberg, Αθήνα, 1992.
[6. Θεοδωρακόπουλος Ι., «Η Αρχή της Επιστήμης και της Φιλοσοφίας», Ιστορία του Ελληνικού έθνους, τόμ. Γ2’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1971, 484.
[7]. Βιρβιδάκης Σ., κ.ά., Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη, από την Αρχαιότητα έως τον 20ο αιώνα, τόμ. Α’, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000, 153.
[8]. Μανιάτης, Γ., Φιλοσοφία και Πολιτεία στον Πλάτωνα: Ο φιλόσοφος-βασιλεύς και η αρίστη πολιτεία, Έννοια, Αθήνα, 2005, 34.
[9]. Romilly, J., Γιατί η Ελλάδα; μτφρ. Μ. Αθανασίου, Κ. Μηλιαρέση, Το άστυ, Αθήνα, 1999, 270.
[10]. ΠΠ, 495.
[11]. Μπονάρ Α., Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, τόμ. 3, μτφρ. Ε. Γαρίδη, Θεμέλιο, Αθήνα, 1985, 112.
[12]. Στις αλληγορίες, μεταξύ άλλων, διακρίνουμε το κέντρο της πλατωνικής φιλοσοφίας, τη Θεωρία των Ιδεών. Ο Πλάτωνας διέκρινε δυο κόσμους το γήινο και τον ιδανικό. Ο τελευταίος περιέχει τις ιδέες, τις φωτεινές υπάρξεις με ψυχή και κίνηση, άυλες, οι οποίες συνιστούν τα τέλεια πρότυπα των διαφόρων ηθικών και γνωστικών ιδεών και αποτελούν τα δεδομένα της εμπειρίας του κόσμου των αισθητών. Ο κόσμος αυτών μας παρέχει γνώση, ενώ o ορατός γνώμη (δόξα). Γιαννόπουλος Ι., Κατσιαμπούρα Γ., Κουκουζέλη Α., Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμ. Β’, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000, 117.
[13]. Μανιάτης, ό.π., 71
[14]. ΠΠ, 489.
[15]. Μανιάτης, ό.π., 72.
[16]. ΠΠ, 501.
[17]. ΠΠ, 497.
[18]. Μανιάτης, ό.π., 74.
[19]. ΠΠ, 505.
[20]. Romilly, ό.π., 269.
[21]. Η άνοδος της ψυχής ξεκινάει από τις σκιές-εικόνες, εικασίες, στη συνέχεια ο δεσμώτης απελευθερώνεται και βλέπει με το φως τα ορατά όντα, πιστεύοντας και στη συνέχεια βγαίνει από το σπήλαιο και θεωρεί τις έννοιες των μαθηματικών έχοντας διάνοια και τέλος ανεβαίνει στο υψηλότερο τμήμα του νοητού τόπου και θεωρεί τις ιδέες, έχοντας την ανώτερη γνώση της νοήσεως. Μανιάτης, ό.π., 76-77.
[22]. Vegetti, M., Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, μτφρ. Γ. Α. Δημητρακόπουλος, εκδ Π. Τραυλός, Αθήνα, 2003 (2000), 212.
[23]. «Πάσα τέχνη και πάσα μέθοδος, ομοίως δε πράξις τε και προαίρεσις, αγαθού τινος εφίεσθαι δοκει.διο κ�
�λως απεφήναντο ταγαθόν, ου παντ’εφίεται», ΗΝβ, μετάφραση Β. Μόσκοβη (Νομική Βιβλιοθήκη).
[24]. ΗΝα, 4, 173.
[25]. ΗΝα, 4, 177.
[26]. Βιρβιδάκης ό.π., 207
[27]. Η ψυχή χωρίζεται σε τρία είδη, στο θρεπτικό, στο αισθητικό και στο νοητικό. Την ανώτατη ψυχική βαθμίδα, δηλαδή τη νοητική ψυχή, έχει μόνο ο άνθρωπος και για αυτό διαφέρει από τα ζώα. Θεοδωρακόπουλος, ό.π., 505.
[28]. Για παράδειγμα η ανδρεία είναι αρετή στο μέτρο που βρίσκεται ανάμεσα στην υπερβολή του θράσους και στην έλλειψη του φόβου. Αυτή είναι η έννοια της μεσότητας, βλ. σχετικά Βιρβιδάκης, ό.π., 209.
[29]. ΗΝα, 5, 179.
[30]. ΗΝα, 5, 179.
[31]. ΗΝα, 5, 179.
[32]. Düring, I., Ο Αριστοτέλης. Παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, τόμ. Β΄, μτφρ. Α. Γεωργίου-Κατσιβέλα, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2003 (1994), 56.
[33]. Η επιστήμη, η διάνοια, η σοφία είναι αρετές του θεωρητικού νου, ενώ η τέχνη και η φρόνηση του πρακτικού. Θεοδωρακόπουλος, ό.π., 507.
[34]. Γεωργούλης, όπ., 258.
[35]. ΗΝα, 5, 187.
[36]. Θεοδωρακόπουλος, ό.π., 507.
[37]. Βιρβιδάκης, ό.π., 211.
[38]. Το ρήμα θεωρείν σημαίνει πάντοτε ενεργοποιώ τη γνώση, όχι έχω τη γνώση, αλλά την αφήνω να δράσει. During, όπ., 258
[39]. Βιρβιδάκης, ό.π., 211.
[40]. Vegetti, ό.π., 251.
[41]. ΗΝα, 5, 181.
[42]. ΗΝα, 5, 181.
[43]. Στις πνευματικές προέχουν η αυτοπειθαρχία, η ευφυΐα, η δικαιοσύνη, στις σωματικές η υγεία, η δύναμη, η ομορφιά, και στις εξωτερικές, ο πλούτος, η δύναμη, η ευδοκόμιση και η φιλία. Gigon, ό.π., 284.
[44]. ΠΠ, 517.
[45]. Koyré, Α., Φιλοσοφία και Πολιτεία. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Πλάτωνα, μτφρ. Λ. Κασίμη, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1990, 86.
[46]. Vegetti, ό.π., 212.
[47]. Romilly, ό.π., 273.
[48]. Πλάτων Πολιτεία, εισ. σημείωμα-μετάφραση – ερμ. σημειώματα Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Αθήνα: Πόλις, 2002, 21.
Βιβλιογραφία
Πηγές
Πλάτων Πολιτεία, εισ. σημείωμα-μετάφραση – ερμ. σημειώματα Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Αθήνα: Πόλις, 2002, 488-518[=507d-511e• 514a-521b]
Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια, (Ηνα), τόμ. Γ’, Κάκτος, Αθήνα.
—————— Ηθικά Νικομάχεια, (Ηνβ), τόμ. Β’, απόδοση Β. Μοσκόβης, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη, 1993, 538-557(=1176a30-1179a32).
Μελέτες
Düring, I., Ο Αριστοτέλης. Παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, τόμ. Β΄, μτφρ. Α. Γεωργίου-Κατσιβέλα, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2003 (1994).
Gigon O., Bασικά Προβλήματα της Αρχαίας Φιλοσοφίας, μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος, Γνώση, Αθήνα, 1991.
Hadot, P., Τι είναι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, μτφρ. Κλαμπατσέα, Ίνδικτος, Αθήνα, 2002.
Koyré, Α., Φιλοσοφία και Πολιτεία. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Πλάτωνα, μτφρ. Λ. Κασίμη, εκδ Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1990.
Romilly, J., Γιατί η Ελλάδα; μτφρ. Μ. Αθανασίου, Κ. Μηλιαρέση, Το άστυ, Αθήνα, 1999, 269.
Ross, W. D., Αριστοτέλης, μτφρ. Μ. Μητσού, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1991.
Vegetti, M., Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, μτφρ. Γ. Α. Δημητρακόπουλος, Π. Τραυλός, Αθήνα, 2003 (2000).
Βασιλείου Σ., Λεξικό των επιστημών του ανθρώπου, Guttenberg, Αθήνα, 1992.
Βιρβιδάκης Σ., et al (επιμ), Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη, από την Αρχαιότητα έως τον 20ο αιώνα, τόμ. Α’, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000.
Γεωργούλης Κ.Δ., Ιστορία της ελληνικής φιλοσοφίας, Παπαδήμα, Αθήνα, 1994.
Γιαννόπουλος Ι., et al, Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμ. Β’, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000.
Θεοδωρακόπουλος Ι., «Η Αρχή της Επιστήμης και της Φιλοσοφίας», Ιστορία του Ελληνικού έθνους, τόμ. Γ2’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1971, 469-511.
Μανιάτης, Γ., Φιλοσοφία και Πολιτεία στον Πλάτωνα: Ο φιλόσοφος-βασιλεύς και η αρίστη πολιτεία, Έννοια, Αθήνα, 2005.
Μπαμπινιώτης Γ., Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε, Αθήνα, 1998.
Μπονάρ Α., Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, τόμ. 3, μτφρ. Ε. Γαρίδη, Θεμέλιο, Αθήνα, 1985, 112.
Πηγή : http://sciencearchives.wordpress.com/2009/12/30/%CE%AD-%CF%8C-%CE%AC/
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/360
Νοέ 20 2010
Πλάτωνα “Πρωταγόρας” : Σχόλια
ΘΕΜΑ:
Το έργο «Πρωταγόρας» αποτελεί έμμεσο αφηγηματικό διάλογο, δηλαδή ο Σωκράτης διηγείται σε έναν ανώνυμο φίλο του όλα όσα διεξήχθησαν κατά τη συνάντησή του με το σοφιστή Πρωταγόρα. Διηγείται, λοιπόν, ότι, πολύ πριν ξημερώσει εκείνη η μέρα, έφτασε στο σπίτι του ο νεαρός Ιπποκράτης, προσωπικός του φίλος, για να τον παρακαλέσει να μεσολαβήσει στο μεγάλο σοφιστή που έφτασε στην Αθήνα και φιλοξενείται στο σπίτι του Καλλία, να τον δεχτεί στον όμιλο των μαθητών του. Ο Σωκράτης του επισημαίνει ότι δεν γνωρίζει τις προθέσεις και τους ανώτερους σκοπούς αυτού του ανθρώπου, δέχεται όμως να τον βοηθήσει. Στο σπίτι του Καλλία εκτός του Πρωταγόρα, παραβρίσκονται οι σοφιστές Ιππίας και Πρόδικος, ο Αλκιβιάδης και άλλοι φιλοπερίεργοι που ήρθαν για να μαθητεύσουν στο μεγάλο δάσκαλο. Στην ερώτηση του Σωκράτη, τι μπορεί ο Πρωταγόρας να προσφέρει ως μάθηση στο νεαρό Ιπποκράτη, ο σοφιστής απαντά «ευβουλία» και αυτό δημιουργεί την ένσταση του Σωκράτη στο κατά πόσο μπορεί να διδαχτεί η πολιτική αρετή. Από το σημείο αυτό ξεκινά ένας έντονος διάλογος ανάμεσα στους δύο άνδρες, που μέσα από πολλά επιχειρήματα, καταλήγει στο συμπέρασμα της αμοιβαίας υποχώρησης, αφού και οι δύο σπουδαίοι συνομιλητές εκτιμώνται και κερδίζουν το θαυμασμό και το σεβασμό ο ένας του άλλου.
Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ:
Κάποτε υπήρχαν μόνο οι θεοί, οι οποίοι, όταν ήρθε ο καθορισμένος από τη μοίρα χρόνος, έπλασαν στο εσωτερικό της γης τα ζώα με βασικά υλικά το χώμα και τη φωτιά. Πριν τα φέρουν στο φως έδωσαν εντολή στον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να μοιράσουν στο καθένα διάφορες ιδιότητες και εφόδια για την επιβίωσή τους, δηλαδή για την άμυνα τους, για την προστασία τους από τις καιρικές συνθήκες, για την εξασφάλιση της τροφής τους και για τη διαιώνιση του είδους τους. Ο Επιμηθέας ζήτησε από τον Προμηθέα να κάνει εκείνος, μόνος του, τη μοιρασιά κι ο δεύτερος να έρθει ύστερα για επιθεώρηση. Έτσι, ανέλαβε το έργο ο Επιμηθέας, εφοδιάζοντας άλλα ζώα με δύναμη, άλλα με ταχύτητα, άλλα με φτερά, άλλα με πυκνά τριχώματα, με σκληρά δέρματα, με πολυγονία, κτλ. Χωρίς όμως να το καταλάβει, ξόδεψε όλα τα εφόδια που είχε στη διάθεση του και δεν έμεινε στο τέλος τίποτα για να κοσμήσει τον άνθρωπο. Όταν το διαπίστωσε αυτό ο Προμηθέας, που ήρθε για επιθεώρηση, βρέθηκε σε δύσκολη θέση και αποφάσισε να κλέψει τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις από τον Ήφαιστο και την Αθηνά, και να τις δώσει στον άνθρωπο. Έτσι εξασφάλισε γι’ αυτόν πλούσια εφόδια για τη ζωή του, ωστόσο ο άνθρωπος δεν είχε ακόμα την πολιτική τέχνη. Αυτή την κρατούσε ο Δίας, στην κατοικία του οποίου δεν μπορούσε να μπει ο Προμηθέας, λόγω των φρουρών (Κράτος και Βία).
(Συνέχεια στην 4η ενότητα)
ΕΝΟΤΗΤΑ 1Η
• Ο Πρωταγόρας ύστερα από ερωτήσεις του Σωκράτη δέχεται ότι διδάσκει τους μαθητές του την πολιτική τέχνη, τη συνετή διαχείριση και διοίκηση των ιδιωτικών και δημόσιων πραγμάτων. Ο αληθινός άντρας και καλός πολίτης , σύμφωνα με την αρχαία ελληνική αντίληψη έπρεπε να είναι «μύθων ρητήρ και έργων πρηκτήρ». Προφανώς ό,τι προβάλλει ως αντικείμενο διδασκαλίας του ο Πρωταγόρας φαίνεται ότι ανταποκρίνεται πλήρως στο πάγιο αίτημα των Αθηναίων να γίνουν ικανοί στα λόγια και στα έργα.
• Η πολιτική αρετή που επαγγέλλεται ότι διδάσκει ο Πρωταγόρας αφορά τη δράση του ‘‘ατόμου – πολίτη’’ στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο κι επομένως, η σχετική αγωγή αποσκοπεί στη βελτίωση της ανθρώπινης φύσης και στη σφυρηλάτηση τέτοιου ήθους και φρονήματος, ώστε ο ποιητής να συμβάλει θετικά και στους δυο αυτούς τομείς της ζωής. Για τους Έλληνες η ‘‘πόλη’’ αποτελεί το πρώτιστο μέλημα του ανθρώπου, γιατί μόνο μέσα στην πόλη μπορεί το άτομο να καταξιωθεί ως προσωπικότητα, να ακεραιωθεί ως χαρακτήρας και να δράσει γόνιμα και ενεργητικά για τον εαυτό του και το σύνολο.
• Από την πρώτη κιόλας φράση του κεφαλαίου είναι αισθητή η ειρωνεία του Σωκράτη παρά την τυπική ευγένεια που προσπαθεί αυτός να δείξει στο συνομιλητή του. Σκόπιμα ο Σωκράτης χρησιμοποιεί τη διφορούμενη λέξη ‘‘τέχνημα’’ και δημιουργεί ερωτηματικά στον αναγνώστη. Ο Σωκράτης μπαίνει ‘‘εξ’ εφόδου’’ στο θέμα του επιχειρώντας να δείξει ότι γι’ αυτόν η πολιτική αρετή είναι κάτι που δε διδάσκεται κι ούτε μεταδίδεται από τον έναν άνθρωπο στον άλλον.
• Η Αθήνα χαρακτηριζόταν τότε ως η πνευματική εστία της Ελλάδας, ‘‘πρυτανειον σοφίας’’, ‘‘παίδευσιν Ελλάδος’’. Πάντως η φράση του Σωκράτη για τη σοφία των Αθηναίων έχει μάλλον ειρωνική απόχρωση, αν ληφθούν υπόψη όσα υποτιμητικά λέει ο ίδιος γι’ αυτούς στην ‘‘Απολογία’’ του.
Τα Επιχειρήματα του Σωκράτη
Α. Πρώτη αποδεικτέα θέση: Η πολιτική αρετή δεν είναι κάτι που διδάσκεται
Επιχείρημα: Οι Αθηναίοι που είναι σοφοί αναγνωρίζουν την αρμοδιότητα σε κάθε συμπολίτη τους να δίνει στην Εκκλησία του Δήμου συμβουλές σε πολιτικά ζητήματα χωρίς να έχει διδαχτεί από πουθενά και χωρίς να έχει δάσκαλο.
Συμπέρασμα: Άρα, οι Αθηναίοι δεν θεωρούν διδακτή την πολιτική αρετή.
Β. Δεύτερη αποδεικτέα θέση: Οι άνθρωποι δεν μπορούν να μεταδώσουν την πολιτική αρετή σε άλλους ανθρώπους.
Επιχείρημα: Ακόμα κι οι πιο σοφοί και οι άριστοι των πολιτών δεν μπορούν να μεταβιβάσουν σε άλλους την πολιτική αρετή που έχουν οι ίδιοι (π.χ. ο Περικλής)
Συμπέρασμα: Δεν θεωρεί ότι η αρετή είναι διδακτή.
• Παρατηρούμε ότι αυτό το δεύτερο συμπέρασμα είναι όχι μόνο σχετικό με την αποδεικτέα θέση άλλα κοινό – ισχύει και για την πρώτη θέση: η αρετή δεν είναι διδακτή και παρουσιάζεται σε σχήμα ‘‘εν δια δυοίν’’.
• Τα επιχειρήματα του Σωκράτη είναι σε γενικές γραμμές ικανοποιητικά, όμως:
Δεν είναι πειστικός όταν στο πρώτο επιχείρημά του χαρακτηρίζει τους Αθηναίους σοφούς στο σύνολό τους.
Δεν είναι πειστικός όταν ισχυρίζεται ότι οι Αθηναίοι δεν έχουν διδαχθεί την πολιτική αρετή από πουθενά όταν γνωρίζουμε ότι από τη νεαρή ηλικία ζούσαν καθημερινά μέσα στα πολιτικά δρώμενα της άμεσης δημοκρατίας κι η συμμέτοχή τους στα κοινά ήταν καθημερινό βίωμα.
Τα επιχειρήματά του είναι περιγραφικά και εμπειρικά, δίνονται με παραδείγματα κι όχι με την αλληλουχία διεισδυτικών σκέψεων όπως θα περιμέναμε από το Σωκράτη.
Παρουσιάζει την εξής αντίφαση: από τη μία προβάλλει τη θέση ότι την πολιτική αρετή την έχουν όλοι κι από την άλλη υποστηρίζει ότι υπάρχουν κάποιοι (οι γιοί του Περικλή) που δεν την έχουν.
• Ο Πρωταγόρας προτείνει δύο εναλλακτικούς τρόπους για ν’ αποδείξει το διδακτό της αρετής: τη διήγηση ενός μ ύ θ ο υ ή την παράθεση των επιχειρημάτων του με δ ι ά λ ε ξ η.
Ο μεγάλος σοφιστής χειρίζεται έτσι το θέμα επιδεικνύοντας την αυτοπεποίθηση και την άνεση με την οποία μπορούσε να χειριστεί όλους τους τρόπους ανάπτυξης ενός θέματος. Ο σεβασμός των θεατών λειτουργεί από την αρχή και αφήνουν τον ίδιο τον Πρωταγόρα να επιλέξει τον τρόπο ανάλυσης της θέσης του, κι ο ίδιος επιλέγει το μύθο, ως χαριέστερο.
Μύθος: Είναι μια φανταστική αφήγηση, που προέρχεται από την παράδοση ή είναι δημιούργημα κάποιου διανοητή. Ένας μύθος έχει χαρακτήρα ποιητικό και συμβολικό. Μπορεί βέβαια ο μύθος να είναι ελκυστικός, όμως δεν είναι επαρκής ως αποδεικτικό στοιχείο και δεν μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα.
ΕΝΟΤΗΤΑ 2Η
• Ο μύθος που διηγείται εδώ ο Πρωταγόρας προέρχεται από το σύγγραμμα του ‘‘Περί της εν αρχη καταστάσεως’’ που δεν έχει σωθεί.
Ξεκινάει με αναφορά στους θεούς¬. Είναι δύσκολο να παραδεχθεί κανείς ότι αυτή η αναφορά αποσκοπεί στη θεμελίωση της πολιτικής αρετής, αφού εξ’ άλλου ο Πρωταγόρας ήταν αγνωστικιστής σε θέματα θρησκείας. Η παρουσία των θεών στο μύθο του έχει μάλλον αλληγορική σημασία. Ο Δίας, δηλαδή, είναι ο λόγος, η λογική, η νομοτέλεια που διέπει τη φύση. Οι άλλοι θεοί (Επιμηθέας, Ερμής) είναι τα όργανα αυτής της νομοτέλειας, η οποία ρυθμίζει τις σχέσεις των όντων, εξισορροπεί τις ελλείψεις και τις ανάγκες τους και εξασφαλίζει τα μέσα για την επιβίωσή τους. Σύμφωνα με κάποιους κοσμογονικούς μύθους, οι πρώτοι άνθρωποι προήλθαν από τη μήτρα της Μητέρας Γης. Κατά την κοσμολογία του Παρμενίδη, οι άνθρωποι και τα άλλα όντα έγιναν από τη μείξη φωτιάς και χώματος. Κατά τον Εμπεδοκλή προήλθαν από τη σύνθεση φωτιάς, χώματος, νερού και αέρα.
Προμηθεύς: αυτός που σκέφτεται πριν ενεργήσει
Επιμηθεύς: αυτός που σκέφτεται μετά την ενέργεια
Ο Προμηθέας και ο Επιμηθέας ήταν Τιτάνες, γιοί του Ιαπετού και της Ωκεανίδας Κλυμένης. Ο Προμηθέας από αγάπη προς τον άνθρωπο έκλεψε τη φωτιά από τον Όλυμπο και του την πρόσφερε, με αποτέλεσμα αυτός να αναπτύξει τον τεχνικό πολιτισμό και ο Προμηθέας να αναδειχθεί ευεργέτης και προστάτης του ανθρώπινου γένους. Η φωτιά και η έντεχνος σοφία βοήθησαν τον άνθρωπο να κυριαρχήσει στη φύση και να αναδειχθεί κατασκευαστής και δημιουργός (homo faber).
Ο Επιμηθέας ήταν αδερφός του Προμηθέα. Οι θεοί του έδωσαν σύζυγο την Πανδώρα, η περιέργεια της οποίας επέφερε πολλά δεινά στο ανθρώπινο γένος.
Ο Επιμηθέας, λοιπόν, ανέλαβε το δύσκολο έργο να διανείμει τις ιδιότητες στα διάφορα έμβια όντα, προικίζοντας άλλα με δύναμη χωρίς ταχύτητα στην κίνηση, άλλα με ταχύτητα, εφοδιάζοντας άλλα με εξοπλισμό κατάλληλο για την επιβίωσή τους, κάνοντας κάποια ικανά να πετούν και κάποια να τρυπώνουν μέσα στη γη. Η βασική μέριμνα του ήταν να προικίσει όλα τα έμβια όντα με τέτοια εφόδια, ώστε να επιβιώσουν και να μην εξαφανιστεί το είδος τους από τη γη. Μολονότι ο Επιμηθέας έλαβε κάθε πρόνοια να μην αλληλοεξοντωθούν τα ζώα, έκανε την παραχώρηση σε μερικά από αυτά να τρέφονται με άλλα ζώα. Η παραχώρηση αυτή αντισταθμίστηκε με την εξής πρόβλεψη: όσα ζώα χρησιμεύουν ως τροφή σε άλλα προικίστηκαν με το προσόν της πολυγονίας, ενώ όσα ζώα είναι σαρκοβόρα παρουσιάζουν ολιγογονία. Με αυτό τον τρόπο επιτεύχθηκε η διατήρηση των ειδών και η ισορροπία ανάμεσά τους.
ΕΝΟΤΗΤΑ 3Η
• Ο Επιμηθέας, τελικά, ενήργησε με τρόπο απερίσκεπτο, αφού σπατάλησε όλες τις ιδιότητες, χωρίς να φροντίσει για την προστασία όλων των έμβιων όντων. Έτσι, εξαιτίας της απρονοησίας του δεν έμεινε κανένα εφόδιο για τον άνθρωπο. Ο Προμηθέας που ήρθε να επιθεωρήσει τη διανομή που έκανε ο Επιμηθέας, διαπιστώνει ότι ο άνθρωπος έμεινε γυμνός, ανυπόδητος, χωρίς στρώμα και άοπλος. Αντίθετα ο Αριστοτέλης στο ‘‘Περί ζώων μορίων’’, διατείνεται ότι η δημιουργία του ανθρώπου ήταν τέλεια και όσοι ισχυρίζονται το αντίθετο σφάλλουν.
Στην κρίσιμη εκείνη στιγμή παρεμβαίνει αποφασιστικά ο Προμηθέας, ο οποίος κλέβει τις τεχνικές γνώσεις του Ηφαίστου και της Αθηνάς μαζί με τη φωτιά, και τα δίνει στον άνθρωπο. Έτσι του παρέχει τη δυνατότητα όχι μόνο να επιβιώνει, αλλά και να διαφοροποιηθεί από τα άλλα όντα δημιουργώντας τεχνικό πολιτισμό, να γίνει ανώτερη μορφή ζωής. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι τεχνικές γνώσεις εννοούνται εδώ χορηγημένες στον άνθρωπο ως ολοκληρωμένο σύνολο a prori και όχι ως θησαύρισμα σταδιακής πείρας μέσα στους αιώνες.
Οι άνθρωποι όμως δεν είχαν πολιτική τέχνη (πολιτικές γνώσεις) για να οργανώσουν πολιτική και κοινωνική ζωή και να αναπτύξουν πνευματικό πολιτισμό, αφού αυτή στην κατοχή του Δία, πράγμα που δείχνει τη μεγάλη αξία και σημασία της. Φύλακες της πολιτικής τέχνης ήταν το Κράτος και η Βία, φοβεροί παραστάτες του Δία. Η κλοπή που επιχείρησε ο Προμηθέας εξόργισε υπερβολικά το Δία, ο οποίος τιμώρησε σκληρά τον Τιτάνα. Τον έδεσε με αλυσίδες σ’ ένα βράχο στον Καύκασο κι έστειλε ένα γυπαετό να του κατασπαράζει κάθε μέρα το συκώτι του, που όμως ξαναγινόταν τη νύχτα. Από αυτό το φριχτό μαρτύριο τον γλίτωσε ο Ηρακλής που σκότωσε το όρνιο, ελευθέρωσε τον Προμηθέα και τον συμφιλίωσε με τον Δία.
ΕΝΟΤΗΤΑ 4Η
• Η έντεχνος σοφία συν πυρί που απέκτησε ο άνθρωπος χάρη στην αυτοθυσία του Προμηθέα, του επέτρεψαν να δημιουργήσει τον τεχνικό του πολιτισμό και αποτέλεσαν τη βασική υποδομή και κινητήρια δύναμη της προόδου του ανθρώπινου πολιτισμού.
Έτσι ο άνθρωπος, αφού έλαβε μέρος με τα στοιχεία αυτά στη θεϊκή ουσία, ‘‘συγγένεψε’’ με τους θεούς, αναδείχτηκε αυτός, μόνος απ’ όλα τα ζώα, συγγενής των θεών (Από μερικούς ερμηνευτές, αυτή η άποψη θεωρείται πλατωνική, γιατί ο Πρωταγόρας ήταν αγνωστικιστής, δηλαδή ολωσδιόλου αβέβαιος για την ύπαρξη των θεών). Έτσι άρχισε να λατρεύει τους θεούς, οργάνωσε λατρευτικές τελετές και κατασκεύασε αντικείμενα βοηθητικά της λατρείας, όπως αγάλματα (<αγάλλομαι) και βωμούς (<βαίνω).
• Η γλώσσα ανέκαθεν αποτέλεσε τον κυριότερο κώδικα επικοινωνίας των ανθρώπων και βασικό χαρακτηριστικό του πολιτισμού τους. Σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, η γλώσσα υπήρξε δημιούργημα του ανθρώπου που επιτεύχθηκε με μακροχρόνια εξέλιξη κι όχι δώρο δοσμένο από την αρχή στον άνθρωπο εκ μέρους των θεών. Αντίθετη με την άποψη αυτή ήταν η θεοκρατική αντίληψη με κύριο υποστηρικτή τον Ηρόδοτο, σύμφωνα με την οποία η γλώσσα υπάρχει ‘‘φύσει’’, δηλαδή την χάρισαν οι θεοί στον άνθρωπο μόλις τον δημιούργησαν. Στη φράση ‘‘φωνήν και ονόματα’’ μάλλον υπολανθάνει η διπλή άρθρωση της γλώσσας, η άρθρωση των φθόγγων με την οποία σχηματίζονται οι λέξεις και η άρθρωση των λέξεων, δηλαδή η σύνταξη, με την οποία σχηματίζονται οι προτάσεις.
• Παράλληλα με τον πνευματικό πολιτισμό ο άνθρωπος δημιούργησε, και πάλι χάρη στην τέχνη, στοιχεία του υλικοτεχνικού πολιτισμού. Αιτία υπήρξε η ανάγκη για την αντιμετώπιση των δυσκολιών της φύσης και για την προστασία του από τις καιρικές συνθήκες, καθώς και την ικανοποίηση των βασικών αναγκών του.
Έτσι, άποψη του Πρωταγόρα είναι, ότι η κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων ήταν αποτέλεσμα του φόβου προς τα θηρία, σε αντίθεση με τον Αριστοτέλη που πιστεύει ότι ο άνθρωπος είναι ‘‘φύσει ζωον πολιτικόν’’. Αξιοσημείωτο είναι επίσης πόση σημασία δίνεται στο θεσμό της πόλης ως ανώτερης κοινωνικής μονάδας. Η πόλη αναδείχτηκε πράγματι στην αρχαία Ελλάδα εστία δημοκρατικής, κοινωνικής και πνευματικής ζωής.
Όμως παρά την προσπάθεια συμβίωσης προέκυψαν νέα προβλήματα, που οφείλονταν στην έλλειψη πολιτικής οργάνωσης, αφού ο ένας αδικούσε τον άλλο, με αποτέλεσμα και πάλι τον κίνδυνο για τον αφανισμό τους.
• Ο Δίας, ως υπέρτατος ρυθμιστής των πάντων, αποφασίζει να σταματήσει τον αφανισμό των ανθρώπων και να τους σώσει. Έτσι, μέσω του Ερμή, στέλνει ‘‘τήν αιδω καί τήν δίκην’’, ώστε να γίνει δυνατή η οργάνωση των κοινωνιών και να αναπτυχθεί παραπέρα ο πολιτισμός.
Αιδώς: Εκφράζει το συναίσθημα της ντροπής που αισθάνεται ο κοινωνικός άνθρωπος για κάθε αντικοινωνική του πράξη. Αποτελεί περίπλοκη ιδιότητα και αποδίδεται ποικιλότροπα: ηθική συνείδηση, ηθικότητα, σωφροσύνη, σεβασμός άγραφων νόμων, φιλοτιμία, κοσμιότητα.
Δίκη: Η Δίκη (ή Νέμεσις) ήταν θεότητα, κόρη του Δία και της Θέμιδος και η Αιδώς σύντροφος της Δίκης. Εδώ η δίκη είναι το συναίσθημα της δικαιοσύνης, η αντίληψη του δικαίου και του άδικου, ο σεβασμός των γραπτών νόμων και των δικαιωμάτων των άλλων.
Αυτά τα δύο συναισθήματα εξασφαλίζουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, τον εμποδίζουν να συμπεριφέρεται εγωιστικά, μισαλλόδοξα και ατομιστικά, και συμβάλλουν στην εμπέδωση της πολιτικής ενότητας και της κοινωνικής αρμονίας.
• Ο προβληματισμός του Ερμή και η αφελής και κωμική, ως ένα σημείο, ερώτησή του προκαλούν θυμηδία και αποσκοπούν να δημιουργήσουν μια προσωρινή χαλάρωση, τώρα που ο μύθος βαίνει προς το τέλος και θα χρειαστεί να ακουστεί το συμπέρασμα με ενταμένη προσοχή. Έχουμε παραστατικότητα στην αφήγηση, εισαγωγή διαλόγου και μετάβαση από τον πλάγιο στον ευθύ λόγο.
• Οι δύο αρετές, κατά το Δία, πρέπει να μοιραστούν σε όλους ανεξάρτητα τους ανθρώπους, γιατί διαφορετικά, δεν είναι δυνατόν να συσταθούν πόλεις. Προϋπόθεση λοιπόν των πόλεων είναι η σωφροσύνη και η δικαιοσύνη, που πρέπει να υπάρχουν σε όλο το σώμα των πολιτών, για να γίνεται δυνατή η επιβίωση και η ανάπτυξη της οργανωμένης καθημερινής ζωής. Ο Δίας μάλιστα θεσμοθετεί νόμο που επιβάλλει το θάνατο σε περιπτώσεις ανυπακοής, για να εξασφαλίσει την καθολικότητα των δύο αρετών στους ανθρώπους. Η απόφαση αυτή μπορεί να φαίνεται αμείλικτη και απάνθρωπη, δείχνει όμως τη σημασία των δύο αρετών και προλειαίνει τη θέση του Πρωταγόρα ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν συμμετοχή στην πολιτική αρετή.
• Μετά την ολοκλήρωση από τον Πρωταγόρα του μύθου του Προμηθέα ακολουθεί σαν επιμύθιο το συμπέρασμα, το οποίο σηματοδοτείται στην αρχή με τις χαρακτηριστικές λέξεις ‘‘ούτω δή’’.
Οι Αθηναίοι, επομένως, έχουν όλοι την πολιτική αρετή, αφού αυτή είναι πρωταρχική προϋπόθεση για την ύπαρξη πόλης. Έτσι ο Πρωταγόρας δέχεται την καθολικότητα και την αναγκαιότητα της πολιτικής αρετής, όμως δεν αποδεικνύει ακόμα ότι αυτή είναι διδακτή. Πάντως καταλήγει να αιτιολογεί ότι η πολιτική αρετή δόθηκε στον άνθρωπο αργότερα, αφού είχε ήδη αρχίσει η πολιτισμική του πορεία, άρα δεν είναι έμφυτη.
• Αξιοσημείωτο είναι ότι για πρώτη φορά ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί τους εναλλακτικούς όρους ‘‘δικαιοσύνη’’ (δίκη) και ‘‘σωφροσύνη’’ (αιδώς). Η σύγχυση αυτή θα συνεχιστεί και παρακάτω, οπότε θα δοθεί η ευκαιρία στο Σωκράτη να ζητήσει διεξοδικότερη διερεύνηση της έννοιας της αρετής.
ΕΝΟΤΗΤΑ 5Η
• Ο Πρωταγόρας φέρνει μια επιπλέον εμπειρική απόδειξη, για να πείσει το Σωκράτη ότι όλοι οι άνθρωποι ανεξαίρετα έχουν συμμετοχή στη δικαιοσύνη και στην άλλη πολιτική αρετή. Έτσι παρουσιάζει τους Αθηναίους να χλευάζουν και να αντιμετωπίζουν με ιδιαίτερη οργή κάθε άνθρωπο που διατείνεται επιδεξιότητα σε κάποιον τεχνικό τομέα , στον οποίο αποδεικνύεται τελικά ανίκανος. Μάλιστα φτάνει στο σημείο της υπερβολής να παρουσιάζει τους συγγενής του να τον θεωρούν τρελό.
Στη συνέχεια ο Πρωταγόρας, περιγράφοντας με ρεαλισμό την κοινωνική πραγματικότητα, καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι Αθηναίοι θεωρούν ότι το να ομολογεί κάποιος άδικος δημόσια την αλήθεια (ότι είναι δηλαδή άδικος) θεωρείται παραφροσύνη, επειδή αυτό αμαυρώνει την κοινωνική του εικόνα και επειδή ενδέχεται να του δημιουργήσει προβλήματα με τη δικαιοσύνη. Τα πράγματα λοιπόν δεν εξετάζονται με βάση την ηθική δεοντολογία ή τη λειτουργία των κοινωνικών θεσμών, αλλά με βάση το συμφέρον και την εικόνα που οι άνθρωποι θέλουν να πλασάρουν (το φαίνεσθαι).
• Τα κυριότερα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί ο Πρωταγόρας για να αποδείξει τη διδαξιμότητα της αρετής είναι:
1. Η πολιτική αρετή δεν είναι έμφυτη· ο άνθρωπος πρέπει να εκμεταλλευτεί το θεϊκό μερίδιο που πήρε, καθώς και το πολύτιμο ζευγάρι των ηθικών όπλων που του έστειλε ο Δίας, την αιδώ και τη δίκη, για να γίνει κάτοχος της πολιτικής αρετής και να μπορέσει να οργανώσει πολιτισμένες κοινωνίες. Είναι λοιπόν ζήτημα διδασκαλίας και προσπάθειας.
2. Οι Αθηναίοι μολονότι πιστεύουν ότι κάθε άνθρωπος κατέχει ως ένα βαθμό την πολιτική αρετή, δεν τη θεωρούν αυτόματη, αλλά αποτέλεσμα μόχθων και κατάλληλου καθοδηγητικού περιβάλλοντος.
Όσον αφορά στη σπουδαιότητα της ‘‘αιδούς’’ και της ‘‘δίκης’’, το άτομο αυτοελέγχεται, συγκρατεί τον εαυτό του στα όρια του κοινωνικά επιτρεπτού, ρυθμίζονται τα ακανθώδη προβλήματα της πολιτείας που προκύπτουν αναπόδραστα από τη συνύπαρξη ανθρώπων, κατοχυρώνεται η αξιοπρέπεια του ανθρώπου, ευνοείται η οργάνωση δημοκρατικών κοινωνιών.
• Ο μύθος του Πρωταγόρα από την άποψη του περιεχομένου, αποτελεί μια ποιητική και συμβολική παράσταση της γένεσης και εξέλιξης του ανθρώπινου πολιτισμού. Εμφανής είναι η θεωρία για μια τελεολογική τάση στη φύση, που μεριμνά ώστε να εφοδιάσει όλα τα έμβια όντα με προστατευτικά μέσα για τη διαιώνιση των ειδών. Ο άνθρωπος, λοιπόν, με τη θεϊκή σπίθα του λογικού που πήρε και με τα δώρα του Προμηθέα και του Δία, κατάφερε να ξεφύγει από τη ζωώδη κατάσταση και να δημιουργήσει πολιτισμό. Ο μύθος του Πρωταγόρα δίνει αισιόδοξη εικόνα της πορείας του ανθρώπινου πολιτισμού, εν αντιθέσει προς τον Ησίοδο που προβλέπει παρακμή και φθορά του ανθρώπινου γένους και αναφέρει ότι η αιδώς και η δίκη υπήρχαν στον άνθρωπο, αλλά τον εγκατέλειψαν και ξανανέβηκαν στον ουρανό.
• Στη συνέχεια ο Πρωταγόρας προτάσσει στην αποδεικτική διαδικασία την αποδεικτική θέση, κάνοντας όμως μια προσθήκη· πρώτα θα αποδείξει από πού δεν προέρχεται η αρετή και στη συνέχεια από πού προέρχεται. Έτσι με το σχήμα της άρσης – θέσης και με τα δύο σκέλη, η απόδειξη είναι πιο πειστική. Ο Πρωταγόρας δέχεται την ύπαρξη τελεολογικής αρχής στη φύση· για το σοφιστή υπάρχει βέβαια σκοπιμότητα στη φύση, όχι ωστόσο απεριόριστη, γιατί έχουμε και τον παράγοντα τύχη. Έτσι κάνει λόγο για τα καλά και τα κακά που προέρχονται από τη φύση και την τύχη και είναι ανεξάρτητα από τη βούληση και την ευθύνη του ανθρώπου. Αναφέροντας ως παραδείγματα φυσικών ή τυχαίων μειονεκτημάτων την ασχήμια, το μικρό ανάστημα και το ασθενικό σώμα, παρατηρεί ότι κανείς δεν οργίζεται με τους ανθρώπους που τα έχουν, απεναντίας όλοι τους λυπούνται.
Ο Πρωταγόρας εδώ αποστασιοποιείται καθαρά από θεοκρατικές ερμηνείες· δέχεται την ύπαρξη τελεολογικής στη φύση, ωστόσο προβάλλει και τον αστάθμητο παράγοντα του τυχαίου· όλα οφείλονται σε μια μηχανιστική αιτιοκρατία και εξελίσσονται αυτόνομα· πουθενά δε γίνεται λόγος για παρουσία ή επέμβαση του θείου, για θεία πρόνοια.
• Στη συνέχεια ο Πρωταγόρας αναφέρεται στα επίκτητα αγαθά, τα οποία θεωρεί ότι ο άνθρωπος μπορεί να αποκτήσει με τις τρεις βασικές μορφές αγωγής: την επιμέλεια, την άσκηση και τη διδασκαλία (παραλείπεται η τέταρτη μορφή αγωγής, η μίμηση, ίσως γιατί μπορεί να οδηγήσει και αρνητικά αποτελέσματα). Επιπλέον αναφέρονται η τιμωρία και η νουθεσία ως βοηθητικά στοιχεία, που αποβλέπουν στην ενίσχυση της μαθησιακής διαδικασίας.
Αφού λοιπόν η αιδώς και η δίκη αποτελούν τις προϋποθέσεις για την απόκτηση της πολιτικής αρετής και αφού οι ηθικές αξίες δεν υπάρχουν στον ίδιο βαθμό σε όλους τους ανθρώπους ούτε μπορούν μόνες τους να οδηγήσουν στην αρετή χωρίς την επιμέλεια, την άσκηση και τη διδασκαλία, είναι φανερό πως η παιδεία είναι η κινητήριος δύναμη που θα μετατρέψει τον άνθρωπο από ‘‘δυνάμει’’ σε ‘‘ενεργεία’’ πολιτικό όν.
• Η αδικία, η ασέβεια και οτιδήποτε είναι αντίθετο προς την αρετή δεν είναι ‘‘φυσικά ελαττώματα’’, ώστε να αντιμετωπίζεται κανείς με συμπάθεια και κατανόηση· αντίθετα, αυτά επισύρουν την οργή και τη νουθεσία, γιατί δείχνουν ότι ο άνθρωπος αδιαφόρησε για κάτι που είχε υποχρέωση και δυνατότητα να διδαχθεί.
Η απόδειξη του Πρωταγόρα δεν είναι ιδιαίτερα πειστική, αφού η αποδεικτέα θέση χρησιμοποιείται παράλληλα και ως αποδεικτικό επιχείρημα. Αυτός ο τρόπος απόδειξης είναι ένα είδος σοφίσματος που λέγεται ‘‘ληψις του ζητουμένου’’.
ΕΝΟΤΗΤΑ 6Η
• Η πρώτη φράση της ενότητας αποτελεί το συμπέρασμα της προηγούμενης απόδειξης για το διδακτό της αρετής. Έτσι συμπεραίνουμε ότι στην περίπτωση των ελαττωμάτων που δεν οφείλονται στην τύχη ή στη φύση, αλλά είναι επίκτητα, το ότι ο καθένας θυμώνει με όσους δεν έχουν αρετή και τους νουθετεί, αποδεικνύει πως αυτή την αποκτούμε με την επιμέλεια και τη μάθηση.
• Το δεύτερο επιχείρημα που θα χρησιμοποιήσει ο Πρωταγόρας για να αποδείξει ότι η αρετή διδάσκεται είναι η σκοπιμότητα της τιμωρίας. Αρχικά αισθάνεται την ανάγκη να ξεκαθαρίσει τη σημασία του ‘‘κολάζειν’’. Δηλαδή η έννοια της τιμωρίας δε θα χρησιμοποιηθεί εδώ με τη σημασία της άλογης και τυφλής εκδίκησης για την ανταπόδοση ενός αδικήματος που έχει συμβεί σε στο παρελθόν, πράγμα που συμβαίνει μόνο στα άγρια ζώα, αλλά έχει παιδευτικό, σωφρονιστικό σκοπό. Η θέση αυτή του Πρωταγόρα αποτελεί πράγματι ρηξικέλευθη καινοτομία για την εποχή του, δεδομένου ότι η τιμωρία θεωρείται κατά την κοινή αντίληψη ως ανταπόδοση για την αδικία ή το έγκλημα που διαπράχθηκε. Η τιμωρία δηλαδή επιβάλλεται ως μέσο διορθωτικό, για να συνετιστεί ο άδικος και να παραδειγματιστούν οι υπόλοιποι.
Τιμωρουμαι: τιμωρώ για να πάρω εκδίκηση
Κολάζω: τιμωρώ για επανόρθωση ή διόρθωση
• Για να διορθωθεί η αντίφαση που πιθανόν να παρατηρείται στις απόψεις του Πρωταγόρα περί τιμωρίας και στη ρήτρα (νόμο) που είχε θέσει ο Δίας (Εν. 4), επισημαίνεται ότι στην ενότητα 7 τονίζει ότι η θανάτωση ή η αποπομπή επιβάλλονται, όταν ακόμα και μετά τη διδασκαλία και την τιμωρία δε φαίνονται να υπάρχουν θετικά αποτελέσματα στην προσωπικότητα του ατόμου.
• Τελικά ο σοφιστής καταλήγει στο συμπέρασμα ότι εφόσον κάποιος χρησιμοποιεί την τιμωρία ως στοιχείο σωφρονισμού και παραδειγματισμού, αυτό αποδεικνύει ότι η αρετή είναι διδακτή.
• Το συμπέρασμα αυτό το γενικεύει σε όλους τους ανθρώπους, και στον ιδιωτικό βίο (στους γονείς και παιδαγωγούς που τιμωρούν τα παιδιά τους και τους μαθητές τους), και στο δημόσιο βίο (στα όργανα του κράτους που επιβάλλουν ποινές σε όσους παραβιάζουν τους νόμους). Στη συνέχεια αναφέρεται στους συμπολίτες του Σωκράτη με έναν τόνο αυταρέσκειας και έπαρσης, τονίζοντας ότι κι εκείνοι δέχονται ότι η αρετή διδάσκεται. Κλείνει λοιπόν το α’ μέρος της επιχειρηματολογίας του ικανοποιημένος και πεπεισμένος ότι έχει πείσει.
ΕΝΟΤΗΤΑ 7Η
• Ο Πρωταγόρας ως τώρα έχει αποδείξει την καθολικότητα της αρετής και έχει ανασκευάσει τη θέση του Σωκράτη ότι η αρετή δεν είναι διδακτή, αποδεικνύοντας το αντίθετο και χρησιμοποιώντας το μύθο. Τώρα, χρησιμοποιώντας το λόγο θα ανασκευάσει την άλλη άποψη του Σωκράτη, ότι οι άριστοι άνδρες δεν μπορούν να διδάξουν στους γιούς τους την αρετή. Πριν αρχίσει την ανασκευή της αντίρρησης του Σωκράτη, ο Πρωταγόρας δηλώνει ότι θα αλλάξει μέθοδο, εγκαταλείποντας το μύθο και χρησιμοποιώντας το λόγο, τη λογική σκέψη, τα λογικά επιχειρήματα που αναφέρονται στην πραγματικότητα.
• Ο Σωκράτης είχε διατυπώσει το επιχείρημα ότι οι άριστοι πολιτικοί ηγέτες δεν μπορούν να μεταδώσουν στους γιούς τους την πολιτική αρετή που διακρίνει τους ίδιους. Ο Πλάτωνας βάζει τον Πρωταγόρα να αλλοιώνει το επιχείρημα αυτό, αφού θα θεωρήσει δεδομένη τη δική του αντίθετη θέση (=μπορούν οι άριστοι άντρες και διδάσκουν στα παιδιά τους την πολιτική αρετή) και θα την αιτιολογήσει. Η αναφορά του σε σπουδαίους άντρες υπονοεί τους μεγάλους πολιτικούς Θεμιστοκλή, Αριστείδη, Θουκυδίδη, Περικλή. Εξάλλου σε άλλο έργο του Πλάτωνα παρουσιάζονται οι γιοί του Αριστείδη και του Θουκυδίδη να μέμφονται τους γονείς τους ότι τους έδωσαν ελλιπή αγωγή.
• Ο Πρωταγόρας ξεκινά την απόδειξη του διατυπώνοντας μια βέβαιη προϋπόθεση, ότι είναι αναγκαία η καθολικότητα της πολιτικής αρετής για να υπάρχει πόλη. Η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη και η οσιότητα συναποτελούν κατά τον Πρωταγόρα την αρετή. Υπάρχουν κάποιοι ωστόσο που δεν έχουν μερίδιο στην αρετή, τους οποίους είμαστε υποχρεωμένοι με τη διδασκαλία και την τιμωρία να τους οδηγούμε στην αρετή, βελτιώνοντας τους. Αν, ωστόσο, δεν προσαρμόζονται, πρέπει να εκδιώκονται από την πόλη ή να θανατώνονται. Ο θάνατος ήταν βέβαια και τότε η εσχάτη των ποινών, όμως και η εξορία για τον αρχαίο Έλληνα πολίτη είναι και αυτή, πέρα από την ατίμωση, μια μορφή θανάτου, αφού η ζωή του πολίτη μπορεί να νοηθεί μόνο στο πλαίσιο της πόλης. Αλλά και η δήμευση της περιουσίας ή η κατεδάφιση του σπιτιού, που θα ανάγκαζαν τον πολίτη να περιφέρεται ανέστιος και πένης, ήταν όχι μόνο οδυνηρές οικονομικά, άλλα και κατεξοχήν ατιμωτικές.
• Η απόδειξη της θέσης ότι οι άριστοι άνδρες μπορούν να διδάξουν στα παιδιά τους την πολιτική αρετή γίνεται με τη χρήση μιας ρητορικής ερώτησης και επτά διαδοχικών προτάσεων, οι οποίες διατυπώνονται μόνο ρητορικά ως υποθέσεις και δημιουργούν την εντύπωση ανανταπόδοτου, ενώ νοούνται ως προτάσεις αποφαντικές, ως δεδομένες θέσεις. Σκοπός βέβαια είναι να γίνει πιο εντυπωσιακός. Υπάρχει βέβαια και η άποψη ότι ο Πλάτωνας θέλει να παρουσιάσει έναν Πρωταγόρα που βρίσκεται σε αμηχανία και δυσκολεύεται να διατυπώσει την απόδειξή του, γι’ αυτό φλυαρεί και έχει ανακόλουθα και επαναλήψεις.
• Το συμπέρασμα, λοιπόν, των συλλογισμών του είναι ότι, αφού υπάρχει κίνδυνος οι γιοί των άριστων ανδρών να τιμωρηθούν με βαρύτατες ποινές, αν δε μετέχουν στην αρετή, είναι αδιανόητο να μην τους τη διδάσκουν οι πατέρες τους.
• Ο Πρωταγόρας, όπως παρουσιάζεται σ’ αυτό το τμήμα του κειμένου, φέρνει επιχειρήματα που δεν απορρέουν από τη λογική αναγκαιότητα και δεν είναι απόλυτα πειστικά, ενώ ο λόγος του παρεκκλίνει από το στοχαστικό ύφος και έχει ρητορικά στοιχεία εντυπωσιασμού. Αλλοιώνει τη θέση του Σωκράτη, για να αποδείξει αυτό που θέλει ο ίδιος και όχι αυτό που πρέπει. Προχωρεί στην αποδεικτική διαδικασία με δεοντολογικές διατυπώσεις, οι οποίες δεν είναι πειστικές, ούτε έχουν αποδεικτική ισχύ. Δεν αποδεικνύει την αντίθετη δική του θέση, αλλά τη θεωρεί δεδομένη και την αιτιολογεί, μάλιστα με τρόπο όχι απόλυτα πειστικό. Τη διδασκαλία της πολιτικής αρετής των άξιων πολιτικών προς τα παιδιά τους τη θεωρεί κατά κάποιο τρόπο γεγονός συναγόμενο από τις επικρεμάμενες αυστηρές ποινές που έχει θεσπίσει η πολιτεία σε όσους παραμελούν την αρετή.
• Τα διδάγματα και ο τρόπος ζωής και αποδοχής της θανατικής ποινής εκ μέρους του Σωκράτη αποδεικνύουν ότι ο φιλόσοφος αποδέχεται την ποινή και ταυτίζεται με το κύρος των νόμων, ενώ οι απόψεις του Πρωταγόρα είναι σχετικές με τη σκοπιμότητα της τιμωρίας και σχετίζονται με την πολιτική αρετή.
• Στη συνέχεια ο Πρωταγόρας μας παρουσιάζει συνοπτικά το εκπαιδευτικό σύστημα της Αθήνας κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. Αναφέρονται οι βαθμίδες και οι βασικοί φορείς της αγωγής, σκιαγραφείται η φιλοσοφία του συστήματος και επισημαίνονται οι επιμέρους στόχοι και τα παιδευτικά μέσα. Πρόκειται για ένα εκπαιδευτικό σύστημα ανοιχτό, χωρίς αυστηρά, προκαθορισμένα όρια, που έχει αφεθεί στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Η μόνη παρέμβαση της πολιτείας είναι ο έλεγχος της συμπεριφοράς των παιδιών και των πολιτών, ο έλεγχος δηλαδή των αποτελεσμάτων της αγωγής.
• Συγκεκριμένα, στη νηπιακή ηλικία, οι γονείς, η παραμάνα και ο παιδαγωγός δίνουν στο παιδί τις βάσεις της ηθική συμπεριφοράς. Στην παιδική και στην εφηβική ηλικία οι δάσκαλοι φροντίζουν περισσότερο για την διαμόρφωση της ηθικής προσωπικότητας του παιδιού παρά για την παροχή γνώσεων. Αξιοσημείωτο είναι ότι στην παιδαγωγική διαδικασία υιοθετείται επίσημα η τιμωρία, η οποία μάλιστα μπορεί να είναι πολύ σκληρή. Τέλος, η πολιτεία υποχρεώνει τους πολίτες να μαθαίνουν τους νόμους και να ζουν σύμφωνα με τις επιταγές τους, είτε ασκούν δημόσια αξιώματα είτε όχι.
(σημ.: Δάσκαλοι: γραμματιστής, κιθαριστής, παιδοτρίβης, σοφιστής, φιλόσοφος, ρητοροδιδάσκαλος)
• Πρότυπο παιδείας στην Αθήνα ήταν η διάπλαση ανθρώπων που ήταν ικανοί να μιλούν ωραία και πειστικά, αλλά ταυτόχρονα να ενεργούν έγκαιρα και αποτελεσματικά. Ο αληθινός άντρας πρέπει να είναι συγχρόνως ‘‘μύθων ρητήρ και λόγων πρηκτήρ’’. Επίσης η μουσική αγωγή είχε περισσότερο σημασία παιδευτική, παρά αισθητική. Συνέβαλλε στη δημιουργία αρμονικού και εύρυθμου χαρακτήρα, συντελούσε στην ημέρωση της ψυχής και μετάδιδε την αίσθηση του μέτρου και της ισορροπίας σε όλες τις εκδηλώσεις της.
• Το συμπέρασμα του Πρωταγόρα είναι ότι αυτή η τόσο πλατιά και μακρόχρονη προσπάθεια δεν είναι δυνατό να καταβάλλεται από τόσους ανθρώπους και στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, χωρίς να αποδίδει καρπούς. Η ίδια λοιπόν η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι η αρετή είναι δυνατόν να διδαχθεί. Το συμπέρασμα του διατυπώνεται με τρόπο έντονο και σχεδόν θριαμβικό, με μορφή ρητορικής ερώτησης. Έτσι ο σοφιστής παρουσιάζεται γεμάτος αυτοπεποίθηση και σίγουρος ότι ολοκλήρωσε με επιτυχία την απόδειξη για την ορθότητα της θέσης του. Ενώ πράγματι το συμπέρασμά του είναι πειστικό, ως ασθενές σημείο θα μπορούσε να του καταλογιστεί ότι στηρίζεται σε όσα πρέπει να αποδειχτούν.
• Το εκπαιδευτικό σύστημα στην αρχαία Αθήνα, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, στηρίζεται σε τρία στάδια αγωγής:
1. Πρώτο στάδιο: Νηπιακή ηλικία
Φορείς: Γονείς
Τροφός: Βοηθούσε στην ανατροφή των παιδιών κατά την προσχολική ηλικία. Ειδικότερα, η γυναίκα που αναλάμβανε το θηλασμό λεγόταν τίτθη, ενώ εκείνη που φρόντιζε το παιδί κατά την προσχολική ηλικία λεγόταν τροφός, ή τιθήνη. Οι γυναίκες αυτές ήταν συνήθως δούλες ή ελεύθερες φτωχές.
Παιδαγωγός: Ήταν κατά κανόνα δούλος, ο οποίος συνόδευε το παιδί στο σχολείο, στους περιπάτους, κλπ. Ο παιδαγωγός συμβούλευε και βοηθούσε το παιδί σε κάθε περίπτωση. Επίσης, πρόσεχε τη συμπεριφορά του, τις συναναστροφές του και όλη γενικά τη ζωή του· σπάνια τιμωρούσε το παιδί με ξυλοδαρμό και άλλους τρόπους για διόρθωση και φρονηματισμό. Ευνόητο είναι ότι παιδαγωγούς είχαν μόνο οι εύποροι Αθηναίοι.
Περιεχόμενο: Ηθοπλαστικό
Στόχος: Η βελτίωση του παιδιού στην αρετή
Μέθοδοι: Νουθεσίες, διδασκαλία, απειλές, χτυπήματα
2. Δεύτερο στάδιο: Παιδική/ εφηβική ηλικία
Φορείς: Δάσκαλος (στους δασκάλους έστελναν τα παιδιά τους οι Αθηναίοι από το 6ο ή 7ο έτος της ηλικίας τους). Οι δάσκαλοι της βαθμίδας ήταν:
Ο γραμματιστής: δίδασκε ανάγνωση και γραφή, αριθμητική και φρόντιζε για την ηθική διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Δίδασκε στα διδασκαλεία.
Ο κιθαριστής: δίδασκε μουσική(τραγούδι,αυλό,λύρα,κιθάρα),στα διδασκαλεία.
Ο παιδοτρίβης: ο γυμναστής, που παρακολουθούσε τα παιδιά στη γύμναση και στα αθλήματα, στις παλαίστρες.
Την ανώτερη βαθμίδα της εκπαίδευσης είχαν αναλάβει οι σοφιστές, οι φιλόσοφοι και οι ρητοροδιδάσκαλοι.
Οι έφηβοι ασκούνταν στα δημόσια γυμναστήρια, τα λεγόμενα γυμνάσια.
Περιεχόμενο: Ηθοπλαστικό και γνωστικό
Στόχος: Η ‘‘ευκοσμία’’ των παιδιών
Μέθοδοι: Διδασκαλία, μίμηση (αρχαίων ηρώων)
3. Τρίτο στάδιο: Αντρική ηλικία
Φορείς: πολιτεία, κοινωνία
Περιεχόμενο: πολιτικό (εκμάθηση των νόμων)
Στόχος: Η πολιτική αγωγή· να ζουν οι πολίτες σύμφωνα με τους νόμους, μαθαίνοντας να άρχουν και να άρχονται.
Μέθοδοι: Κυρώσεις στους παραβάτες των νόμων (ευθυναι)
• Τα παιδαγωγικά μέσα που χρησιμοποιούνταν στην ηθική διαπαιδαγώγηση των παιδιών κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες:
A) Οι νουθεσίες και η προβολή παραδειγμάτων για μίμηση βοηθούν το παιδί στη διάπλαση της προσωπικότητάς του και στην κατάκτηση της αρετής. Τα μέσα υιοθετεί και η σύγχρονη παιδαγωγική.
B) Οι απειλές, τα χτυπήματα και η καθοδήγηση στην αποστήθιση ποιημάτων ανήκουν στις σωφρονιστικές μεθόδους. Από τις μεθόδους αυτές, οι ραβδισμοί συνιστούν ολοφάνερα άσκηση σωματικής βίας, ενώ οι εκφοβιστικές απειλές και ο κάθε λογής καταναγκασμός συνιστούν άσκηση ψυχολογικής βίας. Αυτές οι μέθοδοι προσβάλλουν την προσωπικότητα του παιδιού και δημιουργούν στην ψυχή του ανεπούλωτα τραύματα, γι’ αυτό και απορρίπτονται από τη σύγχρονη παιδαγωγική.
• Ευθυναι ονομαζόταν η λογοδοσία στην οποία ένας άρχοντας ήταν υποχρεωμένος να κάνει ενώπιον ειδικών ελεγκτών για τα πεπραγμένα του, όταν τελείωνε ο χρόνος της εξουσίας του. Έτσι ονομαζόταν και οι κυρώσεις που του επιβάλλονταν, αν διαπιστωνόταν κατάχρηση της εξουσίας ή παραλείψεις.
• Οι αρχαίοι Έλληνες ταύτιζαν την πολιτική και την προσωπική αρετή, επειδή ο πολίτης της αρχαίας πόλης – κράτους δε νοείται παρά μόνο ως μέλος του συνόλου. Εξάλλου η πολιτική αρετή ενός ανθρώπου εκδηλώνεται με τη στάση του απέναντι στα δημόσια πράγματα, που αντανακλούν στο σύνολο γενικά των ανθρώπων μέσα στο οποίο ζει και ο ίδιος, ενώ η προσωπική αρετή ενός ανθρώπου εκδηλώνεται στη συμπεριφορά του κάθε φορά απέναντι σε ένα ή πολύ λίγα από αυτά τα πρόσωπα.
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/355
Νοέ 12 2010
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΞΗΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ
Ο Πρωταγόρας βεβαιώνει τον Σωκράτη ότι η τέχνη που διδάσκει κάνει τους μαθητές του ικανούς να διευθύνουν με ορθοφροσύνη το σπίτι τους, να χειρίζονται εύστοχα τα προβλήματα της πόλης και να μιλούν πειστικά για τη λύση τους στην εκκλησία του δήμου.
Ο Σωκράτης αμφιβάλλει για το αν υπάρχει επιστήμη που διδάσκει τα παραπάνω. Επικαλείται ορισμένα παραδείγματα από την εμπειρία, για να δικαιολογήσει τις αμφιβολίες του. Ωστόσο, παρακαλεί τον Πρωταγόρα να αποδείξει ότι η πολιτική τέχνη και αρετή είναι δυνατό να διδαχτούν.
Ο Πρωταγόρας δέχεται την παράκληση και αναλαμβάνει να αποδείξει το διδακτό της αρετής αρχίζοντας με ένα μύθο. Ένας μύθος δεν έχει βέβαια αποδεικτική αξία. Ο Πρωταγόρας τον διηγείται περισσότερο για να ευχαριστήσει παρά για να αποδείξει. Με τον μύθο του πιστεύει ότι δίνει μια εξήγηση στο γεγονός ότι στην εκκλησία του δήμου μιλούν όλοι οι πολίτες για τα προβλήματα της πόλης. Μιλούν όλοι, γιατί όλοι γνωρίζουν τα στοιχεία της πολιτικής αρετής (την αιδώ και τη δίκη). Τη γνώση και την τήρηση τους επέβαλε ο Δίας, ο οποίος μάλιστα όρισε την ποινή του θανάτου για όποιον απορρίπτει την αιδώ και τη δίκη, δηλαδή την ηθική και το δίκαιο.
Όλα τα επιχειρήματα που αναπτύσσει ο Πρωταγόρας μετά τον μύθο αποσκοπούν στο να δείξουν ότι η διδασκαλία της αρετής είναι ένα καθολικό αίτημα και ένα πραγματικό γεγονός μέσα στην πόλη. Η διδασκαλία της αρετής είναι μια γενική απαίτηση, απαίτηση «πάντων των ανθρώπων», που αποτελούν την πολιτική κοινότητα. Όλοι αξιώνουν από τον καθένα να κατέχει την πολιτική αρετή, να έχει έστω και μια μικρή σχέση με αυτήν, ακόμα και να προσποιείται ότι έχει κάποια σχέση με αυτήν. Είναι ο μόνος τρόπος να διατηρήσει τη ζωή του.
Η κοινή γνώμη αποδοκιμάζει όσα είναι αντίθετα στην πολιτική αρετή, εξοργίζεται για τα ηθικά ελαττώματα, για τα οποία είναι υπεύθυνο το άτομο, ενώ δεν κάνει κάτι παρόμοιο για τα φυσικά ελαττώματα (ασχήμια, αρρώστια κ.λπ.). Για ατέλειες, που οφείλονται στη φύση ή την τύχη, το άτομο δεν έχει καμιά ευθύνη. Έχει ευθύνη για την απουσία της αρετής, που θα μπορούσε να την αποκτήσει και όμως δεν την απέκτησε, ακριβώς γιατί δεν ενδιαφέρθηκε να τη διδαχτεί.
Οι τιμωρίες που επιβάλλονται σε όσους αδικούν έχουν παιδαγωγικό σκοπό. Αποβλέπουν στον συνετισμό και όχι στην εκδίκηση. Για τον σκοπό αυτό δεν πρέπει να είναι αυστηρές, αλλά να βρίσκονται μέσα στα όρια της λογικής και του μέτρου. Με τις τιμωρίες αυτές κρατιούνται μακριά από αδικίες και όσοι σκέφτονται να δρασκελίσουν τα όρια της νομιμότητας. Και οι τιμωρίες λοιπόν δείχνουν την πίστη των Αθηναίων και των άλλων ανθρώπων ότι η αρετή είναι διδακτή.
Στον ισχυρισμό του Σωκράτη ότι οι εξαίρετοι άντρες δεν διδάσκουν στους γιους τους την αρετή που οι ίδιοι κατέχουν, ο Πρωταγόρας αντιτάσσει την απορία του: είναι δυνατό οι άξιοι πατέρες να φροντίζουν για οποιαδήποτε άλλη μόρφωση των γιων τους και να μην τους διδάσκουν την αρετή, τη στιγμή που γνωρίζουν πολύ καλά ότι η παραμέληση της έχει τις πιο φοβερές συνέπειες (δήμευση περιουσίας, εξορία, θάνατο); Ο Πρωταγόρας αμφισβητεί την αξιοπιστία της παρατήρησης του Σωκράτη, σύμφωνα με την οποία οι άξιοι πατέρες δεν ενδιαφέρονται να μεταδώσουν την αρετή στους γιους τους. Δεν είναι δυνατό να γίνεται κάτι τέτοιο.
Ο Πρωταγόρας κλείνει τη διάλεξη του με αναφορά στη διδασκαλία της αρετής, όπως είναι καθιερωμένη από την κοινωνία και την πολιτεία. Η οικογένεια διδάσκει στο παιδί της προσχολικής ηλικίας όλες τις αξίες (το δίκαιο, το καλό, το όσιο κ.λπ.). Οι δάσκαλοι στη συνέχεια διδάσκουν στα παιδιά όχι μόνο «γράμματα» αλλά και καλούς τρόπους (ευκοσμία συμπεριφοράς), ενώ παράλληλα τα αναγκάζουν να μαθαίνουν απέξω ποιήματα, στα οποία διαβάζουν συμβουλές αλλά και εγκώμια αρχαίων ηρώων, που μπορούν να χρησιμεύσουν ως πρότυπα για μίμηση.
Το έργο της μόρφωσης συμπληρώνει η πολιτεία. Δεν αφήνει τους πολίτες να ζουν όπως οι ίδιοι θέλουν, σύμφωνα με τις ορέξεις τους ή τις προσωπικές τους πεποιθήσεις. Καθιερώνει νόμους και για τους άρχοντες και για τους απλούς πολίτες και υποχρεώνει όλους να ζουν σύμφωνα με αυτούς, επιβάλλοντας κυρώσεις στους παραβάτες. Και οι ιδιώτες λοιπόν και η πόλη διδάσκουν την αρετή. Ύστερα απ’ αυτά είναι αδικαιολόγητες και ακατανόητες οι αμφιβολίες του Σωκράτη.
Ο Πρωταγόρας στηρίζεται στην εμπειρία, για να αποδείξει ότι η αρετή είναι διδακτή. Παρατηρεί τη διδασκαλία της αρετής όπως γίνεται στην πόλη, από ιδιώτες και από την ίδια την πολιτεία. Ξεκινά όμως από μια βασική αρχή, που περιέχεται στον μύθο, από την αρχή ότι η αιδώς και η δίκη (ο αλληλοσεβασμός και η δικαιοσύνη) είναι τα θεμέλια πάνω στα οποία στηρίζεται η κοινωνία. Από το γεγονός αυτό προκύπτει η αναγκαιότητα της διδασκαλίας τους. Από την αναγκαιότητα ο Πρωταγόρας συμπεραίνει και τη δυνατότητα της διδασκαλίας τους.
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/252
Νοέ 12 2010
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ- ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Γ’ ΛΥΚΕΙΟΥ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ
ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ
Οι απαρχές της φιλοσοφίας. Προσωκρατικοί φιλόσοφοι
- Το πέρασμα από το μύθο στο λόγο, στη λογική ερμηνεία των φαινομένων.
- Ανάπτυξη της φιλοσοφίας στις πόλεις της Ιωνίας.
- Κεντρικό θέμα: η αναζήτηση της αρχής του κόσμου, του αρχικού στοιχείου (Θαλής, Αναξίμανδρος, Δημόκριτος, Ηράκλειτος, Παρμενίδης, Εμπεδοκλής, Αναξαγόρας).
Μέσα 5ου αι.
- Χρυσός αιώνας, η Αθήνα «Ελλάδος παίδευσις» κατά τον Θουκυδίδη, πολιτικό και πνευματικό κέντρο του ελληνισμού.
- Μεγάλες αλλαγές, οικονομική, πολιτική και πνευματική ανάπτυξη: εμπόριο, ναυτιλία, Ακρόπολη, Δημοκρατία, Εκκλησία του Δήμου, ρητορική και φιλοσοφία.
Σοφιστική
Σημαντική κίνηση στο χώρο της σκέψης και της φιλοσοφίας.
Αιτίες της ανάπτυξης του κινήματος:
- Η δημιουργία της πόλεως–κράτους και η ανάπτυξη της δημοκρατίας èενεργή συμμετοχή του πολίτη στο δημόσιο βίοè ανάγκη ειδικών γνώσεων, δεν επαρκεί η φυσική ευγλωττίαè δάσκαλοι (σοφιστές) που δίδασκαν την «ευβουλία», δηλαδή το σκέπτεσθαι και πράττειν ορθώς στον ιδιωτικό και δημόσιο βίοèοι διανοούμενοι εγκαθίστανται στην Αθήνα ή είναι Αθηναίοι.
- Αλλαγές στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης: εκτός από γραμματική, μουσική περιλαμβάνει νομικά, πολιτική θεωρία, ρητορική, φιλοσοφία.
- Σημαντική επίδραση της σοφιστικής: σοφιστές= φιλόσοφοι αλλά και δάσκαλοιè δίδασκαν πώς μπορεί κάποιος να γίνει ολοκληρωμένος πολίτης και να διακριθεί στην πόλη.
Σοφιστές
- Αμφισβήτηση των παραδοσιακών αξιών και αντιλήψεων για τη θρησκεία, το δίκαιο, την κοινωνική οργάνωση,
- Αμφισβήτηση των απόλυτων αληθειών του παρελθόντος, έντονος σκεπτικισμός, απόλυτος σχετικισμός.
- Νόμος: ανθρώπινο κατασκεύασμα που δεν είναι απόλυτο, αιώνιο αλλά σχετικό και εξαρτώμενο από τις κοινωνικές συνθήκες.
Τα έργα τους χάθηκαν, οι σοφιστές θεωρήθηκαν απειλή για τις παραδόσεις της Αθήνας και υπεύθυνοι για την κρίση και την ήττα κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο è γνώση των απόψεων των σοφιστών από τον εχθρό της σοφιστικής Πλάτωνα
Πρωταγόρας
- Αγνωστικιστής όσον αφορά τη γνώση των θεών («δεν ξέρω ούτε αν υπάρχουν ούτε αν δεν υπάρχουν»).
- Δισσοί λόγοι: για κάθε θέμα υπάρχουν δύο αντίθετες απόψεις τις οποίες μπορεί κανείς, ανάλογα με τη θέση του, να υποστηρίξει.
- «Πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος». Καμία αλήθεια δεν υπάρχει από μόνη της. Ο άνθρωπος ορίζει το μέτρο των πραγμάτων.
- Η γνώση του ανθρώπου για τα πράγματα είναι σχετική, εξαρτάται από τις συνθήκες. Δεν υπάρχει απόλυτη ουσία, αλήθεια.
Αντίθετα, ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας αναζητούσαν την απόλυτη ουσία των πραγμάτων, την αιώνια απόλυτηαλήθεια που υπάρχει ανεξάρτητα από τον άνθρωπο και τις συνθήκες.
Πρόδικος
Γένεση της θρησκείας: Οι θεοί είναι ανθρώπινα δημιουργήματα και εξελίσσονται όπως εξελίσσεται ο ανθρώπινος πολιτισμός.
Ιππίας
Σύμφωνα με τη φύση (φυσικοί νόμοι), οι άνθρωποι είναι ίσοι. Οι κοινωνικές διακρίσεις οφείλονται στον ανθρώπινο νόμο και όχι στο φυσικό.
Αντιφώντας
Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι στα πλαίσια της πόλης ή της ανθρωπότητας. Οι διακρίσεις οφείλονται στις κοινωνικές συμβάσεις (ανθρώπινος νόμος).
Γοργίας
Ρητορική τέχνη, γοργίεια σχήματα. Σκοπός της ρητορικής είναι να αναδείξει το πιθανό, το εύλογο και να το παρουσιάσει ως αληθινό, αποκλείοντας με επιχειρήματα τις άλλες εκδοχές.
Κριτίας
Ακραίος ολιγαρχικός, ένας από τους τριάκοντα τυράννους. Εκμετάλλευση των ακραίων σοφιστικών διδαγμάτων για να στηρίξει τις ολιγαρχικές θέσεις του.
Η φύση διδάσκει το δίκαιο του ισχυρούèμε αυτό τον τρόπο πρέπει να οργανώσουμε τις κοινωνίες. Δίκαιο είναι το συμφέρον του ισχυρού, ο ισχυρός πρέπει να επιβάλλει το νόμο της φύσης στις ανθρώπινες κοινωνίες.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ – ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
Δ2. Οι φιλοσοφικές ιδέες του Σωκράτη. Διαλεκτική, μαιευτική μέθοδος.
Η αναζήτηση των ορισμών, η επαγωγική μέθοδος και η ηθική.
Σωκράτης: σημάδεψε ανεξίτηλα τη σκέψη και τη φιλοσοφία ολόκληρης της ανθρωπότητας Μαντείο των Δελφών: «Σωκράτης απάντων σοφότατος»
Σωκράτης: «εν οιδα, ότι ουδέν οιδα» èέλεγχος της ορθότητας του χρησμού èδιαπίστωση ότι αυτοί που θεωρούνταν σοφοί δεν ήτανè μίσος των ίδιων, αντιφατικά αισθήματα.
Η σωκρατική αμφισβήτηση
Όχι άθεος, αλλά είρωνας. Προσποίηση άγνοιας.
Ειρωνεία: όπλο της σκέψης, της αναζήτησης της αλήθειας και της φιλοσοφικής έρευνας.
Σοφιστές: αμφισβήτηση èαπόλυτη άρνηση, απόλυτος σχετικισμός.
Σωκράτης: θετική αμφισβήτηση των παραδόσεωνè αναζητά την πρώτη, την απόλυτη αλήθεια, που δεν επηρεάζεται από τις συνθήκες, δεν εξαρτάται από τον άνθρωπο.
Διαλεκτική και μαιευτική
Διαλεκτική, διάλογος: μέσο για τον έλεγχο και την εξαγωγή συμπερασμάτων.
Διατύπωση μιας άποψης από το συνομιλητήè ερωτήσεις Σωκράτηèσταδιακή αναίρεση των θέσεων του συνομιλητή και προσπάθεια να οδηγήσει το συνομιλητή με τη συζήτηση στη γενική αλήθεια, την πρώτη αλήθεια των πραγμάτων.
Μαιευτική μέθοδος: δεν παραθέτει ο ίδιος εκ των προτέρων κάποια θεωρία ή άποψη è προσπάθεια να εξαχθεί η σωκρατική θέση από τον αντίπαλο (μητέρα = μαία).
Ο Σ. υποστηρίζει ότι καμιά φιλοσοφική θεωρία δε γέννησε ο ίδιος
è βοηθάει το συνομιλητή του να γεννήσει μέσα του την αλήθεια.
Πλάτωνας: ο άνθρωπος γνωρίζει την αλήθεια, την Ιδέα è στόχος της φιλοσοφίας να βοηθήσει τον άνθρωπο να την ξαναθυμηθεί, να την επαναφέρει στη μνήμη του.
(αλήθεια = α + λήθη)
Θέματα που απασχόλησαν το Σωκράτη
- Έστρεψε το φιλοσοφικό στοχασμό από τη μελέτη των φυσικών φαινομένων (Ίωνες φιλόσοφοι) σε θέματα ηθικά και πολιτικά, στον άνθρωπο και την κοινωνία του.
- Αναζήτησε ένα σταθερό έδαφος πάνω στο οποίο να καθοριστεί αυστηρά και αμετάκλητα κάθε έννοια καλού, αρετής και σοφίας.
- Αναζήτησε την αρχή κάθε ηθικής έννοιας, δηλαδή το απόλυτο απορρίπτοντας το σχετικό, την ουσία της ηθικής και όχι τα ηθικά φαινόμενα.
Η επαγωγική μέθοδος
Επακτικοί λόγοι: σκοπός η εξαγωγή καθολικών ορισμών, «το ορίζεσθαι καθόλου».
Παραδείγματα è εξαγωγή καθολικών συμπερασμάτων è απόλυτη γνώση του θέματος èγνώση της αλήθειας του καλού και του κακού, του δικαίου και της αδίκίας
Η λογική σκέψη και όχι οι αισθήσεις είναι ο μοναδικός οδηγός προς την αλήθεια προς το καθολικό και το αιώνιο.
Δ3. Η δίκη και ο θάνατος του Σωκράτη
Οι κατήγοροι του Σωκράτη: Μέλητος (ποιητής), Άνυτος (βυρσοδέψης, πολιτικός, στρατηγός) και Λύκων (ρήτορας).
Οι κατηγορίες
1η: Είναι άθεος, δεν θεωρεί θεούς αυτούς που η πόλη θεωρεί και εισάγει νέους θεούς («καινά δαιμόνια») διαφορετικούς.
2η: Διαφθείρει τους νέους.
Αξιολόγηση της πρώτης κατηγορίας
Ο Σωκράτης δεν μπορούσε να κατηγορηθεί για αθεΐα, γιατί:
- Η αρχαία ελληνική η θρησκεία δεν είχε ιερό βιβλίο ούτε δόγμα ούτε ιερατείο. Ιερείς εκλέγονταν κάποιοι πολίτες με τον ίδιο τρόπο που εκλέγονταν και στα άλλα αξιώματα της πόλης (εξαίρεση: Ελευσίνια μυστήρια).
- Ήταν αδύνατο να κατηγορηθεί για αθεΐα όποιος μετείχε στις μεγάλες θρησκευτικές τελετές. Η συνήθης κατηγορία ήταν για ασέβεια, δηλαδή για μη συμμετοχή ή υπονόμευση της αξίας των τελετών.
Αξιολόγηση της δεύτερης κατηγορίας
Η δεύτερη κατηγορία είχε σχέση περισσότερο με την πραγματικότητα:
- Πολλοί μαθητές του Σωκράτη γοητεύονταν από τον τρόπο με τον οποίο ξεσκέπαζε την ψεύτικη σοφία των σοφιστών και των δημαγωγών è ασκούσε μεγάλη γοητεία στη νεολαία και οι απειλούμενοι από το Σωκράτη θεωρούσαν αυτό «διαφθορά».
- Πολλοί νέοι που ανήκαν στον κύκλο του Σωκράτη πήραν ενεργό μέρος στην πολιτική και έπαιξαν αρνητικό ρόλο σε μια καταστροφική για την Αθήνα εποχή (Αλκιβιάδης).
- Πολλοί φίλοι του Σωκράτη τάχθηκαν με την ακραία μερίδα των ολιγαρχιών και στήριξαν το πραξικόπημα των τριάκοντα τυράννων (Κριτίας, Χαρμίδης).
- Οι θεωρίες του δασκάλου θεωρήθηκε ότι ήταν υπεύθυνες για την κακή κατάληξη των μαθητών του.
Η απόφαση του δικαστηρίου
Καταδίκη του Σωκράτη από το δικαστήριο της Ηλιαίας με 289 έναντι 220 ψήφους.
Η ποινή: θάνατος
Σωκρατική ειρωνεία: περιφρόνηση προς το δικαστήριο και το θάνατο, πρότεινε να τιμηθεί με σίτιση στο Πρυτανείο και να πληρώσει πρόστιμο μιας μνας.
Η θανάτωση
Παρέμεινε ένα μήνα στο δεσμωτήριο (Δήλια, «θεωρία» των Αθηναίων, απαγόρευση εκτελέσεων μέχρι να γυρίσει από τη Δήλο η Πάραλος).
Αντιστάθηκε στις προσπάθειες των φίλων του να τον πείσουν να αποδράσει.
Πίστευε ότι το γεγονός ότι αδικήθηκε από τους συμπολίτες του δεν αποτελούσε δικαιολογία για να διαπράξει αδικία εναντίον των νόμων της πόλης èκώνειο
E1. O βίος του Πλάτωνα
Αριστοκρατική καταγωγή. Γεν. 428/429
Γονείς: Αρίστωνας, Περικτιόνη
Κριτίας, Χαρμίδης: συγγενείς της μητέρας, συνδέθηκαν με τους τριάκοντα.
7η επιστολή: πηγή πληροφοριών για τη ζωή του Πλάτωνα, αυτοβιογραφία.
Η επαφή του με την τέχνη: μουσική και γυμναστική παιδεία, ασχολήθηκε νέος με την τραγική ποίηση
Πολιτική: Νέος: ενδιαφέρον, όμως αργότερα ανάμειξη συγγενών του στους τριάκοντα, καταδίκη του Σωκράτηèαπομάκρυνση από την πολιτική.
Μετά το θάνατο του Σωκράτη: Μέγαρα, στο φιλόσοφο Ευκλείδη.
Πρώιμοι διάλογοι: πρώτη δεκαετία μετά το θάνατο του Σωκράτη.
Τα ταξίδια του Πλάτωνα και η σικελική εμπειρία
Κάτω Ιταλία, Σικελία. Πληροφορίες για επίσκεψη στην Αίγυπτο και την Κυρήνη: θρύλοι (αναφορές στη σοφία της Αιγύπτου, μυστήριο αιγυπτιακών ιερατείων)
1ο ταξίδι στη Σικελία:
Επαφή με τον Πυθαγορισμό, Αρχύτας ο Ταραντίνος,
Γνωριμία με το Διονύσιο Ι, τύραννο των Συρακουσών και το Δίωνα
Πρόθεση του Πλάτωνα: να διδάξει τη φιλοσοφία και την πολιτική αρετή στο Διονύσιο èεκδιώχθηκε και κινδύνεψε (Αίγινα).
2ο ταξίδι:
Φιλία με Δίωνα: κίνδυνοι, απογοητεύσεις
Διονύσιος ΙΙ è πρόθυμος να δεχθεί τα φιλοσοφικά του διδάγματα
Στόχος: να μεταμορφώσει το Διονύσιο σε φιλόσοφο – βασιλέα: πραγμάτωση της πολιτικής του θεωρίας (Πολιτεία)
3ο ταξίδι
Εμπλοκή διαφόρων Ακαδημεικών στην εμφύλια διαμάχη Δίωνα-Διονυσίου.
Η ίδρυση της Ακαδημίας.
Μετά το πρώτο ταξίδι: Αττική, Δίπυλο, ίδρυση σχολής Πλάτωνα
Ακαδημία: θα λειτουργήσει για εννέα αιώνες, Ιουστινιανός è κλείσιμο σχολής.
Περιοχή Ακαδήμεια, αρχαίο γυμναστήριο, ήρωας Ακάδημος ή Εκάδημος
1930: αποκάλυψη γυμναστηρίου
Μαθήματα παρόμοια με αυτά που ορίζει στην πολιτεία του ο Πλάτωνας ως ιδανική παιδεία των φυλάκων.
Μαθηματικά και διδασκαλία της διαλεκτικής
«μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω»
Μαθητές του Πλάτωνα: Αριστοτέλης, Σπεύσιπος, Ξενοκράτης, Φίλιππος από τον Οπούντα.
Β. Η φιλοσοφική σημασία του διαλόγου.
Θέματα του διαλόγου
1ο: ποιά είναι η φύση της αρετής;
2ο: ποιός μπορεί να διδάξει την αρετή; είναι κατάλληλοι οι σοφιστές, για να αναλάβουν τη διδασκαλία της αρετής;
Τα δύο θέματα δε διαχωρίζονται για το Σωκράτη και τον Πλάτωνα.
Στο έργο αντιπαρατίθενται όχι μόνο οι απόψεις περί αρετής (1ο θέμα) αλλά και οι μέθοδοι για την προσέγγιση της αλήθειας (2ο θέμα).
Το θέμα του εάν η αρετή είναι διδακτή διαπερνά εμμέσως όλο το διάλογο.
Μέθοδοι που ακολουθεί κάθε συνομιλητής
Α. Η μέθοδος του Σωκράτη: διαλεκτική
- με τις ερωτήσεις προσπαθεί να διευκρινίσει και να ορίσει με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια κάθε επιμέρους θέμα και όρο èαπόλυτη γνώση και κατανόηση του πράγματος.
Β. Οι μέθοδοι του Πρωταγόρα: μύθος, διάλεξη και σχολιασμός ποιητικών κειμένων
1η : Ο μύθος: αφήγηση που έχει ποιητικό χαρακτήρα, είτε προέρχεται από την παράδοση και το θρύλο είτε πρόκειται για κατασκευή κάποιου διανοητή.
Ποιητικός και συμβολικός χαρακτήρας του μύθουè δεν μπορεί να οδηγήσει στη φιλοσοφική και επιστημονική γνώση.
Πλάτωνας: χρησιμοποίησε το μύθο, για να συμπληρώσει μια αυστηρή φιλοσοφική απόδειξη, όχι όμως ως αυτόνομο τρόπο, για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στη γνώση.
2η : Η διάλεξη: Ο Πλάτωνας ειρωνεύεται αυτή τη μέθοδο.
Σωκράτης: κακή μνήμη, είναι αδύνατο να συγκρατεί όλες τις λεπτομέρειες.
Διάλεξη: μέθοδος πειθούς (κατάλληλη για πολιτικές συνελεύσεις), όχι μέθοδος προσέγγισης και κατάκτησης της αλήθειας.
3η : Σχολιασμός των ποιητικών κειμένων
Αρχαίοι Έλληνες: συνήθιζαν να αναφέρουν είτε τον Όμηρο ή άλλους ποιητές ως αυθεντίες.
Σοφιστές: ασχολήθηκαν με τις ανθρωπιστικές επιστήμες, πρωτοπόροι της λογοτεχνικής ανάλυσης, της φιλολογίας και κυρίως της γλωσσολογίας.
Σωκράτης: καχυποψία απέναντι στο γραπτό λόγο. Το γραπτό είναι βουβό.
Πλάτωνας: επιδιώκει να καταδείξει τις περιορισμένες δυνατότητες της σοφιστικής και να αναδείξει τη διαλεκτικήμόνη μέθοδο ικανή να οδηγήσει στην αλήθεια. του Σωκράτη ως
Το θέμα (η φύση της αρετής) μένει μετέωρο, χωρίς κάποιο οριστικό συμπέρασμα
Πρωταγόρας: αρνείται την ύπαρξη του απόλυτου και ασπάζεται τη σχετικότητα.
Σωκράτης: αναζητά μια απόλυτη αλήθεια, γενική και καθολική.
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/251
Νοέ 12 2010
ΠΛΑΤΩΝΑ “ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ”-ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Μτφρ. Η.Σ. Σπυρόπουλος. 1992. Πλάτωνος Πρωταγόρας. Εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση, ερμηνευτικά σχόλια. 4η έκδ. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη).
Ήταν κάποτε μια εποχή, που υπήρχαν θεοί, αλλά δεν υπήρχαν ζώα καμιάς ράτσας πάνω στη γη. Και όταν ήρθε η ώρα που όρισε και γι αυτά η μοίρα να ‘ρθουν στον κόσμο, τα πλάθουν οι θεοί μέσα στη γη από ένα μείγμα που έκαναν από χώμα και φωτιά και απ’ ό,τι μπορεί να ενωθεί με χώμα και φωτιά. Λοιπόν, την ώρα που ήταν να τ’ ανεβάσουν στο φως του ήλιου, έδωσαν εντολή στον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα φροντίσουν και να τους μοιράσουν αξιοσύνες, τέτοιες που να ταιριάζουν στο καθένα τους. Τότε ο Επιμηθέας ζητά από τον Προμηθέα τη χάρη, μόνος του να κάμει τη μοιρασιά: «Κάνω εγώ τη μοιρασιά, του είπε, κι εσύ έρχεσαι μετά και κάνεις επιθεώρηση». Μ’ αυτά τον πείθει, και κάνει αυτός τη μοιρασιά. Αρχίζει λοιπόν αυτός τη μοιρασιά, και σε μερικά έδινε δύναμη, όχι όμως και γρηγοράδα, ενώ τα πιο αδύνατα τα εφοδίαζε με γρηγοράδα· σ’ άλλα έδινε όπλα, για όσα όμως άφηνε χωρίς αρματωσιά σοφιζόταν κάποια άλλη ικανότητα, για να κρατιούνται στη ζωή. Δηλαδή αυτά που τα έκλεισε μέσα σε μικρό σώμα, τους χάριζε γοργά φτερά ή υπόγεια κατοικία· όσα πάλι τα προίκιζε με μεγάλο σώμα, σ’ αυτό το ίδιο εμπιστεύθηκε να τα διαφεντεύει· και τις άλλες χάρες τις μοίραζε κρατώντας αυτό το δίκαιο μέτρο. Και αν τα σοφιζόταν ολ’ αυτά, ήταν γιατί είχε την έγνοια μήπως καμιά ράτσα χαθεί από το πρόσωπο της γης. Ύστερα, αφού τα εφοδίασε μ’ όσα χρειάζονταν, για να μην αφανίσουν το ένα το άλλο, σοφιζόταν τρόπους να τα προστατέψει από τις αλλαγές του καιρού ―που είναι στο χέρι του Δία― ντύνοντάς τα με πυκνό τρίχωμα και χοντρές προβιές, που να μπορούν να τα φυλάξουν από το κρύο, μα μπορούν κι από τη ζέστη· κι όταν ήταν να πάνε για ύπνο, φρόντισε πάλι το καθένα τους να έχει σκεπάσματα ταιριαστά και δοσμένα από τη φύση· και τα παπούτσωσε άλλα με οπλές, άλλα με δέρματα χοντρά και χωρίς αίμα. Νοιάστηκε ακόμη το καθένα τους να βρίσκει διαφορετική τροφή, άλλο χόρτα της γης, άλλο καρπούς δέντρων κι άλλο ρίζες· μάλιστα σε μερικά έδωσε για τροφή τη σάρκα άλλων ζώων· τα ‘φερε έτσι, ώστε αυτά τα τελευταία να γεννούν από ένα δυο, τα θύματά τους όμως να γεννοβολούν πολλά μικρά ― αυτόν τον τρόπο βρήκε για να σωθεί η ράτσα τους. Που λες, ο Επιμηθέας βέβαια δεν ήταν και πολύ σοφός· έτσι δεν πήρε είδηση πως ξόδεψε όλες τις χάρες στα άλογα ζώα· του έμενε ωστόσο αφρόντιστη ακόμα η ράτσα των ανθρώπων ― και δεν ήξερε τι να κάνει. Την ώρα που εκείνος καθόταν με τα χέρια σταυρωμένα, έρχεται ο Προμηθέας για να επιθεωρήσει τη μοιρασιά. Και βλέπει τα άλλα ζώα εφοδιασμένα με όλα κι όπως τους ταίριαζε, τον άνθρωπο όμως γυμνό και ξυπόλυτο, δίχως σκεπάσματα και αρματωσιά· είχε φτάσει κιόλας η μέρα που όρισε η μοίρα να βγει κι ο άνθρωπος από τη γη στο φως του ήλιου. Τότε, καθώς έζωνε τον Προμηθέα η δυσκολία, ποιον τρόπο να βρει για να κρατηθεί ο άνθρωπος στη ζωή, του ήρθε στο νου να κλέψει του Ηφαίστου και της Αθηνάς την τεχνική γνώση μαζί και τη φωτιά ―γιατί δίχως φωτιά η τέχνη αυτή δεν μπορεί να γίνει κτήμα κανενός ούτε να του σταθεί χρήσιμη― και έτσι την κάνει δώρο στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος λοιπόν μ’ αυτόν τον τρόπο πήρε στα χέρια του την τέχνη που τον βοηθά για να ζήσει, αλλά του έλειπε η άλλη τέχνη, η πολιτική· γιατί αυτή βρισκόταν δίπλα στον θρόνο του Δία. Όμως ο Προμηθέας δεν είχε πια καιρό να μπει στην ακρόπολη του Δία ― ας μην ξεχνάμε ότι ο Δίας είχε φοβερούς καστροφύλακες. Μπήκε όμως κρυφά στο συνεταιρικό εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου, που μέσα εκεί δούλευαν ―με τι μεράκι!― τις τέχνες τους· κλέβει λοιπόν και του Ηφαίστου την τέχνη, που δουλεύει με τη φωτιά, και τις υπόλοιπες τέχνες, που είναι της Αθηνάς, και τις δίνει στον άνθρωπο. Και έτσι ο άνθρωπος απόχτησε εφόδια για να ζήσει, ο Προμηθέας όμως, όπως λεν, εξαιτίας του Επιμηθέα σε λίγο δικάστηκε για κλοπή.
Λοιπόν, μια και ο άνθρωπος πήρε κι αυτός μερίδιο από τον κλήρο των θεών, πρώτα πρώτα αυτός μόνο απ’ όλα τα ζωντανά, σαν συγγενής των θεών βέβαια, πίστεψε σε θεούς και άρχισε να χτίζει βωμούς και αγάλματα των θεών· κατόπι, με την αξιοσύνη του γρήγορα σχημάτισε γλώσσα και λέξεις, συνταιριάζοντας τις συλλαβές, και βρήκε και κατοικίες και ρούχα και υποδήματα και στρώματα και τις τροφές που δίνει η γη. Μ’ αυτά λοιπόν τα εφόδια οι άνθρωποι τον πρώτο καιρό ζούσαν σκόρπιοι, πολιτείες όμως δεν υπήρχαν. Έτσι τους αφάνιζαν τα θηρία, γιατί, σ’ όλα τα σημεία ήταν πιο δυνατά απ’ αυτούς· κι η βιοτεχνία τους τούς βοηθούσε βέβαια σ’ ό,τι χρειάζονταν για να βρουν την τροφή τους, όμως δεν μπορούσε να τους σώσει στον πόλεμο με τα θηρία· κι αιτία ήταν που δεν κάτεχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, που ένα μέρος της είναι η τέχνη του πολέμου· τότε ένιωσαν την ανάγκη να συγκεντρώνονται και να χτίζουν πολιτείες, για να σωθούν. Όμως, όποτε συγκεντρώνονταν, αδικούσε ο ένας τον άλλο, μια και δεν είχαν την πολιτική τέχνη, κι έτσι πάλι σκορπίζονταν και τους έτρωγαν τα θηρία.
Τότε ο Δίας ανησύχησε μήπως χαθεί η ράτσα μας από το πρόσωπο της γης και στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να δημιουργηθούν μονιασμένες πολιτείες και δεσμοί που να δένουν με φιλία τους ανθρώπους. Όμως ρωτά ο Ερμής τον Δία με ποιον τρόπο τέλος πάντων να δώσει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη: «Με ποιο τρόπο, όπως έχουν μοιραστεί τα επαγγέλματα, έτσι να τις μοιράσω κι αυτές; Ξέρεις πώς έχουν μοιραστή εκείνα: ένας γιατρός εξυπηρετεί πολύν κόσμο, το ίδιο και οι άλλοι τεχνίτες. Με τον ίδιο τρόπο να βάλω στους ανθρώπους και τη δικαιοσύνη και την αιδώ, ή να τις μοιράσω σ’ όλους;». «Σε όλους, είπε ο Δίας, και ο καθένας να έχει το μερίδιό του· γιατί πώς θα σταθούν πολιτείες, αν ―όπως έγινε με τα άλλα επαγγέλματα― λίγοι έχουν μερίδιο απ’ αυτές; Και βάλε ένα νόμο με τη σφραγίδα μου: όποιος είναι ανίκανος να κρατήσει το μερίδιό του στην αιδώ και τη δικαιοσύνη, να τον σκοτώνουν, γιατί είναι πανούκλα της πολιτείας.»
Να λοιπόν, Σωκράτη, πώς και γιατί και οι άλλοι και οι Αθηναίοι, όταν γίνεται συζήτηση για θέμα που χρειάζεται αξιοσύνη αρχιτέκτονα ή κάποιου άλλου τεχνίτη, νομίζουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύουν· κι αν πάει να δώσει συμβουλή κάποιος έξω απ’ αυτούς τους λίγους, χαλούν τον κόσμο, όπως λες ― με το δίκιο τους, νομίζω. Όταν όμως είναι να δώσουν γνώμη για θέμα που χρειάζεται πολιτικήν αξιοσύνη, και που πρέπει απ’ την αρχή ως το τέλος να το πραγματευθούν με δικαιοσύνη και σωφροσύνη, δίνουν το ελεύτερο να μιλήσει ο καθένας, και μ’ όλο τους το δίκαιο· γιατί όλοι πρέπει να ‘χουν το μερίδιό τους σ’ αυτή την αρετή· αλλιώς δεν στέκονται οι πολιτείες. Αυτή είναι η αιτία για ό,τι συμβαίνει, Σωκράτη. Και, για να μη σου μπει στο μυαλό ότι σ’ εξαπάτησα λέγοντας πως όλοι πιστεύουν πραγματικά ότι ο κάθε άνθρωπος έχει μερίδιο στη δικαιοσύνη και γενικά σε κάθε πολιτικήν αρετή, άκουσε αυτή την καινούρια απόδειξη. Δηλαδή στ’ άλλα χαρίσματα ―κατά τα λεγόμενά σου― αν κάποιος λόγου χάρη καμαρώνει ότι είναι καλός στο παίξιμο του αυλού ή σε κάθε άλλη τέχνη, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι, οι άλλοι ή τον παίρνουν στο ψιλό ή θυμώνουν, και οι συγγενείς του τον παίρνουν κατά μέρος και τον συμβουλεύουν, σαν να είναι τρελός. Το αντίθετο όμως συμβαίνει με τη δικαιοσύνη και τις άλλες πολιτικές αρετές: πες ότι ξέρουν πως κάποιος είναι άδικος·ε, μολοντούτο, αν αυτός λέει την αλήθεια για το άτομό του μπροστά σ’ όλον τον κόσμο, αυτό το οποίο στην προηγούμενη περίπτωση το θεωρούσαν φρονιμάδα ―το να λέει κανείς την αλήθεια― τώρα το θεωρούν τρέλα· και λένε ότι όλοι πρέπει να ισχυρίζονται πως είναι δίκαιοι ―είναι δεν είναι― διαφορετικά, ότι είναι τρελός αυτός που δεν παριστάνει τον δίκαιο. Τόσο πολύ είναι απαραίτητο όλοι χωρίς εξαίρεση να έχουν με κάποιο τρόπο το μερίδιό τους σ’ αυτήν ή, στην αντίθετη περίπτωση, ν’ αποκλειστούν από την κοινωνία.
Λοιπόν, πάνω στο ότι οι Αθηναίοι δέχονται με τον πιο φυσικό τρόπο να τους συμβουλεύει ο καθένας για πράγματα που έχουν σχέση μ’ αυτήν την αρετή, επειδή πιστεύουν ότι όλοι έχουν το μερίδιό τους σ’ αυτήν, αυτά είχα να πω. Στη συνέχεια θα προσπαθήσω να αποδείξω τούτο: ότι δηλαδή πιστεύουν πως αυτήν δεν μας την δίνει η φύση ή η τύχη, αλλά μπορεί να διδαχτεί και να γίνει κτήμα ύστερ’ από φροντίδες, σ’ όποιον την κάνει κτήμα του. Γιατί, για όσα ελαττώματα πιστεύουν οι άνθρωποι ότι οι όμοιοί τους τα έχουν από τη φύση ή από την τύχη, κανένας δεν θυμώνει ούτε τους δίνει συμβουλές ή μαθήματα, ούτε τιμωρεί αυτούς πού τα έχουν, για να πάψουν να είναι τέτοιοι, αλλά τους συμπονούν· έτσι, ποιος είναι τόσο άμυαλος, ώστε να τολμήσει να κάμει κάτι τέτοιο στους άσχημους, τους κοντούληδες ή τους αρρωστιάρηδες; Επειδή βέβαια ξέρουν, νομίζω, ότι η φύση ή η τύχη δίνουν στους ανθρώπους τα χαρίσματα και τ’ αντίθετά τους. Αν όμως κάποιος δεν έχει τα προτερήματα, που κατά την κοινή αντίληψη οι άνθρωποι τα αποχτούν με φροντίδα και άσκηση και διδασκαλία, αλλά έχει τα αντίθετά τους ελαττώματα, σ’ αυτή την περίπτωση έχουμε θυμούς, τιμωρίες και συμβουλές. Σ’ αυτά τα τελευταία ελαττώματα ανήκουν η αδικία και η ασέβεια, και με δυο λόγια καθετί το αντίθετο με την πολιτική αρετή. Λοιπόν σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο καθένας θυμώνει με τον άλλον ή του δίνει συμβουλές, ολοφάνερα επειδή έχει τη γνώμη ότι η αρετή μπορεί να γίνει κτήμα με φροντίδα και διδασκαλία. Γιατί, αν θέλεις να σκεφτείς ποια σημασία μπορεί να έχει η τιμωρία των αδικητών, Σωκράτη, η καθημερινή ζωή θα σου δείξει ότι οι άνθρωποι πιστεύουν πως η αρετή μπορεί να μεταδοθεί. Γιατί ποιος τιμωρεί τους αδικητές, στρέφοντας τη σκέψη του σ’ αυτό, κι αυτό έχοντας κίνητρο: το ότι έκαμαν το αδίκημα; (μη λογαριάζεις εκείνον που τιμωρεί ασυλλόγιστα, σαν θηρίο). Αντίθετα, εκείνος που έχει έγνοια να τιμωρήσει μυαλωμένα, δεν τιμωρεί για το αδίκημα που έγινε και πάει ―γιατί ό,τι έγινε δεν ξεγίνεται― αλλά προνοώντας για το μέλλον, για να μην αδικήσει άλλη φορά ούτε ο ίδιος ο αδικητής ούτε άλλος κανείς από όσους είδαν την τιμωρία του· με το να σκέφτεται λοιπόν έτσι, σκέφτεται ότι η αρετή μπορεί να διδαχτεί· όπως και να ‘χει, σκοπός της τιμωρίας είναι η φοβέρα. Άρα όλοι, όσοι τιμωρούν και στη δημόσια και στην ιδιωτική ζωή, αυτή τη γνώμη έχουν. Έτσι και οι άλλοι άνθρωποι και πρώτοι απ’ όλους οι Αθηναίοι, οι συμπολίτες σου, τιμωρούν αυτούς που νομίζουν ότι κάνουν αδικήματα, και για να βρει το δίκιο του ο αδικημένος και για να πλήρωσει ο αδικητής. Απ’ αυτό βγαίνει ότι οι Αθηναίοι είναι απ’ εκείνους που πιστεύουν ότι η αρετή μπορεί και να διδαχτεί και να μεταδοθεί. Τώρα μου φαίνεται πως σου δόθηκε ικανοποιητική απόδειξη, Σωκράτη, ότι καλά κάνουν οι συμπολίτες σου και αφήνουν να τους δίνει συμβουλές πάνω σε θέματα της πολιτείας και ο χαλκιάς και ο τσαγκάρης, και ότι πιστεύουν πως η αρετή μπορεί να διδαχτεί και να μεταδοθεί.
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/249
Νοέ 11 2010
Μετάφραση του “Επιτάφιου” του Περικλή [Κεφάλαια 35- 45]
35. «Οι περισσότεροι απ όσους έχουν μιλήσει ως τώρα απ αυτό το βήμα επαινούν τον νομοθέτη που συμπλήρωσε τη συνηθισμένη τελετή μ’ αυτό τον λόγο, με τη σκέψη ότι είναι ωραίο να εκφωνείται πάνω στον τάφο των νεκρών του πολέμου. Εγώ όμως θα ήμουν της γνώμης πως είναι αρκετό, για άντρες που αποδείχτηκαν γενναίοι με έργα, με έργα να τους αποδίδονται τιμές, σαν κι αυτές που βλέπετε να συνοδεύουν αυτή την ταφή, κι όχι να κρέμεται η αναγνώριση του ηρωισμού πολλών από έναν άντρα, που ο λόγος του μπορεί να είναι ωραίος, μπορεί και κατώτερος. Γιατί είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς μ επιτυχία, εκεί που με κόπο εξασφαλίζεται η εντύπωση ότι λέει την αλήθεια. Κι αυτό, γιατί ο ακροατής που ξέρει καλά τα γεγονότα και τ’ ακούει μ’ ευνοϊκή διάθεση, ίσως θα σχημάτιζε τη γνώμη ότι τα λεγόμενα είναι κάπως κατώτερα, σε σύγκριση μ’ αυτά που και θέλει ν’ ακούει και τα ξέρει καλά’ όμως, αυτός που δεν τα γνώρισε, θα σχημάτιζε τη γνώμη πως πρόκειται για υπερβολές, επειδή νιώθει φθόνο, αν τυχόν ακούσει κάτι που ξεπερνά τη δική του δύναμη. Γιατί μόνο ως εκείνο το σημείο ανέχεται ο άνθρωπος ν’ ακούει επαίνους που λέγονται για άλλους, ως εκεί που κι ο καθείς πιστεύει ότι είναι ικανός να κατορθώσει κάτι απ όσα άκουσε’ όμως, για καθετί που ξεπερνά τη δύναμη του, κυριεύεται απ’ την πρώτη στιγμή από φθόνο, κι έτσι δεν δίνει πίστη. Αλλά, επειδή οι παλιότεροι δοκίμασαν στην πράξη το έθιμο χι έκριναν ότι έχει καλώς, έχω κι εγώ την υποχρέωση να συμμορφωθώ με τον νόμο και ν’ ανταποκριθώ όσο γίνεται πιο πολύ στην επιθυμία και τις πεποιθήσεις του καθενός σας.
36. Θα μιλήσω πρώτα για τους προγόνους μας. Γιατί είναι δίκαιο, αλλά συγχρόνως και πρέπον, σε μια τέτοια περίσταση, όπως η σημερινή, να τους απονέμεται η τιμή αυτή να μνημονεύονται πρώτοι. Γιατί την χώρα αυτή, οι ίδιοι πάντα κατοικώντας από γενεά σε γενεά μέχρι των ημερών μας, χάρις στην ανδρεία τους μας την παράδωσαν ελεύθερη. Και εκείνοι λοιπόν είναι άξιοι επαίνου αλλά ακόμη περισσότερο οι πατέρες μας. Γιατί, μαζί με όσα κληρονόμησαν, αφού απέκτησαν όση εξουσία έχουμε με πολλούς κόπους τη κληροδότησαν σε μας τους σημερινούς. Τους περισσότερους τομείς εμείς οι ίδιοι που είμαστε συγκεντρωμένοι εδώ, οι οποίοι βρισκόμαστε ακόμη σε αυτήν ακριβώς την ηλικία μας, αυξήσαμε και προετοιμάσαμε την πόλη μας με όλα τα πράγματα, ώστε και για πόλεμο και για ειρήνη να είναι αυταρκέστατη. Από όλα δε αυτά εγώ όσα αναφέρονται σε πολεμικά κατορθώματα, με τα οποία έγινε η κάθε μια κατάκτηση, ή αφορούν τον τρόπο, με τον οποίο αποκρούσαμε πρόθυμα, είτε εμείς είτε οι πρόγονοί μας, κάποιον βάρβαρο ή Έλληνα επιτιθέμενο εχθρό, θα τα παραλείψω, γιατί δεν επιθυμώ να απεραντολογώ ενώπιον ανθρώπων, οι οποίοι τα γνωρίζουν. Αλλά με ποιον τρόπο φθάσαμε στο σημείο αυτό της δύναμης που είμαστε σήμερα, και με ποια μορφή πολιτεύματος και με ποιες συνήθειες έγινε μεγάλη η δύναμή μας, όλα αυτά θα αναπτύξω πρώτα, και έπειτα θα προχωρήσω στο εγκώμιο αυτών εδώ των νεκρών, γιατί νομίζω ότι δεν είναι ανάρμοστο να λεχθούν αυτά και για την παρούσα περίσταση, και δεν είναι ανώφελο να τα ακούσουν όλοι οι παρευρισκόμενοι, αστοί και ξένοι.
37. Έχουμε δηλαδή πολίτευμα, το οποίο δεν αντιγράφει τους νόμους άλλων, μάλλον δε εμείς οι ίδιοι είμαστε υπόδειγμα σε μερικούς παρά μιμούμαστε άλλους. Και ονομάζεται μεν δημοκρατία, γιατί η διοίκηση είναι στα χέρια των πολλών και όχι των ολίγων. Όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα έναντι δε των νόμων στις ιδιωτικές τους διαφορές, ενώ ως προς την θέση τους στον δημόσιο βίο κάθε ένας, ανάλογα με την επίδοση σε κάποιο τομέα, προτιμάται για ένα από τα δημόσια αξιώματα, και όχι από την πολιτική του παράταξη όσο από την αρετή του, ούτε εξαιτίας της φτώχειας, ενώ έχει την ικανότητα να παράσχει κάποια υπηρεσία στην πατρίδα του, εμποδίζεται από το γεγονός ότι είναι άγνωστος. Ζούμε ελεύθερα, και ως πολίτες στον δημόσιο βίο και ως άτομα στον ιδιωτικό, στις επιδιώξεις μας της καθημερινής ζωής, κατά τις οποίες δεν κοιτάμε ο ένας στον άλλον με καχυποψία, δεν θυμώνουμε με τον γείτονά μας, όταν κάνει σύμφωνα με την ευχαρίστησή του, ούτε παίρνουμε μια φυσιογνωμία σκυθρωπή, η οποία μπορεί να μην βλάπτει τον άλλο, πάντως όμως είναι δυσάρεστη. Ενώ δε στην ιδιωτική μας ζωή συναναστρεφόμαστε χωρίς να ενοχλεί ο ένας τον άλλον, στην δημόσιά μας ζωή από σεβασμό προ πάντων δεν παραβαίνουμε τους νόμους, υπακούμε σε όσους κάθε φορά έχουν τα αξιώματα και στους νόμους, και περισσότερο σε εκείνους από τους νόμους, που έχουν θεσπιστεί για ωφέλεια των αδικούμενων, και σε άλλους, οι οποίοι αν και άγραφοι, η παράβασή τους φέρνει πανθομολογούμενη ντροπή.
38. Αλλά και για το πνεύμα μας έχουμε εφεύρει πολλούς τρόπους να το ανακουφίζουμε από τους κόπους, με γιορταστικούς αγώνες και θυσίες, που έχουμε καθιερώσει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, και με ευπρεπή ιδιωτικά οικήματα, η ευχαρίστηση που καθημερινά απολαμβάνουμε από όλα αυτά, διώχνει την μελαγχολία. Εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των κατοίκων της πόλης μας εισάγονται σε αυτήν προϊόντα όλου του κόσμου, και συμβαίνει να απολαμβάνουμε έτσι τα προϊόντα των άλλων χωρών με όση οικειότητα καταναλώνουμε τα δικά μας.
39. Υπερέχουμε δε από τους αντιπάλους μας και στην πολεμική προετοιμασία κατά τα εξής: Την πόλη μας την παρέχουμε ανοιχτή, και ποτέ δεν αποκλείουμε κανέναν διώχνοντας τους ξένους από οποιοδήποτε μάθημα ή θέαμα, από το οποίο, αν δεν το κρατήσουμε μυστικό και το δει κανείς από τους εχθρούς μας, είναι δυνατόν να ωφεληθεί, γιατί πιστεύουμε όχι τόσο στις προετοιμασίες και τα στρατηγήματα όσο στην έμφυτη γενναιότητά μας στα έργα. Στο ζήτημα δε πάλι της αγωγής, ενώ εκείνοι υποβάλλονται από την νεαρή τους ηλικία σε επίπονη άσκηση, με την οποία επιδιώκουν να γίνουν γενναίοι, εμείς ζούμε με όλες τις ανέσεις και όμως είμαστε εξ ίσου πρόθυμοι να αντιμετωπίσουμε τους ίδιους μεγάλους κινδύνους. Και η απόδειξη: ενώ οι Λακεδαιμόνιοι εκστρατεύουν με όλους τους συμμάχους τους κατά της χώρας μας και ποτέ μόνοι, εμείς εισβάλλουμε κατά των άλλων εντελώς μόνοι, και τις περισσότερες φορές νικάμε χωρίς δυσκολία τους αντιπάλους μας, αν και εκείνοι μάχονται για την πατρίδα τους, εμείς δε είμαστε σε ξένο έδαφος. Και κανείς από τους εχθρούς μας δεν αντιμετώπισε μέχρι σήμερα τις δυνάμεις μας ενωμένες, γιατί από τη μία φροντίζουμε ταυτόχρονα για το ναυτικό μας, και από την άλλη στέλνουμε τις δυνάμεις μας σε πολλά σημεία της γης. Αν δε κάπου με μέρος μόνο της δύναμής μας συμπλακούν οι εχθροί μας, τότε, αν νικήσουν, καυχώνται ότι μας νίκησαν όλους, αν νικηθούν, διακηρύσσουν ότι νικήθηκαν από όλους. Και βέβαια, αν εμείς αντιμετωπίζουμε με πολλή προθυμία τους κινδύνους, περισσότερο με μια αφροντισιά και άνεση παρά μετά από επίπονη άσκηση, και με ανδρεία που οφείλεται όχι τόσο στην επιβολή των νόμων όσο στην φυσική μας ευψυχία, έχουμε το πλεονέκτημα ότι δεν κουραζόμαστε προκαταβολικά για δεινά, που ανήκουν ακόμα στο μέλλον, και, όταν φθάσουμε στα δεινά αυτά, ότι αποδεικνυόμαστε ότι δεν είμαστε λιγότερο τολμηροί από εκείνους που μοχθούν συνεχώς. Δεν είναι η πόλη μας άξια μόνο σε αυτά αλλά και σε πολλά ακόμη.
40. Γιατί αγαπούμε το ωραίο με απλότητα, και αγαπούμε τη σοφία χωρίς μαλθακότητα. Μεταχειριζόμαστε τον πλούτο περισσότερο σαν μια ευκαιρία έργων παρά σαν αφορμή κομπορρημοσύνης, το να ομολογεί δε κανείς την φτώχεια του δεν είναι ντροπή, είναι όμως αισχρότερο να μην προσπαθεί να την αποφύγει με την εργασία. Επί πλέον, οι ίδιοι εμείς είμαστε σε θέση να φροντίζουμε ταυτόχρονα για τις ιδιωτικές μας υποθέσεις και για τις υποθέσεις της πόλης μας, και ενώ ασχολούμαστε με διαφορετικά επαγγέλματα κατέχουμε καλά τα πολιτικά ζητήματα. Γιατί είμαστε ο μόνος λαός που αυτόν που δε μετέχει στα κοινά δεν τον θεωρούμε φιλήσυχο αλλά άχρηστο, και οι μόνοι που ή κρίνουμε ή διαμορφώνουμε σωστές γνώμες για τα πράγματα, γιατί δεν θεωρούμε τους λόγους εμπόδιο των έργων, αλλά μάλλον θεωρούμε εμπόδιο να μην έχουμε κατατοπισθεί προφορικά σε όσα έχουμε να κάνουμε, πριν καταπιαστούμε με αυτά. Γιατί υπερέχουμε από τους άλλους και ως προς αυτό, ότι δηλαδή εμείς οι ίδιοι τολμούμε να υπολογίσουμε για όσα πρόκειται να επιχειρήσουμε. Σχετικά μ΄ αυτό στους άλλους η αμάθεια φέρνει θράσος, ενώ η σκέψη τους κάνει να διστάζουν. Πιο γενναιόψυχοι όμως πρέπει να θεωρούνται όσοι γνωρίζουν με σαφήνεια τις συμφορές και τα ευχάριστα, και όμως η γνώση αυτή δεν τους κάνει να αποφεύγουν τους κινδύνους. Αλλά και στα ζητήματα της αρετής διαφέρουμε από τους πολλούς. Γιατί εμείς αποκτάμε τους φίλους τους περισσότερο ευεργετώντας παρά ευεργετούμενοι από αυτούς. Σταθερότερος δε φίλος είναι αυτός που ευεργέτησε, γιατί είναι φυσικό να προσπαθεί να διατηρεί την ευγνωμοσύνη του ευεργετημένου με τη συμπάθεια που του δείχνει. Ενώ αντιθέτως αυτός που οφείλει την ευεργεσία είναι απρόθυμος, γιατί γνωρίζει, ότι πρόκειται να ανταποδώσει την καλοσύνη σαν χρέος και όχι για να εξασφαλίσει την ευγνωμοσύνη του άλλου. Και είμαστε οι μόνοι που βοηθάμε τον άλλο χωρίς δισταγμό, όχι τόσο από υπολογισμό του συμφέροντος, όσο από την πίστη μας στη ελευθερία.
41. Συνοψίζοντας θεωρώ ότι η όλη πόλη είναι σχολείο της Ελλάδας και ότι, μου φαίνεται, ο καθένας από εμάς μπορεί να παρουσιάσει τον εαυτό του αυτάρκη σε πάρα πολλές δραστηριότητες με χάρη και επιδεξιότητα. Και ότι αυτά είναι μάλλον η αλήθεια και όχι απλή κομπορρημοσύνη, κατάλληλη για την παρούσα περίσταση, το αποδεικνύει η ίδια η δύναμη της πόλης, την οποία αποκτήσαμε με τους τρόπους αυτούς. Γιατί είναι η μόνη πόλη από τις σημερινές που όταν δοκιμάζεται αποδεικνύεται ανώτερη της φήμης της, και η μόνη, η οποία ούτε στον εχθρό που της επιτίθεται, δίνει αφορμή να αγανακτήσει με όσα παθαίνει από τέτοιους αντιπάλους, ούτε στους συμμάχους της δίνει αφορμή για παράπονα, γιατί τάχα εξουσιάζονται από ανάξιους. Αφού παρουσιάσαμε τη δύναμή μας με μεγάλες αποδείξεις, και μαρτυρίες θα μας θαυμάζουν οι σύγχρονοί μας και οι επόμενοι, και μάλιστα χωρίς να χρειαζόμαστε τον Όμηρο να μας επαινεί, ούτε κανέναν άλλο που με λόγια θα μας ευχαριστήσει προς στιγμήν, όμως την ιδέα που θα σχηματιστεί για τα έργα μας θα τη βλάψει η αλήθεια, αλλά εξαναγκάσαμε με την τόλμη μας ολόκληρη τη θάλασσα και την ξηρά να γίνει προσιτή, ιδρύσαμε παντού αιώνια μνημεία και των συμφορών μας και των επιτυχιών μας. Για μια τέτοια πόλη και αυτοί εδώ λοιπόν πολεμώντας γενναία πέθαναν, για να μη τη στερηθούν, και είναι φυσικό ο καθένας από όσους απομένουν να θέλει να μοχθήσει γι’ αυτήν.
42. Γι’ αυτόν μακρηγόρησα για όσα αφορούν την πόλη, αφ’ ενός γιατί ήθελα να σας δείξω, ότι εμείς δεν αγωνιζόμαστε για τον ίδιο σκοπό, που αγωνίζονται όσοι δεν έχουν κανένα από αυτά τα πλεονεκτήματα σε ίσο βαθμό με μας, και αφ’ ετέρου γιατί με αυτόν τον τρόπο ήθελα να κάνω φανερό με αποδείξεις το εγκώμιο των ανδρών, για τους οποίους μιλάω τώρα. Και έχουν ειπωθεί τα κυριότερα σημεία αυτού του εγκωμίου. Γιατί οι αρετές αυτών και των ομοίων τους έκαναν στολίδια όσα ύμνησα για την πόλη, και άρα για λίγους από τους Έλληνες όπως ακριβώς γι’ αυτούς ο λόγος θα μπορούσε να φανεί ισάξιος με τα έργα τους. Έχω η γνώμη, ότι ο θάνατος αυτών εδώ των νεκρών παρέχει το μέτρο της αξίας ενός ανθρώπου, είτε είναι ο πρώτος που τη φανερώνει, είτε ο τελευταίος που την επισφραγίζει. Γιατί και εκείνοι ακόμη που υστερούν κατά τα άλλα, δικαιούνται να προβάλλουν την ανδραγαθία, που επέδειξαν κατά τους πολέμους, μαχόμενοι υπέρ της πατρίδας. Γιατί εξαφάνισαν το κακό με το καλό, και με τον κοινό αγώνα για το γενικό συμφέρον ωφέλησαν περισσότερο απ’ όσο έβλαψαν με τυχόν σφάλματά τους στην ιδιωτική τους ζωή. Από αυτούς εδώ κανείς δεν δείχθηκε δειλός μπροστά στον θάνατο εξ αιτίας του πλούτου του, δεν προτίμησε δηλαδή να συνεχίσει την απόλαυσή του, ούτε απέφυγε τον κίνδυνο εξ αιτίας της φτώχειας του, από την ελπίδα ότι μπορεί να την αποφύγει επί τέλους και να γίνει πλούσιος. Αντίθετα, πόθησαν την τιμωρία των εχθρών τους περισσότερο από όλα τα αγαθά, και συγχρόνως έκριναν αυτό τον κίνδυνο σαν τον πιο ωραίο από τους κινδύνους, και για αυτό αποφάσισαν να τον αντιμετωπίσουν, να εκδικηθούν τους εχθρούς τους, και για να επιδιώξουν την απόκτηση των αγαθών αυτών΄ την αβεβαιότητα δηλαδή της επιτυχίας την εμπιστεύθηκαν στην ελπίδα, ως προς τον κίνδυνο του θανάτου που βρισκόταν μπροστά τους κατά την μάχη ήταν αποφασισμένοι να στηριχθούν στον εαυτό τους και μόνο. Και μέσα στη μάχη θεώρησαν πάντα προτιμότερο να αντισταθούν και να βρουν τον θάνατο παρά να σωθούν υποχωρώντας, και γι’ αυτό απέφευγαν την αισχρή φήμη της δειλίας, και υπέβαλαν τα σώματά τους σε όλα τα δεινά της μάχης, σε μια κρίσιμη στιγμή, που ήταν στα χέρια της τύχης, στο ύψος της δόξας μάλλον παρά του τρόμου, βρήκαν τον θάνατο.
43. Αυτοί εδώ λοιπόν, σαν γνήσια παιδιά της πόλης, αυτό το φρόνημα έδειξαν. Όσοι όμως μένετε, έχετε καθήκον να εύχεστε το φρόνημά σας απέναντι στους εχθρούς να σας βάλει σε μικρότερο κίνδυνο, αλλά να μη καταδεχτείτε να είναι λιγότερο τολμηρό, λογαριάζοντας όχι μόνο με τα λόγια τις ωφέλειες – κάτι που θα μπορούσε ν’ αναπτύξει κάποιος διεξοδικότερα σε σας, που κι από μόνοι σας τις ξέρετε εξίσου καλά, απαριθμώντας πόσα καλά εξασφαλίζει η αντίσταση στον εχθρό-, καλύτερα όμως προσηλώνοντας καθημερινά το βλέμμα σας στα έργα, που δείχνουν τη δύναμη της πόλης μας, κι έτσι να την αγαπήσετε με πάθος. Κι όταν αντιληφτείτε το μεγαλείο της, βάλτε στο νου σας ότι τη δύναμη αυτή την απέκτησαν άντρες τολμηροί που είχαν συνείδηση του καθήκοντος και με φιλότιμο την ώρα του αγώνα’ και που, κάθε φορά που αποτύχαιναν σε κάποιο εγχείρημά τους, δεν επέτρεπαν βέβαια στον εαυτό τους να στερήσει την πόλη απ’ τη δική τους ανδρεία, αλλά πρόσφεραν σ’ αύτή την πιο ωραία συνεισφορά’ γιατί, δίνοντας όλοι μαζί τη ζωή τους, έπαιρναν ο καθείς τους ξεχωριστά τον αγέραστο έπαινο και τον πιο περίλαμπρο τάφο: όχι τόσο τον τάφο, στον οποίο κείτονται, αλλά εκείνον όπου η δόξα τους επιζεί, για να μνημονεύεται αιώνια σε κάθε ευκαιρία που παρουσιάζεται, είτε για λόγο είτε για δράση. Γιατί τάφος των ενδόξων αντρών είναι η γη ολόκληρη, και τη μνήμη τους δεν τη διασώζει μόνο η επιγραφή μιας στήλης στην πατρίδα τους, αλλά και στα ξένα μέρη φωλιάζει στην Ψυχή του καθενός άγραφη η ανάμνηση όχι τόσο των ανδραγαθημάτων τους, όσο του φρονήματός τους. Εσείς λοιπόν να έχετε αυτούς εδώ πρότυπα και να θεωρήσετε θεμέλιο της ευτυχίας την ελευθερία και θεμέλιο της ελευθέριας τη δυνατή Ψυχή’ κι έτσι μη δειλιάζετε μπροστά στους κινδύνους της μάχης. Γιατί δεν έχουν σοβαρότερο λόγο ν’ αψηφούν το θάνατο οι απόκληροι της ζωής, που δεν έχουν να ελπίζουν καλύτερες μέρες, αλλά εκείνοι που, στη ζωή που τους απομένει, υπάρχει φόβος να μεταβληθεί ριζικά η καλή τύχη τους’ αυτοί, αν κάπου σκοντάψουν, έχουν να χάσουν περισσότερα από κάθε άλλον. Γιατί, για έναν άντρα με υψηλό φρόνημα, είναι πιο πικρή η εξαθλίωση που φέρνει η δειλία παρά ο θάνατος που έρχεται χωρίς να τον νιώσει, σε στιγμή έξαρσης της δύναμής του και της κοινής ελπίδας.
44. Γι’ αυτό και τους γονείς αυτών που ενταφιάζoυμε τώρα, όσοι βρίσκεστε εδώ, δε τους κλαίω, πιο πολύ θα προσπαθήσω να ελαφρώσω τον πόνο τους. Γιατί το ξέρουν καλά πως η ζωή τους πέρασε μέσ’ από κάθε λογής μεταπτώσεις της τύχης’ κι ότι ευτυχισμένοι είναι, όπως οι σημερινοί νεκροί μας, εκείνοι που η μοίρα τους χάρισε τον πιο ένδοξο θάνατο, και, όπως εσείς, για το τιμημένο πένθος σας, κι εκείνοι που κανονίστηκε το τέλος της ζωής τους να συμπέσει με το τέλος της ευτυχίας τους. Γνωρίζω βέβαια ότι είναι δύσκολο να πείσω εσάς, αφού θα σας φέρνουν ζωντανή τη θύμηση αυτών που χάσατε οι ευτυχίες των άλλων γονιών που κι εσείς κάποτε τις χαρήκατε’ και θλίβεται ο άνθρωπος όχι επειδή του λείπουν αγαθά που δεν τα δοκίμασε, αλλά για όσα, ενώ είχε συνηθίσει να τα’ απολαμβάνει, τα έχασε. Πρέπει όμως να δείχνετε εγκαρτέρηση, με την ελπίδα άλλων παιδιών, όσοι ακόμα είστε σε ηλικία ν’ αποχτήσετε παιδία’ γιατί, για τα άτομα, τα παιδιά που θα τους έρθουν στον κόσμο από δω και πέρα θα κάνουν πόλους να ξεχάσουν εκείνους που χάθηκαν, ενώ, για την πόλη, θα είναι διπλό το όφελος: και δε θα ερημώσει και θα έχει ασφάλεια’ γιατί δεν είναι δυνατό να έχει την ίδια αξία ή να είναι το ίδιο δίκαιη η γνώμη για τα δημόσια πράγματα όσων δεν μπαίνουν στον ίδιο κίνδυνο, ρίχνοντας σ’ αυτόν τα παιδιά τους. Κι όσους πάλι σας πήραν τα χρόνια, να θεωρήσετε κέρδος το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σας, που το περάσατε ευτυχισμένοι, και ότι το μέρος της που απομένει θα είναι σύντομο, κι ας κάνει ελαφρότερο το πένθος σας η δόξα αυτών εδώ. Γιατί το μόνο που δεν γερνά είναι ο πόθος για τιμές, και στην ηλικία που ο άνθρωπος δεν μπορεί να προσφέρει τίποτε, δεν είναι, όπως λεν μερικοί, το κέρδος που δίνει τη μεγαλύτερη τέρψη, αλλά οι τιμές.
45. Τώρα, τα παιδιά των νεκρών μας, όσα βρίσκεστε εδώ ή τ’ αδέρφια τους, βλέπω ότι έχετε μεγάλον αγώνα μπροστά σας (γιατί ο καθείς συνηθίζει να επαινεί αυτόν που δε βρίσκεται στη ζωή), και πολύ δύσκολα, ακόμη κι αν δείξετε μοναδικό ηρωισμό, θα σας κρίνουν κάπως κατώτερους – ποτέ το ίδιο ανδρείους! Γιατί οι ζωντανοί νιώθουν φθόνο για τον ανταγωνιστή τους’ αντίθετα, όποιον δεν αντισκόφτει το δρόμο τους, τον τιμούν με αδιαφιλονίκητη εύνοια. Κι αν είμαι υποχρεωμένος ν’ αναφέρω κάτι για την αρετή που ταιριάζει στη φύση της γυναίκας, θα δηλώσω, για όσες τώρα θα μείνουν χήρες, με μια σύντομη παραίνεση όλη μου τη σκέψη: δηλαδή, μεγάλη η δόξα σας, αν δεν φανείτε κατώτερες απ’ τη γυναικεία φύση, όπως κι η δόξα εκείνης, που τ’ όνομά της θ’ ακουστεί λιγότερο, επαινετικά ή περιγελαστικά, ανάμεσα στους άντρες.
46. Έχετε ακούσει κι από μένα, με την επιβαλλόμενη από το νόμο αγόρευσή μου, όσα είχα κατάλληλα, και με έργα αυτοί που θάβονται έχουν κιόλας πάρει τις τιμές τους΄ εξάλλου, από σήμερα τα παιδιά τους θα τ’ αναθρέψει με δημόσια δαπάνη η πόλη ως την εφηβεία τους, προβάλλοντας ως βραβείο τέτοιων αγώνων και γι’ αυτούς εδώ και για όσους επιζούν, ένα στεφάνι που πιάνει τόπο. Γιατί, όπου έχουν θεσμοθετηθεί τα πιο μεγάλα βραβεία ανδρείας, εκεί ζουν ως πολίτες άντρες με τη μεγαλύτερη αρετή. Και τώρα, αφού ο καθένας αποτέλειωσε το θρήνο για τον δικό του, να πάτε στο καλό.
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/240
Σχόλια Αναγνωστών-Επισκεπτών