kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Αρχεία για 'ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ'

Εἶναι ἆραγε δυνατὴ καὶ μὲ ποιές προϋποθέσεις ἡ τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας κατὰ τὸ ἀπόγευμα ἢ τὸ βράδυ τῶν Κυριακῶν, τῶν ἑορτῶν ἢ ἄλλων ἡμερῶν τοῦ ἔτους, ὅταν οἱ ποιμαντικὲς ἀνάγκες τὸ ἐπιβάλλουν;

Συγγραφέας: kantonopou στις 25 Νοεμβρίου 2017

Σχετική εικόνα

Εἶναι ἆραγε δυνατὴ καὶ μὲ ποιές προϋποθέσεις ἡ τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας κατὰ τὸ ἀπόγευμα ἢ τὸ βράδυ τῶν Κυριακῶν, τῶν ἑορτῶν ἢ ἄλλων ἡμερῶν τοῦ ἔτους, ὅταν οἱ ποιμαντικὲς ἀνάγκες τὸ ἐπιβάλλουν;  (Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικὰς Ἀπορίας, τ. Ε´ [565], Ἀθῆναι 2003, ἐκδ. «Ἀποστολικῆς Διακονίας», σελ. 256-265)

.               Κατ’ ἀρχὴν ἡ τέλεση τῆς θείας λειτουργίας δὲν εἶναι συνδεδεμένη πρὸς καμία ἀπὸ τὶς ἐπὶ μέρους χρονικὲς στιγμὲς ἢ περιόδους τοῦ εἰκοσιτετραώρου. Κινεῖται ἐπάνω ἢ πέρα ἀπὸ αὐτές, τρόπον τινὰ μέσα στὴν ἄχρονη σφαίρα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας δὲν εἶναι μόνο εἰκόνα καὶ σύμβολο, ἀλλὰ πραγματικὴ καὶ ἀληθινὴ παρουσία. Εἶναι ἐνδεικτικὸ ὅτι καμιὰ ἀπὸ τὶς εὐχές μας, σ’ ὅλες τὶς παραλλαγὲς τῶν λειτουργικῶν τύπων τῆς οἰκουμένης, δὲν προσδιορίζει συγκεκριμένο χρονικὸ σημεῖο τελέσεώς της, οὔτε στὶς εὐχὲς τῆς συνάξεως (ἀντιφώνων, εἰσόδου, τρισαγίου, εὐαγγελίου, ἐκτενοῦς, κατηχουμένων, πιστῶν), οὔτε στὶς καθ’ αὑτὸ λειτουργικὲς εὐχές, τῆς Ἀναφορᾶς καὶ τὶς πρὸ καὶ μετὰ εὐχὲς ποὺ τὴν περιβάλλουν. Αὐτὸ γίνεται ἐμφανέστερο, ἂν συγκρίνουμε τὴν πρώτη σειρὰ τῶν εὐχῶν μὲ τὶς παράλληλες εὐχὲς ἄλλων ἀκολουθιῶν καὶ συνάξεων, ὅπως τὶς εὐχὲς τοῦ Λυχνικοῦ καὶ τοῦ Ὄρθρου, τῶν Ὡρῶν, τοῦ Ἀποδείπνου καὶ τοῦ Μεσονυκτικοῦ, καθὼς καὶ μὲ τὶς εὐχὲς τῶν ἀρχαίων ἀσματικῶν ἀκολουθιῶν τῆς τριθέκτης καὶ τῆς παννυχίδος. Ὅλες αὐτὲς ἀναφέρονται σὲ συγκεκριμένα χρονικὰ σημεῖα τοῦ εἰκοσιτετραώρου καὶ συνδυάζονται πρὸς σωτηριολογικὰ γεγονότα ποὺ συνέβησαν κατ’ αὐτά, ἀναφέροντας καὶ τὰ ἀνάλογα πρὸς τὶς ὧρες αὐτὲς αἰτήματά μας. Ἰδιαιτέρως χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ περίπτωση τῶν διακονικῶν, ὅπου στὴν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου καὶ τοῦ ἑσπερινοῦ σαφῶς προσδιορίζεται ὁ χρόνος τῆς τελέσεως («ἑωθινὴν» – «ἑσπερινήν», «τὴν ἡμέραν» – «τὴν ἑσπέραν»), ἐνῶ στὴν Θεία Λειτουργία δὲν προσδιορίζεται («πληρώσωμεν τὴν δέησιν ἡμῶν τῷ Κυρίῳ»). Ἐπίσης, ἐνῶ στὶς ἀκολουθίες τῶν ὡρῶν Γ΄, ϛ΄ καὶ Θ΄ γίνεται συγκεκριμένη ἀναφορὰ στὰ γεγονότα ποὺ συνέβησαν κατ’ αὐτὲς (ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος, σταύρωση, θάνατος τοῦ Κυρίου), στὴν Θεία Λειτουργία, ἐνῶ γίνεται μνεία τῶν γεγονότων αὐτῶν, δὲν συναρτῶνται πρὸς ἀντίστοιχες ὧρες τοῦ νυχθημέρου. Στὴν ἱστορία δὲ τῶν δύο χιλιάδων ἐτῶν τῆς τελέσεως τῆς Θείας Εὐχαριστίας συναντῶνται ὅλες οἱ δυνατὲς παραλλαγὲς ὡς πρὸς τὸν χρόνο τελέσεως τοῦ μυστηρίου. «Ὁ χρόνος δὲν ἐπιβάλλεται ἐπὶ τῆς Θείας Λειτουργίας, ἀλλὰ ἡ Λειτουργία ἐπιβάλλεται ἐπὶ τοῦ χρόνου». Σ’ αὐτὸ τὸ συμπέρασμα καταλήγει μετὰ ἀπὸ ἐμπεριστατωμένη ἔρευνα καὶ μελέτη τοῦ θέματος σχέσεως θείας λειτουργίας καὶ χρόνου καὶ μετὰ ἀπὸ τὴν ἀπαραίτητη ἱστορικὴ ἀναδρομὴ στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ὁ π. Ἀλκιβιάδης Καλυβόπουλος στὴν διατριβή του «Χρόνος τελέσεως τῆς θείας λειτουργίας», Θεσσαλονίκη 1982, σελ. 218.

.           Ἤδη ὅμως ἀπὸ τὸν Δ΄ αἰώνα ὁ χρόνος τελέσεως τῆς Θείας Λειτουργίας σταθεροποιήθηκε σὲ δύο βασικὰ χρονικὰ σημεῖα, χωρὶς νὰ παύσουν ποτὲ νὰ ὑπάρχουν κατὰ τόπους καὶ χρόνους ἢ καὶ νὰ συνυπάρχουν διάφορες παραλλαγὲς καὶ δυνατότητες. Οἱ ἐπιλογὲς τῆς ὥρας δὲν εἶναι τυχαῖες, ὄχι γιὰ τὸ θεολογικὸ νόημα ποὺ δόθηκε ἐκ τῶν ὑστέρων γιὰ νὰ αἰτιολογήσει τὴν προτίμηση τῶν ὡρῶν αὐτῶν, ἀλλὰ γιατί ἐκφράζουν μιὰ σεβάσμια παράδοση αἰώνων, ποὺ εἶναι τὸ γέννημα τῆς ἐμπειρίας καὶ τῆς πνευματικῆς καὶ πρακτικῆς σοφίας τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἡ τάξη ποὺ βαθμηδὸν παγιώθηκε ὄχι μόνο δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα αὐθαίρετης ἐπιλογῆς, ἀλλὰ ἔκφραση πίστεως, καὶ γι’ αὐτὸ συναρτᾶται πρὸς τὸ ὅλο σύστημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς τῶν πιστῶν. Ὡς πνευματικὴ δὲ τράπεζα ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας καὶ ἡ αὐτονοήτως συνδεδεμένη μ’ αὐτὴν κοινωνία, παρέμεινε συνδεδεμένη, ὅπως κατὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ κατὰ τὶς εὐχαριστιακὲς συνάξεις τῶν πρώτων χριστιανῶν, μὲ τὴν ὑλικὴ τράπεζα. Ἡ διαφορὰ συνίσταται, στὸ ὅτι γιὰ λόγους εὐλαβείας ἡ πνευματικὴ βρώση καὶ πόση προηγεῖται τῆς ὑλικῆς καὶ ἡ δευτέρα αὐτὴ τράπεζα δὲν εἶναι πιὰ κοινή, ὅπως στὶς «ἀγάπες» τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, οὔτε παρατίθεται στὸν ναό, ἀλλὰ στὰ ἰδιωτικά μας σπίτια. Γιὰ λόγους ἐπίσης εὐλαβείας, ἡ τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ ἑπομένως καὶ ἡ κατ’ αὐτὴν κοινωνία, ἤδη ἀπὸ τὸν Δ´ αἰώνα ἂν μὴ καὶ ἐνωρίτερα, εἶχε ὡς προϋπόθεση τὴν λεγομένη «εὐχαριστιακὴ νηστεία», δηλαδὴ τὴν πλήρη ἀποχὴ τροφῆς καὶ ποτοῦ ἀπὸ τοῦ δείπνου ἢ ἀπὸ τοῦ μεσονυκτίου τῆς προηγουμένης ἡμέρας. «Ὥστε ἅγια θυσιαστηρίου, εἰ μὴ ἀπὸ νηστικῶν ἀνθρώπων, μὴ ἐπιτελεῖσθαι» (κανὼν μη΄ Καρθαγένης καὶ κθ΄ Πενθέκτης). Κατὰ τὴν τάξη αὐτή, ὅταν ἡ ἡμέρα εἶναι νήστιμος καὶ ἡ τράπεζα εἶναι μία, ἡ Θεία Λειτουργία τελεῖται πρὶν ἀπὸ αὐτήν, δηλαδὴ μετὰ τὴν ἐνάτη ὥρα τῆς ἡμέρας (3η μ.μ. μὲ τὸ σύγχρονό μας ὡρολόγιο). Ὅταν ἡ ἡμέρα εἶναι ἑορτάσιμος, ἢ ἐν πάσῃ περιπτώσει μὴ νήστιμος, τότε ἡ Θεία Λειτουργία τελεῖται πρὸ τοῦ γεύματος, δηλαδὴ μεταξὺ τρίτης καὶ ἕκτης ὥρας τῆς ἡμέρας (9ης π.μ. μέχρι 12ης μεσημβρινῆς, κατὰ τὸ ὡρολόγιό μας, περίπου). Ἡ τρίτη μὲ ἕκτη ὥρα τῆς ἡμέρας τελικὰ καθιερώθηκε ὡς ὁ πιὸ πρόσφορος γιὰ τὴν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας χρόνος καὶ θεολογικὰ δικαιώθηκε ὡς ὁ μόνος κατάλληλος, ἀφοῦ ἡ τέλεσή της προϋποθέτει τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Νεώτερα μάλιστα βυζαντινὰ κείμενα κακίζουν τοὺς Λατίνους, γιατί λειτουργοῦσαν πρὸ τῆς τρίτης ὥρας «ἐκ πρωΐας… καὶ οὐ κατὰ τὴν νενομισμένην τῆς καθόδου τοῦ ἁγίου Πνεύματος ὥραν». Παρὰ ταῦτα τὸ μοναχικὸ Τυπικὸ τοῦ ἁγίου Σάβα προβλέπει τὴν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ ἐνωρίτερα τῆς τρίτης ὥρας, ὅταν προηγεῖται ἀγρυπνία «διὰ τὸν κόπον τῆς ἀγρυπνίας», κατὰ τὶς Κυριακὲς καὶ κατὰ τὶς μεγάλες ἑορτές. Ἔτσι συστέλλεται καὶ ὁ χρόνος τῆς εὐχαριστιακῆς νηστείας, ποὺ γίνεται μεγαλύτερος κατὰ τὶς ἡμέρες τῶν νηστειῶν, μικρότερος κατὰ τὶς ἡμέρες τῶν ἑορτῶν, ποὺ ἔχουν ἀγρυπνία, καὶ ἐνδιάμεσος κατὰ τὶς λοιπὲς μὴ ἑορτάσιμες ἡμέρες τοῦ ἔτους. Πρόκειται γιὰ ἕνα πολὺ σοφὰ διοργανωμένο σύστημα, κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ χρόνος τῆς τελέσεως τῆς θείας λειτουργίας καὶ ἡ κατ’ αὐτὴν κοινωνία καὶ τὸ μῆκος τῆς εὐχαριστιακῆς νηστείας συντονίζονται πρὸς τὸ θέμα τῆς ἡμέρας καὶ τὸν ἑορτάσιμο, μὴ ἑορτάσιμο ἢ πένθιμο χαρακτήρα της.

.                Ἀντιθέτως πρὸς τὶς ἡμέρες τῶν ἑορτῶν, κατὰ τὶς ὁποῖες ἔχουμε σύντμηση τῆς εὐχαριστιακῆς νηστείας, κατὰ τὶς ἡμέρες τῶν νηστειῶν ἡ εὐχαριστιακὴ νηστεία ἐπιμηκύνεται.

(Ἰω. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικὰς Ἀπορίας, τ. Ε´ [565], Ἀθῆναι 2003, ἐκδ. «Ἀποστολικῆς Διακονίας», σελ. 256-265)

.           Ἔτσι κατὰ τὶς καθημερινὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἡ θεία Κοινωνία εἶναι συνδεδεμένη ὄχι πιὰ μὲ τὸ λειτουργικὸ τέλος τῆς νήστιμης ἡμέρας, τὴν ἀκολουθία δηλαδὴ τῆς Θ´ Ὥρας, ἀλλὰ μὲ τὴν πρώτη ἀκολουθία τῆς ἑπομένης ἡμέρας, τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν ἀκολουθεῖ ἡ μόνη τράπεζα, τὸ δεῖπνο. Σὲ ἡμέρες δὲ ἀκόμη αὐστηροτέρας νηστείας, ὅπως εἶναι ἡ παραμονὴ τοῦ Πάσχα (τὸ Μέγα Σάββατο), ἡ παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων καὶ ἡ παραμονὴ τῶν Θεοφανείων, ἂν δὲν συμπίπτουν πρὸς Σάββατο ἢ Κυριακή, τότε παραμένει μὲν ὁ σύνδεσμος Λειτουργίας-Κοινωνίας καὶ Ἑσπερινοῦ, ἀλλ’ ὁ Ἑσπερινὸς αὐτὸς συνάπτεται στὴν ἀκολουθία τῆς ἀγρυπνίας ὡς τὸ πρῶτο μέρος της. Ἔτσι ἡ λειτουργία τελειώνει, κατὰ τὶς σαφεῖς διατάξεις τῶν Τυπικῶν, τὴν δευτέραν ὥρα τῆς νυκτός, δηλαδὴ κατὰ τὶς 9-10 μ.μ. Αὐτὸ σημαίνει καὶ ἀνάλογη παράταση τῆς εὐχαριστιακῆς νηστείας.

.             Ὅλο αὐτὸ τὸ θαυμαστὸ καὶ ἀκριβὲς σύστημα διασαλεύθηκε σὲ χρόνους δυσκόλους, ποὺ εἶχαν σοβαρὲς ἐπιπτώσεις ἀκόμη καὶ στὰ λειτουργικὰ ἔθη τῶν χριστιανῶν καὶ ἐν μέρει καὶ αὐτῶν τῶν μοναχῶν. Στὴν προηγουμένη ἀπάντηση εἴδαμε πὼς ἡ Προηγιασμένη τῶν νηστίμων ἡμερῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς μετετέθη τὸ πρωΐ καὶ πὼς ἡ εὐχαριστιακή της νηστεία ἐξομοιώθηκε μὲ τὶς ἡμέρες τῶν ἑορτῶν. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὶς ἑσπερινὲς συνάξεις, τὴν τέλεση τῆς θείας λειτουργίας καὶ τὴν κοινωνία κατὰ τὸ Μέγα Σάββατο καὶ κατὰ τὶς παραμονὲς τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Θεοφανείων. Κατὰ δὲ τὶς Κυριακὲς ἡ σύνδεση τῆς θείας Λειτουργίας μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου προκάλεσε τὴν ἐπιτάχυνση τῆς τελέσεώς της πρὶν ἀπὸ τὴν παραδεδομένη τρίτη ὥρα. Ὁ λόγος εἶναι προφανής. Δὲν ἦταν ἐξυπηρετικὴ γιὰ τὸν λαὸ ἢ καὶ δὲν ἦταν ἐπιθυμητὴ ἢ καὶ δυνατὴ πλέον ἡ τέλεση δύο χωριστῶν συνάξεων, μιᾶς γιὰ τὸν ὄρθρο, τὶς τελευταῖες ὧρες τῆς νυκτός, καὶ μιᾶς δευτέρας γιὰ τὴν θεία Λειτουργία, μετὰ τὴν τρίτη ὥρα τῆς ἡμέρας. Ὄρθρος καὶ Λειτουργία ἀπετέλεσαν οὐσιαστικὰ μία ἀκολουθία, ποὺ ἐτελεῖτο καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ τελεῖται στὰ μέρη μας μέχρι σήμερα, κατὰ τὶς πρῶτες ὧρες τῆς ἡμέρας. Οἱ Σλαβικὲς Ἐκκλησίες ἀκολούθησαν ἄλλη πρακτικὴ πιὸ σύμφωνη πρὸς τὴν παλαιὰ παράδοση καὶ τὴν μοναχικὴ τάξη καὶ καταλληλότερη γιὰ τὶς ἰδιαιτερότητες τῶν βορείων κλιμάτων. Τὰ μοναστήρια ἂν δὲν κράτησαν πάντοτε τὴν παλαιὰ πρακτική, ἐπετάχυναν καὶ αὐτὰ τὴν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας, ἀκόμη καὶ τῆς Προηγιασμένης, διατήρησαν ὅμως τὸν λειτουργικὸ τύπο, καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν θεία λειτουργία διαβάζουν τὶς ἀκολουθίες τῆς Γ´ καὶ ϛ´ Ὥρας. Ὁ τύπος ὑπενθυμίζει τὸ δέον, κάποτε, γενέσθαι. Πάντως εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι σ’ ὅλες τὶς ὡς ἄνω κατ’ οἰκονομίαν μεταθέσεις παρέμεινε ὁ ἀρχικὸς σύνδεσμος εὐχαριστιακῆς νηστείας καὶ Λειτουργίας, ἔστω καὶ ἀρκετὰ συντετμημένος, ἰδίως κατὰ τὶς ἡμέρες τῶν νηστειῶν.

.             Ἐδῶ καὶ μερικὲς δεκαετίες ἐπιχειρεῖται στὴν πράξη, ἰδίως στὶς μεγάλες πόλεις, μία ἀλλαγὴ ὡς πρὸς τὸν χρόνο τελέσεως τῆς θείας Λειτουργίας, ἡ σπουδαιότητα καὶ ἡ ἔκταση τῆς ὁποίας δὲν ἔχει ἴσως δεόντως ἀκόμη ἀξιολογηθεῖ. Εἶναι κάτι ἀνάλογο καὶ παράλληλο πρὸς τὴν ἐπαναφορὰ τῆς Προηγιασμένης τῆς Τετάρτης στὴν παλαιὰ καὶ ὀρθὴ ἑσπερινὴ τέλεσή της, γιὰ τὴν ὁποία ἦταν ὁ λόγος στὴν προηγουμένη ἀπάντηση. Τὶς πρωτοβουλίες ἔλαβον κληρικοὶ μὲ ἔντονα ποιμαντικὰ ἐνδιαφέροντα καὶ μὲ αἴσθηση τῶν νέων συνθηκῶν ζωῆς, ἰδίως τῶν νέων ἀνθρώπων, ποὺ δὲν διευκολύνονται ἀπὸ τὶς θεωρούμενες καὶ ἐπικρατοῦσες ὡς παραδοσιακὲς ὧρες λατρείας, ἰδίως κατὰ τὶς ἡμέρες τῶν ἑορτῶν. Εἶναι γνωστὸ ὅτι, ὄχι μόνο ὅλες οἱ μνῆμες τῶν ἑορταζομένων μεγάλων ἁγίων, ἀλλὰ καὶ πολλὲς ἀπὸ τὶς μεγάλες δεσποτικὲς καὶ θεομητορικὲς ἑορτές, ὅσες ἀπὸ τὶς πρῶτες δὲν ἑορτάζονται σταθερὰ σὲ ἡμέρα Κυριακή, εἶναι ἡμέρες ἐργάσιμες. Γιὰ νὰ μείνουμε μόνο στὶς δεσποτικὲς καὶ θεομητορικὲς ἑορτές, κατὰ τὴν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τὰ Εἰσόδια, τὴν Ὑπαπαντή, τὴν ἀπόδοση τοῦ Πάσχα, στὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, τὴν Μεταμόρφωση, γεμίζουν μὲν ἴσως οἱ ἐκκλησίες μας στὶς πολυάνθρωπες ἐνορίες τῶν μεγάλων πόλεων καὶ μᾶς δημιουργεῖται ἡ ψευδαίσθηση τοῦ «καλὰ λίαν», στὴν πραγματικότητα ὅμως τὸ ἐκκλησίασμα ἀποτελεῖται ἀπὸ ἀνθρώπους τῆς λεγομένης τρίτης ἡλικίας, δηλαδὴ μὴ ἐργαζομένους. Ἡ μὴ δυνατότητα συμμετοχῆς στὶς ἑόρτιες αὐτὲς συνάξεις νέων ἀνθρώπων εἶναι κάτι τὸ ἰδιαίτερα σοβαρὸ γιὰ σήμερα, ἐγκυμονεῖ δὲ μακροπροθέσμως ἐμφανεῖς κινδύνους γιὰ τὸ μέλλον τῶν ἑορτῶν αὐτῶν. Τὸ ἴδιο δὲ καὶ γιὰ τὶς ἑορτὲς τῶν ἁγίων, ἀκόμη μερικῶς καὶ γιὰ τὶς συνάξεις τῶν Κυριακῶν.

.             Ἡ λύση ὑπῆρχε καὶ ἀναζητήθηκε ὀρθὰ πρὸς τὴν κατεύθυνση καὶ κατὰ τὸ πρότυπο τῆς μοναχικῆς πράξεως τῶν ἀγρυπνιῶν. Ἡ μοναστηριακὴ παράδοση πάντοτε ἐπηρέαζε τὴν ἐνοριακὴ πράξη, σήμερα δὲ τὴν ἐπηρεάζει ἀκόμη περισσότερο λόγω τῆς ἀνθήσεως τοῦ μοναχικοῦ βίου κατὰ τὴν ἐποχή μας. Ἐξ ἄλλου οἱ ὧρες τῆς νυκτερινῆς λατρείας ἦσαν καὶ εἶναι προσφιλεῖς στοὺς μοναχοὺς καὶ στοὺς εὐσεβεῖς χριστιανούς, οἱ νέες δὲ συνθῆκες ζωῆς τὶς ἔκαναν καὶ πιὸ ἐξυπηρετικὲς καὶ διευκολυντικὲς γιὰ τοὺς νέους ἀνθρώπους, περισσότερο τοὐλάχιστον ἀπὸ ὅσο τὶς πρῶτες πρωινὲς ὧρες τῶν παραδοσιακῶν ἐνοριακῶν συνάξεων. Ἔτσι, μέσα σὲ λογικὰ γιὰ τὶς συνθῆκες ζωῆς τῶν ἐργαζομένων πιστῶν τῶν πόλεων χρονικὰ ὅρια, τελοῦνται «μικρὲς ἀγρυπνίες» κατὰ τὶς παραμονὲς τῶν ἑορτῶν ἢ καὶ ἀσχέτως πρὸς αὐτές, μὲ τὴν πρόνοια πάντοτε ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας εὐχαριστίας νὰ ἐμπίπτει χρονικῶς στὴν νέα ἡμέρα, δηλαδὴ ἀπὸ τοῦ μεσονυκτίου καὶ ἑξῆς, ἀλλὰ καὶ νὰ παρέχεται ὁ ἀναγκαῖος χρόνος ἀναπαύσεως μετὰ τὴν λήξη τῆς ὅλης ἀκολουθίας στοὺς μετέχοντες σ’ αὐτὴν πιστούς.
.                 Μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, τὴν τέλεση δηλαδὴ «μικρῶν ἀγρυπνιῶν», οὔτε ἡ εὐχαριστιακὴ νηστεία θίγεται οὔτε ἡ προσέλευση τῶν πιστῶν στὴν θεία κοινωνία παρακωλύεται. Ἀντιθέτως κατὰ τὸ πρότυπο τῆς πασχαλινῆς ἀγρυπνίας καὶ κοινωνίας, ἀκόμη καὶ μὲ τὴν κατ’ ἀναλογίαν ἐφαρμογὴ τῆς σχετικῆς διατάξεως τοῦ Τυπικοῦ του ἁγίου Σάβα περὶ ἐπιταχύνσεως τῆς τελέσεως τῆς θείας λειτουργίας «διὰ τὸν κόπον τῆς ἀγρυπνίας», αἰσθητῶς διευκολύνεται.
.             Ἀντιθέτως ἡ ἄλλη λύση ποὺ προτείνεται καὶ ἀπὸ μερικοὺς προωθεῖται, ἡ τέλεση δηλαδὴ κατὰ τὸ πρότυπο τῆς προηγιασμένης, τελείας Λειτουργίας κατὰ τὶς ἀπογευματινὲς ἢ πρῶτες νυκτερινὲς ὧρες, μπορεῖ μὲν νὰ εἶναι ἐξυπηρετικὴ καὶ νὰ μὴν ἀντιφάσκει πρὸς τὸν ἀδέσμευτο χρονικῶς χαρακτήρα τῆς θείας λειτουργίας, ἀλλὰ σαφῶς συγκρούεται καὶ ἀνατρέπει τὶς περὶ εὐχαριστιακῆς νηστείας ἀρχαιότατες παραδόσεις. Γιὰ κάθε τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας καὶ τὴν συμμετοχὴ στὰ μυστήρια ἰσχύει ἀπαραιτήτως ἡ διάταξη ὅτι τελοῦνται «ὑπὸ νηστικῶν ἀνθρώπων». Ἐν προκειμένῳ εἶναι ἰδιαίτερα διαφωτιστικὸς ὁ ΜΗ´ Κανὼν τῆς Συνόδου τῆς Καρθαγένης τῆς Ἀφρικῆς, ποὺ προκειμένου νὰ γίνει ἡ ἐκφορὰ χριστιανῶν, ἀκόμη καὶ ἐπισκόπων, ποὺ πέθαναν «κατὰ τὸν δειλινὸν καιρὸν» καὶ ἔπρεπε λόγῳ τῆς θερμότητος τοῦ κλίματος, νὰ ταφοῦν ἀμέσως, νὰ μὴν τελεῖται, ὅπως ἐπέβαλλε ἡ τάξη, τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἀλλὰ ἡ κηδεία νὰ γίνεται «μόναις εὐχαῖς», ἂν οἱ μετέχοντες καὶ μέλλοντες νὰ τελέσουν αὐτὴν «ἀριστήσαντες εὑρεθῶσι». Ὁ ὅρος τῆς εὐχαριστιακῆς νηστείας ἰσχύει ἀπολύτως καὶ ἰσχύει καὶ σήμερα. Τέλεση δὲ λειτουργίας χωρὶς συμμετοχὴ σ’ αὐτὴν διὰ τῆς θείας κοινωνίας τῶν λειτουργῶν, κατὰ δύναμιν δὲ καὶ κατὰ προαίρεσιν καὶ τοῦ λαοῦ, εἶναι τελείως ἀδιανόητη.

.      Βεβαίως γιὰ τὴν παράκαμψη τοῦ σκοπέλου αὐτοῦ προβάλλονται δύο δυνατότητες.

     Πρῶτον, νὰ ὁρισθεῖ ἕνα χρονικὸ ὅριο εὐχαριστιακῆς νηστείας βάσει ἰατρικο-φυσιολογικῶν δεδομένων, τὰ ὁποῖα θὰ προκαθορίζουν τὸν χρόνο λήψεως τροφῆς πρὸ τῆς θείας λειτουργίας-κοινωνίας, οὕτως ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ εἶναι «νήστεις», δηλαδὴ μὲ κενὸ τὸν στόμαχο κατ’ αὐτήν. Δεύτερον, νὰ ἰσχύει ὁ παραδοσιακὸς κανὼν τῆς ἀπὸ τοῦ μεσονυκτίου ἀφαγίας γιὰ τοὺς προαιρουμένους νὰ κοινωνήσουν, ὅσο βαρὺς καὶ ἂν φαίνεται ὁ ὅρος αὐτός. Καὶ οἱ δύο λύσεις εἶναι κατ’ ἀρχὴν ἀπαράδεκτες. Ὡς πρὸς τὸ πρῶτο, ἔχει ἐπιχειρηθεῖ κάτι ἀνάλογο στὴν Δυτικὴ Ἐκκλησία, ποὺ ξεκίνησε μὲν ἀπὸ ἀγαθὸ σκοπό, τὴν διευκόλυνση δηλαδὴ κλήρου καὶ λαοῦ γιὰ τὴν τέλεση ἑσπερινῶν λειτουργιῶν καὶ τὴν προσέλευση στὴν κοινωνία, κατέληξε δὲ στὴν κατάλυση τῆς εὐχαριστιακῆς νηστείας. Τὸ νὰ ὁρισθοῦν βάσει τῶν ἰατρικῶν δεδομένων εἴδη τροφῶν καὶ ποτῶν, εἰδικὲς περιπτώσεις γιὰ παιδιά, γέροντες ἢ ἀσθενεῖς καὶ ὁδοιπόρους καὶ ὁ ἀνάλογος χρόνος γιὰ τὴν λειτουργία τῆς πέψεως, εἶναι πράγματα σχολαστικὰ καὶ ἀλλότρια πρὸς τὸ πνεῦμα καὶ τὸ γράμμα τῆς εὐχαριστιακῆς νηστείας. Εἶναι, νομίζω, ἐκτὸς ἀμφιβολίας ὅτι πολὺ γρήγορα θὰ ὁδηγήσουν σὲ φθορὰ τῆς τάξεως καὶ σὲ ἀνεπιθύμητες καὶ ἀντιπαραδοσιακὲς ἐκτροπές.
Καὶ δεύτερον, ἴσως καὶ κυριότερο. Ἡ ἐπέκταση τῆς νηστείας σὲ μὴ νήστιμες ἡμέρες κωλύεται ἀπὸ αὐτὴν τὴν παράδοση καὶ τάξη τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν ἡ θεία Λειτουργία τελεῖται κατὰ τὰ ἀπογεύματα ἢ κατὰ τὶς πρὸ τοῦ μεσονυκτίου ὧρες τῶν Κυριακῶν καὶ τῶν ἑορτῶν καὶ τηρεῖται κατ’ αὐτὲς ἀπόλυτος εὐχαριστιακὴ νηστεία, οἱ χαρμόσυνες ἡμέρες μεταβάλλονται σὲ ἡμέρες πένθους καὶ κατανύξεως, ὄχι παρουσίας τοῦ νυμφίου, ἀλλὰ ἀναμονῆς καὶ προετοιμασίας. Αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι τὸ πνεῦμα τῆς εὐχαριστιακῆς νηστείας, ἡ δὲ ἐπιτάχυνση τῆς ὥρας τῆς τελέσεως τοῦ μυστηρίου τῆς θείας εὐχαριστίας καὶ τῆς κατ’ αὐτὸ κοινωνίας κατὰ τὶς ἡμέρες τῶν μεγάλων ἑορτῶν, ἡ ἐπιβράδυνση κατὰ τὶς μὴ ἑορτάσιμες ἡμέρες καὶ ἡ ἀκόμη μεγαλύτερη ἐπέκταση τῆς εὐχαριστιακῆς νηστείας κατὰ τὶς νήστιμες ἡμέρες, αὐτὸ ἀκριβῶς ἐκφράζουν καὶ ὄχι τὴν φυσιολογικὴ λειτουργία τοῦ πεπτικοῦ μας συστήματος. Αὐτὴ εἶναι, τρόπον τινά, αὐτονόητος. «Ὁ δὲ Θεὸς καὶ ταύτην (τὴν κοιλίαν) καὶ ταῦτα (τὰ βρώματα) καταργήσει» (Α´ Κορ. ϛ´ 13).

       Ὁ γράφων δὲν εἶναι οὔτε σὲ θέση οὔτε καὶ ἁρμόδιος νὰ σταθμίσει ἂν οἱ ποιμαντικοὶ λόγοι, ποὺ προβάλλονται γιὰ τὴν δικαίωση τῶν ἑσπερινῶν λειτουργιῶν, εἶναι τόσο ἰσχυροὶ καὶ οἱ ἀνάγκες γιὰ τὴν τέλεσή τους ἀναπόδραστες. Ἴσως καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν τὶς ὑποτιμᾶ, νομίζοντας ὅτι στὴν γνωστὴ σ’ ἐμᾶς περιοχὴ δὲν δικαιώνονται. Ἴσως σὲ ἄλλα μέρη ὅπου οἱ συνθῆκες ζωῆς εἶναι διαφορετικές, ἡ δὲ συμβίωση μὲ ἀλλοθρήσκους ἢ ἀλλοδόξους λαοὺς ἐπιβάλλει τὴν ἐξεύρεση παρομοίων λύσεων, τὸ ζήτημα παίρνει ἄλλες διαστάσεις καὶ χρήζει ἄλλης ἀντιμετωπίσεως. Πάντως οὕτως ἢ ἄλλως πρόκειται γιὰ ἕνα πολὺ σοβαρὸ θέμα, ποὺ ἡ ἀντιμετώπισή του εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνει ἐγκαίρως καὶ σοβαρῶς ἀπὸ τὰ ἁρμόδια ἐκκλησιαστικὰ πρόσωπα, μετὰ ἀπὸ ἐπισταμένη μελέτη τῆς παραδόσεως καὶ τῶν εἰδικῶν ποιμαντικῶν συνθηκῶν καὶ ἀπαιτήσεων κάθε περιοχῆς. Θὰ μοῦ ἐπιτραπεῖ μόνο νὰ ἐπιμείνω ὡς πρὸς τὴν σοβαρότητα καὶ τὸ ἐπεῖγον τοῦ πράγματος. Ταπεινὰ δὲ κλείνοντας νὰ σημειώσω, κατὰ τὴν προσωπική μου πάντα κρίση, ὅτι οἱ ποιμαντικὲς ἀνάγκες δὲν εἶναι τέτοιες, ὥστε νὰ δικαιολογεῖται ἡ κατάλυση ἤ, ἐπὶ τὸ ἐπιεικέστερο, ἡ ἀλλαγὴ μιᾶς ἀπὸ πολλῶν αἰώνων ὑφισταμένης πράξεως τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν εἰσαγωγὴ ἑσπερινῆς τελείας Λειτουργίας σὲ μὴ νήστιμες, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἑορτάσιμες ἡμέρες. Οἱ ἀνάγκες τῶν πιστῶν ἐπαρκῶς θεραπεύονται μὲ τὶς θεῖες λειτουργίες τῶν ἡμερῶν ἀργίας, τῶν Σαββάτων καὶ τῶν Κυριακῶν, καὶ μάλιστα μὲ τὶς λεγόμενες «μικρὲς ἀγρυπνίες» κατὰ τὶς παραμονὲς τῶν μεγάλων ἑορτῶν ἢ καὶ ἐκτάκτως ὑπὸ τῶν ὅρον πάντοτε νὰ μὴν λειτουργοῦν, τρόπον τινά, ἀνταγωνιστικῶς πρὸς τὴν μεγάλη σύναξη τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν Θεία Λειτουργία κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς.

https://christianvivliografia.wordpress.com/

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

Συγγραφέας: kantonopou στις 23 Σεπτεμβρίου 2017

 

            Οι πιο δύσκολες περιστάσεις στην ζωή της οικογένειας είναι ο θάνατος και το διαζύγιο. Απώλεια είναι και ο χωρισμός. Η οικογένεια ζει τον ξεριζωμό της σχέσης με πρωταγωνιστές τους συζύγους.  Τα παιδιά βιώνουν μία σειρά από διλήμματα, όταν διαπιστώσουν ότι αυτό που γνώριζαν ως οικογένεια αλλάζει ριζικά. Δεν θα είναι και οι δύο γονείς στο σπίτι, αλλά θα χρειάζεται τα παιδιά να μοιράζονται τον χρόνο τους ξεχωριστά. Οι γονείς δεν θα είναι άμεσα διαθέσιμοι. Στην παιδική ψυχή, συνειδητά ή ασυνείδητα, θα δεσπόζει το ερώτημα ποιος φταίει περισσότερο. Πιθανόν να χρησιμοποιηθούν είτε από τον ένα γονέα είτε από τον άλλο ως μέσο πίεσης. «Ποιον να αγαπώ περισσότερο;». «Γιατί να χρειαστεί να επιλέξω τον έναν εις βάρος του άλλου;». «Πόσο φταίω εγώ που οι γονείς μου χώρισαν;».

                Ακόμη κι αν το διαζύγιο είναι συχνά ανακουφιστικό για την ένταση που έχει συσσωρευτεί στη σχέση του ζευγαριού, το παιδί δεν αισθάνεται άνετα στην νέα κατάσταση. Έχει χάσει, όχι βεβαίως οριστικά, την ελπίδα ότι οι γονείς του θα βρούνε λύση στα προβλήματα της σχέσης τους, ότι θα επιστρέψουν ο ένας στον άλλον, ότι κάποιο θαύμα θα γίνει και η αγάπη θα νικήσει. Ο χρόνος που περνά κάνει το παιδί να συμβιβάζεται με την απώλεια της από κοινού ζωής, ιδίως αν οι γονείς καταφέρουν να βρούνε έναν «βελούδινο» τρόπο επικοινωνίας και συνεννόησης σχετικά με τα θέματα που εκ των πραγμάτων θα προκύψουν για την ζωή των παιδιών.  Η εμπειρία της απώλειας και του διχασμού όμως είναι δεδομένη.

                «Ούς ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω», δηλώνει η Εκκλησία στο μυστήριο του γάμου. Εμείς συχνά κάνουμε ό,τι μπορούμε για να διαψεύσουμε τον βιβλικό λόγο. Οι γονείς του ζευγαριού παρεμβαίνουν στην ζωή του. Τρίτοι άνθρωποι δεν διστάζουν να εκμεταλλευτούν τα προβλήματα ή τους πειρασμούς της στιγμής και να καταστήσουν την απιστία αναφαίρετο λόγο διαζυγίου. Το «εγώ» που δεν έχει μάθει να προσφέρει και να ανέχεται, που καθιστά την σχέση δικαίωμα και όχι άθλημα, αλλά και η ευκολία με την οποία η εκκοσμικευμένη πραγματικότητα παρουσιάζει το διαζύγιο περίπου ως φυσική κατάσταση κάνουν τον γάμο επισφαλή. Παράλληλα, τα προβλήματα των καιρών μας, ιδίως η οικονομική κρίση που γεμίζει μελαγχολία και ανασφάλεια τους ανθρώπους, κάνουν την απώλεια της ενότητας στην οικογένεια συνηθισμένη πραγματικότητα.

                Η Εκκλησία, μέσα από την συμβουλευτική της εξομολόγησης, προσπαθεί να βοηθήσει τα παιδιά να μην επιλέγουν στρατόπεδο. Να κρατήσουν ζωντανή την αγάπη και για τους δύο γονείς. Να καταλάβουν ότι μπορεί κάποτε το διαζύγιο να είναι η λιγότερο κακή λύση, όμως δεν παύει να είναι ήττα της αγάπης, ήττα της υπομονής και της ανεκτικότητας, ήττα της πίστης. Μπορεί τα παιδιά να πρέπει να μείνουν με τον έναν γονέα. Η προσευχή στον Θεό όμως και για τους δύο να έχουν φώτιση και να μείνουν σε επικοινωνία με αξιοπρέπεια είναι αυτή που προφυλάσσει τα παιδιά από άνευ νοήματος ενοχές και εκλογές. Γιατί είναι βέβαιο ότι τα παιδιά δεν φταίνε.

                Ο γάμος προϋποθέτει ωριμότητα, ευθύνη και πίστη στον Θεό, αρχές που η εποχή μας περιφρονεί. Στο χέρι όλων τα παιδιά να τις διδαχθούν και να τις βιώσουν, για να μην φτάσουν, μεγαλώνοντας,  να επιλέξουν ανάμεσα στα «εγώ».

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»

Στο φύλλο της Τετάρτης 20 Σεπτεμβρίου 2017

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ, ΣΧΟΛΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τα επιτίμια και η αποχή από την Θεία Κοινωνία.

Συγγραφέας: kantonopou στις 23 Σεπτεμβρίου 2017

Τα επιτίμια και η αποχή από την Θεία Κοινωνία.

Οι άνθρωποι οι οποίοι βλέπουν τον Πνευματικό ως δικαστή και όχι ως πατέρα φιλάνθρωπο και εικόνα έμψυχο του φιλάνθρωπου Θεού, νομίζουν ότι τα επιτίμια που βάζει ο Πνευματικός, είναι τιμωρίες ανάλογες με τα αμαρτήματά του .

Στην πραγματικότητα όμως τα επιτίμια είναι πνευματικά φάρμακα που θα βοηθήσουν τον μετανοούντα στη θεραπεία των πνευματικών του πληγών και στην αποφυγή νέων ασθενειών. Λέγει ο ιερός Χρυσόστομος: «Ιατρείον εστιν ενταύθα ού δικαστήριον, ουκ ευθύνας αμαρτημάτων απαιτούν, αλλά συγχώρησιν αμαρτημάτων παρέχον».

Τα επιτίμια αποσκοπούν επίσης να στερεώσουν τον μετανοούντα στην οδό της μετανοίας. Ο ιερός Χρυσόστομος φέρνει ένα παράδειγμα για να καταλάβουμε ότι το επιτίμιο αν και φαίνεται ως τιμωρία, είναι μόνο φιλανθρωπία. Λέγει: « Αν δεις αφηνιασμένο άλογο να τρέχει προς το γκρεμό, του βάζεις χαλινό και το συγκρατείς με πολλή δύναμη και το μαστιγώνεις πολλές φορές. Αυτό είναι βέβαια τιμωρία, αλλά η τιμωρία αυτή είναι μητέρα της σωτηρίας. .. Έτσι και εγώ. Αν δέσω τον αμαρτωλό, δεν θα τον δέσει ποτέ ο Θεός. Αν όμως δεν τον δέσω εγώ, τον περιμένουν τα αιώνια δεσμά. Διότι αν κρίναμε τους εαυτούς μας, δεν θα κρινόμασταν από τον Θεό. Μην νομίζεις λοιπόν πως η τιμωρία είναι σκληρή κι απάνθρωπη πράξη . Είναι αποτέλεσμα της πιο μεγάλης καλοσύνης της άριστης θεραπείας και της μεγάλης φροντίδας για τον αμαρτωλό».

Ο κάθε πιστός πρέπει να εργάζεται με φιλότιμο το έργο των εντολών του Χριστού. Και να θλίβεται περισσότερο διότι με την αμαρτία του ελύπησε τον Κύριο, παρά για το γεγονός ότι στην αμαρτία έρχεται ως επακόλουθο το θεραπευτικό επιτίμιο που ορίζει ο Πνευματικός: «Στέναξε όταν αμαρτήσης, όχι επειδή πρόκειται να τιμωρηθείς, διότι αυτό δεν είναι τίποτε, αλλά επειδή δυσαρέστησες τον Κύριο σου, τον τόσο ήμερο, που τόσο σε αγαπά και έχει φροντίσει τόσο για τη σωτηρία σου, ώστε και τον Υιό Του να παραδώσει στο θάνατο για χάρη σου».

Ο  ιερός Χρυσόστομος λέγει ότι «και αν ακόμη δεν μας τιμωρούσε ο Θεός, έπρεπε εμείς οι ίδιοι να ζητήσουμε την τιμωρία μας, επειδή δείξαμε τόση αχαριστία στον ευεργέτη μας». Και συνεχίζει ο Άγιος : «Θα σας πω κάτι παράδοξο και αξιοθαύμαστο  και απίστευτο στους πολλούς. Όποιος  τιμωρείται επειδή εξόργισε τον τόσο φιλάνθρωπο Θεό, πρέπει αν έχη μυαλό, κι αν αγαπά τον Κύριο όπως πρέπει να Τον αγαπά, να χαίρεται περισσότερο από εκείνον που δεν τιμωρήθηκε… . Αν αγαπά κανείς τον Χριστό όπως πρέπει να τον αγαπά, να χαίρεται περισσότερο από εκείνον που δεν τιμωρήθηκε.. . Αν αγαπά κανείς τον Χριστό όπως πρέπει να τον αγαπά, καταλαβαίνει αυτά που λέω… . Γνωρίζω βέβαια πως αυτά που λέγω είναι απίστευτα, αλλα αυτή είναι η αλήθεια. Αν αγαπούμε τον Χριστό όπως πρέπει να Τον αγαπούμε, εμείς θα τιμωρούμε τους εαυτούς μας για τις αμαρτίες μας… .  Ας φοβόμαστε προ πάντων την αμαρτία, διότι αυτή είναι η κόλαση, αυτή είναι η αιώνια τιμωρία… . Και όχι μόνο να τη φοβόμαστε, αλλά και να την αποφεύγουμε και να μεριμνούμε να αρέσουμε στο Θεό κάθε στιγμή. Διότι αυτό είναι η Βασιλεία των ουρανών, αυτό είναι η ζωή, αυτό είναι τα άπειρα καλά».

«Να γνωρίζεις αδερφέ, ότι αν θελήσεις κα κοινωνήσεις έτσι ανάξιος όντας, θα γίνεις ένοχος του σώματος και του αίματος του Κυρίου, όπως λέει ο θείος Παύλος, και θα κοινωνήσεις σε κατάκριση και κόλασή σου, γενόμενος δεύτερος Ιούδας και παρόμοιος με τους Εβραίους. Διότι όπως τότε οι Εβραίοι κέντησαν το σώμα του Κυρίου, όχι για να πιούν το αίμα του  αλλά για να το χύσουν, όπως ερμηνεύει ο Χρυσορήμων ( Λογ.κξ Της α΄προς Κορινθ.), έτσι κι εσύ θα θεωρηθείς ότι χύνεις το ακήρατο αίμα του Κυρίου και όχι ότι το πίνεις λόγω της αναξιότητάς σου».

Αγαπημένε εν Χριστώ Αδερφέ :  «Να γνωρίζεις, ότι με την αποχή αυτή της Κοινωνίας θα γίνει η μετάνοιά σου ασφαλέστερη. Θα στερεωθείς περισσότερο στη χάρι του Θεού και θα καταλάβεις καλύτερα το κακό, που σου προξένησε η αμαρτία, μάλιστα όταν βλέπεις τους άλλους να κοινωνούν κι εσύ να στερείσαι λέγοντας στον εαυτό σου εκείνο το του Ασώτου Υιού «Πόσοι μισθωτοί του πατέρα μου έχουν περισσευούμενο άρτο κι εγώ χάνομαι από την πείνα» (Λογ.. 15,17) Και από όλα αυτά να  μισήσεις την αμαρτία και να φυλάγεις καλά στο εξής την χάρι, που έχασες, αφού θα  σου γίνουν μαθήματα τα παθήματα. «Διότι ότι κάποιος με κόπο αποκτά, φροντίζει να το διαφυλάει» λέει ο  μέγας Βασίλειος και ο Θεολόγος Γρηγόριος. «Συνηθίζει αυτό που αποκτήθηκε με κόπο να παραμένει περισσότερο, ενώ αυτό που αποκτήθηκε εύκολα να χάνεται και πολύ γρήγορα, επειδή πάλι μπορεί να αποκτηθεί» (Λογ. Β΄περί Θεολογίας).

Αγαπητό μου παιδί μου, γνωρίζει ο πνευματικός πότε είναι καιρός να πάρεις μέσα σου τον Χριστό. Εξάλλου το θέμα είναι η σχέση με τον Χριστό και να αναφορά της ζωής μας σε εκείνον κάθε λεπτό και κάθε στιγμή και όχι απλά να κοινωνήσουμε επειδή είναι μια μεγάλη εορτή για το καλό όταν η καρδιά μας δεν έχει το κατάλληλο πνευματικό έδαφος υποδοχής.

Η αγάπη προς τον Θεό φιλοτιμεί τον πιστό να μην πληγώσει τον φιλάνθρωπο Πατέρα του. Και ταυτοχρόνως θεραπεύει τις πληγές των παλαιοτέρων τραυμάτων της αμαρτίας: Ας μη περιφρονούμε, λοιπόν, το φάρμακο των ψυχικών μας τραυμάτων. Διότι αυτό, η προς τον Θεό αγάπη μας, αυτό προ πάντων το φάρμακο θα μας θεραπεύσει τελείως, και θα εξαφανίσει τέλεια τα τραύματα των ψυχών μας, ώστε δε θα μείνει ούτε ίχνος, ούτε σημάδι του τραύματος».

Αποσπάσματα από τα τα βιβλία : «Εξομολογητάριον» του Αγίου Νικοδήμου και «Ιερά Εξομολόγηση» του Ιερομονάχου Γρηγορίου.

Συντάκτης  π. Σπυρίδων Σκουτής

http://euxh.gr/theologia/pateres/ta-epitimia-kai-i-apoxi-apo-tin-theia-koinonia

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Λειτουργικά βιβλία και ψαλτική

Συγγραφέας: kantonopou στις 23 Σεπτεμβρίου 2017

Λειτουργικά βιβλία και ψαλτική

Στο ψαλτήρι υπάρχουν σε χρήση βιβλία που καταλαμβάνουν την δική τους θέση όλο το χρόνο. Δημιουργήθηκαν για την ενίσχυση του πιστού στη προσευχή και έχουν καθαρά βοηθητικό χαρακτήρα. Αυτά τα λειτουργικά βιβλία χρησιμοποιούνται κυρίως στο λατρευτικό χώρο του ναού την ώρα των ακολουθιών.

Η Παρακλητική περιέχει την εβδομαδιαία ακολουθία στους οκτώ ήχους της Βυζαντινής μουσικής και αρχίζει από το Σάββατο το βράδυ και τελειώνει το επόμενο Σάββατο το πρωί για κάθε ήχο. Αυτό συμβαίνει γιατί η εκκλησία μας ακολουθεί το σύστημα του νυχθημέρου όπου η εορτή της επομένης αρχίζει από τον εσπερινό της προηγούμενης. Επίσης υπάρχουν τα 12 Μηναία, ένα για κάθε μήνα, όπου βρίσκουμε τις ακολουθίες των αγίων όλου του χρόνου.

Το Τριώδιον περιέχει τις ακολουθίες των κινητών εορτών από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου μέχρι το Μεγάλο Σάββατο το πρωί ενώ το Πεντηκοστάριον περιέχει τις ακολουθίες από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή των Αγίων Πάντων. Υπάρχουν βιβλία όπως το Αρχιερατικόν, το Ιερατικόν και το Διακονικόν για χρήση από τον Επίσκοπο, τον Ιερέα και τον Διάκονο αντίστοιχα καθώς και το Μέγα και Μικρόν Ευχολόγιον όπου περιέχει Μυστήρια και ευχές που διαβάζουν οι ιερείς κατά περιπτώσεις. Στο Μέγα Ωρολόγιον βρίσκουμε όλες τις ακολουθίες του νυχθημέρου, τα απολυτίκια των αγίων και των εορτών και διάφορες προσευχές ενώ στο Τυπικόν περιγράφεται με λεπτομέρειες η διάταξη και η τέλεση των ακολουθιών.

Σημαντικό βιβλίο για την εκκλησία μας είναι το Ψαλτήριον όπου περιλαμβάνει τους 150 ψαλμούς του προφήτη Δαυίδ και είναι χωρισμένο σε 20 Καθίσματα καθώς στα μοναστήρια ο κύκλος του Ψαλτηρίου είναι εβδομαδιαίος. Το Θεοτοκάριον περιέχει ύμνους και κανόνες προς την Παναγία μας ενώ ο Μέγας Συναξαριστής αποτελείται από πολλούς τόμους και περιέχει αναλυτικά τους βίους των Αγίων και σχετικούς Πατερικούς λόγους για την κάθε ημέρα ολόκληρου του έτους.

Κατά την διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας χρησιμοποιούμε το βιβλίο με τον αντίστοιχο τίτλο το οποίο περιλαμβάνει τις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας, οι οποίες βρίσκονται και στο Τριώδιο. Σπάνια βρίσκουμε τα βιβλία Συνέκδημος και Σύνοψις τα οποία περιέχουν ότι το Ωρολόγιο και η Παρακλητική καθώς είναι απαραίτητα για την προσευχή του κάθε πιστού στις ακολουθίες μέσα στο ναό. Για την εξυπηρέτηση των Λειτουργών και των ψαλτών υπάρχει επίσης το καθιερωμένο τα τελευταία χρόνια μικρό βιβλίο με τίτλο Το εγκόλπιο του Αναγνώστου και το ετήσιο Τυπικόν τα οποία περιέχουν την διάταξη όλων των ακολουθιών όλου του έτους. Το ετήσιο Τυπικόν αντικατέστησε το Μέγα Τυπικόν το οποίο αναφερόταν σε όλες τις τυπικές διατάξεις και εξαιρέσεις των ακολουθιών όλου του χρόνου.

Στις μέρες μας κυκλοφορούν και μικρότερα βιβλία τα οποία περιέχουν μέρος των παραπάνω βιβλίων όπως είναι η Θεία Λειτουργία, Ακολουθία των Χαιρετισμών, Ακολουθία της Παρακλήσεως, της Θείας Μεταλήψεως, του Αποδείπνου και άλλων ακολουθιών που σκοπό έχουν να εξυπηρετούν καλύτερα τους πιστούς λόγω του μεγέθους τους.

Συντάκτης  Παντελεήμων Ζαφείρης

http://euxh.gr/theologia/leitourgika/leitourgika-vivlia-kai-psaltiki

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Έμμηνος Ρύσις και Εκκλησία

Συγγραφέας: kantonopou στις 23 Σεπτεμβρίου 2017

Έμμηνος Ρύσις και Εκκλησία

Η έμμηνος ρύση των γυναικών απασχολεί, εκκλησιαστικώς, πολλούς χριστιανούς και ειδικά τις χριστιανές γυναίκες. Υπάρχουν διάφορες απορίες πάνω στο θέμα. Μπορούν οι γυναίκες, κατά την χρονική διάρκεια της έμμηνου ρύσης, να μπαίνουν στον ναό, να προσκυνούν τις εικόνες, να παίρνουν αντίδωρο, να μετέχουν στη θεία λατρεία, να αξομολογούνται και να κοινωνούν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού; Θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε το θέμα, μέσα από τους κανόνες της Εκκλησίας και την διδασκαλία των αγίων Αποστόλων και Πατέρων.

Ας δούμε κατ’ αρχάς τον Β’ κανόνα του αγίου Διονυσίου Αλεξανδρείας, ο οποίος είναι και ο μόνος κανόνας που ασχολείται ειδικώς με το θέμα και συμπεριλαμβάνεται στο Πηδάλιο. Γράφει στο Πηδάλιο: «Ερωτηθείς ο άγιος, αν οι γυναίκες κατά την έμμηνο ρύση μπορούν να μπαίνουν στον ναό του Θεού, απάντησε ότι αυτό δεν είναι ανάγκη μήτε να το ερωτούν, επειδή εκείνες οι γυναίκες αν έχουν την πρέπουσα ευλάβεια στα θεία, από μόνες τους δεν θα θέλουν να τολμήσουν ποτέ να πλησιάσουν την Αγία Τράπεζα και να μεταλάβουν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, όσο βρίσκονται ακόμη στη κατάσταση της έμμηνου ρύσης. Διότι μπορούν να ενθυμηθούν την αιμορροούσα εκείνη γυναίκα, η οποία διά την ρύση του αίματός της, δεν τόλμησε από πολλή ευλάβεια να πιάσει το σώμα του Χριστού, αλλά μόνο την ποδιά των ιματίων Του. Μπορούν όμως να προσεύχονται είτε στο σπίτι τους , είτε ευρισκόμενες στον πρόναο του Ναού και να παρακαλούν τον Θεό ζητώντας  βοήθεια και  σωτηρία, από Αυτόν. Κωλύεται όμως να πλησιάζει τα άγια των αγίων, δηλαδή, να μεταλάβει του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, εκείνος που είναι ακάθαρτος στη ψυχή και στο σώμα, όπως ακάθαρτη στο σώμα είναι και η γυναίκα που βρίσκεται στην κατάσταση της έμμηνου ρύσης». (Πηδάλιο σελίς 445-446).

Ας δούμε τι γράφει ο άγιος Διονύσιος και να καταλάβουμε τι μας λέει όχι κατά το γράμμα αλλά κατά το πνεύμα του κανόνα. Το πρώτο που όλοι καταλαβαίνουμε είναι ότι ο κανόνας αυτός, μας λέει ότι οι γυναίκες που βρίσκονται στην διάρκεια της έμμηνου ρύσης, δεν μπορούν να μεταλαμβάνουν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, λόγω ευλάβειας (δύο φορές επαναλαμβάνει την λέξη ευλάβεια) και όχι λόγω αμαρτίας ή πνευματικής ακαθαρσίας.  Η έμμηνος ρύση είναι φυσική κατάσταση καθαρισμού του γυναικείου σώματος. Έτσι ως φυσική κατάσταση, δεν είναι κακό. Οι Αποστολικές Διαταγές στο στ’ βιβλίο γράφουν: « Ούτε η ερωτική συνεύρεση μέσα στον νόμιμο γάμο, ούτε η κατάσταση της λοχείας, ούτε η ρύση του αίματος των γυναικών, ούτε η ονείρωξη (αθέλητη εκσπερμάτωση κατά τον ύπνο), μπορούν να μολύνουν την ανθρώπινη φύση ή να την χωρίσουν από την χάρη του Αγίου Πνεύματος, παρά μόνο η ασέβεια και η παράνομος πράξη». Ο άγιος Αθανάσιος στο έργο του «περί ενανθρωπήσεως, γράφει: «ου γαρ ήλθεν την φύσιν ανήλεν, αλλά την προαίρεσιν διορθώσαι». Ο Υιός δεν ενανθρώπησε για να καταργήσει την ανθρώπινη φύση, η οποία δεν ευθύνεται για την πτώση, αλλά ενανθρώπησε για να θεραπεύσει την ελευθερία της θέλησης, αφού αυτή ευθύνεται για την πτώση στην αμαρτία. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει στο έργο του «Ακριβής έκδοσης της Ορθοδόξου πίστεως»; «Δημιούργησε λοιπόν ο Θεός τον άνθρωπο ως φύση αναμάρτητη και θέληση αυτεξούσια. Αναμάρτητο τον θεωρώ όχι γιατί δεν επιδέχεται αμαρτία (μόνο το θείο δεν επιδέχεται αμαρτία), αλλά γιατί δεν έχει στη φύση του την τάση προς την αμαρτία, ενώ φυσικά την έχει στην προαίρεση, στην ελευθερία της θέλησης». Ο ιερός Χρυσόστομος, αναφερόμενος στην έμμηνο ρύση λέει: «Ούτε αληθινή αμαρτία είναι αυτά, ούτε ακαθαρσία».  Ο όσιος Θεοδώρητος γράφει: « Αυτά που γίνονται φυσικώς ούτε ακαθαρσία είναι». Και ο όσιος Διόδωρος λέει: «Τίποτα δεν είναι ακάθαρτο, παρά μόνο η πονηρή διάθεση». Είναι ξεκάθαρο για τους Αποστόλους και τους Πατέρες ότι η αμαρτία και η πνευματική ακαθαρσία αναφαίρεται στην προαίρεση και όχι στη φύση. Έτσι και η έμμηνος ρύση, η οποία είναι φυσική κατάσταση του σώματος ούτε αμαρτία είναι, ούτε ακαθαρσία. Λέγεται καταχρηστικώς ακαθαρία σωματική, μόνο σε σύγκριση με τις άλλες φυσικές ακαθαρσίες, όπως είναι οι μίξες, οι κυψελίδες των αυτιών, οι τσίμπλες, τα φλέματα, τα ούρα και τα απορίματα. Έτσι λοιπόν μόνο από θέμα ευλάβειας, δεν μπορεί η γυναίκα με έμμηνο ρύση να μετέχει στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Όπως δηλαδή, κάποιος δεν θα πάει να κοινωνήσει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, τρέχοντας από τη μύτη του μίξες, αλλά αφού πρώτα θα καθαρίσει το σημείο του σώματός του, γύρω από τη μύτη του και το στόμα του, θα προσέλθει στην θεία Κοινωνία, έτσι και η γυναίκα με έμμηνο ρύση, θα περιμένει να καθαρισθεί από την έμμηνο ρύση και μετά θα προσέλθει να κοινωνήσει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Εκτός αν υπάρχει σοβαρή ασθένεια και κίνδυνος θανάτου, κοινωνεί το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και με έμμηνο ρύση, όπως γράφει ο άγιος Νικόδημος, στις υποσημειώσεις του κανόνα του αγίου Διονυσίου.

Υπάρχει μία πρόταση στον κανόνα αυτόν του αγίου Διουνυσίου, η οποία έχει επιφέρει σύγχυση σε πολλούς. Γράφει ο άγιος Διονύσιος: «Οι γυναίκες με έμμηνο ρύση μπορούν να προσεύχονται είτε στο σπίτι τους, είτε στον πρόναο του Ναού». Αυτό «στον πρόναο του ναού», κάνει πολλούς να πιστεύουν ότι οι γυναίκες με έμμηνο ρύση, δεν μπορούν να εισέλθουν στον κυρίως ναό και να μετέχουν στη θεία λατρεία. Να δούμε τι σημαίνει «να προσεύχονται στον πρόναο». Στους χρόνους που ζει ο άγιος Διονύσιος, 3ος  αιώνας μ.Χ, η κοινή λατρεία αναφέρεται μόνο ως προς την σύναξη των πιστών, της τέλεση δηλαδή της Θείας Λειτουργίας. Η Θεία Λειτουργία διαιρείται σε δύο μέρη. Πρώτον στο θεολογικό μέρος, το οποίο αρχίζει με την εκφώνηση «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος..» και τελειώνει με την ανάγνωση του ευαγγελίου και το κήρυγματου θείου λόγου. (Η θέση του κηρύγματος είναι μετά την ανάγνωση του ευαγγελίου) Μετά το κήρυγμα ο διάκονος εκφωνεί: «Όσοι κατηχούμενοι προέλθετε, οι κατηχούμενοι προέλθετε. Όσοι κατηχούμενοι προέλθετε, μη τις των κατηχουμένων. Όσοι πιστοί έτι και έτι του Κυρίου δεηθώμεν», Δηλαδή εντέλει ο διάκονος λέγοντας: «Όσοι είναι στην τάξη των κατηχουμένων, αβάπτιστοι δηλαδή, βγείτε έξω από τον κυρίως ναό στον πρόναο, κανείς αβάπτιστος δεν μπορεί να μείνει και να συμμετέχει στο δεύτερο μέρος της Θείας Λειτουργίας και να κοινωνήσει του Σώματος και του Αίματος του Χριστού». Και αφού έβγαιναν όλοι οι αβάπτιστοι, ο διάκονος λέει: «Όσοι λοιπόν μείναμε που είμαστε βαπτισμένοι, ας προσευχηθούμε στον Κύριο». Και: «Τας θύρας τας θύρας εν σοφία πρόσχωμεν». Η ερμηνεία των αισθητών είναι: «κλείστε καλά τις πόρτες για να μην εισέλθει κανείς από αυτούς που δεν πρέπει στο δεύτερο μέρος της Θείας Λειτουργίας», και η πνευματική ερμηνεία είναι: «Ας κλείσουμε τις θύρες των αισθήσεων και μέσα στην καρδιά μας ας τελέσουμε την αναίμακτη λατρεία». Μαζί με τους αβάπτιστους έβγαιναν από τον κυρίως ναό και στέκοταν στον πρόναο και αυτοί οι οποίοι ήσαν βαπτισμένοι, αλλά είχαν πέσει σε αμαρτήματα τέτοια, τα οποία τους εμπόδιζαν από την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Αυτοί αποτελούσαν την τάξη των προσκλαιόντων, γιατί παρακαλούσαν κλαίγοντας τον Θεό και αυτούς τους οποίους έμεναν στη Θεία Λειτουργία, να προσευχηθούν γι αυτούς, να τους συγχωρήσει ο Θεός. Έτσι από το σημείο αυτό αρχίζει το δεύτερο μέρος της Θείας Λειτουργίας, το θεουργικό, στο οποίο παρέμεναν όλοι αυτοί που θα συμμετείχαν στη Θεία Κοινωνία. Μόνο αυτοί οι οποίοι θα κοινωνούσαν, έμεναν μέσα στη Θεία Λειτουργία. Τώρα καταλαβαίνουμε γιατί ο άγιος Διονύσιος αναφέρει ότι οι γυναίκες με έμμηνο ρύση, μπορούν να προσεύχονται στον πρόναο. Γιατί αυτές οι γυναίκες δεν θα κοινωνούσαν,  και δεν είχαν λόγο να παραβρίσκονται μέσα στον κυρίως ναό, στο θεουργικό μέρος της Θεία Λειτουργίας. Γιατί μέσα στη Θεία Λειτουργία έμεναν όσοι μπορούσαν να κοινωνήσουν, όπως λέει ο 9ος Αποστολικός κανόνας, ο οποίος αφορίζει όποιον πιστό, που δεν έχει κώλυμα, δεν παραμένει στη Θεία Λειτουργία και δεν κοινωνεί των Αγίων Μυστηρίων.

Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι η γυναίκα που βρίσκεται σε έμμηνο ρύση, μπορεί να συμμετέχει σε όλα τα εκκλησιαστικά, εκτός της συμμετοχής στην κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, καθώς ο άγιος Διονύσιος είναι συγκεκριμμένος, «δεν θα τολμήσυν να πλησιάσουν την Αγία Τράπεζα και να κοινωνήσουν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού», και αυτό όχι γιατί είναι ανάξια πνευματικά, αλλά λόγω ευλάβειας. Καθότι και ο άγιος Διονύσιος γράφει στο τέλος του κανόνα, ότι κανένας, άνδρας ή γυναίκα δεν μπορεί να συμμετέχει στη κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, αν είναι ακάθαρτος στη ψυχή ή στο σώμα.

Συντάκτης  π.Παναγιώτης Βαρδουνιώτης

http://euxh.gr/politismos/paradoseis/emminos-rysis-kai-ekklisia

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Σαραντισμός και Νεογέννητο

Συγγραφέας: kantonopou στις 23 Σεπτεμβρίου 2017

Σαραντισμός και Νεογέννητο

Για να κατανοήσουμε καλύτερα την πράξη του σαραντισμού του νεογέννητου, δηλαδή την είσοδο του στην Εκκλησία και την αφιέρωση του στον Θεό, καλό είναι να γνωρίζουμε τι λέει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, περί των διατάξεων του Νόμου.

Γράφει ο άγιος Μάξιμος στο έργο του Β’ Εκατοντάδα περί αγάπης στο κεφάλαιο 86: “Άλλες από τις εντολές του Νόμου είναι ανάγκη να τηρούμε και σωματικώς και πνευματικώς, άλλες μόνο πνευματικώς. Παράδειγμα, τα “ου μοιχεύσεις”, “ου φονεύσεις”, “ου κλέψεις” και τα όμοια, πρέπει να τα τηρούμε και σωματικώς και πνευματικώς. Αλλά την περιτομή, την τήρηση του σαββάτου, το να σφάξουμε τον αμνό και να φάμε   το άζυμο με τις πικρίδες και τα όμοια, τα τηρούμε μόνο πνευματικώς”. Έτσι και ο σαραντισμός του νεογέννητου τηρείτε σωματικώς και πνευματικώς. Αν λείψει η πνευματική του διάσταση τότε ο σαραντισμός  γίνεται τυπολατρία και απονεκρώνεται. Στο βιβλίο της Εξόδου και στο κεφάλαιο 13 στίχος 2 λέει ο Θεός στον Μωϋσή: “Να αφιερώσεις σε εμένα κάθε πρωτότοκο, κάθε πρωτογέννητο μεταξύ των Ισραηλιτών το οποίον ανοίγει την μήτρα, γιατί ανήκει σε εμένα”. Ερμηνεύοντας αυτό το χωρίο ο άγιος Νικόδημος, στο έργο του “Ερμηνεία εις τον  κανόνα της Υπαπαντης”, γράφει: “Το χωρίο αυτό δεν αρμόζει σε κανένα άλλο πρωτότοκο, παρά μόνο στον Δεσπότη Χριστό και αυτόν κυρίως προεικόνιζε. Τούτο δε γίνεται φανερό από τα ακόλουθα: Διότι κανένα άλλο από τα πρωτότοκα, τα οποία γεννήθηκαν με τον φυσικό τρόπο, δεν διανοίγει την μήτρα της μητέρας του, διότι αυτή πολύ νωρίτερα διανοίγεται από την συνουσία του ανδρός. Ο δε πρωτότοκος Εμμανουήλ, ο Χριστός, ως υπέρ φύση και χωρίς σπορά ανδρός γεννηθείς, αυτός μόνος άνοιξε την μήτρα της ασπόρου αυτού Μητρός, θεοπρεπώς και ακαταλείπτως. Αναφερόμενος ο άγιος Νικόδημος στο χωρίο από το ευαγγέλιο του Λουκά 2,23: “Πάν άρσεν διανοίγον μήτραν, άγιον τω Κυρίω κληθήσεται”, γράφει ότι μόνο ο Χριστός μπορεί να ονομασθεί άγιος, δηλ. αφιερωμένος τω Κυρίω, καθώς και στην Θ. Λειτουργία όταν ο ιερέας λέει: “Πρόσχωμεν τα άγια τοις αγίοις”, ο λαός ομολογεί: “Εις άγιος, εις Κύριος Ιησούς Χριστός”. Ένας είναι ο άγιος, ο Κύριος Ιησούς Χριστός, διά του οποίου όλοι μας γινόμαστε άγιοι. Αυτός ο αγιασμός  είναι ο σκοπός του σαραντισμού, της αφιέρωσης του νεογέννητου στον Θεό. Στην Θ. Λειτουργία προσφέρομε ψωμί και κρασί. Και ο Θεός τα λαμβάνει τα αγιάζει και μας τα επιστρέφει ως Σώμα και Αίμα Χριστού. Έτσι και ο σαραντισμός είναι ένα “Τα σα εκ των σων σοι προσφέρομε κατά πάντα και διά πάντα”. Γιατί ο Θεός είναι ο δημιουργός της ζωής. Και έκανε και εμάς συνδημιουργούς του στη ζωή. Έτσι το νεογέννητο το προσφέρομε στον Θεό στον οποίον ανήκει ως “σα εκ των σων”, και ο Θεός το λαμβάνει και το αγιάζει. Γιατί ότι αφιερώνουμε στο Θεό, ο Θεός το αγιάζει. Δηλαδή ενώνεται με αυτό και το νεογέννητο ζει διά του Θεού. Σκοπός του σαραντισμού λοιπόν είναι ο αγιασμός του νεογέννητου. Αλλά δεν συμβαίνει αυτή την στιγμή, αλλά θα γίνει εν χρόνω και σταδιακά. Γι αυτό και στην ευχή εις το παιδί λέμε: “..ίνα και του νοητού καταξιηθή φωτός (Βάπτισμα, Χρίσμα) εν καιρώ ώ προώρισας, και συγκαταριθμηθή τη αγία σου ποίμνη (Εκκλησία) διά του μονογενού σου Υιού”. Έτσι ο αγιασμός ουσιαστικώς αρχίζει με το μυστήριο του Βαπτίσματος και ολοκληρώνεται με την Θεία Ευχαριστία. Αυτό συμβολίζει η πορεία του νεογήννητου μέσα στον ναό.

Πρέπει εκ των προτέρων να αναφέρουμε τα στάδια του αγιασμού, όπως τα αναφέρει ο άγιος Διονύσιος ο αρεοπαγίτης στο έργο του “Περί Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας”. Αυτά είναι η κάθαρση, ο φωτισμός και η τελείωση ή θέωση. Επίσης ο Ορθόδοξος Ναός είναι χωρισμένος σε τρία μέρη, πρόναος, κυρίως ναός και άγιο βήμα, όπου κάθε ένα μέρος συμβολίζει και ένα από τα στάδια του αγιασμού. Έτσι στον πρόναο που συμβολίζει το στάδιο της κάθαρσης διαβάζονται οι ευχές στο νεογέννητο. Μετά λαμβάνει ο ιερέας το παιδί και το οδηγεί στον κυρίως ναό,που συμβολίζει το στάδιο του φωτισμού, λέγοντας “Εκκλησιάζεται ο δούλος ‘η η δούλη (υιός ή θυγατέρα ) του Θεού… . Και μετά εισάγει το νεογέννητο, είτε αγόρι είτε κορίτσι, στο άγιο βήμα, που συμβολίζει το στάδιο της θέωσης. Δείχνοντας έτσι ότι σκοπός του κάθε χριστιανού, είτε είναι άνδρας είτε γυναίκα, είναι η θέωση. Λανθασμένα έχει επικρατήσει κάποιοι ιερείς να εισάγουν μέσα στο άγιο βήμα μόνο τα αγόρια με την δικαιολογία ότι μόνο τα αγόρια μπορούν να γίνουν ιερείς. Δικαίωμα στη θέωση έχουν ισότιμα οι άνδρες και οι γυναίκες. Μετά ο ιερέας βγάζει το νεογέννητο από την βόρεια πύλη επιστρέφοντας το παιδί στους γονείς για να το μεγαλώσουν κατά Θεό.

Επίσης κατά γον σαραντισμό του βρέφους διαβάζονται ευχές και στη μητέρα. Οι ευχές αυτές είναι ευχές επανένταξης της μητέρας στην Εκκλησία διά της Θείας Ευχαριστίας. “…ίνα ακατακρίτως αξιωθή μετασχείν των αγίων μυστηρίων σου”. Επίσης πρέπει να τονίσουμε ότι λανθασμένως κάποιοι ιερείς διαβάζουν την λεγόμενη μισή ευχή στην λεχώνα. Πρώτον δεν υπάρχουν μισές ευχές στην Εκκλησία. Σε κανένα ευχολόγιο δεν αναφέρεται μισή ευχή στη λεχώνα. Και δεύτερον η μισή ευχή ανοήτως εισάγει μια δεισιδαιμονία. Την λεγόμενη μισή ευχή την διαβάζουν οι ιερείς για να μπορεί να βγει η λεχώνα από το σπίτι πριν τις σαράντα ημέρες. Λες και υπάρχει κάποια αόρατη δύναμη από την οποία κινδυνεύει η λεχώνα. Αν θα βγει η λεχώνα από το σπίτι και σε πόσες ημέρες υπεύθυνος είναι ο γιατρός και όχι ο ιερέας και η Εκκλησία. Οι ευχές της Εκκλησίας προς την λεχώνα και το βρέφος είναι συγκεκριμένες. Η ευχή της πρώτης ημέρας, η ευχή της ονοματοδοσίας την όγδοη ημέρα και η ευχές του σαραντισμού ή όπως ακριβώς λέει  η Εκκλησία    εις το εκκλησιάσαι παιδίον. Ότι άλλο είναι η δεισιδαιμονία ή εκ του πονηρού.

Συντάκτης  π.Παναγιώτης Βαρδουνιώτης

http://euxh.gr/theologia/leitourgika/sarantismos-kai-neogennito-2

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΕΙΝΑΙ ΑΡΑΓΕ ΣΩΣΤΟ ΝΑ ΛΕΜΕ «ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ»;

Συγγραφέας: kantonopou στις 19 Αυγούστου 2017

           Μερικοὶ ὀρθόδοξοι πιστοὶ ἀποφεύγουν τὴν ἐπίκληση τῆς Θεοτόκου μὲ τὴν προστακτικὴ «σῶσον ἡμᾶς», ἀποκαθιστῶντες αὐτὴ μὲ τὴν προστακτικὴ «πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν».
.               Μέχρις ἑνὸς ὁρίου βέβαια ἡ εὐαισθησία αὐτὴ εἶναι δικαιολογημένη. Ὑπάρχει φόβος μήπως ἡ σωτηρία, ποὺ εἶναι ἔργο μόνον τοῦ Θεοῦ, ἀποδοθεῖ στὴν Θεομήτορα. Γενικὰ ὅμως ἡ τοποθέτηση αὐτὴ δὲν εἶναι σωστή. Λέγοντας στὴν Θεοτόκο «σῶσον ἠμᾶς», δὲν τὴν θεωροῦμε ὡς πρωταρχικὴ αἰτία τῆς σωτηρίας μας. Ἁπλῶς ἀπευθυνόμαστε σὲ αὐτὴν καὶ τὴν παρακαλοῦμε μὲ τὴν πρεσβεία καὶ τὶς δεήσεις της πρὸς τὸν Υἱό της νὰ μᾶς σώσει Ατς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὰ πολλὰ κακὰ ποὺ μᾶς συνέχουν. Ἡ Θεοτόκος εἶναι ἡ μεσίτρια τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸν Υἱό της, χωρὶς βέβαια ἡ μεσιτεία αὐτὴ νὰ προσκρούει ἢ νὰ ἐπισκιάζει τὴν πρώτη καὶ κύρια μεγάλη μεσιτεία τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς πίστεώς μας πρὸς τὸν Θεὸ ὑπὲρ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τῶν ἀνθρώπων, διότι ἡ μεσιτεία τῆς Παναγίας γίνεται πάντοτε ἐν ὀνόματι τῆς μεγάλης μεσιτείας τοῦ Χριστοῦ καὶ λαμβάνει τὴν δυναμή της ἀπὸ αὐτὸν καὶ πρὸς δόξαν τοῦ λυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε ἡ μεσιτεία τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ δὲν παύει νὰ εἶναι προσευχή, δέηση πρὸς τὸν Θεό, ἡ ὁποία εἶναι πολὺ δραστικὴ ἐνώπιον τοῦ ἀπειράνδρου Τόκου της· «πολὺ ἰσχύει δέησις μητρὸς πρὸς εὐμένειαν Δεσπότου».
.               Καμιὰ λοιπὸν ἀπόκλιση ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη πίστη δὲν περιλαμβάνεται στὴν δέηση αὐτή, ἀρκεῖ βέβαια νὰ διαφωτίζεται ἐπαρκῶς τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο Ἀνδρέου Θεοδώρου «Ἀπαντήσεις σὲ ἐρωτήματα δογματικὰ»
ἔκδ. «Ἀποστολικὴ Διακονία», ἔκδ. γ´, Ἀθῆναι 2006, σελ. 122-123 ἠλεκτρ. στοιχειοθ. «Χριστ. Βιβλιογραφία»

https://christianvivliografia.wordpress.com/

Κατηγορία ΘΕΟΤΟΚΟΣ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Δέχεται η Ορθόδοξος Εκκλησία τον πραγματικό και αληθινό σωματικό θάνατο της Θεοτόκου;Υμνογραφική διερεύνηση.

Συγγραφέας: kantonopou στις 19 Αυγούστου 2017

i-koimisi-tis-theotokou-tha-taksidepsei-apo-ti-suro-sto-toledo

Επειδή είναι γενικά αναγνωρισμένο  και αποδεκτό, ότι η διδασκαλία και το δόγμα εμπεριέχονται στην Λα­τρεία και, επομένως, στην Υμνογραφία της Εκκλησίας μας, θα παραθέσουμε όσον το δυ­νατόν συστηματικώς κατανεμημένα αποσπά­σματα από την Υμνολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, για να δούμε ποια είναι η επίσημη θέση της για το θέμα»Δέχεται η Ορθόδοξος Εκκλησία τον πραγματικό  και αληθινόν σωματικό θάνατο της Θεοτόκου, δηλαδή τον χωρισμό  της αγίας ψυχής της από το πανάχραντο σώμα της, πριν απ’ την Μετάσταση στους Ουρανούς:

Πρώτον.

Η ορθόδοξος Υμνολογία, για να δηλώ­σει την αποδημίαν της Θεοτόκου, χρησιμοποιεί τους όρους: Κοίμησις, Θάνατος, Νέκρωσις: π.χ. Κοίμησις

– «Και ύμνησε θεοπρεπώς, σου την θείαν Πανάμωμε Κοίμησιν» (Προεόρτ. Κανών, Ωδή στ’,).

– «τους υμνητάς της φαιδράς σου Κοιμήσεως» (Προεόρτ. Κανών, Ωδή θ’, σελ. 80).

– «οι Δίκαιοι, εν τη Κοιμήσει σου, Κόρη, υμνολογούντες σε» (Προεόρτ. Κανών, Ωδή θ’).

– «Εν τη Κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε» (Απολυτίκιον ιε’ Αυγ.).

Επομένως, η γιορτή της ιε’ Αυγούστου δεν είναι μόνον η Μετάσταση, αλλά και η Κοί­μηση. Το Συναξάριον της ιε’ Αυγούστου λέ­γει μεν: «Τη ΙΕ’ του αυτού μηνός, Μνήμη της σεβάσμιας Μεταστάσεως…», αλλά αμέ­σως κατόπιν οι στίχοι λέγουν: «Ου θαύμα θνήσκειν κοσμοσώτειραν Κόρην, Του κοσμοπλάστου σαρκικώς τεθνηκότος Ζη αεί Θεομήτωρ, καν δεκάτη θάνε πέ­μπτη».

Το δε περιεχόμενο της Κοιμήσεως αναλυ­τικά έχει ως εξής:

«Την ζωήν η κυήσασα, προς ζωήν μεταβέβηκας, τη σεπτή Κοιμήσει σου την αθάνατον, δορυφορούντων Αγγέλων σοι, Αρχών και Δυνάμεων, Αποστόλων, Προ­φητών, και απάσης της κτίσεως, δεχόμενου τε, ακηράτοις παλάμαις του Υιού σου, την αμώμητον ψυχήν σου, Παρθενομήτορ Θεόνυμφε» (Στιχηρόν προσόμοιον Αίνων ιε’ Αυγ.).

Νέκρωσις:

«Εν τη Κοιμήσει σου, νέκρωσις άφθορος» (Κάθισμα ιε’ Αυγ.) «τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησεν» (Κοντάκιον ιε’ Αυγ.), αυτό σημαίνει ότι ετάφη, και ενεκρώθη, μεν, αλλά, τελικά, διεξέφυγεν αυτών των καταστάσεων.

– «Νέκρωσιν πως υπέστης, η τον νεκρωτήν του Άδου κυήσασα;» (Προεόρτ. Κανών, Ωδή α’,).

– «Ω θαύματος καινού! ω τεραστίου ξένου! πως νέκρωσιν υπέστη, η ζωηφόρος κόρη» (Στιχηρόν προσόμοιον εσπερ. ιδ’ Αυγ.).

Θάνατος – η Παναγία θνητή: «Γυναίκα σε θνητήν, άλλ’ υπερφυές και Μητέρα Θεού είδότες…» (Κανών Ίωάν. Δαμασκ. Ωδή γ’).

– «Δια θανάτου γαρ προς την ζωήν μεταβέ­βηκας» (Κανών Ίωάν. Δαμ. Ωδή ζ’, σελ. 86).

– «Πως ουν το άχραντον, ζωαρχικόν τε σου σκήνωμα, της του θανάτου πείρας, γέγονεν μέτοχον,» (Κανών Ίωάν. Δαμασκ. Ωδή ζ’).

– «όμως μιμούμενη δε, τον ποιητήν σου και Υίόν, υπέρ φύσιν υποκύπτεις, τοις της φύσε­ως νόμοις» (Κανών Α’, Ωδή α’, ιε’ Αυγ. ).

– «Νόμους της φύσεως λαθούσα, τη κυήσει σου, τω ανθρωπίνω νόμω θνήσκεις μόνη Αγνή» (Προεόρτ. Κανών, Ωδή ζ’).

Δεύτερον:

Στην ορθόδοξη Υμνολογία υπογραμμί­ζεται, ότι η ψυχή της Θεοτόκου χωρίσθηκε του νεκρού σώματός της. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο ορθόδοξος ορι­σμός του θανάτου. Αναφέρεται, λοιπόν, ότι η Παναγία παρέδωσε την ψυχή της «εις χείρας του Κυρίου και Υιού της». Ψυχή χωρίζεται σώματος – παραδίδεται:

– «Εν ταίς του Υιού χερσί, σήμερον την Παναγίαν παρατίθεται ψυχήν» (Δοξαστικόν αποστίχων Εσπερινού ιδ’ Αυγ., σελ. 76). -«Εξίσταντο Αγγέλων αι δυνάμεις, εν τη Σιών σκοπούμεναι, τον οικείον Δεσπότην, γυναικείαν ψυχήν χειριζόμενον» (Κανών Ιω­άν. Δαμ.,).

Προηγήθηκε ο θάνατός της ως αρραβών, δηλα­δή, προϋπόσχεση ζωής. Άρα πέρασε απ’ την φάση του θανάτου: «Νενίκηνται της φύσεως οι όροι, εν σοί, Παρθένε άχραντε…, και ζωήν προμνηστεύεται θάνατος… και μετά θάνατον ζώσα» (Κανών Ιωάν. Δαμασκ., σελ. 88).

– «Και συ, Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το Πνεύμα» (Εξαποστειλάριον, σελ. 89). Σώμα άψυχον – λείψανον Παναγίας:

– «Ηλάλαζεν Αποστόλων ο δήμος, και δα­κρύων επληρώθη ηνίκα, σου την ψυχήν την αγίαν λιπούσαν, το θεοδόχον τεθέαται σκη νωμα) (Ωδή στ’).

– «Όθεν ανταπέδωκεν, τοις ανόμοις ο Κύ­ριος, δόλον γαρ ειργάσαντο τω τιμίω Λειψάνω σου» (κάθισμα Θεοτόκου του Όρθρου της ιδ’ Αυγ.).

– «Οι θεοφόροι Απόστολοι…, καταλαβόντες το πανάχραντον και ζωαρχικόν σου σκήνος, εξόχως ησπάζοντο» (Δοξαστικόν Μεγ. Ε­σπερινού ιε’ Αυγ.).

Τρίτον.

Τελείται η κηδεία της Παναγίας: – «Ήθροισται ο χορός, Μαθητών πα­ραδόξως… κηδεύσαι σου το σώμα, το θείον» (Απόστ. μικρ. Εσπερ. ιε’ Αυγ.).

– «Εκ περάτων συνέδραμον, Αποστόλων οι πρόκριτοι, θεαρχίω νεύματι του κηδεύσαι σε» (Στιχηρόν προσόμοιον των Αίνων ιε’ Αυγ.).

– «Δήμος των μαθητών αθροίζεται κηδεύσαι, Μητέρα Θεοτόκον» (Απόστιχον μικρού Εσπερ. ιε’ Αυγ.).

– «Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε κηδεύσατέ μου το σώμα» (Εξαποστ.,).

– «νεφέλαι τους Αποστόλους, αιθέριους διήρπαζον και κοσμικώς διεσπαρμένους, ομοχώρους παρέστησαν, τω αχράντω σου σώματι, οι και κηδεύσαντες σεπτώς…» (Δοξαστ. Αίνων ιε’ Αυγ.).

Ακολουθεί ταφή.

Γίνεται λόγος για «τάφον» της Παναγίας: – «Ο τάφος σου κηρύττει, Πανάμωμε, την ταφήν σου» (Προεόρτ. Καν. Ωδή ε’ σελ. 77). Ενδιαφέρον τούτο. Φαίνεται ότι την εποχήν του υμνογράφου κάποιοι ηρνούντο ότι η Παναγία απέθανεν και ετάφη. Γι’ αυτό ο ποιητής επιχειρηματολογεί, ότι: η ύπαρξη του τάφου σου, ω Παρθένε, μαρτυρεί ότι έγινε και ο ενταφιασμός σου σ’ αυτόν. Απάντησις σε αρνητές της ταφής της Πα­ναγίας.

– «Ω του παραδόξου θαύματος! η πηγή της ζωής, εν μνημείω τίθεται» (Στιχηρά Προσόμοια μεγ. Εσπερ. ιε’ Αυγ.). Και εδώ ύυποδηλούται μάλλον άρνηση εκ μέρους τινών του γεγονότος του ενταφιασμού της Θεοτόκου. Ο ποιητής απορρίπτει κάθε τέ­τοια άρνηση, ακόμη και εκ μέρους της ιδίας της Θεοτόκου!

– «Ει ο ακατάληπτος ταύτης καρπός, δι’ ον ουρανός εχρημάτισεν, ταφήν υπέστη, εκου­σίως ως θνητός, πως την ταφήν αρνήσεται, η απειρογάμως κυήσασα;» (Κανών Ιωάν. Δα­μασκ., Ωδή δ’).

– «Ω των υπέρ έννοιαν θαυμάτων, της αειπαρθένου τε και θεομήτορος! τάφον γαρ οικήσασα, έδειξε Παράδεισον» (Κανών Ιωάν. Δαμ. Ωδή θ’).

– «Ήρθη το σώμα μεν του τάφου» (Ωδή ζ’).

– «Μένει κενός ο θείος τάφος, σου του σώ­ματος, της χάριτος δε πλήρης» (Προεόρτ. Κανών, Ωδή ζ’).

– «Πως… η ζωηφόρος κόρη,… τάφω νυν κα­λύπτεται;» (Στιχ. προσόμ. Εσπερ. ιδ’ Αυγ.).

Είναι ποτέ δυνατόν, μετά την ανίχνευση και διακρίβωση αυτή να υποστηρίξει κά­ποιος, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Υμνογραφίαν της, και, επομένως, στην διδασκαλίαν της δεν ομολογεί την θεοτόκον ως: «και θανούσαν και ταφείσαν»;

Επιμέλεια άρθρου.πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου.

https://fdathanasiou.wordpress.com/

Κατηγορία ΘΕΟΤΟΚΟΣ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ο λόγος που νηστεύουμε

Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Αυγούστου 2017

Ίσως να το έχετε παρατηρήσει ή ακόμη και ζήσει οι ίδιοι, οτι τις μέρες που νηστεύουμε υπάρχει μια νευρικότητα και οξυθυμία. Πολλοί το αποδίδουν στο διάβολο. Νομίζω όμως πως αυτή είναι μια εύκολη και συμφέρουσα ερμηνεία που μας αφήνει έξω από την δική μας ευθύνη.
Στην ζωή οτι κάνεις, πρέπει να έχει νόημα για σένα. Ο άνθρωπος διψάει για νόημα. Εάν λοιπόν η νηστεία είναι για μας, μονάχα ενα θρησκευτικό καθήκον, ενα «ιερό» πρέπει, μια διατροφική αλλαγή, τότε σαφέστατά δεν μπορεί να μας δώσει χαρά. Και οτι κάνουμε δίχως χαρά είναι καταδικασμένο να πεθαίνει, να μαραζώνει στην βαρεμάρα και την θλίψη.…
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ πως είναι δυνατόν τόσος κόσμος να κάνει εξαντλητικές δίαιτες για να φτιάξει ένα όμορφο καλλίγραμμο κορμί, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες και στην νηστεία να αντιδρούν τόσο πολύ ή να την κοιτούν αδιάφορα; Γιατί άραγε; Μα γιατί δεν τους λέει τίποτα. Γιατί δεν υπάρχει γι αυτούς κίνητρο. Όταν κάτι το παρουσιάζεις μονάχα ως «καθήκον» ακόμη και ιερό, το νεκρώνεις απο ζωή. Δεν πάλλεται, δεν εχει γεύση. Ο νόμος, ο τύπος, το πρέπει, είναι άνοστο, τόσο μικρό για να γεμίσει μια ανθρώπινη καρδιά.…
Λείπει αυτός ο έρωτας προς τον Χριστό που τα κάνει όλα αλλιώς. Ο έρωτας που σε κάνει για χάρη του αγαπημένου σου, να μην τρως, να μην κοιμάσαι να κάνεις θυσίες και τρέλες και όλα αυτά με πολύ χαρά. Ας μην κρυβόμαστε, η Χριστιανική ζωή ή είναι καψούρα ή βαριέσαι και πλήττεις θανάσιμα…
π. Χαράλαμπος Παπαδόπουλος (FB)

http://www.orthmad.gr/news

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Κοίμηση και η Μετάσταση της Παναγίας. Γιατί Μετάσταση και όχι Ανάσταση;

Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Αυγούστου 2017

Πολλές είναι οι γιορτές της Παναγίας μέσα στον χρόνο. Όλες ονομάζονται Θεομητορικές. Όμως η πιο λαμπρή από όλες είναι το λεγόμενο «Πάσχα του καλοκαιριού», αφού έρχεται μετά από νηστεία 15 ημερών.

Η 15η Αυγούστου είναι η ημέρα που γιορτάζεται η Κοίμηση της Θεοτόκου. Όπως αναφέρει η χριστιανική παράδοση, η ψυχή της, «επτά φορές λαμπρότερη από τον ήλιο», εντυπωσίασε τους Αποστόλους καθώς εξήλθε από το σώμα της. Γιατί όλοι ήταν παρόντες στον θάνατό της, αφού μεταφέρθηκαν δίπλα της με θαυμαστό τρόπο από τα πέρατα της Γης. Ο δε τάφος της, μετά από 3 ημέρες, βρέθηκε άδειος, γι΄ αυτό και μιλάμε για Μετάσταση της Παναγίας.

Δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι η ημερομηνία Κοίμησης της Παναγίας ήταν η 15η Αυγούστου. Πάντως, η συγκεκριμένη ημερομηνία καθιερώθηκε από τον 5ο μ.Χ αιώνα μάλλον με το σκεπτικό να βρίσκεται κοντά, όμως να έπεται του εορτασμού της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος (6/8). Και πιθανόν για να είναι κοινή η νηστεία για τις δύο γιορτές.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τιμώντας σωστὰ καὶ ἐπάξια τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁμολογεῖ Θεοτόκο καὶ Ἀπειπάρθενο, τὴν κηρύττει «τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ» καὶ τὴν ἐπικαλεῖται σὰν μεσίτρια ἀκοίμητη καὶ μετὰ τὸ Θεό, Θεὸ (2). Μὲ τὴν τιμὴ τῆς Θεοτόκου ἀπὸ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, συνδέονται δυὸ σημαντικὰ γεγονότα τῆς ζωῆς της: Ἡ Κοίμηση καὶ ἡ ἔνσωμη Μετάστασή της στοὺς οὐρανούς.

Η Μητέρα του Χριστού τρεις ημέρες μετά την Κοίμηση και την Ταφή της από τους Μαθητές και τους πρώτους Αποστολικούς Πατέρες, “μετέστη” στους ουρανούς. Η “μετάσταση” της Θεοτόκου είναι ταυτόχρονα ανάσταση και ανάληψη. Δηλαδή, το νεκρό της σώμα συνδέθηκε πάλι με την ψυχή της και “ανελήφθη” από τον Υιό της στον ουρανό. Δεν ήταν δυνατόν αυτή που γέννησε τον νικητή του θανάτου να κατέχεται από τον θάνατο.

Χωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς συνέβη στο σώμα της Παναγίας πέραν της μεταστάσεώς του στον ουρανό και της αφθαρτοποιήσεώς του, προτιμούμε να μείνουμε χωρίς προσθήκες και επεξηγήσεις στον όρο «μετάσταση» που μας παρέδωσαν οι άγιοι Πατέρες, με δεδομένα τα λόγια της Αγίας Γραφής στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή 15,22-23: «Ώσπερ γαρ εν τω Αδάμ πάντες αποθνήσκουσιν, ούτω και εν τω Χριστώ πάντες ζωοποιηθήσονται. Έκαστος δε εν τω ιδίω τάγματι· απαρχή Χριστός, έπειτα οι Χριστού εν τη παρουσία αυτού». Και μια και η ζωοποίηση των σωμάτων ακόμα δεν έχει συμβεί πέραν του Χριστού, εφ” όσον δεν έχει συμβεί ακόμα η Δευτέρα Παρουσία, δεν μπορούμε να μιλάμε για «ανάσταση», αλλά απλώς για «μετάσταση». Άλλωστε κατά τον λόγο της Αγίας Γραφής, οι ψυχές των αγίων, ακόμα και χωρίς το σώμα τους, δεν κατέχονται εκ του θανάτου: «Λέγει αυτώ Μάρθα· οίδα ότι αναστήσεται εν τη αναστάσει εν τη εσχάτη ημέρα. Είπεν αυτη ο Ιησούς· εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται· και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα.» (Ιωάννης 11,21). Άλλο πράγμα λοιπόν είναι η μετάσταση και η διαφύλαξη του σώματος της Παναγίας από τη φθορά, και άλλο η ανάσταση. Και ακόμα και αν χρησιμοποιήσουμε τη λέξη «συνανίσταται» για το σώμα της Παναγίας όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (PG 151,465), είναι προφανές ότι δεν πρόκειται ακριβώς για τη γενική ανάσταση που θα συμβεί κατά τη Δευτέρα Παρουσία, αλλά για κάτι που μοιάζει με αυτήν.

Η Κοίμηση της Θεοτόκου υπήρξε ένδοξος και ήταν ανάλογη με την ζωή της. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μιλώντας για την Κοίμηση της Θεοτόκου, όχι μόνον την ονομάζει ένδοξη, αλλά συγχρόνως την ονομάζει μεταβίωση.

Αυτή η λεγομένη μεταβίωση είναι η ανάσταση και ανάληψη του σώματος της Παναγίας. Κατά την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, όπως και άλλων αγίων, δεν εορτάζουμε μόνον την άνοδο της ψυχής της Θεοτόκου στον ουρανό, αλλά και του σώματος. Γράφει ότι η Θεοτόκος μετέστη στον ουρανό και παρέστη εκ δεξιών του παμβασιλέως. Έτσι, με το σώμα της ανέβηκε στον Ουρανό. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, αυτοί που αναλήφθηκαν με το σώμα τους στον ουρανό, είναι η Παναγία μαζί με τον Υιό της, καθώς ο Προφήτης Ηλίας και ο Ενώχ.

Αυτή όμως η “μετάσταση” δεν χώρισε την Θεοτόκο από τον κόσμο. Περισσότερο από όλους τους Αγίους, η Θεοτόκος, παρά την “κοίμησή” της, συνεχίζει να είναι παρούσα μέσα στο κόσμο με την άμαχη προστασία της. Αυτό μαρτυρούν τα αμέτρητα θαύματά της.

Ἡ ἀνάσταση τῆς Παρθένου καὶ ἡ Μετάστασή της στοὺς οὐρανούς, ποὺ ἀκολουθεῖ τὴ ζωηφόρο ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀποτελεῖ τὴν ἀπαρχὴ τῆς ἀφθαρσίας καὶ θεώσεως τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ποὺ καθιδρύθηκε διὰ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, καὶ τὸ προοίμιο τῆς γενικῆς ἀναστάσεως στὸ τέλος τῶν αἰώνων.

Ότι συνέβη με τον Χριστό, ο οποίος πέθανε και αναστήθηκε, το ίδιο θα συμβεί και με κάθε άνθρωπο. Προς το παρόν, βέβαια, γευόμαστε μόνο το θάνατο. Βλέπουμε την κυριαρχία του πάνω σε όλη την δημιουργία. Αυτό που προσδοκούμε είναι η κοινή ανάσταση, η ζωοποίηση των νεκρών σωμάτων και η ένδυση των φθαρτών με αφθαρσία. Αυτό που αναμένουμε εμείς να συμβεί, όταν θα έλθει ο Χριστός κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του, σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας μας, συνέβη ήδη στην Θεοτόκο.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Ἐν τὴ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τὴ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε, Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταὶς πρεσβείαις ταὶς σαὶς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Αὐτόμελον.
Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν, ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.

Έρευνα, συγκέντρωση, επεξεργασία και παράθεση Χώρα Του Αχωρήτου

Πηγές:

https://bimag.gr/pws-egine-h-koimish-kai-h-metastash-ths-theotokou/

http://users.sch.gr/aiasgr/Theotokos_Maria/Theotokologia/H_metastash_ths_Theotokou.htm

http://www.agiazoni.gr/article.php?id=98197850470911866722

http://www.saint.gr/857/saint.aspx

http://choratouaxoritou.gr/?p=53248

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΘΕΟΤΟΚΟΣ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τί σημαίνει ο χορός του Ησαΐα; Και γιατί χορεύει ο ιερέας τους νεονύμφους τρεις φορές γύρω από το τραπέζι στο κέντρο του Ναού;

Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Αυγούστου 2017

Ως γνωστόν το τραπέζι που βρίσκεται στο κέντρο του ναού συμβολίζει την Αγία Τράπεζα. Για τον λόγο αυτό στο τραπέζι επάνω βρίσκεται και το ευαγγέλιο και πάνω σ’ αυτό τοποθετεί ο ιερέας τα δακτυλίδια των νεονύμφων, καθώς και τα στέφανα. Ο κύκλος γύρω από το τραπέζι συμβολίζει την αιωνιότητα1 και την πρόσκληση των μελλονύμφων να εισέλθουν δια του μυστηρίου του γάμου τους στην ουράνια βασιλεία του Θεού, δηλ. στον Παράδεισο.
Κατά την τέλεση της ιερολογίας του γάμου, μετά την ευλογία και την προσφορά του κοινού ποτηρίου γίνεται ο χορός του Ησαΐα. Παρόμοιος χορός απαντάται στη λειτουργική μας Παράδοση και κατά τις χειροτονίες και των τριών βαθμών της ιεροσύνης, δηλ. του διακόνου, πρεσβυτέρου και επισκόπου. Κατά την ακολουθία του γάμου και κατά τον χορό του Ησαΐα, προηγείται ο ιερέας βαστώντας στα χέρια του το Ευαγγέλιο και δηλώνοντας διά του συμβόλου αυτού την πορεία που καλούνται να διανύσουν οι νεόνυμφοι, που είναι πορεία με γνώμονα και φαροδείκτη τον Χριστό μας.
Ο κυκλικός χορός αποτελεί έκφραση χαράς και ευφροσύνης των νεονύμφων και όλης της χριστιανικής κοινότητας. Για τον λόγο αυτό σ’ αυτή τη χαρά απαραιτήτως, συμμετέχει ενεργά και μάλιστα σε πρώτη θέση ο ιερέας, για να δείξει τον τρόπο της πραγματικής πανηγυρικής ατμόσφαιρας του μυστηρίου του γάμου μέσα στην Εκκλησία. Κατά τον π. Κων/νο Καλλίνικο ο χορός αποτελεί «ζωηράν έκφρασιν πνευματικής αγαλλιάσεως επί τη άνωθεν εκχυθείση θ. δωρεά» 2 .
Ένας άλλος συμβολισμός των τριών κύκλων στο γάμο γύρω από το τραπέζι είναι η πορεία προς την αιωνιότητα και προς την ατελεύτητη χαρά της βασιλείας του Θεού.
Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης αναφέρει σχετικά: «Και ευθύς λαμβάνων (ο ιερεύς) αυτούς (τους νεονύμφους) εκ των χειρών, ως προς το θυσιαστήριον άγει και χορείαν ποιούμενος, άδει μετά των ψαλλόντων εν Χριστώ ευφραινόμενος το «Άγιοι Μάρτυρες», ως επί χειροτονία και το «Δόξα σοι» φησί «Χριστέ ο Θεός, αποστόλων καύχημα». Κοινωνοί γαρ Χριστού και των αγίων αυτού οι ευσεβώς και σωφρόνως ζήσαντες και ότι ου σαρκί μόνον, αλλά ψυχή μάλλον χρη συνάπτεσθαι δια τε της ορθής ημών πίστεως και των της ευσεβείιας θεοφιλών έργων, ίνα και αληθής η συζυγία και γάμος αμίαντος και κοινωνοί ώσι Χριστού και των αγίων αυτού» (Διάλογος, κεφ. 282) 3.
Για το χορό του Ησαΐα στο γάμο αναφέρει πολύ χαρακτηριστικά ο π. Κων/νος Καλλίνικος: «Η στιγμή αυτή είναι επισημότατη. Διότι ου μόνον διαλαλεί με τον παραστατικώτερον τρόπον την πνευματικήν και ουράνιον επιθυμίαν επί τη τελούμενη μυστική συμμίξει των ψυχών και τον σκοπόν του χριστιανικού γάμου, ερχομένου εκάστοτε όπως δια της μορφώσεως νέων αδελφών του Χριστού, συνεχίση επί γης το απολυτρωτικόν μυστήριον του Εμμανουήλ, ου μόνον διδάσκει ότι υπάρχει και εν αυτώ έτι τω γάμω, χριστιανικώς λαμβανομένω, παρθενία και εγκράτεια, καίτοι υπό άλλην έννοιαν, η δε χριστιανική παστός έχει διαγεγραμμένον σκοπόν, αλλά και επιθέτει την νομικήν σφραγίδα επί του συνοικεσίου αμετάθετον και απαράγραπτον. Αληθώς• εάν πάντα τα προηγηθέντα λάβωσι χώραν, χωρίς ακόμη να κυκλωθή τό δισκέλιον (=τραπέζι) τρίς, το νομικώς έγκυρον του γάμου δύναται να προσβληθή. Αλλ’ αφ’ ης εψάλη το «Ησαΐα», η ένωσις κατησφαλίσθη απόρθητος» 4 .
1 Κανάκης, σ. 10.
2 π. Κ. Καλλινίκου, Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1969, Κεφ. 700, σ. 515-516.
3 Γιά περισσότερα βλέπε Ίω.Φουντούλη, τ. Ε’, έρώτ. 577, σ• 302-305 καί έρώτ. 581, σ. 319-321.
4 Κ. Καλλινίκου, Ο Χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1969, Κεφ. 700, σ. 515.

http://www.orthmad.gr

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Πως Μπαίνουμε στον Ιερό Ναό

Συγγραφέας: kantonopou στις 7 Ιουλίου 2017

Πως μπαίνουμε στον Ιερό Ναό 

Όταν αποφασίζουμε να πάμε στον Ιερό Ναό 1 πρέπει προκαταβολικά να πιστεύουμε ότι μπαίνουμε σε χώρο ιερό, σε τόπο προσευχής και κατανύξεως, όπου ευρίσκεται και κατοικεί αόρατα ο Θεός, ο Βασιλεύς των Βασιλευόντων και ότι κάθε είσοδός μας σε Ναό μας προσθέτει αγιασμό και Θεία ευλογία.

Αυτό επιβάλλει να μπαίνουμε σιωπηλοί, το βάδισμα μας να γίνεται σεμνά και αθόρυβα, οι κινήσεις μας γενικά πρέπει να δεικνύουν ευλάβεια και η διάθεσή μας να μαρτυρεί διάθεση για λήψη ευλογίας και θείας Χάριτος.

α. Άναμμα του κεριού

Εισερχόμενοι στο Ναό κάνουμε το σταυρό μας με μικρή υπόκλιση λέγοντας μυστικώς: «Εισελεύσομαι εις τον οίκον Σου, προσκυνήσω προς Ναόν Άγιόν Σου εν φόβω Σου» (Ψαλ. Έ, 8). Κατευθυνόμαστε, (εάν θέλουμε), στο παγκάρι και παίρνουμε 1 ή 2 κεριά (η συνήθεια να ανάβουμε πολλά κεριά είναι λανθασμένη νοοτροπία και δημιουργεί προβλήματα). Ένα προς τιμή τού Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων Του και ένα για τη σωτηρία των ψυχών των δικών μας ζώντων και τεθνεώτων (ή ένα για όλα).

Έτσι θα χωρεί το μανουάλι τα κεριά όλων, θα καίονται περισσότερη ώρα και δεν θα μπαίνει σε πειρασμό ο νεωκόρος να τα μαζεύει γρήγορα (για… απόκερα!) πριν καούν. Και όταν το ανάβουμε με πολλή ευλάβεια, προσευχόμενοι μπορούμε να λέμε: «Χριστέ μου, Συ είσαι το Φως του κόσμου. Βοήθησέ με ώστε και η ζωή μου να λιώνει από αγάπη προς τον πλησίον μου και να φωτίζει σαν το ταπεινό φως αυτού του κεριού» 2.

β. Προσκύνηση των Αγίων Εικόνων

Στη συνέχεια κατευθυνόμαστε στα προσκυνητάρια, κάνουμε μία η τρεις μικρές μετάνοιες με σταυρό, (εάν έχει κόσμο τις μετάνοιες τις κάνουμε ενωρίτερα πριν έρθει η σειρά μας για να μην καθυστερούμε τους άλλους) και ασπαζόμαστε τις Άγιες εικόνες (ή τα Άγια λείψανα). Συγχρόνως λέμε την ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με», ή «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς», ή «Άγιε τού Θεού (τάδε), πρέσβευε υπέρ ημών» ή και ό,τι άλλο επιθυμεί ο καθένας. Ακολούθως οπισθοχωρούμε από τα πλάγια, χωρίς να στρέφουμε τα νώτα μας προς τα Άγια και χωρίς να δημιουργούμε πρόβλημα στους επόμενους που και αυτοί θα προσκυνήσουν.

γ. Η αμφίεση

Δεν εισερχόμεθα στους Ναούς με οποιαδήποτε αμφίεση, ή με την αμφίεση της ώρας εκείνης που βρεθήκαμε μπροστά στο Ναό 3. Η ακατάλληλη αμφίεση δεν δείχνει σεβασμό ούτε εκτίμηση, αλλά μάλλον περιφρόνηση. Εάν κανείς δεν το νιώθει αυτό και έχει αντίθετη άποψη, πρέπει να γνωρίζει ότι την ενδυμασία δεν την καθορίζουν οι επισκέπτες, αλλά ο Οικοδεσπότης. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο στην Εκκλησία, αλλά και στην καθημερινή ζωή και πράξη. Εάν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, τι όφελος θ’ αποκομίσουμε από τις προσευχές μας, εάν με ακατάλληλη ενδυμασία εισέλθουμε στο Ναό;

Ο Θεός βέβαια δεν έχει ανάγκη από τον τρόπο της αμφίεσής μας, διότι ενδιαφέρεται για την εσωτερική κατάσταση της ψυχής μας, αλλά εμείς έχουμε ανάγκη και πρέπει να παρουσιαστούμε με τρόπο που δείχνει το σεβασμό που κατά βάθος έχουμε: και προς τον ιερό χώρο και προς τον Θεό. Μπαίνουμε με οποιαδήποτε αμφίεση, (π.χ. με κοντό παντελονάκι), στο γραφείο τού Υπουργού η τού Στρατηγού για να ζητήσουμε μετάθεση τού παιδιού μας; 4

Μερικές μάλιστα γυναίκες εισέρχονται στους Ναούς με παντελόνια, με εξώπλατα, αμάνικα φορέματα ή σούπερ μίνι φούστες και έχουν σκοπό να κοινωνήσουν ή να εξομολογηθούν. Εφ’ όσον η Εκκλησία, βάσει της Αγίας Γραφής (Δευτερονόμιον κβ’, 5), δεν δέχεται αυτή την αμφίεση, γιατί εσύ επιμένεις στην άποψή σου και θέλεις ο Θεός να αλλάξει το Νόμο Του; Γιατί θέλεις να σκανδαλίζεις με την αμφίεσή σου τον κόσμο; Δεν έχεις τόσες και τόσες ενδυμασίες για τις διάφορες ώρες και εποχές του έτους; Κάνε και μία ή δύο ενδυμασίες για τον Χριστό και την Παναγία! Αξίζει τον κόπο και θα έχεις και ευλογίες!

Εάν πάντως θελήσεις από εσωτερική ανάγκη να μπεις στο Ναό να προσευχηθείς με ακατάλληλη ενδυμασία, μην εισέρχεσαι μέσα στον κυρίως Ναό. Σταμάτα στον πρόναο ή νάρθηκα. Άναψε το κερί σου κάνε εκεί την προσευχή σου και ο Θεός, που βλέπει την εσωτερική σου διάθεση, το σεβασμό σου αυτό, αλλά και την ανάγκη σου, θα σε ακούσει και θ’ ανταποκριθεί περισσότερο στα αιτήματά σου.

δ. Οι θόρυβοι κατά την είσοδο

Μερικές φορές τα τακούνια των υποδημάτων δημιουργούν θόρυβο κατά τη μετακίνηση, ιδίως σε σκληρό δάπεδο.

Χρειάζεται λοιπόν προσοχή. Διότι εισερχόμενοι στο Ναό, μερικές φορές με κάποια αμηχανία ή απρόσεκτα και συνηθισμένοι εμείς στο θόρυβο αυτό, που δεν μας κάνει εντύπωση, δημιουργούμε σοβαρό πρόβλημα στους υπόλοιπους εκκλησιαζομένους. Εάν μάλιστα η στιγμή της εισόδου μας συμπέσει με κάποια στιγμή που δεν ακούγονται ψαλμωδίες, (οι οποίες καλύπτουν συνήθως τους άλλους θορύβους), η είσοδός μας δεν γίνεται μόνο αισθητή, αλλά και πολύ ενοχλητική. Ομοιάζει σαν να κάνουμε επίδειξη, (προσέξτε με, μπαίνω!), ή σαν να παρελαύνουμε σε εθνική εορτή, (αλλά μέσα στην Εκκλησία!). Μη γένοιτο! Καλό είναι λοιπόν μαζί με την ενδυμασία να έχουμε και ιδιαίτερα υποδήματα, αθόρυβα για τον Εκκλησιασμό μας, ή να περπατάμε προσεκτικά, αθόρυβα.

Εάν κάνει ζέστη, δεν χρησιμοποιούμε «βεντάλια»· είναι ασεβές, ενοχλητικό και δείχνει πρόσωπα με έλλειψη υπομονής και θυσίας. Δεν αναστενάζουμε, ούτε βγάζουμε άναρθρες κραυγές. Δεν σιγοψάλλουμε, (εκτός εάν αυτό έχει επιτραπεί, σύμφωνα με την αρχαία συνήθεια, η οποία όμως σήμερα δυστυχώς δεν είναι εφικτή), διότι είναι ενοχλητικό για τους διπλανούς μας. Δεν επαναλαμβάνουμε (μερικές μάλιστα φορές προτρέχοντας), τα λόγια τού ιερέα, (είναι επίδειξη ή λανθάνων εγωισμός…). Δεν κάνουμε κάθε τόσο μετάνοιες, ούτε συνεχή σταυροκοπήματα (αυτά είναι προτιμότερο να τα κάνουμε στο σπίτι μας, όπου κανείς δεν μας παρεξηγεί και κανένα δεν ενοχλούμε).

Όταν φέρνουμε στο Ναό τις προσφορές μας (πρόσφορα, λάδι κλπ.) δεν κάνουμε θόρυβο, ιδιαίτερα με τις πλαστικές σακουλές, οι οποίες αναδιπλούμενες είναι (για τους άλλους) πολύ ενοχλητικές. Εάν φθάσουμε στο Ναό καθυστερημένα, είναι προτιμότερο να τα παραδίνουμε στους υπεύθυνους μετά την Ακολουθία από την αριστερή θύρα (τη βόρεια) του αγίου Βήματος, χωρίς να μπαίνουμε μέσα, είτε άνδρες, είτε γυναίκες.

ε. Η προσωπική περιποίηση

Όταν κανείς πρόκειται να μεταβεί στην Εκκλησία, προετοιμάζεται ψυχικώς αλλά και σωματικώς από πλευράς εμφανίσεως. Η σπουδαιότερη προετοιμασία, φυσικά είναι η πρώτη, η ψυχική. Ακριβώς όμως γι’ αυτό το λόγο πρέπει κανείς πολύ να προσέξει τη δεύτερη. Επειδή ο Χριστός θέλει να Τον αγαπούμε με όλη μας την καρδιά και την ψυχή και τη διάνοια, πρέπει αυτό να το επιδιώκουμε και να το ζούμε. Εάν μια νέα ή μια κυρία το πρωί της Κυριακής κάθεται στον καθρέπτη «ώρες ολόκληρες» περιποιούμενη το πρόσωπο και τα μαλλιά της και στη συνέχεια αλλάξει και ψάχνει να βρει την καταλληλότερη φορεσιά της, αυτό δείχνει ότι ενδιαφέρεται περισσότερο για το πως θα εμφανιστεί στον κόσμο και για το τι θα πει ο κόσμος γι’ αυτήν, παρά για τον Χριστό! Αυτή η περιποίηση αποδεικνύει ακόμη χειρότερη εσωτερική κατάσταση, εάν η Χριστιανή αυτή πρόκειται και να κοινωνήσει!

Εάν πάλι μια γυναίκα, πηγαίνοντας στην Εκκλησία την Κυριακή το πρωί, βάφεται (στα μάτια, χείλη, νύχια, πρόσωπο κλπ.), πρέπει να καταλάβει ότι όλα αυτά δεν έχουν σχέση με ό,τι ζητά ο Κύριος. Δεν πάει κανείς να προσκυνήσει ή να κοινωνήσει με βαμμένα χείλη. Πρέπει να σκεφτεί ότι με την πράξη της αυτή δεν γνωρίζει τι ζητά και τι κάνει, ενώ συγχρόνως λερώνει με τα βαψίματά της τις εικόνες, τη λαβίδα και το μάκτρο.

στ. Η θέση που θα σταθούμε

Μετά την προσκύνηση των Αγίων εικόνων, αθόρυβα, χωρίς να ομιλούμε, χωρίς να χαιρετούμε ή πολύ χειρότερα, χωρίς ν’ ασπαζόμαστε τους γνωστούς που βλέπουμε μέσα στο Ναό, πηγαίνουμε και καταλαμβάνουμε μία θέση.

Εάν έχουμε ορθό εκκλησιαστικό φρόνημα, που είναι φρόνημα ταπεινό, με συναίσθηση της αναξιότητας και αμαρτωλότητάς μας, δεν ψάχνουμε να βρούμε μια θέση στην πρωτοκαθεδρία. Το ταπεινό φρόνημα μας κάνει να θέλουμε να κρυφτούμε πίσω από τους άλλους και όχι να πιάσουμε μία θέση μπροστά, από τις πρώτες. Εάν την ώρα αυτή που μπαίνουμε στο Ναό συμπέσει να διαβάζεται ο Εξάψαλμος του Όρθρου ή το ευαγγέλιο, σταματάμε την κίνησή μας στην είσοδο του κυρίως Ναού. Από τη θέση αυτή παρακολουθούμε την ανάγνωση και μετά το πέρας συνεχίζουμε την κίνησή μας. Έτσι πρέπει, από σεβασμό προς τις ιερές αυτές αναγνώσεις. Αργότερα στη Μεγάλη Είσοδο, δεν γονατίζουμε, διότι τα Τίμια Δώρα δεν έχουν ακόμη καθαγιαστεί γονατίζουμε μόνο στα προηγιασμένα. Στη Θ. Κοινωνία από το «Μετά φόβου…» μέχρι το «Πάντοτε νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν», επειδή ο Χριστός ευρίσκεται μπροστά μας, στην Ωραία Πύλη και κοινωνούν οι πιστοί, δεν είναι σωστό να καθόμαστε. Στεκόμαστε όρθιοι, όσοι και αν είναι οι μεταλαμβάνοντες. Ας κουραστούμε λίγο. Για το σεβασμό μας αυτό, ο Θεός θα μας ευλογήσει περισσότερο.

ζ. Προσκύνηση των αγίων εικόνων του τέμπλου

Όταν οι ιερείς πρόκειται να λειτουργήσουν παίρνουν «Καιρό», δηλ. τελούν μυστικά μία σύντομη Ακολουθία έξω από το Άγιο Βήμα, ασπαζόμενοι τις Άγιες εικόνες του τέμπλου και κατακλείνοντας με μία ευχή ζητώντας κατά κάποιο τρόπο άδεια και ευλογία από τον Θεό, ώστε «ακατακρίτως να εκτελέσουν την αναίμακτον ιερουργίαν». Γι’ αυτό μερικοί λένε ότι οι λαϊκοί δεν προσκυνούν τις εικόνες τού τέμπλου. Αυτό μπορεί να γίνει πριν την έναρξη της Ακολουθίας ή μετά το πέρας αυτής. Πρώτα ασπαζόμαστε (στα χέρια ή στα πόδια και όχι στο πρόσωπο) την αγία εικόνα τού Χριστού, (λατρευτική προσκύνηση), μετά την εικόνα της Παναγίας, (τιμητική προσκύνηση). Ασπαζόμαστε πρώτα τον Χριστό Βρέφος και μετά την Παναγία. Ακολουθεί η τιμητική προσκύνηση των αγίων, του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου δεξιά, του αγίου του Ναού αριστερά. Μετά συνεχίζουμε τις υπόλοιπες εικόνες τού τέμπλου, (εάν υπάρχουν). Δεν τις προσκυνούμε όμως κατά τη διάρκεια των ακολουθιών, διότι μοιάζει σαν να γίνεται επίδειξη ευλάβειας και την ώρα της Λατρείας είναι ενοχλητικό και διασπαστικό της προσοχής των πιστών.

η. Αναχώρηση από το Ναό

Όταν πάμε να εκκλησιαστούμε, παραμένουμε στο Ναό μέχρι το τέλος της Θ. Λειτουργίας και παίρνουμε αντίδωρο από το χέρι του ιερέα (ο οποίος προ ολίγου είχε πιάσει ολόκληρο το Σώμα τού Χριστού) και συγχρόνως με αυτή την ενέργειά μας λαμβάνουμε και την ευλογία τού Θεού και της Εκκλησίας. Δεν φεύγουμε από την Θ. Λειτουργία ενωρίτερα από το «Δι’ ευχών…» διότι είναι προσβολή! Ο Χριστός να θυσιάζεται προσφέροντάς μας το Σώμα και το Αίμα Του και εμείς, φεύγοντας ενωρίτερα, να στρέφουμε τα νώτα μας, αδιαφορώντας. Μοιάζουμε σ’ αυτή την περίπτωση με τον Ιούδα, που έφυγε από το Μυστικό Δείπνο (την πρώτη Θ. Λειτουργία) ενωρίτερα, για την προδοσία! Εάν πάντως είναι απόλυτη ανάγκη, ας αναχωρήσουμε, όχι την τελευταία ώρα, αλλά ενωρίτερα, τότε που κατ’ οικονομία επιτρέπεται: πριν αρχίσει το Μυστήριο, δηλαδή Μετά το «Πιστεύω». Μετά το «Δι’ εύχων…» και τη λήψη του αντίδωρου, σιωπηλοί εξερχόμαστε του Ι. Ναού, χωρίς να αρχίζουμε μέσα στο Ναό τους χαιρετισμούς, ασπασμούς και συζητήσεις με τους γνωστούς και συγγενείς μας. Είναι πολύ κακή συνήθεια και πρέπει να διορθώσουμε και αυτή την αταξία. Μέσα στο Ναό προ και μετά την Ακολουθία δεν συμπεριφερόμαστε όπως στα κοσμικά σαλόνια. Ο Ιερός Ναός συνεχίζει να είναι οίκος Θεού και μετά τις Ακολουθίες. Εμείς είμαστε οι καλεσμένοι και έχουμε υποχρέωση να σεβαστούμε τον οίκο του Οικοδεσπότη, παρ’ ότι δεν ξεχνούμε ότι είναι ο οίκος τού Πατέρα μας· ο μεγαλύτερος σεβασμός δε βλάπτει.

θ. Συνάντηση με Ιερέα

Όταν εισερχόμενοι στον ιερό ναό συναντηθούμε με τον ιερέα, τον χαιρετούμε εκκλησιαστικά, (όχι κοσμικά). Κάνουμε μικρή μετάνοια (υπόκλιση) χωρίς να κάνουμε το σταυρό μας, λέγοντας «Ευλόγησον Πάτερ» ή «την ευχή σας Πάτερ» (η Δέσποτα, εάν είναι επίσκοπος) ή «Ευλογείτε» και φιλούμε το χέρι του. (Τα ίδια ισχύουν και σε περίπτωση που συναντήσουμε γνωστό μας Ιερέα στο δρόμο). Και αυτός απαντά ευλογώντας μας: «Ευλογία Κυρίου» ή «του Κυρίου» ή «ο Κύριος». Μετά το διάλογο, υποχωρώντας (οπισθοβάτως) πράττουμε και λέγουμε ό,τι και κατά την αρχική συνάντηση.

ι. Είσοδος στο Ιερό Βήμα

Κατ’ αρχήν απαγορεύεται η είσοδος στο ιερό Βήμα, βάσει του 69ου κανόνα της Στ’ Οικουμενικής Συνόδου για τις γυναίκες παντελώς και για τους άνδρες, εφόσον δεν έχουν άδεια ή κάποια απόλυτη ανάγκη. Κατ’ οικονομία γίνεται εξαίρεση στις γυναίκες που υπηρετούν στους Ναούς, ως νεωκόροι, στις οποίες διαβάζεται ειδική ευχή.

Το ιερό Βήμα είναι τα Άγια των Αγίων, στο οποίο εισέρχονται μόνο οι ιερείς για να τελούν την αναίμακτη θυσία και τις ιερές Ακολουθίες. Στο Βυζάντιο τη διάταξη αυτή σέβονταν ακόμη και οι χρισμένοι Αυτοκράτορες και δεν εισέρχονταν στο ιερό Βήμα.

Όσοι λαϊκοί έχουν την ευλογία να διακονούν τον ιερέα, επίτροποι ή μικρά παιδιά πρέπει να αναλογιστούν τη σοβαρότητα και ιερότητα του χώρου και να λάβουν υπόψη τους τις απορρέουσες από το διακόνημά τους αυτό υποχρεώσεις. Οι πνευματικοί νόμοι παρ’ ότι δεν έχουν εντεταλμένους αστυνομικούς για την επίβλεψη και τήρησή τους δεν καταργούνται χωρίς συνέπειες… Δεν είναι δικαιολογία αυτό που λένε ή αισθάνονται πολλοί (λαϊκοί αλλά και κληρικοί): δεν μας βλέπουν, δεν μας ακούνε. Μας βλέπει και μας ακούει ο Θεός! Άλλωστε η ιεροπρέπειά μας δεν πρέπει να εξαρτάται από τους άλλους, αλλά από τον τόπο στον οποίο βρισκόμαστε και από τη στάση μας προς αυτόν.

Το ότι οι εισερχόμενοι στο Ιερό Βήμα δεν φαίνονται από το Εκκλησίασμα δεν τους απαλλάσσει από τις υποχρεώσεις:

– της μεγαλύτερης ευλάβειας

– της σεμνότερης στάσεως

– της αποφυγής των ομιλιών

– της αποφυγής των άσκοπων κινήσεων εντός αυτού και προ πάντων και ιδίως

– τού σεβασμού της μόνιμης παρουσίας του Κυρίου μέσα στο Αρτοφόριο αλλά και ως Αμνού στην αγία Τράπεζα μετά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων.

Όσοι δεν είναι σε θέση και δυσκολεύονται να τηρήσουν τ’ ανωτέρω, είναι προτιμότερο να παραμένουν εκτός του ιερού, στον κυρίως Ναό, για να μην κολάζονται. Διότι είναι τελείως απαράδεκτο ο Κύριος να βρίσκεται δίπλα μας και εμείς να καθόμαστε («σαν να μη συμβαίνει τίποτε»)! Ή να αδιαφορούμε για την ιερότητα της στιγμής του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων, της υψώσεως του Αμνού στα «Άγια τοις αγίοις», της ώρας της Μεταλήψεως των ιερέων κλπ.

[1] Εάν μπαίνοντας σε κάποιο Ι. Ναό θέλουμε να μάθουμε ποια ιεροπραξία γίνεται εκείνη την ώρα, ρωτάμε: – Ποια ακολουθία τελείται; Και η απάντηση είναι: – Η ακολουθία του Εσπερινού ή η ακολουθία του Όρθρου ή η Θεία Λειτουργία.

[2] Το μαλακό και, μαλασσόμενο του αγνού κεριού συμβολίζει το εύπλαστο της ψυχής μας που πρέπει να την διακρίνει, για την αναμόρφωσή της, η μετάνοια και η υπακοή στο Νόμο του Θεού. Και όπως το κερί λιώνει και φωτίζει συγχρόνως, έτσι και εμείς μέσα στο Ναό και ιδίως έξω από αυτόν πρέπει να «λιώνουμε», θυσιαζόμενοι υπέρ του πλησίον και να τον φωτίζουμε με το παράδειγμα μας χάρη της αγάπης του Χριστού.

[3] Όταν πρόκειται να κάνουμε κάποιο ταξίδι, σκεπτόμαστε τι θα συναντήσουμε κατά τη διάρκειά του και ανάλογα προετοιμαζόμαστε. Όταν πρόκειται να πάμε στα βουνά, λέμε: Μπορεί να βρούμε χιόνια, ας πάρουμε αλυσίδες για το αυτοκίνητο, ή και τα σκι μας. Για τη θάλασσα παίρνουμε μαγιό για μπάνιο, ομπρέλα για πιθανή βροχή κλπ. Έτσι ακριβώς ας λέμε: Μπορεί να πάμε σε κάποια Εκκλησία ή μοναστήρι, ας πάρουμε μαζί μας και ανάλογη ενδυμασία! Έτσι δε θα βρεθούμε σε δύσκολη θέση, εάν μεταβούμε για προσκύνημα! Συγχρόνως, η πρόνοιά μας αυτή για σεβασμό των Ιερών αυτών χώρων μας προσθέτει ευλογία και οπωσδήποτε προστασία από ατυχήματα ή άλλες ποικίλες κακοτοπιές. Προσοχή λοιπόν…

[4] Στα τουριστικά νησιά μας, το καλοκαίρι μεταβαίνουν στους Ιερούς Ναούς ή στις Ιερές Μονές (όπου υπάρχουν) «προσκυνητές» με τελείως ακατάλληλες ενδυμασίες, ακόμη και με «ενδυμασία»… μπάνιου!

π. Γεωργίου Κουγιουμτζόγλου, «Συμβολή στη λογική λατρεία του Θεού, για ενεργό συμμετοχή των πιστών»

 poimin.gr

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΧΑΣΜΑ ΓΕΝΕΩΝ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ;

Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Ιουνίου 2017

Στις Πανελλαδικές Εξετάσεις ζητήθηκε από τους μαθητές των Επαγγελματικών Λυκείων στο μάθημα της Έκθεσης να καταγράψουν τις απόψεις τους πάνω στο χάσμα των γενεών και τις συγκρούσεις που αυτό προκαλεί ανάμεσα στους νέους και τους μεγαλύτερους.  Είναι αυτονόητο ότι αυτές είναι αναπόφευκτες, όσο κοντά και να είναι ηλικιακά οι γονείς και τα παιδιά. Οι γονείς αισθάνονται υπεύθυνοι για τα παιδιά τους. Αυτό τους οδηγεί στην έμπρακτη έκφραση μιας αγωνίας τόσο για το ωράριο εξόδου τους, για την απόδοσή τους στα μαθήματα, για τις παρέες τους, αλλά και για την εν γένει στάση τους έναντι της ζωής. Τα παιδιά πάλι, καθώς αναζητούν να διαμορφώσουν ταυτότητα, δηλαδή να δούνε ποια είναι και ποια θα γίνουν, ποια η θέση τους μέσα στον κόσμο, ποια τα δικαιώματά τους, γιατί να έχουν υποχρεώσεις και ποιες από αυτές είναι σημαντικές, είναι επιρρεπή στην εγωιστική έκφραση των απαιτήσεων και των διαφωνιών προς τους γονείς, με αποτέλεσμα την ρήξη, τον θυμό, την ασυνεννοησία.

           Το χάσμα των γενεών σήμερα μπορεί να μην έχει την ένταση που είχε στο παρελθόν. Κάποτε οι γονείς αισθάνονται εντελώς ανήμποροι να μπούνε στην λογική τού να επιβάλουν στα παιδιά όρια. Θυμούνται εμπειρίες καταπίεσης και αυταρχικότητας από τους δικούς τους γονείς,  την αίσθηση ότι έπρεπε να κάνουν κρυφά το θέλημά τους και προτιμούν την ειλικρίνεια, τον διάλογο, κάποτε και την υποταγή στο θέλημα του παιδιού. Οι νεώτεροι άλλωστε συχνά θυμίζουν ναύτες που θέλουν να γίνουν καπετάνιοι. Έχουν άποψη για όλα και με υψηγορία απαιτούν από τους μεγαλύτερους να τους αφήσουν ήσυχους. Είναι μάλιστα πολύ εύκολο να κλειστούν στους εαυτούς τους, μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή ή του κινητού και να μην ανταποκρίνονται σε κανένα εξωτερικό ερέθισμα. Ίσως και να μην χρειάζεται να σκεφτούν ή να τους είναι εύκολο να εκτονωθούν στέλνοντας μηνύματα στους διαδικτυακούς φίλους, σε αντίθεση με το παρελθόν, όπου το κλείσιμο στο δωμάτιο και η απομόνωση ήταν κάποτε ένα μαρτύριο εσωστρέφειας.

           Η ίδια αντίληψη για το χάσμα γενεών φαίνεται να ισχύει στην σκέψη πολλών νέων και για την Εκκλησία. Η πίστη λένε ότι είναι υπόθεση των μεγάλων. Αυτοί καταλαβαίνουν την γλώσσα της λατρείας. Αυτοί έχουν αγωνία για τον θάνατο. Αυτοί καλούνται να κρατήσουν τα έθιμα του παρελθόντος.  Συχνά η Εκκλησία έρχεται να επαληθεύσει την εσφαλμένη αυτή αντίληψη. Κληρικοί που κινδυνολογούν, που δεν μπορούν να μιλήσουν την γλώσσα των νέων, που αισθάνονται ανασφαλείς μπροστά τους, που δεν είναι σε θέση να παρακολουθήσουν τι βλέπουν, τι ακούνε και με τι ασχολούνται οι νέοι, τους κάνουν να χρησιμοποιούν το «χάσμα γενεών» ως άριστη αφορμή να αφήσουν το ερώτημα της πίστης κατά μέρος. Κι ενώ η Εκκλησία έχει την πιο νεανική αξία που γίνεται τρόπος ζωής, δηλαδή την αγάπη, ως κύριο όπλο της, την αφήνει στην θεωρία ή στην φιλανθρωπία και δεν την κάνει αγκάλιασμα όλης της ύπαρξης. Γιατί μόνο έτσι ο νέος θα αισθανθεί ότι η πίστη δεν είναι του χτες, ούτε για το αύριο, αλλά για το τώρα του. Είναι στο χέρι τόσο των γονέων, όσο και των ποιμένων της Εκκλησίας να ξεπεράσουν το χάσμα με την αγάπη. Γιατί αυτή τελικά δίνει γνήσια ταυτότητα και στον νέο και στον καθέναν μας.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» στο φύλλο της Τετάρτης 14 Ιουνίου 2017

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ, ΣΧΟΛΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής και ορισμένες παρερμηνείες στην Παράδοση της Εκκλησίας

Συγγραφέας: kantonopou στις 3 Ιουνίου 2017

 Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει καθορίσει δύο Σάββατα, τα οποία αφιερώνει στους κεκοιμημένους της. Είναι τα μεγάλα Ψυχοσάββατα, το ένα πριν από την Κυριακή της Απόκρεω και το άλλο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής. Για την ιστορία και μόνο ας γνωρίζουμε ότι η καθιέρωση του Σαββάτου προ των Απόκρεω ως Ψυχοσαββάτου, έγινε μαλλον και αυτό κατ᾿ απομίμησιν του Σαββάτου προ της Πεντηκοστής, που ήταν και το μόνο που υπήρχε αρχικά.

Αυτές τις μέρες η Ορθόδοξη Εκκλησία τελεί την από κοινού µνηµόνευση όλων των απ’ αιώνος κεκοιµηµένων. Το Σάββατο πρό της Πεντηκοστής όμως έχει µία ειδική σηµασία για τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας, µε τον αναµνηστικό της χαρακτήρα, επειδή ειναι σε στενό δεσµό µε την εορτή της καθόδου του Αγίου Πνεύµατος, αφού και οι κεκοιµηµένοι αισθάνονται την ανάγκη της κοινωνίας µε το Χριστό και µε ολόκληρη την Εκκλησία. Αυτό βέβαια µπορεί να πραγµατοποιηθεί µε τη βοήθεια του Αγίου Πνεύµατος, που κάνει το Χριστό παρόντα στην Εκκλησία.
Το Σάββατο επιλέχτηκε ως εβδοµαδιαία ηµέρα της µνηµόνευσης των κεκοιµηµένων ακόµη από την χριστιανική αρχαιότητα. Αυτή την ηµέρα η Εκκλησία ενθυµείται και τιµά τους µάρτυρες, τους οµολογητές, µνηµονευοντας «τους αγίους, ενδόξους και πανευφήµους αποστόλους, τους αγίους, ενδόξους και καλλινίκους µάρτυρες, τους οσίους και θεοφόρους πατέρες ηµων», αλλά και τους «εν ορθή τη πίστη κεκοιµηµένους».

Αργότερα µε το ίδιο σκεπτικό, δηλαδή ως σηµείο σεβασµού προς την ηµέρα της ανάπαυσης και γνωστό όντως ότι οι κεκοιµηµένοι αναπαύονται σε σχέση µε όλα τα επίγεια πράγµατα, οι Άγιοι Πατέρες όρισαν το Σάββατο ως ηµέρα µνηµόνευσης αυτών που ολοκλήρωσαν την επίγεια ζωή τους:
«Ἐν Σαββάτῳ δὲ ἀεὶ τὴν των ψυχών µνείαν ποιούµεθα, ὅτι τὸ Σάββατον, κατάπαυσιν σηµαίνει Ἑβραϊστί καὶ των τεθνεώτων τοίνυν ως των βιωτικων καὶ των λοιπών ἁπάντων καταπαυσαµένων κἂν τῇ καταπαυσίµῳ των ἡµερών, τὰς υπὲρ αυτών δεήσεις ποιούµεθα, ὃ δὴ καὶ ἐπὶ πᾶν κεκράτηται γίνεσθαι Σάββατον». (Συναξάριο Ψυχοσαββάτου Απόκρεω)
Παρότι κάθε Σάββατο τελούνται ακολουθίες για τους κεκοιµηµένους, η Εκκλησία κανόνισε ειδικές μέρες του εκκλησιαστικού έτους στις οποίες τελείται ειδικά η µνηµόνευση των απ’ αιώνος κεκοιµηµένων και τις τοποθέτησε στο πλαίσιο του κινητού λειτουργικού κύκλου. Αυτές οι ηµέρες είναι το Ψυχοσάββατο της Απόκρεω, την περίοδο του Τριωδίου, και το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής, την περίοδο του Πεντηκοσταρίου, έχοντας τα δύο Σάββατα ένα στενό δεσµό µεταξύ τους.
Σχετικά µε το Ψυχοσάββατο της Απόκρεω, ο χριστιανός «προτού να ταυτιστεί µε τον Αδάµ, ώστε να παρασύρει στην κίνηση της µεταπτώσεως του ολόκληρη την ανθρώπινη φύση, πρέπει να προενεργεί αυτή τη διάβαση από την υπόσταση στη φύση διά«της λειτουργικής µνήµης», συνοψίζοντας, σε µίαµέρα, το αµέτρητο πλήθος των πιστών που µε την ύπαρξή τους έχουν σηµαδέψει την πορεία του χρόνου».(Μακάριος Σιμωνοπετρίτης-Triodul explicat. Mistagogia timpului liturgic)
Όσον αφορά το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής, τοποθετηµένο πριν την κάθοδο του Αγίου Πνεύµατος, µας κάνει να συνειδητοποιήσουµε ότι όλοι “είµαστε σεσωσµένοι διά της θυσίας του Χριστού.
Και τούτο γιατί γεννηθήκαµε εν Χριστώ µέσω του Βαπτίσµατος και ενδυναµωθήκαµε στην εν Χριστώ ζωή διά των άλλων Ιερών Μυστηρίων της Εκκλησίας.
Όλοι µαζί, λοιπόν, ζώντες και κεκοιµηµένοι είµαστε µέλη της Εκκλησίας, διά της κοινωνίας µε το Θεό, και όλοι δικαιούµαστε να λάβουµε την Πεντηκοστή το περίσσευµα των δώρων του Αγίου Πνεύµατος. Συνεχίζοντας τη σκέψη µας πάνω σ’ αυτή την ιδέα λέµε ότι αυτή η ηµέρα θυµίζει σε µας που ζούµε ακόµα στη γη και την υποχρέωση που έχουµε, να προσευχόµαστε ο ένας για τον άλλον, όπως συµβουλεύει και ο Απόστολος Ιάκωβος και είναι σαφές ότι µε τον όρο «άλλον» εννοούµε τόσο τους ζωντανούς όσο τους κεκοιµηµένους, επειδή και αυτοί είναι οι«εν Χριστώ» αδελφοί µας.
Μένοντας στη σηµασία της ίδιας εορτής, παραθέταµε τη σχετική αναφορά στο Πεντηκοστάριο, όπου, ευθύς εξ’ αρχής, πριν να καταγραφούν όπως συνήθως οι τυπικές διατάξεις, αναφέρεται: «Μνήµην ἐπιτελούµεν πάντων των ἀπ’ αἰώνος κοιµηθέντων ευσεβείς, ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου».
Η αναγκαιότητα των προσευχών της Εκκλησίας για τους κεκοιµηµένους, συνδεδεµένεςµε αυτή την ηµέρα της ευσεβούς ανάµνησης, αιτιολογείται από τους Αγίους Πατέρες µε ένα τρόπο εντυπωσιακό:
«Ἐπειδή τινες ἄωρον πολλάκις ἐπὶ ξένης επέστησαν θάνατον ἐν θαλάσσῃ τε, καὶ ἀβάτοις ὄρεσι, κρηµνοῖς τε καὶ χάσµασι, καὶ λοιµοῖς, καὶ λιµοῖς, καὶ πολέµοις, καὶ ἐµπρησµοῖς, καὶ κρηµοῖς, καὶ ἄλλους παντοίους θανάτους Ѐποµεµενηκότες ἴσως δέ, καὶ πένητες ὄντες καὶ ἄποροι, καὶ των νενοµισµένων ψαλµῳδιών, καὶµνηµοσύνων ουκ ἔτυχον φιλανθρώπως οἱ θεῖοι Πατέρες κινούµενοι, κοινώς µνείαν τούτων ἁπάντων τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν ποιεῖσθαι ἐθέσπισαν, ἀπὸ των ἱερών Ἀποστόλων διαδεξάµενοι, ἵνα καὶ οἱµὴ των νενοµισµένων ἀνὰµέρος, διά τινος συµβάµατος τετυχηκότες, τῇ νІν κοινῇµνείᾳ κἀκεῖνοι περιλαµβάνοιντο δεικνύντες, ως καὶ τὰ υπὲρ αυτών γινόµενα,µεγάλην αυτοῖς προξενεῖ τὴν ωφέλειαν».(Συναξάρι του Σαββάτου της Απόκρεω. Τριώδιον)

Αν αναρωτηθούμε γιατί επιλέχτηκε αυτό το Σάββατο, και όχι άλλο, για τη µνηµόνευση των απ’ αιώνος κεκοιµηµένων, η απάντηση είναι η εξής.
Το εν λόγω Σάββατο προηγείται την κάθοδο του Αγίου Πνεύµατος. Η µνηµόνευσή τους τελείται σε συνδυασµό µε την εορτή της ηµέρας προκειµένου να απολαµβάνουν και οι κεκοιµηµένοι τα δώρα του Αγίου Πνεύµατος. Το Άγιο Πνεύµα είναι Αυτό που συνεχίζει το σωτηριολογικό έργο του Χριστού και το έργο του Αγίου Πνεύµατος δεν περιορίζεται µονάχα στους ζωντανούς, αλλά έκχέεται και στους κεκοιµηµένους, καθόσον και αυτοί είναι µέλη της Εκκλησίας του Χριστού.
Παρερμηνείες στην Παράδοση της Εκκλησίας.
Θα πρέπει, τέλος, να εξηγήσουμε ότι πολλά λάθη από την άγνοια του παρελθόντος έχουν φτάσει ως τις μέρες μας, και θα πρέπει άμεσα να διορθωθούν.
■ Τα μνημόσυνα θα πρέπει να γίνονται την ημέρα που πρέπει, αν αυτό είναι εφικτό, αλλιώς κατ’ οικονομία και μόνο ο ιερέας θα επιτρέψει την τέλεση του νωρίτερα ή αργότερα.
■ Το σπάσιμο γυάλινων αντικειμένων ή άλλων τοιούτων, το σκέπασμα των καθρεφτών και των τηλεοράσεων για άγνωστο λόγο και η απαίτηση των συγγενών από τον ιερέα να κάνει αγιασμό στο σπίτι του αποθανόντος για να φύγει το κακό, είναι άκρως ειδωλολατρικές συνήθειες και είναι καιρός με την καθοδήγηση των ιερέων μας, να εξαληφθούν από την παράδοση της Εκκλησίας μας.
■ Στα μνημόσυνα παραθέτουμε και ευλογούνται μόνο καλώς βρασμένα κόλλυβα (σιτάρι) ως ενδεικτικά της Αναστάσεως καὶ ὄχι ἀλλα ὑποκατάστατα (κουλουράκια – ψωμάκια – γλυκά κ.τ.λ.). Τα κόλλυβα συμβολίζουν τις αμαρτίες του αποθανόντος κι εμείς όταν τα τρώμε λέμε “ο Θεός να τον συγχωρέσει”.
■ Τὸ πρῶτο Σάββατο τῆς Τεσσαρακοστῆς δὲν εἶναι «Ψυχοσάββατο», ἀλλὰ ἑορτάζουμε τὸ «διὰ κολλύβων» θαῦμα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος.
■ Στὰ Ψυχοσάββατα μποροῦμε νὰ παραθέτουμε κόλλυβα εἴτε στην Εκκλησία, στον Ἑσπερινὸ τῆς Παρασκευῆς και στὴν Θεία Λειτουργία τοῦ Σαββάτου, εἴτε στα κοιμητήρια, κατόπιν συννενοήσεως με τους ιερείς, το Σαββάτο μετά την Θεία Λειτουργία, είτε καὶ στὰ δύο. Πρόκειται περὶ τῆς ἰδίας ἀξίας, ἀφοῦ ἡ ἴδια ἀκολουθία διαβάζεται.
■ Τὰ εὐλογηθέντα κόλλυβα δεν τὰ πετάμε ποτέ στὰ σκουπίδια, παρά μόνο τα μοιράζουμε σε γνωστούς και φίλους εις μνημόσυνο και συγχώρεση του αποθανόντα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΚΑΙ Ο ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΚΥΚΛΟΣ (ΙΣΤΟΡΙΚΟΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ)- Călin-RareşRa-Α.Π.Θ
2.ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟ.ΕΚΔΟΣΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ.ΑΘΗΝΑ 2004
3.ΤΡΙΩΔΙΟ .ΕΚΔΟΣΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ.ΑΘΗΝΑ 2004
4.ΙΕΡΑΤΙΚΟ. έκδ. «Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος», Αθήνα 2004
5. Makarios Simonopetritul, Triodul explicat. Mistagogia timpului liturgic
6.ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΜΗΝΥΜΑΤΩΝ

Eπιμέλεια:πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου

πηγή

https://proskynitis.blogspot.gr/2017/06/blog-post_82.html#more

Κατηγορία ΘΕΟΤΟΚΟΣ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Γιατί γονατίζουμε την Πεντηκοστή;

Συγγραφέας: kantonopou στις 3 Ιουνίου 2017

Κατά την «έσχατη» και «μεγάλη» και «σωτήρια» ημέρα της Πεντηκοστής, κατά την οποία μας αποκαλύφθηκε και προσκυνούμε και δοξάζουμε το μέγα μυστήριο της Αγίας και Ομοουσίου και Ζωοποιού και Αδιαιρέτου και Ασυγχύτου Τριάδας, του Ενός και Μοναδικού Θεού. του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, αμέσως μετά την πανηγυρική Θεία Λειτουργία, τελούμε τον «Εσπερινό της Γονυκλισίας», κατά τον οποίο ψάλλουμε ύμνους αφιερωμένους κατ’ εξοχήν στο Πανάγιο Πνεύμα, το τρίτο Πρόσωπο της Τρισηλίου Θεότητας, που είναι «φως και ζωή και ζώσα πηγή νοερά. Πνεύμα σοφίας, Πνεύμα συνέσεως, αγαθόν, ευθές, νοερόν, ηγεμονεύον, καθαίρον τα πταίσματα, Θεός και θεοποιούν, πυρ εκ πυρός προϊόν, λαλούν, ενεργούν, διαιρούν τα χαρίσματα».

Αμέσως μετά την «Είσοδο» του Εσπερινού, κι αφού ψαλεί το «Φως ιλαρόν» και το πανηγυρικό Μέγα Προκείμενο «Τίς Θεός Μέγας ως ο Θεός ημών; Συ ει ο Θεός, ο ποιών θαυμάσια μόνος!» σε ήχο βαρύ, μεγαλόπρεπο, αντάξιο του νοήματος και του μηνύματός του, ο Διάκονος μας καλεί, κλήρο και λαό, να γονατίσουμε και ν’ απευθύνουμε στο Θεό γονυπετείς λόγο ικεσίας: «Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεηθώμεν».

Από τη λαμπροχαρμόσυνη αγία ημέρα του Πάσχα μέχρι και σήμερα, η γονυκλισία ήταν απαγορευμένη. Σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες, και για να υπογραμμίζεται το χαρούμενο και σωτήριο μήνυμα των αναστάσιμων βιωμάτων της Εκκλησίας, η προσευχή των Ορθοδόξων γίνεται «ορθοστάδην». Σε όρθια δηλαδή στάση, και όχι με γονυκλισία. Όμως την ώρα τούτη το «ορθοστάδην» παραμερίζεται, όχι μόνο για να χαιρετίσουμε θεοπρεπώς το Πανάγιο Πνεύμα, «δι’ ου Πατήρ γνωρίζεται και Υιός δοξάζεται, και παρά πάντων γινώσκεται μία δύναμις, μία σύνταξις, μία προσκύνησις τής Αγίας Τριάδος», μα και για να πούμε κατά πως ταιριάζει σε παραστρατημένους, όπως είμαστε όλοι μας, χωρίς εξαίρεση, το «ημάρτομεν!», και να ζητήσουμε το έλεος του Θεού, την άφεση, την κάθαρση, τη συγγνώμη.

Τη γονυκλισία την ονομάζει ο λαός μας και «μετάνοια». Γιατί η στάση του μετανοούντος είναι το «κλίνειν τα γόνατα». Κάτω τα γόνατα, κάτω και το πρόσωπο.

σημαίνει απλούστατα: «Θεέ μου, βρίσκομαι κάτω. Είμαι πεσμένος. Έχω καταντήσει «γη και σποδός». Σήκωσέ με. Ανάστησέ με. Σώσε με!…». Έτσι, σήμερα που ήρθε στον κόσμο ο Παράκλητος, το Πνεύμα της Αληθείας το «καθαίρον(που καθαρίζει)  τα πταίσματα», καλούμαστε να πάρουμε στάση (όχι μόνο σώματος, μα και ζωής!) μετανοούντος:

«Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεη­θώμεν».

Στην Κρήτη λένε οι παλαιότεροι: «Και στην κορυφή του βουνού να βρεθείς τούτη την ημέρα ολομόναχος, θα πρέπει να γονατίσεις και να κάμεις το σταυρό σου». Και κρύβουν τα λόγια τούτα την αίσθηση της πραγματικής μετοχής στη ζωή του Ενός Σώματος της Εκκλησίας, ανεξάρτητα από εξωτερικές συνθήκες. Την αίσθηση της εν Θεώ τω εν Τριάδι οργανικής ενότητας των πιστών, όπου κι αν οι συγκυρίες της ζωής τους θέλουν να βρίσκονται… Και γονατίζει ο πιστός όπου κι αν είναι: Στην εκκλησιά του· στο σπίτι του ή στο νοσοκομείο, αν είναι άρρωστος·· στο πλοίο του, αν θαλασσοπορεί· στο βουνό στον κάμπο· στη στάνη· στο δάσος· στην ξενιτιά· στο κάτεργο· στη φυλακή… Όπου βρίσκεται!

«Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεη­θώμεν».

Η πρώτη Ευχή της Γονυκλισίας απευθύνεται στον «Άχραντο, αμίαντο, άναρχο, αόρατο, ακατάληπτο, ανεξιχνίαστο, αναλλοίωτο, ανυπέρβλητο, αμέτρητο, ανεξίκακο Κύριο», τον «Πατέρα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού» και Τον παρακαλεί, με μόνο συνήγορό μας τη δική Του «συμπάθεια», να μας δεχθεί καθώς προσπέφτουμε ενώπιον Του μετανοημένοι και φωνάζοντας το «ημάρτομεν!». Του θυμίζει πως από τη μήτρα της μητέρας μας ήδη, Αυτόν μονάχα είχαμε για Θεό μας, αλλά, επειδή τη ζωή μας τη χαραμίσαμε στη ματαιότητα, μείναμε γυμνοί από τη βοήθειά Του και δεν έχουμε λόγια για ν’ απολογηθούμε. Όμως παίρνουμε Θάρρος από τους οικτιρμούς Του και κράζουμε: «Αμαρτίας νεότητος ημών και αγνοίας μη μνησθής, και εκ των κρυφίων ημών καθάρισον ημάς».(Μη θυμηθείς τις αμαρτίες που κάναμε στα νιάτα μας, όταν είχαμε άγνοια των εντολών Σου, και από τα κρυφά και ανομολόγητα κρίματα της καρδιάς μας καθάρισέ μας).  Του ζητά, πριν βρεθούμε πίσω στο χώμα, σ’ Αυτόν να μας αξιώσει να επιστρέψουμε! Να ζυγομετρήσει τις αμαρτίες μας με τους οικτιρμούς Του και ν’ αντιπαραθέσει την άβυσσο των οικτιρμών και του ελέους Του στο πλήθος των πλημμελημάτων μας! Να μας ρύσει, να μας γλυτώσει από την αβάσταχτη τυραννία του διαβόλου! Ν’ ασφαλίσει τη ζωή μας μέσα στους άγιους και ιερούς Του νόμους και να μας συνάξει όλους στη Βασιλεία Του. Και καταλήγει ικετευτικά: «Δος συγγνώμη σε όσους ελπίζουν σε Σένα… καθάρισέ μας με την ενέργεια του Αγίου Σου Πνεύματος».

Πρόκειται για προσευχή «αντρίκια»! Εξομολογητική, χωρίς προσπάθειες άσκοπης δικαιολογίας ή αποποιήσεως ευθυνών. «Ημάρτομεν!» «Αμαρτίας νεότητος ημών και αγνοίας μη μνησθής!» «Εκ των κρύφιων ημών καθάρισον ημάς!» «Δος συγγνώμην τοις ελπίζουσιν επί Σε!» Δεν είναι λόγια αυτά! Είναι βέλη που σαϊτεύουν την πατρική καρδιά του Ανεξίκακου και Πολυέλεου και Φιλάνθρωπου Θεού!…

«Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεηθώμεν».

Η δεύτερη Ευχή απευθύνεται στο Κύριο ημών Ιησού Χριστό, το «απαύγασμα του Πατρός»( που πηγάζει από τον πατέρα), τον «της ουσίας και της φύσεως Αυτού απαράλλακτον και αμετακίνητον χαρακτήρα», την «πηγή της σωτηρίας και της χάριτος» και Του ζητά να μας ανοίξει Αυτός, ο «διδούς ευχήν τω εύχομένω»(αυτός που δίνει προσευχή στον προσευχόμενο), τα αμαρτωλά μας χείλη και να μας διδάξει «πώς δει και υπέρ ων χρή προσεύχεσθαι» – ρεαλιστική παραδοχή πως χωρίς Αυτόν, ούτε να Τον ζητήσουμε μπορούμε, ούτε να Του ζητήσουμε τα συμφέροντα ξέρουμε. Κι αφού Του δηλώσει με ταπείνωση πως περιμένουμε η ευσπλαχνία Του να νικήσει το άμετρο πλήθος των αμαρτιών μας. Του λέει πως με φόβο θείο στεκόμαστε μπροστά Του, έχοντας ρίξει την απελπισία της ψυχής μας μέσα στου ελέους Του το πέλαγος, και Του ζητάει για λογαριασμό μας: «Κυβέρνησε μου την ζωήν… και γνώρισέ μου το δρόμο που θα  πορευτώ». «Το Πνεύμα της Σοφίας Σου, χάρισε στη σκέψη μου. Πνεύμα συνέσεως δώρισε στην «αφροσύνη» μου. Τα έργα μου ας τα κατευθύνει πνεύμα θεοφοβίας. Πνεύμα ευθές και ηγεμονικό μη μου στερήσεις, για ν’ αξιωθώ, με του Αγίου Πνεύματος την καθοδήγηση, να εργάζομαι τις εντολές Σου και πάντοτε να νιώθω την παρουσία Σου». Και κορυφώνει: «Την Σην ικετεύω αγα­θότητα. Όσα ηυξάμην απόδος μοι εις σωτηρίαν»(την καλοσύνη Σου ικετεύω: Όσα σχετικά με τη σωτηρία μου Σου ζήτησα προσευχόμενος, χάρισέ μου), για να Του υπογραμμίσει πιο κάτω πως Αυτός είναι η μοναδική μας ελπίδα, παρά τις αμαρτίες μας: «Σε Σένα μόνο αμαρτάνουμε, αλλά και Σένα μόνο λατρεύουμε. Δεν ξέρουμε να προσκυνούμε άλλο  Θεό, ούτε να υψώνουμε ικετευτικά τα χέρια μας σε κάποιο άλλο Θεό ». Κι αυτός ο τονισμός ότι Αυτός είναι ο μοναδικός μας Θεός, το μοναδικό μας, δηλαδή, και έσχατο καταφύγιο, θέλει -αν μπορούμε να το πούμε έτσι (χωρίς, πάντως, άσεβη διάθεση)- να κινήσει το φιλότιμο του Θεανθρώπου να μας δώσει χέρι βοηθείας, να μας χαρίσει την άφεση και τα προς σωτηρία αιτήματα, δεχόμενος τη γονυκλισία και την προσευχή μας, «ως θυμίαμα δεκτό, αναλαμβανόμενο ενώπιον της υπεράγαθης Βασιλείας Του».

Είναι και τούτη η ευχή μια προσευχή τολμηρή. «Σοι μόνω αμαρτάνομεν, αλλά και Σοι μόνω λατρεύομεν». Δεν ξέρουμε να προσκυνούμε ξένο θεό, ούτε να υψώνουμε χέρια ικετευτικά σ’ άλλο θεό έξω από Σένα! Ομολογία πτώσεως, φθοράς, εξαχρειώσεως, έσχατου κινδύνου! Αλλά ταυτόχρονα και ομολογία πίστεως, θεοφοβίας, ζωντανής ελπίδας σ’ Αυτόν που είναι «η ελπίς πάντων των περά­των της γης» (Ψαλμ. 64: 6), και αγάπης λατρευτικής γι’ Αυτόν που «πρώτος ηγάπησεν ημάς» (Α’ Ίωάν. 4: 19). Προσευχή δίχως φαρισαϊσμούς και υποκρισίες. Σωστό ξέσπασμα αληθινά ορθόδοξης καρδιάς!…

«Έτι και έτι κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεηθώμεν».

Ακολουθεί η τρίτη Ευχή, που απευθύνεται κι αύτη στο δεύτερο Πρόσωπο της Υπερουσίου Τριάδος, που είναι «η πηγή που πάντοτε και ασταμάτητα αναβλύζει ζωή και φως, η δημιουργική Δύναμη που είναι αιώνια όπως ο Πατέρας, Εσύ που εκπλήρωσες κατά τον καλύτερο τρόπο, πανέμορφα, ό,τι χρειαζόταν για τη σωτηρία των ανθρώπων», Ιησούς Χριστός, που έλυσε τους άλυτους δεσμούς του θανάτου και έσπασε του άδη τα κλειδιά και καταπάτησε τα πλήθη των πονηρών πνευμάτων, και πρόσφερε τον Εαυτό Του για χατίρι μας «άμωμον ιερείον»(αψεγάδιαστη θυσία) και θυσία άχραντη, και με θεόσοφο δόλωμα αγκίστρωσε τον «αρχέκακο και βύθιο δράκοντα» και τον δέσμευσε για πάντα, και τον κατέστησε αδύναμο κι ανίσχυρο, να περιμένει το «πυρ το άσβεστο» (Μάρκ. 9: 45) και το «σκότος το εξώτερο» (Ματθ. 25: 30). Απευθύνεται στον Υιό που είναι «η μεγαλώνυμος Σοφία του Πατρός», «αΐδιον φως εξ αϊδίου φωτός. Ήλιος δικαιοσύνης» και Τον καθικετεύει:. Συ που μας αξίωσες να φτάσουμε σ’ αυτή τη μεγάλη ήμερα της Πεντηκοστής, δέξου ακόμα μια ικεσία μας. Όχι για μας τους ίδιους τούτη τη φορά, μα γι’ αυτούς που έφυγαν πριν από μας. Για τους κεκοιμημένους συγγενείς μας κατά σάρκα και όλους τους «οικείους της πίστεως». Συ που και κατ’ αυτή τήν «παντέλεια» και «σωτηριώδη» εορτή μας αξίωσες να δέχεσαι «ιλασμούς ικεσίους» γι’ αυτούς που βρίσκονται στον Αδη, δίνοντας μας μεγάλες ελπίδες, άκουσε τη φωνή μας που αξιοσυμπάθητα Σου απευθύνουμε: «Ανάπαυσον τας ψυχάς των δούλων Σου των προκεκοιμημένων», εκεί που υπάρχει, το φως κ’ η δροσιά κ’ η αναψυχή, εκεί που δεν υπάρχει πόνος, λύπη ή στεναγμός. Ανάπαυσε τα πνεύματά τους με τους δικαίους, γιατί αυτοί που βρίσκονται στον Άδη δεν μπορούν να Σου ζητήσουν συγγνώμη, αλλά μονάχα εμείς που ζούμε Σε ευλογούμε και Σε ικετεύουμε και τις εξιλαστήριες ευχές και ιερουργίες Σου προσφέρουμε για τις ψυχές τους!

Κι επισυνάπτεται σ’ αυτή και δεύτερη Ευχή υπέρ των τεθνεώτων, των νεκρών, απευθυνόμενη σ’ Αυτόν που είναι «της αναστάσεως ημών Αρχηγός και των βεβιωμένων(όσων πράξαμε) αδέκαστος και φιλάνθρωπος Κριτής και της μισθαποδοσίας Δεσπότης και Κύριος», ικετεύοντας Τον: «Ανάπαυσον πάντας, τους πατέρας εκάστου και μητέρας και αδελφούς και αδελφάς και τέκνα, και ει τι άλλον ομογενές και ομόφυλον, και πάσας τας προαναπαυσαμένας ψυχάς επ’ ελπίδι αναστάσεως, ζωής αιωνίου, και κατάταξον τα πνεύματα αυτών και τα ονόματα εν βίβλω ζωής», στην αγκαλιά του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, στη Χώρα των Ζώντων, στη Βασιλεία των ουρανών, στον Παράδεισο. Και ανάστησε και τα σώματα όλων μας κατά την αγία ήμερα της επαγγελίας Σου. Γιατί είναι αλήθεια πως δεν υπάρχει θάνατος για τους δούλους του Θεού, μα φεύγουν απ’ το σώμα κι έρχονται σε Σένα, τον Κύριο. Φεύγουν από τα λυπηρά κι έρχονται «στα καλύτερα και τα πιο ευχάριστα», σε Σένα, που είσαι η ανάπαυση και η χαρά!

Ζητά γι’ άλλη μια φορά συγχώρηση αμαρτημάτων για όλους, ζώντες και κεκοιμημένους, από τον μόνο Αναμάρτητο: «Δος μας συγγνώμη, άφεση και συγχώρηση για τα παραπτώματά μας, τα θεληματικά και τα αθέλητα, αυτά που κάναμε ξέροντας πως είναι κρίματα, και αυτά που κάναμε έχοντας άγνοια, τα φανερά, τα κρυφά, όσα διαπράξαμε με έργα, με το λογισμό μας και με λόγια, κάθε συναναστροφή και σε κάθε κίνησή μας… » και καταλήγει: «Και στους μεν αποβιώσαντες δώρισε  ελευθερία και άνεση δώρισε, και εμάς που είμαστε εδώ ευλόγησε, χαρίζοντας μας  το τέλος της ζωής μας  καλό και ειρηνικό».

Λέει κάποιος Άγιος πως τίποτε δεν συγκινεί τόσο το Θεό, όσο η προσευχή υπέρ των κεκοιμημένων. Επειδή «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια», οι προαπελθόντες δεν έχουν πια τη δυνατότητα να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Έτσι, μοναδική φωνή γι’ αυτούς είναι η φωνή μας! Μοναδική ικεσία τους η δική μας ικεσία! Μοναδική προσευχή τους η προσευχή μας! Για το λόγο αυτό , αυτή η τρίτη Ευχή της Γονυκλισίας έχει ξεχωριστή βαρύτητα και σημασία! Είναι προσευχή αγάπης και ελεημοσύνης και φιλαδελφίας και ευγνωμοσύνης, για πρόσωπα που βρίσκονται πια στα χέρια του Θεού!

«Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα…»

Τί να προσθέσει κανείς στην τριπλή αυτή γονυκλινή ευχή της Εκκλησίας; Τί επί πλέον να ζητήσει από το Θεό; Μονάχα έναν ύμνο εκκλησιαστικό που είναι ιερή υπόσχεση με την  ευκαιρία της Πεντηκοστής, ύμνο του Εσπερινού της παραμονής, διαλέγω σαν επίλογο καί επιστέγασμα των ταπεινών τούτων γραμμών:

«Εν ταις αυλαίς Σου υμνήσω Σε τον Σωτήρα του κόσμου, και κλίνας γόνυ προσκυνήσω Σου την αήττητον δύναμιν, έν εσπέρα και πρωί και μεσημβρία, και εν παντί καιρώ ευλογήσω Σε, Κύριε»! Που θέλει να πει: «Στις εκκλησίες Σου μέσα θα Σε υμνήσω, τον Σωτήρα του κόσμου, και θα γονατίσω να προσκυνήσω την αήττητη δύναμή Σου, και βράδυ, και πρωί, και μεσημέρι, και κάθε ώρα και στιγμή θα Σε ευλογήσω, Κύριε».

(Μητροπολίτου Προικοννήσου Ιωσήφ, «Οσμή ζωής», εκδ. Άθως)

πηγή:εδώ

 

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Γιατί θυμιατίζουμε στην Ορθόδοξη Εκκλησία;

Συγγραφέας: kantonopou στις 27 Μαΐου 2017

Αποτέλεσμα εικόνας για ΘΥΜΙΑΤΗΡΙΟ

ΘΥΜΙΑΤΗΡΙΟ – ΘΥΜΙΑΜΑ – ΚΑΡΒΟΥΝΑΚΙΑ:

Αυτά τα ιερά αντικείμενα βρίσκονται στα περισσότερα Ορθόδοξα σπίτια.

Οι πιστοί όταν προσεύχονται, μαζί με το καντηλάκι που θα ανάψουν θυμιατίζουν το χώρο και τα εικονίσματα…

Το πρόβλημα παρουσιάζεται όταν έχουμε να κάνουμε με αιρετικούς οι οποίοι όταν μας ρωτούν για ποιό λόγο θυμιατίζουμε δεν γνωρίζουμε την σημασία του.

Δυστυχώς αρκετοί από τους πιστούς που προσφέρουν στον Κύριο επιμελώς και με ευλάβεια θυμίαμα, όταν βρεθούν αντιμέτωποι με άνθρωπο αιρετικό, δεν γνωρίζουν τί να του απαντήσουν.

Αν παραδείγματι ένας αιρετικός μας ρωτήσει:

”Για ποιό λόγο θυμιατίζετε στην εκκλησία σας;

Είπε ο Χριστός να θυμιατίζουμε;

Γράφει πουθενά στη Γραφή ότι ο Χριστός θυμιάτιζε;”

Τί θα απαντήσουμε αλήθεια;

Όπως είναι γνωστό, οι αιρετικοί δέχονται μόνο όσα γράφονται στην Αγία Γραφή.

Οτιδήποτε άλλο τους παρουσιάσετε ως επιχείρημα θα σας το απορρίψουν.

Για το λόγο αυτό, το σημερινό μας άρθρο απαντά στους αιρετικούς για το θυμίαμα μέσα από την Αγία Γραφή και επιπλέον διευρύνει τις γνώσεις των Ορθοδόξων σε ότι αφορά στη χρήση, τις κατασκευές και τους συμβολισμούς του θυμιατίσματος.

Το θυμιατήριο λοιπόν είναι ένα από τα αρχαιότερα σκεύη!

Είναι σε χρήση από την εποχή που ο Αδάμ δίδαξε στα παιδιά του να προσφέρουν θυσία στον Θεό.

Ο καπνός που ανεβαίνει προς τα επάνω, από τα γεννήματα ή από τα ζώα που καίονταν, γινόταν προσφορά στον Θεό.

Πλήρης περιγραφή για την κατασκευή του θυσιαστηρίου των θυμιαμάτων δίνεται στον προφήτη Μωϋσή από τον ίδιο τον Θεό.

”και ποιήσεις θυσιαστήριο θυμιάματος εκ ξύλων”

Παλαιά Διαθήκη Έξοδος Κεφ. 30, Στίχοι 1 – 10..

Διαβάζουμε στο βιβλίο του Λευϊτικού της Παλαιάς Διαθήκης:

”Εάν δε ψυχή προσφέρη δώρον θυσίαν τω Κυρίω, σεμίδαλις έσται το δώρον αυτού, και επιχεει επ΄ αυτό έλαιον και επιθέσει επ΄ αυτό λίβανον ‘  θυσία εστι,… θυσία, οσμή ευωδίας τω Κυρίω”

(Λευϊτ. Κεφ. 2, Στίχοι 1 – 2)

Αρχικά οι προσφορές του θυμιάματος γίνονταν σε κλίβανο, ”θυσίαν εψημένην εν κλιβάνω”

Παλαιά Διαθήκη Λευϊτικό Κεφ. 2, Στίχος 4..

Αυτός ο κλίβανος ήταν άλλοτε σταθερός και άλλοτε μετακινούμενος, φορητός.

Μέσα σε αυτόν έριχναν τα προσφερόμενα προς θυσία είδη.

Ήταν κατασκευασμένος από μάρμαρο, πηλό ή πολύτιμα μέταλλα:

Καινή Διαθήκη Προς Εβραίους Κεφ. 9, Στίχος 4..

”Eκεί υπήρχε ένα χρυσό θυμιατήρι..”

Το θυμιάμα χρησιμοποιούσαν για να θυμιάσουν την Σκηνή του Μαρτυρίου και τα Άγια των Αγίων.

Κατά Λουκά Κεφ. 1, Στίχος 9..

”σύμφωνα με τη συνήθεια του ιερατείου, έπεσε σ’ αυτόν ο κλήρος να μπει στο ναό του Kυρίου για να θυμιατίσει”.

Τα φορητά τα κρατούσαν από τη βάση ή είχαν κάποια λαβή ή ήταν κρεμασμένα από αλυσίδες με μεταλλικά ελάσματα.

Η χρήση των θυμιατών και του θυμιάματος στα χριστιανικά χρόνια γενικεύτηκε.

Εκτός από το Ιερό Θυσιαστήριο, θυμιάζουμε τις εικόνες, τα ιερά αντικείμενα, τα ιερά λείψανα, ακόμη και πρόσωπα προς ένδειξη τιμής.

Τον συμβολικό χαρακτήρα του θυμιάματος τον αποτυπώνει στην Αποκάλυψη του ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος:

”Kι ο καπνός, μαζί με τις προσευχές των πιστών, ανέβηκε από τα χέρια του αγγέλου μπροστά στον Θεό”.

Αποκάλυψη Κεφ. 8, Στίχος 4..

Αλλά τα θυμιάματα είναι και οι προσευχές των χριστιανών:

”Kι όταν πήρε το βιβλίο, τα τέσσερα όντα και οι εικοσιτέσσερις πρεσβύτεροι έπεσαν μπροστά στο Aρνί κρατώντας ο καθένας από μια κιθάρα και φιάλες χρυσές γεμάτες με θυμιάματα, που είναι οι προσευχές των πιστών”.

Αποκάλυψη Κεφ. 5, Στίχος 8..

Τα τρία στοιχεία από το κάρβουνο συμβολίζουν:

α) Η στάχτη, το Σώμα του Χριστού,

β) το κάρβουνο, την ψυχή του Χριστού και,

γ) το αναμμένο κάρβουνο, την Θεότητα του Χριστού.

Τα σκεύη στα οποία βάζουμε το θυμίαμα λέγονται θυΐσκες..

”και ποιήσεις και τας θυΐσκας..”

Π.Διαθήκη Έξοδος Κεφ. 25, Στίχος 28..

Σήμερα προς χρήση έχουμε:

α) Το κρεμαστό θυμιατήρι, το οποίο κρέμεται από αλυσίδες που έχουν επάνω κουδουνάκια.

Όταν είναι δώδεκα, συμβολίζουν τους Αποστόλους και το κήρυγμά τους.

Όταν είναι τέσσερα τους Ευαγγελιστές.

Το πάνω μέρος όταν έχει σχήμα θόλου, συμβολίζει τον ουρανό και όταν έχει σχήμα ναού, συμβολίζει την θριαμβεύουσα Εκκλησία ή την άνω Ιερουσαλήμ.

Η βάση όπου τοποθετούνται τα κάρβουνα, συμβολίζει τον επίγειο κόσμο, που δια των προσφορών των θυμιαμάτων ανεβάζει τις προσευχές και τα δίκαια αιτήματα προς τον Θεό.

”Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου”

Παλαιά Διαθήκη Ψαλμός 140, Στίχος 2..

 Κατά τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, η βάση του θυμιατού συμβολίζει επίσης την Παναγία, γιατί, παρόλο που περιέχει αναμμένα κάρβουνα, δεν καίγεται – έτσι και η Παναγία, παρότι ήταν άνθρωπος και δέχτηκε μέσα της το Θεό, δεν καταστράφηκε.

Το κρεμαστό θυμιατό με τα κουδουνάκια το χρησιμοποιούν οι κληρικοί των τριών βαθμίδων, επίσκοπος, πρεσβύτερος, διάκονος, οι οποίοι έχουν το λειτουργικό και κηρυκτικό προνόμιο.

Σχετική εικόνα

β) Το κατζίο είναι φορητό και χρησιμοποιείται στις λατρευτικές συνάξεις εντός του Ναού όταν ψάλλονται ύμνοι από την Παλαιά Διαθήκη ή αναγινώσκονται οι Μεγάλες Ώρες.

Το χρησιμοποιούν οι μοναχοί που έχουν το διακόνημα του εκκλησιαστικού.

Είναι μεταλλικό με μακριά χειρολαβή και κουδούνια, τα οποία συμβολίζουν τα βήματα του Θεού στον Παράδεισο και προτρέπουν τους μοναχούς σε εγρήγορση.

”Και άκουσαν τη φωνή του Κυρίου του Θεού, να περπατάει στον παράδεισο προς το δειλινό”

Παλαιά Διαθήκη Γένεση Κεφ. 3, Στίχος 8..

Όταν οι εκκλησιαστικοί θυμιάζουν με το κατζίο φέρουν στον ώμο τους ένα τετράγωνο ύφασμα που λέγεται ”αήρ” ΄ συνήθως είναι χρυσοποίκιλτο και δηλώνει το αγγελικό τάγμα που εξέπεσε από τη πατρώα δόξα και που αντικαταστάθηκε από τους μοναχούς.

Ο εκκλησιαστικός κρατά το κατζίο με το ”χειρομανδήλιον”, το οποίο είναι μικρότερο από τον ”αέρα”.

Ο συμβολισμός του απορρέει από την απάντηση του Αναστημένου Κυρίου ”μη μου άπτου” (μην με αγγίζεις), στην Μαρία την μυροφόρο, όταν αυτή από την χαρά της ήθελε να Τον αγγίξει.

Κατά Ιωάννη Κεφ. 20, Στίχος 17..

Επειδή το θυμιατήριο συμβολίζει τις δύο φύσεις, ανθρώπινη και θεϊκή, και τις τρείς υποστάσεις Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα  και επειδή ο εκκλησιαστικός δεν έχει ιεροσύνη, πιάνει το κατζίο με το ”χειρομάνδηλο” από ευλάβεια και σεμνότητα.

γ) Το φορητό είναι το θυμιατό που χρησιμοποιείται εκτός του Ναού για το θύμιασμα των σπιτιών και των τάφων.

Χρησιμοποιείται από λαϊκούς και κληρικούς.

Στο μέγεθος είναι μικρό, χωρίς κουδούνια και ιδιαίτερες διακοσμήσεις και με μικρή χειρολαβή.

Συνήθως είναι μεταλλικό ή πήλινο.

δ) Το ιδιότυπο θυμιατήριο, το οποίο χρησιμοποιείται στα μνημεία των ηρώων, έχει ως βάση τρία όπλα και το στρατιωτικό κράνος, μέσα στο οποίο καίγεται το θυμίαμα, σε ένδειξη τιμής προς τους πεσόντες υπέρ πατρίδος.

ε) Τα τιμητικά θυμιατήρια, που τοποθετούνται μπροστά ή πλάγια στις ιερές εικόνες και στα ιερά λείψανα, είναι πάνω σε ορθοστάτες.

Το θυμιατήριο ονομάζεται και λιβανιστήρι από το λιβάνι, θυμίαμα, που καίγεται.

Την ονομασία αυτή την πήρε από ”τας κέδρους του Λιβάνου”.

Ο κέδρος είναι δέντρο που, όταν το χαράζουν, βγάζει ένα υγρό σαν το ρετσίνι, το λιβάνι.

Όταν μέσα σε αυτό προστεθούν αρωματικά έλαια, γίνεται το μοσχοθυμίαμα.

Ο ”ιερός λιβανωτός”, που περιγράφεται στο βιβλίο της Εξόδου της Παλαιάς Διαθήκης, γίνεται κατόπιν εντολής του Θεού προς τον Μωϋσή΄

”λάβε σεαυτῷ ἡδύσματα, στακτήν, ὄνυχα, χαλβάνην ἡδυσμοῦ καὶ λίβανον διαφανῆ, ἴσον ἴσῳ ἔσται· καὶ ποιήσουσιν ἐν αὐτῷ θυμίαμα, μυρεψικὸν ἔργον μυρεψοῦ, μεμιγμένον, καθαρόν, ἔργον ἅγιον.

Έξοδος Κεφ. 30, Στίχοι 34 – 35..

Όπως είδαμε λοιπόν μόνον τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας χρησιμοποιεί το θυμίαμα.

Παρόλα αυτά, είναι πολύ δύσκολο να πείσει κανείς έναν αιρετικό κι ας επιχειρηματολογεί μέσα από την Αγία Γραφή.

Όταν παρουσιάσαμε όλα αυτά τα επιχειρήματα σε έναν Πεντηκοστιανό, δεν δίστασε να μας πει ότι:

”τα χωρία τα οποία χρησιμοποιείτε είναι της Παλαιάς Διαθήκης και όχι της Καινής”.

Συμπεραίνουμε από αυτό ότι οι αιρέσεις χρησιμοποιούν την Παλαιά Διαθήκη μόνο όταν υπάρχει κάποιο εδάφιο που να βολεύει τις διαστρεβλώσεις τους.

Αν και του είχαμε παρουσιάσει επιχειρήματα και από την Καινή Διαθήκη, ισχυρίζονταν ότι παρερμηνεύουμε.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να χάνουμε το θάρρος μας.

Η γνώση στα πράγματα του Θεού, ωφελεί κυρίως εμάς τους ιδίους και ποτέ δεν ξέρει κανείς, ίσως οι γνώσεις αυτές κάποια στιγμή ωφελήσουν κάποιον από τους συνανθρώπους μας, ακόμη και αιρετικό.

Πηγή: Αρχιμανδρίτου Ισαάκ Τσάπογλου του Ιεροκήρυκος

Βιβλίο: Ηγάπησα, Κύριε, ευπρέπειαν οίκου σου…

Επιμέλεια : ΑΝΤΙΧΙΛΙΑΣΤΙΚΟΣ

http://o-nekros.blogspot.gr/2013/11/blog-post_21.html

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΝΕΟ-ΑΘΕΪΑ ΚΑΙ ΝΕΟΙ

Συγγραφέας: kantonopou στις 1 Μαΐου 2017

Πολλοί νέοι γοητεύονται από ένα κύμα νεο-αθεΐας το οποίο κατακλύζει το Ίντερνετ και τα ΜΜΕ.  Οι νεο-άθεοι προβάλλουν  ως βάση του αγνωστικισμού τους, της άρνησής τους να αποδεχθούν ότι υπάρχει Θεός, την επιστήμη, την λογική, τον υποκειμενισμό, τον πλουραλισμό των θρησκειών που δείχνει ότι κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το ποιος θεός είναι αληθινός και επομένως η ενασχόληση με την θρησκεία θεωρείται απώλεια χρόνου. Οι νεο-άθεοι πάλι παραπλανούν, διότι αρνούνται την ωφελιμιστική θέαση της Εκκλησίας. Καλό είναι να υπάρχει, για να κάνει φιλανθρωπίες ή να τηρεί έθιμα και παραδόσεις, αλλά η πίστη είναι προσωπική υπόθεση και δεν χρειάζεται να υπεισερχόμαστε σε λεπτομέρειες που δεν μας αφορούν. Οι νεο-άθεοι δεν πιστεύουν ότι υπάρχει μία αλήθεια και επομένως η απαίτηση της θρησκείας να θεωρεί ότι ο θεός της είναι ο μόνος αληθινός ξεπερνά τις δυνατότητες αποδοχής του ανθρώπινου νου. Άλλοι πάλι ειρωνεύονται όσους πιστεύουν ότι ακολουθούν έναν δρόμο οπισθοδρομικό, που δεν επιτρέπει την χαρά, την ευχαρίστηση, το να ζήσει κάποιος την ζωή του ελεύθερα.

                Η αθεΐα σήμερα δεν είναι ιδεολογική. Ο νεο-άθεος δεν είναι κατ’  ανάγκην οργανωμένος σε κοινότητες με γνώμονα την άρνηση του Θεού.  Δεν είναι απαραίτητα στρατευμένος σε υλιστικές θεωρήσεις. Μπορεί κιόλας να είναι σκεπτόμενος. Να αγαπά τη τέχνη και τον πολιτισμό. Να είναι δηλαδή ένας σχετικά καλλιεργημένος άνθρωπος. Η παρουσία του Θεού όμως στην ζωή του κόσμου παραμένει γι’  αυτόν κόλαφος. Δεν του χρειάζεται ο Θεός και επομένως δεν Τον θέλει να υπάρχει. Η νεο-αθεΐα εμφανίζεται τελικά με την έμπρακτη αδιαφορία για την θρησκευτική χρησιμοθηρία.

                Οι νέοι γοητεύονται από την στάση ζωής που περιλαμβάνει την άρνηση σε κάθε μορφής αυθεντία. Απλώς η αντίσταση δεν γίνεται με μαχητικότητα, προβληματισμό, κατάθεση γνώμης με επιχειρήματα. Ο νέος δεν ασχολείται με υπαρξιακά ερωτήματα, κορυφαίο εκ των οποίων είναι ο Θεός που υπάρχει προσωπικά για τον καθέναν. Το πολιτισμικό σύστημα, με τα ΜΜΕ και το Διαδίκτυο, καθώς και με την χρήση συσκευών που απορροφούν και τον χρόνο και τον νου, έχει καταφέρει τους πολλούς να κλείνονται στο εγώ τους και στους λίγους με τους οποίους μοιράζονται την ζωή τους. Όμως η έν-θεη ζωή περιλαμβάνει τόσο τη εμπιστοσύνη στην ύπαρξη του Θεού, όσο και την επίγνωση Ποιος είναι Αυτός. Ταυτόχρονα, η ένθεη ζωή προϋποθέτει το άνοιγμα του ανθρώπου στην ζωή της Εκκλησίας, δηλαδή στον πλησίον, στην αγάπη, στο μοίρασμα.  Αυτοί οι τρόποι δεν συγκινούν τους πολλούς, οι οποίοι αρκούνται στο να είναι καταναλωτές των όσων ο κόσμος προβάλλει ως προϋποθέσεις ευχαρίστησης. Η έν-θεη ζωή προϋποθέτει κόπο, αγάπη, σκέψη, άποψη, εμπειρία ευχαριστίας σε έναν κόσμο που ολοένα και περισσότερο γίνεται αγνώμων.

                Δεν είναι εύκολη η αντίσταση στην νεο-αθεΐα, η οποία κάποτε κάνει θόρυβο. Δεν είναι καν θέμα επιχειρημάτων από την πλευρά της Εκκλησίας, παρότι υπάρχουν.  Το «ου με πείσεις καν με πείσεις» ισχύει. Δεν ωφελεί όμως και η σιωπή. Η παθητική αποδοχή ότι έτσι είναι ο κόσμος. Η Εκκλησία καλείται να καταθέτει την μαρτυρία της και να γεννά εστίες αντίστασης στο νεοαθεΐστικο κλίμα. Ας προβληματίζει, χωρίς να αδιαφορεί, και ας αγκαλιάζει τους νέους με την μαρτυρία της Αλήθειας που είναι Πρόσωπο και όχι ιδέα. Και ας κάνει και υπομονή, αφού όμως έχει μιλήσει!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» στο φύλλο της Τετάρτης 26 Απριλίου 2017

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Πτύσις μετά την Θεία Κοινωνία; – Ιωάννου Φουντούλη.

Συγγραφέας: kantonopou στις 1 Μαΐου 2017

Πόσες ώρες μετά από την θεία μετάληψι πρέπει να μη πτύση κανείς;

Δεν υπάρχει επί του προκειμένου καμμία διάταξις ή κανείς σχετικός κανών. Από ευλάβεια προς το μυστήριο επικρατεί η συνήθεια να μη πτύη εκείνος που κοινωνεί καθ’ όλη την ημέρα εκείνη, κατά την οποία εκοινώνησε. Και ασφαλώς είναι επαινετή και αξιοσύστατη η συνήθεια αυτή. Αν από τον άγιο Ιωάννη τον Νηστευτή κανονίζεται με 40 ημερών αποχή από την θεία κοινωνία και άλλα επιτίμια εκείνος που ακουσίως θα εμέση μετά την θεία μετάληψι, πολύ περισσότερο πρέπει να θεωρηθή εφάμαρτη μία καθαρώς εκουσία ενέργεια του ανθρώπου, που ασφαλώς προδίδει ανευλάβεια και που ενδεχομένως μπορεί να γίνη αιτία βεβηλώσεως των μαργαριτών που τυχόν παρέμειναν μέσα στο στόμα εκείνου που εκοινώνησε.

Από το βιβλίο του αειμνήστου Καθηγητού της Θεολογικής σχολής του Α.Π.Θ., Ιωάννου Μ. Φουντούλη: Απαντήσεις εις Λειτουργικάς απορίας. Τόμος Α’. ΣΤ’ έκδοσις.

Εκδόσεις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι, 1991.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

http://www.orp.gr/?p=17174#more-17174

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Συγγραφέας: kantonopou στις 23 Απριλίου 2017

 

  Σε πρόσφατη έρευνα φάνηκε ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων δεν πιστεύει στην ανάσταση των νεκρών, μολονότι πιστεύει στον Θεό. Μάλιστα, η πιο συνηθισμένη απάντηση που λαμβάνει κάποιος από νέους είναι ότι δεν τους έχει απασχολήσει το ζήτημα, θα τους ενδιέφερε να γνωρίζουν, αλλά είναι δύσκολο να είναι βέβαιοι. Η πίστη στην πιο ξεχωριστή διδασκαλία  της ορθόδοξης παράδοσης, στην διακήρυξη του Αποστόλου Παύλου ότι «αν δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών, τότε ούτε ο Χριστός έχει αναστηθεί και το τότε το κήρυγμά μας είναι χωρίς νόημα, το ίδιο και η πίστη» δεν αγγίζει τους πολλούς. Προτιμούν την συνήθεια, το έθιμο, την επανάληψη, χωρίς να αναζητούν τις μαρτυρίες της Ανάστασης.

        Η ίδια η Εκκλησία είναι μία από αυτές. Παρότι αποτελείται από ανθρώπους οι οποίοι δεν καταφέρνουν να ακολουθήσουν τα λόγια, τις εντολές, την ζωή του Χριστού και των Αποστόλων, δεν εξαλείφεται από τις ιδεολογίες, οι οποίες κατά καιρούς έθεσαν ως κύριο στόχο τους να την περιθωριοποιήσουν και να την διαγράψουν από το προσκήνιο.  Και δεν τίθεται θέμα σύγκρισης με άλλες θρησκείες. Ο δρόμος του χριστιανισμού δεν είναι τόσο απλός, όπως για παράδειγμα το Ισλάμ. Η αυθεντική χριστιανική παράδοση είναι στηριγμένη στην συγγνώμη που ανέτειλε εκ του τάφου του Κυρίου. Δεν αρκείται στην ελεημοσύνη ως καθήκον, αλλά διδάσκει και εφαρμόζει για τους μοναχούς την ακτημοσύνη και για τους υπόλοιπους την φιλανθρωπία που αγγίζει τον όλο άνθρωπο. Δεν ζητά μία τυπική προσευχή, αλλά αυτή του νου και της καρδιάς που πυρπολεί την ύπαρξη. Δεν οδηγεί στον μηδενισμό ή στην σωτηρία μόνο των εκλεκτών, αλλά παλεύει για την σωτηρία όλων και βιώνει την εμπειρία της αγιότητας, της συνέχειας της ύπαρξης που αποδεικνύεται διά των πολλών θαυμάτων.

        Αναστάσιμη μαρτυρία είναι το ότι η Εκκλησία δεν έγινε ποτέ εξουσία, αλλά παρέμεινε διακονία αγάπης. Αυταπατώνται όσοι θεωρούν ότι η Ορθοδοξία επιβάλλεται με γνώμονα το πολιτικό κόστος της απόρριψής της ή την επίκληση της κόλασης. Χωρίς την πίστη στην Ανάσταση είναι αδύνατον σε ανθρώπους να είναι έτοιμοι να θυσιάσουν την ζωή τους, όχι για να γίνουν ήρωες κάνοντας κακό σε άλλους, αλλά χάριν της ταπεινής  αγάπης που δεν γνωρίζει διακρίσεις.  Η Ορθόδοξη Εκκλησία στην πράξη δεν έγινε ούτε θα γίνει εξουσία, διότι ο Χριστός στήριξε την διδασκαλία Του σε εκείνο το «όστις θέλει». Δέχτηκε ως μοναδική προϋπόθεση μετοχής στην Βασιλεία Του ένα ταπεινό «Μνήσθητί μου Κύριε». Και εμφανίστηκε σε εκείνους και εκείνες που τόλμησαν να νικήσουν την εξουσία του φόβου και της ισχύος, το κράτος του θανάτου.

Αναστάσιμη μαρτυρία  είναι ό,τι συγκροτεί την Εκκλησία σε Σώμα Χριστού, δηλαδή το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Εκεί όπου δεν προκρίνονται οι πλούσιοι έναντι των φτωχών, οι άνδρες έναντι των γυναικών, οι μορφωμένοι έναντι των απλών, οι δίκαιοι έναντι των αμαρτωλών, αλλά όλοι γίνονται ένα με τον Αναστημένο Χριστό, ομολογώντας ότι «είς Άγιος, είς Κύριος Ιησούς Χριστός» και προχωρώντας με φόβο Θεού, πίστη και αγάπη στην συνάντηση μαζί Του.

Αναστάσιμη μαρτυρία τελικά θα παραμείνει το γεγονός ότι όχι μόνο δεν εξέλειπαν οι επώνυμοι Άγιοι, αλλά και το ότι ο καθένας μας μέσα στην Εκκλησία αγιάζεται και ευλογείται. Νιώθει την χαρά και το Φως της παρουσίας του Χριστού, ανοίγοντας την καρδιά του στην Ελπίδα!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» Στο φύλλο της Τετάρτης 19 Απριλίου 2917

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τι σημαίνει το : «Ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον αλλά το εκπορευόμενον εκ του στόματος.»; (Ματθ. 15,11)

Συγγραφέας: kantonopou στις 15 Απριλίου 2017

Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας

Τι σημαίνει το : «Ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον αλλά το εκπορευόμενον εκ του στόματος.»; (Ματθ. 15,11)
«Και προσκαλεσάμενος τον όχλον είπεν αυτοίς· ακούετε και συνίετε· ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον, αλλά το εκπορευόμενον εκ του στόματος τούτο κοινοί τον άνθρωπον· τότε προσελθόντες οι μαθηταί αυτού είπον αυτώ· οίδας ότι οι Φαρισαίοι εσκανδαλίσθησαν ακούσαντες τον λόγον;

Ο δε αποκριθείς είπε· πάσα φυτεία ην ουκ εφύτευσεν ο πατήρ μου ο ουράνιος εκριζωθήσετε· άφετε αυτούς· οδηγοί εισί τυφλοί τυφλών· τυφλός δεν τυφλόν εάν οδηγεί, αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται» (Ματθ. 15, 10-14).

Οι Φαρισαίοι σκανδαλίσθηκαν απ’ αυτά τα λόγια του Κυρίου. Δεν περίμεναν να ακούσουν κάτι τέτοιο, γι’ αυτό και παραξενεύτηκαν πολύ όταν το άκουσαν.

Γνώριζαν πολύ καλά ότι ο Μωυσής έχει απαγορεύσει στους Ισραηλίτες να τρώνε κάποια από τα φαγητά, τα οποία θεωρούνταν ακάθαρτα:  π.χ. το χοιρινό κρέας. 

Και τώρα ο Χριστός τούς λέει ότι δεν υπάρχει τίποτα ακάθαρτο, ότι τίποτα απ’ αυτά που μπαίνουν στο στόμα του ανθρώπου δεν μπορούν να τον κάνουν ακάθαρτο. 

Πώς μπορούσαν να μην σκανδαλιστούν απ’ αυτό που άκουσαν;

Αλλά δεν έλεγαν τίποτα. Σιωπούσαν. Σιωπούσαν γιατί λίγο πριν ο Χριστός τους έλεγξε για την υποκρισία τους και ότι ακύρωσαν τον νόμο του θεού με την παράδοσή τους.

Στέκονταν μπροστά Του χωρίς να αρθρώσουν λέξη.

Τότε οι μαθητές είπαν στον Κύριο: «Κύριε, δεν βλέπεις ότι αυτοί σκανδαλίστηκαν;»

Και τι τους απάντησε ο Χριστός; «Πάσα φυτεία ην ουκ εφύτευσεν ο πατήρ μου ο ουράνιος εκριζωθήσεται».

Αυτό μόνο έχει ισχύ, δύναμη και είναι αιώνιο, που φυτεύει ο επουράνιος Πατέρας. Έχουν ευλογία του Θεού μόνον εκείνα τα λόγια και οι πράξεις μας που είναι σύμφωνα με το νόμο Του.

Μόνο αυτό που βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με τις εντολές του Χριστού είναι ισχυρό, είναι αιώνιο, και δεν μπορεί να κλονιστεί. 

Όλα τα άλλα που δεν τα φύτεψε ο Θεός, αλλά είναι ανθρώπινα προϊόντα και δεν θεμελιώνονται στις εντολές του Χριστού, αυτά θα ξεριζωθούν.

«Άφετε αυτοίς· οδηγοί εισί τυφλοί τυφλών». Να μην τους δίνετε προσοχή και να μην τους ακούτε. Αυτό το έλεγε για εκείνους που θεωρούσαν τους εαυτούς τους ηγέτες του Ισραηλιτικού λαού και ο ίδιος ο λαός τούς θεωρούσε δασκάλους του.

«Πάσα φυτεία ην ουκ εφύτευσε ο πατήρ μου ο ουράνιος εκριζωθήσετε».

Τι συμβαίνει λοιπόν; Ο Κύριος Ιησούς Χριστός καταργεί τον νόμο του Μωυσή, κατά τον οποίο μερικά φαγητά και ζώα θεωρούνταν ακάθαρτα;

Γιατί λέει ότι δεν υπάρχει τίποτα ακάθαρτο και ότι τίποτα απ’ αυτό που εισέρχεται στο στόμα του ανθρώπου δεν τον κάνει ακάθαρτο; Διότι όλα τα δημιουργήματα του Θεού είναι καθαρά.
Για να καταλάβουμε γιατί ο Κύριος καταργεί την εντολή του νόμου για τα ακάθαρτα πρέπει να εξετάσουμε για ποιο λόγο δόθηκε αυτή η εντολή.

Μ’ αυτό τον τρόπο ο Κύριος ξεχώρισε τον εκλεκτό λαό Του από τους εθνικούς, οι οποίοι δεν έκαναν διαφορά μεταξύ των καθαρών και ακαθάρτων.

Στη συνείδηση των Ισραηλιτών έπρεπε να υπάρχει η πεποίθηση ότι είναι εκλεκτός λαός και ότι ξεχωρίζουν από τους άλλους λαούς που δεν γνωρίζουν τον Θεό.

Γι’ αυτό τον λόγο δεν τους είναι επιτρεπτό να κάνουν αυτά που έκαναν οι άλλοι γύρω τους λαοί. Αυτός είναι ο πρώτος λόγος.

Δεύτερος: Στην παλαιά εκείνη εποχή δεν υπήρχε νηστεία για όλο τον λαό όπως την έχουμε σήμερα εμείς οι χριστιανοί.

Νήστευαν μόνο οι άνθρωποι που αφιέρωναν τον εαυτό τους στον Θεό· όπως παραδείγματος χάριν οι και οι μαθητές τους ή οι μαθητές του Προδρόμου, οι οποίοι μια φορά ρώτησαν τον Κύριο, γιατί οι δικοί του μαθητές δεν νηστεύουν.

Η εντολή λοιπόν περί καθαρών και ακαθάρτων τροφίμων ήταν ένα είδος νηστείας για όλο τον λαό.

Όλη τη ζωή του ο Ισραηλίτης δεν έπρεπε να τρώει από τα ακάθαρτα φαγητά όπως εμείς κατά την περίοδο της νηστείας δεν τρώμε τα αρτύσιμα.
Ο Κύριος καταργεί αυτό τον νόμο και λέει στους ανθρώπους ότι δεν υπάρχει τίποτα το ακάθαρτο. Τους λέει να ξεχάσουν εκείνα που τους δίδασκαν οι και να ξέρουν ότι όλα τα δημιουργήματα του Θεού είναι καθαρά, ότι αυτό που μπαίνει στο στόμα δεν κάνει τον άνθρωπο ακάθαρτο.

Ο Κύριος καταργεί αυτή την εντολή του νόμου όπως και πολλές άλλες εντολές. 
Με το βάπτισμα, για παράδειγμα, καταργείται η σπουδαιότερη για τους Ιουδαίους εντολή της περιτομής.
Σταμάτησαν οι θυσίες, έπαψαν να ισχύουν και πολλές άλλες διατάξεις του νόμου, γιατί αυτές είχαν παροδικό χαρακτήρα.

«Ο νόμος παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν» (Γαλ. 3, 24).

Τα παιδιά για να πειθαρχούν χρειάζονται αυστηρούς κανόνες συμπεριφοράς. 
Όταν όμως μεγαλώσουν, οι κανόνες αυτοί χάνουν τη σημασία τους. Το ίδιο και στον χριστιανισμό· πολλές διατάξεις του νόμου χάνουν το νόημα και τη σημασία τους. 
Ο νόμος δόθηκε στον λαό που ήταν σαν νήπιο, δεν ήταν ικανός να καταλάβει την αλήθεια και τη θεία αποκάλυψη. 

Αυτός ήταν ο ρόλος του νόμου, να προετοιμάζει βαθμηδόν τους ανθρώπους για την αποδοχή του Ευαγγελίου.

Κάποιοι αιρετικοί, οι λεγόμενοι σαββατιανοί, θεωρούν υποχρεωτική την τήρηση της αργίας του Σαββάτου.

Δεν καταλαβαίνουν και δεν αποδέχονται ότι μετά την ανάσταση του Χριστού το Σάββατο έδωσε τη θέση του στην αναστάσιμη ημέρα της Κυριακής.

Υπήρχαν επίσης κάποτε οι αιρετικοί που θεωρούσαν αναγκαίο να τηρούν όλο τον νόμο και τον τοποθετούσαν πιο πάνω ακόμα και από την Καινή Διαθήκη.

Αυτό όμως σημαίνει άρνηση του Χριστού και προσχώρηση στον Ιουδαϊσμό! Εκείνοι δεν το κατανοούσαν, εσείς όμως πρέπει να το καταλαβαίνετε.

Ο απόστολος Πέτρος παρακάλεσε τον Κύριο να εξηγήσει στους μαθητές τον λόγο Του για τα ακάθαρτα τρόφιμα· «Φράσον ημίν την παραβολήν ταύτην.

Ο δεν Ιησούς είπεν· ακμήν και υμείς ασύνετοι εστέ; Ούπω νοείτε ότι παν το εκπορευόμενον εις το στόμα εις την κοιλίαν χωρεί και εις αφεδρώνα εκβάλλεται; τα δε εκπορευόμενα εκ του στόματος εκ της καρδίας εξέρχεται, κακείνα κοινοί τον άνθρωπον· εκ γαρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτηρίαι, βλασφημίαι· ταύτα εστί τα κοινούντα τον άνθρωπον· το δε ανίπτοις χερσί φαγείν ου κοινοί τον άνθρωπον» (Ματθ. 14, 15-20).

Δεν το κατανοούσαν οι Φαρισαίοι. Δεν έβλεπαν τη ρυπαρότητα της καρδιάς τους.

Δεν κατανοούσαν ότι τίποτα απ’ αυτά που δημιούργησε ο Θεός δεν είναι ακάθαρτο.

Αυτά που βγαίνουν από την καρδιά του ανθρώπου τον κάνουν ακάθαρτο. 

Και αυτό γιατί η καρδιά του ανθρώπου όταν δεν λειτουργεί ως ναός του Αγίου Πνεύματος γίνεται καταφύγιο των δαιμόνων. 

Αυτοί οι δαίμονες βάζουν στον νου των ανθρώπων τους κακούς και πονηρούς λογισμούς και τους ωθούν στις κακές πράξεις: φόνους, μοιχείες, πορνείες, κλοπές, ψευδομαρτυρίες και βλασφημίες.

Αυτό δεν το κατανοούσαν οι Φαρισαίοι, γι’ αυτό αδυνατούσαν να προσφέρουν στους ανθρώπους κάποια διδασκαλία περί της καθαρότητας της καρδιάς, της πάλης με τα ακάθαρτα δαιμόνια και τη μεταμόρφωση της καρδιάς σε ναό του Παναγίου Πνεύματος.

Ήταν τυφλοί, οδηγοί τυφλών. Ο Κύριος είπε: «Άφετε αυτούς».

Εμείς έχουμε άλλον οδηγό, τον Κύριο Ιησού Χριστό, τον οποίο ακολουθούμε και θα ακολουθούμε ως το τέλος.

Σ’ αυτό το σημείο θα μπορούσα να τελειώσω τον λόγο μου. Θα προσθέσω όμως ακόμα κάτι.

Άνθρωποι, οι οποίοι αρνούνται τη νηστεία, θεμελιώνουν τη θέση τους στον λόγο του Χριστού ότι αυτό που μπαίνει στο στόμα δεν κάνει τον άνθρωπο ακάθαρτο.

Για να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους αναφέρουν ακόμα και τον λόγο του αποστόλου Παύλου:

«Τον δε ασθενούντα τη πίστει προσλαμβάνεσθαι, μη εις διακρίσεις διαλογισμών. Ος μεν πιστεύει φαγείν πάντα, ο δε ασθενών λάχανα εσθίει. Ο εσθίων τον εσθίοντα μη κρινέτω· ο Θεός γαρ αυτόν προσελάβετο» (Ρωμ. 14, 1-3).

Γι’ αυτό λένε

«Δεν πρέπει να ξεχωρίζουμε τα φαγητά, διότι μόνο αδύναμος στην πίστη νομίζει ότι πρέπει να τρώει τα λάχανα και όχι κρέας και γάλα.

Δεν είμαστε αδύναμοι, τα καταλαβαίνουμε όλα πολύ καλά γι’ αυτό η νηστεία δεν μας είναι χρήσιμη».

Υπάρχει καμία δόση αλήθειας στα λόγια τους; Όχι, καθόλου δεν υπάρχει.

Ο Χριστός τι έλεγε; Ότι το φαγητό δεν κάνει τον άνθρωπο ακάθαρτο.

Και εμείς γιατί νηστεύουμε, επειδή θέλουμε να αποφύγουμε ακάθαρτα φαγητά; 

Οι κανόνες της Εκκλησίας μας περί νηστείας δεν έχουν σκοπό να μας προφυλάξουν από ακάθαρτα φαγητά, αλλά έχουν άλλη έννοια. 

Η νηστεία ορίστηκε από την Αγία μας Εκκλησία με σκοπό να μάθουμε να εγκρατευόμαστε. 
Να μάθουμε, αρχίζοντας από τη χαλιναγώγηση της γαστέρας μας που ζητάει νόστιμα και πλούσια φαγητά, να χαλιναγωγούμε την καρδιά μας. 
Να τη φυλάμε από τα πάθη και τις επιθυμίες, που μόνο αυτά στην πραγματικότητα μας κάνουν ακάθαρτους.

Διότι αυτός είναι ο βασικός σκοπός της χριστιανικής μας ζωής, να ελευθερωθούμε από τα πάθη και τις επιθυμίες.

Πρέπει συνεχώς να εξασκούμαστε στην εγκράτεια. 

Όταν μαθαίνουμε να συγκρατούμε το στομάχι μας ταυτόχρονα δαμάζουμε και τα άλλα πάθη μας.

Οι αντίπαλοι της νηστείας δεν το κατανοούν και, παρερμηνεύοντας τα λόγια του Χριστού και του αποστόλου Παύλου, προσπαθούν μ’ αυτά να δικαιολογήσουν την απροθυμία τους για άσκηση.

Να εγκρατευόμαστε, και πρώτα απ’ όλα να εγκρατευόμαστε απ’ αυτά που εξέρχονται από το στόμα μας και μας κάνουν ακαθάρτους:

από ψέμα, κακολογίες, κατακρίσεις, καυγάδες και συκοφαντίες.

Αν εγκρατευόμαστε από αυτά η καρδία μας γίνεται σταδιακά όλο και πιο καθαρή, και από καταφύγιο δαιμόνων μεταμορφώνεται σε ναό του Αγίου Πνεύματος.

Αμήν.

Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας «ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΟΜΟΣ Β’»
σελ. 101-106 – Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ».

http://www.theologoi.com

Κατηγορία ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τι είναι η “αρτοκλασία”;

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Απριλίου 2017

Εὐλογία τῶν βασικῶν καρπῶν τῆς γῆς, τοῦ σιταριοῦ, τοῦ κρασιοῦ καὶ τοῦ λαδιοῦ. Τελεῖται τὶς μεγάλες γιορτὲς κυρίως στὸν ἑσπερινὸ σὲ ἀνάμνηση τῆς εὐλογίας τῶν πέντε ἄρτων ἀπὸ τὸ Χριστὸ στην ἔρημο.
Στην έρημο ο Κύριος ευλόγησε τους πέντε άρτους (και τα δύο ψάρια) και με αυτά χόρτασαν πέντε χιλιάδες άνδρες, χωρίς να υπολογίζονται οι γυναίκες και τα παιδιά.
Στο Μυστικό Δείπνο χρησιμοποιεί τον άρτο για να παραδώσει το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Στους Εμμαούς, μετά την Ανάστασή Του, τα μάτια των μαθητών ανοίγουν και Τον αναγνωρίζουν κατά την ευλογία και την κλάση του άρτου.
Ο Χριστός συμβολικά μίλησε για τον παραλληλισμό του άρτου με τον ίδιο τον εαυτό Του, που είναι ο «άρτος της ζωής», ο «άρτος ο ζων», ο «άρτος ο εκ του ουρανού καταβάς» (Ιωάν. στ, 35/51/41).
Ο άρτος συμβολίζει ακόμη την Εκκλησία, καθώς τα μέλη της -οι πιστοί- ήταν πριν διεσπαρμένα όπως το σιτάρι στους αγρούς, αλλά δια του Χριστού συνήχθησαν (συγκεντρώθηκαν) σε ένα σώμα.
Αλλά και εσχατολογικώς, ο άρτος θεωρήθηκε εικόνα της Βασιλείας του Θεού, καθώς οι συμμετέχοντες σ’ αυτήν θα βρίσκονται σε πλήρη κοινωνία με τον Θεό δια της βρώσεως του ουρανίου άρτου, που βρίσκεται στην τράπεζα του Κυρίου: «Μακάριος όστις φάγεται άρτον εν τη Βασιλεία του Θεού» (Λουκ. ιδ,15).
Η τελετή της αρτοκλασίας ή της «ευλογήσεως των άρτων» είναι παλαιότατη λειτουργική πράξη και έχει τις ρίζες της σε αυτούς τους αποστολικούς χρόνους. Θεωρείται κατάλοιπο από τις «αγάπες», τα κοινά γεύματα των πρώτων χριστιανών, που διασώζει και το αρχαίο όνομα της Θείας Ευχαριστίας (κλάσις του άρτου), καθώς και τον τρόπο τεμαχισμού και διανομής της.
Ο άγιος Συμεών Θεσαλονίκης γράφει πως η αρτοκλασία είναι «άνωθεν παραδεδομένη εκ του Σωτήρος αυτού».
Στην τελετή, τους άρτους προσφέρουν οι πιστοί, συνήθως οι εορτάζοντες, αλλά η διανομή των ευλογηθέντων άρτων γίνεται σε όλους τους εκκλησιαζομένους, γεγονός που φανερώνει ακόμη περισσότερο τη σχέση της αρτοκλασίας προς τις παλαιές «αγάπες» των πρώτων χριστιανών.

http://armenisths.blogspot.gr

Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Γιατί σταυρώθηκε ο Χριστός

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Απριλίου 2017

Σχετική εικόνα

Μητροπολίτης Μελέτιος Νικοπόλεως

α. Το σκάνδαλο του Σταυρού
1. Ο άγιος απόστολος Παύλος λέγει:
« Ο θάνατος του Χριστού στον Σταυρό είναι:
• για τους Ιουδαίους σκάνδαλο, αφού ο Νόμος ορίζει: επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου (Γαλ. 3,13, Δευτ. 21,23).
• για τους λογοκράτες έλληνες μωρία. Οι λογοκράτες λένε: Πώς είναι δυνατό εκείνος που δεν μπόρεσε να περιφρούρηση τον Εαυτό Του και να Τον προφυλάξη από τέτοιο θάνατο, να είναι σωτήρας άλλων;
• για μας, τους σωζομένους, είναι Θεού δύναμις και Θεού σοφία» (Α’ Κορ. 1,24)…

Μα πώς και γιατί ο θάνατος του Χριστού στον Σταυρό είναι η έκφραση της δύναμης και της σοφίας του Θεού για την σωτηρίας μας;
2. Ο Κύριος μας μίλησε για τον Εαυτό Του πολύ κατηγορηματικά. Μας είπε:
• Εγώ είμαι το φως του κόσμου. Όποιος ακολουθεί ΕΜΕΝΑ δεν διατρέχει τον κίνδυνο να νομίζη πως έχει φως και να περπατάη στο σκοτάδι (Ιω. 8,12), όπως συμβαίνει με εκείνους που ακολουθούν άλλα θρησκεύματα και φιλοσοφίες.
• Πριν από εμένα ήλθαν πολλοί. Και έφτιαξαν θρησκείες. Μα ήσαν κλέφτες και ληστές (Ιω. 10,8)
• Μετά από εμένα θα έλθουν πολλοί ψευδόχριστοι, ψευδοπροφήτες και αντίχριστοι. Θα είναι όλοι, η καταστροφή εκείνων που θα τους ακολουθήσουν (Ματθ. 24,11∙ Μάρκ. 13,22-23).
• Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή (Ιω. 14,6).
3. Και να η απορία – ερώτημα πολλών.
– Γιατί μόνον ο Ιησούς; δεν υπάρχει και άλλος δρόμος; Γιατί όχι και ο Βούδας; Γιατί όχι και ο Μωάμεθ; Γιατί όχι και κάποιος άλλος μύστης της Νέας εποχής;
Πριν από λίγα χρόνια έγινε στο Μπανγκόγκ της Ταϊλάνδης ένα Διαθρησκειακό Συνέδριο, στο οποίο έλαβαν μέρος μεγάλες προσωπικότητες από όλες τις θρησκείες του κόσμου.
Εφημερίδες, περιοδικά, ράδιο, τηλεόραση δεν σταματούσαν να πληροφορούν το «κοινό» για την πορεία των συζητήσεων, που είχαν όλες το ίδιο μοτίβο:
Ο Θεός είναι ένας. Οι διάφορες θρησκείες είναι διαφορετικοί δρόμοι∙ που όλοι οδηγούν στο ίδιο τέρμα: στην επίγνωση του ενός Θεού∙ και εκπληρώνουν τον ίδιο σκοπό: είναι διαφορετικοί τρόποι λατρείας του ίδιου Θεού.
Στο Συνέδριο αυτό δεν έγινε λόγος για τον Ιησού Χριστό. Κανείς δεν θυμήθηκε τα λόγια Του.
Με άλλα λόγια κανείς δεν θυμήθηκε ότι∙
• ο δρόμος, που οδηγεί στην αλήθεια και στη ζωή είναι ένας: ο Χριστός∙
• η θύρα, από την οποία πρέπει να περάση ο άνθρωπος για να εισέλθη στην αιώνια ζωή είναι μία: ο Χριστός∙
• ο Χριστός είναι η άμπελος∙ εμείς είμαστε τα κλήματα. Κάθε κλήμα, που αποκόπτεται από την άμπελο, ξηραίνεται∙ παύει να έχη ζωή∙
• κάθε πορεία έξω και μακριά από τον Χριστό είναι απλά ένα παραστράτημα!
• όποιος πιστεύει, ότι και οι άλλες θρησκείες είναι δρόμοι που οδηγούν στον Θεό και στην αιώνια ζωή, έχει αρνηθή τον Χριστό∙ έχει παύσει να είναι χριστιανός!
4. Όμως πολλοί διερωτώνται:
– Μα γιατί τάχα δεν μπορεί να υπάρχη και άλλος δρόμος προς τον Θεό και την αιώνια ζωή εκτός από τον Ιησού;
– Είναι ποτέ δυνατό ο Θεός να υποχρεώνη τον άνθρωπο να πιστεύη τον Χριστό σαν Σωτήρα του και Θεό, για να μπορέση να αποκτήση την αιώνια ζωή;
– Δεν αρκεί, να ζη ο άνθρωπος με ευλάβεια προς το θείο και με καλωσύνη προς τους ανθρώπους; Αν ο Θεός είναι αγάπη, όπως και είναι, δεν θα απλώση την αγκαλιά Του να δεχθή και εκείνους που δεν γνώρισαν τον Χριστό;
– Είναι ποτέ δυνατό ο Θεός της αγάπης να αφήση να πάνε στην κόλαση τόσοι άνθρωποι, που δεν γνώρισαν τον Χριστό;
5. Τί θα τους απαντήσωμε;
• Είναι δυνατό να πάνε κοντά στο Θεό άνθρωποι, που ποτέ δεν έκαμαν αυτά που φέρνουν τον άνθρωπο ψυχικά κοντά στον Θεό;
• Είναι δυνατό να πάνε κοντά στον Θεό άνθρωποι, που δεν έκαμαν πρόβλημα της ζωής τους να γνωρίσουν τον Θεό; και να μάθουν, τί είναι ο Θεός; Ποιός είναι ο Θεός; και ποιά είναι η οδός προς αυτόν;
• Είναι ποτέ δυνατό να πάνε κοντά στον Θεό άνθρωποι, που ποτέ δεν εφρόντισαν να καταλάβουν, ότι η δική τους λογική δεν είναι ίσης αξίας με την λογική του Θεού;
• Είναι ποτέ δυνατό να πάνε κοντά στον Θεό άνθρωποι, που ποτέ τους δεν ηθέλησαν να καταλάβουν, ότι έχουν χρέος να συμμορφώνουν την λογική τους με την λογική του Θεού;
6. Η λανθασμένη αντίληψη για τον Θεό (σχετικά με το τί είναι και ποιός είναι ο Θεός), συνήθως έχει σαν αιτία την ελλιπή γνώση των θεολογικών προβλημάτων. Και συνεπώς αποτελεί επιπολαιότητα. Και οδηγεί σε προχειρολογίες.
Εγώ ειμί η άμπελος∙
υμείς τα κλήματα.
Το κλήμα ου δύναται
καρπόν φέρειν αφ’ εαυτού
εάν μη μείνη εν τη αμπέλω∙
ούτως ουδέ υμείς,
εάν μη εν εμοί μείνητε.
Εγώ ειμί η άμπελος,
Υμείς τα κλήματα.
Ο μένων εν εμοί καγώ εν αυτώ
ούτος φέρει καρπόν πολύν∙
ότι χωρίς εμού, ου δύνασθε ποιείν ουδέν.
Εάν μη τις εν εμοί μείνη,
εβλήθη έξω ως το κλήμα
και εξηράνθη.
Και συνάγουσιν αυτά και εις πυρ βάλλουσι
και καίεται.
(Ιωάν. 15,4-6)
β. Δεν αρκεί η αγάπη
1. Πολλοί έχουν καταλάβει, ότι ο Θεός είναι αγάπη.
Μα δεν πρέπει να σταματάμε σ’ αυτό. Γιατί ο Θεός δεν είναι μόνο αγάπη. Είναι και άγιος∙ και δίκαιος∙ και αληθινός.
Δεν αρκεί να ξέρωμε, τι θα μας κάμη, όταν δεν έχωμε αγάπη. Πρέπει να ξέρωμε, και τι έκαμε και τι κάνει, για να μας μάθη να έχωμε αγάπη, και να μας δείξη ότι μας έχει αγάπη.
2. Ο Θεός είναι «ανέκφραστος, απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος». Αυτό ομολογούμε στην ιερώτερη προσευχή μας: στην θεία Λειτουργία. Είναι αδύνατο να καταλάβωμε και να κατανοήσωμε, τι είναι ο Θεός.
Γι’ αυτό και εκείνοι, που δεν ψάχνουν (να Τον εύρουν ) με ταπείνωση και ειλικρινά, εύκολα καταντούν στο συμπέρασμα, πως ο Θεός δεν υπάρχει.
Μα κάνουν ένα φρικτό λάθος. Θέλουν να γνωρίσουν τον Θεό, όπως γνωρίζουν τους ανθρώπους και τα διάφορα πράγματα του υλικού κόσμου: με τις αισθήσεις τους και με τα μέσα των θετικών επιστημών (βλ. κεφ. Α’ σελ. 24-25). Αυτό όμως είναι αδύνατο. Ο Θεός είναι αόρατος, ακατάληπτος∙ και απερινόητος. Ποτέ δεν θα ιδούμε και δεν θα καταλάβωμε με την ουσία Του.
3. Μα το ότι δεν Τον βλέπομε και δεν Τον καταλαβαίνομε, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει. Γιατί ο Θεός ζη, δρα, κινείται ανάμεσά μας. Και τις ενέργειές Του τις αισθανόμαστε. Και τις καταλαβαίνομε.
Ο Θεός σαν «Ο Ων» είναι απρόσιτος. Ο άνθρωπος την ουσία του Θεού δεν μπορεί∙ ούτε να την προσεγγίση∙ ούτε να την κατανοήση∙ με κανένα τρόπο.
Τον Θεό τον καταλαβαίνομε μόνο από τις ενέργειες Του. Όπως ακριβώς και τον ηλεκτρισμό και τον μαγνητισμό. Οι ενέργειες του Θεού αποτελούν μια ηθελημένη συγκατάβαση του Θεού, που την κάνει ο Θεός για χάρη μας, από στοργή και αγάπη για μας.
Ο Μέγας Βασίλειος λέγει επιγραμματικά:
Ο Θεός είναι ψηλά. Πολύ ψηλά. Η Ουσία Αυτού μας είναι απρόσιτη. Όμως οι ενέργειές Του κατεβαίνουν σε μας. Και μας Τον φέρνουν κοντά μας. Έτσι, από τις ενέργειές Του, καταλαβαίνομε:
• ότι υπάρχει∙
• ότι είναι αγαθός∙
• ότι είναι πατέρας μας∙
• ότι μας παρακολουθεί με το έλεός Του και με την στοργή Του.
4. Τον Θεό Τον γνωρίζομε από τις ενέργειές Του. Όχι από την Ουσία Του. Η ενέργεια του Θεού δεν είναι ένα τμήμα του Θεού. Ο Θεός δεν διαιρείται σε αγάπη, δικαιοσύνη, αλήθεια, δόξα, έλεος, φιλανθρωπία κλπ. Ενέργεια του Θεού είναι απλώς «κάτι», που το κάνει ο Θεός. Είναι φυσικό να σκεφθούμε, ότι αυτά που κάνει και πέφτουν στην δική μας αντίληψη δεν είναι όλα εκείνα που μπορεί να κάμη, όταν το θελήση. Ο Θεός έχει την σοφία, την δύναμη και την δυνατότητα να σκεφθή πιο πολλά και να ενεργήση εντελώς διαφορετικά, από ό,τι εμείς φανταζόμαστε.
γ. Η αγάπη του Θεού
1. Η πιο αισθητή σε μας φυσική ενέργεια του Θεού είναι η αγάπη Του για μας.
Τί σημαίνει, «ο Θεός μας αγαπάει»;
Ας το ιδούμε, όσο πιο σύντομα μπορούμε.
Ο Θεός εδημιούργησε τον άνθρωπο.
Γιατί τον εδημιούργησε;
Για να γίνη ένα ον ταλαίπωρο και δυστυχισμένο;
Όχι. Αλλά για να γίνη ευτυχισμένος.
Ποιά είναι η μεγαλύτερη ευτυχία;
Οπωσδήποτε όχι η εξωτερική.
Όχι η χαρά που δίνει ο πλούτος και η ηδονή.
2. Θυμηθήτε τον Αριστοτέλη Ωνάση.
Επέτυχε στη ζωή. Έγινε ένας από τους πιο πλούσιους ανθρώπους στον κόσμο. Αληθινός Κροίσος. Γράφτηκαν για αυτόν βιβλία, που μιλάνε για αυτόν, σαν να ήταν μυθικός ήρωας. Είχε χρήματα να κάνη ό,τι ήθελε. Και να διασκεδάση όσο ήθελε. Και λοιπόν; Εξωτερικά φαινόταν απόλυτα ευτυχισμένος. Ήταν όμως πράγματι ευτυχισμένος; Κάποια στιγμή πέθανε ο υιός του Αλέξανδρος. Και τότε εζήτησαν από τον πατέρα Αριστοτέλη Ωνάση μια συνέντευξη στην τηλεόραση. Εκείνος εδέχθη. Και την έδωσε. Στο τέλος τον ερώτησαν:
– Πώς αισθάνεστε, κ. Ωνάση, μετά τον θάνατο του παιδιού σας;
Απάντησε:
Αισθάνομαι, πως είμαι ο πιο φτωχός άνθρωπος στον κόσμο.
Τί μας είπε;
Μας είπε: Η ευτυχία δεν είναι στα έξω. Είναι μωρία να θέλη ο άνθρωπος να γίνη ευτυχισμένος με τα έξω. Η ευτυχία είναι «μέσα».
3. Ποιά είναι η βαθύτερη μορφή ευτυχίας;
Η εσωτερική. Η ειρήνη της καρδιάς και της ψυχής.
Αν ευτυχία ήταν η ηδονή το πιο ευτυχισμένο ον θα ήταν ο πετεινός. Και πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι οι πόρνες (Μάρκος Αυρήλιος Στ, 34).
Ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο με συνείδηση. Και με ηθική κρίση. Για να μπορή να αποκτήση μια ευτυχία όχι εξωτερική, ψεύτικη και παροδική, αλλά εσωτερική, αληθινή, μόνιμη, αναφαίρετη.
Ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο με τις τελειότερες και υψηλότερες προδιαγραφές: τον εδημιούργησε «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού». Δηλ. τον έφτιαξε να έχη μερικά από τα δικά Του χαρακτηριστικά.
• ελεύθερο, να κρίνη και να αποφασίζη μόνος του, τι θα κάμη∙
• να αγαπάη την αλήθεια και το καλό∙
• να έχη ευσπλαχνία και συμπόνια∙
• και να μπορή – όταν το θελήση – να γίνη όμοιος με τον Θεό, κατά χάριν Θεός (δηλ. γεμάτος καλωσύνη, αγάπη, ευσπλαγχνία, αλήθεια, κ.ο.κ.).
Όλοι ξέρομε ότι, όταν ο άνθρωπος αποκτήση μερικές από αυτές τις αρετές, γίνεται εσωτερικά, βαθιά, μόνιμα ευτυχισμένος.
δ. Η αμαρτία και η διόρθωσή της.
1. Έτσι έπρεπε να είμαστε όλοι μας. Έτσι ήταν το πρόγραμμα του Θεού για μας. Να είμαστε όλοι γεμάτοι αρετές και απόλυτα ευτυχισμένοι.
Όμως ο άνθρωπος έκαμε κακή χρήση της ελευθερίας του. Έκαμε την σκέψη, πως μπορεί να γίνη πιο ευτυχισμένος, αν ζήση χωρίς τον Θεό, αδιαφορώντας για αυτά που του είχε δείξει ο Θεός. Έτσι τους είχε υποδείξει ο Όφις:
– Αφήστε στην άκρη τον Θεό. Πάρτε εσείς την θέση του. Καθορίζετε μόνοι σας, τι είναι για σας καλό και τι κακό. Και τότε «έσεσθε ως Θεοί, γινώσκοντες καλόν και πονηρόν» (Γεν. 3,5).
2. Πού οδηγεί το φρόνημα αυτό;
• Σε σχέση με τον Θεό:
Μας κάνει κατάκριτους και εχθρούς του Θεού. Όταν ένα άθλιο κουνούπι μας ενοχλήσει, χωρίς να αισθανόμαστε ίχνος λύπης, χωρίς ίχνος δισταγμού, το ψεκάζομε με εντομοκτόνο∙ και ησυχάζομε. Επειδή είχε την αναίδεια να έλθη αντίθετο στο θέλημά μας. Τί θα έπρεπε να κάνη ο Θεός σε μας, όταν ερχόμαστε αντίθετοι στο θέλημα Του; Μη ξεχνάμε ότι η διαφορά ανάμεσα στον Θεό και σε μας είναι πολύ πιο μεγάλη, από ό,τι ανάμεσα σε μας και στο κουνούπι. Εμείς είμαστε με το κουνούπι αδέλφια: φτιαγμένοι από την ίδια ύλη∙ εξ ίσου και οι δύο ύλη∙ εξ ίσου κτίσματα! Μα ο Θεός δεν είναι ύλη∙ και είναι ο Δημιουργός της ύλης∙ είναι ο Κτίστης∙ εξ ίσου και για μας∙ και για τα κουνούπια.
Τί σημασία έχει η αμαρτία; Τεράστια. Απέραντη. Ανυπολόγιστη. Γιατί είναι η καταφρόνηση του άπειρου Θεού από ένα άθλιο πλάσμα Του.
• Σε σχέση με τον εαυτό μας.
Μας οδηγεί στην διάλυση της ηδονομανίας (πορνεία, μοιχεία, ομοφυλοφιλία, ναρκωτικά, κ.ά.). Στις αλλεπάλληλες αυτοκτονίες των παραχορτασμένων. Στην πλήρη απογοήτευση, με την οποία γεμίζει τις ψυχές, όταν συναισθανθούν πως επήραν λάθος δρόμο!
• Σε σχέση με τους άλλους.
Σε μια ανειρήνευτη πάλη!
3. Και ο Θεός;
Ου κατά τας ανομίας ημών εποίησεν ημίν∙ ουδέ κατά τας αμαρτίας ημών ανταπέδωκεν ημίν (Ψαλμ. 102,10).
Δεν μας φέρθηκε, όπως φερόμαστε εμείς στα κουνούπια. Παρ’ ότι είναι Θεός. Παρ’ ότι είναι απερίγραπτος, άναρχος και ανέκφραστος. Αλλά ήλθε επί της γης, μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος. Και το έκαμε, γιατί δεν το άντεχε «δια σπλάχνα ελέους» Του, «θεάσθαι (= να βλέπη) υπό του διαβόλου τυραννούμενον το γένος των ανθρώπων. Αλλά ήλθε και μας έσωσε».
Γιατί ήλθε;
• Επειδή δεν το υπέφερε να μας βλέπη σε τόση δυστυχία! Να τυραννούμεθα από τον διάβολο!
• Επειδή ηθέλησε να μας σώση!
• Επειδή έτσι τον ωδήγησε η αγάπη Του για μας.
Ήλθε για να μας ξαναφέρη στο σωστό φρόνημα∙ στον σωστό τρόπο ζωής.
«Ούτως ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν Αυτού τον Μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιω. 3,16).
Ήλθε να μας σώση.
Πώς να μας σώση;
• Και σωματικά.
• Και ψυχικά.
• Και με συμβουλές.
• Και με την υπόδειξη του κακού που μας απειλεί.
• Και με απειλές.
• Και με παιδαγωγικές τιμωρίες.
• Και με φάρμακα.
Φάρμακα είναι:
• Το βάπτισμα
• Η εξομολόγηση.
• Η θεία Κοινωνία: το Σώμα Του και το Αίμα Του.
Συμβουλές, απειλές, υποδείξεις είναι
• Η διδασκαλία Του
4. Η ταλαιπωρία και η δυστυχία μας είναι το λανθασμένο φρόνημα. Που μας λέει ότι μπορούμε να βρούμε ευτυχία και όταν ζούμε χωρίς Θεό.
• Αυτό είναι το χειρότερο λάθος μας.
• Αυτό είναι η πηγή της δυστυχίας μας.
• Αυτό μας σπρώχνει σε όλες τις αμαρτίες.
Ο Πολυεύσπλαγχνος Θεός κάνει τα πάντα να μας βοηθήση, να μην αφήσωμε αυτό το φοβερό κακό να μείνη μέσα μας αθάνατο (= για πάντα).
5. Πώς όμως διορθώνεται το φρόνημα;
Με την μετάνοια.
Η λέξη μετανοώ σημαίνει: Αλλάζω τρόπο σκέπτεσθαι. Καταλαβαίνω, ότι η μέχρι τώρα νοοτροπία μου ή κοσμοθεωρία μου ήταν λάθος∙ με έβλαπτε∙ με κατέστρεφε!
Όλοι καταλαβαίνομε, ότι το λάθος στον τρόπο γενικής αντιμετωπίσεως της ζωής είναι το χειρότερο από όλα.
Από εκεί πρέπει να αρχίζη η διόρθωση.
Ο Θεός, λοιπόν, μας βοηθεί να διορθώνομε τον τρόπο του σκέπτεσθαι
• με τις διδασκαλίες Του
• με το παράδειγμά Του (κατέβηκε για χάρη μας στην γη και σταυρώθηκε για μας).
• με το να ορίση να είναι για όλους μας άγνωστη η ώρα του θανάτου μας.
• με την απειλή της αιώνιας κόλασης.
Όλα αυτά μας βοηθούν να μην αφήνομε το λάθος-φρόνημα να μένη μέσα μας αθάνατο.
Και αμέσως μόλις διορθωθή το φρόνημά μας, ο πολυεύσπλαγχνος Θεός μας δέχεται!
• Εδέχθη τον ληστή (ένα κακούργο, ένα φονιά)!
• Εδέχθη την πόρνη (ένα μέχρις αηδίας φιλήδονο ον)!
• Εδέχθη τον διώκτη Του (ένα φανατικά κακόψυχο άνθρωπο).6. Και τα τραύματα της αμαρτίας σε σώμα και ψυχή; Τα θεραπεύει με τα φάρμακά Του.
ε. Έπαθε για μας. Αντί για μας.
1. Ο Θεός είναι η Αγία Τριάς: ο Πατήρ, ο Υιός, και το Άγιο Πνεύμα. Τρία πρόσωπα∙ ομοούσια∙ ομόθρονα∙ ομότιμα∙ εξ ίσου παντοδύναμα∙ με μια και τα τρία θέληση, που πάντοτε ταυτίζεται. Δεν υπάρχουν διαφορές και αντιγνωμίες στην Αγία Τριάδα.
Μα κάποτε ο Υιός «σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιω. 1,14), δηλ. έγινε άνθρωπος, χωρίς βέβαια να παύση να είναι Θεός. Όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, ο Υιός «εν μορφή Θεού υπάρχων» δεν φοβήθηκε, μη χάση και πάψη να είναι ίσος με τον Θεό. Και για αυτό εκένωσεν εαυτόν και επήρε δούλου μορφήν και έγινε όμοιος με τον κάθε άλλο άνθρωπο» (Φιλ. 2,6-7).
Μα γιατί έγινε άνθρωπος;
«Εταπείνωσεν εαυτόν – απαντά ο απ. Παύλος – γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλ. 2,8). Δηλαδή έγινε άνθρωπος από υπακοή στο πανάγαθο θέλημα του Πατρός Του.
2. Γιατί έγινε άνθρωπος;
Δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν. Και πιο συγκεκριμένα: για μένα.
Γιατί;
Για να μας ελευθερώση από τα δεσμά της αμαρτίας.
Πώς;
Με το να τιμωρηθή Αυτός για μας, αντί για μας. Με το να γίνη θυσία και προσφορά στον Θεό για μας. Γι’ αυτό έγινε άνθρωπος. Για να έχη την δυνατότητα να τιμωρηθή για μας, για να άρη τις δικές μας αμαρτίες.
Γράφει ο απ. Παύλος:
Εξ αιτίας των αμαρτιών μας είμαστε όλοι ένοχοι και άξιοι τιμωρίας σε αιώνιο θάνατο. Μα τελικά απαλλαγήκαμε από την τιμωρία που μας έπρεπε. Μας απάλλαξε από την τιμωρία αυτή ο ίδιος ο Θεός, δια της απολυτρώσεως που μας έδωκε δια Ιησού Χριστού. Αυτόν, τον Χριστό, ο Θεός τον έβαλε στην θέση μας. Τιμωρήθηκε για μας. Αντί για μας. Έγινε ιλαστήρια θυσία. Για μας. Και έτσι τώρα, όποιος πιστεύει, ότι το αίμα Του χύθηκε για να μας καθαρίση από τις αμαρτίες μας, σώζεται (Ρωμ. 3,24-25).
Γιατί έγινε αυτό;
Γιατί ο Θεός αγάπησε τόσο πολύ τον κόσμο, δηλ. τους ανθρώπους, ώστε έδωκε τον Υιόν Του να γίνη θυσία για μας∙ να τιμωρηθή Αυτός για μας. Έτσι τώρα, όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν όχι μόνο δεν κινδυνεύει να απωλεσθή, αλλά και έχει σίγουρη την αιώνια ζωή κοντά Του (Ιω. 3,16).
3. Μερικοί, στους οποίους τα έργα του Θεού γίνονται όχι μόνο ακατανόητα (σ’ αυτό συμφωνούμε όλοι) αλλά και … ανόητα (σ’ αυτό ΔΕΝ συμφωνούμε όλοι!), λένε:
Καλά, ο Θεός σαν πολυεύσπλαγχνος δεν μπορούσε να συγχωρέση τον κόσμο, χωρίς τιμωρίες και θυσίες;
Η απάντηση είναι:
Η αμαρτία δεν είναι απλώς μια απρέπεια. Είναι και μια ζημιά, και μια καταστροφή. Η συγχώρηση ΔΕΝ αρκεί. Χρειάζεται και να αποκατασταθή η ζημιά. Και να διορθωθή, ό,τι κατεστράφη.
ΤΙ ΕΚΑΜΕ Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ  ΓΙΑ ΜΑΣ
Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους
και δια την ημετέραν σωτηρίαν
• Κατελθόντα εκ των ουρανών∙
• και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου
και Μαρίας της Παρθένου∙
• και ενανθρωπήσαντα∙
• σταυρωθέντα τε υπέρ ημών
επί Ποντίου Πιλάτου∙
• και παθόντα∙
• και ταφέντα∙
• και αναστάντα τη τρίτη ημέρα
κατά τας Γραφάς∙
• και ανελθόντα εις τους ουρανούς∙
• και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός∙
• Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης
κρίναι ζώντας και νεκρούς∙
• «Ου της Βασιλείας
ουκ έσται τέλος.
(Από το Σύμβολο της Πίστεως)
Αυτώ η δόξα και ευχαριστία
Εις τους αιώνας των αιώνων∙ αμήν

στ. Το Αίμα της Διαθήκης.
Ας ιδούμε τώρα, τι μας έλεγε ο απόστολος Παύλος για τον θάνατο του Χριστού στην προς Εβραίου επιστολή του, στην οποία μας μιλάει γι’ αυτόν διεξοδικά.
1. Ο αγιάζων (= ο Χριστός) και οι αγιαζόμενοι (= εμείς οι άνθρωποι), όλοι μας πηγή της υπάρξεώς μας έχομε τον ίδιο επουράνιο Πατέρα∙ γι’ αυτό ο Χριστός δεν το εθεώρησε ποτέ υποτιμητικό για τον Εαυτό Του να μας ονομάζη αδελφούς Του. Και γι’ αυτό από την παλιά εποχή έλεγε η αγία Γραφή:
• λόγια δικά Του: Απαγγελώ το Όνομά Σου τοις αδελφοίς Μου∙ εν μέσω Εκκλησίας υμνήσω Σε (Ψαλμ. 21,23).
• λόγια δικά μας: Εγώ πεποιθώς έσομαι επ’ αυτώ (τω Χριστώ) και σωθήσομαι δι’ Αυτού (Ησ. 12,2).
• Και πάλι λόγια δικά Του: Ιδού εγώ και τα παιδία, α μοι έδωκεν ο Θεός (Ησ. 8,18).
Μα να, αυτά τα «παιδία» είχαν σάρκα και οστά. Ήλθε λοιπόν και αυτός (ο αγιάζων) και επήρε την ίδια σάρκα και τα ίδια οστά, για να μπορέση έτσι να πεθάνη∙ και έτσι με τον θάνατο Του να εξουδετερώση εκείνον που είχε στα χέρια του όπλο εναντίον μας την δύναμη του θανάτου, την αμαρτία, την αιτία που προκάλεσε και προκαλεί τον θάνατο. Και εξουδετερώνοντάς τον να μας κάμη να καταλάβωμε, ότι δεν είναι πια κυρίαρχος∙ και όποτε θέλομε, μπορούμε να απαλλαγούμε και από αυτόν και από το όπλο του, με το οποίο μας καταδυναστεύει (= την αμαρτία)∙ και συνεπώς να μας απαλλάξη από την απελπιστικά δυσάρεστη κατάσταση να τον τρέμωμε σαν δούλοι του και να μη μπορούμε να χαρούμε την ομορφιά της ζωής (Εβρ. 2,11-15).
2. Έγινε άνθρωπος για ένα σκοπό: να πεθάνη για μας (όπως χάριτι Θεού παντός γευσήται θανάτου).
Ο Θεός δεν είχε καμμιά υποχρεώση να κάμη ο Ίδιος θυσία για χάρι μας! Μα η αγάπη Του για μας Τον ωδήγησε να στείλη τον Υιό Του στον κόσμο να γίνη άνθρωπος και να γευθή τον θάνατο για μας∙ να γίνη θυσία για μας. Γιατί δεν μας βλέπει, όπως βλέπομε εμείς τα κουνούπια και τις κατσαρίδες. Δεν θέλει τον θάνατο του αμαρτωλού. Θέλει την μετάνοιά του∙ την επιστροφή του.
Κάθε μετάνοια και επιστροφή στον Θεό αποτελεί μια νέα διαθήκη, μια ειδική συμφωνία με τον Θεό, ότι στο εξής θα είμαστε νεκροί για την αμαρτία και θα ζούμε γι’ Αυτόν. Και γι’ αυτό την μετάνοια, την απόφαση να είμαστε νεκροί για την αμαρτία, την εικονίζαμε με τον θάνατο ενός ζώου, που συμβολικά το εθυσιάζαμε στη θέση μας∙ αντί για μας. Πέθανε, συμβολίζοντας ότι εμείς έχουμε χρέος να πεθάνωμε για την αμαρτία. Διαθήκη, δηλ. συμφωνητικό μετανοίας, χωρίς θάνατο, εκείνου που κάνει την διαθήκη, δεν γίνεται (Εβρ. 9,15-16).
Μα τον θάνατο των ζώων οι άνθρωποι δεν τον έπαιρναν στα σοβαρά, γιατί ήταν εύκολο πράγμα η σφαγή ενός ζώου. Και βέβαια μπορεί να συμβολίζη, τον θάνατο του ανθρώπου. Μα δεν ισοδυναμεί με τον θάνατο ανθρώπου. Και γι’ αυτό οι θυσίες αυτές δεν είχαν αντικειμενική αξία! Δεν ίσχυαν να καθαρίζουν τον άνθρωπο και να τον επανασυνδέουν με τον Θεό! Το αίμα των ταύρων και τράγων δεν έχει δύναμη να αφαιρή αμαρτίας (Εβρ. 10,4).
3. Γι’ αυτό ο Θεός θέλοντας να σώση τον άνθρωπο χάριτι, (= από την πολλή Του αγάπη και πατρική ευσπλαγχνία) ώφειλε να φροντίση να υπάρχη.
• ένας τέλειος συμβολαιογράφος (αρχιερέας), που θα φτιάξη το συμφωνητικό της σωτηρίας (δηλαδή μετάνοιας, θανάτου για την αμαρτία εκ μέρους μας – συγχώρησης εκ μέρους του Θεού) και
• ένα τέλειο ον που θα θυσιασθή για μας, για τον καθένα μας, και όλους μαζύ και ο θάνατος του θα έχη μεγαλύτερη αξία από ό,τι η ζωή όλων μας.
Έτσι ο θεαρχικώτατος Πατήρ αιώνιο αρχιερέα προαιωνίως κατέστησε τον Υιό Του με τα λόγια: Συ ει ο ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.
Και μετά, ότε ήλθε το πλήρωμα των καιρών, κατηρτίσατο Αυτώ σώμα (Εβρ. 10,5) μέσα στην άχραντη κοιλία της υπευρευλογημένης Μαρίας. Έτσι το σώμα του Ιησού, σαν σώμα του απείρου Θεού-Λόγου είχε
• τόσο μεγαλύτερη αξία από ό,τι η ζωή όλων των ανθρώπων, όσο μεγαλύτερη τιμή και αξία έχει ο άκτιστος κτίστης, από τα κτίσματά Του και
• τόσο πολύ περισσότερη χάρη και αγιαστική δύναμη από ό,τι απαιτεί η άφεση όλων των αμαρτιών όλου του κόσμου, ώστε και μια μόνο σταγόνα από το άγιο αίμα Του αρκεί να μας αγιάση και να μας σώση.
4. Έτσι ο Χριστός σαν αρχιερέας και σφάγιο μαζί, σαν θύτης και θύμα μαζί, έκαμε επάνω στον Σταυρό στον Γολγοθά «την εν Σιών μυστικήν ιερουργίαν»: απέθανε, για να γίνη ένα μόνιμο συμφωνητικό μετανοίας και επιστροφής των ανθρώπων στον Θεό, που όταν το δέχονται έχουν πια ζωντανή υποχρέωση να ζουν νεκροί για την αμαρτία και ζωντανοί μόνο για τον Θεό. Γιατί Εκείνος που εθυσιάσθη, έχει άπειρη αξία. Και η Καινή Διαθήκη Του είναι μια για πάντα∙ μια Διαθήκη που δεν μπορεί να καταργηθή, ούτε να αντικατασταθή με άλλη καλλίτερη. Και όποιος καταφρονεί αυτή την διαθήκη κάνει ένα μεγάλο λάθος (= αμάρτημα): θεωρεί το αίμα του Χριστού, με το οποίο υπογράφτηκε αυτή η συμφωνία, κοινό (= ίσης αξίας με το αίμα των τράγων και ταύρων!) και συνεπώς καταπατεί τον Υιό του Θεού (δηλ. δεν προσέχει ότι μέσα σ’ αυτό το Σώμα και σ’ αυτό το Αίμα ευρίσκεται ολόκληρος ο Υιός του Θεού).
Αν αμαρτία είναι η καταφρόνηση του Θεού, υπάρχει μεγαλύτερη αμαρτία από αυτή;
ζ. Γιατί στον Σταυρό;
1. Γιατί ο Αμνός του Θεού και Αρχιερεύς πρόσφερε την θυσία Του στον Σταυρό, και ΄όχι με κάποιο άλλο τρόπο;
2. Το θέλημα του Θεού είναι άγιο. Και ο νόμος του Θεού, που το εκφράζει, είναι και αυτός άγιος και η εντολή αγία (Ρωμ. 7,12). Ο Νόμος του Θεού έχει απέραντη ιερότητα.
• Είναι ποτέ δυνατό να τον καταπατάμε με το αζημίωτο;
• Είναι δυνατό να τον καταφρονούμε με το αζημίωτο;
• Είναι νοητό να μην κάνωμε ό,τι περισσότερο μπορούμε για την τήρησή του, και να είναι «όλα καλά»;
Για να περιφρουρήση την ιερότητα του Νόμου και να μας προφυλάξη από την αμαρτωλή νωχέλειά μας, ο Θεός μας το διασάφησε:
Επικατάρατος, εκείνος που δεν εμμένει σε όλες τις διατάξεις του Νόμου. Επικατάρατος εκείνος, που δεν εκτελεί όλες τις διατάξεις του Νόμου (Δευτ. 2.7,26).
Έτσι εκτός από ελάχιστους δικαίους, όλοι οι άνθρωποι έπεσαν στην κατάρα αυτή του Νόμου!
3. Μα ο Ιησούς ήλθε να σώση τον λαόν Αυτού από κάθε αμαρτία∙ από κάθε συνέπεια της αμαρτίας (Ματθ. 1,21). Ήταν ποτέ δυνατό να αφήση την χειρότερη, την κατάρα του Νόμου;
Ασφαλώς όχι!
Ο Υιός του Θεού υπέστη τα Άχραντα Πάθη, για να θεραπεύση τα δικά μας δυσώδη πάθη.
• Υβρίσθη, επειδή μας αρέσουν οι κολακείες.
• Ενεπτύσθη, επειδή ψοφάμε για τιμές.
• Εποτίσθη χολή, επειδή υποδουλωθήκαμε στην ηδονή του στόματος.
• Εφραγγελώθη, επειδή υποδουλωθήκαμε στην ηδονή του σώματος.
• Και υπετάγη στην πατρική βουλή να πάθη, επειδή εμείς υποκύπτομε στους λογισμούς μας.
• Και έγινε κατάρα (ο ευλογητός των Πατέρων Θεός και υπερένδοξος), για να μας εξαγοράση από την κατάρα του Νόμου.
4. Έλεγε προφητικά ο Νόμος.
Κεκατηραμένος υπό Θεού πας ο κρεμάμενος επί ξύλου (Δευτ. 21,23, Γαλ. 3,13). Δηλαδή. Ο κρεμάμενος επί ξύλου δεν βαστάζει μόνο την τιμωρία και την οργή των ανθρώπων, αλλά και την κατάρα του Θεού. Ο θάνατος στον σταυρό δεν ήταν μόνο σωματικά ο χειρότερος. Ήταν και πνευματικά.
η. Συμπέρασμα
Λέγει ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (117 μ.Χ.)
Ο ταύτα μη πιστεύων εναγής
ουχ ήττον των σταυρωσάντων τον Κύριον.
Ο γαρ άρχων του κόσμου τούτου χαίρει,
όταν τις αρνήται τον Σταυρόν.
Όλεθρον γαρ εαυτού γινώσκει
την ομολογίαν του Σταυρού.

http://www.orthodoxfathers.com/

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »