Συγγραφέας: kantonopou στις 31 Αυγούστου, 2010
Η Εκκλησία μας τιμά τα άγια και ιερά λείψανα, είτε από τα σώματα των αγίων, είτε από τα αντικείμενα, τα οποία ανήκαν σε αυτούς. Ένα τέτοιο λείψανο, το μοναδικό, που σώζεται και ανήκει στην Υπεραγία Θεοτόκο, είναι η Τιμία Ζώνη της. Αποτελεί πολύτιμο θησαυρό το ιερότερο κειμήλιο για την Ιερά Μεγίστη Μονή του Βατοπαιδίου. Στα λείψανα των αγίων εξακολουθεί να ενεργεί η Χάρις του Αγίου Πνεύματος. Όπως γράφει ο ιερός Χρυσόστομος, «ο Ιησούς Χριστός, τιμώντας τους αγώνες, το αίμα και το μαρτύριο των αγίων, κράτησε τη ψυχή τους στον ουρανό. Το σώμα όμως και τα ιερά τους λείψανα τα άφησε στη γη για τη σωτηρία μας».
Η Χάρις του Αγίου Πνεύματος ενεργεί τα θαύματα διά μέσου των ιερών αντικειμένων. Παραδείγματα υπάρχουν και στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη. Ο προφήτης Μωυσής με την ράβδο του πραγματοποιεί έργα μεγάλα και θαυμαστά (διάβαση Ερυθράς θαλάσσης, ανάβλυση νερού με το κτύπημα στην πέτρα). Ο προφήτης Ηλίας, λίγο πριν από το φρικτό θαύμα της σωματικής μεταστάσεώς του στον ουρανό, λίγο πριν τον επίλογο της αγίας ζωής του, πραγματοποίησε το τελευταίο του θαύμα. Κτυπώντας με την μηλωτή του (δέρμα προβάτου) τα νερά του Ιορδάνη ποταμού άνοιξε δρόμο και πέρασε στην απέναντι όχθη μαζί με τον μαθητή του Ελισσαίο. «Και έλαβεν Ηλιού την μηλωτήν αυτού και είλησε και επάταξε το ύδωρ, και διηρέθη το ύδωρ, ένθα και ένθα, και διέβησαν αμφότεροι εν ερήμω» (Β΄ Βασ. 2,8). Ο προφήτης Ελισσαίος παίρνει ως κληρονομιά, μαζί με το πνεύμα του διδασκάλου του, την μηλωτή και επαναλαμβάνει το ίδιο θαύμα της διαβάσεως του Ιορδάνη επικαλούμενος τον Θεό. Και σημειώνει το βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, ότι οι προφήται που είδαν το θαύμα της διαιρέσεως του ποταμού είπαν: «τό πνεύμα του προφήτη Ηλία αναπαύθηκε στον Ελισσαίο» (Β΄ Βασ. 2,15). Η μηλωτή, το ένδυμα που σκέπαζε το αγιασμένο σώμα του προφήτη Ηλία, αγιάσθηκε. Σκέπασε το σώμα του προφήτη και γι’ αυτό γέμισε θαυματουργική Χάρη. Έλαβε τιμή από την τιμή του προφήτη, ευλογία από την ευλογία του, αγιότητα από την αγιωσύνη του, Χάρη από την Χάρη του, παρόλο που ήταν ευτελής και παλαιά η μηλωτή του προφήτη. Αλλά «καί ο Ιορδάνης αυτήν υπεστέλλετο (τήν σεβάστηκε), και δίχα το ύδωρ ετέμνετο», διότι «εν τώ εμψύχω ενδύματι» παραβρισκόταν «καί απών ο Θεσβίτης».
Στην Καινή Διαθήκη βλέπουμε να συνεχίζεται το ίδιο φαινόμενο. Έτσι έχουμε την περίπτωση της θεραπείας της γυναίκας που υπέφερε από αιμορραγία για δώδεκα χρόνια (βλ. Μάρκ. 5,25-34). Έκανε όλες τις ανθρώπινες προσπάθειες, ξόδεψε όλη την περιουσία της για θεραπείες σε γιατρούς, χωρίς να δεί καμμία βελτίωση αντίθετα μάλιστα, είχε γίνει πολύ χειρότερα. Όταν άκουσε για τον Ιησού, ήρθε μέσα στον κόσμο, πίσω Του, και άγγιξε το ρούχο Του. Γιατί έλεγε μέσα της: «Εάν άψωμαι καν των ιματίων αυτού, σωθήσομαι». Κατάλαβε ότι θεραπεύθηκε αμέσως. Η δύναμη που εξήλθε από τον Ιησού διά μέσου του «ιματίου» του πραγματοποίησε την θεραπεία. Γι’ αυτό και ρώτησε: «Τις μου ήψατο των ιματίων»; Τα αγιασμένα «ιμάτια» μεταφέρουν την δύναμη που υπάρχει στον παντοδύναμο Κύριό μας.
Στις Πράξεις των Αποστόλων αναφέρεται ότι και η «σκιά» ακόμη του αποστόλου Πέτρου θαυματουργούσε. «Ακόμη και στις πλατείες έφερναν τους ασθενείς και τους ξάπλωναν σε κρεβάτια και σε φορεία, για να πέσει πάνω σε κάποιον από αυτούς έστω και η σκιά του Πέτρου όταν περνούσε. Και από τις πόλεις που ήταν γύρω στην Ιερουσαλήμ συνέρρεε το πλήθος, φέρνοντας αρρώστους και άλλους που τους βασάνιζαν πνεύματα πονηρά, και όλοι αυτοί γιατρεύονταν» (Πράξ. 5,15-16).
Το ίδιο επαναλαμβάνεται και με τον απόστολο Παύλο. Ο Θεός έκαμνε με τα χέρια του Παύλου θαύματα όχι συνηθισμένα. Οι άνθρωποι έπαιρναν ακόμη και τα μαντήλια της κεφαλής ή περιζώματα (ποδιές) που είχε χρησιμοποιήσει ο Παύλος και τα έβαζαν πάνω στους ασθενείς. Αυτοί τότε γιατρεύονταν από τις αρρώστιες τους, και τα πονηρά πνεύματα έφευγαν από αυτούς. «Δυνάμεις τε ου τάς τυχούσας εποίει ο Θεός διά των χειρών του Παύλου, ώστε και επί τους ασθενούντας επιφέρεσθαι από του χρωτός αυτού σουδάρια ή σιμικίνθια και απαλλάσσεσθαι απ’ αυτών τάς νόσους, τα τέ πνεύματα τα πονηρά εξέρχεσθαι απ’ αυτών» (Πράξ. 19,11- 12).
Οι άγιοι Απόστολοι ήσαν δοχεία της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Η Χάρις αυτή γεμίζει και τα υλικά αντικείμενα (σουδάρια ή σιμικίνθια) που χρησιμοποιούν και ενεργούνται με αυτά οι υπερφυσικές ενέργειες, τα θαύματα. Η Εκκλησία μας εορτάζει τον Ιανουάριο την προσκύνηση «των αλύσεων» του αποστόλου Πέτρου. Όταν φυλακίσθηκε στα Ιεροσόλυμα από τον Ηρώδη, δέθηκαν τα χέρια του με αλυσίδες. Αγγελος Κυρίου τον απελευθέρωσε από τα δεσμά της φυλακής. Οι χριστιανοί φύλαξαν τις αλυσίδες και τις προσκυνούσαν με πίστη και πόθο «εις ψυχικήν ευεξίαν». Οι αλυσίδες δέχθηκαν από τον απόστολο Πέτρο «χάριν αένναον» και έγιναν «νοσημάτων ιατρείον, θλιβομένων παραμυθία, λιμήν χειμαζομένων» και μετέδιδαν αγιασμό, σε όσους τις ασπάζονταν με ευλάβεια. Σε ένα τροπάριο του κανόνα της εορτής αναγράφεται: «Ενοχλήσεις δαιμόνων απέλασον (διώξε), αμαρτίας χειμώνα κατεύνασον, νόσους, κινδύνους, θλίψεις τε, και βαρβάρων εφόδους διώκων Πέτρε, από των τας αλύσεις τιμώντων σου».
Ο Ιππόλυτος (235 μ.Χ) ερμηνεύοντας τη διήγηση της διασώσεως των Τριών Παίδων από την καιομένη κάμινο παρατηρεί. «Η φωτιά αμέσως κατέφαγε τα δεσμά με τα οποία τους έδεσε ο βασιλιάς, δεν άγγιξε όμως τα ρούχα τους, ώστε να φανεί και από αυτό το μεγαλείο του Θεού. Επειδή τα ρούχα ακουμπούσαν τα σώματά τους, αγιάσθηκαν μαζί με αυτούς και δεν καταστράφηκαν από τη φωτιά». Η φωτιά σεβάσθηκε τα ρούχα των Τριών Παίδων, γιατί αγιάσθηκαν από την επαφή με το σώμα τους.
Όπως διηγείται ο Μ. Αθανάσιος, όταν ο Μ. Αντώνιος κατέβαινε στην Αλεξάνδρεια, χριστιανοί αλλά και ειδωλολάτρες ακόμη «επιθυμούσαν, αν ήταν δυνατό, να ακουμπήσουν τον Γέροντα, πιστεύοντας ότι θα ωφεληθούν». Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει τις εκδηλώσεις του λαού προς τον επίσκοπο της Αντιόχειας Μελέτιο, που επέστρεψε από την εξορία. Όταν πλησίασε στην πόλη, «οι μέν πλησίον ήρχοντο και ποδών ήπτοντο (δηλαδή, αγγιζαν τα πόδια) και χείρας κατεφίλουν και φωνής ήκουον». Όσοι δεν μπορούσαν να τον πλησιάσουν, θεωρούσαν αρκετή «τήν από της όψεως ευλογίαν».
Ο διάκονος Πόντιος, που έγραψε την βιογραφία του μάρτυρα επισκόπου Κυπριανού, διασώζει την πληροφορία ότι κάποιος χριστιανός στρατιώτης, που ήταν παρών κατά τη στιγμή του μαρτυρίου, πρόσφερε σε αυτόν άλλα ενδύματα, γιατί επιθυμούσε να αποκτήσει τα ενδύματα του μάρτυρα, που υγράνθηκαν από τον ιδρώτα της αγωνίας.
Όλα τα υλικά αντικείμενα που συνδέονται με τους «πνευματοφόρους» αγίους αγιάζονται και αγιάζουν όσους έρχονται σε επαφή με αυτά. Δεν διαφυλάσσονται ως απλά μόνο ενθύμια, αλλά ως «ηγιασμένα» αντικείμενα άξια προσκυνήσεως και ευλαβείας. Όπως αναφέρει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, ευλογία και αγιασμό αντλούν και όσοι αγγίζουν την θήκη (λάρνακα) που ήταν μέσα το λείψανο του μάρτυρος Θεοδώρου, γιατί δεν έχουν μόνο τα λείψανα υπερφυσικές δυνάμεις, αλλά και οι θήκες που τα περικλείουν και η «κόνις» των. Η δύναμη των αγίων κατά τον Ιωάννη Χρυσόστομο περνά «από ψυχής εις σώματα, και από σωμάτων εις ιμάτια, και από ιματίων εις υποδήματα, και από υποδημάτων εις σκιάς».
Πρέπει να τονίσουμε ότι η εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει ότι τα ιερά αντικείμενα λόγω της παρουσίας της θείας Χάριτος αναδίδουν ευωδία, μία δηλαδή ιδιάζουσα ευχάριστη οσμή.
Η Αγία Ζώνη περιέβαλλε την κοιλία της Θεοτόκου με τον Χριστό ως έμβρυο και έλαβε την Χάρη των ιάσεων. Όσοι προστρέχουν σε αυτήν λαμβάνουν πλούσια Χάρη και παραμυθία. Όσοι βρίσκονται μέσα στο αχανές πέλαγος των ασθενειών, ας καταφύγουν στο πέλαγος του ελέους της παναχράντου Δέσποινάς μας. Προφητικά το Άσμα Ασμάτων, βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, γράφει για τα ενδύματα της Παναγίας: «Οσμή ιματίων σου υπέρ πάντα τα αρώματα» (Άσμα Ασμ. 4,10-11).
Στην Ιερά Μονή μας υπάρχει ως αρχαία παράδοση να δίνονται στους ευλαβείς προσκυνητές, όταν το ζητήσουν, τεμάχια από κορδέλα που ευλογήθηκε με την Αγία Ζώνη της Υπεραγίας Θεοτόκου. Με την ευλογία της Αγίας Ζώνης γίνονται πολλά θαύματα. Λύεται κυρίως η στείρωση, και πολλά άτεκνα ζευγάρια αποκτούν παιδιά. Καρκινοπαθείς και άλλοι ασθενείς θεραπεύονται από ανίατες αρρώστιες.
Για να γίνει όμως το θαύμα, απαιτούνται ορισμένες θεμελιώδεις προϋποθέσεις. Μία είναι η αρετή εκείνου στον οποίον γίνεται το θαύμα. Η θεία Χάρις δεν αποκαλύπτεται και δεν παραμένει σε ακάθαρτη ψυχή, γεμάτη από πάθη και κακίες. Δοχείο της Χάριτος γίνεται όποιος έχει καθαρή ψυχή. Καθαρή «από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος» κατά την έκφραση του αποστόλου Παύλου. Όπως αποδείχθηκε από πλήθος θαυμάτων, όχι μόνο ο δέκτης του θαύματος ή αυτός που το επικαλείται, αλλά και το στενό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει, πρέπει να μη βαρύνεται από πράξεις, λόγους και σκέψεις αντίθετες προς το θέλημα του Θεού. Εάν όμως βαρύνεται, πρέπει να εξαγνισθεί προηγουμένως με το μυστήριο της μετανοίας και με καθαρή εξομολόγηση. Μόνο τότε μπορεί να επικαλείται την θεία Χάρη.
Δεύτερη προϋπόθεση για να συντελεσθεί το θαύμα είναι η πίστη. Έτσι γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Ο χριστιανός είναι πίστη· όποιος προσέρχεται με πίστη, θα κερδίσει πολλά, ενώ όποιος αμφιβάλλει, μοιάζει με κυματισμό θάλασσας, που τον παίρνει ο άνεμος και πηγαίνει πέρα δώθε και δεν θα πάρει τίποτα». Πίστη που φανερώνεται με ζωή που αγαπά ο Θεός. Όχι πίστη μόνο στα λόγια. Αν στην καθημερινή ζωή μας δεν φανερώνουμε ότι αγαπούμε τον Θεό, τότε μοιάζουμε με τους ανθρώπους της εποχής του Κυρίου, τους οποίους χαρακτήρισε υποκριτές και για τους οποίους έλεγε: «Ο λαός ούτος τοις χείλεσί με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ’ εμού» (Ματθ. 15,8).
Πίστη απόλυτη, ανεπιφύλακτη, αταλάντευτη, πλήρης και σταθερή. Όποιος έχει τέτοια πίστη εξαρτά τον εαυτό του μόνο από τον Θεό. Εμπιστεύεται τα πάντα στη δύναμη και τη Χάρη Του. Η πίστη ή υπάρχει ή δεν υπάρχει. Εάν είναι πλήρης και σταθερή, είναι πραγματική πίστη. Εάν είναι πίστη με ερωτηματικά, με αμφιταλαντεύσεις, με επιφυλάξεις, με αμφιβολίες, με υποτροπές, είναι ανύπαρκτη. Δεν μπορεί μία τέτοια δήθεν πίστη να ελκύσει την θεία Χάρη και την παντοδυναμία, δεν μπορεί να κάνει δυνατά «τα παρά ανθρώποις αδύνατα». Όσο περισσότερο ανυψώνεται η πίστη του ανθρώπου, τόσο περισσότερο κατέρχεται προς αυτόν και τον πλησιάζει η θεία Χάρις. Υποχωρεί η πίστη, αποσύρεται η Χάρις. Φθάνει η πίστη στο ύψιστο δυνατό σημείο, ώστε να είναι πλήρης και ανεπιφύλακτη, τότε τη συναντά η θεία Χάρις και στο σημείο της συναντήσεως προκαλείται ο σπινθήρας του θαύματος. Τότε ο πιστός ό,τι και να ζητήσει, το λαμβάνει αμέσως.
Έτσι και ο ασθενής, εάν έχει εξαγνίσει τη ζωή του, ώστε αυτή να αποδεικνύει την πληρότητα της πίστεώς του, λαμβάνει το θαύμα και θεραπεύεται στιγμιαία, ολοκληρωτικά και οριστικά.
Αυτή ήταν και η θεραπευτική μέθοδος του Κυρίου μας. Πρώτα καθάριζε τη ψυχή και τη ζωή του αρρώστου με τη συγχώρηση των αμαρτημάτων του. Έπειτα έκανε τέτοιες ερωτήσεις σε όσους ζητούσαν την Χάρη Του, ώστε να τους βοήθησει να συνειδητοποιήσουν μέσα τους και να ομολογήσουν ότι πράγματι πιστεύουν. Τρίτο στάδιο, μετά τη συγχώρηση των αμαρτιών και την ομολογία της πίστεως, ήταν η πλήρης ίαση. Και συμπλήρωνε όλο τον κύκλο της θεραπευτικής Του με τη σύσταση: «Βλέπεις; Έγινες καλά! Πρόσεχε, μην αμαρτήσεις πλέον, για να μην αρρωστήσεις χειρότερα» (βλ. Ιω. 5,14).
Με όσα γράψαμε κατανοείται ότι η Χάρις του Θεού είναι πάντοτε ο πρωταρχικός παράγοντας κάθε θαύματος. Για να γίνει όμως ένα θαύμα, είναι απαραίτητη η ζωντανή πίστη, η δύναμη της πίστεως. Με αυτή διασφαλίζεται η αποδοχή της θείας ενέργειας από τον πιστό χριστιανό. Παρά ταύτα δεν μπορεί να υπάρξει κάποια τεχνική συνταγή και για την πιο θερμή πίστη με την οποία να πραγματοποιείται ένα θαύμα. Οι απόστολοι του Χριστού, παρά την πίστη που είχαν, δεν μπόρεσαν να θεραπεύσουν τον σεληνιαζόμενο νέο (βλ. Ματθ. 17,15-21). Η απάντηση του Χριστού στην απορία των μαθητών, «γιατί δεν μπορέσαμε εμείς να τον θεραπεύσουμε;», φανερώνει ότι χρειαζόταν πιο θερμή προσωπική κοινωνία και συνταύτιση του θελήματος αυτών που ζητούσαν το θαύμα προς το πανάγιο θέλημα του μόνου αληθινού Θεού.
Η Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου, διαιρεμένη σήμερα σε τρία τεμάχια, είναι το μοναδικό λείψανο ή κειμήλιο που σώζεται από την επίγεια ζωή της και φυλάσσεται στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου. Σύμφωνα με την παράδοση, η Ζώνη φτιάχτηκε από τρίχες καμήλας από την ίδια την Θεοτόκο, και μετά την Κοίμησή της, κατά την Μετάστασή της στους ουρανούς, την παρέδωσε στον απόστολο Θωμά. «Προς δόξαν ακήρατον ανερχομένη Αγνή, χειρί σου δεδώρησαι τω αποστόλω Θωμά, την πάνσεπτον Ζώνην σου», ψάλλει η Εκκλησία στο απολυτίκιο της εορτής της καταθέσεως της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου.
Την Τιμία Ζώνη ανέλαβαν να διαφυλάξουν δύο πτωχές ευσεβείς γυναίκες στα Ιεροσόλυμα. Η Παναγία, λίγο πριν την Κοίμησή της, είχε δώσει εντολή στον Ευαγγελιστή Ιωάννη να μοιράσει σε αυτές και τις δύο εσθήτες της. Το έργο της διαφύλαξης από γενιά σε γενιά συνέχισε μία ευλαβής παρθένος καταγομένη από την οικογένεια αυτή.
Στα χρόνια του αυτοκράτορα Αρκαδίου, υιού του Μ. Θεοδοσίου, έγινε η μεταφορά της Τιμίας Ζώνης στην ένδοξη πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη. Την κατέθεσε σε μία υπέροχη λειψανοθήκη, την οποίαν ονόμασε «αγίαν σορόν». Η κατάθεση έγινε στις 31 Αυγούστου. Το ιερό λείψανο θα προστάτευε την πρωτεύουσα του κράτους και τους κατοίκους από κάθε εχθρική επίθεση, από κάθε δυστυχία και δαιμονική επιβουλή.
Μετά από λίγα χρόνια η κόρη του Αρκαδίου, η αυτοκράτειρα Πουλχερία, ανήγειρε το λαμπρό ναό των Χαλκοπρατείων και κατέθεσε εκεί την Τιμία Ζώνη. Η ίδια η αυτοκράτειρα τη διακόσμησε με χρυσή κλωστή, έτσι όπως φαίνεται μέχρι σήμερα στην Ιερά Μεγίστη Μονή του Βατοπαιδίου.
Τον επόμενο αιώνα, άγνωστο πότε και με ποιόν τρόπο, μεταφέρθηκε η Τιμία Ζώνη στην Ζήλα της Καππαδοκίας, νότια της Αμασείας. Στην Κωνσταντινούπολη μεταφέρθηκε ξανά στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού του Α΄ (527-565), κτίτορα της Αγίας Σοφίας. Ο διάδοχός του Ιουστίνος Β΄ και η σύζυγός του Σοφία ανακαίνισαν τον ναό των Χαλκοπρατείων και ανήγειραν παρεκκλήσιο της Αγίας Σορού. Πάνω στην Αγία Τράπεζα φυλασσόταν η Τιμία Ζώνη.
Πλήθος θαυμάτων επιτέλεσε η Τιμία Ζώνη της Παναγίας στην Κωνσταντινούπολη. Θεράπευσε τη Ζωή Ζαούτζη, σύζυγο του αυτοκράτορα Λέοντα Ϛ΄ του Σοφού (886-912), που βασανιζόταν από κάποιο ακάθαρτο πνεύμα. Όταν ο πατριάρχης ακούμπησε πάνω της την Αγία Ζώνη, αμέσως λυτρώθηκε από το μαρτύριό της.
Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός Α΄ (715-730) αναφέρει με λυρισμό ότι η Τιμία Ζώνη διατηρεί αιώνια την θεία ευωδία των θεραπειών που επιτελεί, ευφραίνοντας όσους την πλησιάζουν με πίστη και ευλάβεια· και ο Ιωσήφ ο υμνογράφος (περίπου 816-866) εξυμνεί το άγιο λείψανο, γιατί αυτό με την Χάρη της Παναγίας, καθαγιάζει τους πιστούς που προσέρχονται ευλαβικά για να το προσκυνήσουν, τους ανυψώνει από τη φθορά και τους απαλλάσσει από ασθένειες και θλίψεις.
Γύρω στο 1150 η Τιμία Ζώνη βρισκόταν στο Μεγάλο Παλάτι της Κωνσταντινουπόλεως, στο ναό του Αγίου Μιχαήλ. Μάλλον είχε τεμαχιστεί και τεμάχια είχαν μεταφερθεί στους ναούς.
Τον 12ο αιώνα, και συγκεκριμένα στα χρόνια της βασιλείας του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180), καθιερώθηκε επίσημα η εορτή της Αγίας Ζώνης την 31η Αυγούστου, ενώ παλαιότερα εορταζόταν μαζί με την εορτή της Εσθήτος της Θεοτόκου, την 2α Ιουλίου.
Μετά την άλωση της Πόλης από τους σταυροφόρους της Δ΄ σταυροφορίας, το 1204, κάποια τεμάχια αρπάχτηκαν από τα στίφη των βαρβάρων και μεταφέρθηκαν στη Δύση. Ευτυχώς δεν χάθηκαν όλα. Είναι σίγουρο ότι ένα μέρος της Τιμίας Ζώνης παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη και μετά την ανακατάληψή της το 1261 από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο φυλάσσονταν στο ναό των Βλαχερνών. Η μαρτυρία ανώνυμου Ρώσου προσκυνητή στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ 1424-1453 είναι και η τελευταία σχετικά με την ύπαρξη της Αγίας Ζώνης στην Βασιλεύουσα. Είναι άγνωστο, τί απέγινε στη συνέχεια μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453. Το μεγαλύτερο τμήμα της Τιμίας Ζώνης που σώζεται σήμερα φυλάσσεται στη Μονή μας. Το τεμάχιο αυτό έφτασε στη Μονή με περιπετειώδη τρόπο.
Ο Μ. Κωνσταντίνος είχε κατασκευάσει ένα σταυρό που τον έπαιρνε μαζί του στις εκστρατείες για να προστατεύει τον ίδιο και το στράτευμά του. Στη μέση ο σταυρός είχε τεμάχιο Τιμίου Ξύλου· υπήρχαν επίσης θήκες, όπου είχαν τοποθετηθεί και άγια λείψανα των πιο σημαντικών μαρτύρων και ένα τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης. Το σταυρό αυτό έπαιρναν στις εκστρατείες τους όλοι οι αυτοκράτορες. Σε μία εκστρατεία κατά των Βουλγάρων νικήθηκε από τον ηγεμόνα Ασάν ο αυτοκράτορας Ισαάκιος Β΄ Άγγελος (1185-1195). Ένας ιερέας έριξε στο ποτάμι το βασιλικό σταυρό, για να μή βεβηλωθεί από τους εχθρούς. Εκείνοι όμως τον βρήκαν και τον παρέδωσαν στον Τσάρο των Βουλγάρων Ασάν.
Οι Βούλγαροι δεν είχαν καλές σχέσεις με τους Σέρβους. Αυτές επιδεινώνονταν συνεχώς. Γύρω στα 1330, σε μία μάχη κατανικήθηκε ο βουλγαρικός στρατός από τον ηγεμόνα των Σέρβων μεγαλομάρτυρα Λάζαρο (†1389). Ο βασιλικός σταυρός πέρασε στα χέρια των Σέρβων. Μετά από σαράντα χρόνια ο Λάζαρος δώρισε στη Μονή Βατοπαιδίου το βασιλικό σταυρό του Μ. Κωνσταντίνου μαζί με το τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου, το τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης και τα άλλα άγια λείψανα. Πίσω από τον Τίμιο Σταυρό βρίσκεται γραμμένο στην σερβική γλώσσα το εξής: «Λάζαρος, εν Χριστώ τω Θεώ Κνέζης της Σερβίας και Βασιλεύς Γραικίας, ανατίθημι το κραταιόν όπλον συν τη αχράντω Ζώνη της Πανάγνου μου, τη Μονή Βατοπαιδίου της Βασιλείας μου». Από τότε φυλάσσεται στο ιερό βήμα του καθολικού, δηλαδή του κεντρικού ναού της Μονής.
Πρέπει να αναφέρουμε και μία άλλη παράδοση που διασώζεται στη Μονή μας. Σύμφωνα με αυτήν η Τιμία Ζώνη αφιερώθηκε από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Ϛ΄ Καντακουζηνό (1341-1354), ο οποίος στη συνέχεια παραιτήθηκε από το αυτοκρατορικό αξίωμα, έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ και μόνασε στη Μονή Βατοπαιδίου.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι αδελφοί της Μονής πραγματοποιούσαν περιοδείες λιτανεύοντας την Αγία Ζώνη στην Κρήτη, Μακεδονία, Θράκη, Κωνσταντινούπολη και Μικρά Ασία προς αγιασμό και στήριξη του υπόδουλου ελληνισμού και απαλλαγή από κάθε λοιμική ασθένεια.
Η Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου, διαιρεμένη σήμερα σε τρία τεμάχια, είναι το μοναδικό λείψανο ή κειμήλιο που σώζεται από την επίγεια ζωή της και φυλάσσεται στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου. Σύμφωνα με την παράδοση, η Ζώνη φτιάχτηκε από τρίχες καμήλας από την ίδια την Θεοτόκο, και μετά την Κοίμησή της, κατά την Μετάστασή της στους ουρανούς, την παρέδωσε στον απόστολο Θωμά. «Προς δόξαν ακήρατον ανερχομένη Αγνή, χειρί σου δεδώρησαι τω αποστόλω Θωμά, την πάνσεπτον Ζώνην σου», ψάλλει η Εκκλησία στο απολυτίκιο της εορτής της καταθέσεως της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου.
Την Τιμία Ζώνη ανέλαβαν να διαφυλάξουν δύο πτωχές ευσεβείς γυναίκες στα Ιεροσόλυμα. Η Παναγία, λίγο πριν την Κοίμησή της, είχε δώσει εντολή στον Ευαγγελιστή Ιωάννη να μοιράσει σε αυτές και τις δύο εσθήτες της. Το έργο της διαφύλαξης από γενιά σε γενιά συνέχισε μία ευλαβής παρθένος καταγομένη από την οικογένεια αυτή.
Στα χρόνια του αυτοκράτορα Αρκαδίου, υιού του Μ. Θεοδοσίου, έγινε η μεταφορά της Τιμίας Ζώνης στην ένδοξη πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη. Την κατέθεσε σε μία υπέροχη λειψανοθήκη, την οποίαν ονόμασε «αγίαν σορόν». Η κατάθεση έγινε στις 31 Αυγούστου. Το ιερό λείψανο θα προστάτευε την πρωτεύουσα του κράτους και τους κατοίκους από κάθε εχθρική επίθεση, από κάθε δυστυχία και δαιμονική επιβουλή.
Μετά από λίγα χρόνια η κόρη του Αρκαδίου, η αυτοκράτειρα Πουλχερία, ανήγειρε το λαμπρό ναό των Χαλκοπρατείων και κατέθεσε εκεί την Τιμία Ζώνη. Η ίδια η αυτοκράτειρα τη διακόσμησε με χρυσή κλωστή, έτσι όπως φαίνεται μέχρι σήμερα στην Ιερά Μεγίστη Μονή του Βατοπαιδίου.
Τον επόμενο αιώνα, άγνωστο πότε και με ποιόν τρόπο, μεταφέρθηκε η Τιμία Ζώνη στην Ζήλα της Καππαδοκίας, νότια της Αμασείας. Στην Κωνσταντινούπολη μεταφέρθηκε ξανά στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού του Α΄ (527-565), κτίτορα της Αγίας Σοφίας. Ο διάδοχός του Ιουστίνος Β΄ και η σύζυγός του Σοφία ανακαίνισαν τον ναό των Χαλκοπρατείων και ανήγειραν παρεκκλήσιο της Αγίας Σορού. Πάνω στην Αγία Τράπεζα φυλασσόταν η Τιμία Ζώνη.
Πλήθος θαυμάτων επιτέλεσε η Τιμία Ζώνη της Παναγίας στην Κωνσταντινούπολη. Θεράπευσε τη Ζωή Ζαούτζη, σύζυγο του αυτοκράτορα Λέοντα Ϛ΄ του Σοφού (886-912), που βασανιζόταν από κάποιο ακάθαρτο πνεύμα. Όταν ο πατριάρχης ακούμπησε πάνω της την Αγία Ζώνη, αμέσως λυτρώθηκε από το μαρτύριό της.
Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός Α΄ (715-730) αναφέρει με λυρισμό ότι η Τιμία Ζώνη διατηρεί αιώνια την θεία ευωδία των θεραπειών που επιτελεί, ευφραίνοντας όσους την πλησιάζουν με πίστη και ευλάβεια· και ο Ιωσήφ ο υμνογράφος (περίπου 816-866) εξυμνεί το άγιο λείψανο, γιατί αυτό με την Χάρη της Παναγίας, καθαγιάζει τους πιστούς που προσέρχονται ευλαβικά για να το προσκυνήσουν, τους ανυψώνει από τη φθορά και τους απαλλάσσει από ασθένειες και θλίψεις.
Γύρω στο 1150 η Τιμία Ζώνη βρισκόταν στο Μεγάλο Παλάτι της Κωνσταντινουπόλεως, στο ναό του Αγίου Μιχαήλ. Μάλλον είχε τεμαχιστεί και τεμάχια είχαν μεταφερθεί στους ναούς.
Τον 12ο αιώνα, και συγκεκριμένα στα χρόνια της βασιλείας του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180), καθιερώθηκε επίσημα η εορτή της Αγίας Ζώνης την 31η Αυγούστου, ενώ παλαιότερα εορταζόταν μαζί με την εορτή της Εσθήτος της Θεοτόκου, την 2α Ιουλίου.
Μετά την άλωση της Πόλης από τους σταυροφόρους της Δ΄ σταυροφορίας, το 1204, κάποια τεμάχια αρπάχτηκαν από τα στίφη των βαρβάρων και μεταφέρθηκαν στη Δύση. Ευτυχώς δεν χάθηκαν όλα. Είναι σίγουρο ότι ένα μέρος της Τιμίας Ζώνης παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη και μετά την ανακατάληψή της το 1261 από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο φυλάσσονταν στο ναό των Βλαχερνών. Η μαρτυρία ανώνυμου Ρώσου προσκυνητή στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ 1424-1453 είναι και η τελευταία σχετικά με την ύπαρξη της Αγίας Ζώνης στην Βασιλεύουσα. Είναι άγνωστο, τί απέγινε στη συνέχεια μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453. Το μεγαλύτερο τμήμα της Τιμίας Ζώνης που σώζεται σήμερα φυλάσσεται στη Μονή μας. Το τεμάχιο αυτό έφτασε στη Μονή με περιπετειώδη τρόπο.
Ο Μ. Κωνσταντίνος είχε κατασκευάσει ένα σταυρό που τον έπαιρνε μαζί του στις εκστρατείες για να προστατεύει τον ίδιο και το στράτευμά του. Στη μέση ο σταυρός είχε τεμάχιο Τιμίου Ξύλου· υπήρχαν επίσης θήκες, όπου είχαν τοποθετηθεί και άγια λείψανα των πιο σημαντικών μαρτύρων και ένα τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης. Το σταυρό αυτό έπαιρναν στις εκστρατείες τους όλοι οι αυτοκράτορες. Σε μία εκστρατεία κατά των Βουλγάρων νικήθηκε από τον ηγεμόνα Ασάν ο αυτοκράτορας Ισαάκιος Β΄ Άγγελος (1185-1195). Ένας ιερέας έριξε στο ποτάμι το βασιλικό σταυρό, για να μή βεβηλωθεί από τους εχθρούς. Εκείνοι όμως τον βρήκαν και τον παρέδωσαν στον Τσάρο των Βουλγάρων Ασάν.
Οι Βούλγαροι δεν είχαν καλές σχέσεις με τους Σέρβους. Αυτές επιδεινώνονταν συνεχώς. Γύρω στα 1330, σε μία μάχη κατανικήθηκε ο βουλγαρικός στρατός από τον ηγεμόνα των Σέρβων μεγαλομάρτυρα Λάζαρο (†1389). Ο βασιλικός σταυρός πέρασε στα χέρια των Σέρβων. Μετά από σαράντα χρόνια ο Λάζαρος δώρισε στη Μονή Βατοπαιδίου το βασιλικό σταυρό του Μ. Κωνσταντίνου μαζί με το τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου, το τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης και τα άλλα άγια λείψανα. Πίσω από τον Τίμιο Σταυρό βρίσκεται γραμμένο στην σερβική γλώσσα το εξής: «Λάζαρος, εν Χριστώ τω Θεώ Κνέζης της Σερβίας και Βασιλεύς Γραικίας, ανατίθημι το κραταιόν όπλον συν τη αχράντω Ζώνη της Πανάγνου μου, τη Μονή Βατοπαιδίου της Βασιλείας μου». Από τότε φυλάσσεται στο ιερό βήμα του καθολικού, δηλαδή του κεντρικού ναού της Μονής.
Πρέπει να αναφέρουμε και μία άλλη παράδοση που διασώζεται στη Μονή μας. Σύμφωνα με αυτήν η Τιμία Ζώνη αφιερώθηκε από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Ϛ΄ Καντακουζηνό (1341-1354), ο οποίος στη συνέχεια παραιτήθηκε από το αυτοκρατορικό αξίωμα, έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ και μόνασε στη Μονή Βατοπαιδίου.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι αδελφοί της Μονής πραγματοποιούσαν περιοδείες λιτανεύοντας την Αγία Ζώνη στην Κρήτη, Μακεδονία, Θράκη, Κωνσταντινούπολη και Μικρά Ασία προς αγιασμό και στήριξη του υπόδουλου ελληνισμού και απαλλαγή από κάθε λοιμική ασθένεια.
Υποβλήθηκε στις 31 Αυγούστου, 2010 στις 1:05 μμ και βρίσκεται κάτω από ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ.
.
Μπορείς να παρακολουθείς τα σχόλια για το άρθρο χρησιμοποιώντας RSS 2.0 τροφοδότης (feed).
Μπορείς να πας στο τέλος και να αφήσεις σχόλιο. Το Pinging προσωρινά δεν επιτρέπεται.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.