kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΟΪΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ

Συγγραφέας: kantonopou στις 23 Αυγούστου, 2010

ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΟΪΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΙ
ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς γεννήθηκε γύρω στά 1714 στό χωριό Μέγα Δένδρο τῆς Αἰτωλίας ἀπό γονεῖς ἁπλούς καί εὐλαβεῖς, πού τοῦ μετέδωσαν φόβο Θεοῦ καί ἀγάπη γιά τά ἱερά Γράμματα.

Σέ ἡλικία εἴκοσι περίπου ἐτῶν ἀνεβαίνει στό Ἅγιον Ὅρος γιά νά σπουδάσει στήν Ἀθωνιάδα Ἀκαδημία, πού εἶχε πρό ὀλίγου ἱδρυθεῖ ὡς ἐξάρτημα τῆς Μονῆς Βατοπεδίου καί ὅπου δίδασκε ὁ περίφημος Εὐγένιος Βούλγαρης. Οἱ ἀντιδράσεις ὅμως πού προκλήθηκαν ἀπό τήν ἵδρυση αὐτῆς τῆς Σχολῆς ἀνάγκασαν σύντομα τόν Βούλγαρη καί τούς ἄλλους ὀνομαστούς διδασκάλους νά ἐγκαταλείψουν τόν Ἄθω· ἔτσι ἡ Ἀθωνιάδα περιέπεσε σέ παρακμή (1759). Αὐτό, ὡς σημεῖο τῆς θείας Πρόνοιας, ὑπῆρξε ἡ ἀφορμή γιά νά ἀφήσει ὁ νεαρός Κοσμᾶς τίς σπουδές καί νά στραφεῖ στή μοναχική ζωή. Εἰσῆλθε στή Μονή Φιλοθέου, ὅπου σύντομα ἀξιώθηκε λόγω τῶν πνευματικῶν του χαρισμάτων νά χειροτονηθεῖ πρεσβύτερος.

Ὁ μακάριος Κοσμᾶς ὅμως εἶχε ἐκ νεότητός του μεγάλο πόθο νά μεταδίδει γύρω του τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔλεγε χαρακτηριστικά ὅτι ἡ ἔγνοια γιά τή σωτηρία τῶν ἀδελφῶν του τόν κατέτρωγε ὅπως τό σαράκι τό ξύλο. Οἱ καιροί τότε ἦταν χαλεποί γιά τούς σκλαβωμένους Ἕλληνες. Οἱ περισσότεροι ἀγνοώντας τήν πίστη καί μή ἔχοντας χριστιανική παιδεία ἔπρατταν μύριες παρανομίες καί δέν διέφεραν πολύ ἀπό τούς ἀσεβεῖς. Διψώντας ὁ Ἅγιος νά πληροφορηθεῖ ἄν εἶναι θέλημα Θεοῦ νά ἀκολουθήσει τήν ἀποστολική ὁδό, ἄνοιξε μιά μέρα τή Γραφή στήν τύχη καί ἔπεσε στό λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου «μηδείς τό ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος» (Α΄ Κορ. 10,24). Φωτισμένος λοιπόν ἀπό τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί ἀφοῦ συμβουλεύτηκε πνευματικούς Πατέρες τοῦ Ἁγίου Ὅρους, πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη γιά νά πάρει τήν ἄδεια τοῦ Πατριάρχη Σεραφείμ Β΄, ὅπως ἐπίσης καί κάποια μαθήματα ρητορικῆς ἀπό τόν αὐτάδελφό του Χρύσανθο τόν Αἰτωλό, διευθυντή ἀργό¬τερα τῆς Πατριαρχικῆς Ἀκαδημίας.

Ὁ νέος ἀπόστολος ἄρχισε τό κηρυγματικό του ἔργο στίς ἐκκλησίες τῆς περιοχῆς Κωνσταντινουπόλεως, κατόπιν στή Δυτική Ἑλλάδα, Ναύπακτο, Βραχώρι, Μεσολόγγι, ἀπό ἐκεῖ πέρασε στή Θεσσαλία καί ἐπέστρεψε στήν Πόλη. Ἀφοῦ ἀποσύρθηκε γιά κάποιο διάστημα στόν Ἄθω, ἔλαβε ἀπό τόν Πατριάρχη Σωφρόνιο Β’ εὐλογία νά κηρύξει στίς Κυκλάδες, μέ σκοπό νά παρηγορήσει τόν ἐντόπιο πληθυσμό, μετά τήν ἀποτυχημένη ἐξέγερση τοῦ 1775. Ἀπό ἐκεῖ ἐπέστρεψε πάλι καί ἀποσύρθηκε στίς μονές τοῦ Ἄθω, συμπληρώνοντας ἔτσι δεκαεπτά χρόνια παραμονῆς στό Ἅγιον Ὅρος.

Ἀλλά ἡ καρδιά του φλεγόταν ἀπό ἀγάπη πρός τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς. Ἀναχώρησε πάλι γιά τή Θεσσαλονίκη, ἔμεινε γιά λίγο στή Βέροια καί περιόδευσε ὁλόκληρη τή Μακεδονία, συγκεντρώνοντας μεγάλα πλήθη πιστῶν πού τόν ἄκουγαν μέ κατάνυξη. Ἀπό τήν Κεφαλονιά πέρασε στή Ζάκυνθο, κατόπιν στήν Κέρκυρα κι ἀπό ἐκεῖ στήν Ἤπειρο, ὅπου οἱ Χριστιανοί βρίσκονταν σέ ἀξιοθρήνητη κατάσταση, γιά νά τούς στεριώσει καί νά ἀνακόψει τίς μεταστροφές στό Ἰσλάμ.

Καθώς κανένας ναός δέν ἦταν δυνατόν νά χωρέσει τά πλήθη πού συνωστίζονταν γύρω ἀπό τόν Ἅγιο, πού ξεχείλιζε ἀπό εἰρήνη, γλυκύτητα καί χαρά, κήρυττε στό ὕπαιθρο, ἀνεβασμένος σ’ ἕνα φορητό βάθρο, πάντοτε δίπλα σ’ ἕνα μεγάλο Σταυρό πού ἔμπηγε στή γῆ καί ὁ ὁποῖος γινόταν, μετά τήν ἀναχώρησή του, πηγή ἰαμάτων καί παρηγορίας γιά πάθη σωματικά καί πνευματικά. Δίδασκε τούς Χριστιανούς νά ζοῦν σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, νά τηροῦν τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς, νά ἐκκλησιάζονται καί νά ἀκοῦν τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀπ’ ὅπου περνοῦσε ἵδρυε σχολεῖα, τό θεωροῦσε θεμελιῶδες καθῆκον, ὅπου διδάσκονταν δωρεάν, ἀγόρια καί κορίτσια, τά ἑλληνικά καί τά ἱερά Γράμματα. Ἵδρυσε συνολικά διακόσια δημοτικά σχολεῖα καί δέκα ἑλληνικά (Γυμνάσια), ὅπως ἔγραψε ὁ ἴδιος σέ μιά ἐπιστολή στόν ἀδελφό του λίγο πρίν ἀπό τό θάνατό του. Ἔπειθε τούς πλουσίους νά ἀφιερώνουν τό περίσσευμά τους σέ ἐλεημοσύνες, στή διανομή θρησκευτικῶν βιβλίων, σταυρῶν καί κομβοσχοινίων καί τούς παρότρυνε νά προσφέρουν στίς ἐκκλησίες κολυμβῆθρες γιά τό Βάπτισμα τῶν νηπίων. Ἕνα πλῆθος πιστῶν τόν ἀκολουθοῦ-σε σχεδόν παντοῦ, ὄργωνε ὁλόκληρη τήν Ἀλβανία. Πρίν ἀρχίσει τό κήρυγμά του τελοῦσε Ἑσπερινό ἤ Παράκληση στήν Παναγία καί φεύγοντας ἄφηνε τούς ἱερεῖς τῆς ἀκολουθίας του νά συνεχίσουν τό ἔργο του μέ τήν ἐξομολόγηση, τήν τέλεση τοῦ Εὐχελαίου καί τή θεία Κοινωνία.

Παρά τό γεγονός ὅτι τό κήρυγμα τοῦ Ἁγίου περιοριζόταν στή διδαχή τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν, ὁρισμένοι Ἑβραῖοι, κινούμενοι ἀπό φθόνο καί ἐξοργισμένοι διότι ὁ Ἅγιος εἶχε μεταθέσει τό παζάρι τῆς Κυριακῆς τό Σάββατο, ἔπεισαν τόν Κούρτ πασά νά τόν θανατώσει. Ὁ Πατροκοσμᾶς συνήθιζε, ὅπου πήγαινε νά κηρύξει, νά ζητεῖ πρῶτα τήν εὐλογία τοῦ τοπικοῦ ἐπισκόπου καί παράλληλα ἔστελνε μαθητές του νά πάρουν ἄδεια ἀπό τίς τουρκικές πολιτικές Ἀρχές. Φθάνοντας ὁ Ἅγιος μιά μέρα στό Κολικόντασι τῆς Ἀλβανίας, παρά τίς συμβουλές τοῦ περιβάλλοντός του, ἀποφάσισε νά πάει αὐτοπροσώπως στόν ἀγά τοῦ τόπου γιά νά ζητήσει ἄδεια. Ὁ ἀγάς τοῦ ἀνακοίνωσε ὅτι εἶχε λάβει ἐντολή νά τόν στείλει στόν Κούρτ πασά. Ὁ Ἅγιος κατάλαβε ὅτι ἔφτασε ἡ ὥρα νά ἐπιστέψει (στεφανώσει) τό ἔργο του μέ τό μαρτύριο καί εὐχαρίστησε τόν Κύριο πού τόν ἔκρινε ἄξιο μιᾶς τέτοιας τιμῆς.

Τήν ἑπομένη μέρα, 24 Αὐγούστου 1779, ἑπτά στρατιῶτες τόν συνόδευσαν μέ πρόσχημα νά τόν ὁδηγήσουν στόν πασά, ἀλλά μετά πορεία δυό ὡρῶν τοῦ φανέρωσαν ὅτι εἶχε ληφθεῖ ἀπόφαση νά τόν ἐκτελέσουν. Ὁ Ἅγιος ἀναπέμποντας εὐχαριστίες στόν Θεό, εὐλόγησε μέ τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ τά τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα καί προσευχήθηκε ὑπέρ τῆς σωτηρίας πάντων τῶν Χριστιανῶν. Ἀρνήθηκε νά τοῦ δέσουν τά χέρια, ὥστε νά τά κρατάει σταυρωμένα. Χωρίς νά προβάλει τήν παραμικρή ἀντίσταση, τόν ἀπαγχόνισαν σ’ ἕνα δέντρο. Ἦταν στήν ἡλικία τῶν ἑξήντα πέντε ἐτῶν.

Οἱ δήμιοι ἔριξαν τό σῶμα του στό ποτάμι. Τρεῖς μέρες ἀργότερα ἕνας ἱερέας ὀνόματι Μάρκος, ἀνακάλυψε τό πάντιμο λείψανο νά ἐπιπλέει στά νερά ὄρθιο, σάν νά ἦταν ὁ Ἅγιος ἀκόμη ζωντανός. Τό μάζεψαν ἀπό τό ποτάμι καί ἀφοῦ τόν ἔντυσαν μέ τά μοναχικά του ἄμφια τό ἔθαψαν μέ τιμές. Πλῆθος θαυμάτων ἐπιτελέστηκαν στόν τάφο του.

Τό 1813 ὁ Ἀλή πασάς τῶν Ἰωαννίνων, στόν ὁποῖο ὁ ἅγιος Κοσμᾶς εἶχε προφητεύσει τό μέλλον του, ἔκτισε ἐκκλησία καί μοναστήρι κοντά στόν τάφο του στό Κολικόντασι καί πρόσφερε τήν κά-ρα τοῦ Ἁγίου, μέσα σέ ἀργυρή λειψανοθήκη, στή χριστιανή γυναί-κα του, Βασιλική. Τά τίμια λείψανα τοῦ Ἁγίου, ἀφοῦ διέφυγαν τό κύμα τῆς ἀθεΐας στήν Ἀλβανία, ἀνακαλύφθηκαν στό ναό ἐγκαταλελειμμένης μονῆς. Κλάπηκαν τό 1995 καί ἐξαγοράστηκαν ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας τό 1998. Ἔκτοτε παραμένουν ἀντικείμενο εὐλαβοῦς προσκυνήματος τῶν Ὀρθοδόξων.

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, τοῦ ὁποίου τό κήρυγμα ἀφύπνισε τήν Πίστη καί τήν ἐθνική συνείδηση τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, τιμήθηκε ἀμέσως ἀπό τόν λαό ὡς νέος ἀπόστολος καί «πρίγκηψ τῶν νεομαρτύρων». Ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀναγνωρίστηκε ἐπίσημα τό 1961.

* * *

Ὁ ἑορταζόμενος Ἅγιος, γνωστός ὡς Πατροκοσμᾶς, διαπρύσιος κῆρυξ τῆς Ὀρθοδοξίας καί μέγας ἀναμορφωτής τοῦ Γένους μας, νά πρεσβεύει ὑπέρ ἡμῶν καί τοῦ Ἔθνους μας.

* * *

Ἀπό τίς διδαχές του

« Ψυχή καί Χριστός σᾶς χρειάζεται »

Τό κορμί σας ἄς σᾶς τό καύσουν, ἄς σᾶς τό τηγανίσουν, τά πράγματά σας ἄς σᾶς τά πάρουν, μή σᾶς μέλῃ, δῶστε τα, δέν εἶναι ἐδικά σας. Ψυχή καί Χριστός σᾶς χρειάζεται. Ἐτοῦτα τά δύο ὅλος ὁ κόσμος νά πέσῃ, δέν μπορεῖ νά σᾶς τά πάρῃ, ἔξω ἄν τύχῃ καί τά δώσετε μέ τό θέλημά σας. Αὐτά τά δύο νά τά φυλάγεται νά μήν τύχῃ καί τά χάσετε.

[Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου (Ἱερομονάχου), Νέος Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόμ. ΙΒ΄ Αὔγουστος (Ἀθῆναι: Ἴνδικτος, 2009), σ. 257-261. Ἀπόσπασμα ἀπό ἐκτενέστερο κείμενο].

http://www.imns.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=229:2010-08-22-13-57-32&catid=56:2010-01-17-20-16-29&Itemid=167

Αφήστε μια απάντηση