Υπόμνημα της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων προς την Υπουργό Παιδείας, Διά βίου μάθησης καί Θρησκευμάτων
Συγγραφέας: kantonopou στις 29 Ιουνίου, 2010
1. Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων από τής αναλήψεως τής θέσεως σας έχει ζητήσει νά έχει μιά συνάντηση μαζί σας, γιά νά σάς εκθέσει κάποιες θέσεις καί προτάσεις της, σχετικές μέ τή θρησκευτική εκπαίδευση των παιδιων μας. Επειδή δέν έγινε δυνατή μιά συνάντησή μας, πιθανως καί εξαιτίας των γενικοτέρων δυσκολιων, τίς οποίες αντιμετωπίζει η χωρα μας, θά μάς επιτρέψετε σήμερα νά σάς υποβάλουμε μέ τό υπόμνημά μας αυτό, τίς απόψεις μας, αφού άλλωστε καί μετά τήν ψήφιση από τή Βουλή τού Ν. 3848/2010 (ΦΕΚ τ. α’ 71/19-5-2010) γιά τήν «Αναβάθμιση τού ρόλου τού εκπαιδευτικού…κλπ» , ανοίγει ο δρόμος γιά σημαντικές μεταβολές στήν παιδευτική προσπάθεια τής χωρας.
Θά είμαστε απολύτως σύντομοι καί περιεκτικοί στίς αναφορές μας, ελπίζοντας ότι πάντοτε θά υπάρχει η δυνατότητα τής άμεσης επικοινωνίας μας μαζί σας καί μέ τούς συνεργάτες σας γιά περαιτέρω ανάπτυξη και προβληματισμό.
2. Θεωρούμε ως βασικές αρχές στήν Εκπαιδευτική διαδικασία τίς οποίες οφείλουμε νά έχουμε πάντοτε κατά νού: – τήν καλλιέργεια τής πνευματικής δύναμης τού νέου καί τήν ενίσχυση των νοητικων καί πνευματικων ικανοτήτων του. -τήν καλλιέργεια τής συνείδησής του καί τήν ανάπτυξη τής ηθικής προσωπικότητάς του. -καί βεβαίως τήν καλλιέργεια καί ανάπτυξη τής σωματικής καί τής βιολογικής του υπόστασης. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες η πορεία τής ελληνικής Εκπαίδευσης φαίνεται νά υπερτονίζει τήν πρωτη απ’ τίς παραπάνω αρχές καί νά υποβαθμίζει τή δεύτερη. Οι λεγόμενες «επιστήμες τού ανθρωπου», δηλαδή τά μαθήματα πού κυρίως (όχι βέβαια αποκλειστικως) καλλιεργούν τόν «έσω άνθρωπο» καί αναπτύσσουν αξίες, τήν κοινωνική ευαισθησία, τήν εθνική, δημοκρατική καί θρησκευτική συνείδηση, ή συρρικνωνονται στό ωρολόγιο πρόγραμμα, ή αποπροσανατολίζονται στό αναλυτικό, ή αποχρωματίζονται, χάνουν τήν ουσία τους καί στοχεύουν σέ ανούσιους στόχους μέ τήν υλοποίηση των αναλυτικων προγραμμάτων, δηλαδή μέ τά διδακτικά βιβλία. Ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι όλο καί περισσότερο τά σχολεία τής εγκύκλιας μόρφωσης εγκαταλείπουν τή φροντίδα διάπλασης τού νέου ανθρωπου, τού νέου πολίτη, τού νέου Έλληνα, ως πρός τήν πνευματική, τή ψυχική του διάσταση καί ενδιαφέρονται περισσότερο νά οξύνουν τό νού του, σάν λειτουργικό όργανο λαμβανόμενο, χωρίς νά ενδιαφέρονται εξίσου γιά τό αξιολογικό καί ηθικό περιεχόμενό του. Καί φαίνεται τούτο Από τό ότι τά μαθήματα πού αποβλέπουν στό στόχο αυτό εκτείνονται κατά καιρούς καί στό ωρολόγιο πρόγραμμα καί στό αναλυτικό. Μέ τά μαθήματα τούτα προσφέρονται σήμερα στοιχεία λιγότερο χρήσιμα γιά τή ζωή καί πολύ περισσότερο γιά τίς εξετάσεις – υπηρέτηση τούτο στήν διαμορφωθείσα ήδη «ανάγκη» γιά επιστημονικές σπουδές τού συνόλου των φοιτούντων στήν Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Καί ίσως καί στήν «ανάγκη» φροντιστηριακής εκπαίδευσης, ή πιό ευγενικά «προετοιμασίας». Ακριβως όμως αυτό αποδεικνύει ότι ενδιαφερόμαστε νά διαμορφωσουμε πολίτες μέ ικανότητες, πού όμως δέν έχουν περιεχόμενο αξιων καί κοινωνικότητας. Καί βέβαια επίσης κάθε οξυδερκής παρατηρητής (αλλά σήμερα δυστυχως όχι μόνο αυτός) βλέπει ότι η κοινωνία η ελληνική τό πληρωνει τούτο.
3. Ειδικότερα γιά τό μάθημα των Θρησκευτικων (ΜτΘ), θά σημειωσουμε ότι είναι βέβαια ένα από τά κατ’ εξοχήν ανθρωπαγωγικά. Αντιμετωπίζει όμως: α) τήν απειλή τού περιορισμού του στό ωράριο , β) αλλά καί τήν πραγματοποίηση αυτής τής απειλής (στήν Επαγγελματική Εκπαίδευση καί στό Γενικό Λύκειο), γ) τή δυνατότητα απαλλαγής απ’ αυτό χωρίς αιτιολογία, καί δ) τή δυνατότητα προαιρετικής επιλογής του. Γιά όλα αυτά γίνονται ήδη από δεκαετίες συνεχείς αγωνες. Καί γράφονται πολλά παιδαγωγικά,νομικά, θρησκευτικά καί θεολογικά άρθρα γιά τήν υπεράσπιση τού μαθήματος . Έχουν εκδοθεί καί αποφάσεις σχετικές Ανωτάτων Δικαστηρίων. Παρ’ όλα αυτά, καί παρά τούς περιορισμούς πού δέχτηκε (μέ ιδιαίτερα σημαντική εκείνη τού περιορισμού των 2 ωρων σέ 1, στή Γ’ τάξη τού Γενικού Λυκείου), εμείς επιμένουμε στή 2ωρη εβδομαδιαία διδασκαλία σ’ όλες τίς τάξεις καί σ’ όλους τούς τύπους των σχολείων μας, γιά νά μήν υπάρχει διαφορά στή θρησκευτική Εκπαίδευση μεταξύ των παιδιων, ακόμα καί τής ίδιας κάποτε οικογένειας. ’λλωστε τό ποσοστό τού χρόνου διδασκαλίας τού μαθήματος στό ωρολόγιο πρόγραμμα των ελληνικων σχολείων, πού αφιερωνεται στό μάθημα βρίσκεται κάτω από τό μέσο όρο τού αντίστοιχου ευρωπαϊκού. Συγκεκριμένα η Ελλάδα καταλαμβάνει τή 13η θέση μεταξύ 19 χωρων μέ τό 4,8% τού σχολικού διδακτικού χρόνου νά διατίθεται γιά τή διδασκαλία των θρησκευτικων (Πηγή: «Education and Religion: The Paths of Tolerance», Prospects, Quarterly Review of Comparative Education. Vol. XXXIII, no. 2,p.214, June 2003, IBE, UNESCO).
Κυρία Υπουργέ,
4. Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων θά ήθελε νά προτείνει τά παρακάτω συγκεκριμένα μέτρα:
I. Γενικότερα νά δοθεί ιδιαίτερη σημασία στήν καλλιέργεια τής πνευματικής διάστασης τής προσωπικότητας των μαθητων μας, μέ τήν ιδιαίτερη προσοχή στήν διδασκαλία τωνΑνθρωπιστικων μαθημάτων, γιάΑνάπτυξη τής ηθικής, κοινωνικής, εθνικής, δημοκρατικής καί θρησκευτικής συνείδησής τους.
II. Ειδικότερα γιά τό μάθημα των Θρησκευτικων καί επειδή είναι εκείνο πού συμβάλλει καθοριστικά, περισσότερο από άλλα μαθήματα, στήν ολοκλήρωση τής προσωπικότητας των μαθητων, θά πρέπει νά αποκλειστούν: α) η προαιρετικότητα τού ΜτΘ καί η τοποθέτησή του μεταξύ των επιλεγομένων (είτε ευθέως, είτε πλαγίως). Όλα τά παιδιά έχουν δικαίωμα στή θρησκευτική διδασκαλία καί καλλιέργεια τής συνείδησής τους, καί κυρίως τό κοινωνικό σύνολο έχει τήν ανάγκη αυτή. β) η δυνατότητα τής ελεύθερης απαλλαγής απ’ τή διδασκαλία του. (Παρακάτω φαίνεται πως θά επιτευχθεί τούτο). ΙΙΙ. Τό μάθημα (ΜτΘ) απευθύνεται σέ όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές. Είναι όμως αποδεκτό ότι δέν είναι ορθό νά υποχρεωνονται νά παρακολουθούν ένα πρόγραμμα θρησκευτικής διδασκαλίας οι μαθητές πού οι οικογένειές τους είναι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθρησκοι, οι οποίοι μέχρι τωρα ζητούν κανονικήαπαλλαγή. Η απόλυτη υποχρεωτικότητα είναι άλλωστε αντίθετη στίς προβλέψεις των Διεθνων Συμβάσεων (Διεθνής Σύμβαση τής Ρωμης 4-11-1950), τίς αποφάσεις τού Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ( ΕΔΔΑ) καί στούς ισχύοντες νόμους τής Ελληνικής Πολιτείας. Συνεπως εάν κάποιοι γονείς επιθυμούν νά εκπαιδεύσουν τά παιδιά τους μέ βάση τήν ταυτότητα μιάς άλλης θρησκείας ή ομολογίας ή φιλοσοφικήςΑντίληψης, η Πολιτεία οφείλει νά σεβαστεί τήν επιλογή τους. Εξυπακούεται όμως, ότι όσοι ΑπαλλάσσονταιΑπό τό μάθημα των Θρησκευτικων, επικαλούμενοι τίς πεποιθήσεις τους, θά πρέπει νά έχουν σοβαρό καί σπουδαίο λόγο θρησκευτικής συνείδησης. Ο όρος «πεποιθήσεις», σύμφωνα μέ τή νομολογία τού ΕΔΔΑ, δέν είναι συνωνυμος μέ τίς λέξεις «γνωμες» καί «ιδέες». ως πεποιθήσεις ορίζονται οιΑντιλήψεις τούΑτόμου πού συγκεντρωνουν ένα συγκεκριμένο επαρκή βαθμό πειστικότητας, σοβαρότητας, συνοχής καί σπουδαιότητας. ( Γιάννη Κτιστάκη, Θρησκευτική Ελευθερία καί Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων τούΑνθρωπου,Αθήνα 2004, 61). Συνεπως η Πολιτεία οφείλει νά προστατεύει τό δικαίωμα των παιδιων στή μόρφωση, όταν αυτό προσβάλλεται από γονείς πού απαλλάσσουν τά παιδιά τους γιά λόγους άσχετους μέ τίς προϋποθέσεις πού αναφέραμε ( δυσαρέσκεια γιά τή βαθμολογία, διαφωνία μέ κάποιο καθηγητή, ένα μάθημα λιγότερο κλπ.).
IV. Μέ σκοπό λοιπόν νά αποφευχθούν οι προσχηματικές απαλλαγές καί νά διαμορφωθεί ένα βασικό πλαίσιο θρησκευτικής διδασκαλίας γιά όλους τούς μαθητές τής εγκύκλιας παιδείας (Α/θμιας καί Β/θμιας), προτείνουμε τά εξής:
α). Νά θεσμοθετηθεί μιά συγκεκριμένη καί αξιόπιστη διαδικασία μέ τήν οποία η διοίκηση (ο υπεύθυνος διευθυντής του σχολείου) νά ελέγχει τή σοβαρότητα των σχετικων δηλωσεων-αιτήμάτων απαλλαγής.
β). Νά διατηρηθεί τό ΜτΘ ως έχει σήμερα ως Ορθόδοξο Θεολογικό μάθημα διδασκαλίας τής πίστης καί τής παράδοσης τού Ελληνισμού καί τής Ορθοδοξίας (αυτό πού συνήθως λέγεται «ομολογιακό» καί πού περιλαμβάνει καί στοιχεία πολιτισμού, θρησκειολογίας, ηθικής κλπ.), τό οποίο θά είναι υποχρεωτικό μάθημα γιά όλους τούς μαθητές, πού ανήκουν σέ ορθόδοξες οικογένειες καθως καί γιά όσους επιθυμούν (μέ αίτησή τους) νά τό παρακολουθήσουν.
γ). Όπου συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις, όπως ο κατωτερος απαιτητός αριθμός μαθητων καί προκειμένου νά μήν υπάρχει η έννοια τής απαλλαγής (μέ λιγότερη διδακτική ύλη καί λιγότερους βαθμούς), προτείνουμε τήν εισαγωγή ενός εναλλακτικού μαθήματος πολιτιστικού μέ στοιχεία ιστορίας θρησκειων καί πολιτισμού σέ σύνδεση μέ τό θρησκευτικό φαινόμενο, καθως καί ηθικής, τό οποίο θά διδάσκονται παράλληλα, όσοι δέν παρακολουθούν τό προηγούμενο Ορθόδοξο Θεολογικό μάθημα. (Βλ. IV, ii ) . Τό μάθημα τούτο θά διδάσκεται, θά εξετάζεται καί θά βαθμολογείται κανονικά.
δ). Όπου υπάρχουν συμπαγείς ομάδες πληθυσμού διαφορετικού θρησκεύματος θά πρέπει νά εξακολουθήσουν νά διδάσκονται τά τής δικής τους θρησκευτικής πίστεως, όπως ακριβως γίνεται στά σχολεία μας μέχρι σήμερα, καί όπως επιβάλλουν κάποτε καί διεθνείς συμφωνίες.
V. Διδάσκοντες θά πρέπει νά είναι οι θεολόγοι καθηγητές του κλάδου ΠΕ01, αφού οι σπουδές τους στίς Θεολογικές Σχολές τούς καθιστούν ικανούς ( καί σέ ευρύτητα καί σέ βάθος) γιά τό έργο αυτό.
5. Όσον Αφορά στό Μάθημα των Θρησκευτικων στήν Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση προτείνουμε τά εξής: Θά πρέπει νά εφαρμοστούν τά ίδια ( κατ’αναλογίαν ) προγράμματα όπως στή Β/θμια. Επειδή όμως οι δάσκαλοι τής Α/θμιας δέν διδάχτηκαν στά Παιδαγωγικά Τμήματα των Πανεπιστημίων, ούτε διδάσκονται ακόμη καί σήμερα τό ΜτΘ. ως γνωστικό αντικείμενο καί συνεπως ούτε καί τή διδακτική του, καί ακόμη επειδή ούτε η όποια αυτομάθηση τού αντικειμένου ούτε η καλή προαίρεση των δασκάλων καλύπτουν τίς παιδευτικές απαιτήσεις, γι’ αυτό προτείνουμε: α) Νά περιληφθεί στά αναλυτικά Προγράμματα των Παιδαγωγικων Τμημάτων όλων των Πανεπιστημίων τό ΜτΘ καί η διδακτική του, καί β) Εφ’ όσον δέν καλυφθεί τό παραπάνω αίτημα, προτείνουμε τό διορισμό θεολόγων (κλ. ΠΕ01) στήν Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση γιά νά διδάσκουν αποκλειστικως, ως ειδικό, τό ΜτΘ. γ) αυτονόητο ότι δέν θά παραβλέπεται η διδασκαλία του από κανένα διδάσκοντα.
6. Κλείνοντας, θά πρέπει να προσθέσουμε δυό σημαντικά στοιχεία:
α) Η πορεία τού μαθήματος κατά τίς τελευταίες δεκαετίες αποδεικνύει ότι αυτό ανταποκρίνεται στίς παιδευτικές ανάγκες τής ελληνικής κοινωνίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στό σύνολο των 1.200.000 μαθητων τής Πρωτοβάθμιας καί Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, μεταξύ των οποίων οι 130.000 είναι αλλοδαποί, οι απαλλαγές από το μάθημα κυμαίνονται κατά τό σχολ. έτος 2008-2009 σέ ποσοστά κάτω τού 1%. Τά στοιχεία αυτά δείχνουν τήν αποδοχή τού μαθήματος, τή συμβολή του στή μείωση των αντιθέσεων καί στήν ειρηνική συνύπαρξη προσωπων μέ διαφορετική καταγωγή καί πίστη.
β) Όλα τά παιδιά έχουν δικαίωμα στή θρησκευτική διδασκαλία καί καλλιέργεια τής συνείδησής τους, καί τό έχει κυρίως τό κοινωνικό σύνολο. Γιά τό λόγο αυτό, σέ ενδεχόμενη αλλαγή τής δομής τού Λυκείου, μέ τήν καθιέρωση μικρού αριθμού υποχρεωτικων μαθημάτων καί πολλων επιλεγομένων, τό μάθημά μας θά πρέπει νά συγκαταλέγεται στά υποχρεωτικά, όπως άλλωστε συμβαίνει σέ πολλές ευρωπαϊκές χωρες μέ παρόμοια διάρθρωση τής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης .
Γιά τό Διοικητικό Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
Mάρκος Ορφανός , Ομότ. Kαθηγητης Πανεπιστημίου
Ο Αντιπρόεδρος
Ηλίας Φραγκόπουλος, τ. Προϊστάμενος Γραφείου Δ.Ε.
Ο Γεν. Γραμματέας
Ηλίας Δ. Mπάκος ,Δρ Θεολόγος-Φιλόλογος
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.