kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

«Πως βλέπεις τον Ιησούν Χριστόν;»

Συγγραφέας: kantonopou στις 15 Ιανουαρίου, 2010

ix9.jpg Κάποτε ο Κύριος ερώτησε τους μαθητάς του: «Πως άραγε με βλέπει ο κόσμος;» (Ματθ. 16,13). Και όταν οι μαθηταί τον επληροφόρησαν ότι οι άνθρωποι έχουν διαφορετικές γνώμες για το πρόσωπό Του, τους ξαναρώτησε: «εσείς πως με βλέπετε, τι γνώμη έχετε για μένα;» (ενθ΄ ανωτ.).

Ιδού ένα καίριο ερώτημα, που τίθεται μπροστά στον κάθε άνθρωπο: «εσύ πως βλέπεις τον Χριστό;». Είναι αλήθεια ότι, δια μέσου των αιώνων, πάρα πολλοί είναι αυτοί που εζήτησαν να δουν τον Ιησού «τις εστι», όπως ακριβώς ζητούσε και ο Ζακχαίος, ο αρχιτελώνης της Ιεριχούς (Λουκ. 19, 1-10). Όμως πολλοί τον είδαν μέσα από την οπτική γωνία του εαυτού τους, ανάλογα με τα γυαλιά που φορούσε ο εσωτερικός τους κόσμος.

Μερικοί τον είδαν σαν ένα μεγάλο φιλόσοφο και δάσκαλο («ραββί»), δίπλα στον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τόσους άλλους, παραδεχόμενοι ότι «ουδέποτε ούτως ελάλησεν άνθρωπος, ως ούτος ο άνθρωπος». Άλλοι τον είδαν σαν ένα μεγάλο μύστη και αρχηγό μιας νέας θρησκείας, όπως ο Βούδας, ο Μωάμεθ, ο Κομφούκιος κ.α. Και άλλοι απλώς σαν ένα κοινωνικό επαναστάτη και αναμορφωτή με σύνθημα το: «αγαπάτε αλλήλους». Αλλά όλες αυτές οι «οπτικές γωνίες» είναι λανθασμένες και μονομερείς. Είναι παραμορφωτικές του αληθινού Του προσώπου. Όχι, διότι ο Χριστός δεν είναι και όλα τα πάρα πάνω. Όμως όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, δεν εξαντλούν το μυστήριό Του, διότι τον παρουσιάζουν απλώς ως έναν άνθρωπο. Επί πλέον, αν ο Χριστός είναι μόνον άνθρωπος, οι ιδιότητές του αυτές, δεν προσφέρουν τίποτε το ουσιαστικό στην ανθρωπότητα, δεν σώζουν!

Αν ο κάθε άνθρωπος που ζητάει να γνωρίσει τον Ιησούν, τελικά γνωρίζει ένα απλό ιστορικό πρόσωπο και τίποτε περισσότερο, νομίζει κανείς ότι δεν αξίζει και τόσο να αναζητή και να θέλη επιμόνως να τον «ιδή». Ο Ιησούς είναι κάτι ασυλλήπτως περισσότερο από αυτά: Είναι ο ενανθρωπήσας Θεός! Αυτός που «ήλθε ζητήσαι και σώσαι το απολωλός» (Λουκ. 19,10). Και έτσι πρέπει να τον δη κανείς.

Ένας Κινέζος, που είχε πιστεύση στον Χριστό, διηγείται ότι, προτού να τον γνωρίση, έψαχνε να βρη την λύτρωσι στα συστήματα και τις θρησκείες του κόσμου. Σε κάποια στιγμή είδε τον εαυτό του σα να βρισκόταν σε ένα βαθύ βάραθρο, χωρίς ελπίδα εξόδου από αυτό. Στις απεγνωσμένες φωνές και προσπάθειές του να βγη από εκεί μόνος, του φάνηκε πως κάποιος περαστικός τον άκουσε και σκύβοντας στον λάκκο τον είδε. Τον συμπόνεσε, αλλά του δήλωσε ότι δεν μπορεί να τον βοηθήση γιατί ο λάκκος είναι βαθύς. Αυτός, λέει, ήταν ο Μωάμεθ. Ύστερα από λίγο πέρασε κάποιος με γελαστό και στρογγυλό πρόσωπο. Έσκυψε, τον είδε και του είπε: «Μη στεναχωρήσαι, κάθησαι εκεί που είσαι και κάνε υπομονή». Αυτός ήταν ο Βούδδας. Κατόπιν είδα, λέει, κάποιον κιτρινωπό με μούσι. Αυτός, όταν είδε την κατάστασί μου, κούνησε το κεφάλι του και είπε: «ποιός ξέρει τι έχεις κάνει και τώρα δικαίως τιμωρήσαι». Αυτός μάλλον ήταν ο Κομφούκιος. Έτσι, η απελπισία του μεγάλωνε και οι κραυγές του έφθαναν ως τον ουρανό. Ώσπου κάποια στιγμή βλέπω μια γλυκιά μορφή να σκύβη προς εμένα. Κατάλαβε τι είχα πάθει και τι τώρα ζητούσα. Χωρίς να πη πολλά λόγια κατέβηκε ο ίδιος σιγά σιγά στο βάραθρο και σηκώνοντάς με στους ώμους Του, με έβγαλε στο φως! Με ασπάσθηκε και μου είπε: «Πρόσεχε να μη ξαναπέσης»! Αυτός ήταν ο Ιησούς Χριστός, ο σωτήρας μου. Αυτή η διήγησις μας θυμίζει βέβαια και την παραβολή του Καλού Σαμαρείτου, όπου, εν τω προσώπω του, διαζωγραφείται η αγάπη του Χριστού προς τον παραπεσόντα άνθρωπο (Λουκ. 10, 30-37).

Ο Χριστός λοιπόν είναι αυτός που μπορεί να ανασύρη τον άνθρωπο από τον λάκκο της απωλείας. Να τον θεραπεύση από τα τραύματα της αμαρτίας. Να τον αναστήση από τη φθορά και τον θάνατο, χαρίζοντάς του ειρήνη, χαρά και αιώνια ζωή. Αν δη κανείς έτσι τον Χριστό, έτσι τον αναζητήση και έτσι τον πλησιάση, τότε θα καταλάβη ότι είναι ο μοναδικός, ο ανεπανάληπτος και αναντικατάστατος Σωτήρας του.

Αυτόν τον Χριστό όμως, μόνο μέσα στο Ευαγγέλιό Του και μέσα στην Εκκλησία Του μπορεί κανείς να τον συναντήση και να τον γνωρίση. Πουθενά αλλού! Και κάτι ακόμη πιο σπουδαίο: Αυτός ο Χριστός τελικά δεν ανακαλύπτεται, αλλά αποκαλύπτεται και φανερώνεται στους εκζητούντας Αυτόν εν πίστει και μετανοία. Όταν ερώτησε τους μαθητάς Του: «ποιός νομίζετε ότι είμαι», ο Πέτρος εξ ονόματος και των άλλων, προέβη σε μια συγκλονιστική ομολογία: «Συ ει ο Χριστός, ο υιός του Θεού του ζώντος». Για να ακούση από το ίδιο το στόμα του Χριστού αυτή τη μοναδική αλήθεια: «Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι, αλλ΄ ο πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς» (Ματθ. 16, 1-17). Αντιθέτως: στους απίστους και αμαρτωλούς ο Χριστός μένει κρυμμένος. Είναι ένας … γρίφος και ένα αίνιγμα!

Οι δύο μαθηταί, Λουκάς και Κλεώπας, είχαν μαζί τους συμπορευόμενο τον Κύριο, στην πορεία τους από Ιερουσαλήμ προς Εμμαούς και επί μία σχεδόν ημέρα συνωμιλούσαν με Αυτόν, χωρίς να τον αναγνωρίσουν. Είχαν το κάλυμμα των παθών στην καρδιά τους. Τους απεκαλύφθη όμως ο Κύριος «εν τη κλάσει του άρτου» και τότε «διηνοίχθησαν αυτών οι οφθαλμοί και επέγνωσαν αυτόν», αφού προηγουμένως τους είχε «διανοίξη Αυτός τον νουν του συνιέναι τας γραφάς»! (Λουκ. 24, 13-32).

Ας παρακαλούμε λοιπόν τον Κύριο να μας «αποκαλυφθή», ανοίγοντας και τα δικά μας μάτια της ψυχής. Ο Ιώβ κάπου λέγει: «Κύριε, προ της δοκιμασίας μου, άκουγα μόνο με τα αυτιά μου για Σένα· όταν όμως με επισκέφθηκες με τις θλίψεις, τα μάτια μου σε είδαν» (Ιώβ 42,5). Άλλο λοιπόν να «ακούς» για τον Χριστό και άλλο να τον «βλέπης»! Όπως είπε και ο Προφήτης «ακοή ακούσετε και ου μη συνήτε και βλέποντες βλέψετε και ου μη ίδητε»(Ματθ. 13,14).

Αρχιμ. ΑΘΗΝ. ΚΑΡΑΜΑΝΤΖΑΝΗΣ

Πηγή:http://www.imsamou.gr

Αφήστε μια απάντηση