Το αίτημα
Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Ιανουαρίου, 2010
…Οι άνθρωποι των δικών μας καιρών, σε μια πλειοψηφία τόσο μεγάλη όση δεν γνώρισαν ίσως άλλοι καιροί, έχουν ξεφύγει από την αληθινή τους θέση, έχουν συστηματικά και ενσυνείδητα -αυτό είναι η δεινή τους βλασφημία- καταστρατηγήσει τους νόμους που πρόβλεπαν και καθόριζαν τα όρια των κινήσεων τους, την πολιτεία τους, τα όνειρά τους, τις επιδιώξεις τους. Έχουν απιστήσει στη βαθύτατα αγαθή τους φύση, έχουν περιφρονήσει και καταπατήσει κάθε ευγενική κι αφιλοκερδή τους έφεση, αμάρτησαν όχι από αδυναμία, οπότε και η συγχώρεση και η επιστροφή είναι εύκολες -αλλά από θέληση κι από δύναμη. Κυνήγησαν την αμαρτία επειδή ακριβώς, ήξεραν πως είναι η αμαρτία. Γι’ αυτό και η ζωή τους ερειπώθηκε, γι’ αυτό και η φύση τους ξέπεσε προς την κτηνωδία, γι’ αυτό έχασαν την υπόληψή τους μέσα στο σύμπαν.
Φανερό πως νιώθουμε και πιστεύουμε την εποχή μας, ως εποχή ηθικά ανισόρροπη, απανθρώπινη, γεμάτη από μέριμνες του χώματος, της φθοράς, ηθικά ξεπεσμένη. Γιατί όταν ο άνθρωπος χάνει την ιερότητα και τη μοναδικότητά του και ξεπέφτει, μαζί του ξεπέφτει και η εποχή. Ο άνθρωπος σήμερα έγινε ανυπόληπτος. Και η ενοχή γι’ αυτό τον ξεπεσμό είναι δική του. Γιατί αποκόπηκε από την Πηγή εκείνη απ’ όπου αντλούσε και δύναμη πνευματική, κι εμπνεύσεις ζωής, και ειλικρίνεια, και καθαρότητα, και υψηλοφροσύνη. Από την Πηγή εκείνη που του πρόσφερε αδιάκοπα το χρίσμα του ιερού, του μοναδικού, του αιώνιου. Από το Θεό.
Ο Θεός λείπει από την εποχή μας και γι’ αυτό απουσιάζουν και οι άνθρωποι. Απ’ Εκείνον αντλούν οι άνθρωποι το κύρος τους, δια μέσου Εκείνου αποκαλύπτουν μέσα τους τα σκιρτήματα της ψυχής, της αιωνιότητας, αυτή την ψυχή διαβλέπουν πάντα και στο διπλανό τους κι αποκτούν τη δύναμη ν’ αγαπούν και να συγχωρούν.
Ο Θεός είναι ο μοναδικός συνεκτικός δεσμός όχι μονάχα της κοινωνικής ζωής, αλλά και της ατομικής ζωής. Σήμερα, και κοινωνία και άτομο, φθείρονται και διαλύονται. Όλα καλύπτονται από μια παχυλή ανευθυνότητα που φέρνει την αποκτήνωση, την σκληροκαρδία, την μανία του συμφέροντος, που εξαφανίζει τους ηθικούς δισταγμούς και που πληγώνει θανάσιμα τον Άνθρωπο.
Ο ουρανός έχει σκοτιστεί από πενιχρές μέριμνες, η ατμόσφαιρα της ζωής πηχτή από βρωμερές ηθικές αναθυμιάσεις κι ο ένας μετά τον άλλο, πολλοί άνθρωποι που σ’ αυτούς πιστέψαμε, πέφτουν και συντρίβονται. Γιατί δεν στέκεται ο Άνθρωπος όρθιος, αν δεν ξαναπιστέψει απόλυτα στο Θεό και δεν ξανασυνάψει μ’ Αυτόν σχέσεις αρμονικές. Αυτή η αρμονία λείπει από τη ζωή γι’ αυτό μας έγινε ακατανόητη. Και μια ζωή ακατανόητη, φέρνει ρίγος, φέρνει τρόμο, φέρνει άγχος. Αλλά ο άνθρωπος, σε κάθε βέβαια εποχή, περισσότερο όμως σήμερα, αναζητεί, διψά για γαλήνη, λαχταρά να εμπιστευθεί τον εαυτό του σε κάποιον που να τον κρατήσει όρθιο και να τον ξαναπεριβάλει με την πορφύρα του σεβασμού, της ιερότητας. Στηριγμένος στις ατομικές του δυνάμεις εξαφανίστηκε, κομματιάστηκε.
Το αίτημα της εποχής για μας τους Έλληνες εμφανίζεται πιο συγκεκριμένο και πιο οξύ. Για μας και η αναστήλωση του ανθρώπου και η επανασύνδεση των σχέσεών του με το Θεό δια της πίστης παρουσιάζονται σύνθετα στο αίτημα της στιγμής: να ζήσουμε Νεοελληνικά.
Αυτό το αίτημα συγκεφαλαιώνει όλη την ιστορική μοίρα του Έθνους μας και καταδείχνει την αποστολή του μέσα στο σημερινό κόσμο. Είναι ένα αίτημα επίμονο, γνησιότητας, καθαρότητας και δυναμισμού της φυλής, Ένα αίτημα υψηλοφροσύνης και πνευματικότητας των Ελλήνων. Είναι το αίτημα να ζωοποιηθεί την παρούσα στιγμή, μέσα στον οργανισμό του έθνους και μέσα στη προσωπική ζωή του καθενός το παρελθόν μας και να γίνει το ακρογωνιαίο λιθάρι στο νέο κόσμο που μέσα σε οργιώδη ζάλη συντίθεται στις μέρες μας. Είναι ακόμη ένα αίτημα που οδηγεί είτε στην θριαμβευτική επιβίωση είτε στον αφανισμό της φυλής μας.
Αυτό είναι το αίτημα πια, αίτημα εποχής, κρίσιμο, μοναδικό: να ξαναβρεθεί ο Θεός για να ξαναβρεθούν και οι Άνθρωποι. Τότε μέσα από αυτές τις φοβερές, βαρείες σκιές θα ξεπεταχτεί το φως του Αιώνιου και η ζωή θα ξαναποκτήσει νόημα και ισορροπία. Τότε η κρίση θα περάσει, και τότε ο πολιτισμός μας που κινδυνεύει στο χείλος του θανάτου του, θα ξαναβρεί την πορεία του, τον εξελικτικό παλμό του, τον φυσιολογικό του σφυγμό. Όχι, δεν είναι ακόμη αργά. Ίσως όμως είναι η δωδέκατη ώρα.
(Κώστα Ε. Τσιρόπουλου, «Δοκίμια Ευθύνης». Εκδ. οίκος «Αστήρ», Αθήνα 1969)
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.