kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Η Εκκλησία υπάρχει ως δύναμη ζωής για την σωτήρια του κόσμου

Συγγραφέας: kantonopou στις 21 Ιουλίου, 2009

op1.jpgΜε θαυμαστή διάκριση και πνευματική αντοχή ο σύγχρονος Σέρβος ομολογητής, αείμνηστος π. Ιουστίνος Πόποβιτς θα σημειώσει: «τα προβλήματα της κοινωνίας, όταν συνοψισθούν εις τα βασικά τους στοιχεία, δεν είναι παρά το πρόβλημα του ανθρώπου, που πολλαπλασιάζεται με τον αριθμό όλων των ατόμων εκ των οποίων αποτελείται η κοινωνία. Εκείνος που θα λύσει το πρόβλημα του ανθρώπου, θα έχει λύση και το πρόβλημα της κοινωνίας, της κάθε κοινωνίας, από την πλέον πολυάριθμον έως την πλέον ολιγάριθμον, από την οικογένειαν έως την ανθρωπότητα» (Αρχιμ. Ιουστ. Πόποβιτς, Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 167-168).

Κι οι νέοι σήμερα, σ’ όποια εκρηκτικά χαρακώματα και αν βρίσκονται, περιφέρουν την αλήθεια, έστω σκονισμένα. Σίγουρα πάντως την «αλήθεια», που εμείς οι μεγάλοι θελήσαμε να δώσουμε στην ζωή τους.

Θα πρέπει, βέβαια, να επισημάνουμε και τούτο: Οι εκρηκτικές και αφορμάριστες, από τον δυναμισμό της λογικής, αντιδράσεις των σύγχρονων νέων μας, στον ατίθασο καθωσπρεπισμό, το αλόγιστο βόλεμα, την άτεγκτη θέληση και τον πληθωρικό ετσιθελισμό των μεγάλων, δεν αποτελούν υποχρεωτικά πεισματική άρνηση και απόλυτη απόσταση ασφάλειας από την φθοροποιό ψυχοσωματική απονεύρωση, που μεταφέρει πάνω στο πονεμένο τους κορμί αυτός ο κόσμος κι έρχεται, συχνά πεισματικά, ν’ αποθέσει πάνω στις έντρομες ράχες της απορρημένης σύγχρονης κοινωνίας.

Στις επιλογές τους οι νέοι μας αντιδρούν δυναμικά, γιατί τους πνίγει ο αφόρητος βρόγχος της υποκρισίας και τους στραγγίζει ψυχικά το αιμορραγικό σύνδρομο της πνευματικής κενότητος, που σαν περίτεχνο «δώρο ζωής» με την άστοχη ζωή μας, τους εφοδιάσαμε οι μεγάλοι. Είναι νέοι και βιάζονται. Θέλουν ν’ αλλάξουν τον κόσμο. Και να τον αλλάξουν τώρα. Έτσι το ξέσπασμα είναι, πολλές φορές, σκληρό και ακέφαλο. Μήπως η λογική της φθοράς, που διακινείται τόσο επιπόλαια από τους μεγάλους έχει ευαισθησία, διαθέτει πόνο και διακριτικότητα; Η κοινωνική πραγματικότητα δείχνει πως επιμένει σταθερά η φθορά να λειαίνει το πετρώδες έδαφος της ανθρώπινης καρδιάς και να διαβρώνει τους βασικούς ιστούς ζωής τα περίφημα και ζωηφόρα καρδιακά αγγεία.

Σ’ αυτή λοιπόν, την πολύμορφα δυναμική και δυναμικά καταλυτική κρίση, που σαν ωστικό κύμα αγγίζει την ζωή των νέων μας, υψώνει η Εκκλησία μας την δική της ζωηφόρα παρουσία. Εκκλησία, εξάλλου, δεν είναι κάτι το νεφελώδες, το αφηρημένο, το άριζο και το άπιαστο για τον άνθρωπο. Είναι ο ζωντανός Χριστός, που αδιάκοπα περπατάει μέσα στην εξαγριωμένη καθημερινότητα – «χθες και σήμερον ο Αυτός και εις του αιώνας» – εξοπλίζοντας τους «αναζητητές» με την αμάραντη αγάπη και την αρρύπωτη ελευθερία Του.

 Κι όπως παρατηρεί, εύστοχα και βαθυβιωματικά, ο σεβαστός γέροντας π. Χριστόδουλος, ηγούμενος της Σεβασμίας Μονής Κουτλουμασίου, προλογίζοντας το θαυμάσιο και πολύτιμο δίτομο συλλογικό έργο «Ορθοδοξία – Ελληνισμός», έκδοση Ιεράς Μονής Κουτλουμασίου, «η απάντηση της Ορθοδοξίας στα σημερινά αδιέξοδα είναι το ίδιο το ήθος ασκητικό, κοινοβιακό, ευχαριστιακό, ήθος μετάνοιας και προσευχής, ήθος ευθύνης στη βάση της κοινωνίας με τον Θεόν «πρόσωπον προς πρόσωπον» (Α’ Κορ. 13,12). Η Ορθοδοξία δεν προσφέρει έτοιμες συνταγές, αλλά αποτελεί πρόταση ζωής με άξονα την αγάπη» (Β’ έκδ., Α’ τόμος, σελ.16).

Παρατηρεί χαρακτηριστικά ο γνωστός θεολόγος Ολιβιέ Κλεμάν: «η Εκκλησία δεν είναι λέσχη για οργανωμένα μεταθανάτια ταξίδια πρώτης θέσεως. Η Εκκλησία υπάρχει ως δύναμη ζωής για την σωτήρια του κόσμου». Είναι το τέλειο όργανο άφθαρτης αιμοδοσίας, για να ζήσει ο άνθρωπος και να διασωθεί ο κόσμος από την εξαλλοσύνη της φθοράς. Γι’ αυτό πολύ σωστά επισημάνθηκε: «ολόκληρη η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα στην Εκκλησία» (Ολ. Κλεμάν).

Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν εισβάλλει εξουσιαστικά και καταλυτικά στις ερμητικά «κλειστές πόρτες» των νεανικών ψυχών. Σέβεται την ανθρώπινη προσωπικότητα. Αποδέχεται το νεανικό αυθορμητισμό? τον πόνο για την καθαρότητα της σκέψης και την αγωνία για το αμόλυντο της καρδιάς. Κι εκεί, στις αθέατες κορυφογραμμές των αναζητήσεων, όπου σμίγουν οι αγωνίες που έρχονται από διαφορετικούς δρόμους, όπου η ελευθερία, σαν ένθεος σπινθηρισμός ζωής γονιμοποιεί την ελπίδα, η Εκκλησία στέλνει τα ζωηφόρα βέλη της θείας αγάπης. Διοχετεύει τον υγροποιημένο πόνο της ελευθερίας της, σαν άτυπο δόλωμα αθόλωτης ζωής, για να «συλλάβει» τον αναζητητή. Να τον ανασύρει από τα αβυσσαλέα χάσματα των προσωπικών του ψυχικών κραδασμών και να τον επαναφέρει στον λυτρωτικό και αγιασμένο χώρο των ευλογημένων «παιδιών του Θεού».

Ίσως, βέβαια, να «πληθαίνουν γύρω μας οι παράξενες ψυχές που ο Χριστιανισμός δεν μπορεί να τους ικανοποιήσει και να θεωρείται ως γηρασμένος και ξεπερασμένος.Αυτός όμως ο Χριστιανισμός τον οποίον προϋποθέτουν όλοι αυτοί είναι ένα θλιβερό κακέκτυπο, μια παρεξηγημένη αντίληψη, για την οποία ίσως ευθυνόμεθα όλοι όσοι θέλουμε επίσημα να τον εκπροσωπούμε. Συζήτηση στο θέμα αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν συμφωνήσουμε στη μοναδική βάση ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι θρησκεία, δεν έχει καμία σχέση με τα θρησκευτικά σχήματα που δημιουργήθηκαν από κοινωνική σκοπιμότητα ή ψυχολογική προδιάθεση. Ο Χριστιανισμός είναι Εκκλησία. Και όταν λέμε Εκκλησία, δεν εννοούμε φυσικά το διοικητικό μηχανισμό ή τα κτίρια, αλλά το μυστικό σώμα των πιστών, στο οποίο πραγματοποιείται το γεγονός της απολυτρώσεως, της «καινής κτίσεως», μια καινούργια δημιουργία, με αφετηρία το νέο γενάρχη της Χάριτος, τον Ιησού Χριστό. Ο Χριστιανισμός – Εκκλησία είναι η παρεμβολή της αιωνιότητος μέσα στο χρόνο, προσωπική κοινωνία με τον Ζώντα εν σαρκί Θεό, τον Ιησού Χριστόν, και δοκιμασία της υπάρξεως στο χώρο της πάλης αμαρτίας και Χάριτος, για να επιτευχθεί τελικά η πραγματικότητα της θεώσεως του ανθρώπου» (Χρ. Γιανναράς, Εποχές, 1964, σελ. 47).

Περιφέρεται ο Χριστός μέσα σ’ αυτή την δύσκολη κοινωνία προκαλώντας τον κάθε νέο σε αναστάσιμες οδοιπορίες. Ενώ ταυτόχρονα ανοίγει πνευματικά χαρακώματα, τα οποία με την ζωοποιό Χάρη του Αγίου Πνεύματος, μεταβάλλονται σε θαυμαστά λίκνα ζωής, σε κιβωτό ελπίδος, αναχώματα ελευθερίας, πνευματικά , ηθικά «χρηματιστήρια». Έτσι όχι μονάχα διασώζεται ο νέος από τον προκλητικό κατακλυσμό του θανάτου, αλλά ταυτόχρονα εμπλουτίζεται, ενισχύεται, τονώνεται από την αμάραντη δύναμη της Ζωής τον Ιησού Χριστό. Χριστοποιείται με την μυστηριακή ζωή, με αποτέλεσμα να φωτίζεται ο νους? να ζεσταίνεται η καρδιά να χαριτώνεται και να πολιτογραφείται μέσα στην αειθαλή αυτή κοινωνία της θεώσεως, δηλαδή στην Εκκλησία. Δηλαδή «μορφώνεται» (Γαλ. 4,19).

Από εδώ και πέρα ο ορίζοντας της ψυχής παραμένει αθόλωτος και διαυγής.

Η δροσιστική Χάρη του Αγίου Πνεύματος και η παρουσία του Χριστού σπάζουν τα εφιαλτικά δεσμά της αστοχίας. Συντρίβουν τις αλυσίδες, που η ασυγκράτητη λογική της κοσμικότητος τους αιχμαλώτισε. Μια βαθύτατη αλλοίωση, υπέρλογη μεταμόρφωση αρχίζει να ροδίζει μέσα στον μέχρι τότε σκοτεινό ουρανό της νεανικής ύπαρξης. Αιματώνεται πια με το πλουτοφόρο αίμα της ελπίδος, της ελευθερίας και της αγάπης. Ενώ ταυτόχρονα βιώνει την ελευθερία του Χριστού, σαν ολόφλογη λυτρωτική δύναμη. Με υπομονή και σταθερότητα πλέον χτίζει την προσωπικότητά του. «Τίποτα στον κόσμο», υποστηρίζει ο Ντέιλι Πλάνετ Αλμανακ, «δεν μπορεί να αντικαταστήσει την επιμονή. Ούτε το ταλέντο, αμέτρητοι είναι οι αποτυχημένοι με ταλέντο. Ούτε η μεγαλοφυΐα, η παραγνωρισμένη μεγαλοφυΐα είναι παροιμιώδης. Ούτε η μόρφωση, ο κόσμος είναι γεμάτος με μορφωμένα ναυάγια. Μόνον η επιμονή και η Αποφασιστικότητα είναι Παντοδύναμος».

 Ήλθε, λοιπόν, η ώρα της Εκκλησίας. Η ώρα του Θεού. Δεν μπορούμε πια να κινούμαστε στην πολυτέλεια της ασυδοσίας και να γενόμαστε καθημερινά το πικρό ποτήρι της αστοχίας στην ζωή μας. Τώρα πια ισχύουν τα λόγια της Άννας Λάντερς, «αποδέξου την αναποδιά σαν ένα αναπόφευκτο μέρος της ζωής και, όταν έρθει, κράτα το κεφάλι σου ψηλά, κοίταξέ την κατάματα και πες: θα γίνω δυνατότερη από σένα. Δεν μπορείς να με νικήσεις».Η Εκκλησία μας, σαν Θεανθρωπότητα, την έσχατη τούτη ώρα, που ο κόσμος αισθάνεται τους τριγμούς ενός θλιβερού θανάτου, παρεμβαίνει λυτρωτικά και μεταμορφωτικά στην ζωή και τον άνθρωπο. Επιμένει να σχίζει το πέπλο της αστοχίας και της πνευματικής αδιαφορίας, που δημιουργούν ασφυξιογόνο ιστό στην ζωή και ταυτόχρονα προσφέρει την φλογισμένη, την αιμάτινη μαρτυρία της αγάπης και την ζωηφόρα πνοή της ελευθερίας της. Στέλνει, μέσα από την αστήρευτη πηγή της μυστηριακής της ζωής την δυναμογόνο Χάρη της Αγίας Τριάδος, για να φωτίζει, να ενισχύει και να λογικεύει τον ανίσχυρο νέο.

Η Εκκλησία μας διαθέτει έναν αγέραστα συγκλονιστικό δυναμισμό. Που ελευθερώνει την ύπαρξη από τα ατίθασα και οδυνηρά δονίσματα του άστατου παραλογισμού και ανθίζει το θείο δώρο της ελευθερίας στην ψυχοσωματική υπόσταση του νέου. Είναι η μετάνοια, που λειτουργεί σαν οπλισμός αντοχής και προστατευτικό ανάχωμα ελευθερίας μέσα στην ταραγμένη νεανική ύπαρξη.Το είπε τόσον καθαρά ο ιερός Χρυσόστομος: «ουδέποτε έχομε αναψυχή στον παρόντα βίο, αλλά συνεχή αγώνα, για να γίνει και το στεφάνι λαμπρό» (Ε.Π. 47, 453).

Πρωτοπρεσβύτερος ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΖΑΜΠΕΛΗΣ

Αφήστε μια απάντηση