ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
Συγγραφέας: kantonopou στις 18 Ιανουαρίου, 2009
Τα παιδιά της πατρίδας μας τις πιο πίσω δεκαετίες κι εκατονταετίες, τότε που ο Τούρκικος κλοιός ασφυκτικά έσφιγγε το λαιμό τους και σκορπούσε το θάνατο, έφευγαν από τον τόπο και τα σπίτια τους πασχίζοντας να βρουν δουλειά, εξασφαλίζοντας μονάχα ύπνο και φαΐ. Για να κρατήσουν κάτι στη μπάντα ή να στείλουν στα ορφανά που έμεναν πίσω στα πάτρια εδάφη, λόγος δε γίνεται.
Το παλικάρι που σαν σήμερα μαρτύρησε και άγιασε, ανάσανε στο Τσούρχλι Γρεβενών και έσβησε στα Γιάννινα. Πήρε την πρώτη του αναπνοή εκεί και την τελευταία του εδώ. Μα εδώ εξακολουθεί ν αναπνέει, να μας επισκέπτεται να μας παρηγορεί και να μας ανακουφίζει γιατί είναι άγιος, μα συνάμα είναι και Πολιούχος της πόλης μας, την οποία προστατεύει από κάθε επιδρομή και επιβολή του εχθρού.
Μαρτύρησε το 1838 στις 17 Γενάρη. Τότε που το τούρκικο στοιχείο είχε ριζώσει στα Γιάννινα και είχε στήσει σ΄ αυτά το πασαλίκι του ο Ρεσίτ-πασάς, γνωστός από την ιστορία σαν Κιουταχής. Κάποια στιγμή που αυτός αναγκάστηκε να μετακινηθεί προς νότο για την καταστολή της εκεί επανάστασης άφησε στη θέση του στα Γιάννινα, το γιο του Εμίν-πασά.
Σ΄ αυτή τη δύσκολη αποστολή, σ΄ αυτή την αναχώρηση δεν άφησε το γιο του μοναχό στα Γιάννινα, αλλά ο ίδιος θέλοντας να του εξασφαλίσει άξιο βοηθό και σύμβουλο, τον εμπιστεύτηκε στα χέρια του ικανότατου αξιωματικού του Αβδουλλάχ. Ο αξιωματικός αυτός, όπως μας πληροφορεί ο Δ. Σαλαμάγκας, δεν ήταν μόνο άνθρωπος θεοσεβής και καλόψυχος, αλλά σοβαρός, συγκρατημένος και τυπικότατος στα στρατιωτικά και θρησκευτικά του καθήκοντα.
Ο?Αβδουλλάχ είχε στη δούλεψή του ένα όμορφο, ψηλόλιγνο παλλικάρι, το Χασάν, κι αυτός ο στρατιωτικός είχε το προσόν ν΄ αγαπά, να βοηθά και να υπερασπίζεται τους υπηρέτες του. Το ψηλόλιγνο παλλικάρι είχε καταλάβει πως το αφεντικό του ταίριαζε στο δικό του χαρακτήρα και δε δίστασε να ομολογήσει σ΄ αυτόν πρώτα, την πίστη και την εθνικότητά του. Και με λέξεις απλές και λιτές, χωρίς περιστροφές και δικαιολογίες, λέξεις ζεστές και παθιασμένος απ΄ τη βαθειά του πίστη είπε: «Είμαι χριστιανός, χριστιανός γεννήθηκα και χριστιανός θα πεθάνω. Με λένε Γιώργο κι επειδή από τα 13 του έπιασα δουλειά στους Τούρκους αξιωματικούς, με φωνάζουν Χασάν».
Τα παραπάνω λόγια έδειξαν ότι το παιδί ήταν πράο και ταπεινό στην καρδιά, άκακο, άφοβο, ατρόμητο, απλό και «φύσει ολιγόλογος». Φανέρωσαν και υπογράμμισαν το χαρακτήρα, την ταυτότητα, την προέλευση και πάνω απ΄ όλα την πίστη του. Με σκυμμένο το κεφάλι περίμενε την καταδίκη του κι αναλογίζονταν αν θα εξακολουθούσε να έχει ένα κρεβάτι κι ένα πιάτο φαΐ από τη δούλεψή του. Οι στιγμές της σιωπής μάκραιναν κι τα πόδια του έτρεμαν αναμένοντας την καταδίκη. Μα η απάντηση ήρθε να δώσει βάλσαμο παρηγοριάς στη βασανισμένη του ψυχούλα κι ένοιωσε πάραυτα ευγνωμοσύνη για τη στάση του άθρησκου αφεντικού του.
Ο?Τούρκος απάντησε κι αυτός με λόγια απλά και λιτά, αλλά καλοσυνάτα: «Μείνε στη δούλεψή μου, μα θα σε φωνάζω Χασάν».
Ο?Γεώργιος είδε τον πέλεκυ ν΄ απομακρύνεται και δόξασε το Θεό, μα συνάμα δούλεψε χωρίς σταματημό το πονόψυχο αφεντικό του. Μα μόλις τέλειωνε την ανατεθείσα σ΄ αυτόν εργασία έτρεχε κρυφά στην εκκλησιά να προσευχηθεί και ν΄ ανάψει κερί στην Παναγιά, η οποία του τα «έφερε τόσο δεξιά». Και το Γενάρη του 1836 «ο δούλος του Θεού Γεώργιος ενυμφεύθη τη δούλη του Θεού Ελένη» στον Άγιο Νικόλαο Κοπάνων. Το γεγονός αυτό υπήρξε η αφορμή για τον αφανισμό του. Δεν μπόρεσαν να χωνέψουν οι Τούρκοι το πώς σεϊτζής Τούρκου αξιωματικού παντρεύτηκε χριστιανή και θεώρησαν τούτο προσβολή στο Μωάμεθ.
Η υπόθεση σύντομα και μανιασμένα έφθασε στον Κατή (ιεροδικαστή) κι εκεί ο Γεώργιος ομολόγησε με παρρησία «ποτέ δεν υπήρξα Τούρκος» κι έκανε το σημείο του σταυρού. Ο?Γεώργιος, όπως αναφέρεται, ήταν ολιγόλογος και δεν είπε κάτι περιττό που θα μπορούσε να στηρίξει βαρειά κατηγορία εναντίον του, γι΄ αυτό βλέποντας ο Κατής ότι «ουδέν οφελεί», παρέπεμψε την υπόθεση στο Βαλή, Εμίν-πασά, ο οποίος στηριζόμενος στην κατάθεση του αφεντικού του Γεωργίου, τον άφησε ελεύθερο, αφού πρώτα καταγράφτηκε στα πρακτικά ότι ήταν χριστιανός το θρήσκευμα.
Η απαλλακτική αυτή απόφαση πείραξε θανάσιμα το Τούρκικο στοιχείο της πόλης και ο φανατισμός τους ζητούσε διέξοδο. Ο?Γεώργιος παρέμεινε ήσυχος, δουλεύοντας τον Τούρκο και εκπληρώνοντας τα θρησκευτικά και οικογενειακά του καθήκοντα. Μοιραία όμως ακολούθησε τον αξιωματικό του, ο οποίος με τη σειρά του ακολούθησε τον Εμίν-πασά, που μετατέθηκε από τα Γιάννινα.
Στις 30 Δεκεμβρίου 1837 έγινε πατέρας και έμεινε οριστικά εδώ, όπου στις 7 Ιανουαρίου 1838 βάφτισε το μονάκριβό του και έδωσε το όνομα Ιωάννης τιμώντας τον Πρόδρομο. Οι μέρες της ευτυχίας του μετριούνται και είναι λίγες, γιατί στις 12 Ιανουαρίου 1838 έπεσε πάλι θύμα του Μουσουλμανικού φανατισμού, συνελήφθη, βασανίστηκε απάνθρωπα στα ανήλια μπουντρούμια του Κάστρου μέχρι στις 17 που στήθηκε η αγχόνη. Τα βασανιστήρια τόσων ημερών δεν αλλοίωσαν το κάλλος του προσώπου του Γεωργίου και το κορμί του έμεινε τρία μερόνυχτα κρεμασμένο στη θέση «Κουρμανιό» χτυπημένο από την παγωνιά του άγριου τότε χειμώνα.
Οι?Γιαννιώτες κατόρθωσαν να εξαγοράσουν το σώμα του παλλικαριού, να το μεταφέρουν κρυφά και να το θάψουν δίπλα στο Μητροπολιτικό ναό, όπου το παρεκκλήσι και ο τάφος του Αγίου. Ο άλλοτε Γραμματέας των Αγαθοεργών Καταστημάτων Μητρόπολης Ιωαννίνων, Μιλτιάδης Κωστής, μου έδειξε σε φωτοτυπία μια σελίδα από το παλαιότερο σωζόμενο κατάστιχο που καλύπτει τη δεκαετία 1829-1839 και διάβασα την παρακάτω καταχώρηση: «όσα για το πτώμα του μακαρίτου γρ. 300».
Κι είναι φοβερό το ότι όλα με το χρήμα εξαγοράζονται ακόμα και στην τιμή των 300 γροσίων.
Η γιαγιά μας έλεγε ιστορίες. Την ώρα που τον κρέμασαν κατέβηκε στο κεφάλι του φως ιλαρό, το οποίο οι φρουροί προσπαθούσαν να το ρίξουν με τις ξιφολόγχες τους. Αυτό ανέβαινε σε σημείο που να μη μπορούν να το φθάσουν και πάλι κατέβαινε στο αρχικό ύψος της κεφαλής του.
Ακόμα μας έλεγε πως κάποιος άρπαξε τη μια του κάλτσα και τούτο φαίνεται καθαρά και είναι σίγουρο, γιατί όλοι οι αγιογράφοι του με μια κάλτσα τον απεικονίζουν. Και η πιο κοντινή στο μαρτύριο του εικόνα είναι στο παρεκκλήσι του τάφου του, η οποία ζωγραφίστηκε τέσσερα χρόνια ύστερα απ΄ το θάνατό του (1842) από τον Πέτρο Γεωργίου ? όπως παρατήρησα.
Κι εμείς όλοι οι Γιαννιώτες μάθαμε τον άγιό μας από τα πολύ μικρά μας χρόνια, τότε που οι μανάδες μας, μας πήγαιναν να κοιμηθούμε στο πλακόστρωτο του τάφου του. Κι αργότερα σαν μεγαλώσαμε, ντυνόμασταν τη σχολική μας την ποδιά με τον γιακά τον άσπρο, μοναδικό στολίδι στη μαύρη φορεσιά μας. Και τα΄ αγόρια των τελευταίων τάξεων κι αυτά με τα καλά και γιορτινά τους ρούχα και τα καπέλα στο κεφάλι, έδειχναν σοβαροί και όμορφα φτιαγμένοι. Έτσι, έχοντας αυτά μονάχα τα διακριτικά εξαρτήματα για στολίδια, ξεκινάγαμε πομπή γιορταστική, ακολουθώντας τη σεπτή εικόνα του Αγίου και Πολιούχου μας από τον τάφο μέχρι το σπίτι του με βήμα αργό και ρυθμικό μαζί.
Κι από τότε που μάθαμε πως το παιδί αυτό σε ηλικία είκοσι χρονών ομολόγησε στον τύρανο κατακτητή την πίστη του, τον πιστέψαμε και τον παρακαλούμε να είναι πάντα προστάτης μας και βοηθός και Πολιούχος της πόλης μας μεγάλος.
Εμείς μεγάλο τον νοιώθουμε και μέγα τον αποκαλούμε λέγοντας πάντα:
«Θα περάσω απ΄ το Μέγα τον Άη-Γιώργη».
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.