Ορθοδοξία ή Προτεσταντισμός; Άγιος Κυπριανός Καρθαγένης (3ος αι).
Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Απριλίου, 2014

Το παρόν άρθρο, είναι το τρίτο, σε μία προσπάθεια να παρουσιαστούν -κατά συνοπτικό τρόπο, όλα εκείνα τα στοιχεία από πρωτοχριστιανικά κείμενα, που διαψεύδουν Προτεσταντικές θέσεις διαφόρων ομάδων. Θα ακολουθήσουν και άλλα στο μέλλον, του Θεού θέλοντος, πάλι της πρώτης Χριστιανικής Εκκλησίας. Στο παρόν, θα δούμε κάποιες θεολογικές θέσεις του αγίου ιερομάρτυρα Κυπριανού Καρθαγένης.
Ο καθηγητής πατρολογίας, Στυλιανός Παπαδόπουλος, στον πρώτο τόμο της Πατρολογίας του, αναφέρει ότι «ο Κυπριανός είναι ο πρώτος κατ’ εξοχήν Πατήρ και Διδάσκαλος που έδωσε η Δυτική Εκκλησία» (σελ. 427).
Η προσωπικότητα και θεολογία του αγίου αυτού ιερομάρτυρα (που μαρτύρησε τον Σεπτέμβριο του 258 για το όνομα του Κυρίου, λέγοντας ‘’Ευχαριστώ το Θεό’’), «[..] έδωσε την ορθόδοξη προοπτική στην πράξη και στη σκέψη της Εκκλησίας, κάτι που πολύ γρήγορα του αναγνωρίστηκεαπό όλη τη δυτική Εκκλησία» (σελ. 427).
Μάλιστα «[..] αποδείχτηκε ο γνησιότερος φορέας της Εκκλησιαστικής Παραδόσεως και το εκλεκτό δυναμικό σκεύος, δια του οποίου το Άγιο Πνεύμα βοήθησε την Εκκλησία να ξεπεράσει τη συγκλονιστική κρίση της εποχής» (σελ. 428).
Η θεολογική του μέθοδος είναι ακριβώς η ίδια με όλους τους μεγάλους Πατέρες, δηλαδή «[..] προσπαθεί να θεμελιώσει με τη Γραφή και με την Παράδοση την αλήθεια, στην οποία τον οδήγησε το Άγιο Πνεύμα, ζώντας πάντοτε και ολόκληρη την μέχρι τότε Παράδοση» (σελ. 429).
Στην θεολογία του αγίου ιερομάρτυρος, τονίζεται ιδιαίτερα η μοναδικότητα της Εκκλησίας.
«[..] ο Κύριος ίδρυσε μόνο μία Εκκλησία και γι’ αυτό η επισκοπή είναι ουσιαστικά μία. Η πλήρης μετοχή στο μοναδικό επισκοπικό αξίωμα αποτελεί εγγύηση της γνησιότητας ή της καθολικότητας του συγκεκριμένου επισκόπου» (σελ. 430).
Πως αναγνωρίζεται ότι μία τοπική εκκλησία ανήκει πράγματι στην μία Εκκλησία που ίδρυσε ο Χριστός; Ο άγιος Κυπριανός τονίζει «[..] στη σχέση και τη συμφωνία των ιερέων της με τους ιερείς της απανταχού Εκκλησίας. Εκκλησία είναι ο λαός, ο ενωμένος με το Χριστό, αλλά και με τον ιερέα (επίσκοπο) [Επιστολή 66,8]. Όποιος δε διατηρεί την ενότητα με τον επίσκοπο δε βρίσκεται στην Εκκλησία» (σελ.432).
Τα λόγια του Κυρίου Ιησού Χριστού προς τον απόστολο Πέτρο «Συ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν» (Κατά Ματθαίον, 16:18), στην θεολογική σκέψη του αγίου Κυπριανού σημαίνουν τα εξής: «[..] ο Κύριος απευθύνθηκε μόνο στον Πέτρο και είπε ότι θα ίδρυε την Εκκλησία μόνο στον Πέτρο, για να δείξει έτσι ότι η Εκκλησία του Χριστού είναι Μία [..] για να δείξει την ενότητά της, για να δείξει ότι αν και οι απόστολοι και οι επίσκοποι είναι πολλοί, αν και έχομε συγχρόνως πολλές γνήσιες Εκκλησίες κατά τόπους, το γεγονός Εκκλησία είναι ένα, ενιαίο καιαδιαίρετο» (σελ. 431).
Συνεπώς, στην σκέψη των πρώτων Χριστιανών, δεν υπήρχε το παραμικρό περιθώριο περί Προτεσταντικών και Οικουμενιστικών θεωριών «περί των κλάδων».
Πέρα από τα παραπάνω, ο άγιος Κυπριανός λέει για το βάπτισμα των νηπίων στην επιστολή του στονFidus:
«Σχετικά με την περίπτωση των νηπίων, τα οποία λες δεν πρέπει να βαπτίζονται μέσα στη δεύτερη ή τρίτη ημέρα από την γέννησή τους, και ότι ο νόμος της αρχαίας περιτομής θα πρέπει να θεωρείτε σεβαστός, έτσι που νομίζεις ότι κάποιος που μόλις γεννήθηκε δεν θα πρέπει να βαπτίζεται και να αγιάζεται μέχρι την όγδοη μέρα, εμείς όλοι σκεφτήκαμε πολύ διαφορετικά στην σύνοδό μας. Γι’ αυτό που σκέφτηκες, κανείς δεν συμφώνησε, αλλά εμείς όλοι κρίναμε ότι δεν επιτρέπεται να αρνηθούμε σε κανένα άνθρωπο, που γεννήθηκε, το έλεος και την χάρη του θεού. Διότι, αφού ο Κύριος λέγει στο ευαγγέλιο του πως ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε να καταστρέψει τις ψυχές των ανθρώπων, αλλά να τις σώσει, δεν επιτρέπεται, καθόσον εξαρτάται από εμάς, να απολεσθεί καμία ψυχή. Διότι τι λείπει ακόμη σε αυτόν που σχηματίστηκε στην κοιλιά της μητέρας του με το χέρι του Θεού; Εάν κάτι θα μπορούσε να εμποδίσει τους ανθρώπους να λάβουν την χάρη, τότε θα ήταν πιο πολύ για τους ενήλικες και ηλικιωμένους και γέροντες εμπόδιο οι βαρύτερες αμαρτίες. Εάν όμως παρέχεται άφεση αμαρτιών ακόμη και σε πιο βαριά αμαρτωλούς και σε εκείνους που προηγουμένως πολλαπλά αμάρτησαν εναντίων του θεού και δεν αποκλείεται κανείς από το βάπτισμα και τη χάρη, εάν αργότερα επιστρέψει, πόσο λιγότερο επιτρέπεται το να εμποδίζει κανείς ένα παιδί,που είναι νεογέννητο και δεν διέπραξε καμία αμαρτία, αλλάέχει υποστεί μόνο με την πρώτη γέννηση τη δραστικότητα του παλαιού θανάτου, επειδή και αυτό, όπως και ο Αδάμ εγεννήθη κατά σάρκα. Έτσι μπορεί να φθάσει στην άφεση των αμαρτιών γι’ αυτό το λόγο πιο εύκολα, επειδή δεν υπάρχουν για συγχώρεση προσωπικές αμαρτίες, αλλα μόνο αμαρτίες ενός άλλου».
Βλέπουμε ότι υπάρχει σχέση μεταξύ της Ιουδαϊκής περιτομής με το βάπτισμα το Χριστιανικό, υπό την έννοια ότι όπως χωρίς την περιτομή κανένας δεν λογιζόταν ως μέλος του λαού του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη, έτσι και χωρίς το βάπτισμα, δεν μπορεί να ανήκει κανένας στην Εκκλησία του Χριστού. Επίσης, βλέπουμε ότι η έννοια του προπατορικού αμαρτήματος δεν είναι όπως νοείται από τους Δυτικούς, δηλαδή ως ”ποινή”, αλλά έχει να κάνει με τον θάνατο και την οντολογία. Δεν κληρονομούμε την ”ευθύνη” για κάτι που δεν κάναμε εμείς, αλλά την φθορά, διότι η φύση η δικής μας με του Αδάμ, είναι ίδια. Βλέπουμε δηλαδή, το γιατί βαπτιζόμαστε.
Ο καθηγητής Βλάσιος Φειδάς παρατηρεί: «Ο Κυπριανός υποστήριζε την κατά το δυνατόν ταχύτερη βάπτιση των νηπίων και ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος να παραμείνουν αυτά χωρίς την θεία χάρη ακόμη και για οκτώ ημέρες, αφού ως απόγονοι του Αδάμ ζουν υπό το ‘’contagium mortis antiquae’’ (Epist., 64,2.5)»
(Εκκλησιαστική Ιστορία, Α’ Τόμος, σελ. 260).
Αλλά και ο Βασίλειος Στεφανίδης, στην Εκκλησιαστική του Ιστορία, δέχεται ότι (και) με βάση την παραπάνω επιστολή «[..] είχε ήδη επικρατήσει η συνήθεια να βαπτίζονται εις μικράν ηλικίαν (πρβλ. και Ιππολύτου, Εκκλ. Διάταξιν, κεφ. 46 και 64. Κυπριανού, Επιστολή 64, κεφ. 2 και 4)» (σελ. 107).
Πηγές:
Πατρολογία Στυλιανού Παπαδόπουλου, Α’ Τόμος.
Εκκλησιαστική Ιστορία Βλάσιου Φειδά, Α’ Τόμος
Εκκλησιαστική Ιστορία Βασίλειου Στεφανίδη
Σημείωση: Η θεωρία των κλάδων πρεσβεύει ότι όλες οι χριστιανικές ομολογίες είναι κομμάτια της αρχαίας Εκκλησίας. Είναι επί μέρους εκκλησίες, όπως τα κλαριά στο δέντρο. Το δέντρο αντιπροσωπεύει την εκκλησία σήμερα, όπου ο κορμός του είναι η αρχαία εκκλησία, και τα κλωνάρια οι ομολογίες, διαφορετικές μεν, αλλά ανήκουν στο ένα δέντρο. Βέβαια, τέτοιες θεωρίες δεν βασίζονται ούτε στην Αγία Γραφή, ούτε στην Παράδοση και στο φρόνημα της Εκκλησίας, από αρχαιοτάτων εποχών.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.