kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Κυριακή Θ΄ Λουκά – Η παραβολή του άφρονος πλουσίου

Συγγραφέας: kantonopou στις 19 Νοεμβρίου, 2011

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. 12, 16-21)

Μια πολύ όμορφη και διδακτική παραβολή μας διηγήθηκε ο Κύριος, μέσα από την σημερινή Ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί μου χριστιανοί. Μια παραβολή επίκαιρη όσο ποτέ άλλοτε, αφού κάνει λόγο για την πλεονεξία, η οποία θεωρείται σύμφωνα με του Πατέρες της Εκκλησίας μας, αρρώστια από τις πιο επικίνδυνες για τον άνθρωπο. Ο Απόστολος Παύλος μάλιστα την ονομάζει ειδωλολατρία και τη θεωρεί ρίζα πάντων των κακών.

Αφορμή για να διηγηθεί ο Κύριος αυτή την παραβολή, στάθηκε μια διαμάχη μεταξύ δύο αδελφών, οι οποίοι διαφωνούσαν για τον τρόπο που θα έπρεπε να μοιράσουν την πατρική τους κληρονομιά. Μάλιστα ο ένας από τους δύο αδελφούς, απευθύνθηκε στο Χριστό και του ζήτησε να τους δώσει λύση στο πρόβλημα τους. Ο Κύριος βέβαια, όπως ήταν φυσικό αποστασιοποιήθηκε από αυτή την ιστορία, λέγοντας στα δύο αδέλφια: «προσέχετε και να προφυλάγεσθε από κάθε είδος πλεονεξίας, διότι η ζωή του ανθρώπου δεν εξαρτάται από τα περισσά πλούτη, ούτε τα υπάρχοντά του, του εξασφαλίζουν μακροζωία και ευχάριστη ζωή». Και θέλοντας να δείξει ακριβώς τις κακές συνέπειες της πλεονεξίας, διηγήθηκε στα δύο αδέλφια και δια μέσου αυτών σε όλους εμάς, την παραβολή του άφρονος πλουσίου.

Είναι η πολύ γνωστή παραβολή που μιλάει για τον άνθρωπο εκείνο που είχε πολλά χωράφια και τα είδε λίγο πριν το θερισμό να είναι γεμάτα καρπούς. Κι αφού έκανε αυτή την παρατήρηση, άρχισε να σκέφτεται τι θα κάνει μιας και καρποφόρησαν τόσο πλούσια τα χωράφια του. Σκεφτόταν να γκρεμίσει τις αποθήκες του, να φτιάξει καινούργιες και να μαζέψει εκεί τα γεννήματα της χρονιάς, για να είναι ήσυχος στο μέλλον, να έχει εξασφαλισμένα τα εισοδήματά του και να καλύπτει τις ανάγκες του χωρίς προβλήματα. Κι ενώ τα σκεφτόταν αυτά, άκουσε τη φωνή του Θεού να του λέει: «Άφρον, αυτή τη νύχτα θα παραδώσεις τη ζωή σου. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες σε ποιον θα ανήκουν;».

Αδελφοί μου, ο Κύριος ονομάζει τον πλούσιο της σημερινής παραβολής άφρονα, δηλαδή άμυαλο, ανόητο. Ο χαρακτηρισμός αυτός δεν είναι βέβαια τυχαίος και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να τον προσπεράσουμε απαρατήρητα. Σήμερα, αδελφοί μου, εάν θέλουμε να εντοπίσουμε το μήνυμα του Ευαγγελίου, καλούμαστε να κάνουμε στον εαυτό μας μία καίρια ερώτηση. – Γιατί ο Χριστός αποκάλεσε τον πλούσιο της παραβολής άφρονα; Τον αποκάλεσε λοιπόν άφρονα για τρεις λόγους.

Ο πρώτος λόγος διότι ο πλούσιος ξέχασε τον Θεό. Πίστεψε μόνο στις δικές του δυνάμεις, στις ικανότητές του, στον εαυτό του. Αγνόησε τον Θεό και επικέντρωσε το ενδιαφέρον του στα αγαθά του και μόνο. Θεός του έγινε ο πλούτος του, τα χωράφια του. Αυτά εξουσίαζαν την καρδιά του. Όλα αυτά που του προσέφερε ο Θεός την ευλογημένη εκείνη χρονιά, αδυνάτισε να τα εκλάβει ως δώρα εκείνου, και γι’ αυτό δεν σκέφτηκε ποτέ να τον ευχαριστήσει.

Αλλά μήπως και με μας σήμερα, αδελφοί μου, δεν συμβαίνει το ίδιο; Πόσοι και πόσοι μέσα στην αφροσύνη του πλούτου, όταν υπάρχει, ή πόσοι ακόμα λόγω της δίψας μας για να αποκτήσουμε τον πλούτο, δεν ξεχνάμε το Θεό. Εμείς οι άνθρωποι σήμερα πιστεύουμε πλέον μόνο όσα βλέπουμε με τα μάτια μας. Πάψαμε να πιστεύουμε στο θαύμα. Αιχμαλωτίσαμε τις καρδιές μας στην ύλη και δυστυχώς δεν αφήσαμε στις ψυχές μας καθόλου χώρο για τον Χριστό.

Ο δεύτερος λόγος που αποκάλεσε ο Κύριος άφρονα τον πλούσιο του Ευαγγελίου είναι επειδή, εκτός από τον Θεό, λησμόνησε και τον συνάνθρωπό του. Ο άφρονας πλούσιος παρέλειψε να κοιτάξει τον διπλανό του. Δεν πέρασε ούτε στιγμή από το μυαλό του, να δώσει ένα μικρό μέρος από την μεγάλη σοδιά του, στους φτωχούς ανθρώπους που τον είχαν τόση ανάγκη. Ο Θεός όμως θέλει να σκεφτόμαστε τους άλλους ανθρώπους και να είμαστε δίπλα τους. Να καταλαβαίνουμε τα προβλήματά τους και να μοιραζόμαστε τον πόνο τους.

Μια διήγηση από το Λειμωνάριο αναφέρει ότι ο Άγιος Θεοδόσιος άφησε παραγγελία στους μοναχούς ενός μοναστηριού που είχε ιδρύσει ο ίδιος, να δίνουν στους φτωχούς γείτονες τους συγκεκριμένο μερίδιο σιταριού κάθε Μεγάλη Πέμπτη. Κι οι μοναχοί, πιστοί στην εντολή του πνευματικού τους πατέρα, τηρούσαν την παραγγελία του. Ήρθε όμως μια χρονιά που δεν καρποφόρησαν τα χωράφια και έπεσε πολύ μεγάλη φτώχια. Οι καλόγεροι άρχισαν να μετράνε το σιτάρι που είχαν στην αποθήκη και ο υπεύθυνος είπε στον ηγούμενο ότι εκείνη τη χρονιά δεν θα μπορούσαν να δώσουν σιτάρι στους φτωχούς, γιατί θα έμεναν οι ίδιοι χωρίς ψωμί. Ο ηγούμενος επέμενε να δώσουν ώστε να τηρήσουν έτσι την εντολή του Αγίου και κτήτορα του μοναστηριού τους. Η επιτροπή όμως που διοικούσε το μοναστήρι αρνήθηκε τελικά να δώσει τη δωρεά κι ο ηγούμενος υποχώρησε. Κι έτσι, όταν ήρθαν οι φτωχοί δεν πήραν τίποτα. Την επόμενη μέρα οι καλόγεροι άνοιξαν τις αποθήκες τους και αντίκρισαν το σιτάρι να ‘χει φυτρώσει. Αναγκάστηκαν να το πετάξουν όλο κι έτσι κατάλαβαν ότι μη τηρώντας την εντολή του Αγίου και μη σκεπτόμενοι τους άλλους ανθρώπους, οι οποίοι βρίσκονταν σε ανάγκη, έχασαν και αυτό που είχαν.

Ο Κύριος αποκαλεί τον πλούσιο της παραβολής άφρονα για ακόμα έναν λόγο. Γιατί ο άνθρωπος αυτός λησμόνησε, εκτός από τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, και τον ίδιο του τον εαυτό. Μέσα στον παραλογισμό στον οποίο τον οδήγησε η πλεονεξία του, ξέχασε ότι ο άνθρωπος δεν έχει σκοπό μόνο να τρώει και να πίνει. Ξέχασε πόσο σύντομη είναι η ζωή και δεν σκέφτηκε καθόλου την αναπόφευκτη πραγματικότητα του θανάτου.

Άραγε πόσο κοντά βρίσκεται η εποχή μας με την νοοτροπία του άφρονα πλουσίου. Στις μέρες μας τα πάντα γυρνούν γύρω από την καλοπέραση. Είναι τόσος ο παραλογισμός, η αφροσύνη, που ξεχνούμε πόσο πρόσκαιρη, πόσο μάταιη είναι η επίγεια ζωή μας. Και ξεγελιόμαστε σε τέτοιο βαθμό που λησμονούμε κι αυτήν την πραγματικότητα του θανάτου.

Αγαπητοί μου αδελφοί, όσες φορές ο Κύριος δίδαξε τους μαθητές του και τα πλήθη, με τις μικρές αυτές διηγήσεις που στη γλώσσα της Εκκλησίας μας ονομάζονται παραβολές, προσπάθησε με τον πιο απλό τρόπο να τους συστήσει τον καινούργιο κόσμο της Βασιλείας του Θεού. Ο πλούσιος που πρωταγωνίστησε στην σημερινή παραβολή έχασε αυτήν την ευκαιρία και αναδείχτηκε ανάξιος στα μάτια του Χριστού μας. Μάλιστα χαρακτηρίστηκε από τον Κύριο άφρονας, γιατί έβγαλε από την ζωή του εντελώς τον Θεό, ξέχασε τον συνάνθρωπό του, αλλά ξέχασε ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό. Πρέπει λοιπόν να γνωρίζουμε πολύ καλά γιατί ο Χριστός αποκάλεσε τον πλούσιο της σημερινής παραβολής άφρονα. Γιατί μόνο έτσι, αδελφοί μου, θα αποφύγουμε και ‘μεις την κατάληξη αυτού του δύστυχου ανθρώπου και θα προσπαθήσουμε να κάνουμε στη ζωή μας ότι ακριβώς δεν έκανε εκείνος. Τότε όχι μόνο δεν θα ονομαστούμε και ‘μεις άφρονες, αλλά θα έχουμε πετύχει και τον προορισμό μας, που δεν είναι άλλος από την Βασιλεία του Θεού. Αμήν.

π. Π. Α. «ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

http://www.i-m-paronaxias.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=434:—2011&catid=77:2011-04-20-13-19-17&Itemid=241

Αφήστε μια απάντηση