Η Ιταλική Γερουσία ενέκρινε το Σύμφωνο μεταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας και Ιταλικού Κράτoυς
Συγγραφέας: kantonopou στις 1 Αυγούστου, 2011
Μετά από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις η Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων της Ιταλικής Γερουσίας (Commissione Affari Costituzionali del Senato) ενέκρινε σε κυρωτική συνεδρία (sessione deliberante) της 12ης Ιουλίου, δύο Σχέδια Νόμου αναφορικά με τα Σύμφωνα (Intese) μεταξύ του Ιταλικού Κράτους και της Ιεράς Ορθοδόξου Αρχιεπισκοπής Ιταλίας, και μεταξύ του Ιταλικού Κράτους και της Αποστολικής Εκκλησίας στην Ιταλία, τα οποία θα προωθηθούν στη Βουλή των Αντιπροσώπων (Camera dei Deputati) προς τελική έγκριση το ερχόμενο φθινόπωρο.
Τα σχετικά Σχέδια Νόμου εισηγήθηκαν οι Γερουσιαστές Alessandro Maran του κυβερνητικού Κόμματος της Ελευθερίας και Stefano Ceccanti του Δημοκρατικού Κόμματος της μείζονος αντιπολίτευσης. Τα Σύμφωνα, τα οποία συνήφθησαν μετά από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ιταλικού Κράτους και των ενδιαφερομένων πλευρών, υπεγράφησαν από την κυβέρνηση του Ρoμάνο Πρόντι το 2007 και κατετέθησαν προς έγκριση στην αρμόδια Επιτροπή της Ιταλικής Γερουσίας το προηγούμενο φθινόπωρο από την κυβέρνηση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Άλλα τέσσερα Σύμφωνα, με τους Μορμόνους, τους Ινδουιστές, τους Βουδιστές και τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν έτυχαν έγκρισης από την αρμόδια Επιτροπή της Γερουσίας, αλλά παραπέμφθηκαν σε περαιτέρω διαβούλευση (sessione referente) και κατόπιν θα προωθηθούν προς συζήτηση ενώπιον της Επιτροπής. Αρχικά, τα έξι Σύμφωνα κατετέθησαν προς έγκριση ομαδικά, ενώ δύο από αυτά είχαν ήδη επικυρωθεί από την κυβέρνηση Ντ’Αλέμα το 1999.
Να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα εκτός της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, η οποία απολαμβάνει Κογκορδάτου με το Ιταλικό Κράτος, το οποίο της παρέχει σειρά ειδικών δικαιωμάτων και προνομίων, μονάχα η Ένωση εβραϊκών κοινοτήτων και πέντε προτεσταντικές εκκλησίες έχουν υπογράψει Σύμφωνα αναγνώρισης με το Ιταλικό Κράτος. Όλες οι υπόλοιπες εκκλησίες και θρησκεύματα υπόκεινται στη Φασιστική Νομοθεσία του 1929 και του 1931 (Νόμος περί των αποδεκτών θρησκειών και Ενιαίο Κείμενο περί Δημοσίας Ασφαλείας/Legge sui culti ammessi e Testo Unico di Pubblica Sicurezza).
Αν και το Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο κατήργησε ορισμένα άρθρα των φασιστικών Νόμων, πρόκειται ουσιαστικά για περιοριστική της θρησκευτικής ελευθερίας νομοθεσία, η οποία γίνεται ακόμη πιο σκληρή από τη γραφειοκρατική βραδύτητα με την οποία θρησκευτικές οντότητες και θρησκευτικοί λειτουργοί λαμβάνουν τις προβλεπόμενες από το Νόμο άδειες. Η Συντακτική Εθνοσυνέλευση του 1948 με το Άρθρο 8 του μεταπολεμικού δημοκρατικού Συντάγματος της Αβασίλευτης Ιταλικής Δημοκρατίας τροποποίησε την προηγούμενη περί θρησκειών νομοθεσία της ιταλικής φασιστικής περιόδου, εισάγοντας τον θεσμό των Συμφώνων, τα οποία θα αναγνώριζαν τις δίκαιες αξιώσεις αμφοτέρων των πλευρών και θα προσδιόριζαν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Σύμφωνα, λοιπόν, με το Άρθρο 8 του Ιταλικού Συντάγματος, οι λοιπές της ρωμαιοκαθολικής θρησκείες ρυθμίζουν τα των σχέσεών τους με το Κράτος διαμέσου της σύναψης ενός Συμφώνου.
Το Σύμφωνο αφορά στη διαρρύθμιση όλων των αναφυομένων ζητημάτων μεταξύ της πνευματικής και της πολιτικής ζωής ενός Ιταλού υπηκόου μιας συγκεκριμένης θρησκείας. Τέτοια ζητήματα συμπεριλαμβάνουν π.χ. την αναγνώριση των χώρων λατρείας, των θρησκευτικών εορτών, την διαδικασία ταφής, τη διδασκαλία της πίστεως στα σχολεία και άλλα συναφή ζητήματα. Το Σύμφωνο εισάγει επίσης τη δυνατότητα πρόσβασης στο μέρισμα του φόρου υπέρ της θρησκείας, τον οποίο καταβάλλουν ετησίως οι Ιταλοί φορολογούμενοι, του λεγομένου Φόρου Οκτώ επί τοις χιλίοις (8/1000), το οποίο μέρισμα το Ιταλικό Κράτος αποδίδει στη συνέχεια σε όλα τα αναγνωρισμένα από Νόμο θρησκεύματα σύμφωνα με την δεδηλωμένη επιλογή του κάθε Ιταλού.
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, το 2006 οι Ιταλοί πολίτες, που ανήκαν σε μειονοτική θρησκευτική κοινότητα ήταν 1.124.300, ενώ οι νόμιμοι μετανάστες διαφορετικής θρησκείας, από την επικρατούσα Ρωμαιοκαθολική, ήταν 2.156.627, συνολικά 3.280.927. Μεταξύ αυτών οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί διαφόρων εθνικών καταβολών ανέρχονται σε αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες.
Η Ιερά Μητρόπολη/Αρχιεπισκοπή Ιταλίας (Sacra Arcidiocesi ortodossa d’Italia e Malta) ιδρύθηκε την 5η Νοεμβρίου 1991 κατόπιν ιδρυτικού Πατριαρχικού και Συνοδικού Τόμου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η Μητρόπολη/Αρχιεπισκοπή Ιταλίας αναγνωρίσθηκε ως Ν.Π.Δ.Δ. δια Π.Δ. της Ιταλικής Δημοκρατίας στις 16 Ιουλίου 1998. Τον Μάρτιο 2005 υπήχθη στη δικαιοδοσία της Μητρόπολης Ιταλίας και η Νήσος-Κράτος της Μάλτας (Μελίτης). Συνεπεία των ομοφώνων αποφάσεων της Δ΄ Πανορθοδόξου Προσυνοδικής Διάσκεψης του Ιουνίου του 2009, συστάθηκε Συνέλευση των Ορθοδόξων Κανονικών Επισκόπων της Ιταλίας υπό την προεδρία του Μητροπολίτου του Οικουμενικού Πατριαρχείου με σκοπό μεταξύ άλλων της ρύθμισης των ζητημάτων των Ορθοδόξων Χριστιανών και της κοινής μαρτυρίας τους στο σύγχρονο κόσμο.
Η κατ΄ αρχήν κύρωση του Συμφώνου από τη Γερουσία αποτελεί σημαντική αναγνώριση του κύρους, που απολαμβάνει η Μητρόπολη Ιταλίας και η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ιταλία, αλλά και ενισχύει περαιτέρω τα δικαιώματα της θρησκευτικής ελευθερίας στο ιταλικό νομικό σύστημα και στον ιταλικό δικαιϊκό πολιτισμό.
Για το Αmen.gr, του Νικηφόρου Αριστηνού με πληροφορίες από Ιταλικά ΜΜΕ
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.