ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΛΑΛΙΑΣ – ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ
Συγγραφέας: kantonopou στις 16 Οκτωβρίου, 2008
1. Κανείς από όσους σκέπτονται ορθά δεν θα έχει, νομίζω αντίρρηση ότι η καταλαλιά γεννάται από το μίσος και την μνησικακία. Γι΄ αυτό και την ετοποθετήσαμε στην σειρά της μετά τους προγόνους της. Καταλαλιά σημαίνει, γέννημα του μίσους, ασθένεια λεπτή, αλλά και παχιά, παχιά βδέλλα, κρυμμένη και αφανής, που απορροφά και εξαφανίζει το αίμα της αγάπης. Σημαίνει υπόκρισις αγάπης, αιτία της ακαθαρσίας, αιτία του βάρους της καρδιάς, εξαφάνισις της αγνότητος.
2. Υπάρχουν κόρες που διαπράττουν αίσχη, χωρίς να κοκκινίζουν. Υπάρχουν και άλλες οι οποίες φαίνονται εντροπαλές, και όμως διαπράττουν, κρυφά, χειρότερα αίσχη από τις προηγούμενες. Κάτι παρόμοιο παρατηρούμε και στα πάθη της ατιμίας. Τέτοιες κόρες είναι η υποκρισία, η πονηρία, η λύπη, η μνησικακία, η εσωτερική καταλαλιά της καρδιάς. Άλλη εντύπωση δημιουργούν εξωτερικά και άλλος είναι ο στόχος τους.
3. Άκουσα μερικούς να καταλαλούν και τους επέπληξα. Και για να δικαιολογηθούν οι εργάτες αυτοί του κακού μου απάντησαν, ότι το έκαναν από αγάπη και ενδιαφέρον προς αυτόν που κατέκριναν. Εγώ τότε τους είπα, να την αφήσουν αυτού του είδους την αγάπη, για να μη διαψευσθεί εκείνος που είπε: «Τον καταλαλούντα λάθρα τον πλησίον αυτού τούτον εξεδίωκον» (Ψαλμ. ρ΄5). Εάν ισχυρίζεσαι ότι αγαπάς τον άλλον, ας προσεύχεσαι μυστικά γι΄ αυτόν και ας μη τον κακολογείς. Διότι αυτός ο τρόπος της αγάπης είναι ευπρόσδεκτος από τον Κύριον.
4.Επί πλέον ας μη λησμονείς και τούτο , και έτσι οπωσδήποτε θα συνέλθεις και θα παύσεις να κρίνεις αυτόν που έσφαλε: Ο Ιούδας ανήκε στην χορεία των μαθητών, ενώ ο ληστής στην χορεία των φονέων . Και είναι άξιο θαυμασμού πως μέσα σε μία στιγμή ο ένας πήρε τη θέση του άλλου!
5. ΄Οποιος θέλει να νικήσει το πνεύμα της καταλαλιάς, ας επιρρίπτει την κατηγορία όχι στον άνθρωπο που αμάρτησε, αλλά στον δαίμονα που τον έσπρωξε στην αμαρτία. Διότι κανείς δεν θέλει να αμαρτήσει στον Θεόν, μολονότι όλοι αυτοπροαίρερα αμαρτάνουμε.
6. Είδα άνθρωπο που φανερά αμάρτησε, αλλά μυστικά μετανόησε. Και αυτόν που εγώ τον κατέκρινα ως ανήθικο, ο Θεός τον θεωρούσε αγνό, διότι με τη μετάνοιά του Τον είχε πλήρως εξευμενίσει.
7. Αυτόν που σου κατακρίνει τον πλησίον, ποτέ μη τον σεβασθείς, αλλά μάλλον να του ειπείς: « Σταμάτησε, αδερφέ. Εγώ καθημερινώς σφάλλω σε χειρότερα, και πως μπορώ να κατακρίνω τον άλλον»; Έτσι θα έχεις δυο ωφέλειες με ένα φάρμακο θα θεραπεύσεις και τον εαυτό σου και τον πλησίον.
8. Μία οδός, και μάλιστα από τις σύντομες, που οδηγούν στην άφεση των πταισμάτων είναι το να μη κρίνομε, εφ΄ όσον είναι αληθινός ο λόγος του Κυρίου « μη κρίνετε, και ου μη κριθήτε» (Λουκ. στ΄ 37). Όπως δεν συμβιβάζεται η φωτιά με το νερό, έτσι και η κατάκρισις με εκείνον που αγαπά την μετάνοια.
9. Ακόμη και την ώρα του θανάτου του, αν δεις κάποιον να αμαρτάνει, μήτε τότε να τον κατακρίνεις. Διότι η απόφασις του Θεού είναι άγνωστη στους ανθρώπους. Μερικοί έπεσαν φανερά σε μεγάλα αμαρτήματα, κρυφά όμως έπραξαν πολύ μεγαλύτερα καλά. Έτσι εξαπατήθηκαν οι φιλοκατήγοροι, και εκείνο που κρατούσαν στα χέρια τους ήταν καπνός και όχι ήλιος.
10. Ας με ακούσετε, ας με ακούσετε όλοι εσείς οι κακοί κριταί των ξένων αμαρτιών. Εάν είναι αλήθεια, όπως και πράγματι είναι, ότι «εν ω κρίματι κρίνετε, κριθήσεσθε» (Ματθ. ζ ΄2), τότε ας είσθε βέβαιοι, ότι όσα αμαρτήματα καρηγορήσαμε τον πλησίον είτε ψυχικά είτε σωματικά, θα περιπέσομε σ΄ αυτά. Και δεν είναι δυνατόν να γίνει διαφορετικά.
11.Όσοι είναι αυστηροί και σχολαστικοί κριταί των σφαλμάτων του άλλου, νικώνται από αυτό το πάθος επειδή δεν απέκτησαν ακόμη για τα ιδικά τους αμαρτήματα ολοκληρωτική φροντίδα, (γνώση) και μνήμη. Διότι όποιος αφαιρέσει «το περικάλυμμα της φιλαυτίας και ιδεί με ακρίβεια τα ιδικά του κακά, για τίποτε άλλο δεν θα φροντίσει πλέον στην ζωή του , αναλογιζόμενος ότι ο χρόνος της ζωής του δεν του επαρκεί για να πενθήσει τις ιδικές του αμαρτίες, έστω και αν θα ζούσε εκατό έτη και αν θα έβλεπε ολόκληρο τον Ιορδάνη ποταμό να βγαίνει από τους οφθαλμούς του ως δάκρυ.
12. Περιεργάσθηκα καλά την κατάσταση του πένθους και δεν ευρήκα σ΄ αυτήν ίχνος καταλαλιάς ή κατακρίσεως.
13. Οι δαίμονες μας σπρώχνουν πιεστικά ή στο να αμαρτήσομε ή, αν δεν αμαρτήσομε, στο να κατακρίνομε όσους ανάρτησαν, ώστε με το δεύτερο να μολύνουν οι κακούργοι το πρώτο. Ας γνωρίζεις ότι γνώρισμα των μνησίκακων και φθονερών ανθρώπων είναι και τούτο: Τις διδασκαλίες, τα πράγματα ή τα κατορθώματα του άλλου τα κατηγορούν και τα διαβάλλουν με ευχαρίστηση και ευκολία, (νικημένοι και) καταποντισμένοι άθλια από το πνεύμα του μίσους.
14. Είδα μερικούς οι οποίοι μυστικά και κρυφά διαπράττουν σοβαρότατα αμαρτήματα, και στηριζόμενοι στην υποκριτική καθαρότητα τους, επιτιμούν με αυστηρότητα αυτούς που υποπίπτουν σε μικρά σφάλματα, τα οποία και φανερώνουν.
15. Η κρίσις είναι αναιδής αρπαγή του δικαιώματος του Θεού, ενώ η κατάκρισις όλεθρος της ψυχής αυτού, ο οποίος κατακρίνει.
16. Όπως η «οίησις» και χωρίς να υπάρχει άλλο πάθος, μπορεί να καταστρέψει τον άνθρωπο, έτσι και η κατάκρισις, εάν και μόνη υπάρχει μέσα μας, μπορεί να μας καταστρέψει ολοσχερώς, αφού άλλωστε και ο Φαρισαίος εκείνος της παραβολής εξ αιτίας αυτής κατεδικάσθη.
17. Ο καλός «ραγολόγος» τρώγει τις ώριμες ρώγες των σταφυλιών και δεν πειράζει καθόλου τις άγουρες. Παρόμοια ο καλόγνωμος και συνετός άνθρωπος, όσες αρετές βλέπει στους άλλους τις σημειώνει με επιμέλεια ενώ ο ανόητος αναζητεί τα ελαττώματα και τις κατηγορίες. Γι? αυτόν μάλιστα έχει λεχθεί: «Εξηρεύνησαν ανομίαν, εξέλιπον εξερευνώντες εξερευνήσεις» ( Ψαλμ. ξγ΄ 7).
18. Μη κατακρίνεις και όταν ακόμη βλέπεις κάτι με τους ίδιους τους οφθαλμούς σου, διότι και αυτοί πολλές φορές εξαπατώνται
” ΚΛΙΜΑΞ” Λόγος δέκατος, Έκδοση Ιεράς Μονής του Παρακλήτου
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.