kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, “των θεολόγων ο νους ο ακρότατος”

Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Ιανουαρίου, 2011

Ο άγιος Γρηγόριος είναι ο αληθινά πνευματικός και αγιασμένος άνθρωπος, ο θεωρητικός νους, που πάντα εξαίρεται πάνω από τα ανθρώπινα. Είναι ο θεολόγος, ο ρήτορας, ο ποιητής, που, αντί για τον κοσμικό θόρυβο και την αίγλη των αξιωμάτων, προτιμά την ησυχία της ερήμου και την απλότητα του ιδιωτικού βίου. Οι αγώνες του για την επικράτηση της ορθοδόξου πίστεως τον ανέβασαν στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Νέας Ρώμης. Μα εκείνος, αφήνοντας τις μικρότητες των ανθρώπων και χαιρετίζοντας συγκινητικά το ποίμνιό του, έφυγε για να αφιερωθεί στις πνευματικές του θεωρήσεις.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος καταγόταν εκ της Ναζιανζού της Μικράς Ασίας. Η μητέρα του Νόννα ήταν ευσεβὴς χριστιανή, η οποία τον καθοδήγησε στο θείο δρόμο.  Στη Ναζιανζό, διδάσκεται τη στοιχειώδη εκπαίδευση. Ο Γρηγόριος εξελίσσεται μέρα με την μέρα σε ένα φιλομαθή και ενάρετο νέο. Την σκυτάλη της εκπαίδευσης του Αγίου παίρνει, μετά την μητέρα του, ο θείος του Αμφιλόχιος, ο οποίος του διδάσκει ελληνικά και ρητορική. Ο Άγιος με τη φιλομάθεια που τον διακρίνει και τη συνεχή μελέτη, εξάντλησε γρήγορα τα αποθέματα γνώσεων τόσο της μητέρας του όσο και του θείου του. Έτσι πάει στην Καισάρεια όπου συνέχισε την εκπαίδευση του στην εκεί Θεολογική Σχολή. Την Καισάρεια ακολουθεί η Αλεξάνδρεια και τελικά η Αθήνα. Στην Αθήνα σπουδάζει φιλοσοφία, ρητορική -κοντά σε περίφημους διδασκάλους της ρητορικής- και ιατρική.
Το ίδιο διάστημα, γνωρίζεται με τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος επίσης σπουδάζει, και γίνονται αχώριστοι φίλοι. Ζουν ενάρετα, αφιερώνοντας τον χρόνο τους στις σπουδές και στη μελέτη χριστιανικών συγγραμμάτων. Οι σπουδές τους τελειώνουν το 356 μ.Χ. και οι δύο Άγιοι χωρίζονται. Ο Μέγας Βασίλειος επιστρέφει στη γενέτειρα του, ενώ ο Άγιος Γρηγόριος αναλαμβάνει καθήκοντα διδασκάλου ρητορικής στην Αθήνα. Σε αυτή τη θέση θα μείνει μόνο ένα χρόνο, αφού θα αφήσει την Αθήνα και θα επιστρέψει στην οικογένεια του στη Ναζιανζό, μονολότι του πρόσφεραν έδρα καθηγητή Πανεπιστημίου. Οι σπουδές του διήρκεσαν 13 ολόκληρα χρόνια (από 17 έως 30 ετών).
Στην πατρίδα βαπτίσθηκε και στη συνέχεια βοηθούσε τον πατέρα του σε υποθέσεις της Επισκοπής. Παράλληλα δίδασκε τους νέους της πόλης και εργαζόταν στα κτήματα της οικογένειας του. Μετά από λίγο καιρό άφησε την Ναζιανζό και πήγε να συναντήσει τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος είχε αποσυρθεί σε ένα κτήμα του στον Πόντο.
Σε αυτό το κτήμα ασκήτεψαν για αρκετό καιρό οι δύο Άγιοι. Τον χρόνο τους τον μοίραζαν στην προσευχή, στη μελέτη, στη συγγραφή αλλά και στις καθημερινές εργασίες του κτήματος. Τις ενασχολήσεις τους αυτές ήρθε να διακόψει μία επιστολή από τον πατέρα του Αγίου Γρηγορίου, που τον καλούσε να επιστρέψει στην Ναζιανζό και να τον βοηθήσει στα επισκοπικά του καθήκοντα.
Ο Άγιος Γρηγόριος για δεύτερη φορά αποχωρίζεται τον αδερφικό του φίλο Μέγα Βασίλειο και επιστρέφει στη γενέτειρα του. Εκεί, μετά από παρακλήσεις τόσο του πατέρα του όσο και των χριστιανών της περιοχής, χειροτονείται Διάκονος και Πρεσβύτερος.
Από το νέο αυτό μετερίζι, ο Άγιος Γρηγόριος υπηρετεί τον Χριστό και την πίστη του. Η δραστηριότητα του δεν εξαντλείται μόνο στα ιερατικά του καθήκοντα. Συνεχίζει να διδάσκει, αλλά και να ασκεί μεγάλο κοινωνικό έργο, καθώς βρίσκεται στο πλευρό του ποιμνίου του σε κάθε περίσταση και ανάγκη. Παράλληλα γίνεται, όπως και ο Μέγας Βασίλειος, ένας από τους μεγαλύτερους επικριτές τόσο των ειδωλολατρών, όπως ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, όσο και των αιρετικών.
Στα 43 του χρόνια ο Θεός τον ανύψωσε στο επισκοπικό αξίωμα, χειροτονήθηκε Επίσκοπος από τον φίλο του Βασίλειο. Έδρα του ορίστηκε η περιοχή των Σασίμων, την οποία ποτέ δεν ποίμανε λόγω των αιρετικών αρειανών κατοίκων της.
Όμως, ο θάνατος έρχεται να πληγώσει τη ψυχή του, με αλλεπάλληλους θανάτους συγγενικών προσώπων. Πρώτα του αδερφού του Καισαρείου, έπειτα της αδερφής του Γοργονίας. Το 374 μ.Χ. πέθανε ο πατέρας του και μετά από λίγο καιρό η μητέρα του. Μετά τον θάνατο της, ο Άγιος Γρηγόριος αποσύρθηκε στο μοναστήρι της Αγίας Θέκλας στη Σελεύκεια. Μετά απ’ αυτές τις θλίψεις, η θεία πρόνοια τον φέρνει στην Κωνσταντινούπολη (378), όπου υπερασπίζεται με την Ορθοδοξία και αντιμετωπίζει τους αιρετικούς αρειανούς, που είχαν πλημμυρίσει την Κωνσταντινούπολη.
Ο άγιος Γρηγόριος εκλήθη να αναλάβη την ηγεσία της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως σε μία δύσκολη εποχή, κατά την οποία είχαν επικρατήσει οι αιρετικοὶ αρειανοὶ διά σαράντα χρόνια και η αυτοκρατορικὴ αυλὴ ευνοούσε την αίρεση. Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη. Όλοι οι Ναοί της Βασιλεύουσας ήταν στα χέρια των αιρετικών. Όμως ο Άγιος δεν απελπίζεται.  Παρά τις μεγάλες δυσκολίες έλαμψε το θεολογικό του χάρισμα, αλλά και το μεγαλείο της ψυχής του. Εξεφώνησε τις περίφημες περὶ θεολογίας ομιλίες του και ο μικρὸς Ναὸς στον οποίο ομιλούσε και λειτουργούσε ονομάσθηκε Αναστασία, επειδὴ ανέστησε τον θείο λόγο. Οι αγώνες είναι επικίνδυνοι. Οι αιρετικοί ανεβασμένοι πάνω στις σκεπές των σπιτιών τού πετούν πέτρες και έτσι ο Άγιος δοκιμάζεται πολύ. Τελικώς, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος του παρέδωσε τον καθεδρικὸ Ναὸ και η Β´ Οικουμενικὴ Σύνοδος τον ανέδειξε Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως. Οι εχθροί του όμως έθεσαν θέμα αντικανονικότητος της εγκαταστάσεώς του στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, επειδὴ τάχα κατείχε άλλη έδρα. Η καταγγελία όμως αυτή δεν ευσταθούσε, διότι ουδέποτε εγκατεστάθη στα Σάσιμα. Όμως, διά να μη δημιουργηθεί σχίσμα στην Εκκλησία, ανεχώρησε απὸ την Κωνσταντινούπολη, αφού πρώτα εξεφώνησε απὸ την προεδρικὴ έδρα της Συνόδου ένα συγκινητικὸ λόγο, με τον οποίο απεκάλυπτε όλο το μεγαλείο της πνευματικής του δυνάμεως. Είπε ότι εὰν ήταν αυτὸς αίτιος της διαιρέσεως, ας ριχνόταν στη θάλασσα όπως ο Ιωνάς, διά να παύσει η τρικυμία. Και απεχώρησε διὰ να πάει να βρει “την φίλη του ησυχία”, στη γενέτειρά του Αριανζό και τελειώνει με ειρήνη τη ζωή του το 390.
Η μνήμη του εορτάζεται την 25η Ιανουαρίου. Μετά των αγίων Βασιλείου του Μεγάλου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου, θεωρείται προστάτης της παιδείας. Οι Τρεις Ιεράρχες εορτάζονται απὸ κοινού την 30η Ιανουαρίου.
Υπήρξε μεγάλος Θεολόγος και πολυγραφότατος. Στην υμνογραφία εξυμνείται κυρίως ως “των θεολόγων ο νους ο ακρότατος”. Η Εκκλησία τον ετίμησε απονέμοντάς του τον τίτλο του Θεολόγου, τον οποίο επεφύλαξε σε τρεις μόνον αγίους. Οι άλλοι δύο είναι ο Ευαγγελιστὴς Ιωάννης και ο όσιος Συμεὼν ο Νέος Θεολόγος.
Άφησε μεγάλο συγγραφικό έργο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα φιλοσοφημένα 408 ποιήματά του 18.000 περίπου στίχων. Είναι από τα μεγαλύτερα πνεύματα του Χριστιανισμού και από τους λαμπρότερους αθλητές της ορθόδοξης πίστης.

http://www.faneromenihol.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=132:2010-07-09-17-15-12&catid=47:2010-07-16-12-04-37&Itemid=111

Αφήστε μια απάντηση