Γιορτή των τριών Ιεραρχών
Την τιμητική τους έχουν σήμερα, 30 Ιανουαρίου οι τρείς Ιεράρχες, με τα σχολεία και τα πανεπιστήμια να μένουν κλειστά για να τιμήσουν τους προστάτες των Γραμμάτων.
Τρία μεγάλα αναστήματα…
Τρείς διάνοιες σπινθηροβόλες, πανεπιστήμονες…
Τρείς καρδιές ανδρείες , γενναίες…
Μορφώθηκαν ελληνικά και δίδαξαν ελληνικά. Είχαν χαρίσματα και πήραν φροντισμένη αγωγή από τα σπίτια τους και κυρίως από τις μητέρες τους. Η γιορτή τους είναι γιορτή της Παιδείας και των Γραμμάτων, γιορτή των δασκάλων και των μαθητών. είναι γιορτή τόσο Σχολική όσο και Χριστιανική! Έστησαν γέφυρες ανάμεσα στο κλασικό και το σύγχρονο, ανάμεσα στη γνώση και την αρετή, ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη, ανάμεσα στον Ελληνισμό και το Χριστιανισμό!
ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ
Την εορτή των Τριών Ιεραρχών καθιέρωσε ο Αλέξιος Κομνηνός το 1100 μΧ, αφενός για να τιμηθούν οι τρεις μεγάλοι Άγιοι της Εκκλησίας μας κι αφετέρου για να σταματήσουν οι διαμάχες και φιλονικίες μεταξύ των πιστών σχετικά με το ποιος από τους τρεις Αγίους (Άγιος Βασίλειος ο Μέγας, Άγιος Ιωάννης ο Χρυστόστομος, Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος) είναι ο πιο σπουδαίος και ο πιο μεγάλος.
Οι πιστοί χωρίστηκαν σε ομάδες, ανάλογα με ποιον Άγιο θεωρούσαν πιο σημαντικό. Αυτοί που υποστήριζαν ότι πιο σημαντικός είναι ο Μέγας Βασίλειος αυτοαποκαλούνταν Βασιλείται, αυτοί που υποστήριζαν ότι ήταν ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος αυτοαποκαλούνταν Γρηγορίται και τέλος αυτοί που υποστήριζαν ότι ήταν πιο σημαντικός ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αυτοαποκαλούνταν Ιωαννίται.
Έξι αιώνες αργότερα, το 1826 μΧ ο Δημήτριος Φρειδερίκος Γκίλφορντ, ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας, και ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος καθιέρωσαν την ημέρα της εορτής των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Ελληνική και Επτανησιακή Παιδεία. Δεκαέξι χρόνια αργότερα, το 1842 μΧ το πανεπιστήμιο Αθηνών καθιέρωσε για όλη την ελεύθερη Ελλάδα την εορτή των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Παιδεία και στα Γράμματα. Από τότε ως σήμερα, οι Τρεις Ιεράρχες θεωρούνται προστάτες των μαθητών, των φοιτητών και των σπουδαζόντων εν γένει, και η μέρα εορτή τους είναι σχολική αργία.
Ο Γρηγόριος γεννήθηκε στο χωριό Αριανζό κοντά στη Ναζιανζό της Καππαδοκίας. Ο Γρηγόριος σπούδασε ρητορική και φιλοσοφία στη Ναζιανζό, στην Καισάρεια, στην Αλεξάνδρεια και στην Αθήνα. Στην Αθήνα συναντήθηκε και έγινε φίλος με τον Βασίλειο. Οι δύο νέοι άντρες ζούσαν στο ίδιο σπίτι, έτρωγαν στο ίδιο τραπέζι, είχαν τα ίδια πνευματικά ενδιαφέροντα (Λόγος ΜΓ’ 19) και σπούδασαν στις κυριότερες Σχολές της Αθήνας. Τότε ο Γρηγόριος, γνώρισε και τον λίγο νεότερό του (μετέπειτα αυτοκράτορα) Ιουλιανό.
«O Γρηγόριος Θεολόγος, ο Ναζιανζηνός, είναι ο επιφανέστερος, ο «άριστος» θεολόγος της Εκκλησίας μετά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη. Το θεολογικό του βάθος και η έντονη ποιητικότητα στο έργο του τον ύψωσαν σε πρότυπο μοναδικού κάλλους και λάμψεως. Ο Γρηγόριος υπήρξε ο ποιητής που έγινε μεγάλος θεολόγος. Η ευαισθησία χαρακτήριζε το είναι του με τρόπο καθολικό και τον οδηγούσε σε αλλεπάλληλες απογοητεύσεις, σ’ ένα είδος συνεχούς φυγής από καταστάσεις, στις οποίες εμπλεκόταν με πιέσεις τρίτων αλλά πάντως θεληματικά.Η «φυγή» του ήταν συνάρτηση της αναπτυγμένης ευαισθησίας του και της κλίσεως για τον μονήρη νηπτικό βίο. Πίστευε ότι «μεγίστη πράξις εστιν η απραξία» (Επιστ. 49), ο θεωρητικός ή θεοπτικός βίος.
Απέφευγε συστηματικά την δραστηριοποίηση του στο έργο της Εκκλησίας, αλλά τελικά και ποιμαντική φροντίδα ανέλαβε και τα μεγάλα θεολογικά προβλήματα αντιμετώπισε. Η συνύπαρξη των αντιθέσεων στο είναι του επιτεύχτηκε, διότι ο Γρηγόριος δεν ήταν μόνο ποιητής και νηπτικός, αλλά και μέγας θεολόγος, που φρονούσε ότι όφειλε να «καρποφορεί», να «ωφελεί» την Εκκλησία και μάλιστα να «δημοσιεύη την έλλαμψιν» του (Λόγος IB’ 4. PG 35, 848ΑΒ). Στην περίπτωση του Γρηγορίου συνέβη το εξής θαυμαστό: ενώθηκαν ασύγχυτα ο ποιητής, ο νηπτικός και ο θεολόγος. Η τριπολικότητα του προσώπου του αποτελεί το μεγαλείο του, αλλά και την πρώτη δυσχέρεια ερμηνείας του.»
Να μή διδάσκεις ή να διδάσκεις με τον τρόπο σου.
Μή με το ένα χέρι τραβάς και απωθείς με το άλλο.
Θα χρειαστείς λιγότερα λόγια πράττοντας όσα πρέπει.
Ο ζωγράφος διδάσκει πιο πολύ με τις ζωγραφιές
Την μνήμη του Γρηγορίου εορτάζουμε την 25Η Ιανουαρίου. του.
Ο Άγιος Βασίλειος υπήρξε υποδειγματικός Επίσκοπος. Ως άριστος ποιμένας, βοηθούσε κάθε πεινασμένο, άρρωστο και αδικημένο με όσες δυνάμεις διέθετε. Υπήρξε πάντα υπερασπιστής, οδηγός και βοηθός του ποιμνίου του. Υπάρχουν εκατοντάδες διηγήσεις περιστατικών που δείχνουν την δράση αυτή του Αγίου. Μεταξύ όσων έκανε για τους χριστιανούς της Καισάρειας, είναι η ίδρυση του φιλανθρωπικού ιδρύματος «Βασιλειάδα».
Στο ίδρυμα λειτουργούσε νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο και ξενώνας. Τις υπηρεσίες του τις πρόσφερε το ίδρυμα δωρεάν σε όποιον τις είχε ανάγκη. Το προσωπικό του ιδρύματος αυτού ήταν εθελοντές που προσφέρανε την εργασία για το καλό του κοινωνικού συνόλου. Είναι αξιοθαύμαστο πως εκείνη την εποχή, μιλάμε για τον 4ο αιώνα μ.Χ. ο Άγιος Βασίλειος εμπνεύστηκε, ίδρυσε και λειτούργησε ένα ίδρυμα που και στις μέρες μας θα αποτελούσε πρότυπο.
Στην πολύπλευρη δράση του Αγίου συμπεριλαμβάνεται και ο «πόλεμος» που διεξήγαγε εναντίων της αιρέσεως του Αρειανισμού. Στον πόλεμο αυτό δεν δίστασε να αντιταχθεί πολλές φορές με την εκάστοτε πολιτική εξουσία. Όπλα του ήταν η πίστη και η προσευχή. Με τους λόγους, τα κηρύγματα αλλά και την πένα του μετέδιδε την αγάπη του για τον Χριστό. Έγραψε πολλά ασκητικά και παιδαγωγικά συγγράμματα, επιστολές και ομιλίες.
Ὅλη, λοιπόν, αὐτὴ ἡ γήινη εὐτυχία δὲν φθάνει οὔτε τὸ μικρότερο ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τῆς ἄλλης ζωῆς. Ὅλα τὰ καλὰ τοῦ κόσμου τούτου εἶναι τόσο κατώτερα ἀπὸ τὸ ἐλάχιστο ἀνάμεσα σ᾿ ἐκεῖνα τὰ ἀγαθά, ὅσο κατώτερα εἶναι ἡ σκιὰ καὶ τὸ ὄνειρο ἀπὸ τὴν πραγματικότητα. Την μνήμη του Αγίου Βασιλείου εορτάζουμε την 1η Ιανουαρίου.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας. Το έργο που επιτέλεσε για έντεκα χρόνια στην Αντιόχεια ήταν πολυσχιδές: κήρυγμα, δράση κατά των αιρέσεων, συγγραφή και κοινωνική δράση. Τα κηρύγματά του σαγήνευαν όλο τον κόσμο, χριστιανούς και μη. Ωστόσο, ο σκοπός του δεν ήταν να εντυπωσιάσει, αλλά να ερμηνεύσει τη χριστιανική πίστη και να καθοδηγήσει τους ανθρώπους. Συγκλονιζόταν από το δράμα των φτωχών ανθρώπων που στην κυριολεξία πέθαιναν από την πείνα, ενώ άλλοι ξόδευαν τεράστια ποσά για απολαύσεις. Γι’ αυτό και δεν έπαυσε να διαμαρτύρεται, να καταγγέλλει και να δραστηριοποιείται για να ανακουφίσει όσους έπασχαν και στερούνταν. Στις μέρες του η Εκκλησία της Αντιόχειας έτρεφε τρεις χιλιάδες φτωχούς. Κατά τον Χρυσόστομο η άγρια διαμάχη γύρω από το δικό μου και το δικό σου αποτελεί τη ρίζα όλων των κοινωνικών κακών που αναστατώνουν και δηλητηριάζουν τη ζωή των ανθρώπων: «Όπου γαρ χρήματα, εκεί έχθρας υπόθεσις και μυρίων πολέμων». Για τον Χρυσόστομο, η ιδεώδης μορφή κοινωνικής συμβίωσης που ταιριάζει σε χριστιανούς είναι η αδερφική κοινοκτημοσύνη της πρώτης χριστιανικής κοινότητας των Ιεροσολύμων. Η φήμη του έφτασε ως την αυτοκρατορική αυλή. Έτσι, το 397, οπότε και πεθαίνει ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως τον φέρνουν στην πρωτεύουσα –σχεδόν παρά τη θέλησή του- για να τον διαδεχθεί. Μάλιστα την υποψηφιότητά του τη στήριξε ο ίδιος ο αυτοκράτορας. Και εδώ ο Χρυσόστομος εξακολούθησε να είναι αυστηρός και μαχητικός. Διατάζει αυστηρές οικονομίες στα έξοδα της Αρχιεπισκοπής, ώστε να εξοικονομηθούν χρήματα για το φιλανθρωπικό έργο. Διδάσκει, παρηγορεί, συμβουλεύει, υπερασπίζεται αδικημένους, οργανώνει ιεραποστολές.
Ο Χρυσόστομος θεωρείται ο εξοχότερος εκκλησιαστικός ρήτορας όλων των αιώνων. Ο ίδιος υπήρξε θαυμαστής του αρχαίου ελληνικού λόγου: του Ισοκράτη, του Δημοσθένη, του Θουκυδίδη, του Πλάτωνα. Χρησιμοποιούσε πολλές εικόνες, ερωταποκρίσεις, μεταφορές, παραλληλισμούς και μπορούσε να προσαρμόζει την ομιλία του στη σύνθεση και τις διαθέσεις του ακροατηρίου του. Εξαιτίας αυτής της μεγάλης του δεινότητας ονομάστηκε «Χρυσόστομος».
‘’Εν ειρήνη κέκληκεν ημάς ο Θεός ουκ εν μάχη’’, λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 13 Νοεμβρίου και στις 30 Ιανουαρίου, γιορτή των Τριών Ιεραρχών.
(επιμέλεια κειμένου: Μαγδαληνή Βαφειάδου)