‘Ερευνα: ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΤΣΙΚΑΣ
Σε κάθε περίπτωση ο επίσημος λόγος για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση επικεντρώνει στο «άνοιγμά» της για όλα τα παιδιά και στη μαζικοποίηση της φοίτησης. Με τη βοήθεια των αριθμών και μιας στατιστικής χωρίς «κοινωνική σκιά», το ΥΠΕΠΘ, προσπαθεί να «στεφανώσει» την άποψη ότι ο αυξημένος αριθμός εισακτέων στη χώρα μας έχει σχεδόν εξαφανίσει τις ταξικές διαφοροποιήσεις, καθώς τα παιδιά από όλα τα κοινωνικά στρώματα που «θέλουν και μπορούν», έχουν τις ίδιες ευκαιρίες πρόσβασης. Βεβαίως μια ματιά, κάθε χρόνο, στην κοινωνική σύνθεση των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση από τη μια και των αποκλεισμένων από την άλλη είναι αρκετή για να αποδείξει ότι η ομάδα των τελευταίων συγκροτείται από τα πιο φτωχά στρώματα του πληθυσμού, από την περιφέρεια και όχι από το κέντρο των νομών, από τις εργατικές και χαμηλουπαλληλικές –από τη μεριά της σύνθεσης- γειτονιές του λεκανοπεδίου και της Θεσσαλονίκης.Ωστόσο η επιλεκτική λειτουργία δεν έχει μόνο έχει δύο όψεις : το παιδί εισάγεται ή δεν εισάγεται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η επιλεκτική λειτουργία, τα τελευταία χρόνια πολύ περισσότερο από ποτέ, συμπληρώνεται με τη λειτουργία του καταμερισμού και της ρύθμισης των εκπαιδευτικών ροών.Για να το κατανοήσουμε δεν έχουμε παρά να υποβάλλουμε το εξής ερώτημα: η μαζικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συνέβαλε στη δικαιότερη κατανομή των εκπαιδευτικών αγαθών και στην άμβλυνση των ανισοτήτων ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές ομάδες;Ποια είναι η κοινωνική σύνθεση των φοιτητών/τριών στις Πανεπιστημιακές σχολές υψηλής και χαμηλής ζήτησης;Με βάση, λοιπόν, τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, οι ανισότητες πρόσβασης στα ΑΕΙ «ζουν και βασιλεύουν». Είναι φανερό ότι το «άνοιγμα» των Πανεπιστημίων, με την αύξηση του αριθμού των εισακτέων, δεν μετρίασε τις ανισότητες πρόσβασης για εκείνους τους υποψήφιους οι οποίοι προέρχονται από τα αγροτικά και εργατικά στρώματα.
Ακραίες κοινωνικές ανισότητες
Όμως, το επάγγελμα του πατέρα δεν αναδεικνύεται μόνο ως ένας σημαντικός παράγοντας διαφοροποίησης των σχετικών πιθανοτήτων πρόσβασης στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση αλλά επηρεάζει σημαντικά και την κατανομή στις διάφορες σχολές των φοιτητών από διάφορες επαγγελματικές κατηγορίες καθώς η έρευνα αποκαλύπτει ότι οι σπουδές που οδηγούν σε επαγγέλματα υψηλού κοινωνικού κύρους και μεγάλων εσόδων όπως π.χ. ιατρικές σπουδές, Πολυτεχνικές, Η/Υ, κ.λπ. εμφανίζουν σχεδόν ακραίες κοινωνικές διαφορές στη σύνθεση των φοιτητών.Στον πίνακα 2 βλέπουμε τη συμμετοχή στις διάφορες σχολές, των φοιτητών από διάφορες επαγγελματικές κατηγορίες. Φαίνεται καθαρά ότι ενώ στα περιζήτητα και υψηλόβαθμα τμήματα των Μηχανικών Η/Υ, των Πολιτικών Μηχανικών, των Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, στην Ιατρική, στη Νομική και στην Επιχειρησιακή έρευνα και Μάρκετινγκ υπερέχουν οι νέοι των μεσαίων και ανώτερων εισοδηματικών στρωμάτων, στη Θεολογική, στα τμήματα Ιστορίας κ.λπ. και στα ΤΕΙ, στη σύνθεση του φοιτητικού σώματος «βάζουν τη σφραγίδα τους» οι φοιτητές από τις επαγγελματικές κατηγορίες των αγροτών και των εργατών που συμμετέχουν με ποσοστά που δεν υπολείπονται πάρα πολύ από τα ποσοστά συμμετοχής των επαγγελματικών τους κατηγοριών στο σύνολο του ενεργού πληθυσμού.Π.χ. ενώ οι φοιτητές αγροτικής καταγωγής δεν ξεπερνούν το 1-6% του συνόλου των φοιτητών της Ιατρικής ή του Πολυτεχνείου, φτάνουν και ξεπερνούν το 10% στο σύνολο των φοιτητών των ΤΕΙ ή διαφόρων τμημάτων ΑΕΙ χαμηλής επαγγελματικής προοπτικής. Επίσης οι φοιτητές εργατικής καταγωγής ενώ αποτελούν μόλις το 10-12% κατά μέσο όρο των περιζήτητων σχολών, στις σχολές χαμηλής ζήτησης ξεπερνούν το 25%. Αντίθετα οι φοιτητές με πατέρα στα «επιστημονικά – ελεύθερα επαγγέλματα» αποτελούν το 40-50% των σχολών πρώτης ζήτησης και μόλις το 1/10 των φοιτητών των ΤΕΙ.Το άνοιγμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι «χάρτινο», διότι η δημιουργία εκατοντάδων τριτοβάθμιων τμημάτων, σε όλα τα μήκη και πλάτη της χώρας, έγινε με την ανυπαρξία επαγγελματικών δικαιωμάτων των συγκεκριμένων πτυχίων και στη λογική πρώιμων επιστημονικών ειδικεύσεων, οι οποίες με κανένα τρόπο δεν στοιχειοθετούν την σπουδή κάποιας συγκεκριμένης επιστήμης. Έτσι, αυτό που έχει συμβεί στην πραγματικότητα είναι η «φοιτητοποίηση» ενός μεγάλου αριθμού νέων χωρίς όμως να έχει ληφθεί καμία πρόνοια ούτε για την ποιότητα του σπουδών που παρακολουθούν, ούτε για το ποιο θα είναι το επαγγελματικό αντίκρισμα των πτυχίων που θα πάρουν. Έχουμε να κάνουμε με μια αντιφατική κατάσταση «αποκλεισμού μέσα από την ένταξη», καθώς περισσότεροι νέοι άνθρωποι μπαίνουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση προκειμένου να πάρουν πτυχία που, στην πλειονότητα τους παραπέμπουν σε επαγγελματικά δικαιώματα απολυτηρίου λυκείου.Η πραγματικότητα αυτή έχει δύο επιπτώσεις. Πρώτον, οι πανεπιστημιακές σχολές διαφοροποιούνται ανεπίσημα σε δύο κατηγορίες. Σε ένα σκληρό και δύσκολα προσβάσιμο πυρήνα σχολών που στη συγκεκριμένη συγκυρία έχουν καλύτερο αντίκρισμα στην αγορά εργασίας (Ιατρική, Πολιτικοί Μηχανικοί, Πληροφορική, Παιδαγωγικά, Νομικά) και σε μια «θάλασσα με θολά νερά» από εκατοντάδες τμήματα μερικά από τα οποία ψαρεύουν οι υποψήφιοι «τυχαία» με τη συμπλήρωση του μηχανογραφικού τους στη λογική του «ας περάσω κάπου και μετά βλέπω τι θα κάνω». Αν κάποιος προσπαθήσει να ανιχνεύσει την κοινωνική προέλευση των μαθητών που επιτυγχάνουν στις υψηλόβαθμες σχολές σε σύγκριση με αυτών που επιτυγχάνουν στις υπόλοιπες θα διαπιστώσει αμέσως ότι η ταξική ανισότητα αναπαράγεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτό το επίπεδο.
ΑΥΓΗ 15/3/09