Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε τη «δύσκολη» συμπεριφορά ενός παιδιού;

 

Προσέχουμε τη δική μας συμπεριφορά: Προσπαθούμε να μάθουμε πρώτα εμείς να διαχειριζόμαστε καλύτερα τα συναισθήματα μας και τις πράξεις μας. Δεν ξεσπάμε πάνω σε εκείνα την κούρασή μας, το στρες, την απογοήτευση που προέρχεται από όλους τους τομείς της ζωής μας. Επειδή τρέχουμε όλη μέρα και έχουμε απεριόριστες ευθύνες για πολλά πράγματα, θα μας εξυπηρετούσε τα παιδιά μας να είναι βολικά και απόλυτα ήσυχα. Είναι μόνο φυσιολογικό τα παιδιά να είναι ανήσυχα πνεύματα. Χρειάζονται εκπαίδευση με επιμονή και υπομονή.  

Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι οι γονείς είμαστε οι πρώτοι και οι πιο σημαντικοί παιδαγωγοί στην ζωή τους. Ξεπατικώνουν συμπεριφορές μας ως απόλυτα φυσιολογικές και απορροφούν τα συναισθήματά μας και τα προβλήματα που υπάρχουν μέσα στο σπίτι.Είναι πολύ εύκολο να ρίξουμε την ευθύνη σε εκείνα, αλλά είναι ταυτόχρονα και πολύ άδικο. 

Όταν μας έρχεται η παρόρμηση να τους μιλήσουμε άσχημα ή να τα χτυπήσουμε,  θα ήταν συνετό να πάρουμε βαθιές ανάσες και να θυμηθούμε, ότι ο σκοπός μας είναι να τα βοηθήσουμε να σταματήσουν να συμπεριφέρονται άσχημα. Για να το πετύχουμε αυτό, πρώτα ηρεμούμε εμείς και δεν μεταδίδουμε καμία συναισθηματική φόρτιση σε εκείνο. Στοχεύουμε να αποδεσμευτεί το παιδί από την ανάρμοστη συμπεριφορά. Οι έντονες δικές μας αντιδράσεις την ενισχύουν. Απομακρύνουμε το παιδί σε έναν ήρεμο χώρο και με πολύ λίγα λόγια του εξηγούμε για ποιο λόγο δεν είναι σωστό να επαναλάβει την προηγούμενη του πράξη. Εξηγούμε τα αποτελέσματα, που έχει και για το ίδιο και για τους γύρω του, χωρίς να του μεταδίδουμε ενοχές, κατηγορίες και χαρακτηρισμούς. Τα λόγια που χρησιμοποιούμε εξαρτώνται πολύ και από τον χαρακτήρα του παιδιού που έχουμε απέναντι μας.

Στα μεγαλύτερα παιδιά πέρα από την εξήγηση των συνεπειών, τα βάζουμε να συμμετέχουν στο όποιο κόστος μπορεί να έχει η συμπεριφορά τους. Δηλαδή, για παράδειγμα εάν έσπασε το τζάμι από τα νεύρα του, του ζητάμε να συμμετέχει στην αποκατάσταση αυτού. Θα το βάλουμε στην διαδικασία επιδιόρθωσης του συγκεκριμένου πράγματος, όχι ως τιμωρία, αλλά για να δει στην πράξη, ότι όλοι αναλαμβάνουμε το όποιο κόστος έχουν τα λάθη μας. Το ίδιο, όμως, πρέπει να δει και από εμάς να κάνουμε σε αντίστοιχες περιπτώσεις.

Θέτουμε ξεκάθαρους, σταθερούς κανόνες και όρια στην καθημερινότητα τους: Τα παιδιά εάν μάθουν μέχρι πού φτάνουν τα όρια μας και τα δικά τους και αυτό τηρείται από ΟΛΟΥΣ με σταθερότητα, δεν έχουν κανένα λόγο να παρεκκλίνουν και πόσο μάλιστα με αντιδραστικότητα.

Όταν άλλους κανόνες ακούν από τον μπαμπά, άλλους από την μαμά, τον παππού και την γιαγιά, τότε το παιδί φυσικό είναι να υπακούσει στους πιο ελαστικούς ή ακόμα χειρότερα να λειτουργεί ως “πνεύμα αντιλογίας”. Τι φταίει το παιδί, όταν σήμερα το αφήνεις να ξαπλώσει στις 12 το βράδυ και αύριο του επιβάλεις να κοιμηθεί από τις 10; Δεν θα αντιδράσει; Τα όρια δεν τοποθετούνται ανάλογα με τα κέφια μας και την δική μας διαθεσιμότητα. Επιπλέον, δεν ξεκινάμε να θέτουμε όρια με ένα “μη”. Για παράδειγμα, δεν λέμε “μην το πετάξεις αυτό”, αλλά είναι προτιμότερο να του πούμε “κουβάλησε το με προσοχή”.

Κατανοούμε και σεβόμαστε την προσωπικότητα του παιδιού: Δεν έχουν όλα τα παιδιά τις ίδιες δυνατότητες, τους ίδιους ρυθμούς στην επεξεργασία και αφομοίωση κάποιων πραγμάτων. Αυτό καλούμαστε να το δούμε, να το αποδεχθούμε με απόλυτο σεβασμό.

Έχουν την δική τους προσωπικότητα και δεν τους αξίζει καμία “ταμπέλα”, επειδή δυσκολεύουν την δική μας ζωή και τις δικές μας ανάγκες. Ναι μεν εμείς επιθυμούμε να έχουν καλούς τρόπους συμπεριφοράς, αλλά και εκείνα δεν προσεγγίζονται όλα με τον δικό μας απόλυτο τρόπο. Πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας τις ιδιαιτερότητες τους, τις ευαισθησίες τους, για να περάσουμε τα κατάλληλα μηνύματα με τον τρόπο που θα τους βοηθήσει να τα ακούσουν περισσότερο.

Επίσης, δεν τα προσβάλλουμε και ειδικά μπροστά σε κόσμο. Το καλύτερο είναι οι συζητήσεις να γίνονται σε προστατευμένο για εκείνα περιβάλλον, για να αισθάνονται ασφάλεια και λιγότερη έκθεση.

Επιτρέπουμε να αποκτά σιγά σιγά στοιχεία αυτονόμησης: Εάν το παιδί το αποκλείσεις εντελώς στην προσπάθειά του να κατακτήσει τον δικό του έλεγχο σε πράγματα, τότε αυτό θα επαναστατήσει. Για παράδειγμα, θα το αφήσουμε να πλύνει και μόνο του τα δόντια, αλλά με τον όρο να μάθει πρώτα να τα πλένει σωστά. Θα θέλει να επιλέξει κάποιο φαγητό που του αρέσει και τρελαίνεται, για να φάει, αλλά θα μπει και η προϋπόθεση ότι σε αυτό το φαγητό θα προστεθεί και κάτι άλλο που κρίνει ο γονιός, ότι είναι και πιο υγιεινό.

Επιβραβεύουμε την κατάλληλη συμπεριφορά και αγνοούμε τις μη κατάλληλες: Όταν βλέπουμε το παιδί να συμπεριφέρεται με καλό τρόπο και να είναι συνεργάσιμο, δεν το περνάμε αυτό στο ντούκου θεωρώντας το αυτονόητο. Το μιλάμε, το αναφέρουμε, το επιβραβεύουμε. Οι επιβραβεύσεις πρέπει να είναι απλές, όχι υπερβολικές και απαραίτητα υλικές. Θα μπορούσε να είναι η παροχή ενός προνομίου, όπως το να κρατήσει περισσότερο η βόλτα του σαββατοκύριακου. Ομοίως, η αντίδραση μας σε μία μη κατάλληλη συμπεριφορά δεν χρειάζεται να είναι υπερβολική. Οι εξάρσεις μας την φουντώνουν. Μπορούμε να περάσουμε το μήνυμα, ότι δεν είναι αποδεκτό αυτό που κάνει και πέρα από την εξήγηση, το ενημερώνουμε πως θα του δοθεί ο χρόνος να το επεξεργαστεί. Εάν την επαναλάβει, μπορούμε να του μιλήσουμε για το κόστος που έχουν τα λάθη και ότι θα χρειαστεί να το υποστεί. Δεν αναφερόμαστε σε “τιμωρία”, αλλά σε “κόστος”.

Προσπαθούμε να διερευνήσουμε τι πυροδοτεί αυτή την κακή συμπεριφορά: Τα παιδιά κατ’ ουσίαν δεν είναι “δύσκολα”. Κάτι τους δυσκολεύει και εκφράζονται με αυτόν τον τρόπο. Και αυτό θα πρέπει να το θυμόμαστε κάθε φορά, που μας πιάνει η μανία να ξεσπάσουμε πάνω τους. Είναι λογικό να μην έχουμε πάντα την υπομονή. Συζητήστε το με τον/την σύζυγο σας, με έναν ειδικό και προσπαθήστε να το καταλάβετε.

Μην στέκεστε στους λάθος χειρισμούς σας, μπείτε να τους τροποποιήσετε: Αυτό είναι και ένα μάθημα, που καλούμαστε να δώσουμε στα παιδιά μας. Μην πελαγώνετε. Ζητάμε συγγνώμη χωρίς υπερβολική ενοχικότητα και προσπαθούμε κάθε φορά να χειριστούμε την κατάσταση πιο ομαλά. Τα παιδιά μπορούν εύκολα να αντιληφθούν την ενοχικότητά σας και να την χειριστούν καταλλήλως.

Πότε χρειάζεται να απευθυνθούμε σε έναν ειδικό;

  • Όταν το παιδί εκδηλώσει έντονα επιθετικές και κακοποιητικές συμπεριφορές
  • Όταν υπάρχουν ενδείξεις κατάθλιψης, έντονης απόσυρσης και αυτοκαταστροφής
  • Όταν υπάρχουν έντονες δυσλειτουργίες μέσα στο οικογενειακό σύστημα
  • Όταν οι γονείς νιώσουν ανίσχυροι εντελώς να δουλέψουν με την διαπαιδαγώγηση της πειθαρχίας

Επιμέλεια: Αθανασιάδου Μαρία – Ψυχολόγος

Πηγή: https://www.infokids.gr