Κάποτε, σ’ ένα όμορφο βουνό, σ’ ένα όμορφο δάσος είχε φυτρώσει και ζούσε ένα δεντράκι. Ένα μικρό ελατάκι! Όμως, τα φύλλα του δεν του άρεσαν καθόλου! «Είναι σαν βελόνες!» παραπονιόταν.
Ένα πρωί, αποφάσισε πως δεν πήγαινε άλλο αυτή η κατάσταση . Έτσι, κάλεσε τα ξωτικά του δάσους και τους ζήτησε να το βοηθήσουν, δίνοντάς του άλλα φύλλα όμορφα, πλατιά και τρυφερά!
Ξαφνιάστηκαν τα ξωτικά, όμως άρχισαν να κάνουν αμέσως τα μαγικά τους, γιατί δεν ήθελαν να βλέπουν στενοχωρημένο το μικρό ελατάκι… Μόλις τέλειωσαν πήγαν πίσω στη σπηλιά τους.
Το άλλο κιόλας πρωί, το δεντράκι μας είχε φύλλα πλατιά και τρυφερά. Όλη η μέρα του πέρασε θαυμάζοντας τα καινούργια του φύλλα…
Όταν έπεσε η νύχτα το έλατο κοιμήθηκε. Ήρθαν όμως πεινασμένα ελαφάκια και του μασούλησαν τα φύλλα του.
Το πρωί που ξύπνησε δεν είχε ούτε ένα πλατύ και τρυφερό φύλλο, ήταν γυμνό και κρύωνε. Έτσι, κάλεσε ξωτικά του δάσους και τους ζήτησε να το βοηθήσουν.«Θέλω άλλα φύλλα», τους είπε, να μην μπορούν να τα φάνε τα ελάφια, θέλω φύλλα γυάλινα!
Ξαφνιάστηκαν τα ξωτικά, όμως άρχισαν να κάνουν αμέσως τα μαγικά τους, γιατί δεν ήθελαν να βλέπουν στενοχωρημένο το μικρό ελατάκι. Το άλλο κιόλας πρωί, το δεντράκι μας είχε φύλλα γυάλινα, φωτεινά, όμορφα και δεν μπορούσαν να του τα φάνε τα ελαφάκια. Έλαμπαν στον ήλιο.
Όταν έπεσε η νύχτα ,το έλατο κοιμήθηκε.Ήρθε τότε ο άνεμος φύσηξε δυνατά και του έσπασε τα γυάλινα φύλλα του.
Το πρωί δεν είχε ούτε ένα φύλλο πάνω του. Κάλεσε τότε τα ξωτικά να το βοηθήσουν . “Θέλω άλλα φύλλα , να μην μπορούν να τα φάνε τα ελάφια ,ούτε να μπορεί να τα σπάσει ο άνεμος” είπε το ελατο. Τα ξωτικά ήρθαν πάλι και έκαναν τα μαγικά τους το βράδυ, που το έλατο κοιμόταν και το πρωί που ξύπνησε είδε ότι πάνω του είχε χρυσά φύλλα.
Όλη την ημέρα το έλατο θαύμαζε τα χρυσά φύλλα του! Όταν ήρθε η νύχτα έπεσε να κοιμηθεί. Ένας κλέφτης είδε τα πολύτιμα φύλλα του του τα πήρε προσεκτικά και αθόρυβα και έφυγε τρέχοντας.
Το επόμενο πρωί που ξύπνησε στεναχωρήθηκε πάρα πολύ όταν είδε να του λείπουν τα φύλλα του, και φώναξε πάλι τα ξωτικά. “Ξωτικά , ελάτε θέλω πάλι τα φύλλα που είχα ,τα δικά μου, αυτά τα μυτερά σαν βελόνες , αυτά που ούτε τα ελάφια τρώνε ούτε ο άνεμος τα σπάζει , ούτε ο κλεφτης κλέβει”.
Τα ξωτικά ,του έδωσαν τα δικά του φύλλα. Το έλατο ήταν πολύ χαρούμενο! Η νύχτα που ήρθε, κατέβασε τ` αστέρια της να το στολίσουν και τις χιονονιφάδες να σταθούν πάνω του και να το κάνουν λαμπερό! Ήταν έτοιμο να γιορτάσει τα Χριστούγεννα!