Μόνο έξι αριθμοί, Μετάφραση

MARTIN REES, Μόνο έξι αριθμοί, Μετάφραση: Βασίλης Δρόλιας,

εκδόσεις Κάτοπτρο, σελ. 244


To Σύμπαν ίσως να’ ναι

Μεγάλο όσο λένε 

Μα θα μας έλειπ’ αν

Δεν θα υπήρχε καν;

Piet Hein

Το βιβλίο, στο οποίο αναφέρομαι σήμερα, είναι σχετικά «παλιό». Γραμμένο στην στροφή του Μιλένιουμ, αγνοεί μια σειρά από εξελίξεις που μεσολάβησαν. Εξελίξεις, οι οποίες για την Κοσμολογία –τη μελέτη, δηλαδή του Σύμπαντος ως όλου- ήταν πολλές και σημαντικές.

Κι όμως. Η εργασία του Martin Rees παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναντικατάστατη. Η ανάγνωσή της, τόσο από την άποψη της γνώσης όσο και από αυτή της έμπνευσης, δύσκολα μπορεί να υποκατασταθεί από αυτήν κάποιας νεότερης δουλειάς.

Το κεντρικό ερώτημα του βιβλίου είναι: Γιατί ο κόσμος είναι όπως είναι; Και, επομένως: Θα μπορούσε να ήταν διαφορετικός; Κι αν ήταν διαφορετικός, θα ήταν βιώσιμος και παρατηρήσιμος;

Προσοχή! Δεν βρισκόμαστε μπροστά στο μείζον φιλοσοφικό ερώτημα: Γιατί να υπάρχει κάτι και όχι τίποτε; Ως προς αυτό ο Rees είναι κατηγορηματικός. Το κεντρικό οντολογικό ερώτημα δεν απαντιέται με μόνους τους κοσμολογικούς όρους. Ή, καλύτερα, δεν απαντιέται καθόλου. Προβληματίζει επί χιλιετηρίδες, οικοδομεί επιχειρήματα, διαμορφώνει στρατόπεδα στο διηνεκές. Δεν αποτελεί, ωστόσο, προς το παρόν τουλάχιστον, ερώτημα με τους όρους της επιστήμης. Προφανώς και ο σχετικός προβληματισμός υποστηρίζεται από τις επιστημονικές προόδους -και ιδίως τις κοσμολογικές. Δεν είναι δυνατόν, όμως, να ολοκληρωθεί σε αυτό το έδαφος. Ή, όπως προείπα, ίσως και σε κανένα έδαφος. Όπως το διατύπωσε ο Αλτουσέρ, η επιστήμη επιδιώκει αποδείξεις, ενώ η  φιλοσοφία διατυπώνει θέσεις.

Από ποια άποψη, όμως, το ερώτημα «Γιατί ο κόσμος είναι όπως είναι;» συνιστά επιστημονικό ερώτημα – και όχι φιλοσοφικό;

Ο Rees το δείχνει συνδέοντας εξαρχής το ερώτημα με το γεγονός πως οι ερωτώντες είμαστε εμείς συγκεκριμένα. Δηλαδή, ένα γήινο, νοήμον είδος, «με συνείδηση» ή, τουλάχιστον, με τη δυνατότητα να θέτουμε παρόμοια ερωτήματα.

 

Το ερώτημα, λοιπόν, αντιμετωπίζεται αναλυτικά μέσα από την περιγραφή και εξήγηση των συνθηκών –και των αναγκαίων διαδικασιών- που κάνουν δυνατή την παρουσία ερωτώντων σαν εμάς στο Σύμπαν. Όπως είναι γνωστό, τα τελευταία σαράντα χρόνια, η σχετική συζήτηση είναι στο προσκήνιο, με επίκεντρο την περίφημη Ανθρωπική Αρχή, σύμφωνα με την οποία όλα είναι όπως είναι, ακριβώς επειδή εμείς βρισκόμαστε «εδώ». Αν δεν ήταν έτσι, δεν θα είμαστε «εδώ», ώστε να θέτουμε τα σχετικά ερωτήματα.

Ο Rees επιλέγει να παρουσιάσει την κατάσταση και τις δικές του σχετικές απόψεις με επίκεντρο έξι αριθμούς, οι οποίοι είναι –όλοι μαζί και ο καθένας χωριστά– απολύτως καθοριστικοί στο να είναι το Σύμπαν, όπως είναι. Επομένως, εκτός των άλλων, να μας περιέχει κι εμάς. Οποιαδήποτε μικρή απόκλιση από τις συγκεκριμένες τιμές αυτών των καθοριστικών αριθμών θα οδηγούσε σε ένα εντελώς διαφορετικό κόσμο.

Εδώ, λοιπόν, έχουμε μια περίπτωση που επερωτά ευθέως τον ψόγο σχετικά με το «ναρκισσισμό των μικρών διαφορών», που έχει γίνει τόσο δημοφιλής πρόσφατα στην πολιτική ανάλυση, ιδίως, της Αριστεράς. Φαίνεται πως, σε κάποιες, πολύ σημαντικές, περιπτώσεις,  οι μικρές διαφορές έχουν κολοσσιαίες συνέπειες, κάνουν το Σύμπαν «άλλον τόπο». Ας αφήσουμε, όμως, τις παρεκβάσεις και ας επανέλθουμε στο θέμα μας.

Οι έξι αριθμοί που αποτελούν τα θεμέλια του κόσμου μας είναι οι παρακάτω.

– Ο αριθμός Ν=10-36, ο οποίος δηλώνει τη σχέση μεταξύ της βαρυτικής δύναμης και των ηλεκτρομαγνητικών δυνάμεων. Που σημαίνει, με απλά λόγια, πως η βαρυτική δύναμη, πάντοτε και μόνο ελκτική, όπως μάθαμε στο Γυμνάσιο, είναι 1000000000000000000000000000000000000 φορές ασθενέστερη από τις ηλεκτρομαγνητικές, οι οποίες μπορούν να είναι τόσο ελκτικές όσο και απωστικές –θυμηθείτε τα ετερώνυμα, που έλκονται και τα ομώνυμα, που απωθούνται. Αυτό κάνει τη βαρυτική δύναμη καθοριστική στη μεγάλη κλίμακα, ενώ στη μικρή, αυτή των ατόμων και των μορίων, η επίπτωσή της είναι μηδενική. Πράγμα που επιτρέπει στο Σύμπαν να είναι, όπως είναι. Λίγο λιγότερα μηδενικά αν εμφανίζονταν στον Ν και το Σύμπαν θα ήταν εξαιρετικά βραχύβιο και μικροσκοπικό, σε σχέση με το δικό μας, δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν όντα μεγαλύτερα από τα έντομα, ενώ ο χρόνος μέχρι τη συρρίκνωσή του στο «μηδέν» δεν θα αρκούσε για τη βιολογική εξέλιξη. Εμείς σίγουρα δεν θα είμαστε «εδώ».

– Ο αριθμός ε=0.007, που αναφέρεται στην ισχύ των πυρηνικών δυνάμεων και καθορίζει τη συνοχή των ατομικών πυρήνων των στοιχείων. Ο αριθμός αυτός βρίσκεται πίσω από το γεγονός πως τα άστρα, άρα και ο Ήλιος μας, ακτινοβολούν με το συγκεκριμένο τρόπο και η Γη δέχεται τη δεδομένη ακτινοβολία. Επιπλέον, εξηγεί γιατί υπάρχει πολύ οξυγόνο και άνθρακας και λίγος χρυσός και ουράνιο, όπως και γενικότερα γιατί υφίσταται η συγκεκριμένη –και τόσο βιοφιλική- σύνθεση των στοιχείων στη φύση. Αν ο ε ήταν λίγο μεγαλύτερος ή λίγο μικρότερος από 0.007, όλα, άστρα, πλανήτες, στοιχεία θα ήταν πολύ διαφορετικά και εμείς δεν θα υπήρχαμε.

– Ο αριθμός Ω, που μετράει την ποσότητα της ύλης, που «περιέχεται» στο Σύμπαν και η τιμή του συγκρίνεται με την κρίσιμη τιμή 1. Αν ο Ω έχει την τιμή 1 τότε το Σύμπαν είναι επίπεδο, πράγμα που σημαίνει πως «ως όλο» ακολουθεί τους κανόνες της Ευκλείδειας Γεωμετρίας. Αν ήταν σημαντικά μικρότερη του 1 η τιμή του, τότε το Σύμπαν θα ήταν ανοικτό, θα ακολουθούσε τους κανόνες της υπερβολικής Γεωμετρίας και θα διαστέλλονταν επ’ άπειρον, ενώ δεν θα μπορούσαν να σχηματιστούν γαλαξίες και άστρα. Αν πάλι ίσχυε πως Ω>>1, τότε το Σύμπαν πολύ γρήγορα μετά την «εκκίνησή» του θα είχε καταρρεύσει. Το Ω, στην πραγματικότητα, δείχνει πόσο «πυκνό» είναι το Σύμπαν κι έτσι εκφράζει τη σχέση της Παγκόσμιας έλξης με την ενέργεια διαστολής του Σύμπαντος. Όλα δείχνουν πως η τιμή του είναι πολύ κοντά στο 1, τιμή, η οποία είναι προνομιακή για τους ερωτώντες, όπως εμείς.

– Ο αριθμός λ, ο οποίος είναι γνωστός στην Κοσμολογία, ως κοσμική «άπωση» ή «αντιβαρύτητα» και δηλώνει το ενεργειακό περιεχόμενο του κενού. Εκφράζει, δηλαδή, την τάση προς διαστολή που ενέχει αφεαυτού ο χώρος ανεξάρτητα από το «υλικό περιεχόμενό» του (γαλαξίες, διάχυτο αέριο, σκοτεινή ύλη). Από το 1996 ξέρουμε, παρατηρησιακά, πως η διαστολή του Σύμπαντος είναι, στην σημερινή φάση της κοσμικής εξέλιξης, επιταχυνόμενη, πράγμα που απαιτεί την ύπαρξη μιας κοσμικής, σε κλίμακα άνω του 1 δισεκατομμυρίου ετών φωτός, άπωσης. Η πολύ μικρή τιμή του λ επέτρεψε την δημιουργία όλων των κοσμικών δομών, πάνω στις οποίες εξελίσσεται ο κόσμος και η ζωή[1].

– Ο αριθμός Q=10-5, που δείχνει την απόκλιση από το «λείο» που παρουσιάζει ο χώρος. Για να το κάνω σαφές, αν Q=0 τότε ο χώρος είναι απολύτως «λείος», που σημαίνει μια απολύτως επίπεδη επιφάνεια, χωρίς την παραμικρή «λακκούβα» ή «εξόγκωμα». Η τιμή Q=10-5 σημαίνει πως κάθε 100000 (πέντε μηδενικά, όπως δηλώνει ο εκθέτης) μέτρα έχουμε ένα «βουνό» ύψους 1 μέτρου. Πολύ μικρή απόκλιση από τη «λειότητα», σε καμιά όμως περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε για επίπεδη επιφάνεια. Ο χώρος, λοιπόν, παρουσιάζει μικρές «ανωμαλίες», χωρίς τις οποίες το Σύμπαν θα ήταν ένας ομοιογενής χώρος χωρίς κανένα από τους σχηματισμούς που διακρίνουμε, άρα και χωρίς εμάς.

– Ο αριθμός D=3, ο οποίος είναι ο αριθμός των διαστάσεων του χώρου. Δεν θα μπορούσε, άραγε, να είχαμε χώρο με λιγότερες ή περισσότερες των τριών διαστάσεις; Μάλλον όχι. Σε ό,τι αφορά τις λιγότερες, επιχειρήστε να φανταστείτε πολύπλοκα όντα, με λειτουργίες αντίστοιχες των βιολογικών, που να έχουν την υπόσταση σκίτσων σε χαρτί. Δύσκολο. Και στις περισσότερες από τρεις διαστάσεις, όμως, εμφανίζονται πολλά «λειτουργικά» προβλήματα. Για να επισημάνω μόνο ένα, αλλά καθοριστικό για κόσμους σαν το δικό μας, υπογραμμίζω πως οι γνωστοί νόμοι της Φυσικής (του «αντίστροφου τετραγώνου») δεν θα ίσχυαν, με αποτέλεσμα πολύ ασταθέστερες τροχιές των πλανητών στα ηλιακά συστήματα. Είναι πολύ απίθανο, λοιπόν, να υπήρχαμε ως τετραδιάστατοι  και πάνω.

Αυτοί είναι οι έξι αριθμοί του Rees. Με τη βοήθειά τους μας δείχνει πώς είναι ο Κόσμος και μας εξηγεί γιατί είναι όπως είναι. Κι αυτό το «γιατί», όσο κι αν αποτελεί στόχο μιας επιστημονικής αυστηρά διερεύνησης, δεν μπορεί να αποφύγει την οντολογική επερώτηση[2]. Ο κόσμος είναι όπως είναι, και θα ήταν πολύ διαφορετικός αν ήταν λίγα πράγματα λίγο διαφορετικά. Γιατί όμως είναι, όπως είναι, τελικά;

Ίσως έτσι επέλεξε κάποιος Δημιουργός και τότε η απάντηση βρίσκεται στη βούλησή Του, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για μια τόσο υπερβατική, σε σχέση με το Σύμπαν, οντότητα. Μόνο που αυτή η εξήγηση αντιμετωπίζει το πρόβλημα της reductio ad absurdum, στο μέτρο που ο καθένας θα μπορούσε να ψάξει ένα Δημιουργό του Δημιουργού κοκ.

Ίσως πάλι το Σύμπαν είναι ένα μέσα σε μια απειρία δυνατών Συμπάντων, όπως υποστηρίζει η Θεωρία του Πολυσύμπαντος. Είμαστε σε αυτό το Σύμπαν, αλλά υπάρχουν άπειρα άλλα, που εξαντλούν (!) μια άπειρη ποικιλία δυνατοτήτων. Το Σύμπαν μας, λοιπόν, είναι όπως είναι, όπως και τα άλλα είναι όπως είναι. Καμιά απορία δεν μπορεί να παραμείνει μπροστά σε μια τέτοια παραδοχή, όσο κι αν ο Γουλιέλμος του Όκαμ θα έφτανε σε παράκρουση με την «αντιοικονομικότητα» της, αν το άκουγε.

Ίσως το Σύμπαν είναι έτσι όπως είναι, γιατί στη φύση του υπαρκτού είναι να είναι έτσι και μόνο έτσι. Θέλω να πω, ίσως μόνο μ’ αυτόν τον τρόπο είναι «εφικτή» η πραγματικότητα. Ίσως δεν ζούμε «στον καλύτερο από τους δυνατούς κόσμους» (Λάιμπνιτς), αλλά στο μοναδικό δυνατό κόσμο. Που σημαίνει πως κατά λογική αναγκαιότητα –έστω κι αν είναι αδύνατο (προσώρας;) να το κατανοήσουμε– το Σύμπαν μπορεί να είναι μόνον όπως είναι.

Ίσως κι άλλα, που ακόμη δεν είμαστε σε θέση να φανταστούμε. Και το μέλλον, ευτυχώς, διαρκεί πολύ…

728

Χρήστος Λάσκος, εκπαιδευτικός

Αφήστε μια απάντηση