Η Ανάληψη του Χριστού εγγύηση του δικού μας δοξασμού
Συγγραφέας: kantonopou στις 27 Μαΐου, 2009
Κανένα ἄλλο γεγονός δέν ἀποδίδει τόσο ἐκφραστικά, ζωηρά καί περίλαμπρα τό μεγαλεῖο καί τήν δόξα τοῦ λυτρωμένου ἀνθρώπου, ὅσο τό γεγονός τῆς ᾿Αναλήψεως τοῦ Κυρίου. ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός ἀνέβηκε στόν οὐρανό ὡς Θεάνθρωπος καί στό πρόσωπό του ἀνέβηκε μαζί του ἡ ἀνθρώπινη φύση! «Εὐλογητὸς ὁ Θεός!», ἀναφωνεῖ ὁ ἅγιος Πρόκλος, ἐπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως.«῾Η φύση τῆς κτίσεως χωρίζεται σέ οὐρανό καί γῆ, ἀλλά δέν μέ ἀφήνει νά δῶ τήν διαίρεση ἡ χάρη πού σήμερα συνένωσε τήν διαίρεση. Ποιός, λοιπόν, θά πεῖ ὅτι ὁ οὐρανός διακρίνεται ἀπό τά γήινα, ἀφοῦ ἡ δική μου εἰκόνα βασιλεύει καί κάτω καί ἐπάνω; ᾿Αλλά ἐξακολουθεῖ νά μᾶς τυραννᾶ κάτω ἡ φθορά καί δίνουμε στόν διάβολο τήν χαρά τῆς φθορᾶς μας μέσα στούς τάφους. ῾Ωστόσο, ὅταν ὑψώνει τό βλέμμα στόν οὐρανό, χάνει τήν χαρά του, διότι βλέπει ἐπάνω ἀναστημένη τήν ρίζα τῶν κάτω νεκρῶν… ῎Ω, τί κέρδος μᾶς προξένησε ἡ ζημία! Κερδίσαμε τόν οὐρανό ἐμεῖς πού εἴχαμε χάσει τόν ἐπίγειο παράδεισο»(Πρόκλου Κων/πόλεως, Εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν τοῦ Κυρίου 1· PG 65,833Α-Β).
Μέ ἱερό ἐνθουσιασμό ὁ ἅγιος Χρυσόστομος πανηγυρίζει· «Σήμερα συμφιλιώθηκε τό ἀνθρώπινο γένος μέ τόν Θεό· σήμερα καταλύθηκε ἡ χρόνια ἔχθρα, καί ὁ μακροχρόνιος πόλεμος σταμάτησε· σήμερα ἐπανῆλθε μία εἰρήνη θαυμάσια, πού ποτέ προηγουμένως δέν τήν περιμέναμε» (Χρυσοστόμου, ῾Ομιλία εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν τοῦ Κυρίου 2· PG 50,444· ΕΠΕ 36,206).Μέ ἔμφαση τονίζει ὁ ἀπόστολος ὅτι ἐν Χριστῷ ὁ Θεός δόξασε τόν ἀποστάτη ἄνθρωπο· «καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ· χάριτί ἐστε σεσωσμένοι· καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ» (᾿Εφ 2,5-6). Καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης θεολογεῖ· «Δέν εἶναι πλέον ἀποκηρυγμένος ὁ ἄνθρωπος οὔτε ἀποβλημένος ἀπό τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πάλι υἱός, ὑποταγμένος στόν Θεό, ἀφοῦ συναγιάσθηκε μέ τήν ἀπαρχή τῆς ἀνθρωπότητος καί τοῦ φυράματος» (Γρηγορίου Νύσσης, Κατὰ Εὐνομίου 12· PG 45,889C· ΕΠΕ 3,456. Πρβλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Εἰς Γρηγόριον Νύσσης 6· PG 35,840Β· ΕΠΕ 1,294-296).᾿Ανασταίνοντας τόν ἑαυτό του ὁ Χριστός ἀνέστησε τήν ἀνθρώπινη φύση. ᾿Αναλαμβάνοντας τό ἀναστημένο σῶμα του στόν οὐρανό καί δοξάζοντάς το, μᾶς πῆρε ὅλους μαζί του καί μᾶς δόξασε. «Χρησιμοποιώντας νεφέλη φωτός ὡς ὄχημα ἀνέβηκε μέ δόξα καί μπῆκε στά ἀχειροποίητα ἅγια τῶν ἁγίων καί κάθισε στά δεξιά τῆς μεγαλωσύνης στούς οὐρανούς, κάνοντας ὁμόθρονο “ὡς ὁμόθεον” τό ἀνθρώπινο φύραμα», λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς (Γρηγορίου Παλαμᾶ, Εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν τοῦ Κυρίου, PG 151,281CD).
Μελετώντας τό σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἀναφωνεῖ ἐκστατικά· «῾Ο Θεός ἀνέστησε τόν Χριστό. Εἶναι μικρό αὐτό; ᾿Αλλά πρόσεξε πάλι. Τόν ἐκάθισε στά δεξιά του· ποιός ἄραγε λόγος θά κατορθώσει νά τό περιγράψει αὐτό; Κοίταξε ποῦ ἀνέβασε τόν ἄνθρωπο, τόν πλασμένο ἀπό τήν γῆ, τόν ἀφωνότερο ἀπό τά ψάρια, πού εἶχε γίνει τό παιχνίδι τῶν δαιμόνων. Πράγματι, ὑπερβολικά μεγάλη εἶναι ἡ δύναμή του! Κοίταξε, λοιπόν, ποῦ τόν ἀνέβασε· στά ἐπουράνια· τόν κατέστησε ἀνώτερο ἀπό ὅλη τήν κτιστή φύση… Σκέψου πόση εἶναι ἡ ἀπόσταση μεταξύ θείας φύσεως καί ἀνθρώπου· καί ἀπό αὐτή τήν εὐτέλεια τόν ἀνύψωσε σ᾿ ἐκείνη τήν τιμή!» (Χρυσοστόμου,Εἰς ᾿Εφεσίους 3,2· PG 62,25· ΕΠΕ 20,472· «῎Ηγειρε τὸν Χριστὸν (ὁ Θεός)· μικρὸν τοῦτο; ᾿Αλλ᾿ ὅρα καὶ πάλιν. ᾿Εκάθισεν ἐν δεξιᾷ αὐτοῦ· ἆρα τίς λόγος τοῦτο παραστῆσαι δυνήσεται; Τὸν ἀπὸ τῆς γῆς, τὸν τῶν ἰχθύων ἀφωνότερον, τὸν παίγνιον τῶν δαιμόνων γενόμενον, εἰς ὕψος εὐθέως ἀνήγαγεν.῎Οντως ὑπερβάλλον μέγεθος τῆς δυνάμεως αὐτοῦ. Καὶ θέα ποῦ ἀνήγαγεν· “᾿Εν τοῖς ἐπουρανίοις”, πάσης κτιστῆς φύσεως ἀνώτερον ἐποίησεν· “ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας”…»).
Λυρικά καί μεγαλόπρεπα παρουσιάζεται τό νόημα τῆς μεγάλης γιορτῆς σέ λόγο ἀποδιδόμενο στόν ἅγιο Χρυσόστομο· «Σκέψου, ἀγαπητέ, πόση εἶναι τοῦ Θεοῦ μας ἡ ἀγαθότητα καί ἡ ἀνέκφραστη οἰκονομία γιά τό ἀνθρώπινο γένος. ᾿Ενῶ αὐτό εἶχε ἐκπέσει ἀπό τόν παράδεισο ἐξ αἰτίας τῆς ἀπάτης τοῦ διαβόλου καί εἶχε καταδικασθεῖ τόσο βαριά, ξαφνικά τό ἀνέβασε σέ τόσο ὕψος· καί πῶς ἐμᾶς, πού ἀποδειχθήκαμε ἀνάξιοι τῆς γῆς, σήμερα μᾶς ἀνέβασε στόν οὐρανό. ῾Η δική μας φύση, πού προηγουμένως θεωρήθηκε ἀνάξια τοῦ παραδείσου, αὐτή τώρα ἔχει ἀναλάβει τήν προεδρία τοῦ οὐρανοῦ· αὐτή πού εἶχε γίνει παιχνίδι τῶν δαιμόνων, σήμερα προσκυνεῖται ἀπό τούς ἀγγέλους καί τίς οὐράνιες δυνάμεις… Γι᾿ αὐτό, λοιπόν, σκιρτῶ καί ἀγάλλομαι σήμερα καί σᾶς παρακαλῶ νά μέ ἀκολουθήσετε στόν χορό. Διότι ἐμεῖς πού δέν ἤμασταν ἄξιοι μήτε τῆς κάτω ἀρχῆς, ἀνεβήκαμε στήν ἀνώτατη βασιλεία, ξεπεράσαμε τούς οὐρανούς, πήραμε τόν βασιλικό θρόνο, καί ἡ φύση μας ἀπό τήν ὁποία φύλαγαν τόν παράδεισο τά χερουβίμ μεταφέρεται πάνω σ᾿ αὐτά καί προσκυνεῖται. Θαύμασε, λοιπόν, ἀγαπητέ, τοῦ Δεσπότη σου τήν ἐφευρετικότητα καί δόξασε Αὐτόν πού σοῦ χάρισε τόσα πολλά» («Χρυσοστόμου», Εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν β´, PG 52,793-794. Πρβλ. Λέοντος Φιλοσόφου, Λόγος εἰς τὴν ἁγίαν ᾿Ανάληψιν, PG 107,113D-116Α).
Σαστίζει ὁ νοῦς, συγκλονίζεται ἡ ὕπαρξή μας, ὅταν μελετοῦμε τό σχέδιο τῆς θείας ἀγάπης.᾿Εμεῖς οἱ ἀποστάτες, οἱ παραβάτες, μέ τήν ἀνταρσία μας περιφρονήσαμε τόν Θεό καί καταντήσαμε τά πιό ἐλεεινά καί τρισάθλια πλάσματα, ἀνάξιοι τῆς γῆς. Κι ὅμως, ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, μέ τήν ᾿Ανάσταση καί τήν ᾿Ανάληψη τοῦ Χριστοῦ δοξασθήκαμε καί ὑψωθήκαμε στήν πιό ὑψηλή θέση, στά δεξιά τοῦ Θεοῦ. «Τὴν φύσιν τῶν ἀνθρώπων, Χριστέ, φθορᾷ πεσοῦσαν ἐξανέστησας καὶ τῇ ἀνόδῳ σου ὕψωσας καὶ σαυτῷ ἡμᾶς ἐδόξασας», μελωδεῖ ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής (δ´ Τροπάριον γ´ ὠδῆς τοῦ α´ Κανόνος τῆς ἑορτῆς, Πεντηκοστάριον, σελ. 399). Καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς θεολογεῖ· «῞Οπως κατέβηκε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ὄχι μεταβαίνοντας, ἀλλά συγκαταβαίνοντας, ἔτσι ἐπανέρχεται πάλι, ὄχι μεταβαίνοντας μέ τήν θεότητα, ἀλλά ἐνθρονίζοντας ἐπάνω (στόν οὐρανό) τήν φύση μας πού ἀνέλαβε. Διότι ἀληθινά ἐκεῖ ἔπρεπε νά προσφερθεῖ στόν Θεό ἡ πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν φύση μας σάν ἀπαρχή πρωτογεννημάτων ὑπέρ ὁλοκλήρου τοῦ γένους» (Γρηγορίου Παλαμᾶ, Εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν τοῦ Κυρίου, PG 151,276D· ΕΠΕ 10,26).Τί μεγαλοπρεπέστατο σχέδιο κατέστρωσε ὁ Θεός γιά τήν ἀναστήλωση, τήν ἀποκατάσταση, τήν δόξα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεωςΟἱ ἐρευνητές συνήθως πειραματίζονται σέ μιά μικρή ποσότητα ὕλης καί στήν συνέχεια ἐπιχειροῦν τίς ἴδιες ἐφαρμογές στό σύνολο τῆς ὕλης. Κατά τόν ἴδιο τρόπο ὁ Κύριός μας ἀνέλαβε στόν οὐρανό καί κάθισε στόν θρόνο τῆς θεότητος ἕνα μέρος ἀπό τό φύραμα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ὅ,τι πιό ἐκλεκτό καί ἱερώτερο εἶχε νά ἐπιδείξει ἡ ἀνθρωπότητα, τό ἀνθρώπινο σῶμα τό ὁποῖο προσέλαβε ἀπό τήν Παρθένο Παναγία Μητέρα του. ῾Η ἴδια δόξα περιμένει κάθε ἄνθρωπο πού μέσα στήν ᾿Εκκλησία ἑνώνεται μέ τόν Χριστό.
᾿Εποπτικά ἐξηγεῖ τό γεγονός ὁ χρυσολόγος διδάσκαλος τῆς ᾿Εκκλησίας· «῞Ο,τι ἀκριβῶς συμβαίνει μέ τά σταχυοφόρα χωράφια, ὅταν κάποιος πάρει λίγα στάχυα, ὅσα χωροῦν στήν χούφτα του, καί τά προσφέρει στόν Θεό, μέ τό λίγο αὐτό εὐλογεῖ ὁλόκληρη τήν γῆ, αὐτό ἔκανε καί ὁ Χριστός. Μέ ἐκείνη τήν μία σάρκα καί τήν ἀπαρχή συνετέλεσε, ὥστε νά εὐλογηθεῖ ὁλόκληρο τό δικό μας γένος» (Χρυσοστόμου, ῾Ομιλία εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν τοῦ Κυρίου, 2· PG 50,445· ΕΠΕ 36,210). Καί ἐμβαθύνοντας στήν διδασκαλία ὁ ἅγιος ὑπογραμμίζει· «᾿Αλλά γιατί δέν ἀνέβασε (στούς οὐρανούς) ὁλόκληρη τήν φύση; Διότι δέν εἶναι αὐτό χαρακτηριστικό ἀπαρχῆς, ἄν δηλαδή προσφέρει κάποιος τό σύνολο, ἀλλά ἄν, ἀφοῦ προσφέρει ἕνα μικρό μέρος, κάνει μ’ αὐτό νά εὐλογηθεῖ τό σύνολο. Θά πεῖ ὅμως κάποιος· ἄν ἦταν ἀπαρχή, ἔπρεπε νά προσφέρει τόν πρωτόπλαστο, διότι ἀπαρχή σημαίνει νά προσφέρει ἐκεῖνο πού βλάστησε πρῶτο. Δέν εἶναι αὐτό ἀπαρχή, ἀγαπητέ, τό νά προσφέρουμε τόν πρῶτο καρπό, ἔστω καί ἄν εἶναι χαλασμένος καί ἄρρωστος, ἀλλά τό νά προσφέρουμε τόν ἐκλεκτό καρπό. ᾿Επειδή, λοιπόν, ἐκεῖνος ὁ καρπός (ὁ ᾿Αδάμ) ἦταν ὑπεύθυνος γιά τήν ἁμαρτία, γι’ αὐτό δέν προσφέρθηκε, ἄν καί δημιουργήθηκε πρῶτος. ᾿Αλλά αὐτός (ὁ νέος ᾿Αδάμ, ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός) ἦταν ἀπαλλαγμένος ἀπό τήν ἁμαρτία, γι’ αὐτό προσφέρθηκε, ἄν καί γεννήθηκε ἀργότερα· τοῦτο σημαίνει ἀπαρχή» (Αὐτόθι, 3· PG 50,445-446· ΕΠΕ 36,210-212).
῾Ο Χριστός μέ τήν ᾿Ανάληψή του, ὅπως ὑπογραμμίζει ὁ θεῖος Παῦλος,ἐγκαινίασε «ὁδὸν πρόσφατον» (῾Εβ 10,20), καινούργιο δρόμο. ῎Ανοιξε τόν δρόμο γιά τόν οὐρανό κι ἔγινε ὁ πρόδρομός μας, ὥστε νά τόν ἀκολουθήσουμε καί νά ἀνεβοῦμε στόν οὐρανό καί ὅλοι ἐμεῖς, οἱ πιστοί καί ἀφοσιωμένοι του. «᾿Αρχέτυπον τῆς ἀθανασίας» χαρακτηρίζει τόν ἀναληφθέντα Κύριο ὁ ἅγιος Νεῖλος· «σκιαγραφία δὲ καὶ προτύπωσις τούτου», λέγει, «ἡ πρὸς τὴν θείαν εἰκόνα τῆς ἐμῆς δημιουργίας καταβολή» (Νείλου, Εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν 3· PG 79,1501Α). Καί ὑπογραμμίζει ὁ ἅγιος· «Αὐτός πού γεύθηκε θάνατο ἐνθρονίζεται ἐκ νεκρῶν στούς οὐρανούς· ὥστε ἡ (ἀνθρώπινη) φύση ἀτενίζοντας ἀπό κάτω τόν οὐρανό νά μήν ἀμφιβάλλει γιά τήν ἀθανασία, ἀφοῦ βλέπει νά βασιλεύει αἰωνίως στόν οὐρανό ὁ προερχόμενος ἀπό αὐτήν. “Τίς λαλήσει τὰς δυναστείας Κυρίου;” (Ψα 105,2). Συμβασιλεύει μέ τήν Θεότητα ἡ φύση αὐτή πού προηγουμένως στόν παράδεισο οὔτε νά ἀκούσει τήν θεϊκή φωνή δέν ἄντεχε, ἀλλά ἀπό τόν φόβο της δραπέτευε καί κρυβόταν» (Νείλου, Εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν 3· PG 79,1501Α).Οἱ ἄγγελοι θαυμάζουν καί ξεσποῦν σέ δοξολογία, μελωδεῖ ὁ μέγας ὑμνογράφος ᾿Ιωσήφ ὁ Θεσσαλονίκης στόν Κανόνα τῆς ᾿Αναλήψεως· «Αἱ τάξεις τῶν ἀγγέλων, Σωτήρ, βροτείαν φύσιν θεασάμεναι συνανιοῦσάν σοι, ἀπαύστως ἐκπληττόμεναι ἀνύμνουν σε» (β´ Τροπάριον γ´ὠδῆς,Πεντηκοστάριον, σελ. 399). Καί ἄλλος ἐκκλησιαστικός συγγραφέας παρακινεῖ τούς πιστούς· «Βλέποντας τόν ποιητή τοῦ οὐρανοῦ δοξάστε τό μεγαλεῖο αὐτοῦ πού ἀναλαμβάνεται καί θαυμάστε τήν συγκατάβαση τῆς φιλανθρωπίας του, διότι, ἀφοῦ ἕνωσε τόν γήινο ἄνθρωπο μέ τόν ἑαυτό του, τόν ἀνέδειξε οὐρανοπολίτη καί τόν κατέστησε οἰκήτορα τοῦ οὐρανοῦ· “βαβαί! τόν κάτω κείμενον ποῦ ἀνήγαγε”»(«᾿Επιφανίου», Εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν τοῦ Κυρίου, PG 43,485ΒC).
Τήν ἀνύψωση τῆς πεσμένης ἀνθρωπίνης φύσεως διατρανώνει λυρικά καί τό Δοξαστικό τῶν ῾Εσπερίων τῆς ᾿Αναλήψεως· «Τῶν κόλπων τῶν πατρικῶν μὴ χωρισθείς, γλυκύτατε ᾿Ιησοῦ, καὶ τοῖς ἐπὶ γῆς ὡς ἄνθρωπος συναναστραφείς, σήμερον ἀπ’ ὄρους τῶν ᾿Ελαιῶν ἀνελήφθης ἐν δόξῃ· καὶ τὴν πεσοῦσαν φύσιν ἡμῶν συμπαθῶςἀνυψώσας, τῷ Πατρὶ συνεκάθισας…»(Πεντηκοστάριον, σελ.392).Βιώνοντας τήν ἀσύλληπτη θεϊκή τιμή ὁ Χρυσορρήμων ἀναφωνεῖ·«῎Εχουμε ἀρραβώνα, ἐνέχυρο τῆς σωτηρίας μας τό ἅγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ πού ἀνέβηκε στόν οὐρανό»! (Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν τοῦ Κυρίου καὶ εἰς τὴν ἀρχὴν τῶν Πράξεων 16· PG 52,790· ΕΠΕ 36,284. Πρβλ. «Χρυσοστόμου», Εἰς τὴν ἁγίαν ᾿Ανάληψιν, PG 62,727· «῾Ο τῆς θείας ἀναλήψεως ἐπώμβρισεν ἀνεξάντλητος πλοῦτος… ἐμὲ τὸν πηλὸν σύνθρονον ἀποδείξας τοῦ ἀχράντου Πατρός»). Κατά τήν ἀρχαιότητα, ὅταν δύο λαοί συνθηκολογοῦσαν μεταξύ τους, ὡς ἐγγύηση γιά τήν τήρηση τῆς συνθήκης συνήθιζαν νά ἀνταλλάσσουν ὁμήρους. Παρόμοια κι ἐμεῖς, λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, κρατοῦμε τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό ὅμηρο, δεμένο μέ τήν ἀνθρώπινη φύση μας, τήν ὁποία ἔχει προσλάβει καί ἔχει ἀνεβάσει στόν θρόνο τοῦ Πατέρα. Κύριε, δέν μπορεῖς νά ἀκυρώσεις τήν διαθήκη τῆς σωτηρίας μας. Σέ ἔχουμε στό χέρι μας. Κρατοῦμε ὅμηρο τόν Υἱό σου. Θά μᾶς σώσεις, Κύριε! (Βλ. Χρυσοστόμου, Εἰς ᾿Εφεσίους 2,2· PG 62,19· ΕΠΕ 20,448· «Καθάπερ εἰ πόλεμος εἴη, ἔθνεσι πρὸς ἔθνη διδόασιν ὁμήρους· οὕτω καὶ ὁ Θεὸς ἔδωκε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ, τῆς εἰρήνης καὶ τῶν σπονδῶν ἐνέχυρον, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον τὸ ἐξ αὐτοῦ». Πρβλ. τοῦ αὐτοῦ, Εἰς τὴν ᾿Ανάληψιν τοῦ Κυρίου καὶ εἰς τὴν ἀρχὴν τῶν Πράξεων 16· PG 52,789· ΕΠΕ 36,286· «῎Εχομεν οὖν τὸ ἐνέχυρον αὐτοῦ ἄνω, ἤγουν τὸ σῶμα, ὃ ἐξ ἡμῶν προσελάβετο, καὶ κάτω τὸ ἅγιον Πνεῦμα μεθ’ ἡμῶν»).
᾿Εκεῖ, λοιπόν, στά δεξιά τοῦ Θεοῦ βρίσκεται συνεχῶς ὁ ᾿Ιησοῦς, «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» (Πρξ 7,56). Εἶναι Θεάνθρωπος, ἀρχιερέας, αἰώνιος μεσίτης ἀνάμεσα στόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο· μεσιτεύει «ὑπὲρ ἡμῶν» (῾Εβ 9,24) καί «σῴζει εἰς τὸ παντελές… τοὺς προσερχομένους δι’ αὐτοῦ τῷ Θεῷ» (῾Εβ 7,25). Γνωρίζει τήν ἀνθρώπινη φύση, τίς ἀτέλειες καί τίς ἀδυναμίες της. Γι’ αὐτό, παρά τίς πτώσεις καί τίς ἐλλείψεις μας νά μήν ἀπελπιζόμαστε.Νά καταφεύγουμε στόν μεγάλο ἀρχιερέα, στόν Θεάνθρωπο Κύριό μας -ὁ ὁποῖος παραδόξως εἶναι ὁ δικαστής ἀλλά καί ὁ συνήγορός μας-, γιά νά τοῦ ζητοῦμε ἀμνηστία καί χάρη καί νά βρίσκουμε ἔλεος, βοήθεια, λύτρωση (βλ. ῾Εβ 4,16).᾿Εκεῖνος, «ὅταν τὴν πίστιν διὰ τῶν ἔργων δείξωμεν, τότε τὸ πᾶν προστίθησι» (Χρυσοστόμου, Εἰς ᾿Εφεσίους 2,2· PG 62,19· ΕΠΕ 20,448).
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.