Χαίρετε κύριε παρότι δέσμιος
τέταρτη φορά σας απαρνιέμαι,
τέταρτη που προσπαθώ
τέταρτη
με κοιτά παραξενεμένη με ελέγχει
θόρυβοι ρυθμοί
σουίγκ
δυο μάτια κύριε
ξέρει
ξέρει;
κι άλλα πολλά οι αδελφοί εν Κυρίω
πολλά μάτια με κοιτούν κύριε
με θωρούν στη Μπάρα
προσπαθώ να το δείξω
πως είμαι ευτυχής κύριε,
ζω κύριε,
στη σήψη
έξω το σμάλτο αστραφτερό
το χάσμα εντός σκοτεινό δύσοσμο
η έννοια
η θλίψη
η αμφιβολία
η προδοσία
γυρίζω παντού
στα πορνεία, στα γυμναστήρια, στα ζαχαροπλαστεία, στα θέατρα
χωρίς ανάπαψη
είσαι προδότης, προδότης ακούω
γιατί με εγκατέλειψες
δεν μπορώ να συγκεντρωθώ
μες στο πολυθόρυβο μπαρ
θυμάμαι τους αδελφούς γράφω σκίζω
νοσταλγώ εν Κυρίω γράφω σκίζω
διαλύομαι γράφω σκίζω
προδότη πήρες τον κακό δρόμο αδελφή
χριστιανόπουλο
γράφω
δε σβήνει κύριε
κι ας γυρίζω κύριε κι ας γυρίζω παντού
παντού το παράπονό σας
με σκοτώνει
και τώρα και τότε
τα μάτια πλανοδίων ζωγράφων
με καταγγέλλουν κύριε
γι’ αυτό που είμαι
κι ας έβλεπαν τότε θολά
εικόνια του σώματός μου
με κοιτούν κύριε προ πάντων τα μάτια ΜΟΥ με κοιτούν
σαν έρημη χώρα
τώρα που ανθίζουν πασχαλιές
που θύμηση και επιθυμία σμίγουν
και ταράζουν τις οκνές μου ρίζες
ο χειμώνας μού έθρεφε τη λησμονιά
είναι σκληρός ο Απρίλης που φέρατε
με το παράπονό σας
το παράπονο του προδοθέντος Χριστού
λαμά σαβαχθανί;
θα πεθάνετε κύριε εν πλήρη βεβαιότητι αναστάσεως
όμως
εγώ δεν είμαι Θεός ν’ αντέξω το παράπονό σας
εγείρατε σκληρόν τον Απρίλη στην ψυχή μου
Αμφίθυμος ημων η καρδία και ασταθής
Άφες ημιν κύριε
Κι ας οιδαμεν τι ποιούμεν
Εις τον νυν αιώνα
Σαούλ Σαούλ τι με διώκεις;
Σαούλ
ηγάπησα τον νυν αιωνα
παρηκουσα τους προφήτες
κανείς δεν ήρθε από το θάνατο να με βεβαιώσει
πώς μέγα το χάσμα όντως
κανείς δεν ήρθε από το θάνατο να με σώσει
αμφινοώ κύριε
δεν ξέρω αν υπάρχει μέλλον επέκεινα
ξέρω για το παρελθόν
της φρόνησης μου
δεν ξέρω αν θα ήθελα να γυρίσω εκεί
ύστερα από τη
φοβερή τόλμη μιaς στιγμής παραδομού
ίσως όχι μόνο μια
που η εποχή της φρόνησης ποτές δε θ’ αναιρέσει
δεν θα τολμήσει
μ’ αυτή, μόνο μ’ αυτήν, έχουμε υπάρξει
μ’ αυτές χάρη σ’ αυτές υπάρχουμε
μακάρι να μην ήξερα πόσο σκληρό ήταν
το παρελθόν της φρόνησης
δεν ξέρω άλλο μέλλον από αυτό που ζω
να χα τη δύναμη
να ξεριζώσω τη μνήμη μου
να αφεθώ στον πόθο
ο Απρίλης είναι ο σκληρότερος μήνας
μέσα από την πεθαμένη γη ανθίζουν πασχαλιές
με διαλύουν κύριε
αμφινοώ κύριε
με όση δύναμη απέχει
το να από το θα
να βάλω πια τις χώρες μου σε τάξη;
εσήμανε ώρα εκλογής;
πείτε μου επιτέλους
θα βρω πια τον εαυτό μου,
τώρα πια μετά το έγκλημά σας, κύριε;
θα βρω την έξοδο στο αδιέξοδο που εσείς μού φράξατε;
σας ρωτώ
τώρα που είστε δέσμιος
όπως κι εγώ
δέσμιος για το έγκλημα που δεν κάνατε
όπως κι εγώ
λεύτερος όμως για εκείνο που κάνατε
εναντίον μου
μπορείτε επιτέλους να με ελευθερώσετε
με τον ίδιο τρόπο που με δέσατε
πάνω στο χάσμα
με το να πόδι στη μια
με τ’ άλλο στην άλλη
μπορείτε;
γιατί εγώ δεν μπορώ
μέγα γαρ χασμα εστηρικται
εστήριχθε
μεταξυ ημων
και ημων