pantsouka's blog

Just another Blogs.sch.gr site

Τι λάθη κάνουμε στην ερώτηση για τον επιστημονικό λόγο (Β2.2025)

Συγγραφέας: pantsouka στις 6 Ιουνίου, 2025

1. Στεγνή, θεωρητική απάντηση με χωρία και βασική αιτιολόγηση

Το επιστημονικό ύφος του Κειμένου 1 επιβεβαιώνεται:

από τη χρήση παθητικής σύνταξης, όπως στη φράση «εντοπίζεται ισχυρή σχέση». Η επιλογή αυτή προσδίδει ουδετερότητα και αντικειμενικότητα, καθώς δίνεται έμφαση στο αποτέλεσμα και όχι στο ποιος ενεργεί.

από τη χρήση ειδικής ορολογίας, όπως οι όροι «αποκλίνουσα σκέψη» και «πολυαισθητηριακές εμπειρίες». Οι λέξεις αυτές προσδίδουν στο ύφος ακρίβεια και σαφήνεια, όπως απαιτείται στον επιστημονικό λόγο.

Σχόλιο: Αν και η απάντηση περιέχει τα ζητούμενα (δύο φαινόμενα, χωρία, λειτουργία), είναι υπερβολικά λιτή και γενική. Δεν συνδέει ουσιαστικά τις επιλογές με το περιεχόμενο του κειμένου ή με τη συγκεκριμένη λειτουργία τους στο συγκεκριμένο απόσπασμα. Δεν αποτελεί άριστη απάντηση.

2. Μαθητική απάντηση με πλατειασμούς και άσχετα σχόλια

Το Κείμενο 1 είναι δείγμα επιστημονικού λόγου γιατί χρησιμοποιεί πολλές τεχνικές που συναντάμε σε επιστημονικά ή πληροφοριακά κείμενα. Για παράδειγμα, εμφανίζεται παθητική σύνταξη στη φράση «εντοπίζεται ισχυρή σχέση», κάτι που δείχνει την απρόσωπη φύση του λόγου. Επίσης, γίνεται χρήση ειδικής ορολογίας με λέξεις όπως «πολυαισθητηριακές εμπειρίες» και «αποκλίνουσα σκέψη».

Το ύφος είναι αντικειμενικό, τυπικό και έγκυρο, δεν περιλαμβάνει προσωπικές απόψεις, ούτε συναισθηματική φόρτιση. Ο συγγραφέας απευθύνεται στο ευρύ κοινό με σκοπό την πληροφόρηση και την επιστημονική τεκμηρίωση. Επιπλέον, χρησιμοποιεί οριστική έγκλιση για να δηλώσει βεβαιότητα, καθώς και αναφορικές προτάσεις, όπως «η οποία οδηγεί…», που προσδίδουν συνοχή και λογική αλληλουχία.

Ακόμα, το κείμενο έχει σαφήνεια και ακρίβεια στην παρουσίαση των ιδεών, ενώ δεν απαντάται καθοδηγητικός ή ρητορικός λόγος. Τέλος, παρατηρούμε ότι δεν υπάρχουν σχήματα λόγου ή εκφραστικές υπερβολές, κάτι που επίσης χαρακτηρίζει τον επιστημονικό λόγο.

Σχόλιο: Παρότι περιλαμβάνονται δύο σωστά φαινόμενα με παραδείγματα, η απάντηση διαχέεται σε πολλά άσχετα ή αυτονόητα σχόλια (π.χ. για οριστική, για έλλειψη συναισθήματος, για συνοχή, για εκφραστικά μέσα), χωρίς συστηματική τεκμηρίωση. Ο μαθητής δεν δείχνει ότι κατανοεί πλήρως το πώς λειτουργούν οι επιλογές στο συγκεκριμένο κείμενο.

3. Άριστη απάντηση, με σύνδεση κάθε χωρίου με το περιεχόμενο

Το Κείμενο 1 παρουσιάζει χαρακτηριστικά επιστημονικού λόγου, όπως:

Παθητική σύνταξη, π.χ. «εντοπίζεται ισχυρή σχέση ανάμεσα στην ενασχόληση με τις τέχνες και στην ανάπτυξη της φαντασίας». Εδώ, η παθητική σύνταξη απομακρύνει το υποκείμενο (ποιοι εντόπισαν τη σχέση) και εστιάζει στο ίδιο το εύρημα, ενισχύοντας την αντικειμενικότητα της διατύπωσης. Η χρήση της τονίζει ότι δεν πρόκειται για προσωπική άποψη, αλλά για τεκμηριωμένο ερευνητικό συμπέρασμα, που έχει γενική ισχύ.

Ειδική ορολογία, π.χ. «πολυαισθητηριακές εμπειρίες». Ο όρος χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της αναφοράς σε πολύτεχνα εργαστήρια και το δημιουργικό παιχνίδι των παιδιών. Δεν επιλέγεται ένας απλός όρος όπως «πολύπλευρες εμπειρίες», αλλά ένας τεχνικός όρος από το πεδίο της παιδαγωγικής/ψυχολογίας, που δηλώνει εμπλοκή πολλών αισθήσεων στη μάθηση. Αυτό προσδίδει στο ύφος ακρίβεια και επιστημονική εξειδίκευση, ενώ ταυτόχρονα τεκμηριώνει τη συμβολή των τεχνών στη γνωστική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.

Οι επιλογές αυτές συμβάλλουν στην οικοδόμηση ενός έγκυρου, σοβαρού και τεκμηριωμένου λόγου, που υπηρετεί τον στόχο του κειμένου: την επιστημονική ανάδειξη της σχέσης δημιουργικότητας και εκπαίδευσης μέσω τεχνών.

Κατηγορία ΓΛΩΣΣΑ, Χωρίς κατηγορία | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τι λάθη κάνουμε στην ερώτηση για τον τίτλο (Β3α.2025)

Συγγραφέας: pantsouka στις 6 Ιουνίου, 2025

1. Στεγνή θεωρία (χωρίς περιεχόμενο, χωρίς τεκμηρίωση)

Ο τίτλος αποτελεί στοιχείο επικοινωνιακής αποτελεσματικότητας. Επιτελεί τη λειτουργία της προϊδέασης του αναγνώστη και της ενεργοποίησης του ενδιαφέροντός του για το κείμενο. Ο τίτλος αξιοποιεί τα μέσα της ποιητικής λειτουργίας της γλώσσας, προκαλεί έκπληξη και διεγείρει την περιέργεια του αναγνώστη.

Σχόλιο: Αυτή η απάντηση περιλαμβάνει μόνο θεωρητικά στοιχεία, χωρίς καμία σύνδεση με τον τίτλο «Η δημιουργικότητα αρχίζει από την κούνια» ή με το περιεχόμενο του κειμένου 2. Άρα είναι λανθασμένα γενική και ανολοκλήρωτη.


2. Αναλυτική αλλά ασαφής, με πολλές άσχετες λεπτομέρειες

Ο τίτλος του Κειμένου 2 είναι ρηματικός, με τρίτο πρόσωπο και οριστική έγκλιση, η οποία προσδίδει βεβαιότητα στην πληροφορία που δηλώνεται. Είναι ενεργητικής σύνταξης, δηλωτικός περιεχομένου και γενικά εύστοχος. Το επικοινωνιακό αποτέλεσμα που επιτυγχάνει είναι να προκαλέσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, καθώς η αναφορά στη «δημιουργικότητα» σε συνδυασμό με την «κούνια» δημιουργεί έκπληξη και οδηγεί τον αναγνώστη να θέλει να πληροφορηθεί περισσότερα. Η λειτουργία αυτή επιτυγχάνεται μέσω της ποιητικής λειτουργίας της γλώσσας, αλλά και του χιούμορ ή μιας μορφής υπερβολής που δημιουργεί αφηγηματική ένταση. Επιπλέον, ο τίτλος είναι σύντομος και περιεκτικός, άρα αποτελεσματικός επικοινωνιακά.

Σχόλιο: Αυτή η απάντηση περιέχει πολλές ορθές αλλά περιττές παρατηρήσεις γλωσσικής μορφής που δεν σχετίζονται με το ερώτημα (π.χ. ρηματικός, οριστική, τρίτο πρόσωπο), αντί να επικεντρωθεί στην επικοινωνιακή λειτουργία του τίτλου. Αν και λέει και σωστά πράγματα, χάνεται ο στόχος της απάντησης. Ο βαθμολογητής καταλογίζει στον υποψήφιο έλλειμμα κρίσης.


3. Άριστη απάντηση με εστίαση και τεκμηρίωση

Ο τίτλος του Κειμένου 2 προκαλεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη, γιατί συνδυάζει δύο έννοιες που παραδοσιακά δεν συνδέονται: τη «δημιουργικότητα» και τη «βρεφική ηλικία» («κούνια»). Αυτό το ασυνήθιστο λεκτικό σχήμα προκαλεί έκπληξη και κινητοποιεί τον αναγνώστη να διαβάσει το κείμενο. Επιπλέον, προϊδεάζει για το περιεχόμενο, καθώς η συνέχεια του άρθρου αφορά ερευνητικά ευρήματα για την παρουσία δημιουργικής σκέψης ήδη στα βρέφη. Το επικοινωνιακό αποτέλεσμα επιτυγχάνεται μέσω της ποιητικής λειτουργίας της γλώσσας, αλλά και της χρήσης χιούμορ και ευρηματικότητας, που ενισχύουν τη γοητεία του τίτλου.

Σχόλιο: Η απάντηση αυτή συνδέει θεωρία και περιεχόμενο, απαντά άμεσα στο ερώτημα, τεκμηριώνει με σαφήνεια και είναι συνοπτική αλλά πλήρης. Είναι υπόδειγμα για άριστη απάντηση.

ΤΣΑΚ και ΤΣΟΥΚ

Κατηγορία ΓΛΩΣΣΑ, Χωρίς κατηγορία | Δε βρέθηκαν σχόλια »

2025 Δείγμα Δ1 (δημιουργικότητα σε προσωπικό ιστολόγιο) , συνεργασία Τζε, Τσακ και Τσουκ

Συγγραφέας: pantsouka στις 2 Ιουνίου, 2025

Ξεκλειδώνοντας τη Δημιουργικότητα: Γιατί το Σχολείο (και η Ζωή) την Έχουν Ανάγκη

Η δημιουργικότητα δεν είναι απλώς καλλιτεχνική ικανότητα ούτε προνόμιο λίγων. Είναι τρόπος σκέψης, εργαλείο επιβίωσης και αναντικατάστατη δεξιότητα για τον 21ο αιώνα. Σε μια εποχή όπου η τεχνητή νοημοσύνη, οι παγκόσμιες κρίσεις και η διαρκής καινοτομία διαμορφώνουν το μέλλον, η ικανότητα να βλέπουμε πέρα από το προφανές και να προτείνουμε νέες λύσεις γίνεται πιο αναγκαία από ποτέ. Το σχολείο, λοιπόν, οφείλει να καλλιεργεί τη δημιουργικότητα ως βασικό στόχο, όχι ως προσφορά πολυτελείας.

1. Η δημιουργικότητα σε ένα σχολείο που προτιμά την ασφάλεια

Το σχολείο συχνά προτάσσει τη σταθερότητα της ύλης, των εξετάσεων και της αναπαραγωγής γνώσεων. Όμως, η τυποποιημένη μάθηση δεν μπορεί να προετοιμάσει τους μαθητές για έναν κόσμο όπου τα προβλήματα είναι σύνθετα και οι λύσεις απαιτούν φαντασία και τόλμη . Η δημιουργικότητα σημαίνει ρίσκο, δοκιμή, λάθος και επανεκκίνηση – διαδικασίες απαραίτητες σε κάθε πραγματική μάθηση, αλλά συχνά παραμελημένες στην τάξη. Κι αν δεν αναπτυχθεί αυτή η ριψοκίνδυνη δεξιότητα στο ασφαλές περιβάλλον του σχολείου, πού περιμένουμε να καλλιεργηθεί;

2. Δημιουργικότητα και εσωτερική ενδυνάμωση

Η δημιουργική έκφραση δεν ενισχύει μόνο τις γνωστικές δεξιότητες· συμβάλλει και στην ψυχική ευεξία. Χάρη σ΄αυτήν μαθαίνουμε να εκφράζουμε σκέψεις και συναισθήματα, να χτίζουμε αυτοπεποίθηση, να συνεργαζόμαστε και να διαχειριζόμαστε την αποτυχία ως βήμα εξέλιξης. Μέσα από τη δημιουργικότητα, η μάθηση γίνεται προσωπική υπόθεση και όχι απλώς διεκπεραίωση.

3. Όταν η δημιουργικότητα γίνεται προσωπική εμπειρία

Για μένα, η δημιουργικότητα δεν είναι αφηρημένη έννοια – είναι εργαλείο δράσης. Σε μια εργασία Βιολογίας για το νευρικό σύστημα, αντί να παρουσιάσουμε ένα διάγραμμα από το βιβλίο, με την ομάδα μου σχεδιάσαμε ένα διαδραστικό escape room: κάθε γρίφος αντιστοιχούσε σε λειτουργίες του εγκεφάλου. Όλοι συμμετείχαν με ενθουσιασμό, η γνώση «έδεσε» με το παιχνίδι και η εργασία έμεινε αξέχαστη. Πρώτασ εμας – δεν ΄ξερω για τους άλλους. Σε άλλες περιπτώσεις, πειραματίζομαι με ψηφιακές αφηγήσεις, rap στίχους ή μίνι βίντεο κοινωνικού και πολιτικού σχολιασμού – όχι για να εντυπωσιάσω, αλλά για να βρω τη «φωνή» μου. Η δημιουργικότητα, όταν της δοθεί χώρος, γίνεται τρόπος να επεξεργαζόμαστε τον κόσμο και να συμμετέχουμε με προσωπικότητα σε ό,τι κάνουμε.

Κλείνοντας, 

αν θέλουμε ένα σχολείο που καλλιεργεί πολίτες ενεργούς και όχι απλώς ανόερεχτους εργαζόμενους αμφίβολης επιτυχίας, με «μπαγιάτικες φάτσες» που λέει κι ο Γιώργος Ιωάννου σε ένα διήγημά του, πρέπει να διεκδικήσουμε περισσότερη δημιουργικότητα στην καθημερινότητά του: σε εργασίες, στη μέθοδο διδασκαλίας, στην ίδια την αξιολόγηση. Όσο για εμάς, δεν αρκεί να περιμένουμε έμπνευση. Η δημιουργικότητα είναι στάση ζωής: να παρατηρούμε αλλιώς, να συνθέτουμε, να τολμάμε. Μόνο έτσι μπορούμε να δώσουμε μορφή σε ένα μέλλον που δεν θα αντιγράφει το παρελθόν, αλλά θα έχει και τη δική μας υπογραφή.

ΣΤΟΧΟΙ

αξία καλλιέργειας δημιουργικότητας

στο σχολείο

στο σύγχρονο σχολείο

συνδεση α και β ζητουμένου οχι μονο εξωτερικά αλλά και εσωτερικά, ενότητα κειμένου,

κείμενο με σκοπό συγγραφής και δημοσίευσης,

αποτυπωμένο στον πρόλογο και τον επιλογο

με 2 αιτιολογημένες θέσεις

υφος προσομοίωσης μπλογκ σε απαιτήσεις εξετάσεων

Κατηγορία ΓΛΩΣΣΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Εξαίσια αστική μας κοινωνία, του Γιώργου Ιωάννου – Κείμενο και Ανάλυση (του Τσακ και του Τσουκ)

Συγγραφέας: pantsouka στις 31 Μαΐου, 2025

Εξαίσια ἀστική μας κοινωνία, του Γιώργου Ιωάννου

 

Ὁμολογῶ πὼς αἰσθάνομαι πολὺ ἄσχημα, ὅταν τὰ πρωινά, καθὼς τρέχω μὲ τὴν τσάντα κάτω ἀπ᾿ τὴ μασχάλη, διασταυρώνομαι μὲ τὶς παρέες τῶν ἐργατῶν. Κατεβαίνουν ἀπ᾿ τὶς συνοικίες τους βιαστικοί καὶ στραφτεροί, ὅλο ζωντάνια καὶ ἐλεύθερο βάδισμα. Ποιὸς ξέρει σὲ τί κρεβάτια πλάγιασαν κι ἀπόψε κι ἔχουν αὐτὴ τὴ λάμψη. Προσπαθῶ κοιτάζοντας νὰ μὴ σκέφτομαι ἀπ᾿ αὐτά. Οὔτε ἡ ὥρα, οὔτε ὁ τόπος τὸ ἐπιτρέπουν. Πάντως γιὰ περισσότερη καταστολὴ ρίχνω τὸ νοῦ μου στὰ βάσανα καὶ σὲ ὅλα τὰ δυσάρεστα ποὺ ἔχω περάσει.

Σταματῶ στὸ καφενεῖο ποὺ βρίσκεται κάτω ἀπ᾿ τὰ γραφεῖα μας, μιὰ καὶ πάντα φτάνω πιὸ νωρίς. ᾿Απὸ κάτι τέτοια θεωροῦμαι και λὸς ὑπάλληλος. Ἔτσι ποὺ βλέπω τοὺς διαβάτες νὰ ἔρχονται ἀπὸ μακριά, δὲ διακρίνω βέβαια φυσιογνωμίες. Τοὺς ξεχωρίζω μονάχα ἀπ᾿ τὸ ἄφοβο βάδισμα καὶ ποτὲ δὲν πέφτω ἔξω. Τὸ βάδισμα εἶναι σοβαρό τεκμήριο· δείχνει ἀμέσως τὸν ἄνθρωπο, ὅπως τὸ βλέμμα καὶ ὁ τόνος τῆς φωνῆς. Τὸ μπέρδεμα ἀρχίζει ἀπ᾿ τὴ στιγμὴ ποὺ θ᾽ ἀφήσεις κάποιον νὰ σὲ πλησιάσει καὶ νὰ σοῦ μιλήσει πολλά. Τότε, ὅσο κι ἂν πιστεύεις ἀκράδαντα στὴν πρώτη ἐντύπωση, ἀρχίζεις νὰ κλονίζεσαι.

Περνοῦν ἀπὸ μπροστά μου σὰν ἀνεμοστρόβιλος, κι ἀπ’ τὸ ἄπιαστο βλέμμα τους φαίνεται καθαρὰ πὼς ἄλλα πράγματα αὐτοὺς τοὺς ἀπασχολοῦνε. Ἡ μακρινὴ ἐντύπωση ὅμως ἐνισχύεται, παρὰ ποὺ χαλνάει. Εντούτοις φορᾶνε ροῦχα, ποὺ ἂν τὰ φοροῦσα ἐγώ, θὰ πήγαινα κλαίγοντας. Μὰ ἴσια ἴσια αὐτὰ τὰ ροῦχα τοὺς ἀναδει-κνύουν πιὸ πολύ. Τὶς Κυριακὲς μὲ τὰ καλά τους, σχεδὸν χάνονται. Πάντως αὐτοὶ ὅ,τι καὶ νὰ βάλουν, ἀκόμα καὶ παρδαλά, ἀντέχουν.

Πολλοὶ ἀστοὶ καὶ γραφιάδες κάνουν προσπάθειες νὰ ἰσχυροποιηθοῦν κάπως μὲ τὸ ντύσιμό τους, γιατί συνήθως λίγο θέλει νὰ γείρει ἡ ζυγαριά. ᾿Αξιοπρεπέστερο ὅμως εἶναι, νομίζω, νὰ τὸ παίρνει και νεὶς ἀπόφαση καὶ νὰ ντύνεται ὅπως τοῦ ταιριάζει. Οἱ ἐργάτες πά-λι, όταν ντύνονται καλά, συνήθως προσπαθοῦνε νὰ μετριάσουν λίγο τὴν ἀρρενωπότητά τους. Πολλοί μάλιστα γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ξυρί ζουν καὶ τὸ μουστάκι. Εἶναι γνωστὸ ἄλλωστε, ὅτι οἱ ἄνθρωποι που μεγάλωσαν ὑπὸ σκιὰν ἀφορμὴ ζητοῦν γιὰ νὰ τοὺς ἀποκαλέσουν ἀλῆτες. Ἔτσι ἰδίως τοὺς χαρακτηρίζουν, καὶ μάλιστα μὲ κάποια ἀνατριχίλα στη φωνή, οἱ δήθεν μορφωμένες κυρίες, ποὺ ἀπὸ τότε ποὺ ἔβγαλαν τὸ σχολειό, ζήτημα εἶναι ἂν πιάσαν ἄλλο χαρτὶ στὰ χέρια τους, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν τράπουλα καὶ τὸ χαρτί τῆς τουαλέττας -ἂν τὸ πιάνουν βέβαια κι αὐτό. Οἱ ἐργάτες πάντως γι’ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις έχουν μιὰ ἄλλη γνωστή λέξη, που καλύπτει ἐπίσης μεγάλη κλίμακα Ιδιοτήτων. Καὶ μᾶλλον ξέρουν αὐτοὶ τί λένε.

᾿Ανεβαίνω στὸ γραφεῖο κι ἀμέσως ζαρώνει ἡ καρδιά μου. Οι ἀγαπητοί μου συνάδελφοι καταφθάνουν λαχανιασμένοι. Κάθε πρωί μελετῶ σχολαστικὰ τὴν καλημέρα τους, τὸ ὕφος τους καὶ τὴ ματια τους. Κάτι θὰ ἔχουν μυριστεῖ αὐτοὶ οἱ τύποι ἀπ᾿ τὶς ἰδέες μου, καὶ ὅπου να ‘ναι, θὰ μοῦ κάνουν πάλι καμιὰ λαχτάρα. Δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω πῶς ἔγινε καὶ μαζεύτηκαν ὅλες οἱ μπαγιάτικες φά τσες πάνω στὸ δικό μου το κεφάλι. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ μὲ ἀπελπί ζει περισσότερο εἶναι, πὼς τὸ ἴδιο σχεδὸν συμβαίνει καὶ σὲ ὅλα τὰ ἄλλα γραφεῖα. Αὐτὸ τὸ διεπίστωσα μόνος μου τελευταῖα, ὅταν πάνω στὴν ἀγανάκτησή μου, εἶπα ν’ ἀλλάξω καὶ πάλι δουλειά, γιὰ νὰ μὴν τοὺς βλέπω ὅλη μέρα μπροστά μου. Κατόπι σκέφτη και πὼς θὰ τοὺς ἔχει ἀποξεράνει ἔτσι, σῶμα καὶ καρδιά, τὸ πολὺ διάβασμα, τὸ κλείσιμο ἢ ἡ βαθιά σκέψη. Σηκώθηκα καὶ ξαναπήγα στις διάφορες μεγάλες σχολὲς γιὰ νὰ τοὺς δῶ νεαροὺς καὶ φρέσκους φρέσκους. Χώθηκα βέβαια στὶς αἴθουσες τῶν πρωτοετών. Ἐδῶ, εἶπα, μέσα σ’ αὐτὸ τὸ φυτώριο, θὰ φανεῖ τὸ πράγμα. Καὶ ὅμως ἡ ἐντύπωσή μου ἦταν ἐξίσου ἀποκαρδιωτική· τὸ ἑπόμενο κύ μα, δὲν ἀποκλείεται, νὰ εἶναι χειρότερο. Κι ἂν ὑπάρχει κανείς ζωηρὸς καὶ ἀνοιχτόκαρδος, γρήγορα ἀντιλαμβάνεσαι πὼς θεωρεῖται πνευματικῶς ὅποπτος καὶ βρίσκεται σὲ καραντίνα. Δὲν εἶναι ἐπομένως τὸ διάβασμα αὐτὸ ποὺ φταίει. Ὁ τύπος προϋπάρχει καὶ μάλιστα μὲ τὸ παραπάνω. Κάτι ἄλλο θὰ πρέπει νὰ ξεδιαλέγει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ δω ἡ ἀπὸ κεῖ. Ἐκεῖνο πάντως ποὺ βάζει σὲ σκέψεις εἶναι ὅτι οἱ πιὸ πολλοὶ γραμματισμένοι κατάγονται ἀπ’ τὸ λαό.

Σκέφτομαι μήπως πρέπει ν’ ἀλλάξω ἐπάγγελμα καὶ ὄχι μονάχα γραφεῖο. Τώρα ὅμως εἶναι μᾶλλον ἀργά· οὔτε τέχνη ξέρω, οὔτε γιὰ νὰ πάω μαθητευόμενος ἔχω τὴν ἡλικία καὶ τὸ κουράγιο, ἀλλὰ οὔτε τὰ χαρτιὰ καὶ τὰ κατάστιχα χωνεύω. Θὰ ἤθελα, εἶναι ἀλήθεια, πρὸ πολλοῦ νὰ ἤμουν ἐργάτης· παράλληλα ὅμως νὰ ἔχω αὐτὴ τὴν ἴδια ψυχή, τὶς ἔδιες γνώσεις καὶ τὰ ἴδια μυαλά. Εξάλλου καὶ στὴ σκέψη τῆς ἄλλης ζωῆς, ἢ τῆς μετεμψύχωσης, έτσι χάνω κάθε ένθουσια σμό, ὅταν ἀκούω ὅτι ἐνδέχεται νὰ μὴ θυμᾶμαι ἀπολύτως τίποτε ἀπὸ αὐτὴ ἐδῶ τὴ ζωή μου.

Γιὰ νὰ ἐξακριβώσω περισσότερα έχω, κατ’ ἐπανάληψη τρυπώ σει στοὺς τόπους τῆς δουλειάς τους. Κάθε ἐπάγγελμα ἔχει τοὺς δι κούς του τύπους, ἀλλὰ σὲ ὁρισμένα πλειοψηφοῦν οἱ καλύτεροι. “Ανά-μεσά τους ὑπάρχουν έξυπνα πλάσματα, ποὺ οὔτε νὰ τὰ ὀνειρευτοῦν θὰ μποροῦσαν στὰ γραφεῖα. Εντούτοις μόνοι τους ὁμολογοῦν πὼς δὲ στάθηκε δυνατὸ νὰ προχωρήσουν ἄλλο στὰ γράμματα. Αὐτὸ τὸ λίγο ὅμως που κάνουν τώρα, τὸ κατέχουν καλά, ὅσο οὐδέποτε οἱ μορφωμένοι τὰ δικά τους. ᾿Απὸ δῶ θὰ πηγάζει αὐτὴ ἡ αὐτοπεποί θησή τους καὶ ἡ ψυχική τους ὀμορφιά. Επιπλέον εἶναι καὶ ἡ σκλη ραγωγία. Φυσικά ὑπάρχει καὶ ἕνα κάποιο ποσοστό κουτῶν ἢ κακο μοίρηδων, ποὺ ὅλοι όμως τοὺς ἀνέχονται χωρίς συζήτηση.

Βλέποντάς τους, φαντάζεσαι, ὄχι χωρὶς ζήλεια, τὴν οἰκογενει ακὴ ζωή, τῶν παντρεμένων ἰδίως, σὰν κάτι τὸ ἰδιαίτερα ζωηρὸ καὶ χαρούμενο, ἀπ’ ὅπουθὰ ἀντλοῦν πολλὲς ἀπ᾿ αὐτὲς τὶς δυνάμεις. Τις περισσότερες φορὲς ὅμως τὰ πράγματα δὲν ἔχουν ἔτσι. Οἱ γυναῖκες ποὺ τοὺς περιβάλλουν στὰ σπίτια τους, ὑστεροῦν δὲν ἔχουν οὔτε τὴ λάμψη, οὔτε τὴν ἐξυπνάδα. Οἱ ἀδελφές, ἰδίως τῶν πιὸ ἐξαιρε τικῶν, εἶναι σὰ σκιές. Οἱ γυναῖκες τους ἄβγαλτες καὶ ἀπληροφό ρητες, σωστὰ ζωντόβολα συνήθως· χάνεις πᾶσα ἰδέα. Οἱ πιὸ πολλοί δὲν τὶς δίνουν λογαριασμὸ γιὰ τίποτε ἢ τὶς κακομεταχειρίζονται. Εἶναι παράδοση ἐδῶ ἡ ἀνεξαρτησία. Σπάνια καὶ ποῦ, νὰ τοὺς διευ θύνουν. Θὰ στρώσουν βέβαια κι αὐτὲς καὶ θὰ γίνουν σεβαστὲς ὅταν γεράσουν καὶ ἀναδειχτοῦν σὲ μάνες.

Εντούτοις οἱ ἐργένηδες ἀπ᾿ τοὺς ἐργάτες ὁμολογοῦν ὅτι οἱ ἐξαι ρετικές εὐκαιρίες εἶναι ποὺ ἀκόμη δὲν τοὺς ἀφήνουν νὰ σηκώσουν κεφάλι. Καὶ πράγματι, ἂν δώσεις λίγη προσοχή, θὰ δεῖς ἀνάμεσα στὶς φιλενάδες τους κορίτσια ἀλλιώτικα ἢ μορφωμένα. Οἱ σχέσεις ὅμως αὐτὲς σπανίως καταλήγουν σε γάμο. Τοὺς λαϊκούς ἀνθρώ πους, που συμβαίνει νὰ εἶναι καὶ ὅμορφοι, ἀπὸ μικροὺς τοὺς κυνη γᾶ ὁλόκληρη ἡ κοινωνία γιὰ ἐρωτικὴ ἀπομύζηση. Μόλις διαγραφούν, ἀρχίζει νὰ τοὺς περικλείει μέσα σὲ μιὰ ἀτμόσφαιρα γεμάτη συγ κατάβαση καὶ ὑστεροβουλία, γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσει σιγὰ σιγὰ σὲ συνθῆκες ἀσύλληπτης ἐρωτικῆς εὐκολίας, πράγματα ποὺ δὲν εὐνο οὖν φυσικά κανένα συμμάζεμα. Γι’ αὐτὸ κυρίως δὲν προφταίνουν να προοδεύσουν καὶ στὰ γράμματα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ξεφεύγουν μερικοί, μὲ μεγάλες ὅμως ἀπώλειες.

Σχεδὸν ὅλοι οἱ ἄσχημοι ἢ οἱ ἀδιάφοροι ἀφήνονται ήσυχοι καὶ προχωροῦν, καθὼς ἔχουν μάλιστα, σὲ μεγάλο βαθμό, πολλὰ ἀπ᾿ τὰ ἄλλα λαϊκά προσόντα. Αὐτὰ φυσικὰ ἰσχύουν καὶ γιὰ τὶς ἐξαιρέσεις τῆς ἀστικῆς νεολαίας. Μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι οἱ γυναῖκες τῆς ἀστικῆς τάξης ποθοῦν τοὺς ἐργάτες, ἀλλὰ δὲν ἔχουν τὸ σθένος νὰ τοὺς παν τρευτοῦν. Εἶναι γνωστὸ ἄλλωστε, ὅτι ὁ σύζυγος κατὰ τὴν ἀστικὴ διδασκαλία πρέπει να ‘χει κυρίως ἄλλα προσόντα, καὶ ὄχι νιάτα καὶ ὀμορφιά. Εὐτυχῶς ποὺ ἔχουν ἔτσι τὰ πράγματα, γιατὶ ἀλλιῶς θὰ εἶχε ξεδιαλεχτεῖ στὸ λαὸ μονάχα ἡ ἀσχήμια ἢ μᾶλλον θὰ εἶχε λαπαδιάσει σιγὰ σιγὰ ὁλόκληρη ἡ κοινωνία. Πρὸς τὰ πάνω προω θοῦνται ἀπείρως πιὸ εὔκολα οἱ ἄσχημοι, ποὺ μορφώθηκαν, καθώς καὶ οἱ πολὺ ὡραῖες γυναῖκες. Αὐτὲς μποροῦν νὰ τὶς ἐπιβάλουν κά πως εὐκολότερα στοὺς κύκλους των οἱ ἀστοὶ ποὺ τὶς ἐπιθυμοῦν, παριστάνοντας μάλιστα καὶ τοὺς ὑπεράνω χρημάτων. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι πολλοὶ νέοι ἐργάτες λυποῦνται βλέποντας τὴν κατάστα ση, κι όλο πασχίζουν νὰ εἰσχωρήσουν κι αὐτοὶ στοὺς παρφουμαρισμένους κύκλους. Εξάλλου ἔχουν ἀρκετὰ δοκιμάσει τὶς εὐκολίες καὶ τὴν περιποίηση, ποὺ ἔχει ὁ ὄμορφος ἄνθρωπος, ἄντρας ή γυναίκα, μέσα στὸν ἀστικὸ κόσμο.

Ἐγὼ ἀντίθετα λυπᾶμαι ποὺ ἡ ἁμαρτία τῆς μόρφωσης δὲν κρ βεται εὔκολα. ᾿Αλλιῶς θὰ εἶχα ἀναμιχθεῖ τελείως μαζί τους, και θὼς μάλιστα ὑπάρχει στις παρέες τους τόση δίψα γιὰ ἀληθινὴ φι λία καὶ ἐκτίμηση. Εξάλλου έχω καθῆκον νὰ μείνω πιστὸς στὴν καταγωγή μου.

Πάντως, ποτέ μου δὲ θὰ ξεχάσω πόσο χάρηκα, ὅταν κάποτε γυρίζοντας μὲ καράβι ἀπ᾿ τὰ ξένα μὲ ρώτησαν οἱ τελωνειακοί, προ τοῦ δοῦν τὰ χαρτιά μου, ἂν εἶμαι ναυτικός. “Ὥστε μποροῦσα νὰ εἶμαι σὰν αὐτοὺς, ἐφόσον κι αὐτοὶ οἱ πεπειραμένοι γελιοῦνται τόσο.

 

 

Λάμψη, ενοχή και απομόνωση: Η υπόγεια κραυγή του αστού στο “Ἐξαίσια ἀστική μας κοινωνία” του Γιώργου Ιωάννου

(μια ανάλυση του Τσακ και του Τσουκ)

 

Το πεζογράφημα «Ἐξαίσια ἀστική μας κοινωνία» δεν είναι διήγημα με πλοκή, ούτε αμιγώς δοκίμιο· είναι μια εξομολόγηση, ένας εσωτερικός μονόλογος που συνδυάζει την ειρωνεία με την υπαρξιακή αμηχανία και την κοινωνική κριτική. Ο αφηγητής, αστός και μορφωμένος, ζει μια διπλή αποξένωση: από την τάξη του και από τη ζωή την ίδια. Με έναν λόγο πικρό, παρατηρητικό και συχνά αυτοσαρκαστικό, περιγράφει την αποτυχία του να ανήκει — κάπου, σε κάποιον.

Στην αρχή του κειμένου, ο αφηγητής περιγράφει τις πρωινές του διασταυρώσεις με τους εργάτες. Τους βλέπει «ὅλο ζωντάνια καὶ ἐλεύθερο βάδισμα», αστραφτερούς και γεμάτους ενέργεια. Η εικόνα τους τον γοητεύει αλλά και τον φέρνει σε αμηχανία. Υπαινικτικά συνδέει αυτή τη λάμψη με τη σεξουαλική τους ζωή: «Ποιος ξέρει σε τί κρεβάτια πλάγιασαν κι απόψε κι έχουν αυτή τη λάμψη». Η φράση φανερώνει όχι μόνο θαυμασμό, αλλά και φθόνο: εκείνοι ζουν, κι εκείνος παρατηρεί.

 Οι εργάτες έχουν σώμα, παρουσία, φυσικότητα. Ο αφηγητής νιώθει ακίνητος, ξεθωριασμένος, αδρανής. Και αυτό που ζητά δεν είναι να γίνει εργάτης γενικά, αλλά «νὰ ἤμουν ἐργάτης, παράλληλα ὅμως νὰ ἔχω τὴν ἴδια ψυχή, τὶς ἴδιες γνώσεις καὶ τὰ ἴδια μυαλά». Εδώ βρίσκεται η βαθύτερη αντίφασή του: επιθυμεί να ανήκει σ’ έναν κόσμο αυθεντικό, άμεσο και σωματικό, χωρίς όμως να απαρνηθεί την πνευματική του καλλιέργεια, τη στοχαστική του συνείδηση, το βλέμμα του παρατηρητή.

Αυτή η αντίφαση έχει δύο όψεις:

Από τη μία πλευρά, η επιθυμία του να είναι εργάτης εκφράζει την ανάγκη του για ένταξη, για απελευθέρωση από την αποστείρωση του αστικού περιβάλλοντος, για μια ζωή με πράξη, σώμα και αλήθεια. Το σώμα του εργάτη γίνεται σύμβολο πληρότητας και ελευθερίας, κάτι που ο αφηγητής στερείται. Η φαντασίωση του να είναι εργάτης είναι φαντασίωση ζωής, σύνδεσης, ταύτισης με μια ολότητα.

Από την άλλη όμως, η απαίτηση να διατηρήσει «τὴν ἴδια ψυχή, τὶς ἴδιες γνώσεις καὶ τὰ ἴδια μυαλά» φανερώνει ότι δεν είναι έτοιμος να απαρνηθεί την ατομική του ιδιαιτερότητα. Δεν θέλει να χάσει τη στοχαστική του ταυτότητα, την ικανότητα ανάλυσης, το πλεονέκτημα της εσωτερικής παρατήρησης. Αυτή η πνευματική του υπόσταση όμως, είναι ακριβώς εκείνη που τον αποξενώνει από τους εργάτες και τον κόσμο που θαυμάζει.

Έτσι, η επιθυμία του είναι καταδικασμένη σε αδιέξοδο. Θέλει να ανήκει χωρίς να χάσει τον εαυτό του· θέλει να γίνει «ένας από αυτούς» χωρίς να πάψει να είναι ο εαυτός του. Αυτή η εσωτερική σχάση είναι που γεννά τη μελαγχολία του κειμένου: ο αφηγητής ξέρει ότι το αίτημά του είναι αδύνατο, αλλά δεν παύει να το επιθυμεί.

Η αντίφαση αυτή οξύνεται όταν αναφέρεται στη μόρφωση. Ο αφηγητής δεν τη βιώνει ως προνόμιο ή λύτρωση, αλλά ως «αμαρτία» — βάρος, στίγμα, αιτία απομόνωσης. «Λυπάμαι που η αμαρτία της μόρφωσης δεν κρύβεται εύκολα», λέει χαρακτηριστικά. Η μόρφωση δεν του δίνει κύρος ούτε χαρά· του αφαιρεί τη δυνατότητα να ανήκει, να συμμετέχει, να συγχρωτίζεται αυθεντικά.

Η αίσθηση απομόνωσης αποκαλύπτεται ακόμη εντονότερα όταν μιλά για τον φόβο απέναντι στους συναδέλφους. «Κάτι θα έχουν μυριστεί απ’ τις ιδέες μου…», σημειώνει. Ο αφηγητής ζει με την αίσθηση ότι παρακολουθείται, ότι δεν μπορεί να μιλήσει ανοιχτά. Οι ιδέες του – η συμπάθεια προς τους εργάτες, η απέχθεια για τη μικροαστική υποκρισία, ίσως και πιο ενδόμυχες επιθυμίες – είναι επικίνδυνες. Νιώθει ότι δεν χωρά πουθενά: δεν ανήκει στους γραφιάδες, δεν εντάσσεται στους εργάτες, δεν αντέχει τον ψυχικό μαρασμό του πνευματικού του περιβάλλοντος.

Παρατηρεί γύρω του μορφωμένους ανθρώπους – συναδέλφους και φοιτητές – που είναι ψυχικά άδειοι, κουρασμένοι, χωρίς ίχνος ζωντάνιας. Ακόμη και στις αίθουσες των πρωτοετών «τὸ ἑπόμενο κύμα δὲν ἀποκλείεται νὰ εἶναι χειρότερο». Αντίθετα, οι εργάτες, με τη λίγη μόρφωση που διαθέτουν, τη ζουν αληθινά, «καλύτερα ἀπ’ ὅ,τι οἱ μορφωμένοι τὰ δικά τους». Η ουσία της παιδείας, λοιπόν, δεν είναι ζήτημα τίτλου, αλλά εσωτερικής συγκρότησης και ταπεινότητας. Ίσως και μιας μακάριας άγνοιας.

Ο αφηγητής στη συνέχεια εστιάζει στην ομορφιά, η οποία μετατρέπεται σε μια κοινωνική παγίδα. Οι όμορφοι εργάτες είναι επιθυμητοί, αλλά όχι αποδεκτοί. Οι αστές γυναίκες τούς επιθυμούν αλλά δεν τολμούν να τους παντρευτούν. Έτσι, οι εργάτες μετατρέπονται σε αντικείμενα μιας κοινωνικής «ερωτικής απομύζησης».

Η έννοια της ερωτικής απομύζησης είναι καθοριστική. Οι εργάτες γίνονται επιθυμητοί ακριβώς επειδή είναι νέοι, ωραίοι, λαϊκοί — δηλαδή «άλλοι». Η επιθυμία των αστών γυναικών (και ενδεχομένως και άλλων κοινωνικών ρόλων) τούς στρέφει προς αυτούς όχι για να ενωθούν, αλλά για να τους καταναλώσουν. Το ερωτικό ενδιαφέρον δεν συνοδεύεται από σεβασμό ή από πρόθεση ουσιαστικής αποδοχής. Αντιθέτως, τους κατατάσσει σε έναν ρόλο προσωρινού αντικειμένου: επιθυμητού αλλά μη κοινωνικά αναγνωρίσιμου.

Αυτό το σχήμα είναι παγίδα: όποιος είναι επιθυμητός με αυτό τον τρόπο, δεν μπορεί να προοδεύσει. Δεν είναι εύκολο για τον όμορφο εργάτη να μορφωθεί, να ανέβει, να ενταχθεί, γιατί η κοινωνία τον έχει ήδη καθηλώσει στον ρόλο του «καταναλώσιμου σώματος». Αντίθετα, «οι άσχημοι» αφήνονται ήσυχοι και συχνά καταφέρνουν να προοδεύσουν. Εδώ, η επιθυμία γίνεται μορφή καταπίεσης — η ερωτική απομύζηση γίνεται κοινωνική καθήλωση.

Ο αφηγητής δεν διεκδικεί την ομορφιά για τον εαυτό του. Δεν λέει ότι είναι άσχημος, αλλά η λάμψη των άλλων τον πνίγει. Αυτό που επιθυμεί είναι κάτι βαθύτερο: μια ομορφιά που να πηγάζει από την πράξη, τη σχέση με τον κόσμο, την αίσθηση πληρότητας. Θέλει να είναι επιθυμητός, όχι ως εικόνα, αλλά ως παρουσία με ουσία.

Η αίσθηση απομόνωσης αποκαλύπτεται κι όταν μιλά για τον φόβο απέναντι στους συναδέλφους. 

Ίσως, τελικά, ο αφηγητής να μην ζηλεύει μόνο τους εργάτες. Ζηλεύει και τις γυναίκες που μπορούν να τους πλησιάσουν. Εκείνες που μπορούν να τους κοιτάξουν ερωτικά χωρίς να κατηγορηθούν, που έχουν – έστω και στιγμιαία – πρόσβαση στη λάμψη, στο σώμα, στην αλήθεια που εκείνος μόνο παρατηρεί από απόσταση. 

Η ζήλεια του δεν είναι απλώς ταξική· είναι βαθιά σωματική και υπαρξιακή. Ανάμεσα στις επιθυμίες του αναδύεται και ένα αδιόρατο αλλά αισθητό αίσθημα απαξίωσης για τις λαϊκές γυναίκες που περιβάλλουν τους εργάτες. Οι γυναίκες αυτές, σύντροφοι ή σύζυγοι των όμορφων εργατών, περιγράφονται έμμεσα ως άχρωμες, κοινές, σχεδόν ανάξιες για το φως των αντρών που συνοδεύουν. Ο αφηγητής τις κοιτά με έναν τρόπο που φανερώνει όχι απλώς ταξική ή αισθητική απόσταση, αλλά και μια συγκρατημένη περιφρόνηση. Δεν τις ζηλεύει, αλλά τις θεωρεί εμπόδιο — σαν αυτές να έχουν πρόσβαση σε κάτι που δεν τους αναλογεί, κάτι που εκείνος θα ήθελε να πλησιάσει είτε ως θαυμαστής είτε ως «εραστής»

Ο ίδιος, ως άντρας, δεν μπορεί να επιθυμήσει αυτούς τους άντρες χωρίς κοινωνικό κίνδυνο· ως αστός, δεν μπορεί να τους αγγίξει χωρίς ταξικό στίγμα· ως μορφωμένος, δεν μπορεί να τους ανήκει. Έτσι, ζηλεύει εκείνον τον άλλον ρόλο, τον γυναικείο — όχι για να γίνει γυναίκα, αλλά για να βιώσει την επιθυμία ελεύθερα.

Και κάπου εκεί, στη ρωγμή αυτή, γεννιέται η πιο ανθρώπινη του επιθυμία: να ανήκει σ’ έναν κόσμο που να τον βλέπει, να τον ποθεί, να τον δέχεται — χωρίς όρους, χωρίς ρόλους, χωρίς απόσταση.

 

 

Κατηγορία ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία Γ΄Λυκείου Κριτήριο ενδοσχολικών 2025

Συγγραφέας: pantsouka στις 24 Μαΐου, 2025

Τα θέματα βασίζονται στο 30162 της ΤΘΔΔ. Απαντήσεις της Τράπεζας ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ

Στο αρχείο μπορεί να βρει κανείς και τον πρωτότυπο λόγο του Φόκνερ

«Το/τα θέμα/τα προέρχεται και αντλήθηκε/αν από την πλατφόρμα της Τράπεζας Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας που αναπτύχθηκε (MIS5070818-Tράπεζα θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, Γενικό Λύκειο-ΕΠΑΛ) και είναι διαδικτυακά στο δικτυακό τόπο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) στη διεύθυνση (http://iep.edu.gr/el/trapeza-thematon-arxiki-selida)»

Κατηγορία ΓΛΩΣΣΑ, ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Δύο Ημέρες Μία Νύχτα στην Ευρώπη

Συγγραφέας: pantsouka στις 18 Μαΐου, 2025

Βοηθητικό υλικό για την επεξεργασία της ταινίας των αδελφών Νταρντέν:

Δύο Ημέρες Μία Νύχτα.

Ανορθόδοξη (;) παραγωγή λόγου – ομιλίας για την θεματική ενότητα «Ευρώπη» ,

στην οποία αξιοποιείται η ταινία.



Λήψη αρχείου



Λήψη αρχείου

Κατηγορία ΓΛΩΣΣΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Φίλιππος του Τάκη Σινόπουλου

Συγγραφέας: pantsouka στις 13 Φεβρουαρίου, 2025

Τι θα εξομολογείτο άραγε η ποιητική φωνή για τις ενοχές που την τύπτουν  και τις δικαιολογίες που επικαλείται;

Ημερολογιακή Καταγραφή του Ποιητικού Εγώ

Μεσάνυχτα στη Λάρισα. Το έρημο καφενείο. Το γκαρσόνι με το συναχωμένο πρόσωπο. Οι πυροβολισμοί που ακούγονται ακόμα, κι ας έχουν περάσει χρόνια. Ο αέρας φυσάει δυνατά, σαρώνει τους δρόμους, αλλά τίποτα δεν αλλάζει. Δε θα ξανάρθει ο Φίλιππος.

 

Και τι να του πω, αν ξαναρχόταν; Ότι προσπαθήσαμε να τον κρατήσουμε; Ότι του τάξαμε λάφυρα και σειρήνες,  όχι γιατί τον προδώσαμε , αλλά από αγάπη; Ίσως κι από φόβο. Αν έμενε μαζί μας, αν δεν ανέβαινε στα λαμπερά βουνά, θα ήταν εδώ. Δεν θα τον είχε πάρει ο κακός χειμώνας. Θα πίναμε μαζί κρασί, θα λέγαμε ιστορίες, θα σφυρίζαμε στον δρόμο σαν να μη συνέβη τίποτα. Θα ήταν κι αυτός λίγο κουρασμένος, λίγο απογοητευμένος, όπως όλοι μας, αλλά ζωντανός.

 

Κι αν είχε μείνει; Ίσως να γινόταν σαν εμάς. Να μάθαινε να σωπαίνει. Να έσκυβε λίγο το κεφάλι, να ζούσε, να μεγάλωνε παιδιά, να έβρισκε μια ισορροπία στη ματαιότητα. Ίσως να γελούσαμε για εκείνα τα χρόνια, λέγοντας πως ήμασταν νέοι και αφελείς.

 

Αλλά δεν μπορούσε. Ο Φίλιππος ήταν από τους άλλους. Από αυτούς που δεν λυγίζουν, δεν γυρίζουν πίσω, δεν ξεχνούν. Κι εμείς, όσο κι αν λέμε πως παλέψαμε, ξέρουμε την αλήθεια: δεν τον ακολουθήσαμε.

 

Κι όμως, αν μας είχε ακολουθήσει αυτός, θα ήταν όλα πιο εύκολα. Δεν θα χρειαζόταν να σκεφτόμαστε πως κάποτε τον αποτρέπαμε, πως προσπαθήσαμε να του δείξουμε έναν πιο «λογικό» δρόμο. Αν είχε δεχτεί τα δώρα μας, αν είχε πει «ναι» στις σειρήνες, τότε δεν θα μας στοίχειωνε η ανάμνησή του. Δεν θα ήταν πια ο καθρέφτης της δικής μας παραίτησης.

 

Αλλά έφυγε. Και τώρα περπατάω μόνος. Σφυρίζοντας. Λες και το σφύριγμα μπορεί να γεμίσει το κενό, να καλύψει όσα δεν ειπώθηκαν, να σβήσει τις σκιές από τα πρόσωπά μας.

 

Κι εκείνη, η κυρία Πανδώρα, μιλάει μόνο περί σώματος. Δεν της έχει μείνει τίποτα άλλο. Μια ζωή που συνεχίζεται από συνήθεια. Ένας άντρας που πέθανε από αρρώστια, όχι από σφαίρες, αλλά και πάλι πέθανε. Όπως κι εμείς. Απλώς δεν μας εκτέλεσαν οι Γερμανοί.

 

Αύριο θα είναι μια ίδια μέρα. Κι εγώ θα συνεχίσω να περπατάω στην κούφια πόλη, θα συνεχίσω να σφυρίζω. Γιατί, αν σταματήσω, θα ακούσω τη φωνή του Φίλιππου να με ρωτάει ξανά:

 

“Πού είναι το πρόσωπό σας, το αληθινό σας πρόσωπο;”

 

Τσακ Τζιπιτής

 

Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Καθημερινή Φυσική: Η επιστήμη δεν μπορεί να αποδείξει τίποτε…

Συγγραφέας: pantsouka στις 8 Φεβρουαρίου, 2025

Καθημερινη Φυσική, Η επιστήμη δεν μπορεί να αποδείξει τίποτε

Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τα Ρόδινα Ακρογιάλια, Συνέντευξη με τον αφηγητή-ήρωα

Συγγραφέας: pantsouka στις 4 Ιανουαρίου, 2025

Συνέντευξη με τον αφηγητή των “Ρόδινων Ακρογιαλιών”

Εγώ: Κύριε…, συγχωρέστε με που δεν γνωρίζω το όνομά σας. Ίσως να προτιμάτε να μείνετε ανώνυμος μετά από όλα όσα περάσατε.

Αφηγητής: (χαμογελάει πικρά) Όντως, δεν έχει και τόση σημασία το όνομα πια. Ας πούμε ότι είμαι απλώς ένας περιπλανώμενος στις θάλασσες της ζωής.

Εγώ: Σας βρήκα εδώ, σε αυτό το ήσυχο καφενείο της Σκιάθου. Φαίνεται ότι επιστρέψατε στο νησί σας.

Αφηγητής: Ναι, η θάλασσα πάντα με γυρίζει πίσω στις ρίζες μου. Ακόμα κι όταν προσπαθώ να ξεφύγω.

Εγώ: Ξεφύγετε; Από τί;

Αφηγητής: Από τον εαυτό μου, ίσως. Από τις σκέψεις μου, τα συναισθήματά μου. Από την απογοήτευση, την μοναξιά.

Εγώ: Διαβάζοντας την ιστορία σας, ένιωσα ότι βιώσατε μια βαθιά ψυχολογική κρίση.

Αφηγητής: (κοιτάζει το κενό) Ναι, ήταν μια περίοδος μεγάλης αναταραχής. Ένας ανεκπλήρωτος έρωτας, μια γενικότερη απογοήτευση από τη ζωή… Ένιωθα χαμένος, σαν να είχα χάσει τον δρόμο μου.

Εγώ: Και η θάλασσα σας βοήθησε να τον ξαναβρείτε;

Αφηγητής: Η θάλασσα ήταν ένα καταφύγιο, ένας χώρος ελευθερίας και απομόνωσης. Εκεί, αντιμέτωπος με τον εαυτό μου και τα στοιχεία της φύσης, άρχισα να αναθεωρώ τις απόψεις μου, να αμφισβητώ τις κοινωνικές συμβάσεις.

Εγώ: Και οι συναντήσεις σας με τον Σταμάτη και τον Αγάλο;

Αφηγητής: Ήταν μια απρόσμενη συντροφιά σε μια στιγμή μοναξιάς. Οι ιστορίες τους, οι συζητήσεις μας… μου άνοιξαν νέους ορίζοντες, μου έδειξαν άλλους τρόπους να βλέπω τον κόσμο και τον εαυτό μου.

Εγώ: Πιστεύετε ότι βρήκατε τελικά απαντήσεις στα ερωτήματα που σας βασάνιζαν;

Αφηγητής: (χαμογελάει με μια δόση ειρωνείας) Ίσως όχι απαντήσεις, αλλά μια νέα οπτική. Έμαθα να αμφισβητώ, να αναζητώ, να μην παραδίδομαι στην απογοήτευση. Και ίσως αυτό είναι αρκετό.

Εγώ: Και ο έρωτας; Η γυναίκα στο παράθυρο;

Αφηγητής: (σιωπά για λίγο, κοιτάζοντας ένα μακρινό σημείο στη θάλασσα) Ο έρωτας… είναι μια γλυκιά πλάνη, μια αιώνια αναζήτηση. Ίσως η κοπέλα στο παράθυρο να ήταν απλώς ένα σύμβολο, μια προβολή των δικών μου επιθυμιών και απογοητεύσεων.

Εγώ: Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να μεταφέρετε με την ιστορία σας;

Αφηγητής: (σηκώνεται και κοιτάζει την θάλασσα) Ίσως να μην υπάρχει ένα ξεκάθαρο μήνυμα. Ίσως απλώς να θέλω να μοιραστώ την εμπειρία μου, τους προβληματισμούς μου, την αναζήτησή μου. Και ίσως κάποιος άλλος, διαβάζοντας την ιστορία μου, να βρει κάτι που να τον αγγίζει, κάτι που να τον βοηθήσει στο δικό του ταξίδι.

(Ο αφηγητής φεύγει, αφήνοντας πίσω του μια αίσθηση μυστηρίου και ανολοκλήρωτου.)

Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τα ρόδινα ακρογιάλια , μια συζητηση με την Gemini

Συγγραφέας: pantsouka στις 31 Δεκεμβρίου, 2024

Εισαγωγικό σημείωμα για τη συζήτησή μας πάνω στο διήγημα “Τα Ρόδινα Ακρογιάλια” του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

Η συζήτησή μας επικεντρώθηκε στην ανάλυση του διηγήματος “Τα Ρόδινα Ακρογιάλια” του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, με έμφαση στα θέματα του έρωτα, του γάμου και της αγνότητας. Εξερευνήσαμε την ψυχοσύνθεση του αφηγητή, ενός μελαγχολικού νέου που αμφισβητεί τις κοινωνικές συμβάσεις, και αναλύσαμε τους υπόλοιπους χαρακτήρες, όπως τον κυνικό Σταμάτη, τον νοσταλγικό Αγάλο και τον αφελή Πατσοστάθη.

Διερευνήσαμε επίσης:

  • Την κοινωνική κριτική του Παπαδιαμάντη,
  • Τις αντιλήψεις για τη θέση της γυναίκας,
  • Τις επιπτώσεις των δεισιδαιμονιών,
  • Την τάση για κοινωνική κινητικότητα,
  • Την οικονομική και τεχνολογική κατάσταση της εποχής.

Συγκρίναμε το διήγημα με έργα της Τζέιν Όστιν, όπως η “Περηφάνια και Προκατάληψη”, εντοπίζοντας ομοιότητες και διαφορές στα κοινωνικά πλαίσια και την αντιμετώπιση του έρωτα και του γάμου. Τέλος, μελετήσαμε την ειρωνεία, τους συμβολισμούς και τα αρχετυπικά στοιχεία που χρησιμοποιεί ο Παπαδιαμάντης για να πλάσει τον κόσμο του διηγήματος.

Η συζήτηση κατέληξε σε μια βαθύτερη κατανόηση του έργου και των μηνυμάτων του, συνδέοντας τα με διαχρονικά ερωτήματα για την ανθρώπινη ύπαρξη και την αναζήτηση της ευτυχίας.

ειδικοτερα 

Κεντρική ιδέα του διηγήματος “Τα Ρόδινα Ακρογιάλια”

Το διήγημα εξερευνά το θέμα της αγνότητας και του αντιθέτου της, σε συνδυασμό με την απογοήτευση από την αγάπη, τον γάμο και τη ζωή γενικότερα. Ο αφηγητής, μέσα από την περιπλάνησή του στη θάλασσα και την επαφή με τους άλλους χαρακτήρες, αμφισβητεί τις κοινωνικές συμβάσεις και αναζητά μια πιο αυθεντική μορφή ευτυχίας.

Χαρακτήρες

  • Αφηγητής: Νέος, μορφωμένος, μελαγχολικός, βασανίζεται από ανεκπλήρωτο έρωτα και απογοήτευση από τη ζωή.
  • Γυναίκα στο παράθυρο: Σύμβολο αγνότητας και ομορφιάς, αντικείμενο του πλατωνικού έρωτα του αφηγητή.
  • Κώστας: Αθώος και αγνός τρελός, αντιπροσωπεύει την απλότητα και την αρμονία με τη φύση.
  • Σταμάτης: Περιθωριακός και κυνικός, αμφισβητεί τις κοινωνικές συμβάσεις και τον έρωτα.
  • Αγάλος: Γεροντοπαλίκαρο ναυτικός, βασανίζεται από ενοχές για την χαμένη αγάπη και την απώλεια της Μυρσούδας.
  • Πατσοστάθης: Βοσκός που πιστεύει ότι τον κυνηγούν μάγια, αναζητά λύτρωση στην καλογερική.
  • Μπόζαινα: Δυναμική και χειραφετημένη γυναίκα, θίγει το θέμα της ηθικής και της κοινωνικής υποκρισίας.
  • Κρατήρα: Ντροπαλή και υποταγμένη, θύμα των κοινωνικών συμβάσεων και της πατριαρχίας.
  • Δέσποινα: Θύμα εκμετάλλευσης και απάτης, αναζητά λύτρωση και αξιοπρέπεια.
  • Μυρσούδα: Σύμβολο χαμένης αθωότητας και αγνής αγάπης.
  • Καθολική καλόγρια: Αντιφατικός χαρακτήρας, αμφισβητεί την ιδέα της αγνότητας και του αληθινού έρωτα.

Θέματα

  • Αγνότητα και αντίθετό της: Η αγνότητα της φύσης, της αγάπης και ορισμένων χαρακτήρων έρχεται σε αντίθεση με την απάτη, την εκμετάλλευση και την κοινωνική υποκρισία.
  • Αγάπη και γάμος: Ο πλατωνικός έρωτας του αφηγητή, η χαμένη αγάπη του Αγάλο, η απουσία έρωτα στους περισσότερους γάμους, η κοινωνική σύμβαση του γάμου, η δυστυχία και η εκμετάλλευση που μπορεί να προκύψουν από αυτόν.
  • Επιλογή και ελευθερία: Η επιλογή του αφηγητή και του Αγάλο να μείνουν άγαμοι, η επιθυμία του Στάθη να καλογερέψει, η δυναμικότητα της Μπόζαινας.
  • Κοινωνική κριτική: Η θέση της γυναίκας στην πατριαρχική κοινωνία, η κοινωνική υποκρισία, η εκμετάλλευση, η αδικία.
  • Αναζήτηση νοήματος και λύτρωσης: Η περιπλάνηση του αφηγητή, η ενοχή του Αγάλο, η επιθυμία του Πατσοστάθη για καλογερική.

Συμβολισμοί

  • Θάλασσα: Αγνότητα, κάθαρση, ελευθερία.
  • Ρόδινα ακρογιάλια: Ομορφιά, αθωότητα, ελπίδα.
  • Σπήλαιο: Απομόνωση, εσωτερική αναζήτηση, μετάνοια.

Επιπλέον σημεία

  • Επεισοδιακή δομή και ασαφές τέλος: Συγγραφικές επιλογές που υπηρετούν την εστίαση στην ατμόσφαιρα, την ψυχογραφία και την αμφισβήτηση.
  • Προβληματισμοί για τον έρωτα: Ανεκπλήρωτος έρωτας, απουσία αγάπης στον γάμο, αμφισβήτηση του έρωτα.
  • Η ζωή του Παπαδιαμάντη ως μήνυμα: Η ευτυχία μπορεί να βρεθεί και έξω από τα στερεότυπα και τις κοινωνικές συμβάσεις.

Σύγκριση με την “Περηφάνια και Προκατάληψη”

  • Κοινά: Γάμος ως κοινωνικό καθήκον, αμφιβολίες για τον έρωτα, κοινωνική κριτική, ψυχογραφική ανάλυση.
  • Διαφορές: Φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, ρόλος της γυναίκας, ένταση της μοναξιάς, τελικά μηνύματα.

Ειρωνεία

  • Παπαδιαμάντης: Κοινωνική σάτιρα, αυτοειρωνεία, ατμόσφαιρα απογοήτευσης.
  • Όστιν: Κοινωνική σάτιρα, χιούμορ, αισιόδοξη ματιά.

Αρχετυπικοί χαρακτήρες

  • Αιώνιος έφηβος (αφηγητής)
  • Μέντορας (Σταμάτης)
  • Σοφός γέρος (Αγάλος)
  • Αθώος (Κώστας)
  • Μητέρα (Μπόζαινα)
  • Κόρη (Κρατήρα)
  • Σκιά (Σταμάτης)
  • Μαντόνα (κοπέλα στο παράθυρο)

Λοιπά θέματα

  • Κοινωνική κινητικότητα: Περιορισμένη στα “Ρόδινα Ακρογιάλια”, πιο έντονη στην “Περηφάνια και Προκατάληψη”.
  • Ταξική διάκριση: Παρουσιάζεται και στα δύο έργα, αλλά με διαφορετική ένταση και μορφές.
  • Δεισιδαιμονίες: Έχουν αναλογίες και στη σημερινή εποχή.
  • Τεχνολογική εξέλιξη: Η κοινωνία στα “Ρόδινα Ακρογιάλια” βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση.
  • Πολιτική πραγματικότητα: Ο Παπαδιαμάντης θίγει θέματα όπως η διαφθορά και ο αυταρχισμός.

Εν κατακλείδι:

Η συζήτηση κάλυψε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, αναδεικνύοντας την πολυπλοκότητα και το βάθος του διηγήματος “Τα Ρόδινα Ακρογιάλια”. Η εμβάθυνση στους χαρακτήρες, τα θέματα, τους συμβολισμούς και τις αφηγηματικές τεχνικές του Παπαδιαμάντη οδήγησε σε μια βαθύτερη κατανόηση του έργου και των μηνυμάτων του, συνδέοντάς τα με διαχρονικά ερωτήματα για την ανθρώπινη ύπαρξη, την κοινωνία και την αναζήτηση της ευτυχίας.

Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | Δε βρέθηκαν σχόλια »