Φίλιππος του Τάκη Σινόπουλου
Συγγραφέας: pantsouka στις 13 Φεβρουαρίου, 2025
Τι θα εξομολογείτο άραγε η ποιητική φωνή για τις ενοχές που την τύπτουν και τις δικαιολογίες που επικαλείται;
Ημερολογιακή Καταγραφή του Ποιητικού Εγώ
Μεσάνυχτα στη Λάρισα. Το έρημο καφενείο. Το γκαρσόνι με το συναχωμένο πρόσωπο. Οι πυροβολισμοί που ακούγονται ακόμα, κι ας έχουν περάσει χρόνια. Ο αέρας φυσάει δυνατά, σαρώνει τους δρόμους, αλλά τίποτα δεν αλλάζει. Δε θα ξανάρθει ο Φίλιππος.
Και τι να του πω, αν ξαναρχόταν; Ότι προσπαθήσαμε να τον κρατήσουμε; Ότι του τάξαμε λάφυρα και σειρήνες, όχι γιατί τον προδώσαμε , αλλά από αγάπη; Ίσως κι από φόβο. Αν έμενε μαζί μας, αν δεν ανέβαινε στα λαμπερά βουνά, θα ήταν εδώ. Δεν θα τον είχε πάρει ο κακός χειμώνας. Θα πίναμε μαζί κρασί, θα λέγαμε ιστορίες, θα σφυρίζαμε στον δρόμο σαν να μη συνέβη τίποτα. Θα ήταν κι αυτός λίγο κουρασμένος, λίγο απογοητευμένος, όπως όλοι μας, αλλά ζωντανός.
Κι αν είχε μείνει; Ίσως να γινόταν σαν εμάς. Να μάθαινε να σωπαίνει. Να έσκυβε λίγο το κεφάλι, να ζούσε, να μεγάλωνε παιδιά, να έβρισκε μια ισορροπία στη ματαιότητα. Ίσως να γελούσαμε για εκείνα τα χρόνια, λέγοντας πως ήμασταν νέοι και αφελείς.
Αλλά δεν μπορούσε. Ο Φίλιππος ήταν από τους άλλους. Από αυτούς που δεν λυγίζουν, δεν γυρίζουν πίσω, δεν ξεχνούν. Κι εμείς, όσο κι αν λέμε πως παλέψαμε, ξέρουμε την αλήθεια: δεν τον ακολουθήσαμε.
Κι όμως, αν μας είχε ακολουθήσει αυτός, θα ήταν όλα πιο εύκολα. Δεν θα χρειαζόταν να σκεφτόμαστε πως κάποτε τον αποτρέπαμε, πως προσπαθήσαμε να του δείξουμε έναν πιο «λογικό» δρόμο. Αν είχε δεχτεί τα δώρα μας, αν είχε πει «ναι» στις σειρήνες, τότε δεν θα μας στοίχειωνε η ανάμνησή του. Δεν θα ήταν πια ο καθρέφτης της δικής μας παραίτησης.
Αλλά έφυγε. Και τώρα περπατάω μόνος. Σφυρίζοντας. Λες και το σφύριγμα μπορεί να γεμίσει το κενό, να καλύψει όσα δεν ειπώθηκαν, να σβήσει τις σκιές από τα πρόσωπά μας.
Κι εκείνη, η κυρία Πανδώρα, μιλάει μόνο περί σώματος. Δεν της έχει μείνει τίποτα άλλο. Μια ζωή που συνεχίζεται από συνήθεια. Ένας άντρας που πέθανε από αρρώστια, όχι από σφαίρες, αλλά και πάλι πέθανε. Όπως κι εμείς. Απλώς δεν μας εκτέλεσαν οι Γερμανοί.
Αύριο θα είναι μια ίδια μέρα. Κι εγώ θα συνεχίσω να περπατάω στην κούφια πόλη, θα συνεχίσω να σφυρίζω. Γιατί, αν σταματήσω, θα ακούσω τη φωνή του Φίλιππου να με ρωτάει ξανά:
“Πού είναι το πρόσωπό σας, το αληθινό σας πρόσωπο;”
Τσακ Τζιπιτής
Αφήστε μια απάντηση