Το εικοσιένα που δίκαια ονομάστηκε «το θαύμα του κόσμου» παραμένει η μέγιστη ώρα του έθνους μας. Έπειτα από μια σκλαβιά που κράτησε 368 χρόνια οι Έλληνες άδραξαν τα άρματα ενάντια σε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία αποφασισμένοι να πολεμήσουν ως το θάνατο για ν’ αποκτήσουν την ελευθερία τους.
Ο εχθρός τα είχε όλα: στρατό , στόλο, χρήματα και τη νομιμότητα του κυρίαρχου , όπως η Ιερά Συμμαχία αποφάσισε στο συνέδριο της Βιέννης το 1815.Οι ξεσηκωμένοι είχαν για αντιστάθμισμα την απελπισία του σκλάβου που οπλίζει την ψυχή με αγωνιστικότητα και διάθεση αυτοθυσίας. Και βέβαια νίκησαν γράφοντας σημαντικό κεφάλαιο στην παγκόσμια ιστορία, εφόσον μετά από εννέα χρόνια, το 1830, δημιουργήθηκε το πρώτο ελληνικό κράτος. Απέδειξαν ότι δε μένει κανείς δούλος , εάν αποφασίσει να ζήσει ή να πεθάνει.
Οι πρόγονοι μας το 1821 απέδειξαν αυτό που έγραψε ο ποιητής Κωστής Παλαμάς:
«Η μεγαλοσύνη στα έθνη δε μετριέται με το στρέμμα
με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα»
Εμείς σήμερα , στην εποχή της κρίσης , οικονομικής και ηθικής, ας διατηρήσουμε μέσα μας ζωντανή αυτή τη δύναμη της ψυχής τους και τη μνήμη του αγώνα τους, γιατί όπως θα έχουμε αντιληφθεί τίποτε δεν είναι αυτονόητο ή δεδομένο. Άλλωστε οι λαοί που ξεχνούν την ιστορία τους είναι καταδικασμένοι σε αφανισμό.
Ας αντλήσουμε αισιοδοξία απ’ το ποίημα του Ελύτη όπου η Ελλάδα σαν τρελλοβάπορο ταξιδεύει στις φουρτούνες της ιστορίας της, κινδυνεύει, αγωνίζεται, αλλά πάντα επιβιώνει.
Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης (Ο ήλιος ο ηλιάτορας, Ίκαρος, 1971) Μουσική: Δημήτρης Λάγιος
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Δημητράτος & Χορωδία Λαμίας ( Ντουέτο )
Βαπόρι στολισμένο βγαίνει στα βουνά
κι αρχίζει τις μανούβρες «βίρα-μάινα»
Την άγκυρα φουντάρει στις κουκουναριές
φορτώνει φρέσκο αέρα κι απ’ τις δυο μεριές
Είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ’ όνειρο
κι έχει λοστρόμο αθώο ναύτη πονηρό
Από τα βάθη φτάνει τους παλιούς καιρούς
βάσανα ξεφορτώνει κι αναστεναγμούς
Έλα Χριστέ και Κύριε λέω κι απορώ
τέτοιο τρελό βαπόρι τρελοβάπορο
Χρόνους μας ταξιδεύει δε βουλιάξαμε
χίλιους καπεταναίους τούς αλλάξαμε
Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
μπήκαμε μέσ’ στα όλα και περάσαμε
Κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα
παντοτινό τον Ήλιο τον Ηλιάτορα!