Η 27η Ιανουαρίου έχει καθιερωθεί από την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ομόφωνα ως «Διεθνής Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος» (την 1η Νοεμβρίου του 2005, 60 χρόνια μετά την λήξη του Β’ Παγκόσμιου πολέμου). Το 1945, η 27η Ιανουαρίου ήταν η μέρα κατά την οποία απελευθερώθηκε το στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξόντωσης Άουσβιτς-Μπίρκεναου από τον σοβιετικό στρατό.
Ο όρος Ολοκαύτωμα δηλώνει την ολική καταστροφή, τη δολοφονία σχεδόν έξι εκατομμυρίων Εβραίων της Ευρώπης από τους Ναζί.
Επρόκειτο για την προσχεδιασμένη προσπάθεια να αφανισθεί ένας ολόκληρος λαός.
Εκτός από τους Εβραίους, περίπου 220.000 Ρομά θανατώθηκαν στο Ολοκαύτωμα (μερικές εκτιμήσεις φτάνουν ως και τις 800.000), δηλαδή το 25-50% του ευρωπαϊκού τους πληθυσμού. Άλλες ομάδες που κρίθηκαν «φυλετικά κατώτερες» ή «ανεπιθύμητες» ήταν οι εξής: Σοβιετικοί στρατιώτες και πολίτες αιχμάλωτοι σε κατεχόμενες περιοχές (περιλαμβανομένων των Ρώσων και άλλων Σλάβων), Πολωνοί μη Εβραίοι (3 εκατομμύρια Πολωνοί Εβραίοι και 2 εκατομμύρια Πολωνοί μη Εβραίοι), διανοητικά ασθενείς ή σωματικά ανάπηροι, ομοφυλόφιλοι, Κομμουνιστές και άλλοι πολιτικοί αντιφρονούντες, συνδικαλιστές κ.α.
Το Ολοκαύτωμα σαν ιστορικό γεγονός ήταν μοναδικό στην Ευρωπαϊκή Ιστορία
πηγή: alfavita
Το Ολοκαύτωμα (Shoah στα Εβραϊκά) είναι το όνομα που δόθηκε στη δωδεκάχρονη περίοδο κατά την οποία οι Ναζί εφάρμοσαν τα σχέδιά τους για εξόντωση του Ιουδαϊσμού στην Ευρώπη. Με απαρχή το 1933, όταν ο Αδόλφος Χίτλερ έγινε Καγκελάριος της Γερμανίας, εκατομμύρια Εβραίων υποβλήθηκαν σε εξευτελισμό, διάκριση, καταναγκαστικά έργα, βασανιστήρια και θάνατο. Οι Ναζί και οι συνεργάτες τους σε άλλες χώρες κατεδίωξαν κάθε Εβραίο – από τον πιο εξέχοντα επαγγελματία μέχρι τον πιο ταπεινό εργάτη – στην ανηλεή τους αναζήτηση για την ύστατη «λύση» στο «εβραϊκό ζήτημα».
Καταρχάς, οι εβραϊκές επιχειρήσεις υπέστησαν μποϊκοτάζ και βανδαλισμούς, βιβλία Εβραίων συγγραφέων κάηκαν δημοσίως και όλοι οι Εβραίοι απομακρύνθηκαν από δημόσιες θέσεις. Το 1935, θεσπίστηκαν οι ούτω καλούμενοι νόμοι της Νυρεμβέργης, οι οποίοι στερούσαν από τους Εβραίους την υπηκοότητά τους και απαγόρευαν το γάμο με «Γερμανούς πολίτες». Αυτό ήταν η αρχή της συστηματικής εκστρατείας δίωξης των Εβραίων, που εγκρίθηκε δια νόμου.
Οι Εβραίοι στη Γερμανία βρίσκονταν σε κατάσταση σύγχυσης και τρόμου. Μερικοί επέλεξαν να φύγουν, και μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην ιβηρική χερσόνησο και στην υπό βρετανική κατοχή Παλαιστίνη. Όμως η πλειοψηφία παρέμεινε στη Γερμανία, με την ελπίδα ότι η «τρέλα» θα περνούσε, ή τουλάχιστον ότι δεν θα αυξανόταν σε δριμύτητα. Δεν υπήρξε καμία δημόσια έκφραση αποδοκιμασίας της ναζιστικής πολιτικής – ούτε από Γερμανούς πολίτες, ούτε από ηγέτες εκκλησιών ή ξένες δυνάμεις – και αυτή η εκκωφαντική σιωπή έφερε στην επιφάνεια τον βαθιά ριζωμένο αντισημιτισμό που επικρατούσε στην Ευρώπη.
Μέχρις ότου γίνει η προέλαση της Γερμανίας στην Πολωνία και αρχίσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, όλη η εβραϊκή ιδιοκτησία στις περιοχές υπό ναζιστικό έλεγχο (συμπεριλαμβανομένης της Αυστρίας και της Τσεχοσλοβακίας) είχε δημευτεί, και τους Εβραίους τους συγκέντρωσαν σε γκέτο και στρατόπεδα καταναγκαστικών έργων. Καθώς ο γερμανικός στρατός προωθούνταν στα Βαλκάνια και τη Σοβιετική Ένωση, οι ναζιστικές ομάδες SS (Einsatzgruppen) αφάνιζαν τον εβραϊκό πληθυσμό ολόκληρων πόλεων και χωριών, και μετέφεραν πολλές χιλιάδες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Το 1942, μετά την περιβόητη διάσκεψη Wannsee, η εφαρμογή της «τελικής λύσης» άρχισε στο Sobibor, την Treblinka, το Belzec, το Auschwitz-Birkenau και άλλα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Καθώς έφθαναν, από όλη την Ευρώπη, τρένα φορτωμένα με Εβραίους, πολλοί απ’ αυτούς θανατώνονταν με αέρια στις ειδικά σχεδιασμένες αίθουσες (καμουφλαρισμένες ώστε να μοιάζουν με εγκαταστάσεις για ντους) ή πυροβολούνταν από εκτελεστικό απόσπασμα. Οι υπόλοιποι αναγκάστηκαν να δουλεύουν κάτω από τις χειρότερες συνθήκες, οι οποίες οδηγούσαν τελικά στο θάνατο από λιμό ή εκτέλεση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, έξι εκατομμύρια περίπου Εβραίοι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια του ολοκαυτώματος. Περίπου 500.000 τσιγγάνοι, διανοητικά άρρωστοι, ομοφυλόφιλοι και άλλοι «ανεπιθύμητοι» εξολοθρεύθηκαν επίσης από τους Ναζί στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Οι επιπτώσεις στους επιζώντες αυτών των αποτρόπαιων πράξεων καταδίωξης είναι ασύλληπτες. Όμως, ακόμη και ενόψει ενός βέβαιου θανάτου, πραγματοποιήθηκαν απίστευτες πράξεις ηρωισμού. Στα γκέτο και στα στρατόπεδα, οργανώθηκαν ομάδες αντίστασης, και Εβραίοι ενώθηκαν επίσης με παρτιζάνους στα δάση. Πάλεψαν γενναία, αλλά μόνο μερικοί επέζησαν. Μεμονωμένοι μη-Εβραίοι έθεσαν σε κίνδυνο τις ζωές τους κρύβοντας Εβραιόπουλα ή ακόμα και ολόκληρες οικογένειες, ή βοηθώντας τους να εξασφαλίσουν «έγγραφα» για να μπορέσουν να διαφύγουν. Εβραίοι αλεξιπτωτιστές από την Παλαιστίνη ρίφθησαν στην κρατούμενη από τους Ναζί Ευρώπη για να βοηθήσουν στην οργάνωση διαδρομών διαφυγής, αλλά πολλοί απ’ αυτούς πιάστηκαν και εκτελέσθηκαν.
Οι οδυνηρές μαρτυρίες των επιζώντων του ολοκαυτώματος εκφράζονται με κάθε μορφή – λεκτική, γραπτή και καλλιτεχνική. Λεπτομέρειες που αφορούν συγγενείς και φίλους που χάθηκαν, εκπαιδευτικά προγράμματα στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, μουσεία και εθνικές ημέρες μνήμης του ολοκαυτώματος συνεχίζουν να ενημερώνουν και να απαντούν σε ερωτήματα σχετικά με την φοβερή αυτή περίοδο της σύγχρονης ιστορίας. Τώρα, πάνω από εβδομήντα χρόνια μετά τα γεγονότα του ολοκαυτώματος, είναι επιβεβλημένο σε μας να θυμόμαστε και ποτέ να μην ξεχάσουμε.
πηγή:
ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ
1. ΑΝΝΑ ΦΡΑΝΚ (από τα πιο γνωστά και πολυσυζητημένα πρόσωπα του ολοκαυτώματος)
Νεαρή Γερμανοεβραία Άννα Φρανκ είναι ένα από τα πιο γνωστά και πολυσυζητημένα θύματα του Ολοκαυτώματος. Το ημερολόγιο, που κρατούσε κατά τη δίχρονη παραμονή της οικογένειας της σ’ ένα κρησφύγετο στο γερμανοκρατούμενο Άμστερνταμ, είναι ένα από τα πιο πολυμεταφρασμένα και πολυδιαβασμένα βιβλία παγκοσμίως.
Η Ανελίς «Άνε» Μαρί Φρανκ (Annelies «Anne» Marie Frank) γεννήθηκε στη Φραγκφούρτη στις 12 Ιουνίου του 1929. Ήταν η δεύτερη κόρη του επιχειρηματία Ότο Φρανκ (1889-1980) και της Εντίτ Χολέντερ (1900-1945). Η πρωτότοκη κόρη της οικογένειας ονομαζόταν Μαργκότ (1926-1945) και ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερη από την Άννα. Οι Φρανκ δεν ήταν φανατικά προσκολλημένοι στον Ιουδαϊσμό και ζούσαν σε μία μη εβραϊκή γειτονιά της Φραγκφούρτης.
Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία το 1933, η οικογένεια Φρανκ μετακόμισε στο Άμστερνταμ. Αρχικά, ο Ότο Φρανκ δούλεψε σε μία εταιρεία παραγωγής πηκτίνης και το 1938 ξεκίνησε τη δική του επιχείρηση, ασχολούμενος με το χονδρεμπόριο φρούτων. Όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την Ολλανδία το 1941, η Άννα αναγκάστηκε να μεταγραφεί από το Μοντεσοριανό σχολείο, στο οποίο φοιτούσε, σ’ ένα ειδικό σχολείο για Εβραίους.
Αντιμετωπίζοντας την απειλή της εκτόπισης σε στρατόπεδο καταναγκαστικών έργων, ο Ότο Φρανκ και η οικογένειά του αποφάσισαν να κρυφτούν στην αποθήκη της επιχείρησής τους στο Άμστερνταμ (9 Ιουλίου 1942). Έχοντας εξασφαλισμένη τη διατροφή και τη βοήθεια ορισμένων φίλων τους μη Εβραίων, παρέμειναν στο κρησφύγετό τους έως τις 4 Αυγούστου του 1944, οπότε τους ανακάλυψε η Γκεστάπο και τους συνέλαβε.
Η οικογένεια Φρανκ οδηγήθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς, όπου η μητέρα της Άννας, Εντίτ, πέθανε από τις κακουχίες στις 6 Ιανουαρίου του 1945. Η Άννα και η αδελφή της μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπέργκεν-Μπέλσεν και πέθαναν εκεί από τύφο, η μεν Μαργκότ στις 9 Μαρτίου 1945, η δε Άννα τρεις ημέρες αργότερα. Ο Ότο Φρανκ ήταν το μόνο μέλος της οικογένειας που επέζησε. Βρέθηκε ζωντανός στο Άουσβιτς και απελευθερώθηκε από τον Κόκκινο Στρατό.
Μετά τη σύλληψη των Φρανκ στο Άμστερνταμ, φίλοι της οικογένειας ερεύνησαν το κρησφύγετο και παρέδωσαν στον Ότο Φρανκ διάφορα έγγραφα, μεταξύ των οποίων και το ημερολόγιο της Άννας, που ήταν γραμμένο στα ολλανδικά. Ο πατέρας της το εξέδωσε το 1947 με τον τίτλο Het Achterhuis (Το πίσω σπίτι) ή όπως είναι γνωστό στη χώρα μας Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ.
Το βιβλίο διακρίνεται για το ώριμο ύφος και τις οξυδερκείς παρατηρήσεις του και αποκαλύπτει τη συναισθηματική ωρίμαση της νεαρής συγγραφέως μέσα από τις αντιξοότητες, που δεν την εμπόδισαν να γράψει: «Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθώ να πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι είναι κατά βάθος καλοί». Τα τελευταία χρόνια η αυθεντικότητα του ημερολογίου έχει αμφισβητηθεί από αναθεωρητές ιστορικούς του Ολοκαυτώματος, όπως ο Ρομπέρ Φορισόν, ο Ροζέ Γκαροντί και ο Ντέιβιντ Ίρβινγκ.
πηγή: SanSimera ©
2. ΙΡΕΝΑ ΣΕΝΤΛΕΡ
Οταν ξέσπασε ο πόλεμος, η Σέντλερ εργαζόταν στην Κοινωνική Πρόνοια στη Βαρσοβία. Μαζί με τους συναδέλφους της βοήθησε στη διάσωση πολλών Εβραίων, εφοδιάζοντάς τους με πλαστά χαρτιά.
Τον Αύγουστο του 1943 η παράνομη οργάνωση Ζεγκότα (κωδική ονομασία του Πολωνικού Συμβουλίου για τη βοήθεια προς τους Εβραίους -Polish Council to Aid Jews ) έθεσε την Ιρένα Σέντλερ επικεφαλής ενός ειδικού τμήματος της στόχος του οποίου ήταν η διάσωση των Εβραίων παιδιών. Τότε, η Σέντλερ με το κωδικό όνομα «Γιολάντα» γίνεται η ηρωίδα των παιδιών.
Η Σλέντερ έβλεπε περίπου 5.000 ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους κάθε μήνα και αυτό που ήθελε ήταν να καταφέρει να φυγαδεύσει τα παιδιά, δίνοντάς τους την ευκαιρία να ζήσουν.
Η νοσοκόμα σκαρφιζόταν απίθανους τρόπους να τα βγάλει έξω από το γκέτο, ενώ έπρεπε να πείσει και τους γονείς να τα αποχωριστούν.
«Ζήσαμε τρομερές σκηνές. Μια μητέρα συμφωνούσε μαζί μου να φυγαδεύσουμε το παιδί της. Ο πατέρας διαφωνούσε. Μου ζητούσαν εγγυήσεις. Εγώ δεν μπορούσα να εγγυηθώ καν αν θα μπορούσε το παιδί να ξεφύγει από τους φρουρούς…», είχε πει σε δηλώσεις της.
Με τη βοήθεια του μηχανικού Αντονι Τζμπρόβσκι, έκρυβε τα παιδιά σε φορτηγά και εργαλειοθήκες ενώ σε άλλα έδινε υπνωτικά, για να θεωρηθούν νεκρά, θύματα του τύφου. Ο σκύλος του Τζμπροβσκι, μάλιστα, τους βοηθούσε με τον τρόπο του, καθώς γάβγιζε και κάλυπτε τα κλάματα των μωρών.
Στα παιδιά που έσωζαν, έδιναν ψεύτικες ταυτότητες και πήγαιναν σε πολωνικές οικογένειες, σε ορφανοτροφεία και μοναστήρια όπου εκεί τα φροντίζουν καλόγριες. Η λίστα με τα ονόματα των μικρών που σώθηκαν είναι τεράστια με τα στοιχεία να γράφονται κωδικοποιημένα και να θάβονται σε βάζα μέσα στο χώμα.
Καταδικάστηκε σε θάνατο αλλά τελικά κατάφερε να δραπετεύσει, με τη βοήθεια της οργάνωσης Ζεγκότα, που δωροδόκησε τους φρουρούς της και ενώ την μετέφεραν για εκτέλεση. Αφού κρύφτηκε, επέστρεψε στη Βαρσοβία και συνέχισε τη δράση της.
Μετά την απελευθέρωση της Πολωνίας, η Σέντλερ εξακολούθησε να βοηθάει γυναίκες και παιδιά, ενώ διατηρούσε ακόμα επαφή με μερικές απ’ τις οικογένειες των 2.500 παιδιών που είχε σώσει.
Η Ιρένε Σέντλερ παντρεύτηκε τρεις φορές, δύο γάμοι με τον ίδιο άντρα και απέκτησε τρία παιδιά. Πέθανε στις 12 Μαΐου του 2008
«Κάθε παιδί που σώθηκε με τη βοήθειά μου και όλων των υπολοίπων που δεν είναι πια εν ζωή, είναι κυρίως η αιτιολογία της ύπαρξής μου σ’ αυτήν τη γη και όχι λόγος για τιμές», Ιρένε Σέντλερ.
πηγή: iefimerida.gr
3. ΖΟΡΖ ΛΟΥΑΝΙΕ
Ο ήρωας της γαλλικής αντίστασης Ζορζ Λουανιέ, που έσωσε τη ζωή εκατοντάδων Εβραιόπουλων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου με τη βοήθεια μας μπάλας, πέθανε σε ηλικία 108 ετών.
Ο Λουανιέ, ένας ταλαντούχος αθλητής, έστειλε πολλά παιδιά στην Ελβετία ρίχνοντας τους μια μπάλα κοντά στα σύνορα την οποία τους έλεγε να πιάσουν.
Άλλες φορές έντυνε τα παιδιά με πένθιμα ρούχα και τα οδηγούσε σε ένα νεκροταφείο ο τοίχος του οποίου έφτανε στη γαλλική πλευρά των συνόρων. Με τη βοήθεια μιας σκάλας που χρησιμοποιούσε ο νεκροθάφτης, οι μικροί «πενθούντες» σκαρφάλωναν στον τοίχο και κατευθύνονταν προς τα σύνορα που ήταν μόλις λίγα μέτρα μακριά.
Οι γονείς των παιδιών που έσωσε είχαν σκοτωθεί ή είχαν σταλεί στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα παιδιά αυτά βρίσκονταν υπό την επίβλεψη της Oeuvre de Secours aux Enfants (OSE), μιας εβραϊκής παιδικής οργάνωσης, που είχε ιδρυθεί στην Αγία Πετρούπολη το 1912.
Το γαλλικό ίδρυμα για τη μνήμη των θυμάτων του Ολοκαυτώματος ανακοίνωσε τον θάνατο του Λουανιέ την Παρασκευή, περιγράφοντας τον ως ένα «εξαιρετικό άνδρα».
Ο Λουανιέ είχε γεννηθεί στο Στρασβούργο το 1910. Το 1940, ενώ υπηρετούσε στον γαλλικό στρατό, φυλακίστηκε απ’ τις γερμανικές δυνάμεις και οδηγήθηκε σε στρατόπεδο στη Γερμανία. Χάρη στα ξανθά μαλλιά και τα μπλε μάτια του οι δεσμοφύλακες του δεν υποψιάστηκαν ότι ήταν Έβραιος. Αργότερα κατάφερε να αποδράσει και επέστρεψε στη Γαλλία, όπου και εντάχθηκε στους κόλπους της OSE.
Μόνο ο Λουανιέ εκτιμάται ότι έσωσε τουλάχιστον 350 παιδιά. Σε συνέντευξή του πριν από μερικούς μήνες ανέφερε πως εκπαίδευε τα παιδιά προτού τους πει να παίξουν μπάλα κοντά στα σύνορα.
«Πέταγα τη μπάλα 100 μέτρα προς τα ελβετικά σύνορα και έλεγα στα παιδιά να τρέξουν να την πιάσουν και έτσι διέσχιζαν τα σύνορα», περιέγραψε, προσθέτοντας ότι αυτά τα παιχνίδια ήταν πολύ επικίνδυνα με τους Γερμανούς.
Ο Λουανιέ είχε τιμηθεί με το μετάλλιο της αντίστασης και τη Λεγεώνα της Τιμής.
πηγή: Εφημερίδα των συντακτών
4. Sir NICHOLAS WINTON
Η ιστορία του Sir Nicholas Winton είναι μια από τις πιο συγκινητικές ιστορίες ανθρωπισμού που πιθανώς έχετε ακούσει ποτέ.
Το 2004 γιόρτασε τα 105α γενέθλιά του μαζί με 100 καλεσμένους, απόγονοι 669 παιδιών με εβραϊκή καταγωγή που χάρη στον αιωνόβιο εορταζόμενο, γλίτωσαν από βέβαιο θάνατο όταν το 1939, ξέσπασε ο Β Παγκόσμιος πόλεμος. Πέθανε το 2005 σε ηλικία 106 ετών.
Ο Winton εργαζόταν ως χρηματιστής στο Λονδίνο το 1938 όταν αποφάσισε να ταξιδέψει στην Πράγα και να δει τι συνέβαινε στους πρόσφυγες. Κάθε βράδυ μετά τη δουλειά οργάνωνε εκκενώσεις μέχρι που το τελευταίο τρένο ακυρώθηκε όταν ξέσπασε ο πόλεμος τον Σεπτέμβριο του 1939.
Οι διώξεις κατά των Εβραίων είχαν ήδη ξεκινήσει και τα παιδιά θα κατέληγαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το σχέδιο είχε την κωδική ονομασία «Kindertransport», οργανώθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση και έγινε υπό άκρα μυστικότητα….
Για να το καταφέρει χρησιμοποίησε τις Βρετανικές εφημερίδες, ώστε να βρει ανάδοχες οικογένειες. Επέστρεψε στην εργασία του στο Λονδίνο και στις 21 Ιανουαρίου 1939 συνέχισε την αποστολή διάσωσης.
Στις 14 Μαρτίου 1939 μετέφερε τα πρώτα παιδιά με αεροπλάνο στο Λονδίνο. Τα υπόλοιπα μεταφέρθηκαν με τρένο και στη συνέχεια με πλοίο μέσω της θάλασσας της Μάγχης, με τους θετούς γονείς να τα περιμένουν στον σιδηροδρομικό σταθμό του Λονδίνου. Κατάφερε να κάνει οκτώ εκκενώσεις παιδιών με τρένο. Υπολογίζεται ότι έως τον Αύγουστο του 1939 είχε καταφέρει να διασώσει 669 παιδιά.
Σ΄ένα πάρτι γενεθλίων του Winton έγινε η αποκάλυψη του μεγάλου μυστικού. Κανείς δεν γνώριζε τον ήρωα που για σχεδόν 50 χρόνια δεν είχε αποκαλύψει ποτέ τη δράση του. Τυχαία η σύζυγός του ανακάλυψε το ημερολόγιο σε ένα συρτάρι. Ο ίδιος δεν είχε ιδέα πως το μυστικό του είχε αποκαλυφθεί όταν το 1988 βρέθηκε σε μιας εκπομπής του BBC.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Guardian, σχεδόν 6.000 άνθρωποι σε όλο τον κόσμο χρωστούν σήμερα στον Winton την ύπαρξή τους.
Η Τσεχική Δημοκρατία του απένειμε το περασμένο Οκτώβριο το βραβείο του Λευκού Λέοντα, τιμώντας τον για την ανδρεία και τη σεμνότητα του.
πηγή: News 24/7, Μηχανή του χρόνου
5. Μαρσέλ Μαρσώ
Ένα αδύνατο πλάσμα με πεταχτά μαλλιά, λευκό πρόσωπο και εκφράσεις που εναλλάσσονταν από τη μελαγχολία στην έκπληξη και από τη λύπη στην ευτυχία. Αυτός ήταν ο Κλόουν Μπιπ, ο ήρωας που υποδύθηκε για 60 χρόνια στη σκηνή ο σπουδαίος γάλλος μίμος, Μαρσέλ Μαρσώ.
Ο Μαρσέλ Μαρσώ ήταν Εβραίος. Από μικρός γοητεύτηκε από τον Τσάρλι Τσάπλιν και ξεκίνησε να μιμείται τον Σαρλό. Ο πόλεμος όμως διέκοψε τα όνειρα της εφηβείας του. Ήταν μόλις 16 χρονών όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στη Γαλλία. Γεννημένος στο Στρασβούργο, μέσα σε λίγες ώρες εγκατέλειψε με την οικογένεια του το σπίτι τους και κατέφυγε στη Λιμόζ. Ο έφηβος Μαρσέλ ήξερε ότι έπρεπε να κάνει τα πάντα για να επιβιώσει. Γι΄αυτό κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στη Γαλλία ο Μαρσέλ Μανζέλ, μετέτρεψε το όνομα του σε Μαρσέλ Μαρσώ, προκειμένου να αποκρύψει την εβραϊκή του καταγωγή.
Ο νεαρός Μαρσώ, μαζί με τον αδερφό του Αλέν και τον ξάδερφό του Ζορζ Λουανιέ, εντάχθηκαν στην γαλλική Αντίσταση.
Η αποστολή των νεαρών αντιστασιακών ήταν να εκκενώσουν ένα γαλλικό ορφανοτροφείο από παιδιά Εβραίων που κρύβονταν εκεί και να τα μεταφέρουν στα σύνορα της Ελβετίας. O Μαρσώ γνωρίστηκε αρχικά με τα παιδιά του ορφανοτροφείου, όταν έδινε εκεί παραστάσεις. Γνώρισε μάλιστα ένα μίμο, ο οποίος υπήρξε ο μέντορας του. Για να καταφέρουν να μεταφέρουν απαρατήρητοι ένα μεγάλο πλήθος παιδιών, έπρεπε να τα καθησυχάσουν. Γι΄αυτό ο Μαρσώ τους έκανε μιμήσεις, κρατώντας τα έτσι ήσυχα κατά τη διάρκεια της διαδρομής. Ένα άλλο κόλπο που έκανε για να μεταφέρει τα Εβραιόπουλα ήταν να προσποιηθεί ότι ήταν πρόσκοπος. Εμφανίστηκε έτσι στο ορφανοτροφείο και τους έπεισε ότι θα πάρει τα παιδιά για μια εκδρομή που οργανώθηκε από τους γάλλους προσκόπους. «Ντυμένος πρόσκοπος κατάφερα να πάρω μαζί μου 24 παιδιά από το ορφανοτροφείο. Τα έντυσα και αυτά με στολές προσκόπων και τα μετέφερα με ασφάλεια στα σύνορα, όπου κάποιος άλλος τα παραλάμβανε και τα προωθούσε στην Ελβετία», είχε δηλώσει σε συνέντευξη του το 2002 στο Jewish Telegraphic Agency….
6. Γιόαν φαν Χουλστ
Ο δάσκαλος που έσωσε 600 Εβραιόπουλα και μωρά από τα κέντρα συγκέντρωσης των Ναζί.
Την περίοδο του πολέμου ο Γιόαν φαν Χουλστ εργαζόταν στην Παιδαγωγική Ακαδημία του Άμστερνταμ. Εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι η Ακαδημία βρισκόταν πολύ κοντά σε ένα βρεφονηπιακό σταθμό και κατάφερε να μεταφέρει μακριά από την πόλη και κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη των ναζί εκατοντάδες παιδιά και μωρά.
Όταν οι κατοχικές δυνάμεις κατέλαβαν το βρεφονηπιακό σταθμό και την Ακαδημία για να τα χρησιμοποιήσουν ως κέντρα απέλασης ο Ολλανδός δάσκαλος μαζί με μέλη της ολλανδικής αντίστασης συνεργάστηκαν για να πλαστογραφήσουν τα αρχεία του κέντρου. Ο Γιόαν φαν Χουλστ απέκρυπτε τον πραγματικό αριθμό των παιδιών που εισέρχονταν στο κέντρο για απέλαση. Με αυτόν τον τρόπο προλάβαινε να μεταφέρει κάποια παιδιά σε ασφαλές μέρος πριν προλάβουν οι Γερμανοί να τα στείλουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Πολλά χρόνια αργότερα ο Ολλανδός δάσκαλος μίλησε για το πόσο δύσκολη και σπαραξικάρδια ήταν αυτή η πράξη. Κι αυτό γιατί ήξερε πως δεν μπορούσε να σώσει όλα τα Εβραιόπουλα και έπρεπε ο ίδιος να διαλέξει ποια παιδιά θα ζήσουν και ποια θα οδηγηθούν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. «Έπρεπε εκ των πραγμάτων να κάνουμε μια επιλογή. Αυτή η επιλογή ήταν ό,τι πιο τρομακτικό».
Ο φαν Χουλστ υπήρξε μέλος της ολλανδικής Γερουσίας από το 1956. Το 1972 το Μουσείο του Ολοκαυτώματος «Γιαντ Βασέμ» τίμησε τον Ολλανδό δάσκαλο με την υψηλότερη τιμή που απονέμεται σε μη Εβραίους υπηκόους.
7. Τσιούνε Σουγκιχάρα
Ο Τσιούνε Σουγκιχάρα έχει μείνει γνωστός ως ο «Ιάπωνας Σίντλερ». Ο άγνωστος Ιάπωνας διπλωμάτης κατάφερε να σώσει 6.000 Εβραίους από το Ολοκαύτωμα. Παρότι του απαγορεύθηκε να εκδίδει βίζες δεν υπάκουσε τις εντολές και ακολούθησε τη συνείδηση του. Χορήγησε εκατοντάδες σωτήρια ταξιδιωτικά έγγραφα ακόμη και από το παράθυρο του τρένου που έφευγε.
Όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος στην Πολωνία το 1939, χιλιάδες Εβραίοι της Πολωνίας κατέφυγαν στη γειτονική Λιθουανία. Οι Λιθουανοί Εβραίοι αποτελούσαν το ένα τρίτο του αστικού πληθυσμού της χώρας και το μισό των κατοίκων κάθε πόλης. Το καταφύγιο των προσφύγων στη χώρα ωστόσο υπήρξε προσωρινό, καθώς ενώ η Λιθουανία βρέθηκε υπό την κατοχή της Σοβιετικής Ένωσης, οι δυνάμεις των Ναζί εξαπλώνονταν. Γι αυτό και ο κίνδυνος για τους πρόσφυγες της Λιθουανίας πλησίαζε. Το δίλημμα που αντιμετώπισαν ήταν είτε να γίνουν σοβιετικοί πολίτες είτε να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Η διαφυγή δεν ήταν εύκολη. Η Βρετανία και η Αμερική δεν ήταν πρόθυμες να δεχτούν περισσότερους πρόσφυγες από τον συνηθισμένο αριθμό Εβραίων που είχαν στις χώρες τους. Όσοι Εβραίοι ήθελαν να διαφύγουν χρειάζονταν ταξιδιωτικά έγγραφα, τα οποία μπορούσαν να αποκτήσουν μόνο αν είχαν την άδεια να εισέλθουν σε κάποια άλλη χώρα.
Ο πρόξενος περιέγραφε την εικόνα τους: «Ήταν όλοι Εβραίοι από όλες τις πόλεις της Δυτικής Πολωνίας. Προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τις συλλήψεις και τις κτηνωδίες των Ναζί. Έφτασαν στο Κάουνας, αφού περπάτησαν ατελείωτες ώρες στην βροχή». Η ιαπωνική κυβέρνηση έδωσε εντολή να εκδώσει τις βίζες μόνο σε όσους είχαν τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα, αρκετούς οικονομικούς πόρους και έναν εγγυητή στην Ιαπωνία. Οι περισσότεροι πρόσφυγες ωστόσο δεν πληρούσαν αυτά τα κριτήρια. O πρόξενος μετά από πολλές αρνήσεις της ιαπωνικής κυβέρνησης κατέληξε: «Ο ανθρωπισμός και ο φιλανθρωπία πρέπει να είναι η προτεραιότητα. Θα συνεχίσω τη δουλειά με αυτή την πίστη, παρότι ρισκάρω τη θέση μου». Γνώριζε ότι αν εξέδιδε τις βίζες χωρίς τις απαραίτητες προϋποθέσεις, η ιαπωνική κυβέρνηση θα προσπαθούσε να τον εκτελέσει για ανυπακοή, ενώ οι Γερμανοί και οι Σοβιετικοί θα τον εκδικούνταν. Αποφάσισε να εκδώσει βίζες στο αμέτρητο πλήθος Εβραίων που είχε κατακλύσει το προξενείο. Η απόφαση του διαδόθηκε και το πλήθος έξω από το προξενείο αυξήθηκε. Εβραίοι που βρίσκονταν μίλια μακριά από το Κάουνας, κατέφθασαν εκεί για να αποκτήσουν τη σφραγίδα που θα τους έσωζε τη ζωή. Παρότι είχε δεχθεί εντολή να κλείσει το προξενείο έλαβε μια παράταση έως τις 28 Αυγούστου από τους Σοβιετικούς. Όταν αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει, έμεινε για μια νύχτα σε ένα ξενοδοχείο. Bίζα υπογεγραμμένη από τον Τσιούνε Σουγκιχάρα στη Λιθουανία το 1940 Άφησε ένα σημείωμα στους Εβραίους στο οποίο τους οδηγούσε εκεί όπου θα διέμενε. Παρότι πλέον δεν διέθετε τις επίσημες σφραγίδες, εξέδιδε τις βίζες με την ελπίδα ότι ακόμα και έτσι θα γίνουν αποδεκτές. Για τελευταία φορά οι πρόσφυγες τον ακολούθησαν στον σταθμό του τρένου. Μέχρι να φύγει μοίραζε βίζες στους Εβραίους για να σώσει όσους περισσότερους μπορούσε. Τις πέταξε από το παράθυρο του τρένου στα χέρια που αγωνία είχαν κρεμαστεί εκεί.