Εκπαιδευτικοί και γονείς αναρωτιούνται συχνά για την εξάρτηση των εφήβων από τα κινητά τους. “Τι στο καλό λένε συνεχώς αυτά τα παιδιά;”, “γιατί στέλνουν SMS όλη την ώρα;”, “γιατί μιλούν στο κινητό ενώ μπορούν να τα πουν από το σταθερό;”, “γιατί συνομιλούν στο κινητό ενώ ήταν μαζί πριν από πέντε λεπτά;”
Στα ερωτήματα προσπαθεί να δώσει απάντηση ενδιαφέρον άρθρο στην Ελευθεροτυπία.
[…]Ολες οι έρευνες συμφωνούν ότι η γενικευμένη χρήση κινητών ήδη από την προεφηβική αλλά κυρίως κατά την εφηβική ηλικία έχει ήδη αλλάξει σημαντικά τη ζωή των νέων ανθρώπων. Πρώτα απ’ όλα έχει ανατρέψει τους χρόνους και τους τρόπους διαχείρισης και οργάνωσης της ζωής κάθε εφήβου. Χάρη στο κινητό του ένας έφηβος μπορεί να οργανώνει γρήγορα συναντήσεις με τους φίλους του και να ενημερώνει τους γονείς του για τις κινήσεις του.
Λόγω του υπερβολικά φορτωμένου προγράμματος δραστηριοτήτων, το κινητό είναι απαραίτητο εργαλείο για την οργάνωση του λιγοστού ελεύθερου χρόνου των νέων. Επιπλέον, οι έφηβοι θεωρούν ότι η ίδια η συσκευή αντανακλά την προσωπικότητά τους, γι’ αυτό αλλάζουν διαρκώς κινητά ακολουθώντας τη μόδα. Κάτι που εξάλλου ισχύει και στα λεγόμενα «αιώνια παιδιά»: τους μεσήλικες γονείς ή τους υπερήλικες παππούδες τους.
Υπάρχει, ωστόσο, μια αξιοσημείωτη διαφορά ανάμεσα στους ενήλικους και τους ανήλικους χρήστες της κινητής τηλεφωνίας. Η κατοχή και η χρήση κινητού από έναν έφηβο αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την κοινωνική του ένταξη και συνεπώς για την προσωπική του αυτοεκτίμηση. Πράγματι, η μη κατοχή κινητού καθιστά τεχνολογικά, άρα και επικοινωνιακά, αναλφάβητο τον έφηβο και οδηγεί αναπόφευκτα στον κοινωνικό αποκλεισμό του.
Γιατί όμως τα κινητά αποτελούν σήμερα απαραίτητο «εξάρτημα» της ζωής κάθε εφήβου; Ισως επειδή υποσυνείδητα φαίνεται πως ικανοποιούν τις ιδιαίτερα έντονες σε αυτή την ηλικία ανάγκες για επικοινωνία και συντροφικότητα. Αυτές οι «ακραίες» επικοινωνιακές ανάγκες των εφήβων εκδηλώνονται στο πάθος και την ταχύτητα με την οποία ανταλλάσσουν γραπτά μνήματα (SMS) ή τηλεφωνήματα αμέσως έπειτα από κάθε τους συνάντηση.
«Μα τέλος πάντων, τι λένε συνεχώς αυτά τα παιδιά;», επαναλαμβάνουν μονότονα οι σκανδαλισμένοι γονείς τους. Για να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα ο Nicola Doring, καθηγητής ψυχολογίας της επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Ilmenau της Γερμανίας, που ανέλυσε λεπτομερώς το περιεχόμενο 1.000 SMS τα οποία είχαν ανταλλάξει μεταξύ τους έφηβοι. Διαπίστωσε λοιπόν ότι ο σκοπός αυτής της έντονης αλληλογραφικής δραστηριότητας των νέων υπερβαίνει κατά πολύ το πληροφοριακό της περιεχόμενο. Κοντολογίς, δεν έχει απολύτως καμία σημασία τι λένε, αυτό που έχει σημασία είναι να μιλάνε.
Μήπως τελικά έχουν κάποιο δίκιο οι γονείς που απελπίζονται για τις ατελείωτες «κινητές αερολογίες» των παιδιών τους και κυρίως για τους υψηλούς τηλεφωνικούς λογαριασμούς που πληρώνουν;
Μια μεγάλη νορβηγική μελέτη ρίχνει κάποιο φως σε αυτή τη βουλιμική και μάλλον δαπανηρή (για τους γονείς) επικοινωνιακή δραστηριότητα των σημερινών εφήβων. Στην έρευνα συμμετείχαν περίπου 12 χιλιάδες νεαροί εθελοντές ηλικίας 13-19 ετών, οι οποίοι απάντησαν σε μια σειρά από ερωτήσεις σχετικά με το περιεχόμενο των συνομιλιών τους μέσω κινητού. Το βασικό συμπέρασμα που προέκυψε ήταν ότι όσο περισσότερο χρησιμοποιεί το κινητό του ένας έφηβος, μιλώντας ή ανταλλάσσοντας SMS, τόσο λιγότερο αισθάνεται μόνος! Βέβαια η έρευνα αυτή δεν διευκρινίζει τη σχέση αιτίας και αποτελέσματος: επικοινωνεί με το κινητό επειδή αισθάνεται μόνος ή, αντίθετα, όσο λιγότερο μόνος αισθάνεται τόσο περισσότερο επικοινωνεί με το κινητό;
Πάντως είναι σαφές ότι η δυνατότητα επικοινωνίας με τους φίλους του/της μειώνει δραστικά, αλλά πρόσκαιρα, το συχνά αβάσταχτο αίσθημα μοναξιάς των εφήβων. Οσο για τις «ανούσιες κινητές κουβεντούλες» μεταξύ των εφήβων, αυτές μάλλον αποτελούν έναν τρόπο επιβεβαίωσης ότι βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος με τον άλλο. Γεγονός που με τη σειρά του μειώνει δραστικά το αίσθημα μοναξιάς ή απελπισίας που τόσο συχνά καταλαμβάνει τους εφήβους. Δυστυχώς, όμως, συχνά το τίμημα που πληρώνουν οι έφηβοι από αυτή την απρόσωπη και ιδιότυπη «κινητή ψυχοθεραπεία» είναι αρκετά υψηλό.[…]