Η Φυσική Αγωγή διαχρονικά

Με την άφιξη του Όθωνα στο Ναύπλιο και την ίδρυση του νεοσύστατου κράτους, γίνεται και η πρώτη προσπάθεια για την ανάπτυξη της Φυσικής Αγωγής (Φ.Α.). Mε βασιλικό διάταγμα του 1834 επιχειρείται για πρώτη φορά η ένταξη της Φ.Α. στα σχολεία, ενώ ο Γεώργιος Πώγων (ή Πάγων), συγγράφει το πρώτο ελληνικό έργο γυμναστικού περιεχομένου το «Περίληψις Γυμναστικής προς χρήσιν των Δημοδιδασκάλων» το 1837. Η Φ.Α. δεν εντάσσεται στο Αναλυτικό Πρόγραμμα (Α.Π.) του σχολείου, ως οργανικό μέρος του, αλλά θα διδάσκεται εκτός διδακτικών ωρών. Η απόπειρα ένταξής της στο εκπαιδευτικό σύστημα αποτυγχάνει, αφ’ ενός λόγω της έλλειψης ειδικευμένου προσωπικού, αφ’ ετέρου λόγω των αντιστάσεων που παρουσιάζει η ελληνική κοινωνία. Το σώμα και λόγω των ερμηνειών του χριστιανισμού θεωρείται ακόμα η άγκυρα του νου στη γη, ένα εμπόδιο προς την πνευματικότητα.

Το  1854 ιδρύεται ο Πυροσβεστικός Λόχος, ο οποίος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, εκεί όπου σήμερα είναι η Παλιά Βουλή. Ο λόχος είχε γυμναστήριο για τις ανάγκες του (Γιαννάκης, 1981). Το 1858, με απόφαση τού τότε Υπουργού Θρησκευμάτων, τη γύμναση στα σχολεία, η οποία, υπόρρητα, ταυτίζεται με τη διδασκαλία στρατιωτικών ασκήσεων, αναλαμβάνουν πυροσβέστες, που αποσπώνται στα σχολεία γι αυτό το σκοπό. Η απόπειρα ένταξης της Φ.Α. στο εκπαιδευτικό σύστημα, αποτυγχάνει, ενώ και πάλι προβλέπεται η διδασκαλία της εκτός διδακτικών ωρών «…απογευματινάς τινάς ώρας …».

Σε νέο διάταγμα της κυβέρνησης Βούλγαρη του 1862[1], το οποίο ορίζει τους αποφοίτους της Σχολής Υπαξιωματικών ή τους στρατιώτες του σώματος των Πυροσβεστών, ως υπεύθυνους για τη διδασκαλία του μαθήματος στα σχολεία, μέχρι να εκπαιδευθούν ειδικευμένοι δάσκαλοι, διευκρινίζεται ότι πρώτα πρέπει να διδαχθούν «[…] εν τω Διδασκαλείω και την παιδαγωγικήν γυμναστικήν». Ενώ στα διατάγματα των επόμενων χρόνων με τον όρο παιδαγωγική γυμναστική εννοείται το σουηδικό σύστημα γύμνασης, εδώ ο όρος πρέπει να σημαίνει κάποια στοιχεία παιδαγωγικής κατάρτισης για τη διδασκαλία του γερμανικού συστήματος, που σημαίνει ότι ο οποιοσδήποτε σχεδιασμός εισαγωγής της Φ.Α. στο σχολείο, αφορούσε το γερμανικό σύστημα γύμνασης. Δεδομένης της  κατάργησης του Διδασκαλείου το 1864 (Κυπριανός, 2004), είναι αμφίβολο αν υπήρξε η παραμικρή παιδαγωγική κατάρτιση των υπαξιωματικών και των στρατιωτών που εκλήθησαν να διδάξουν τη Φ.Α. στα σχολεία[2] ενώ είναι γνωστό ότι και αυτή η απόπειρα της κυβερνήσεως να εισάγει τη Φ.Α. στα σχολεία τελικά απέτυχε, κατά κύριο λόγο εξ αιτίας της μη διάθεσης, τελικά,  στα σχολεία στρατιωτικών, οι οποίοι ήταν απαραίτητοι στο στράτευμα σε ένα κλίμα επεκτατισμού και αλυτρωτισμού της χώρας (η Μεγάλη Ελλάδα, η Πόλη κ.α.).

Το 1882 διοργανώνεται από το Ν. Πύργο, «Ανεπίσημης Σχολής Γυμναστών»  διάρκειας σαράντα ημερών (στην ουσία η πρώτη οργανωμένη απόπειρα  κατάρτισης καθηγητών Φ.Α. έστω και από ιδιωτική πρωτοβουλία)  το Π.Σ. της οποίας δεν είναι γνωστό. Ωστόσο, από τα συγγράμματα του Ν. Πύργου, που εμφανίζονται τη δεκαετία του 1870 («Παιδαγωγική Ανόργανος Γυμναστική και «Παιδαγωγική Ημιοργανική Γυμναστική») και από το γεγονός ότι ήταν απόφοιτος της Σχολής Υπαξιωματικών Προγυμναστών του Πυροσβεστικού Λόχου, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι δίδασκε το γερμανικό σύστημα γύμνασης.

Αντίστοιχες απόπειρες για τη δημιουργία του επιμορφωμένου προσωπικού που θα αναλάμβανε τη διδασκαλία της Φ.Α. στα σχολεία, γίνονται το 1884 από το κράτος και το 1891 από τον Πανελλήνιον Γυμναστικό Σύνδεσμο (λειτούργησε μόνο η σχολή για γυμνάστριες). Η απόπειρα του 1884 είναι η πρώτη κρατικά οργανωμένη απόπειρα επιμόρφωσης γυμναστών και όπως φαίνεται από το Πρόγραμμα είναι βασισμένη ως επί το πλείστον στο Γερμανικό σύστημα Γύμνασης, φανερώνοντας και την στόχευση του κράτους να εισαγάγει το γερμανικό σύστημα σπουδών.

Για την οριοθέτηση του ακαδημαϊκού πεδίου, το οποίο βρίσκεται στα σπάργανα, χρησιμοποιείται ο όρος Γυμναστική μέσα από τον οποίο αποδίδονται στη Φ.Α. υποδηλώσεις του αθλητικού/παιδαγωγικού λόγου της αρχαιότητας και επιχειρείται μια έμμεση διασύνδεσή της Φ.Α. με την επιστήμη της Γυμναστικής όπως την ερμηνεύουν αρχαίοι συγγραφείς ως επιστήμη της ευεξίας του σώματος και της ψυχής[3]. και τα γυμναστήρια της αρχαιότητας όπου γινόταν η διαπαιδαγώγηση των νέων πολιτών. Όπως ο λόγος της αδιάσπαστης ιστορικής συνέχειας προσπαθούσε να συνδέσει το νεοσύστατο κράτος με το κλέος της αρχαίας Ελλάδας (Σβορώνος, 1986) ώστε να εδραιώσει το κύρος του και να νομιμοποιήσει την ίδρυσή του, έτσι και η διασύνδεση του νέου γνωστικού αντικειμένου με την αρχαιότητα χρησιμοποιείται για να νομιμοποιήσει την εισαγωγή του στο εκπαιδευτικό σύστημα.

Από το 1884 και μέχρι το 1897, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η Φ. Α. εντάσσεται στο εκπ/κο σύστημα, αν και υπάρχουν αναφορές για τη διδασκαλία της από τους δασκάλους, στο πρόγραμμα αρχικής εκπαίδευσης των οποίων εμπεριέχεται η διδασκαλία της. Όπως φαίνεται από τα  Π. Σ. σχολών εκπ/κων Φ.Α. που ιδρύθηκαν και λειτούργησαν από το 1893 ως τις αρχές του 20ου αι., υπάρχει μια πλήρης επικράτηση του Γερμανικού συστήματος, με τις μιλιταριστικές καταβολές, η οποία είναι απόλυτα δικαιολογημένη, από τη συνεχή εμπόλεμη κατάσταση στην οποία βρισκόταν η χώρα.

Έντονες κινήσεις υπέρ της Φ.Α. εντοπίζονται στις χρονιές 1898 και 1899 αμέσως μετά τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας το 1896, αλλά και την εθνική συντριβή στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Τελικά με τον νόμο ΒΧΚΑ/1899 η γυμναστική γίνεται πρωτεύον και υποχρεωτικό μάθημα σε όλα τα σχολεία κάθε βαθμίδας και ιδρύεται η Σχολή Γυμναστών διετούς φοιτήσεως με τρίωρη καθημερινή διδασκαλία. Τα δυο πρώτα χρόνια εισάγονται οι έχοντες απολυτήριο γυμνασίου ή ισότιμου σχολείου και ηλικία μικρότερη από 25 ετών. Τη διεύθυνση της σχολής αναλαμβάνει ο Σ. Πέππας, απόφοιτος της ανεπίσημης 40/νθήμερης Σχολή Γυμναστικής με διδάσκαλο το Ν. Πύργο, ο οποίος παραμένει διευθυντής και των ιδρυμάτων που ιδρύονται μέχρι το 1917. Με τον ίδιο νόμο και για την καλύτερη επιμόρφωση των Γυμναστών προβλέπονται δυο υποτροφίες για σπουδές στη Σουηδία και οι πρώτοι που αποστέλλονται είναι ο Φ. Καρβελάς και ο Ιω. Χρυσάφης, οι οποίοι θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του επιστημονικού πεδίου και στην εκπαίδευση των καθηγητών/τριών Φ.Α. στην Ελλάδα.

Το 1904 η Φ.Α. και συγκεκριμένα το Σουηδικό σύστημα Γύμνασης, εντάσσεται στο Αρσάκειο Παρθεναγωγείο στο υποχρεωτικό Πρόγραμμα Σπουδών, ενώ το 1907 η Φ.Α. (και το Σουηδικό σύστημα) επιβάλλονται σε όλα τα σχολεία τη Δευτεροβάθμιας εκπ/σης της χώρας. Η λειτουργία των σχολών εκπαίδευσης γυμναστών από το 1893 έως το 1898 θεσμοθετείται επίσημα και το 1918 έχουμε το πρώτο διδασκαλείο της γυμναστικής, στο οποίο για πρώτη φορά προβλέπεται η κατάρτιση και γυμναστριών αλλά το οποίο δεν εντάσσεται ούτε καν στις ανώτερες σχολές. Ο εκπαιδευτικός Φ.Α. καλείται να διδάξει στη Δευτεροβάθμια εκπ/ση, με χαμηλότερο θεσμικό κύρος (το Διδασκαλείο ανήκει στις Μέσες σχολές, αρχικά και μόλις το 1929 εντάσσεται στις Ανώτερες Σχολές), με χαμηλότερο μισθό και με ασήμαντες δυνατότητες επαγγελματικής εξέλιξης.

Το 1932 ιδρύεται η Γυμναστική Ακαδημία, η οποία φαίνεται να έχει μεγάλη βαρύτητα στην ιστορία της εκπαίδευσης των καθηγητών/ριών Φ.Α., πιθανά και εξ’ αιτίας του γεγονότος ότι για πρώτη φορά ίδρυμα εκπαίδευσης καθηγητών/τριών Φ.Α. είχε δικές του ιδιόκτητες εγκαταστάσεις που το χωροθετούσαν, αποδίδοντάς του μια οντολογική υπόσταση, η οποία μέχρι τότε του έλειπε. Έτσι παρότι ήταν το ίδρυμα κατάρτισης εκπαιδευτικών Φ.Α. με τη συντομότερη διάρκεια ζωής, αφού λειτούργησε  μόνο μέχρι το 1939, παρ’ ότι το θεσμικό της καθεστώς είναι ίδιο με του Διδασκαλείου, αφού παραμένει Ανώτερο ίδρυμα, και παρότι ακολούθησαν η μετατροπή του θεσμικού καθεστώτος της εκπαίδευσης των καθηγητών/τριών Φ.Α. και δυο μετονομασίες του ιδρύματος, στην καθημερινή ομιλία, ακόμη και σήμερα πάνω από 80 χρόνια μετά, χρησιμοποιείται ο όρος Γυμναστική Ακαδημία κατά τις αναφορές είτε στην  Ε.Α.Σ.Α. είτε στα Τ.Ε.Φ.Α.Α..

Το Π.Σ. της Φ.Α. στα σχολεία σε όλο αυτό διάστημα δεν φαίνεται να μετατρέπεται, με τη Σουηδική Γυμναστική να είναι η διδακτέα ύλη ωστόσο στη βιβλιογραφία της εποχής διακρίνεται μια μετατόπιση του ακαδημαϊκού πεδίου από τη «γυμναστική» στη «Σωματική Αγωγή», η οποία φαίνεται εντονότερα στη δημιουργία της Εθνικής Ακαδημίας Σωματικής Αγωγής το 1939. Η Ε.Α.Σ.Α. ιδρύθηκε με στόχο να γίνει ανώτατο ίδρυμα, αλλά πιθανά και λόγω του ξεσπάσματος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου να μην πρόφτασε. Το ίδρυμα θα παραμείνει εν λειτουργία ως το 1983 πάντα με την ονομασία Ε.Α.Σ.Α. και πάντα ως ανώτερη σχολή, παρ’ όλες τις κατά καιρούς κινητοποιήσεις των σπουδαστών και τις υποσχέσεις των πολιτικών. Το 1978 ως προανάκρουσμα της ανωτατοποίησης της Σχολής η φοίτηση γίνεται τετραετής με την προσθήκη ενός έτους ειδικότητας.

Από το Διδασκαλείο του 1918 ως την εισαγωγή του έτους ειδικότητας του 1978, αν και στα σχολεία παραμένει σταθερή η διδασκαλία της Σουηδικής Γυμναστικής, παρατηρείται μια σταδιακή μετατόπιση του ακαδημαϊκού πεδίου της Φ.Α. προς τον αθλητισμό και αυτό που ονομάζουμε σήμερα Φυσική Αγωγή. Ήδη από τη δεκαετία του 60 καθιερώνονται οι σχολικοί αγώνες, αρχικά στίβου και στη συνέχεια αθλοπαιδιών, πρακτική η οποία γενικεύεται τη δεκαετία του 1980 και η οποία οδηγεί στη διαφοροποίηση του Π.Σ. στα σχολεία, αλλά και στην Ε.Α.Σ.Α. με την ένταξη αθλητικών δραστηριοτήτων. Στην ίδια χρονική περίοδο έχουμε αφ’ ενός την ίδρυση των Τμημάτων Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, τα οποία εντάχθηκαν στα Α.Ε.Ι και των οποίων η αλλαγή στην ονοματοδοσία σηματοδοτεί και την αλλαγή στην νοηματοδότηση τόσο του ακαδημαϊκού πεδίου όσο και των επαγγελματικών  ταυτοτήτων των εκπαιδευτικών, με εντονότερες τις προπονητικές διαστάσεις  και αφ’ ετέρου το 1985 έχουμε και την πρώτη και ουσιαστικότερη μεταβολή των Π.Σ. της Φ.Α. στα σχολεία όπου ο προσανατολισμός του διδακτικού αντικειμένου απομακρύνεται οριστικά από τα στατικά συστήματα Γύμνασης και στρέφεται προς τα αθλητικά αντικείμενα.

Η ένταξη της Φ.Α. στα σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης υλοποιήθηκε μερικά το 1983 με την ανάθεση σε ωρομίσθιους εκπαιδευτικούς Φ.Α. (στο πλαίσιο Προγραμμάτων Μαζικής Άθλησης όπως το Αθλητισμός και Παιδί) αλλά η ολοκλήρωση της ένταξης δεν γίνεται παρά στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και συγκεκριμένα το 1993  με τους πρώτους διορισμούς εκπαιδευτικών Φυσικής Αγωγής στα δημοτικά σχολεία (Π.Δ.323/1993). Τα προγράμματα σπουδών Φ.Α. των δημοτικών σχολείων ρυθμίστηκαν με προεδρικό διάταγμα  (Π.Δ.377/1995).

Το 1990 θεσμοθετείται νέο Π.Σ. στη Δευτεροβάθμια εκπ/ση τόσο για τα Γυμνάσια, όσο και για τα Λύκεια. Το Π.Σ. αυτό, μαζί με τα Π.Σ. της πρωτοβάθμιας εκπ/σης του 1995 μετατράπηκε το 2003 με τα Δ.Ε.Π.Π.Σ. που ισχύουν μέχρι σήμερα. Οι μετατροπές αφορούσαν στα δημοτικά και στα γυμνάσια ενώ το Π.Σ. των Λυκείων παραμένει αυτό του 1990, όπου ο προσανατολισμός της Φ.Α. είναι σαφώς βιωματικός και ψυχαγωγικός.

Τα πιλοτικά Π.Σ. που εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά στη σχολική χρονιά 2011-2012 σηματοδοτούν δυο στροφές. Η πρώτη είναι η άσκηση/άθληση/Φ.Α. στην κρίση. Στην ουσία τα Π.Σ. των πιλοτικών, είναι (ή προσπαθούν να είναι) τα προγράμματα μηδενικού κόστους (επιλογή αντικειμένων ανάλογα με το υπάρχον υλικό και τις υποδομές, δραστηριότητες, με ό,τι υπάρχει στα σχολεία, ενίοτε και ό,τι φέρνουν οι μαθητές κ.α.). Η δεύτερη στροφή είναι από το θεματοκεντρικό Π.Σ. στο στοχοκεντρικό όπου η  διαθεματικότητα βρίσκεται στο κέντρο. Η διεπιστημονική αντιμετώπιση του παιδιού ως μιας ολότητας σώματος-πνεύματος και ο ορισμός του οργανισμού στο σύνολό του ως ενός μηχανισμού με ωρολογιακή ακρίβεια, οδηγεί σε μια νέα στροφή του ακαδημαϊκού πεδίου της Φ.Α.

Σήμερα, η μετεξέλιξη της άθλησης της προβιομηχανικής και πρωτοβιομηχανικής περιόδου σε μια θεαματοκεντρική, τεχνολογικά εξελιγμένη βιομηχανία (Wenner, 1998), ενισχύει τη συστηματοποίηση της έρευνας πάνω στις βιολογικές και κοινωνικές διαστάσεις του αθλητισμού, πυροδοτεί ένα αυξημένο ενδιαφέρον για τη μελέτη του σώματος, των ορίων, των λειτουργιών του και των δυνατοτήτων μεταβολής του μέσα από τη φυσική δραστηριότητα και την άσκηση. Έτσι βλέπουμε να  δομείται μια νέα επιστήμη που μελετά την κίνηση  του σώματος όχι ως μηχανιστική λειτουργία αλλά ως διαδικασία που μέσα από τη συνδυαστική ενεργοποίηση σώματος και πνεύματος δημιουργεί τη σωματικοποιημένη συνειδητοποίηση (Culpan, 1996/1997). Γινόμαστε μάρτυρες, άλλης μιας μετατόπισης του επιστημονικού πεδίου της Φ.Α. από τη Φυσική Αγωγή και τον Αθλητισμό στη μελέτη της Κίνησης του σώματος, όπως μαρτυρά και η  μετονομασία πολλών τμημάτων, ειδικά σε πανεπιστήμια των Η.Π.Α., από τμήματα Φ.Α.&Α σε τμήματα Κινησιολογία (kinesiology)


[1] ΑΦΕΚ19/1862 «Περί εισαγωγής εν μεν το Εθνικώ Πανεπιστημίω της οπλασκίας, εν δε τοις κατωτέροις εκπαιδευτηρίοις της Γυμναστικής» στο Αντωνίου, Δ.(1987) ο.π.

[2] Η προσπάθεια της κυβέρνησης Βούλγαρη ήταν αποτυχημένη αλλά αυτό δεν απέτρεψε ανάλογες προσπάθειες στα επόμενα χρόνια. Βλέπε  ΑΦΕΚ 7/1871 Β.Δ. «Περί στρατιωτικών ασκήσεων των μαθητών», ΑΦΕΚ7/1878 «Γυμναστικές διατάξεις» στο Γιαννάκης, Θ. (1998) «Οδοιπορικό της Γυμναστικής επιστήμης στην Ελλάδα από το 1834 ως το 1998» (Αθήνα, Παν/μιο Αθηνών, Τ.Ε.Φ.Α.Α.)

[3] βλέπε Πλούταρχος, Περί παίδων αγωγής, 10 d-e

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/meniek64/?page_id=40

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση