ελιές λάδι

t_02050x60cm_20121230_1202193226

η ελιά μπορεί να ζήσει χρόνια πολλά. παρακάτω βλέπεις δύο ελιές που έχουν ζωή χιλιάδες χρόνια . Η Ελιά ακόμα κι αν την κόψεις μπορεί να μεγαλώσει ξανά .

τα μέρη της ελιάς

Από την ελιά βγαίνει το λάδι , πολύτιμο που με αυτό φτιάχνουμε όλα σχεδόν τα φαγητά.  πως όμως βγαίνει το λάδι από την ελιά? Οι άνθρωποι μαζεύουν τις ελιές με τα χέρια ανεβαίνοντας σε σκάλες. ή τις τινάζουν με ραβδιά για να πέσουν στην γη. Στην γη στρώνουν ένα μεγάλο πανί που λέγεται λιόπανο

 

Τις μαζεύουν σε κοφίνια

Κάποιες θα τις πάνε στο ελαιοτριβείο να τις κάνουν λάδι ενώ άλλες
θα τις κρατήσουν για φαγητό.

Οι ελιές αποθηκεύονται σε σάκους για να πάνε στο ελαιοτριβείο 

πίνακες αναφοράς από την ελιά στο λάδι

ένα βίντεο για το πως βγαίνει το λάδι

ΚΙ ΑΚΟΜΑ ΕΝΑ ΥΠΕΡΟΧΟ ΒΙΝΤΕΟ

από το ΛΑΔΙ ΣΤΗΝ ΕΛΙΆ



Λήψη αρχείου

Ας δούμε μερικές εικόνες από ελαιοτριβεία στα αρχαία χρόνια

Αποθήκευση λαδιού σε αρχαία αγγεία κάποιες φορές μέσα στη γη

ζωγραφικές παραστάσεις σε αρχαία αγγεία

Αργότερα τα ελαιοτριβεία εξελίχθηκαν

καί φτάνουμε στο σήμερα όπου το λάδι παράγεται με σύγχρονα και πολύ εξελιγμένα μηχανήματα

ας δούμε περισσότερες πληροφορίες από την αρχαιότητα 

Κατάλοιπα ελαιοτριβείων στην αρχαία Θουρία Μεσσηνίας

 

Εικ. 2. «Ελληνικά» Θουρίας. Ιδιοκτησία Ν. Κρίκκα. Λεκάνη ελαιοτριβείου λαξευμένη στον φυσικό βράχο.

Εικ. 3. «Ελληνικά» Θουρίας. Ιδιοκτησία Ν. Κρίκκα. Άποψη από βόρεια της λαξευμένης στον φυσικό βράχο λεκάνης ελαιοτριβείου.

Εικ. 4. «Ελληνικά» Θουρίας. Ιδιοκτησία Ν. Κρίκκα. Άποψη από δυτικά της λαξευμένης στον φυσικό βράχο λεκάνης ελαιοτριβείου.

 

Εικ. 6. «Ελληνικά» Θουρίας. Ιδιοκτησία Ν. Κρίκκα. Ο λαξευμένος φυσικός βράχος ελαιοτριβείου. Στο άκρο αριστερά διακρίνεται μέρος του ισοδομικού τοίχου αρχαίου κτιρίου.

Εικ. 7. «Μονή Ελληνικών» Θουρίας. Ιδιοκτησία Ι. Φιλιόπουλου. Βάση ελαιοπιεστηρίου χρησιμοποιημένη στη σύγχρονη ξερολιθιά. Άποψη από δυτικά.

 

Ερείπια αρχαίου ελαιοτριβείου που έχουν ανασκαφεί στην περιοχή Φούσα της Καλαυρίας του Πόρου

Πόρος - Αρχαίο Ελαιοτριβείο

 

η ελιά στην αρχαιότητα ήταν σύμβολο νίκης και Ειρήνης στου Ολυμπιακούς αγώνες . Στεφάνωναν τον νικητή με κλαδί ελιάς που ονομαζόταν ΚΟΤΙΝΟΣ/  Κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων σταματούσαν όλοι οι πόλεμοι

αρχαία κοσμήματα

αρχαία νομίσματα

 

Ας γνωρίσουμε έναν αρχαίο μύθο

πως πήρε το όνομα της η Αθήνα

Οταν ο βασιλιάς της Αθήνας ήταν ο Κέκροπας, πανάρχαια μορφή της Αττικής, γεννημένος από τη Γη, από τη μέση και πάνω άνθρωπος και από εκεί και κάτω φίδι, οι θεοί σκέφτηκαν να μοιραστούν τις πόλεις και ο καθένας να πάρει από μια κάτω από την προστασία του.
Υπήρχαν όμως φορές που περισσότεροι θεοί ενδιαφέρονταν για την ίδια πόλη. Έτσι, για το ποίος θα πάρει το Άργος μάλωσαν η Ήρα και ο Ποσειδώνας. Τη διαφορά τους την έλυσε ο ποταμός Ίναχος και άλλοι μεγάλοι ποταμοί της Αργολίδας. Το Άργος το πήρε η Ήρα και ο Ποσειδώνας από το θυμό του έκοψε τα νερά του ποταμού, γι` αυτό ο Ίναχος από τότε έμεινε ξεροπόταμος.
Ας έρθουμε όμως στην Αθήνα, που πριν πάρει το όνομά της την έλεγαν Ακτική ή Ακτή, από το όνομα ενός πανάρχαιου αυτόχθονα βασιλιά της Αττικής, τον Άκταιο. Όταν οι θεοί μοίραζαν τις πόλεις για την Αττική ενδιαφέρονταν η Αθηνά και ο Ποσειδώνας. Θα την κέρδιζε εκείνος που θα έκανε το πιο χρήσιμο δώρο στην πόλη.
Με μάρτυρα τον Κέκροπα ανέβηκαν όλοι οι θεοί του Ολύμπου πάνω στην Ακρόπολη. Ο Ποσειδώνας στάθηκε στη μέση του βράχου και χτύπησε με δύναμη την τρίαινά του στο έδαφος. Αμέσως ένα κύμα αλμυρού νερού ξεπήδησε και σχημάτισε μικρή λίμνη, την “Ερεχθηίδα Θάλασσα”. Η Αθηνά φύτεψε πάνω στο βράχο μια ελιά, που αμέσως μεγάλωσε και καρποφόρησε. Η ελιά αυτή σώζεται για πολλά χρόνια και την έδειχναν στο Πανδρόσειο.
Ο Δίας ζήτησε τη γνώμη του Κέκροπα και των άλλων θεών να κρίνουν ποιό είναι το καλύτερο δώρο για την πόλη. Το δώρο του Ποσειδώνα δεν κρίθηκε σπουδαίο, γιατί η Αττική ήταν ζωσμένη από θάλασσες. Το δένδρο της Αθηνάς, που για πρώτη φορά φύτρωνε στη χώρα και σήμαινε γι` αυτή ειρήνη, δόξα και ευτυχία, εκτιμήθηκε πολύ. Με σύμφωνη γνώμη του Κέκροπα και των θεών την πόλη την χάρισαν στην Αθηνά και από Ακτική ή Ακτή, ονομάστηκε Αθήνα.

το σχετικό βίντεο

 παραμύθια για την ελιά

το παραμύθι της ελιάς

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε σε μια φτωχογειτονιά ένα φτωχό μα πολύ καλόκαρδο κορίτσι που το έλεγαν Ελιά.

Κάθε μέρα η Ελιά γύριζε τη γειτονιά της, έβλεπε τον κόσμο να ζει φτωχός και δυστυχισμένος και γύριζε στο σπίτι της πολύ στενοχωρημένη.

Κάτι πρέπει να κάνω να τους βοηθήσω, σκεφτόταν. Κι από την άλλη μέρα κιόλας άρχισε. Βγήκε στη γειτονιά, κράτησε τα παιδιά της γειτόνισσας για να πάει να δουλέψει και να μπορεί να φέρει στα παιδιά της λίγο φαΐ.

Μια άλλη μέρα πήγε στη γριούλα που ήταν άρρωστη, της μαγείρεψε, της σκούπισε το σπίτι, την έπλυνε, την ταΐσε. Την άλλη μέρα πάλι έβγαλε τον παράλυτο γέρο με το καρότσι του βόλτα, για να πάρει αέρα και ήλιο.

Τα βράδια γύριζε κατάκοπη, μα ευχαριστημένη που είχε καταφέρει να δώσει λίγη χαρά στους φτωχούς ανθρώπους.

Οι μέρες περνούσαν κι η Ελιά όλο δούλευε, όσο αδυνάτιζε. Μα έβλεπε πως ότι κι αν έκανε, ο κόσμος ήταν πάντα φτωχός και δυστυχισμένος.
Αυτό τη στενοχωρούσε πάρα πολύ κι έτσι στενοχωρημένη κάθισε στην αυλή του σπιτιού της και συλλογιζόταν.

– Τι να κάνω, τι να κάνω. Δεν μπορώ να βλέπω τόση δυστυχία. *   Το  σπουργίτι  που   την  είδε  τόσο  στενοχωρημένη  –  και  που   την αγαπούσε γιατί κάθε μέρα του έριχνε σπόρους και ψίχουλα – δεν άντεξε και πέταξε βαθιά στο δάσος.

Εκεί βρήκε την καλή νεράιδα και της είπε:
– Τρέξε, καλή νεράιδα, η Ελιά είναι πολύ στενοχωρημένη, χλωμή κι αδύνατη.

Η καλή νεράιδα ανήσυχη έτρεξε στην αυλή της Ελιάς και τη ρώτησε:
– Τι έχεις, Ελιά μου, κι είσαι τόσο λυπημένη;
– Αχ, καλή μου νεράιδα. Δεν μπορώ να βλέπω τόση φτώχεια και δυστυχία γύρω μου.
– Και τι θέλεις, δηλαδή;
– θέλω να τους γίνω χρήσιμη, θέλω να τους προσφέρω κάτι πολύτιμο που να τους δώσει ζωή και χαρά.

-Το θέλεις αλήθεια τόσο πολύ;

– Και βέβαια το θέλω, δε βλέπεις πως έλιωσα από τη στενοχώρια μου;

– Τότε σταμάτησε να στενοχωριέσαι, θα σε κάνω αυτό που θέλεις. Και τσουπ! την άγγιξε με το ραβδάκι της κι αμέσως η Ελιά έγινε ένα μεγάλο δέντρο, που έβγαλε φύλλα, λουλουδάκια άσπρα, που έγιναν ελιές πράσινες, μωβ, μαύρες.
Έπεσαν στη γη, τα κουκούτσια φύτρωσαν, έγιναν δεντράκια και σχημάτισαν ένα μεγάλο ελαιώνα.

Ήρθαν οι γείτονες, μάζεψαν τις ελιές, έβγαλαν λάδι, έφαγαν, χόρτασαν, ρόδισαν τα μαγουλά τους, ζωήρεψαν κι άρχισαν να χαμογελούν και να ζουν ευτυχισμένοι.

 

Για να ευχαριστήσουν την ελιά και να της δείξουν την αγάπη τους, πήραν το λάδι τους, το έβαλαν στο καντήλι, για να θυμίζουν στην Παναγιά και στο Χριστό, την καλοσύνη της ελιάς και την αγάπη της για τον κόσμο.

Κι η Παναγιά με τη σειρά της την ευλόγησε. Κι ο Χριστός κάτω απ’ την ελιά ήρθε και ξεκουράστηκε.

Κι εκείνη καμάρωνε ευχαριστημένη στη μέση στον ελαιώνα και φρόντιζε, όταν έρχονται οι άνθρωποι να τη μαζέψουν να ‘ναι γεμάτη ελιές, να χορταίνουν οι φτωχοί, και να φωτίζονται απ’ τις καντήλες όλες οι εκκλησιές.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΑΔΕΡΦΟΥΛΕΣ

 

                Τρεις άγριες ελιές είχαν φυτρώσει επάνω σ’ ένα λόφο. Γύρω τους δεν ήταν άλλα δέντρα. Όταν φυσούσε δυνατός άνεμος, τα αδύνατα και λεπτά δεντράκια υπέφεραν πολύ. Πολλές φορές κινδύνευαν να ξεριζωθούν και να στρωθούν στο χώμα.

                Μια μέρα η πιο μικρή και η πιο αδύνατη από τις τρεις είπε:

                – Αγαπημένες μου αδερφούλες, το μέρος που φυτρώσαμε είναι πολύ άσχημο. Και καθώς εγώ είμαι τόσο μικρή κι αδύνατη, σήμερα ή αύριο θα με ξεριζώσει ο άνεμος. Γι’ αυτό ας σμίξομε τα κλαδιά μας, για να στηρίξει η μια την άλλη, και ας γίνομε και οι τρεις σαν ένα δέντρο.

                – Πολύ σωστά, είπαν οι άλλες δυο αγριελιές. Ας γίνομε λοιπόν και οι τρεις σαν ένα δέντρο.

                Την άλλη μέρα περνώντας ο κυρ Δημήτρης, που είχε το κτήμα του εκεί κοντά, έσκαψε και μάζεψε χώμα γύρω από τις ρίζες τους. Ύστερα τις μπόλιασε και ένωσε τα κλαδιά τους.

                Από κείνη την ημέρα άρχισαν ν’ απλώνουν τα κλαδιά τους και οι τρεις, ώσπου σε λίγον καιρό, όποιος τις έβλεπε από μακριά, νόμιζε πως ήταν ένα δέντρο.

                Του κάκου τώρα ο άνεμος φυσά δυνατά! Οι τρεις αδερφές δεν φοβούνται πια τίποτε. Άπλωσαν και τις ρίζες τους στη γη. Και σιγά – σιγά δυνάμωσε και ο κορμός τους. Μεγάλωσαν και είναι φορτωμένες από ελιές.

                – Ευλογημένο δέντρο η ελιά, με το δυνατό και τραχύ κορμό της, έλεγε ο πατέρας του Κωστάκη στα παιδιά το βράδυ, που γύρισε στο σπίτι. Ανθεί το Μάη. Αλλά ποιος διακρίνει τους ανθούς της; Ούτε χρώματα φανταχτερά έχουν, ούτε δυνατή μυρωδιά για να τραβήξει το βιαστικό διαβάτη.

                Μικρούλης είναι κι ο καρπός και μεγαλώνει σιγά – σιγά. Είναι όμως πλούσιο δώρο, που δίνει το δέντρο στον καλλιεργητή, όταν το περιποιείται.

                Αυτό το δώρο, κάτω από τις βαριές πέτρες των ελαιοτριβείων μας, βγάζει το μυρωδάτο λάδι, την τόσο υγιεινή αυτή τροφή. Το λάδι, μαζί με το ψωμί και τις φαγώσιμες ελιές, αποτελούν τη βάση της τροφής του χωριού μας.

 

μια ακόμα ιστορία για την ελιά

Στον ελαιώνα

Μια μέρα η Ξανθούλα πήγε με τη γιαγιά της στον ελαιώνα. Εκεί ήταν πολλά δέντρα φυτεμένα! Όπου κι αν γύριζε τα μάτια της, έβλεπε ελιές. Τα φύλλα τους ήταν στενόμακρα και μυτερά στην άκρη. Στο πάνω μέρος ήταν σταχοπράσινα και στο κάτω γυαλιστερά, σαν ασήμι. Μερικά δέντρα, που ήταν φουντωτά, έσμιγαν τα κλωνάρια τους με τ’ άλλα.

– Κρυφομιλούν σα γειτόνισσες, γιαγιά, είπε η Ξανθούλα, άμα είδε τα δέντρα έτσι ανταμωμένα.

– Αλήθεια, παιδί μου. Τα δέντρα αυτά φαίνονται σα να καταλαβαίνουν. Εγώ αγαπώ κάθε δέντρο, αλλά η μεγάλη μου συμπάθεια είναι η ελιά.

– Όλες είναι καταφορτωμένες από καρπό, παρατήρησε η Ξανθούλα.

– Ναι, παιδί μου. Εφέτος θα έχομε «λαδιά». Όπως φαίνεται, είναι πλούσια η εσοδεία. Ο καλός Θεός δε μας αφήνει από τίποτε. Το καλοκαίρι βγάλαμε καρπούζια και πεπόνια και τα πουλήσαμε. Ύστερα πουλήσαμε σταφύλια, σύκα, αχλάδια και ροδάκινα. Τώρα θα μαζέψομε και τις ελιές και θα βγάλομε λάδι. Ας είναι δοξασμένο τ’ όνομα του Θεού.

– Γιατί, γιαγιά, μερικές ελιές έχουν κουφάλες;

– Γιατί είναι γέρικες, Ξανθούλα μου. Ποιος ξέρει πόσων χρόνων θα είναι! Τον ελαιώνα αυτόν, ήμουν κοριτσάκι και τον θυμούμαι έτσι. Και ο πατέρας μου, καθώς μου έλεγε, έτσι τον ήξερε. Λογάριασε λοιπόν πόσο παλιός είναι. Η ελιά είναι δέντρο που ζη πολλά χρόνια, μακρόζωο.

– Πότε θα ωριμάσουν, γιαγιά, οι ελιές να τις μαζέψομε;

– Σε κανένα μήνα, Ξανθούλα, θα είναι έτοιμες.

 

Μετά ένα μήνα γέμισε ο ελαιώνας από κόσμο. Όλοι ήρθαν να μαζέψουν το βιο τους. Τα παιδάκια, με κοφίνια στον ώμο και με σακούλες, κατέβαιναν τραγουδώντας να βοηθήσουν. Η Ξανθούλα ήρθε με τον αδερφό της το Ρήγα. Η γιαγιά με τον πατέρα είχαν κατεβεί πιο νωρίς. Μαζί τους ήταν και δυο εργάτριες.

Ο πατέρας είχε μαζί του μια σκάλα ψηλή. Μερικά δέντρα ήταν δύσκολα στο ανέβασμα· για τούτο έφερε τη σκάλα. Ο Ρήγας σκαρφάλωσε και γέμιζε το σακουλάκι από τα πιο ψηλά κλωνάρια. Η γιαγιά μάζευε όσες ελιές ήταν στα χαμηλά κλωνάρια και τις έφτανε. Η Ξανθούλα μάζευε αυτές που ήταν πεσμένες στη γη. Κι ενώ μάζευε, έλεγε:

– Τόσος καρπός αδύνατο να μαζευτεί.

– «Το μάτι δειλό, μα το χέρι τολμηρό», της αποκρίθηκε η γιαγιά. Καταλαβαίνεις τι θα πει αυτό, Ξανθούλα;

Η Ξανθούλα δεν το είχε καταλάβει κι η γιαγιά της το εξήγησε:

– Το μάτι μας βλέπει, κορίτσι μου, πολλές φορές μια εργασία και τη νομίζει πολύ δύσκολη. Φοβάται λοιπόν και δειλιάζει, πως η εργασία δε θα τελειώσει ποτέ. Όταν όμως καταπιαστεί το χέρι, που είναι τολμηρό, η εργασία λίγο λίγο τελειώνει.

Η Ξανθούλα κατάλαβε τότε κι είπε:

– Αυτό παθαίνω κι εγώ, γιαγιά, με τα γραψίματα. Πολλές φορές μου φαίνονται βουνό. Λέω, πως δε θα τα τελειώσω ποτέ. Όταν όμως αρχίσω να γράφω, σιγά σιγά τα τελειώνω, δίχως να το καταλάβω. Μου άρεσε, γιαγιά, αυτό που μου είπες.

Κι η Ξανθούλα το επανάλαβε:

– «Το μάτι δειλό, μα το χέρι τολμηρό».

 

μια ακόμη ιστορία – το αγόρι και η ελιά

Το Αγόρι και η Ελιά.

Ιωάννα Βελημβασάκη, Ψυχολόγος MEd

Ανοίγοντας τον δρόμο προς την Ευτυχία
«Πριν από αρκετά χρόνια, όχι όμως και τόσα πολλά, σε ένα υπέροχο μέρος που δεν ήταν φανταστικό αλλά
πολύ- πολύ πραγματικό, ζούσε ένα Αγόρι ιδιαίτερο και ξεχωριστό. Το Αγόρι αυτό, μπορεί να μην είναι πλέον
και τόσο μικρό, όμως συνεχίζει να έχει μέχρι σήμερα την καρδιά ενός μικρού παιδιού. Αυτό που το ξεχωρίζει
από τους άλλους ανθρώπους είναι ότι δεν κάνει σχέδια για το μέλλον και ζει την κάθε του μέρα ως μοναδική
και ξεχωριστή.
Η ιστορία του ξεκινά σε εκείνον τον τόπο όπου όλα ήταν όμορφα και αληθινά. Το σπίτι του περιτριγυριζόταν
από δέντρα και ήταν κοντά στην θάλασσα. Κάθε πρωί του άρεσε να ξυπνάει πριν ακόμα βγει ο ήλιος, για να
τον καλωσορίσει στο νέο του ξεκίνημα. Καθόταν στην αυλή του σπιτιού του και με κλειστά μάτια
αφουγκραζόταν την αφύπνιση της φύσης. Σιγοτραγουδούσε το τραγούδι των πουλιών που σιγά – σιγά
ξυπνούσαν, μύριζε τη θάλασσα και άφηνε τον ήχο των κυμάτων που ξέπλεναν τα βράχια από την βραδινή
υγρασία, να χαϊδεύουν τα αυτιά του. Με τα μεγάλα του πνευμόνια ρουφούσε όλον τον αέρα και το καθαρό
οξυγόνο, ενώ δεν ξεχνούσε με ένα νεύμα του κεφαλιού του να ευχαριστεί καθημερινά την Πλάση, για όλες
αυτές τις υπέροχες στιγμές που του χάριζε, στο πρωινό τους συναπάντημα.
Αυτό όμως που τον γέμιζε ακόμα πιο μεγάλη χαρά, ήταν το αγαπημένο του δέντρο στην αυλή του σπιτιού του.
Η αγαπημένη του Ελιά ζούσε στην αυλή εδώ και πολλά – πολλά χρόνια, πριν ακόμα αυτός γεννηθεί. Την είχε
φυτέψει ο προ-προ-προ, πολλά προ – προπάππους του. Η Ελιά αυτή ήταν τόσο παλιά, που ήξερε όλους τους
συγγενείς του Αγοριού και όλες τις ιστορίες τους. Αλλά το Αγόρι, το είχε αγαπήσει από την πρώτη κιόλας
στιγμή που το είδε. Ήταν τότε που η μητέρα του τον έβαλε, μωρό ακόμα, μόλις λίγων ημερών, στην κούνια –
καλαθάκι που είχε τοποθετήσει ο μπαμπάς του στα κλαδιά της Ελιάς.
Μόλις η Ελιά είδε το γλυκό χαμόγελό του, αμέσως κατάλαβε ότι αυτό το μωρό είναι ξεχωριστό και από τότε
συνδέθηκε μαζί του με έναν ιδιαίτερο δεσμό και ένιωσε την μεγάλη ευθύνη να του μάθει όλα όσα χρειάζεται
για να ζήσει ευτυχισμένο στον κόσμο αυτό.
Το Αγόρι μεγάλωνε και όσο μεγάλωνε τόσο πιο δεμένο γινόταν με την Ελιά. Η μητέρα του τον έβρισκε συνεχώς
να κάθεται πάνω στα κλαδιά της και κάτι να μουρμουρίζει. Εκεί έτρωγε, εκεί διάβαζε τα μαθήματά του, εκεί
τραγούδαγε τα αγαπημένα του τραγούδια και εκεί έπαιρνε έναν σύντομο υπνάκο τα ζεστά μεσημέρια του
καλοκαιριού. Γύρω από τον κορμό της Ελιάς έμαθε να κάνει ποδήλατο και στον κορμό της «τα φύλαγε» όταν
έπαιζε κρυφτό με τους φίλους του. Στα κλαδιά της έμαθε να σκαρφαλώνει και να αναρριχάται και στα φύλλα
της κρυβόταν όταν φοβόταν ή όταν κάτι τον στενοχωρούσε. Όταν ερχόταν η ώρα της συγκομιδής, ήταν ο
πρώτος δοκιμαστής των καταπληκτικών καρπών της, ενώ στον κορμό της μέχρι και σήμερα βρίσκονται
χαραγμένες οι καρδιές και τα ονόματα των κοριτσιών που αγάπησε.
Αλλά και η Ελιά, δεν έχανε το Αγόρι από τα μάτια της. Ποτέ δεν έπαψε να τον παρατηρεί, να τον ακούει και
να τον συμβουλεύει. Έτσι πέρναγαν τα χρόνια και αυτή η αγάπη έμενε σταθερή και γινόταν όλο και πιο δυνατή.
Μια μέρα όμως, η Ελιά ρώτησε το Αγόρι τι σκέφτεται να κάνει όταν μεγαλώσει.
-Τι εννοείς τι θα κάνω; Ό,τι κάνω και τώρα. Θα είμαι μαζί σου και θα περνάμε όμορφες στιγμές παρέα.
-Μα εγώ είμαι μονάχα ένα δέντρο. Δεν μπορείς να μείνεις για πάντα μαζί μου. Πρέπει να γνωρίσεις τον κόσμο,
να κάνεις ταξίδια, να γεμίσεις φίλους και νέες εμπειρίες. Μόνο τότε θα είσαι πραγματικά ευτυχισμένος. Εγώ
θα είμαι πάντα εδώ για σένα όταν θα γυρνάς από τα ταξίδια σου, μέχρι να φύγεις ξανά για νέες περιπέτειες.
-Μα τι είναι αυτά που λες Ελιά μου; Δεν ξέρω τι θα πει ευτυχισμένος, αλλά είμαι μια χαρά εδώ μαζί σου. Δεν
τα χρειάζομαι τα ταξίδια.
-Καταλαβαίνω Αγόρι μου ότι φοβάσαι τις περιπέτειες. Όμως οι περιπέτειες της ζωής θα σε γεμίσουν εμπειρίες
και γνώσεις, θα σε μεγαλώσουν και θα σε ωριμάσουν και θα σε βοηθήσουν να γνωρίσεις καλύτερα τον εαυτό
σου. Θα σε πλημμυρίσουν με συναισθήματα και θα έχεις την ευκαιρία να γνωρίσεις την Ευτυχία.
-Ελιά μου μάλλον ανεβάζεις πυρετό. Δεν ξέρω τι λες. Εγώ μια χαρά είμαι και ξέρω τι θέλω. Θέλω να μην
αλλάξει τίποτε. Βράδιασε όμως και καλύτερα να σε αφήσω τώρα να ξεκουραστείς. Καληνύχτα αγαπημένη μου
Ελιά.
Το Αγόρι πήγε στο κρεβάτι του να ξαπλώσει, αλλά ο ύπνος δεν τον έπαιρνε. Τα λόγια της Ελιάς τον είχαν
ανησυχήσει. Μα γιατί του τα είχε πει όλα αυτά; Μήπως δεν τον αγαπούσε πιά; Μήπως ήθελε να τον ξεφορτωθεί;
Όσο τα σκεφτόταν όλα αυτά τόσο δεν τον έπιανε ο ύπνος και ένας οξύς πόνος του τρύπαγε το στομάχι.
Τις επόμενες ημέρες το Αγόρι δεν ήταν καλά. Με το παραμικρό γινόταν μπλε και έκλαιγε, ενώ όταν κάτι δεν
του άρεσε γινόταν πράσινος και αηδίαζε. Άλλες φορές κοκκίνιζε και φώναζε, ενώ άλλες φορές μαύρο σκοτάδι
τον τύλιγε και έτρεχε να κρυφτεί στα φύλλα της Ελιάς. Άλλες όμως πάλι, χοροπήδαγε και γελούσε έντονα με
πράγματα που έκαναν οι φίλοι του ή ο ίδιος.
Η Ελιά παρατήρησε τη διαφορά στη διάθεσή του, αλλά δεν του έκανε κουβέντα. Ήξερε ότι θα έρθει η ώρα να
συζητήσουν για όλα αυτά και δεν βιαζόταν. Άλλωστε οι φίλοι της τα νεραϊδοπλαισθήματα ήταν ώρα να
εμφανιστούν. Αυτά μπορούσαν να την βοηθήσουν στο δύσκολο έργο της, που ήταν να μάθει στο Αγόρι τι θα
πει Ευτυχία.
Έτσι κι έγινε. Αυτή η ημέρα δεν άργησε να έρθει. Το Αγόρι, μπερδεμένο και εμφανώς συγχυσμένο, πήγε στην
Ελιά για να ζητήσει τη βοήθειά της.
-Ελιά μου τα έχω χαμένα. Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει. Κάθε φορά που κάτι με αναστατώνει αλλάζω χρώματα.
Μια γίνομαι μπλε, μια πράσινος, μια κόκκινος, μια μαύρος…. Έχω αρχίσει να ανησυχώ. Μήπως έχω
χρωματοαρρώστια;
-Μην ανησυχείς Αγόρι μου. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι πλησιάζει η ώρα να γνωρίσεις καλύτερα τον εαυτό
σου. Έχω την αίσθηση ότι ήρθε η ώρα για το πρώτο σου μεγάλο ταξίδι.
-Αααααα…… πάλι τα ίδια θα λέμε Ελιά μου; Να πάλι με έπιασε το στομάχι μου και σκοτείνιασαν όλα γύρω
μου. Πάλι μαύρα τα βλέπω όλα…..μα τι μου συμβαίνει;
Τότε ένα όμορφο νεραϊδοπλαίσθημα εμφανίστηκε μπροστά του και με τα λαμπερά μικροσκοπικά φτερά του
φώτισε το σκοτάδι που είχε τυλίξει το Αγόρι. Εκείνο αμέσως ένιωσε καλύτερα, καθώς το σκοτάδι υποχωρούσε
με το λαμπερό φως του νεραϊδοπλαισθηματος.
-Ποια είσαι εσύ; Σε ευχαριστώ τόσο πολύ για το φως, αλλά… πως το έκανες αυτό;
-Είμαι το νεραιδοπλαίσθημα και με κάλεσε η Ελιά για να σε βοηθήσω.
-Και πως μπορείς να με βοηθήσεις;
-Μπορώ να σε βοηθήσω να καταλάβεις τι σου συμβαίνει και γιατί κάθε φορά αλλάζεις χρώμα.
-Αλήθεια; Μπορείς να το κάνει αυτό για εμένα;
-Μα φυσικά, γι΄αυτό είμαι εδώ
-Α! Τέλεια σε ευχαριστώ! Λοιπόν, θα μου πεις;
-Δεν γίνεται να σου πω. Για να καταλάβεις πρέπει να έρθεις μαζί μου. Πρέπει να ταξιδέψεις στην χώρα των
συναισθημάτων και τότε θα καταλάβεις.
-Όχι….εγώ δεν ταξιδεύω. Λυπάμαι για αυτό. Δεν μπορείς να μου εξηγήσεις εδώ που είμαστε; Να θα φέρω μια
καρέκλα να κάτσεις. Σίγουρα θα είσαι κουρασμένη με τόσο πέταγμα.
-Αλήθεια δεν μπορώ να σου πω. Πρέπει να έρθεις μαζί μου. Χρειάζεται να νιώσεις και να ακούσεις με τα αυτιά
της καρδιάς. Έλα πάμε. Θα σου αρέσει. Μπορείς να με εμπιστευτείς όπως μπορείς να εμπιστευτείς και τον
εαυτό σου ότι θα τα καταφέρεις.
-Όοοοχι. Δεν ξέρω… δεν θέλω να σε προσβάλλω….δεν είναι ότι δεν σε εμπιστεύομαι…αλλά….δεν ξέρω εάν
εμπιστεύομαι τον εαυτό μου….κι έστρεψε τα βουρκωμένα μάτια του στην Ελιά. Η Ελιά τον κοίταξε γλυκά και
εκείνος κατάλαβε ότι ίσως θα έπρεπε να το τολμήσει… Έπρεπε να βρει μια απάντηση. Δεν γινόταν να
μεταμορφώνεται κάθε φορά σε ουράνιο τόξο. Μη μπορώντας να κρύψει την αγωνία του και ρουφώντας όσο
θάρρος μπορούσε από τη γλυκιά μάτια της Ελιάς ψέλλισε….
-Καλά…. Πάμε…. Αλλά μου υπόσχεσαι ότι θα είσαι συνέχεια δίπλα μου;
-Σου το υπόσχομαι, είπε το νεραϊδοπλαίσθημα και τον τύλιξε με την απαλή του, σαν πούδρα νεραιδόσκονη. Το
ταξίδι τους στην χώρα των συναισθημάτων, εκεί δηλαδή που ζουν όλα τα νεραϊδοπλαίσθήματα ξεκίνησε. Ο
Συναισθηματικούλης κοιτώντας στα μάτια την Ελιά, της φώναξε:
-Θα γυρίσω σύντομα. Μπορείς να με εμπιστευτείς!
-«Σε εμπιστεύομαι καλέ μου, μη βιαστείς», του απάντησε η Ελιά και κούνησε αργά τα κλαδιά της, δίνοντας με
το απαλό αεράκι που σχηματίστηκε, μια γλυκιά ώθηση στο πρώτο του μεγάλο ταξίδι στον κόσμο των
συναισθημάτων, ανοίγοντας τον δρόμο προς την Ευτυχία.

ΜΙΑ ΑΚΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΙΑ

Η ΕΛΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΛΑΜΙ

Mια φορά δίπλα σε μια ελιά είχε φυτρώσει ένα καλάμι. Η ελιά ήταν ένα μεγάλο και δυνατό δέντρο με πολλά κλαδιά που κρατούσαν τα φύλλα τους όλη τη χρονιά και κάθε δυο χρόνια, έγερναν από το βάρος του καρπού. Το καλάμι πάλι ήτανε ψηλόλιγνο με καταπράσινα στενόμακρα φύλλα, με ωραιότατα παράξενα λουλούδια που έμοιαζαν με τσαμπιά κι είχανε το σχήμα του αδραχτιού.

Η ελιά καυχιόταν ολοένα:

-Τι είσαι συ μπροστά μου; έλεγε στο καλάμι
Εγώ είμαι ένα δέντρο μεγάλο, δυνατό, ευλογημένο. Οι άνθρωποι με λατρεύουν γιατί τους δίνω τις ελιές και το λάδι μου, τους δίνω ξερόκλαδα για να ζεσταίνονται, τους δίνω ξύλα για να φτιάχνουν ακριβά έπιπλα. Είμαι μεγάλη, ψηλή, γερή και συ είσαι ένα αδύναμο πραγματάκι που λυγίζεις μπροστά σ’ όλους τους ανέμους και τους προσκυνάς. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς έχεις την τόλμη να φυτρώνεις πλάι μου.

Το καημένο το καλάμι που ήταν από φυσικού του ντροπαλό, τ’ άκουγε όλα αυτά και δεν έλεγε τίποτα κι ούτε και θύμωνε γιατί αυτό δεν είχε να καυχηθεί για τίποτα.

Ήρθε ένας χειμώνας όμως βαρύς κι άρχισε να φυσάει ένας αέρας δαιμονισμένος, που χτυπούσε με μανία την ελιά ώσπου στο τέλος την ξερίζωσε. Το καλάμι, με το πρώτο φύσημα του ανέμου, έγειρε, λυγερό όπως ήτανε, προς το νερό κι έτσι ο άνεμος περνούσε από πάνω του χωρίς να το πειράξει. Κι όταν η καταιγίδα σταμάτησε κι ο άνεμος έπαψε να φυσάει, η ελιά απόμεινε πεσμένη στο χώμα και το καλάμι σηκώθηκε πάλι όρθιο και λυγερό, όπως και πριν.

Βλέπετε, το καλάμι ήξερε να υποχωρεί εκεί που ένιωθε ότι δεν είχε δύναμη ν’ αντισταθεί, ενώ η ελιά πλήρωσε με τη ζωή της την υπερηφάνειά της.

η ελιά μέσα από πίνακες ζωγραφικής

 

ΕΛΙΑ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

Το λάδι έπαιζε πάντα πολύ σημαντικό ρόλο στη χριστιανική θρησκεία. Χρησιμοποιείται σε σημαντικά μυστήρια της εκκλησίας, αλλά υπάρχει και ως σύμβολο από τη Βίβλο.

Κλαδί ελιάς – Κατακλυσμός του Νώε

Η αφήγηση αναφέρει το πώς ο Θεός προειδοποίησε τον Νώε για τον κατακλυσμό αυτόν και τον καθοδήγησε να κατασκευάσει μια κιβωτό  για να σωθεί αυτός και τα ζώα που πήρε μαζί του σε αυτή. Επίσης αναφέρεται ότι ο κατακλυσμός αυτός, έγινε εξ’ αιτίας της ηθικής κατάπτωσης του αρχαίου εκείνου κόσμου, ενώ ο Νώε διασώθηκε, εξ’ αιτίας της ακεραιότητας του χαρακτήρα του σε σύγκριση με τους συγχρόνους του. Όταν τελείωσε ο κατακλυσμός ο Νώε έστειλε ένα περιστέρι για να σιγουρευτεί αν μπορούν να βγουν έξω από την κιβωτό. Το περιστέρι γύρισε πίσω με ένα κλαδί ελιάς , σύμβολο ότι όλα ήταν εντάξει, αφού βρέθηκε το δέντρο αυτό ως σημάδι ζωής.

Ελαιόλαδο – Μυστήρια στην Εκκλησία

Το ελαιόλαδο χρησιμοποιείται τόσο στη Βάφτιση όσο και στο Ευχέλαιο.

Και φυσικά το λαδάκι το χρησιμοποιούμε στο καντηλάκι για να το ανάβουμε καθημερινά

ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ
 
•Η ελιά κρασί δε βγάζει.
•Πέρασε της ελιάς τα φαρμάκια.
•Του χάρισαν της ελιάς το μέσα και του αβγού το απ’ έξω.
•Λάδι βρέχει κάστανα χιονίζει.
•Κλήμα του χεριού σου κι ελιές απ’ τον παππού σου.
•Η ελιά είναι κυρά κι όποτε θέλει κάνει.
•Ξεφόρτωσέ την, την ελιά να σε φορτώσει λάδι.
•Βάλε ελιά για το παιδί σου και συκιά για τη ζωή σου.
•Απ’ τον θέρο ως τις ελιές δεν απολείπουν οι δουλειές.
•Έχουμε ελιές και ελήδια έχουμε κι αγρηλίδια.
•Του έβγαλε το λάδι.
•Μη ρίχνεις λάδι στη φωτιά.

ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ

Δεν πεθαίνει κι αν περάσουν

Χρόνια εκατό και χίλια.

Μας χορταίνει μας φροντίζει

Μας ανάβει τα καντήλια.

Τι είναι;

 

Στα δέντρα πάνω κρέμεται

Στις εκκλησιές κοιμάται

Και τα χρυσά της κόκαλα

Μες στη φωτιά τα βάζω.

Τι είναι;

 

Από κλαδάκι κρέμεται

Στην αγορά πουλιέται

Το εξωτερικό της τρώγεται

Το μέσα της πετιέται.

Τι είναι;

 

Μάνα και θυγατέρα

έχουν το ίδιο όνομα
Τι είναι;
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Η ΕΛΙΑ  Κωστής Παλαμάς

 

Είμαι του ήλιου η θυγατέρα

Η πιο απ’όλες χαϊδευτή,

Χρόνια η αγάπη του πατέρα

Σ’αυτόν τον κόσμο με κρατεί.

Όσο να γύρω νεκρωμένη

Αυτόν το μάτι μου ζητεί.

Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.

Όπου κι αν λάχω κατοικία

Δε μ’ απολείπουν οι καρποί,

ως τα βαθειά μου γηρατεία

Δε βρίσκω στη δουλειά ντροπή..

Μ’έχει ο Θεός ευλογημένη

Κι είμαι γεμάτη προκοπή.

Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.

Φρίκη ερημιά νερό σκοτάδι

Τη γη εθάψαν μια φορά

Εμε, ζωής φέρνει σημάδι

Στο Νώε η περιστερά.

Όλης της γης ειχα γραμμένη

Την ομορφάδα, τη χαρά.

Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.

Εδώ στον ίσκιο μου αποκάτου

Ηρθ’ ο Χριστός ν’ αναπαυθεί

Κι ακούστήκ’ η γλυκιά λαλιά του

Λίγο προτού να σταυρωθεί.

Το δάκρυ του δροσιά αγιασμένη

Έχει στη ρίζα μου χυθεί.

Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.

Και φως πραότατο χαρίζω

Εγώ στην άγρια τη νυχτιά

Τον πλούτο πια δε τον φωτίζω

Συ μ’ευλογείς φτωχολογιά.

Κι αν απ’ τον άνθρωπο διωγμένη

Φέγγω μπροστά στην Παναγιά.

Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.

 

ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ

Ε, σεις στεριές και θάλασσες

τ’ αμπέλια κι οι χρυσές ελιές

ακούστε τα χαμπέρια μου

μέσα στα μεσημέρια μου.

Σ’ όλους τους τόπους κι αν γυρνώ

μόνον ετούτο αγαπώ.

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΙΑ

 

ΚΙ ΈΝΑ ΔΗΜΟΤΙΚΌ ΤΡΑΓΟΎΔΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΥΡΟ

Ένα ακόμη παραδοσιακό τραγούδι ντίλι ντίλι ντίλι σε αφήγηση

και με τη μουσική του

οι ζωγραφιές μας από το τραγούδι ντίλι ντίλι ντίλι

και το δικό μας βίντεο

φύλλα αναφοράς του τραγουδιού

ένα πείραμα για το λάδι

Και Φύλλα εργασίας

ντενεκεδούπολη

zografoselides-ntenekedoupolis-2

Μια ιστορία για να ακούσεις

κουκλοθέατρο από παιδιά δημοτικού

παιδική σκηνή

για να ζωγραφίσεις

να φτιάξεις τους ήρωες μεταμορφώνοντας τα ντενεκεδάκια του σπιτιού που δεν χρειάζεσαι πια

να φτιάξεις μάσκες ηρώων και να παίξεις θέατρο με την οικογένεια

φύλλα εργασίας

ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΕΙΣΟΔΟ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Oδηγός-χρήσης-της-πλατφόρμας-Webex

κανονες-1



Λήψη αρχείου



Λήψη αρχείου

Στο παρακάτω έγγραφο μπορείτε να βρείτε χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με την διαδικασία που θα ακολουθήσουν οι μαθητές για να εισέλθουν στην ψηφιακή τάξη του εκπαιδευτικού και να συμμετέχουν  ενεργά στην εκπαιδευτική διαδικασία σύμφωνα με την εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας..To συγκεκριμένο έγγραφο το έχει επιμεληθεί ο κύριος Καλύβας Νικόλαος και έχει αναρτηθεί και στην ιστοσελίδα του 2ου  ΠΕ.Κ.Ε.Σ Ιονίων Νήσων

ΟΔΗΓΙΕΣ-ΓΙΑ-ΜΑΘΗΤΕΣ



Λήψη αρχείου

 

Κουκλίστικες εμπνεύσεις

Όμορφες κούκλες από πλαστελίνη . Οι καλλιτέχνες προσέχουν την κάθε λεπτομέρεια

Η μάσκα απαραίτητο αξεσουάρ…..Και στις κούκλες. Η έμπνευση και η δημιουργικές ανησυχίες δεν σταματούν στο σπίτι
Κούκλες φτιαγμένες με μεράκι μαζί με αγαπημένους

οι αριθμοί 1 και 2

Αφού παίξαμε παιχνίδια με τους αριθμούς 1 και 2 ) τους αποτυπώσαμε με τον δικό μας τρόπο στο χαρτί

αριθμός 1

Ένα μουσικό βίντεο με τις ζωγραφιές μας και ένα τραγούδι για το 1

ο αριθμός 2

Όταν οι αριθμοί μεταμορφώνονται σε αγαπημένα ζωάκια

Αριθμοζωάκια- κύκνοι ο αριθμός 2

Οι ζωγραφιές μας σε μουσικό βίντεο με ένα τραγουδάκι για τον αριθμό 2

η κούκλα μας Η ΠΕΝΤΑΜΟΡΦΗ

Η Φυλλένια μας, έφτιαξε μια υπέροχη κούκλα που την ονόμασε Πεντάμορφη . 

Την βάλαμε μαζί με τις άλλες κούκλες του etwinning προγράμματος μας , την Ευτυχία και την Απλότητα