Κι αφού βρέθηκε ο ένοχος αρχίζει απ’ αυτόν η “εκπαιδευτική μεταρρύθμιση”. Μείωση του συντελεστή βαρύτητας της παραγωγής κειμένου στην Πανελλαδική Εξέταση του μαθήματος της Νεοελληνικής Γλώσσας ανακοίνωσε χτες ο Υπουργός Παιδείας. Και μάλιστα «ανεξάρτητα από την πορεία του διαλόγου». Μάλλον ο πολυδιαφημισμένος διάλογος από μηδενική βάση σημαίνει ότι δε θα έχει μείνει και τίποτα να συζητηθεί μετά τις υπουργικές αποφάσεις…
Η παραγωγή κειμένου λοιπόν “κονταίνει”, οι ασκήσεις “κατανόησης” αναβαθμίζονται. Στη θέση της κριτικής σκέψης ορθώνεται κι εδώ η παθητική απομνημόνευση, η εμμονή στη δομή της γλώσσας, οι ατέλειωτες λεξιλογικές ασκήσεις. Εργαλειακές προσεγγίσεις μιας αντίληψης εξουσίας που υποτάσσει το υποκείμενο στις διαδικασίες και στο αυστηρό πλαίσιό τους, προαναγγέλοντας, έτσι, κατά κάποιο τρόπο στον μαθητή-υποκείμενο τις συνθήκες της αυριανής και μελλοντικής ύπαρξής του, όπως παρατηρεί ο Λευτέρης Κουσούλης σε σημείωμά του στην Ελευθεροτυπία.
Μπορεί η απλή κατανόηση του κειμένου να υπο(αντι)καταστήσει τη δημιουργική, κριτική σκέψη, η γνώση των αντωνύμων της “εκπαίδευσης”, του “πάσχω” και της “μεταρρύθμισης” την άρθρωση πειστικού επιχειρήματος; Όχι βέβαια, κι ο Υπουργός το γνωρίζει. Αλλά ξέρει επίσης ότι στο χρηματιστήριο της κάλπης (που δε φαίνεται μακρινή) οι λαϊκίστικες παρεμβάσεις υπέρ των μαθητών δήθεν, ενδέχεται να έχουν ευνοϊκό αντίκτυπο για τον ίδιο και την κυβέρνηση.
Θα μπορούσα να μιλήσω για επανάληψη μιας “σοφιστείας” έως και “εκπαιδευτικής απάτης”, δηλώνει ο καθηγητής κλασικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργης Γιατρομανωλάκης στην Ελευθεροτυπία, αφού και πάλι μεταθέτουμε την ουσία στο εξεταστικό. Ενώ έχει εξαγγελθεί ένας σοβαρός διάλογος για την παιδεία, που θεωρητικά πρέπει να ασχοληθεί με ουσιώδεις μεταβολές του εκπαιδευτικού συστήματος, το υπουργείο Παιδείας με τέτοιες ανακοινώσεις, χωρίς καμία προειδοποίηση και συζήτηση, προκαταλαμβάνει στοιχεία του διαλόγου αυτού σε σημαντικές παραμέτρους επί του περιεχομένου της εκπαίδευσης»
Ευτυχώς αντιδράσεις υπάρχουν κι από τους εκπαιδευτικούς. Με δηλώσεις του στην Ελευθεροτυπία, ο Γ. Στέφος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων, υποστηρίζει ότι «με το μέτρο αυτό δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στις ασκήσεις που ενισχύουν την απομνημόνευση και τη μηχανιστική μάθηση και υποβαθμίζεται η σημασία στην παραγωγή λόγου. Πιστεύουμε ότι στην τεχνοκρατούμενη, μηχανιστική εποχή μας, με την παραγωγή του λόγου αξιολογείται η γλώσσα, όχι μόνον ως όργανο επικοινωνίας και κοινωνικής αντιπαράθεσης, αλλά και ως χώρος ανάδειξης της αξίας της και της συμβολής της στη λειτουργία της συγκροτημένης σκέψης».
Στην ίδια εφημερίδα, ο Γ. Τουλιάτος εκφράζει τον σκεπτικισμό του για την απόφαση και τους φόβους του για τις επιπτώσεις. «Φοβάμαι πως θα προκύψει πρόβλημα με την “ασκησιολογία”, δηλαδή οι μαθητές θα προσεγγίζουν μόνον τα φαινόμενα της δομής της γλώσσας και τίποτα παραπέρα» ενώ ο πρόεδρος του Κέντρου Μελετών της ΟΛΜΕ Π. Χαραμής τονίζει ότι «Ακόμη και εάν η αξιολόγηση στην εξέταση της νεοελληνικής γλώσσας προσλαμβάνει έντονα υποκειμενικό χαρακτήρα, θεωρώ πιο σημαντικό να διατηρήσει η παραγωγή του κειμένου τον ρόλο της διότι μ’ αυτόν τον τρόπο λειτουργεί ανατροφοδοτικά υπέρ της κριτικής σκέψης».
Σημειώνεται ότι σήμερα συνεδριάζει η ΠΕΦ (σε χθεσινό σημείωμα την αδίκησα, απολογούμαι) για τη διαμόρφωση κειμένου γνωμοδότησης στο οποίο θα εκφράζονται οι αντιρρήσεις της Ένωσης στην υπουργική απόφαση.
Ας μη φορτώνουμε τον Υπουργό τουρισμού με τόσο βαριά θέματα. Ενδέχεται να κάψει φλάντζα.
Ας το πούμε πιο απλά:
1) Η σκέψη θέλει χρόνο και ο χρόνος είναι χρήμα.
2) Η κρίση εξετάζει τα μοντέλα και τα μοντέλα δεν μπορούν να αμφισβητούνται.
3) Η εργαλειακή χρήση της γλώσσας υπηρετεί τα μοντέλα απρόσκοπτα και εξοικονομείται χρόνος, άρα και χρήμα. (χιαστό)
4) Όσο πιο “αντκειμενικοποιείται” η εξέταση τόσο πιο εύκολα και γρήγορα γίνεται η βαθμολόγηση (βλέπε ΑΣΕΠ), άρα νέα εξοικονόμηση πόρων.
Αυτά … και τα σέβη μου.
Υ.Γ. Αυτά προέκυψαν, λέει, ” ύστερα από διάλογο με τους αρμόδιους φορείς”, λέει.
.
Εύστοχος και καυστικός όπως πάντα…