Η διάκριση Λόγου- Ομιλίας και Ύλης- Μορφής του Saussure και η σημασία τους στην επιστήμη της Γλωσσολογίας
Διατυπώνοντας τη διάκριση μεταξύ langue και parole ο Saussure θεμελίωσε μια από τις πιο σημαντικές έννοιες της γλωσσολογίας. Παράλληλα όμως κατάφερε, όπως παρατηρεί ο ΚOERNER (1975), να δημιουργήσει προβλήματα που ποτέ δεν έλυσε ο ίδιος.
Από πρακτικής άποψης, το πρώτο πρόβλημα που προκύπτει αφορά στην ορολογία που δημιούργησε. Οι γαλλικοί όροι που χρησιμοποιεί ο Saussure είναι : langage – langue – parole. Σε αυτούς αντιστοιχούν οι αγγλικοί: speech – language – speaking, οι ιταλικοί linguaggio – lingua – parola, οι ισπανικοί lenguaje – lengua – habla κ.ο.κ.
Στην Ελληνική όμως γλώσσα οι παραπάνω όροι έχουν διατυπωθεί με διαφορετικούς τρόπους από έγκριτους γλωσσολόγους και μεταφραστές. Έτσι στη μετάφραση της Εισαγωγής στη Γλωσσολογία του Lyons (1995: 29) προτείνεται ο όρος « γλώσσα» ή «γλωσσικό σύστημα» για το γαλλικό όρο «langue» και ο όρος «γλωσσική συμπεριφορά» για το γαλλικό όρο «parole». Ο Μπαμπινώτης αντίθετα αποδίδει στα ελληνικά τον όρο «langage» ως «γλώσσα», τον όρο «langue» ως «λόγο» ή «ενδιάθετο λόγο» και τον όρο «parole» ως «ομιλία» ή «φωνούμενο λόγο» (1998:56).
Για λόγους καθαρά πρακτικούς και για να αποφευχθούν τυχόν παρανοήσεις, στην παρούσα εργασία θα χρησιμοποιηθούν οι πρωτότυποι γαλλικοί όροι του Saussure, δηλαδή langage – langue – parole.
« Ο όρος langage δηλώνει την ανθρώπινη γλώσσα, langue είναι το γλωσσικό σύστημα που καθιστά δυνατή την επικοινωνία, ενώ parole είναι η πραγμάτωση του συστήματος στον προφορικό και γραπτό λόγο.» (Χαραλαμπάκης1995:113)
Στην ουσία με τη διάκρισή του αυτή ο Saussure θέτει εκ νέου το θεωρητικό πλαίσιο που θα αποτελέσει πλέον τη βάση για την ανάπτυξη της σύγχρονης γλωσσολογίας. Καθορίζεται λοιπόν ως αντικείμενο της γλωσσολογίας η langue, δηλαδή το γλωσσικό σύστημα ως αφηρημένη έννοια και ως νοητική διαδικασία αφήνοντας κατά μέρους τη φυσική υπόσταση και πραγμάτωση του συστήματος, δηλαδή την parole.
Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι ένας γλωσσολόγος ο οποίος ασχολείται με το συντακτικό, τη μορφολογία ή τη φωνολογία μιας γλώσσας διαφέρει από έναν ανθρωπογλωσσολόγο ή έναν κοινωνιογλωσσολόγο. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι η σωσυρική διάκριση langue – parole «μόνον σε επιφανειακό επίπεδο εγκαθιστά δεσμούς συνεργασίας της αυτόνομης γλωσσολογίας με την κοινωνιογλωσσολογία.»(Κονδύλη 1995:179). Σύμφωνα μάλιστα με τον Labov, υπάρχει το «σωσυρικό παράδοξο» : Η συλλογική πλευρά της langue μελετήθηκε από τους γλωσσολόγους στην απομόνωση του γραφείου τους, ενώ η ανάλυση της parole, της ατομικής πλευράς του λόγου, μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από μια κοινωνιολογικού τύπου διερεύνηση σε συγκεκριμένους πληθυσμούς. (Labov, 1970)
Μία εξίσου σημαντική τομή στη σύγχρονη γλωσσολογία αποτελεί η εισαγωγή της διάκρισης του Noam Chomsky σε «γλωσσική ικανότητα – γλωσσική τέλεση» (competence – performance), διάκριση που «αντιστοιχεί στις έννοιες langue – parole του Saussure.» (Χαραλαμπάκης1995:120). Πιο συγκεκριμένα ο όρος langue, ο οποίος αναφέρεται στο γλωσσικό σύστημα και τους νόμους του που υπάρχουν πίσω από την καθημερινή ποικιλία της ανθρώπινης ομιλίας, αντιστοιχεί χοντρικά στην competence, την βαθύτερη ικανότητα γλώσσας, όπως αυτή έχει διατυπωθεί από το μετασχηματιστικό μοντέλο της γλωσσολογίας. Αντίστοιχα ο όρος parole, ο οποίος αναφέρεται στην εξωτερική έκφραση της γλώσσας, δηλαδή στη ρευστή ποικιλομορφία που παρουσιάζει η ομιλία, αντιστοιχεί στην performance του μετασχηματιστικού μοντέλου.
Ωστόσο, δεν είναι η διάκριση langue – parole η μοναδική διάκριση που έθεσε ο Saussure. Εισήγαγε επίσης τη διάκριση μορφής-ύλης τονίζοντας μάλιστα και την απόλυτη προτεραιότητα της μορφής έναντι της ύλης.
Σύμφωνα με τον Μπαμπινώτη η διάκριση μορφής-ύλης ανάγεται στις βασικές αριστοτελικές κατηγορίες. Και, παρόλο που ο Saussure δεν είναι ο πρώτος που ανακαλύπτει τη σχέση, είναι «ο πρώτος που την αξιοποιεί και την ανάγει σε βασική ταξινομική αρχή της γλώσσας». (Μπαμπινώτης 1998:112)
Η διάκριση μορφής-ύλης αποτελεί λοιπόν και αυτή σημαντική τομή στη σύγχρονη γλωσσολογία. Αποτελεί καταρχήν την αφετηρία για την διατύπωση και εξέλιξη της γλωσσηματικής θεωρίας από τον Hjelmslev.
Κατά δεύτερον, οριοθετεί τέσσερις επιμέρους κλάδους της γλωσσολογίας: τη φωνολογία (μορφή της έκφρασης), τη φωνητική ( ύλη της έκφρασης), τη γραμματική (μορφή του περιεχομένου) και τη σημασιολογία (ύλη του περιεχομένου).
«Τέλος, η έμφαση που δόθηκε από τον Saussure και εξής στην έννοια της μορφής, που ταυτίζεται με την έννοια της δομής, υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για το εννοιολογικό οικοδόμημα ολόκληρου του δομισμού». (Μπαμπινώτης 1998:112)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
CHOMSKY, N. (1965). Aspects of the Theory of Syntax, Boston : MIT Press
KOERNER E.F.K. (1973). Ferdinand de Saussure, Origin and development of his linguistic thought in Western studies of language. A contribution to the history and theory of linguistics. Brawnschweig : Vieweg
LABOV W. (1970). The study of language in its social context, Studium Generale, v.XXIII, N.1
LYONS J.(1995). Εισαγωγή στη Γλωσσολογία, ΑΘΗΝΑ: ΠΑΤΑΚΗ
ΚΟΝΔΥΛΗ Μ. (1995). Διχοτομήσεις στη γλωσσολογική θεωρία. Αναζητώντας την ιδεατή γλώσσα; In Μια πολυεπιστημονική θεώρηση της γλώσσας (σελ.173-191). Ηράκλειο : ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ
ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ Γ. (1998). Θεωρητική Γλωσσολογία : Εισαγωγή στη σύγχρονη γλωσσολογία, ΑΘΗΝΑ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΑΚΗΣ Χ. (1995). Γλωσσολογικές θεωρίες για τη γλώσσα. Μικρό οδοιπορικό στη ιστορία της γλωσσολογικής σκέψης. In Μια πολυεπιστημονική θεώρηση της γλώσσας (σελ.99-128). Ηράκλειο : ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ