Τ’ ουρανού η Στάλαξη

 

300px-fog.jpg

Κάποιος φώναξε, «βροχή»,

κι ένιωσα σταγόνες να μου βρέχουν το κεφάλι

κι έγειρα τον σβέρκο προς τα πίσω

για να χαρεί το πρόσωπο βροχή

Πυκνή ουράνια στάλαξη

χυνόταν στο πρόσωπο της γης

μάζα ρευστή και αναπόφευκτη

Ορατότης μηδέν

Τα σπίτια δεν φαίνονταν,

έμοιαζαν όγκοι, μαύριζαν,

αδύνατον να καταλάβεις

αν επρόκειτο για ζωντανούς

χώρους κατοικημένους

ή για μυστηριώδεις λόφους κρυμμένους

στο υπερπέραν.

Στένευε η βροχή τα όρια,

στένευε τη ζωή και τον κόσμο μέσα της

με την πυκνή ουσία της

Καρφιά υγρά πάνω στα κορμιά

από τ?ουρανού το πρόσωπο

Μάζα ανθρώπινη κι ανάμεσα βροχή,

κενό κανένα,

χώρος δεν υπήρχε πια για λόγια

ούτε για ματιές,

μόνο μυστήριο, βουβαμάρα, αναμονή

και στάλαξης βοή,

έμοιαζε θαρρείς με δύναμη

απεγνωσμένη

του κόσμου να γίνει νερό

Τα κεφάλια έπεσαν απ?τα υγρά καρφιά

Το πρόσωπο της γης τοπίο σκοτεινό,

απέραντα θλιμμένη σιωπή,

μόνο τ?ουρανού η στάλαξη

ηχούσε

να σέρνεται στη λάσπη,

καρφιά να ρίχνει σε κεφάλια σκυμμένα

Κάποια φωνή ακούστηκε?

μα σιγή,

κεφάλι δεν σηκώθηκε κανένα.

©Μανώλης Μεσσήνης