Άνοιξη

spring

 

Απόψε κοιμηθήκαμε στην αγκαλιά της άνοιξης

ακουμπώντας το κεφάλι στην καρδιά της.

Ακούγαμε στον ύπνο μας τις ανάσες των πουλιών και την  καρδιά μας.

Το πρωί που ξυπνήσαμε, είδαμε τον ουρανό να περπατάει στην

κάμαρά μας σα γαλανό πουλί με χρυσά μάτια που τσίμπαγε

τα ψίχουλα των σκιών που ‘χαν μείνει από χθες βράδυ στο πάτωμα.

Μια στιγμή να νιφτούμε και φτάσαμε. […]

Σήμερα μια μικρή κοπέλα, με θαλασσιά κορδέλα στα μαλλιά,

στάθηκε στην κορφή της λεύκας και κελαδάει.

Απ’ το τραγούδι της πετούν μικρά πουλιά που γεμίζουν

τις αυλές και τις στέγες.

Τα πουλιά κάθονται στους ώμους των παιδιών.

Οι άνθρωποι μπλέκονται στα δίχτυα των αχτίνων και τρεκλίζουν

σαν πρωτόβγαλτα πουλιά.

Τα τριαντάφυλλα τρελάθηκαν και κάνουν τούμπες μέσα στο νερό.

Θε μου, το μεθυσμένο φως θα σπάσει τα τζάμια, θα πλημμυρίσει

τις κάμαρες και δε θ’ αφήσει μήτε έναν ίσκιο για να σκεπάσει

η μάνα τα μάτια της.

Τότε θα τινάξει στον αέρα το μαντήλι της και θα χορέψει κείνο το

νησιώτικο χορό που χόρευε στα νιάτα της μαζί με τον πατέρα

– ένα χορό που μυρίζει θάλασσα και βάρκες φορτωμένες πορτοκάλια.

Ο πατέρας θα κάνει πως ξέχασε το χορό και θα χαμογελάει

καθώς θα κρούει τη φτέρνα στον αέρα.

Κ’ εμείς ξοπίσω τους, παιδιά, πουλιά, λουλούδια και λιθάρια,

θα χορεύουμε στ’ αλώνι του ήλιου τραγουδώντας τις μέρες που

δε χάχουνται μες στο τραγούδι, όταν οι μεγάλοι χορεύουν

μαζί με τα παιδιά τους τον ίδιο χορό της κάθε άνοιξης.

(Γ. Ρίτσος, Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού, Κέδρος)