Το πλοίο φεύγει

athinai1.jpg

Στην έρημο της επαρχίας

βουλιάζουμε ως το γόνατο μέσα στη στάχτη,

κι αγωνιζόμαστε να κρατηθούμε στην επιφάνεια

πατώντας πάνω σε ξένα σώματα

και σκαρφαλώνοντας σε ώμους άλλων.

Αγκιστρωνόμαστε στα κατάλοιπα του παρελθόντος

κι ανασκαλεύουμε τ? αποκαΐδια.

Προσπαθούμε μόνο να μη σκοντάψουμε πάνω στα λευκά,

απογυμνωμένα καύκαλα

προκειμένου να σώσουμε τα πολύτιμα δικά μας?

Την τελευταία στιγμή όλοι ψάχνουμε για συγχωροχάρτια.

Το πλοίο φεύγει,

στο κύμα πετάμε λουλούδια, για τους νεκρούς και τους ζωντανούς.

Στην έρημο της απουσίας

τα ζεστά πρωινά στο σπίτι, τα σκληρά σεντόνια στεγνώνουν στο σύρμα.

Και η μέρα περνάει.

Κι οι άνθρωποι επίσης, περνάνε, φεύγουν, έρχονται.

Άλλοι πάλι μένουν στάσιμοι,

κολλημένοι στον τόπο, στα πρόσωπα, στις τύψεις.

Ο χρόνος σκαλίζει αργά στα μάγουλά τους

το δρόμο των δακρύων.

Ο έρωτας διεστραμμένο αγγελούδι πια,

ένας πόνος μεταμφιεσμένος , που τη νύχτα,

δε σ? αφήνει να ησυχάσεις,

η αρχέγονη δύναμη του φιδιού,

που σφίγγει τα φριχτά δαχτυλίδια του γύρω σου,

σε κατατρώγει,

σε καταποντίζει στο σκοτάδι ενός πρόωρου θανάτου.

Αν είσαι τυχερός και προσπεράσεις

το τέλμα, την απώλεια της αίσθησης,

την έρημο της αμφιβολίας,

ένα και μόνο άγγιγμα, ένα βλέμμα,

θα είναι το εισιτήριο για το ταξίδι με πλοίο,

στα Κύθηρα.

Δ.Τ.