Η Μαρίνα των βράχων

 neoteri17.gif

Εχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη -Μα πού γύριζες

Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας

Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους

Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκκαλο

Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της χίμαιρας

Ριγώνοντας μ’ αφρό τη θύμηση!


Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτέμβριου

Στο κοκκινόχωμα οπου έπαιζες κοιτώντας προς τα κάτω

Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών

Τις γωνιές οπου οι φιλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυοσμαρίνια

-Μα πού γύριζες

Οληνυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας

Σού ‘λεγα να μετράς μεσ’ το γδυτό νερό τις φωτεινές του μέρες

Ανάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτων

Η πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους

Μ’ ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου, ηρωίδα ιάμβου.

Εχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη

Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα

Βαθιά μες το χρυσάφι του καλοκαιριού

Και τ’ άρωμα των γυιακίνθων – Μα πού ΄γυριζες


Κατεβαίνοντας προς τους γυαλούς, τους κόλπους με τα βότσαλα

Ηταν εκεί ένα κρύο αρμυρό θαλασσόχορτο

Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο αίσθημα που μάτωνε

Κι άνοιγες μ’ έκπληξη τα χέρια σου λέγοντας τ’ όνομά του

Οπου σελάγιζε ο δικός σου αστερίας.

Ακουσε, ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση

Κι ο χρόνος, γλύπτης των ανθρωπων παράφορος

Κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του, θηρίο ελπίδας

Κι εσύ πιο κοντά του, σφίγγεις ένα έρωτα

Εχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη.

Δεν είναι για να λογαριάζεις, γαλανή ως το κόκκαλο, άλλο καλοκαίρι

Για ν’ αλλάξουνε ρεύμα τα ποτάμια

Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους,


Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές

Η για να πας καβάλα στο μαΐστρο…

Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο,


Σους κινδύνους των βράχων μες τη χτενισιά της θύελλλας

Θ’ αποχαιρετήσεις το άινιγμά σου.

Οδυσσέας Ελύτης