Σχετικά μ’ έναν πέτρινο θρόνο


 st.jpg

Πες μου, εσύ που γνωρίζεις: αυτή η πέτρα,
αυτός ο θρόνος από ατόφιο μάρμαρο,
θ’ αντέξει πέρα απ’ τον χρόνο; Μήπως θα φέρει
πιο πέρα από μας τα όνειρά μας
στη σκοτεινή περιοχή όπου ναυαγεί
η μνήμη που σκεπάζει την ύπαρξή μας της προσμονής;

Κοίτα πάνω στην πέτρα τη γυναίκα που βγαίνει
απ’ το νερό. Δυο θεραπαινίδες που τη βοηθούν
μάταια καλύπτουν τη γύμνια της, κι εκείνη σηκώνει
τα βρεγμένα χέρια στους ώμους, στα σώματα
που σκύβουν προς εκείνη: φως σαρκικό,
η αγωνία των χεριών, οι ώμοι της επιθυμίας.

Στη μια πλευρά, μια κόρη παίζει τώρα
το σουραύλι. Είναι καθισμένη και σταυρώνει
τα πόδια της. Είναι καλοκαίρι: εκείνη γυμνή.
Και παίζει, παίζει και στη μελωδία της
ακούγονται τα τζιτζίκια. Ακου το τραγούδι
που διασχίζει τον χρόνο, καθώς φτάνει σ’ αυτές τις πλαγιές.

Μια γυναίκα, απ’ την άλλη πλευρά, καίει
θυμίαμα. Ενας μανδύας σκεπάζει το κεφάλι της.
Στην κορφή ενός ψηλού μίσχου ανθίζει
το θυμιατήρι σαν λουλούδι ανοιχτό
στο φως, καμένο φως πίνοντας. Κοίτα
την προσφορά αυτής της φωτιάς προς το φως.

Δεν υπάρχει συντέλεια, είπες. Θα επιστρέψουμε
στην αγκαλιά του αστεριού, στον τόπο
της καταγωγής και του τέλους, στο αθάνατο
και μητρικό υλικό. Κι αν μόνο
έμενε από εμάς ετούτη η πέτρα,
η πέτρα αυτή θα πει όλη τη μνήμη μας.

Andrés Sánchez Robayna