Μαθηματικά και …άλλα πολλά! Και όχι μόνον!
Κι ύστερα μου λες να πιάσω τον σφυγμό του κόσμου. Πιάνεται; Ή δεν έχει ή εγώ δεν βρίσκω φλέβα. Προσπαθώ να καταλάβω απ΄ τις κουβέντες στον δρόμο, απ΄ τα επίσημα έγγραφα, τα SΜS, τα κρυφά απελπισμένα τηλεφωνήματα, τα εξώφυλλα, τις ειδήσεις, τις ερωτικές γραμμές, τα βήματα στους δρόμους ποaυ όσο πάει, πάνε όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο γρήγορα, τα emails όπως κατεβαίνουν λαχανιασμένα στο ΡC, τις απέραντες κουτσομπολίστικες πεδιάδες, που ΄χουν για γη τον Τύπο κι ουρανό την τηλοψία, τις στρατιές των τσάντα- γραβάτα-κινητό τηλέφωνο και αεικίνητη συνείδηση, τους πολιτικούς που μιλάνε την ίδια ακριβώς γλώσσα ανεξάρτητα απ΄ το κόμμα, την ώρα, και τον τόπο που το ανοίγουνε (οι απόντες εξαιρούνται), τις νοικοκυρές (;) που διαλέγουν (;) στο σούπερ μάρκετ μόνο συσκευασίες, τα παιδιά που καταλαβαίνω πως ξενυχτάνε από το υπογάλαζο φως που φέγγει στα παράθυρά τους και την ερημιά που την ακούω να ουρλιάζει μες στη νύχτα, τις κυρίες που πίνουν καφέ στη Βουκουρεστίου με τα πόδια πρησμένα γιατί θέλει και την ηλικία του το Μανόλο Μπλάνικ, δεν συνδυάζεται με την αρθρίτιδα, έρχεται το τακούνι από μόνο του και σε κλωτσάει, τα μπλόκα και την άκαμπτη στάση τους που υποκύπτει μόνο στις ποδοσφαιρικές ανάγκες του Νεοέλληνα και σπάει τον αποκλεισμό μόνο και μόνο για να περάσουνε οι στρατιές των χουλιγκάνων για να πάνε στο γήπεδο να τα κάψουν όλα να γίνουνε ρημάδι, τα ιλουστρασιόν εξώφυλλα που παντρεύουν, βαφτίζουν, θάβουν, ενώνουν, χωρίζουν πρόσωπα και σώματα γεννημένα στο φώτο-σοπ, τις ουρές ανθρώπων άγνωστων μεταξύ τους κι όμως ίδια κι απαράλλακτα ντυμένους, στο ΙΚΑ και στις τράπεζες που τους μοιράζουν με βλέμμα απαξίας κάτι λιανά ευρώ ονομάζοντάς τα σύνταξη, τα καινούργια βιβλία που τα περισσότερα είναι πιο παλιά απ΄ τα παλιά, τα ρούχα τα κρεμασμένα στις βιτρίνες το καθένα με την τιμή γραμμένη απάνω του σαν τους πολίτες στην Αγορά, την Τέχνη που με νοήματα απελπισμένα πάει να μιλήσει το Άλαλο, τα αναβολικά έτσι όπως σχηματίζουν σώματα που σ΄ αφήνουν άναυδο και πλεγματικό να κοιτάς ο ανάπηρος εσύ, το θαύμα της Χημείας και του Ρεκόρ, τους οικονομολόγους, τραπεζίτες, καιροσκόπους όλου του κόσμου να ασχολούνται ξαφνικά όλοι με την Ελλάδα και να ζητάνε την κεφαλή της (αν έχει πια κι αυτή κεφαλή, ανεγκέφαλη μου κάνει) επί πίνακι (το «πίνακι» μου το βγάζει λάθος και μου το κοκκινίζει ο υπολογιστής γιατί δεν υπολογίζει ο αστόχαστος πως κάθε γενιά μεγάλωσε με τα Ελληνικά της, νομίζει ότι γεννηθήκαμε όλοι μαζί με τον Μπιλ Γκέιτς. Όχι παιδί μου είμαστε άλλη κλάση. Δεν πήγαμε μαζί φαντάροι). Ακόμα προσπαθώ να καταλάβω πώς αν κάνουμε οικονομία θα ορθοποδήσουμε αφού μη αγοράζοντας, πέφτει ο τζίρος, δεν κινείται το γαμημένο και ξαναβουλιάζουμε, προσπαθώ προσπαθώ… δεν με βλέπω να τα καταφέρνω.
Κι ύστερα μου λες να πιάσω τον σφυγμό του κόσμου. Πιάνεται; Ή δεν έχει ή εγώ δεν βρίσκω φλέβα.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.