Μιλήσαμε για το παραδοσιακό επάγγελμα του τσαγκάρη, τουλάχιστον στην παλιά του μορφή, που καθημερινά όλο και χάνεται.
Γιατί όμως ? τι πιστεύεται ? έχετε πάει εσείς ποτέ τα παπούτσια σας στο τσαγκάρη ?
Βασικοί λόγοι που συντελούν σε αυτήν την εξαφάνιση του παραδοσιακού τσαγκάρη είναι η μηχανική τελειοποίηση των υποδημάτων, η τεράστια πληθώρα ποικιλιών παπουτσιών για κάθε ηλικία, εργασία και ασχολία, ώστε να καλύπτονται όλα τα γούστα, καθώς και η γρήγορη βιομηχανοποιημένη κατασκευή των υποδημάτων. Ρίχνοντας μια ματιά στις περασμένες δεκαετίες, τότε που υπήρχαν περισσότεροι τσαγκάρηδες, εκτός από τα μεγάλα αστικά κέντρα, και σε κάποιες γειτονιές, έρχονται στο μυαλό μας εικόνες ανθρώπων βιοπαλαιστών που σκυμμένοι πάνω σε έναν πάγκο γιομάτο εργαλεία, με μια ποδιά άσπρη να κρέμεται από το λαιμό με ένα κορδόνι και με χέρια πάντα απασχολημένα, επιδιόρθωναν παπούτσια. Αυτός ήταν ο τσαγκάρη ή μπαλωματής, ο τεχνίτης δηλαδή που επιδιορθώνει τα χαλασμένα μας παπούτσια. Παλιά οι τσαγκάρηδες γύριζαν στις γειτονιές και μάζευαν παπούτσια για να τα επισκευάσουν. Αυτούς κυρίως ο λαός τους αποκαλούσε μπαλωματήδες. Το τσαγκάρικο ή τσαγκαριό, ήταν ο χώρος του τσαγκάρη, που ήταν στημένος ο πάγκος του με όλα τα σύνεργα. Ο πάγκος ήταν ένα ξύλινο μικρό τραπεζάκι, το οποίο ήταν χωρισμένο στις τέσσερες γωνίες με ξύλινο κορδόνι και σχημάτιζε τέσσερα τρίγωνα Στα τρίγωνα αυτά ο τσαγκάρης είχε παπουτσόκαρφα διαφορετικών μεγεθών για τα παπούτσια. Γύρω -γύρω από τον πάγκο κρέμονταν δερμάτινες θήκες όπου μέσα υπήρχαν εργαλεία. Πάνω στον πάγκο είχε τα σφυριά και τα σφυράκια, βελόνες, σουβλιά, λίμες, γάντζο για το καλαπόδι, μανάτι (ακόνι για τις φαλτσέτες), τανάλιες μονταρίσματος και για τις πρόκες, φαλτσέτες (μακριές ατσάλινες λάμες για το κόψιμο των δερμάτων) ράσπες, κατσαμπρόκο, διάφορα σουβλιά (σπαθάτα και πατωτικά, τα οποία είναι εργαλεία με οξύ άκρο, που με αυτά ο τσαγκάρης ανοίγει τρύπες στα δέρματα), σακοράφες, και καλαπόδια, μεζούρα και ξυλόπροκες. Στους τοίχους του τσαγκάρικου, κρέμονταν τα ζευγάρια με τα καλαπόδια διαφορετικά νούμερα για να ανοίγει ο τσαγκάρης τα παπούτσια τα οποία ήταν στενά ή τα χρησιμοποιούσε για καλούπια όταν κατασκεύαζε ένα ζευγάρι παπούτσια καινούρια Σε ένα άλλο πάγκο ή σκαντζιά υπήρχαν οι κόλλες, ο σπάγκος, το κερί για να κερώσουν το σπάγκο και λίγο πιο κει η ποδοκίνητη μηχανή του ραψίματος, για να ράβουν γρήγορα τα παπούτσια και η πατούνα (το αμόνι του τσαγκάρη) και το τρίποδο. Πολλοί τσαγκάρηδες είχαν και βοηθούς, τα λεγόμενα τσιράκια ή παραγιοί , που κάθονταν δίπλα στον μάστορα για να μάθουν την τέχνη αυτή. Πρώτη τους δουλειά ήταν να κερώνουν τον σπάγκο και πολλές φορές να περνούν καρφιά εκεί που χρειάζονταν, έπειτα από υπόδειξη του μάστορα. Τα παπούτσια την παλιά εποχή ήταν χειροποίητα και όταν δεν υπήρχαν ακόμη οι κόλλες και οι μηχανές, ήταν ραφτά και καρφωτά. Για να κατασκευάσει ένας τσαγκάρης παπούτσια έπρεπε να αγοράσει δέρμα. Τα δέρματα ήταν δυο λογιών, τα ψιλά που τα χρησιμοποιούσε για το πάνω μέρος του παπουτσιού και τα χοντρά, με τα οποία έφτιαχνε το κάτω μέρος, δηλαδή τις σόλες. Οι τσαγκάρηδες έβαζαν τακούνια, σόλες και μπάλωναν με τον κερωμένο σπάγκο τα τρυπημένα παπούτσια. Για τα καινούρια παπούτσια έπαιρναν μέτρα του πελάτη, ο οποίος πατούσε σε ένα χοντρό χαρτί, και, με ένα μολύβι ο τσαγκάρης του έπαιρνε τη στάμπα, δηλαδή το αποτύπωμα του πέλματος, το μάκρος, τα δάχτυλα, το πασάγιο, το κουτουπιέ. Οι τσαγκάρηδες δε δούλευαν την Δευτέρα, ήταν «Τσαγκαροδευτέρα». Γι’ αυτό πειράζουν όσους δεν εργάζονται κάποια μέρα λέγοντάς τους «Τσαγκαροδευτέρα είναι σήμερα;» Η φράση αυτή στηρίζεται στη συνήθεια που είχαν παλιά οι τσαγκάρηδες και ιδίως οι μπαλωματήδες της Παλιάς Αθήνας αυτοί που έκανα μόνο επιδιόρθωση των παπουτσιών και ήταν υπαίθριοι, οι οποίοι με ένα μεγάλο σακί γύριζαν στις γειτονιές για να μαζέψουν τα παπούτσια. Παρατηρήθηκε ότι ποτέ δεν περνούσαν τη Δευτέρα, ούτε και το μαγαζί τους άνοιγαν. Από αυτή τη συνήθεια βγήκε και η πιο πάνω πειραχτική φράση.
Γίναμε κι εμείς τσαγκάρηδες και φτιάξαμε τα δικά μας καλοκαιρινά παντοφλάκια.
Ακούσαμε το παραμύθι του τσαγκάρη, των αδερφών Γκριμ , το ζωγραφίσαμε και γράψαμε όπως μπορούμε την λέξη τσαγκάρης . Μοιραστήκαμε τη σκέψη μας παρουσιάζοντας στην ομάδα την ζωγραφιά μας. Γα ποιον φτιάχνει ο τσαγκάρης τα παπούτσια του ? Καταγραφή ιδεών των παιδιών πάνω στην ζωγραφιά τους
Ένα λαικό παραμύθι ο φαντασμένος τσαγκάρης και οι ιπτάμενες μπότες στο παρακάτω βίντεο.
Ζωγραφίσαμε το παραμύθι φαντασμένος τσαγκάρης και οι ιπτάμενες μπότες δίνοντας όμως ένα δικό μας τέλος. Τα παιδιά με κολλάζ και ζωγραφική δημιούργησαν το έργο τέχνης οι ιπτάμενες μπότες
Ακούσαμε και χορέψαμε το ρεμπέτικο τραγούδι, Αμπατζή-Τσαγκαράκι
και πέξαμε κυνήγι χαμένου θησαυρού με τα παπούτσια μας
Παπούτσια και συναισθήματα. Συναίσθημα του φόβου . Τι έχεις παπούτσι μου μικρό , τι τε τρόμαξε να δω? Τα παιδιά μοιράστηκαν τους φόβους τους και ζωγράφισαν αυτό που το παπούτσι τους φοβάται .
Συναίσθημα του θυμού , γνωρίζοντας την φράση μεταφοράς του έδωσε τα παπούτσια στο χέρι. Αφού συζήστηκαν και μοιράστηκαν προσωπικές εμπειρίες κι συναισθήματα για ότι τα θυμώνει, κατόπιν ζωγράφισαν σε τι ή ποιον θα έδιναν τα παπούτσια στο χέρι.