Άτιτλο

Καθώς περιμένεις να ?ρθει η ώρα
κάτω από τα βαριά πεύκα
που η ανάσα τους θαμπώνει τα δακρυσμένα σύννεφα,
μπροστά στο φως απ? το χαμόγελό σου,
η μέρα μου στέκεται,
και σου ζητά να μ? αγαπήσεις.

Ακόμα κι αν πονάς
εγώ, θα έρθω,
θα διαπεράσω σαν βέλος το σκοτάδι
τη σιωπή, πριν απ? την καταιγίδα,
πριν τα σύννεφα να κλάψουν.
Όμως, μέσ? απ? τη μοναξιά του σώματός σου,
του λεπτού κορμιού σου που βλέπω
να διαγράφεται στο ταραγμένο νερό,
καταλαβαίνω,
πως ακόμα κι αν σε καλύψω απόλυτα
όπως οι κόκκοι της άμμου την παραλία,
εντός σου
πάλι μόνος θα είσαι, ερμητικός
και τα χείλια σου
δε θα ψιθυρίσουν τ? όνομά μου
με τον ήχο που θέλω,
ούτε ο κορμός σου θα λυγίσει αρκετά,
ώστε να πάρω πνοή απ? την πνοή σου.

Πέρα απ? τη μνήμη,
η αγάπη πονάει περισσότερο
και η βροχή,
δεν πέφτει σαν το βάλσαμο στη στεγνή γη
μα σαν το χτύπο του χρόνου που περνά αμετάκλητα,
τρυπάει τη σάρκα και κατακαίγει την πληγή,
το οξύ,
του έρωτα.

Δ.Τ.