Ιούνιος ή Ιούνης

Ο έκτος κατά σειρά μήνας του Ιουλιανού ημερολογίου που καθιέρωσαν οι Ρωμαίοι. Η Ήρα, η γυναίκα του Δία, που στη γλώσσα των Ρωμαίων λεγόταν Iuno, έδωσε το όνομά της σʼ αυτό το μήνα. Τον ίδιο μήνα και ειδικά στις 10 Ιουνίου, οι Ρωμαίοι γιόρταζαν τη γιορτή της θεάς Εστίας. Βέβαια αυτό έχει σχέση με το περιεχόμενο του μήνα Ιούνη που είναι ο θερισμός.

Όλοι οι ευρωπαϊκοί λαοί τον Ιούνιο έχουν ως βάση της διατροφής τους το σιτάρι και επειδή αυτό το μήνα υπάρχει σιτάρι καινούργιας σοδειάς, ψήνουν το πρώτο ψωμί. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως, οι αρτοποιοί στην αρχαία Ρώμη, γιόρταζαν και έψηναν το ψωμί στα ιερά της Εστίας!

Κοντά λοιπόν στους ανθρώπους αλλά και στους Θεούς που έβγαζαν το ψωμί της νέας σοδειάς, γιόρταζαν αλλά και τιμούνταν και οι γαϊδάροι. Τα υπομονετικά αυτά συμπαθή τετράποδα, που αφενός κουβαλούσαν το σιτάρι αλλά και αφετέρου γύριζαν το μύλο που επρόκειτο να αλέσει το σιτάρι.

Αυτό το μήνα λοιπόν αρχίζουν να πρωτοβγαίνουν και να ωριμάζουν τα πρώτα φρούτα, τα κεράσια (ή πετροκέρασα όπως τα θέλει ο λαός μας), τα χνουδωτά βερύκοκα αλλά και τα ροδάκινα, ο Θεριστής όπως όλοι τον ξέρουν, ο μήνας με τη μεγαλύτερη μέρα, ο μήνας του Αη Γιαννιού του Λαμπαδιάρη, του Λαμπροφόρου, του Φανιστή, του Λιοτροπιού όπου όλοι γιορτάζουν ανάβοντας φωτιές.

Στην πατρίδα μας ο Ιούνης έχει πολλές λαϊκές ονομασίες που αναφέρονται είτε στη σχέση του με τις εποχές, είτε με τις αγροτικές εργασίες οι οποίες έχουν σχέση μʼ αυτόν. Συχνά ακούμε να τον λένε Πρωτόλη, ή Πρωτογιούλη, δηλαδή πρώτο μήνα της εποχής του καλοκαιριού.

Ακόμα τον λένε θεριστή, κυρίως για τις πεδινές περιοχές, γιατί οι ορεινές περιοχές έχουν σαν θεριστή τον επόμενο μήνα.

Στη Βόρεια Ελλάδα ο Ιούνης αναφέρεται ως Κερασάρης, ενώ οι Πόντιοι τον αποκαλούν Κερασινό, αφού αυτή την περίοδο ωριμάζουν τα κεράσια. Ένα ρήμα λαϊκό το ερινιάζω ή ορνιάζω, που σημαίνει γονιμοποιώ ήμερη συκιά, με κλαδί αγριοσυκιάς, του δίνει την ονομασία Ερινιαστή, Ορνιαστή αλλά και απαρνιαστή.

Τέλος χαρακτηριστικό είναι το όνομα ως Αϊγιάννης ή Αϊγιαννίτης από του Αη Γιάννη τις γιορτές όπως τις λέει ο λαός μας. Στις Κυκλάδες, Νάξο, Κύθνο αλλά και σε άλλα νησιά, στη γιορτή του Αη Γιάννη του Απορνιαστή, πιστεύουν ότι τελειώνει το όρνιασμα των σύκων. Γιʼ αυτό αυτή τη μέρα της γιορτής του πηγαίνουν και μαζεύουν χώμα κάτω από τη συκιά, το ρίχνουν πάνω της και λένε τα παρακάτω λόγια: “Ως βαστά ο Χριστός τον κόσμο και ο Αϊ – Γιάννης την αλήθεια, βάσταξε και συ συκιά τα λύθια”.

Λύθια είναι βέβαια τα μικρά σύκα τα οποία γονιμοποιούνται. Ιούνης! Ο μήνας με τη μεγαλύτερη μέρα του έτους, αφού την 21η Ιουνίου έχουμε τη θερινή τροπή του ήλιου, Λιοτρόπι όπως συνηθιζει να λέει ο λαός μας.

Η μέτρηση του χρόνου και ειδικότερα ο υπολογισμός του έτους βασίζεται στην ετήσια τροχιά της Γης γύρω από τον Ήλιο ή στη “φαινόμενη” ετήσια τροχιά του Ήλιου γύρω από τη Γη, τροχιά αυτή που δημιουργεί τη διαδοχική εναλλαγή των εποχών του έτους, έχει τέσσερα καθοριστικά σημεία, τα οποία ανά δυο καθορίζουν τις ισημερίες και τις τροπές (ηλιοστάσια): την εαρινή ισημερία στις 21 Μαρτίου, τη φθινοπωρινή ισημερία στις 22 Σεπτεμβρίου, το θερινό ηλιοστάσιο στις 21 Ιουνίου και το χειμερινό ηλιοστάσιο στις 22 Δεκεμβρίου. Στις ημερομηνίες αυτές από τα πανάρχαια χρόνια είχαν καθιερωθεί σπουδαίες γιορτές σε όλα τα μήκη και πλήτη της Γης.

Ο Ήλιος βρίσκεται στο βορειότερο σημείο της πορείας του, πράγμα που για μας που κατοικούμε στο βόρειο ημισφαίριο σημαίνει ότι βρίσκεται πιο κοντά μας, γιʼ αυτό και οι μέρες είναι τόσο μεγάλες. Απʼ αυτό το σημείο και πέρα ο Ήλιος τρέπεται προς το νοτιά, γιʼ αυτό λέγεται και τροπή του Ήλιου.

Δηλαδή, ο Ήλιος αρχίζει να απομακρύνεται από μας και να πηγαίνει προς το νότιο ημισφαίριο. Γιʼ αυτό και οι δικές μας μέρες μικραίνουν τότε μικραίνουν συνεχώς, ώσπου να φτάσει ο Ήλιος στο σημείο της χειμερινής του πια τροπής, στις 22 Δεκεμβρίου, οπότε τρέπεται και πάλι προς το βορρά και οι μέρες αρχίζουν να μεγαλώνουν.

Τα σύμβολα που συνοδεύουν την προσωποποίηση αυτού του μήνα συνήθως σε ψηφιδωτές απεικονίσεις είναι δέσμη σταχιών με ένα δρεπάνι, ή ο μήνας να παρουσιάζεται ντυμένος με αχειρίδωτο χιτώνα κρατώντας στο δεξί του χέρι μια δέσμη από στάχια και άλλες εικόνες που σαν θέμα του έχουν τον θερισμό, αφού είναι η κύρια εργασία αλλά και ενασχόληση αυτής της εποχής.

“Θέρος, τρύγος, πόλεμος” έλεγαν οι παλιότεροι και είχαν δίκιο να το λένε, αφού υπάρχει σχέση ανάμεσα στις έννοιες αυτές. Δηλαδή, όπως η γη γεννά τους καρπούς και ο άνθρωπος τους παίρνει, έτσι και στον πόλεμο ο κάθε επιδρομέας “θερίζει” τους ανθρώπους, αφαιρώντας τη ζωή τους.

Σε πολλά μέρη της πατρίδας μας ο θερισμός ήταν ολόκληρη ιεροτελεστία. Το πρώτο δεμάτι σταχιών που έδεναν το έστεναν όρθιο και το προσκυνούσαν. Ο νοικοκύρης παράλληλα εκείνη τη στιγμή έριχνε νομίσματα. Δεν περιγράφονταν η χαρά των γεωργών όταν αποθέριζαν και με το δίκιο τους οι άνθρωποι. Τα “αποθέρια” ήταν μεγάλη γιορτή και οι εμπλεκόμενοι το γλεντούσαν, τρωγοπίνοντας. Δικαιολογημένα εξάλλου, αφού χαίρονταν οι άνθρωποι για το ότι τέλειωσε ο θερισμός, μια πολύ δύσκολη εργασία και το κυριότερο ότι είχαν εξασφαλίσει το ψωμί της χρονιάς.

Σε πολλά μέρη φρόντιζαν νʼ αφήσουν ένα κομμάτι αθέριστο με την αιτιολογία να χαρεί αφενός το χωράφι και να φάνε αφετέρου τα αγρίμια και τα πουλιά τροφή. Επίσης αυτό το αθέριστο κομμάτι σε άλλα μέρη το παρομοίαζαν με τα γένεια του νοικοκύρη, από τον οποίο περίμεναν να τους φέρει διάφορα φαγητά, κυρίως κότα και κρασί.

Σκληρή πραγματικά η δουλειά του θεριστή, ήταν επόμενο στο τέλος της εργασίας να εξασφαλίζουν τα αφεντικά στους εργαζόμενους ένα πλούσιο γεύμα. Πολλοί επίσης από τα τελευταία στάχια έπλεκαν ένα σταυρό, τον οποίο τοποθετούσαν ή στο εικονοστάσι, ή στο μεσοδόκι του σπιτιού και το άφηναν εκεί μέχρι την γιορτή του Σταυρού, στις 14 του Σεπτέμβρη. Τότε το έπαιρναν και το ανακάτευαν με το σπόρο της νέας σποράς, ο οποίος ευλογούνταν στην εκκλησία.

Κατά τον θερισμό παίζονταν και διάφορα παιχνίδια από τους θεριστάδες, όπως το παιχνίδι “του λαγού και του κυνηγού”, “το πάτημα” και “το παίξιμο του δρεπανιού”, συνδυάζοντας απʼ ό,τι φαίνεται “το τερπνόν μετά του ωφελίμου”. Πράγματι τα προαναφερόμενα παιχνίδια εξασφάλιζαν και αποδοτικότητα και επιτάχυνση στο ρυθμό της δουλειάς. Όλα αυτά γίνονταν τον πρώτο μήνα του θέρους, τον Ιούνιο, με τις πολλές ονομασίες αλλά και τις αμέτρητες χαρές του.