Αρχείο ετικέτας Άουσβιτς

Το χρέος του Λόγου (2)

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

«Αδύνατο και αδιανόητο να υπάρξει Άουσβιτς μετά το Άουσβιτς»; Μακάρι. Επειδή όμως οι εκπλήξεις που μας επιφυλάσσει ο χρόνος είναι πάντα οδυνηρές, ας μην αφήσουμε την ευχή, την επιθυμία, την ελπίδα να μας ναρκώσουν γλυκά, αυτοσυστηνόμενες σαν νόμος της Ιστορίας. Ναι, η «Κόλαση της Τρεμπλίνκα», έτσι όπως την ιστόρησε ο Ρώσος συγγραφέας Βασίλι Γκρόσμαν, σαν ένα εργοστάσιο παραγωγής θανάτου ή σαν σφαγείο-ιμάντα παραγωγής (η συγκλονιστική μαρτυρία του, η πρώτη για στρατόπεδο συγκέντρωσης, κυκλοφορεί στις εκδόσεις Άγρα, μεταφρασμένη από την Αλεξάνδρα Ιωαννίδου), δεν θα ξαναϋπάρξει με πιστό αντίγραφο. Κι ωστόσο… 

Κι ωστόσο, τη στερεότυπη απάντηση περί «αδυνάτου και αδιανοήτου» έδιναν οι Σύμμαχοι, φενακίζοντας και αυτοφενακιζόμενοι, όταν πρωτόμαθαν, από φυγάδες Εβραίους, για τα στρατόπεδα εφαρμογής της «Τελικής Λύσης». «Αδύνατο και αδιανόητο» επαναλάμβαναν και όταν αποκαλύφθηκαν πλήρως οι διάσπαρτες κολάσεις, προτιμώντας να πιστεύουν ότι δεν υπήρχε επιστημονικά οργανωμένο σχέδιο εξολόθρευσης φυλών ολόκληρων, αλλά κάποιος φονικός αυθορμητισμός. «Αδύνατο και αδιανόητο» έλεγαν, ακόμη και μετά τη Νυρεμβέργη, όσοι από τους ηττημένους Γερμανούς ένιωθαν την ανάγκη να κρατηθούν έστω από ένα ψέμα, άλλου τύπου από το χυδαίο ψέμα «εγώ απλώς εκτελούσα εντολές». 

Οι ηττημένοι δεν τόλμησαν επί δεκαετίες να αναψηλαφήσουν τα εγκλήματά τους. Η «ανοικοδόμηση» χρειαζόταν χέρια, ας ήταν σαν εκείνα του «βαρύθυμου» Ες Ες της Τρεμπλίνκα που, όπως ιστορεί ο Γκρόσμαν, «παρηγορούσε τη μελαγχολία του με το να κάθεται στη χωματερή του στρατοπέδου, παραμονεύοντας τους κρατούμενους που έρχονταν κρυφά να φάνε τις πατατόφλουδες και ύστερα να τους ανοίγει το στόμα και να πυροβολεί μέσα». Όσο για τους νικητές Συμμάχους, Δυτικούς και Σοβιετικούς, αυτοί χρειάζονταν επιστημονικά μυαλά. Ας ήταν και ναζιστικά. Γι’ αυτό και αποφασίστηκε να χαμηλώσουν οι τόνοι, ακόμη και να καταχωνιαστούν κινηματογραφημένες μαρτυρίες της φρίκης. 

Για παράδειγμα, το ντοκιμαντέρ που επιμελήθηκε το 1945 ο Άλφρεντ Χίτσκοκ, για το στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν-Μπέλζεν, βρέθηκε στο Πολεμικό Μουσείο του Λονδίνου το 1985 και πρωτοπαρουσιάστηκε ακέραιο μόλις το 2015. Όταν ο αναθεωρητισμός είχε θεριέψει και τα λεπενοειδή που αρνούνταν το Ολοκαύτωμα διεκδικούσαν προεδρίες κρατών.

Από ντροπή, φόβο, κουτοπονηριά ή συμφέρον, δεν μιλήσαμε για το Ολοκαύτωμα στον καιρό του και αμέσως έπειτα. Γι’ αυτό και δεν θα ’χουμε μιλήσει ποτέ αρκετά.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Το χρέος του Λόγου

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΚΑΛΑ

Όσες φορές κι αν μιλήσουμε για το Ολοκαύτωμα, όσα ιστορικά, κοινωνιολογικά και φιλοσοφικά δοκίμια και αν δημοσιευθούν, όσες λογοτεχνικές αναψηλαφήσεις και αν επιχειρηθούν, όσες ταινίες και αν γυριστούν, όσες εκδηλώσεις τιμής και αν γίνουν, πάντοτε θα υπολειπόμαστε δραματικά από το χρέος. Το χρέος του Λόγου, της ομιλίας και της γραφής, για ένα γεγονός που, ακριβώς επειδή χαρακτηρίστηκε «ανείπωτο», μας υποχρεώνει και θα μας υποχρεώνει εσαεί να μιλάμε γι’ αυτό. Κι αν όχι για να κατορθώσουμε κάποια στιγμή αυτό που εξακολουθεί να φαίνεται ακατόρθωτο, δηλαδή να το καταλάβουμε, τουλάχιστον για να δικαιούμαστε να λέμε πως κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε να μην το επαναλάβουμε.

Μα, θα αναρωτηθεί κανείς, «μπορεί να υπάρξει Αουσβιτς μετά το Αουσβιτς;», παραφράζοντας τη γνώμη του Τέοντορ Αντόρνο ότι δεν μπορεί να υπάρξει ποίηση μετά το Αουσβιτς, θα ήταν βαρβαρότητα. Μπορεί να υπάρξει Τρεμπλίνκα μετά την Τρεμπλίνκα; Μαουτχάουζεν μετά το Μαουτχάουζεν; Μπορεί μετά τα πενήντα πανευρωπαϊκώς διεσπαρμένα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης ή/και εξόντωσης να λειτουργήσει ξανά μια φρικαλέα εργοστασιακή αλυσίδα θανάτου, με επιστημονική καθοδήγηση (πόσοι γιατροί ορκισμένοι στον Ιπποκράτη) αλλά και με ανατριχιαστικά ψυχρή καταγραφή των ημερήσιων «επιτυχιών»: τόσες κατσαρίδες στο κρεματόριο, τόσα χρυσά δόντια και χρυσά δαχτυλίδια, τόσα ασημένια μενταγιόν πεντάλφα, τόσοι ασημένιοι σταυροί. Γιατί στα στρατόπεδα αυτά υπήρχαν και Εβραίοι και χριστιανοί –καθολικοί, προτεστάντες, ορθόδοξοι– και «παγανιστές» Τσιγγάνοι. Και όλοι τους αναρωτιόνταν πού είναι ο Θεός τους – πού είναι ο Θεός. Όπως συνεχίζουμε να αναρωτιόμαστε όλοι μας, πιστεύοντες και μη. 

Η πρώτη, αυθόρμητη απάντηση είναι αρνητική: Όχι, δεν μπορεί, είναι αδύνατο να υπάρξει Αουσβιτς μετά το Αουσβιτς, επειδή είναι αδιανόητο. Την αρνητική απάντηση δεν την υπαγορεύει η Ιστορία ή η πεποίθηση ότι, εφόσον τώρα πια ξέρουμε, έχουμε λάβει τα μέτρα μας, ή τέλος πάντων θα τα λάβουμε αν χρειαστεί. Τη συντάσσει η επιθυμία μας ή, καλύτερα, η βαθιά ανάγκη μας να εμπιστευθούμε εκ νέου τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα, τον εαυτό μας δηλαδή. Να εμπιστευθούμε τη μνήμη του, που σημαίνει την ικανότητά του να μεταφράζει όντως σε μάθος το πάθος, όπως παραμυθητικά μάς διαβεβαιώνει ο Αισχύλος.

Πολλά όμως επιτρέπουν τον φόβο ότι ούτε καν το κορυφαίο πάθημα, το Άουσβιτς, δεν έγινε μάθημα ικανό να αλλάξει ριζικά, οικουμενικά και διά παντός το πνεύμα μας. Γι’ αυτά όμως αύριο.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ