Αρχείο ετικέτας Ιουδαϊσμός

Το πνεύμα του Παύλου

Γράφει ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ

Προσκυνητής στα βήματα του Αποστόλου Παύλου και του Αποστόλου Βαρνάβα ο Πάπας, όπως και ο ίδιος δηλώνει, επισκέπτεται την Κύπρο και την Ελλάδα. Δεν πρόκειται για προσκυνηματικό τουρισμό. Η ουσία του ταξιδιού δεν είναι η γεωγραφία. Είναι η πολιτική. Είναι το πνεύμα του Παύλου, από το οποίο εμφορείται ο Φραγκίσκος. Και άλλοι θρησκευτικοί ηγέτες, όχι μόνο του χριστιανισμού, συνηθίζουν τα κηρύγματα ενός ανθρωπισμού δίχως προαπαιτούμενα και σύνορα. Λίγοι όμως κατορθώνουν τελικά να αποφύγουν την παγίδα της ταύτισης με ένα έθνος ή κράτος.

Ο Ιουδαίος Παύλος συνειδητοποίησε πολύ νωρίτερα από τους άλλους ηγήτορες της νέας θρησκείας, με τους οποίους και συγκρούστηκε, ότι ο χριστιανισμός θα ακμάσει μόνο αν αρνηθεί το δόγμα του περιούσιου εβραϊκού λαού. Μόνο δηλαδή αν απευθυνθεί στο ευρύτατο εθνικό ακροατήριο, σε όλους τους λαούς της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, πρωτίστως δε στους εθνικά υποδουλωμένους και τους δούλους. Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλον όρο από την αποϊουδαιοποίηση, ως πολιτική επιλογή που οργανώνει το επίμονα επαναλαμβανόμενο μήνυμά του προς τους αποδέκτες των επιστολών του.

Προς Κορινθίους Α΄: «Και γαρ εν ενί Πνεύματι ημείς πάντες εις εν σώμα εβαπτίσθημεν, είτε Ιουδαίοι είτε Ελληνες, είτε δούλοι είτε ελεύθεροι, και πάντες εις εν Πνεύμα εποτίσθημεν». Προς Γαλάτας: «Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Ελλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς εις έστε εν Χριστώ Ιησού». Και προς Κολοσσαείς: «Ουκ ένι Ελλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός». Φυσικά και δεν έχουμε εδώ κήρυγμα υπέρ της κοινωνικής ισότητας ή κάποια ενδέκατη εντολή πρώιμου διεθνισμού των αδυνάμων. Η ισότητα των ανθρώπων κατανοείται ενόψει του Χριστού και υπό τον Χριστό. Είναι πνευματική, όχι υλική. Στον καιρό του, όμως, το μήνυμα αυτό ήταν ριζοσπαστικά καινοτόμο.

ΠΗΓΗ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Το χρέος του Λόγου (2)

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

«Αδύνατο και αδιανόητο να υπάρξει Άουσβιτς μετά το Άουσβιτς»; Μακάρι. Επειδή όμως οι εκπλήξεις που μας επιφυλάσσει ο χρόνος είναι πάντα οδυνηρές, ας μην αφήσουμε την ευχή, την επιθυμία, την ελπίδα να μας ναρκώσουν γλυκά, αυτοσυστηνόμενες σαν νόμος της Ιστορίας. Ναι, η «Κόλαση της Τρεμπλίνκα», έτσι όπως την ιστόρησε ο Ρώσος συγγραφέας Βασίλι Γκρόσμαν, σαν ένα εργοστάσιο παραγωγής θανάτου ή σαν σφαγείο-ιμάντα παραγωγής (η συγκλονιστική μαρτυρία του, η πρώτη για στρατόπεδο συγκέντρωσης, κυκλοφορεί στις εκδόσεις Άγρα, μεταφρασμένη από την Αλεξάνδρα Ιωαννίδου), δεν θα ξαναϋπάρξει με πιστό αντίγραφο. Κι ωστόσο… 

Κι ωστόσο, τη στερεότυπη απάντηση περί «αδυνάτου και αδιανοήτου» έδιναν οι Σύμμαχοι, φενακίζοντας και αυτοφενακιζόμενοι, όταν πρωτόμαθαν, από φυγάδες Εβραίους, για τα στρατόπεδα εφαρμογής της «Τελικής Λύσης». «Αδύνατο και αδιανόητο» επαναλάμβαναν και όταν αποκαλύφθηκαν πλήρως οι διάσπαρτες κολάσεις, προτιμώντας να πιστεύουν ότι δεν υπήρχε επιστημονικά οργανωμένο σχέδιο εξολόθρευσης φυλών ολόκληρων, αλλά κάποιος φονικός αυθορμητισμός. «Αδύνατο και αδιανόητο» έλεγαν, ακόμη και μετά τη Νυρεμβέργη, όσοι από τους ηττημένους Γερμανούς ένιωθαν την ανάγκη να κρατηθούν έστω από ένα ψέμα, άλλου τύπου από το χυδαίο ψέμα «εγώ απλώς εκτελούσα εντολές». 

Οι ηττημένοι δεν τόλμησαν επί δεκαετίες να αναψηλαφήσουν τα εγκλήματά τους. Η «ανοικοδόμηση» χρειαζόταν χέρια, ας ήταν σαν εκείνα του «βαρύθυμου» Ες Ες της Τρεμπλίνκα που, όπως ιστορεί ο Γκρόσμαν, «παρηγορούσε τη μελαγχολία του με το να κάθεται στη χωματερή του στρατοπέδου, παραμονεύοντας τους κρατούμενους που έρχονταν κρυφά να φάνε τις πατατόφλουδες και ύστερα να τους ανοίγει το στόμα και να πυροβολεί μέσα». Όσο για τους νικητές Συμμάχους, Δυτικούς και Σοβιετικούς, αυτοί χρειάζονταν επιστημονικά μυαλά. Ας ήταν και ναζιστικά. Γι’ αυτό και αποφασίστηκε να χαμηλώσουν οι τόνοι, ακόμη και να καταχωνιαστούν κινηματογραφημένες μαρτυρίες της φρίκης. 

Για παράδειγμα, το ντοκιμαντέρ που επιμελήθηκε το 1945 ο Άλφρεντ Χίτσκοκ, για το στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν-Μπέλζεν, βρέθηκε στο Πολεμικό Μουσείο του Λονδίνου το 1985 και πρωτοπαρουσιάστηκε ακέραιο μόλις το 2015. Όταν ο αναθεωρητισμός είχε θεριέψει και τα λεπενοειδή που αρνούνταν το Ολοκαύτωμα διεκδικούσαν προεδρίες κρατών.

Από ντροπή, φόβο, κουτοπονηριά ή συμφέρον, δεν μιλήσαμε για το Ολοκαύτωμα στον καιρό του και αμέσως έπειτα. Γι’ αυτό και δεν θα ’χουμε μιλήσει ποτέ αρκετά.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Το χρέος του Λόγου

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΚΑΛΑ

Όσες φορές κι αν μιλήσουμε για το Ολοκαύτωμα, όσα ιστορικά, κοινωνιολογικά και φιλοσοφικά δοκίμια και αν δημοσιευθούν, όσες λογοτεχνικές αναψηλαφήσεις και αν επιχειρηθούν, όσες ταινίες και αν γυριστούν, όσες εκδηλώσεις τιμής και αν γίνουν, πάντοτε θα υπολειπόμαστε δραματικά από το χρέος. Το χρέος του Λόγου, της ομιλίας και της γραφής, για ένα γεγονός που, ακριβώς επειδή χαρακτηρίστηκε «ανείπωτο», μας υποχρεώνει και θα μας υποχρεώνει εσαεί να μιλάμε γι’ αυτό. Κι αν όχι για να κατορθώσουμε κάποια στιγμή αυτό που εξακολουθεί να φαίνεται ακατόρθωτο, δηλαδή να το καταλάβουμε, τουλάχιστον για να δικαιούμαστε να λέμε πως κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε να μην το επαναλάβουμε.

Μα, θα αναρωτηθεί κανείς, «μπορεί να υπάρξει Αουσβιτς μετά το Αουσβιτς;», παραφράζοντας τη γνώμη του Τέοντορ Αντόρνο ότι δεν μπορεί να υπάρξει ποίηση μετά το Αουσβιτς, θα ήταν βαρβαρότητα. Μπορεί να υπάρξει Τρεμπλίνκα μετά την Τρεμπλίνκα; Μαουτχάουζεν μετά το Μαουτχάουζεν; Μπορεί μετά τα πενήντα πανευρωπαϊκώς διεσπαρμένα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης ή/και εξόντωσης να λειτουργήσει ξανά μια φρικαλέα εργοστασιακή αλυσίδα θανάτου, με επιστημονική καθοδήγηση (πόσοι γιατροί ορκισμένοι στον Ιπποκράτη) αλλά και με ανατριχιαστικά ψυχρή καταγραφή των ημερήσιων «επιτυχιών»: τόσες κατσαρίδες στο κρεματόριο, τόσα χρυσά δόντια και χρυσά δαχτυλίδια, τόσα ασημένια μενταγιόν πεντάλφα, τόσοι ασημένιοι σταυροί. Γιατί στα στρατόπεδα αυτά υπήρχαν και Εβραίοι και χριστιανοί –καθολικοί, προτεστάντες, ορθόδοξοι– και «παγανιστές» Τσιγγάνοι. Και όλοι τους αναρωτιόνταν πού είναι ο Θεός τους – πού είναι ο Θεός. Όπως συνεχίζουμε να αναρωτιόμαστε όλοι μας, πιστεύοντες και μη. 

Η πρώτη, αυθόρμητη απάντηση είναι αρνητική: Όχι, δεν μπορεί, είναι αδύνατο να υπάρξει Αουσβιτς μετά το Αουσβιτς, επειδή είναι αδιανόητο. Την αρνητική απάντηση δεν την υπαγορεύει η Ιστορία ή η πεποίθηση ότι, εφόσον τώρα πια ξέρουμε, έχουμε λάβει τα μέτρα μας, ή τέλος πάντων θα τα λάβουμε αν χρειαστεί. Τη συντάσσει η επιθυμία μας ή, καλύτερα, η βαθιά ανάγκη μας να εμπιστευθούμε εκ νέου τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα, τον εαυτό μας δηλαδή. Να εμπιστευθούμε τη μνήμη του, που σημαίνει την ικανότητά του να μεταφράζει όντως σε μάθος το πάθος, όπως παραμυθητικά μάς διαβεβαιώνει ο Αισχύλος.

Πολλά όμως επιτρέπουν τον φόβο ότι ούτε καν το κορυφαίο πάθημα, το Άουσβιτς, δεν έγινε μάθημα ικανό να αλλάξει ριζικά, οικουμενικά και διά παντός το πνεύμα μας. Γι’ αυτά όμως αύριο.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ιερωμένοι και ιερωμένοι

Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΤΖΙΜΑ

Την επομένη της φετινής «πορείας μνήμης στη Θεσσαλονίκη», με αφορμή τη συμπλήρωση 75 χρόνων από την αναχώρηση του πρώτου από τους δεκατρείς συρμούς που μετέφεραν Εβραίους της πόλης προς εξόντωση στο Άουσβιτς – Μπίρκεναου, έλαβα ένα e-mail: «Αγαπητέ κ. Τζίμα. Έμεινα έκπληκτος όταν είδα στις ειδήσεις ότι στην εκδήλωση στον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Θεσσαλονίκης έλειπαν εκπρόσωποι της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Τι μπορούμε να κάνουμε για να διορθώσουμε αυτή την απαράδεκτη, για μένα, συμπεριφορά; Ως εκπρόσωπος της Ιεράς Μητροπόλεως Γερμανίας στα Βαυαρικά Στρατόπεδα Συγκέντρωσης και ως αρμόδιος ορθόδοξος κληρικός για  το Στρατόπεδο Νταχάου, αισθάνομαι λύπη και οργή. Πατήρ Απόστολος».

Τον αποστολέα, πρωτοπρεσβύτερο στη Βαυαρία της Ορθοδόξου Μητροπόλεως Γερμανίας, Απόστολο Μαλαμούση, τον είχα γνωρίσει στο Μόναχο και είχα εκπλαγεί από την ακάματη δράση του για τον συνάνθρωπο. Πρώτος στο πλευρό των εχόντων ανάγκη, ανεξαρτήτως χρώματος, θρησκείας, εθνικότητας. Όταν έφταναν οι πρόσφυγες από τη Συρία στην ιστορική «γραμμή 11», στον σταθμό του Μονάχου –όπου κατά τη δεκαετία του ’60 αποβιβάζονταν οι αποστολές με τους Έλληνες gastarbeiter–, αυτός ήταν εκεί, για να μοιράσει τρόφιμα και να εμψυχώσει τους κατατρεγμένους.

Σπεύδει με κάθε ευκαιρία στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης για να τελέσει τρισάγιο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών που εξοντώθηκαν εκεί. Μαζί με τον μουφτή και τον ραββίνο του Μονάχου οργανώνουν εκδηλώσεις, διαλέξεις και πορείες εναντίον του ρατσισμού. Φαίνεται όμως ότι αλλιώς «διαβάζει» η Ορθόδοξη Εκκλησία στη Γερμανία το Ευαγγέλιο και αλλιώς στην Ελλάδα.

Ο ίδιος φρόντισε να μου υπενθυμίσει την «γκρίζα» στάση της Εκκλησίας στο θέμα των Εβραίων, αποστέλλοντας απόσπασμα από πρόσφατη ομιλία του μητροπολίτη Δημητριάδος Ιγνατίου. «Με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι χριστιανικές κοινότητες, οι εκκλησίες στη Δύση και την Ανατολή, ελάχιστα έπραξαν, αν δεν συνεργάστηκαν ανοιχτά με τους χιτλερικούς δολοφόνους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, δυστυχώς, δεν ξέφυγε κατά πολύ από αυτό τον κανόνα. Οι φωτεινές μορφές του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Δαμασκηνού, του μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσοστόμου, του μητροπολίτη Χαλκίδας Γρηγορίου και του προκατόχου μας μητροπολίτη Δημητριάδος Ιωακείμ φωτίζουν τα σκότη εκείνα και μας γεμίζουν ελπίδα». Και του π. Απόστολου, θα προσθέταμε εμείς, αναφερόμενοι στο σήμερα.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Γνωρίστε τους Εβραίους εκ των ένδον με το «Σσουλχάν Αρούχ»

Του ΜΙΧΑΛΗ Ν. ΚΑΤΣΙΓΕΡΑ

Ο Ισαάκ Μιζάν, ένας καλός και συνετός άνθρωπος, Έλληνας Εβραίος σεφαραδίτης, με την οικογένειά του ριζωμένη στην Ελλάδα από την προ Χριστού εποχή, παρούσα σε αγώνες του έθνους, επιχειρεί με επιτυχία ένα τιτάνιο έργο. Έχοντας πίσω του λαμπρές σπουδές στη Γαλλία, στην Ελβετία και στο Ισραήλ, είχε μαζί με την πλούσια εμπειρία του όλες τις δυνατότητες για να δώσει στο ελληνόφωνο κοινό πρόσβαση σε ένα χρηστικό και λειτουργικό βιβλίο. Αλήθεια, πόσοι από μας χριστιανοί δεν αναρωτηθήκαμε τι πιστεύουν, πώς λατρεύουν τον Θεό οι Εβραίοι, ποια είναι τα έθιμά τους στην καθημερινή τους πρακτική ζωή;

Γοητευτικές απαντήσεις

Διαβάζοντας το εκ 550 σελίδων πόνημα του ραββίνου Μιζάν, ο Έλληνας αναγνώστης όχι μόνο παίρνει σαφείς, γοητευτικές και εν πολλοίς απολαυστικές απαντήσεις σε θρησκειολογικά θέματα –με έμφαση π.χ. στην αθανασία της ψυχής–, αλλά και σε θέματα σχετικά «πιο πεζά», που έχουν την ισχυρή συμβολική σημασία τους στον καθημερινό βίο των Εβραίων συμπολιτών μας. Ο ραββίνος Ισαάκ Μιζάν επέλεξε ως έγκυρο «όχημα» επαφής των αναγνωστών του με το αντικείμενό του, το Σσουλχάν Αρούχ, τον κώδικα του εβραϊκού νόμου (Αλαχά), τον πλέον διαδεδομένο παγκοσμίως ερμηνευτικό οδηγό των νόμων της εβραϊκής θρησκείας. Ο κώδικας αυτός, μαζί με τα επεξηγηματικά σχόλια που περιλαμβάνει, αποτελεί την πληρέστερη συλλογή εβραϊκών κανόνων που γράφτηκε ποτέ.

Όπως αναφέρεται, «πρόκειται για σειρά νόμων ηθικής συμπεριφοράς και κοινωνικών αρχών, που ορίζουν τον ρόλο και τις υποχρεώσεις του Εβραίου απέναντι στον συνάνθρωπο, στον Θεό και στην κοινωνία, και τον οδηγούν στην ενάρετη και ηθική ζωή που βασίζεται στον θεμέλιο λίθο της εβραϊκής θρησκείας, που δεν είναι άλλος από το ρητό “αγάπα τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου”». Οι νόμοι δεν αναφέρονται μόνο σε θεωρητικά ή μεταφυσικά σχήματα. Περιλαμβάνονται νόμοι για τη διατροφή (Κασερούτ), τη διαχείριση των τροφίμων και την υγιεινή. Έτσι, για τον μη Εβραίο αναγνώστη το βιβλίο αυτό προκαλεί ένα πρόσθετο ενδιαφέρον.

Πόσοι δεν θα θέλαμε να γνωρίσουμε, στον βαθμό του δυνατού, τους Εβραίους γείτονές μας εκ των ένδον;

Ένα παράδειγμα: τις προάλλες (21-22 Σεπτεμβρίου 2017) ήταν η εβραϊκή Πρωτοχρονιά, η λεγόμενη Ροσς Ασσανά. Ο ραββίνος μάς αποκάλυψε: «Τις δύο νύχτες του Ροσς Ασσανά, στο τραπέζι τρώμε κάποια φρούτα και λαχανικά που συμβολίζουν τη νέα χρονιά. Λέμε “Κιντούσς”, κάνουμε “Νετιλά” και “Αματσί”, μόνον που αντί να βουτήξουμε το ψωμί στο αλάτι, το βουτάμε στη ζάχαρη ή στο μέλι. Μετά φέρνουμε στο τραπέζι φρούτα και λαχανικά (μήλο γλυκό, πράσα, κοκκινογούλι, χουρμάδες, κολοκύθα) που “απωθούν” το κακό, καθώς και ψάρι και κεφαλάκι αρνιού ή ψαριού, το οποίο συμβολίζει πάντοτε την επιθυμία μας να πρωτοπορούμε. Να προσθέσουμε ότι το τραπέζι πρέπει να είναι καλοστρωμένο και η λάμπα αναμμένη για την τελετή».

Έτσι λοιπόν από το «Σσουλχάν Αρούχ», το «Στρωμένο τραπέζι» του βιβλίου, παίρνουμε το φως εκ των ένδον της εβραϊκής λυχνίας για τον βίο των Εβραίων φίλων μας.

Αναμφίβολα και πέρα από τα παραπάνω, αυτό το βιβλίο έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό στη θρησκευτική βιβλιογραφία του τόπου μας.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ