Αρχείο ετικέτας Αθεΐα

Ανάσταση και Επανάσταση! Ας το σκεφτούμε…

Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου / Δρ. Θεολογίας – Διευθυντής του περιοδικού Σύναξη

«Καλή Ανάσταση!»

Ξεχείλισε γύρω μας η ευχή, καθώς ζύγωνε το Πάσχα! Και προσοχή: Την διατύπωναν και ένθεοι και άθεοι. Άλλοι κυριολεκτικά, άλλοι μεταφορικά, πάντως όλοι έδωσαν την ευχή, κι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία: Φανερώνει κάτι πολύ περισσότερο από την στεγνή ευχή «χρόνια πολλά», που απλώς μιλούν για στεγνή επιβίωση. Η «Καλή Ανάσταση» όμως μαρτυρά δίψα για ζωή της προκοπής, ελπίδα για ζωή αληθινή, απελευθερωμένη από κάθε θανατίλα!

Δυο σκέψεις έχω, ωστόσο:

Και η έννοια της Ανάστασης και η έννοια της Επανάστασης (θυμίζω ότι η επανάσταση νοείται ως ανατολή ενός νέου κόσμου, όπου το άδικο θα τερματιστεί) είναι αδιανόητες δίχως τον Χριστιανισμό. Είτε δέχεται είτε δεν δέχεται κάποιος τη χριστιανική πίστη, η έννοια της Ανάστασης και της ποθούμενης κατάργησης του κακού (σε κάθε του μορφή) αποτελεί χριστιανική συμβολή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Εξηγούμαι:

Οι «αναστάσεις» που παρουσιάζονται σε άλλες θρησκείες και φιλοσοφίες είναι εντελώς άλλο πράγμα. Σ’ αυτές ο χρόνος είναι κυκλικός, πράγμα που σημαίνει ότι ο κόσμος για πάντα θα υπάρχει με τον τρόπο που υπάρχει τώρα. Η Περσεφόνη «ανασταίνεται» μεν κάθε άνοιξη, αλλά αυτό σημαίνει ότι ξαναπεθαίνει άλλες τόσες φορές! Ο κύκλος είναι αιώνιος κι αδιάρρηκτος, και ο θάνατος ακατάργητος. Αντίστοιχα, αιώνια συνυπάρχουν το δίκιο και η αδικία. Στο κυκλικό μοντέλο, το δίκιο αντιπαλεύει μεν την αδικία, αλλά δεν κυριαρχεί οριστικά ποτέ. Με δυο λόγια, στο μοντέλο αυτών των πεποιθήσεων, ένας   ά λ λ ο ς     κόσμος    δ ε ν   είναι εφικτός.

Αντιθέτως, η Βίβλος και ο Χριστιανισμός έφεραν την έννοια της ευθύγραμμης (ή μάλλον: της σπειροειδούς) πορείας του χρόνου, δηλαδή της πορείας του κόσμου προς ένα μέλλον το οποίο δεν έχει ξαναϋπάρξει. Έφεραν δηλαδή την έννοια της πορείας προς το απόλυτα καινούργιο! Κι επειδή όλοι οι κόποι του ανθρώπου (ακόμα και οι πιο υπέροχοι) υποτάσσονται τελικά στον θάνατο, γι’ αυτό η Ανάσταση επιτεύχθηκε από τον κορυφαίο αλληλέγγυο, από έναν Θεό ο οποίος δεν επισκέφθηκε απλώς τον κόσμο, αλλά έκανε τον κόσμο εαυτό του (αυτό σημαίνει η ευαγγελική επιμονή ότι η ενανθρώπιση ήταν πραγματική, και όχι περαντζάδα ή virtual reality). H Ανάσταση πραγματώθηκε από τον συμπάσχοντα και αλληλέγγυο Θεό ο οποίος, μέσω της πράξης του, θανατώνει τον θάνατο και προσφέρει στους ανθρώπους μια δυνατότητα, η οποία δεν μπορεί να προκύψει από την ανθρώπινη φθαρτότητα. Και είναι μια δυνατότητα, την οποία ο άνθρωπος καλείται να τη δεχτεί όχι μοιρολατρικά, αλλά με την απόφασή του και με την πράξη του! Να την κάνει τρόπο ζωής. Ναι! Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός! Αυτό σημαίνει σπάσιμο του κύκλου και τίναγμα του ταξιδιώτη κόσμου προς το ακατόρθωτο. Ιδού η έννοια της επ-ανάστασης!

Η χριστιανική ιδιαιτερότητα έγκειται στο ότι δεν αφορά απλώς ένα όραμα για αλλαγή του κόσμου, αλλά συνδέει αυτό το όραμα με την ύπαρξη και τη δράση Θεού. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι η ανθρώπινη ιστορία ανοίγεται σ τ ο  ά π ε ι ρ ο ! Ξέρουμε πολύ καλά ότι, όποτε οι άνθρωποι μάνιασαν, μέσα σε μια ναρκισσιστική επαναστατικότητα, να ορίσουν και να επιβάλουν το τέρμα της ιστορίας, γεννήθηκαν τυραννίες. Το ζήτημα, λοιπόν, είναι ένας τρόπος ζωής στην καθημερινότητα, εμπνευσμένος από τη ρήξη με τον θάνατο, ένας τρόπος ζωής που να φέρνει στο σήμερα το φως της Ανάστασης, ένας τρόπος ζωής ανοιχτός στην ελευθερία, τη δημιουργικότητα, την ευθύνη και τον αναστοχασμό. Να έχει δηλαδή μια επαναστατικότητα που να μην ξεψυχά δημιουργώντας ένα νέο κατεστημένο (άντε πάλι κύκλος!), αλλά που να κρίνει κάθε νέο κατεστημένο, και που να μη θέλει με το στανιό να φράξει την ιστορία. Είναι πάρα πολύ σημαντικό το να μη είναι η Δευτέρα Παρουσία στο τσεπάκι κανενός, αλλά να αποτελεί εξορισμού την έκπληξη.

Όσοι δηλώνουν Χριστιανοί, είναι τραγικό αν γιορτάζουν την Ανάσταση σαν ξόρκι που δεν διαποτίζει τη ζωή, και σαν φολκλόρ ανώδυνο. Τόσο ανώδυνο, που να μην τους εμποδίζει να στρατεύονται καθημερινά με τις δυνάμεις της μισαλλοδοξίας, της αδικίας και του αποκλεισμού (δηλαδή με τις δυνάμεις του θανάτου). Οι φριχτές αυτοαναιρέσεις είναι βαρύ ποινικό-πνευματικό μητρώο για μας τους θρήσκους!

Κι όσοι δηλώνουν άθεοι και πρόθυμοι για επανάσταση, ας σκεφτούν τη σκέψη μου αυτή. Πιθανολογώ ότι θα ακουστεί πολύ στρατευμένη, αλλά είναι απλώς βγαλμένη απ’ την ψυχή μου, προς ανθρώπους ψυχωμένους: Αν το άπειρο του Θεού δεν υπάρχει, τότε η επανάσταση θα είναι απλώς επαναστασούλα, προορισμένη να συντριβεί στο μπετόν αρμέ του τέλους μας. Από τη μια να θέλεις το σπάσιμο του φυσιοκρατικού κύκλου, κι από την άλλη να μην αντέχεις το άνοιγμά του, είναι τουλάχιστον αυτοτραυματισμός, φίλοι!

Ζητώ, λοιπόν, το ασύνηθες. Ζητώ από όσους εύχονταν «Καλή Ανάσταση», να σκεφτούν πόσο ουσιαστικό θα είναι, από την Κυριακή του Πάσχα, να λένε: «Χριστός Ανέστη!». Το «Χριστός Ανέστη» δεν είναι ευχή! Είναι δήλωση. Είναι κατάφαση του ότι, ναι, η ευχή που μέχρι χθες έδινα («καλή Ανάσταση») δεν ήταν κενή από νόημα, δεν ήταν κούφιο σχήμα λόγου για θνησιγενείς ομορφιές και για ελπίδες με ημερομηνία λήξης. Είναι, αντιθέτως, διαβεβαίωση ότι η Ανάσταση είναι κυριολεκτικά το μέλλον.  

ΠΗΓΗ

Αποικία Ορεινών Μανιταριών

ΘΕΣΕΙΣ, ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ: ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ Θ. Ι. ΡΗΓΙΝΙΩΤΗ: «Επιστολή προς τον σκεπτόμενο άθεο»

Του Γ. Μ. ΒΑΡΔΑΒΑ· Θεολόγου 3ου ΓΕΛ Ηρακλείου
Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Λεξίτυπον» το νέο πόνημα του γνωστού θεολόγου εκ Ρεθύμνης Θ. Ι. Ρηγινιώτη με τίτλο: «Επιστολή προς τον σκεπτόμενο άθεο». Η προβληματική που απασχόλησε το συγγραφέα στο μυθιστόρημα του Εναντίον του Θεού (εκδόσεις Όμορφος Κόσμος, Ρέθυμνο 2006, βλ. σχετικό σημείωμα μας για το βιβλίο στην εφημερίδα «Πατρίς», αρ. φ. 17991/20-12-2006, σελ. 16) εδώ επεκτείνεται και διευρύνεται σε μια εξαντλητική διαπραγμάτευση. Στόχος του συγγραφέα είναι να πραγματώσει έναν οιονεί διάλογο με τον «σκεπτόμενο άθεο» της εποχής μας. Ο παραπάνω όρος δεν χρησιμοποιείται τυχαία από το συγγραφέα, δοθέντος του γεγονότος, ότι υπάρχουν άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως «άθεοι» αλλά εμφορούνται από τέτοιο βαθμό φανατισμού και καχυποψίας που καθιστούν απαγορευτική κάθε καλοπροαίρετη απόπειρα διαλόγου. Τα άτομα αυτά εμμένοντας με δογματισμό στις αθεϊστικές τους βεβαιότητες ουσιαστικά εγκλωβίζονται στην «απόλυτη αλήθεια» της «πίστης» τους στην ανυπαρξία του Θεού. Το οντολογικό ερώτημα, ωστόσο, είναι διαχρονικό και δεν προσφέρεται για επιδερμικές προσεγγίσεις ή ιδεολογικοποιημένες απολυτοποιήσεις του τύπου «άσπρο-μαύρο». Πέραν τούτου, σαφώς υπάρχουν και καλοπροαίρετοι άνθρωποι που μπορεί να δηλώνουν άθεοι, άθρησκοι, άπιστοι, αγνωστικιστές, σχετικιστές, σκεπτικιστές κ.α.π. (δικαίωμα τους βεβαίως, ελεύθεροι άνθρωποι είμαστε, δεν είναι εδώ Ιράν, όπως διατείνονται ορισμένοι) αλλά είναι ανοικτοί έμπρακτα στο διάλογο και τη γόνιμη ανταλλαγή επιχειρημάτων και απόψεων. Οι συγκεκριμένοι έχουν μια αρετή: έχουν μάθει να ακούνε και να σέβονται τη γνώμη του άλλου, ακόμα κι αν διαφωνούν· είναι με άλλα λόγια απροκατάληπτοι,γεγονός καθόλου αυτονόητο στους χαλεπούς καιρούς μας. Για να μην παρεξηγηθούμε, οι ανωτέρω παρατηρήσεις ισχύουν ενίοτε και για όσους δηλώνουν «ένθεοι», «πιστοί» κ.α.π., που δεν έχουν διάθεση να ακούσουν την αντίθετη άποψη αλλά θωρακίζονται πίσω από τις «βεβαιότητες» τους. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι εν λόγω έχουν κατασκευάσει έναν χριστιανισμό «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν» τους, έναν χριστιανισμό φονταμενταλιστικό και παραδοσιαρχικό, που δεν έχει καμιά σχέση με τον αυθεντικό χριστιανισμό.
Ο συγγραφέας προσπάθησε με τρόπο τω όντι εξαντλητικό να παρουσιάσει στα δοκίμια του την αυθεντική ορθοδοξία (αποστασιοποιούμενος επιτυχημένα από τις πολυποίκιλλες παραφθορές της), δίδοντας τη ζωντανή μαρτυρία της στους ρευστούς μετανεωτερικούς καιρούς μας. Είναι νομίζουμε γνωστό ότι λάθος εικόνα περί ορθοδοξίας έχουν διαμορφώσει τόσο οι «ένθεοι», όσο και οι «άθεοι». Οι πρώτοι εμμένουν σε μια παραδοσιαρχία που εκβάλλει στη λογική των αλήστου μνήμης θρησκευτικών οργανώσεων ή σε έναν πιετισμό προτεσταντικού τύπου ή σε έναν υφέρποντα φονταμενταλισμό που εγγίζει τα όρια του παλαιοημερολογητισμού. Φαίνεται, ωστόσο, να απουσιάζει η μέση οδός αφού από την άλλη πλευρά υπάρχει η λεγόμενη «εκσυγχρονιστική» μερίδα που εμμένει σε μια ελιτίστικη πρόσληψη της θεολογίας, καθιστώντας την τελευταία «θεολογία του σαλονιού», μια θεολογία για λίγους και εκλεκτούς θεολογίζοντες, στα όρια της σέκτας, μη έχουσα σχέση με τα προβλήματα, τα βάσανα, τις ανάγκες και τις πνευματικές ανησυχίες του λαού μας. «Αλλά ταύτα περιττά», καθότι γνωστά για να θυμηθώ την εισαγωγή του βιβλίου (σελ. 11). Από την άλλη πλευρά, η μερίδα των «αθέων» προσλαμβάνει στη συντριπτική της πλειοψηφία το χριστιανισμό με τους όρους της δυτικής σκέψης και διανόησης αγνοώντας το κοσμοσυστημικό ελληνικό παράδειγμα: αγνοούν πεισματικά και με ιδεολογική προκατάληψη το γεγονός ότι στον ελληνικό χώρο ποτέ δεν βιώσαμε φεουδαρχία, ιερά εξέταση, θρησκευτικούς πολέμους κ.α.π. αλλά αντιθέτως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας άκμασαν οι ελληνικές κοινότητες, τα λεγόμενα κοινά, που όπως επαρκώς έχει αποδείξει ο καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης ήταν αυτοδιοίκητες, ήταν «κοινωνίες εν ελευθερία». Όλα αυτά αγνοούνται παντελώς και υιοθετούνται μεταπρατικά τα δυτικά ιδεολογήματα (E. Hobsbawm, B. Anderson, J. P.Fallmerayer κλπ)
Ο συγγραφέας δεν αγνοεί ότι ζούμε σε καιρούς μεταχριστιανικούς (βλ. σελ. 11) αλλά εκείνο που θέλει να μεταδώσει στον αναγνώστη είναι η αυθεντική ορθοδοξία, η πνευματική κληρονομιά της καθ’ ημάς Ανατολής, η παρακαταθήκη της νηπτικής και ασκητικής θεολογίας των αγίων, των οσίων και όλων όσοι διέβησαν τη χαρισματική οδό μέσω των τριών σταδίων (κάθαρση, φωτισμός, θέωση, βλ. μεταξύ πολλών, σελ. 221 κ.ε.), που όμως δεν πρέπει να απολυτοποιούνται, ούτε να ιδεολογικοποιούνται.
Eνθυμούμενος τις πολυποίκιλλες παραφθορές του χριστιανισμού ο συγγραφέας παραθέτει τα παρακάτω σοφά λόγια του π. Ι. Ρωμανίδη στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: «Αν η Ορθοδοξία ήταν αυτή που διδάσκουν τα νεοελληνικά εγχειρίδια, εγώ σήμερα θα ήμουν άθεος».Αξίζει στο σημείο αυτό να θυμηθούμε τις καίριες επισημάνσεις του Χρήστου Γιανναρά: «Ἄν ὁ Θεὸς ὁριζόταν μὲ τοὺς κανόνες τῆς συλλογιστικῆς τῶν Σχολαστικῶν, μὲ τὶς ἐπιταγὲς ἀναγκαιότητας τοῦ νευτώνειου κοσμοειδώλου, μὲ τὶς κανονιστικὲς ἀπαιτήσεις ἤ ἠθικὲς σκοπιμότητες τῶν Διαφωτιστῶν, θὰ ἦταν «θεὸς» ὑποδεέστερος καὶ τῆς ἔκπληξης τοῦ ὑποατομικοῦ πεδίου. Τὸ συμπαντικὸ θαῦμα καὶ δράμα τῆς ἐλευθερίας μεταγραμμένο σὲ ψευδαισθήσεις εἰδωλοποιημένης αὐτάρκειας. Κι ὁ ἔρωτας κενὸ στολισμένο αἰσθήματα». (Χρ. Γιανναρά, Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων, εκδόσεις Δόμος, Αθήνα 2003, σελ.101)
Το βιβλίο περιλαμβάνει δοκίμια του συγγραφέα που έχουν δημοσιευθεί κατά καιρούς σε διάφορα έντυπα και ιστοσελίδες στο διαδίκτυο αλλά έχουν ξαναδουλευθεί και πήραν την τελική τους μορφή στο εν λόγω έργο.
Στο Α’ μέρος του βιβλίου (σελ. 15-125) με τίτλο «Η περί Θεού επιστήμη» ο συγγραφέας προσπαθεί να προσεγγίσει το περί Θεού ερώτημα μέσα από την ορθόδοξη προοπτική. Αναλύονται εξαντλητικά πλήθος συναφών θεμάτων εκ των οποίων σταχυολογούμε ελάχιστα μόνο εν συνεχεία: α) Ο νεώτερος αθεϊσμός (σελ. 18-22), β) Η γνώση του Θεού (σελ. 19, 45 κ.ε. και αλλ.), γ) Ορθοδοξία και Δύση (σελ. 22-28), δ) Περί αγάπης (σελ. 28 κ.ε., σελ. 40 κ.ε. και αλλ.), ε) Ήθος και ηθικισμός (σελ. 30-39), στ) Το ασκητικό βίωμα στο χριστιανισμό (σελ. 50 κ.ε., σελ. 59 κ.ε.), ζ) Η αποφατική θεολογία (σελ. 52), η) Η θεολογία ως θεοπτία (σελ. 55), θ) Ψευδείς πνευματικές εμπειρίες στην ορθοδοξία (σελ. 73 κ.ε.), ι) Η διάκριση των πνευμάτων (σελ. 90 κ.ε.), ια) Περί πίστεως (σελ. 105 κ.ε.).
Στο Β΄ μέρος του βιβλίου (σελ. 129-232) με τίτλο «Ιχνηλασίες σε μύθους και αλήθεια» ο συγγραφέας αναφέρεται σε ορισμένους αντιχριστιανικούς μύθους, τους οποίους και ανατρέπει τεκμηριωμένα, ενώ παράλληλα τον απασχολούν δογματικά και λειτουργικά θέματα. Ο πιο κλασικός εξ αυτών των μύθων, που επανέφερε στο προσκήνιο προ ετών η -ήδη ξεπερασμένη- μόδα του «ντανμπραουνισμού», αναφέρει ότι δήθεν ο χριστιανισμός που ξέρουμε πήρε την τελική του μορφή στην Α’ Οικουμενική σύνοδο της Νικαίας (325) από τον Μ. Κωνσταντίνο. Ο συγγραφέας ανατρέπει με πλήρη τεκμηρίωση τον εν λόγω μύθο (σελ. 129-134).
Τα ζητήματα της τριαδολογίας και της χριστολογίας, που αποτελούν την πεμπτουσία της ορθοδόξου διδασκαλίας, απασχολούν ιδιαίτερα το συγγραφέα (σελ. 135-162). Αναφέρεται αναλυτικά στις μαρτυρίες για την Αγία Τριάδα της Βίβλου (Παλαιάς και Καινής Διαθήκης) και στις μαρτυρίες των πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων της μεταποστολικής εποχής.
Το ακανθώδες ζήτημα των σχέσεων θρησκείας και επιστήμης απασχολεί ιδιαίτερα το συγγραφέα (βλ. σελ. 162-182), ο οποίος αναφέρεται στην εικονολογική γλώσσα του βιβλίου της Γενέσεως, στους ποικίλλους ανθρωπομορφισμούς αλλά και στις σχετικές αναφορές της πατερικής ερμηνευτικής, χωρίς να παραλείπει να αναφερθεί στο απαράδεκτο του δημιουργισμού και του εξ ΗΠΑ ορμώμενου «ευφυούς σχεδιασμού» (σελ. 179). Παράλληλα τονίζει ότι θρησκεία και επιστήμη έχουν διακριτούς ρόλους και δεν πρέπει να εμπλέκεται η μια στα ζητήματα της άλλης. Διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει απόλυτη εμμένεια στις επιστημονικές διατυπώσεις (πρβλ π.χ. κβαντομηχανική, εντροπία, απροσδιοριστία κλπ): «(…) ο επιστημονικός κόσμος συνειδητοποιεί ότι υπάρχει μια πλευρά της πραγματικότητας -η πιο θεμελιώδης- απρόσιτη στην ανθρώπινη κατανόηση, καθότι εντελώς διαφορετική από την καθημερινή μας εμπειρία(…)» (σελ. 171). Κατά συνέπεια η ενδεχομενικότητα και η πιθανότητα αμβλύνουν τις όποιες θετικιστικές βεβαιότητες, όπως χαρακτηριστικά έχει επισημάνει ο γνωστός φυσικός Paul Davies: «Η επιστήμη, μέσω της κβαντικής μηχανικής, έχει σχεδόν διαψεύσει τον ισχυρισμό ότι «κάθε συμβάν έχει μια αιτία». (…) Η συμπεριφορά των υποατομικών σωματιδίων είναι γενικά απρόβλεπτη. Δεν γίνεται να είστε σίγουροι τι πρόκειται να κάνει ένα σωματίδιο από τη μια στιγμή στην άλλη» (Paul Davies, Θεός και μοντέρνα φυσική, β’ έκδοση, εκδόσεις Κάτοπτρο, Αθήνα 2009, σελ. 67).
Το συγγραφέα απασχολούν ακόμη καίρια θέματα λειτουργικής θεολογίας (σελ. 182-197), ιεραποστολικής στην Αφρική (Ουγκάντα- Κένυα, σελ. 197-207) και σωτηριολογίας (ένα σημαντικό δοκίμιο που δημοσιεύεται στις σελ. 208-232). Σχετικά με τη «μέση κατάσταση των ψυχών» (σελ. 225 κ.ε.) υπενθυμίζουμε ότι συνιστά θεολογούμενο για την ορθόδοξη εκκλησία.
Στον Επίλογο του βιβλίου δημοσιεύεται μια λίαν ενδιαφέρουσα «Επιστολή σε γονιό, που η έφηβη κόρη του είναι έγκυος» (σελ. 233-237) και ακολουθεί αναλυτική Βιβλιογραφία. 
Συνελόντι ειπείν, το βιβλίο αποτελεί ένα εξαιρετικό οδηγό για τον αυθεντικό χριστιανισμό μακριά από παραφθορές, παραναγνώσεις, «ιδιωτικές θεολογίες», θεολογισμούς, ηθικισμούς και εστετισμούς. Θα κλείσουμε με μια σπουδαία φράση του συγγραφέα: «(…) ο άνθρωπος καθώς γίνεται άγιος, είναι ουσιαστικά ελεύθερος, άσχετα από τις εξωτερικές συνθήκες ζωής του» (σελ. 33, υποσημείωση 24). Τεράστιο το διακύβευμα. Αντέχετε;
[Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Χανιώτικα Νέα», αρ. φ. 15808/13-7-2019, σελ. 42].

Σε αναζήτηση θρησκείας χωρίς Θεό

Του ΣΤΕΛΙΟΥ ΒΙΡΒΙΔΑΚΗ

Πριν από μερικά χρόνια παρακολουθήσαμε έντονες συζητήσεις στον δημόσιο χώρο με αφορμή την εμφάνιση ενός ρεύματος μαχητικού αθεϊσμού. Οι εκφραστές αυτού του ρεύματος (μεταξύ άλλων, οι Ρίτσαρντ Ντόκινς, Kρίστοφερ Χίτσενς και Ντάνιελ Ντένετ) πρόβαλλαν αρκετά γνωστά επιχειρήματα, κυρίως κατά της πίστης στον Θεό των μονοθεϊστικών θρησκειών. Επεδίωκαν να στηρίξουν ακραιφνείς εκδοχές του νεωτερικού φυσιοκρατικού κοσμοειδώλου και των κοσμικών ιδεωδών των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών. Αντιδρούσαν, μεταξύ άλλων, στην αναβίωση συντηρητικών ή και φονταμενταλιστικών αντιλήψεων, με λιγότερο ή περισσότερο επικίνδυνες πολιτικές εκφάνσεις, όπως η ισλαμική τρομοκρατία.

Είναι δύσκολο να εκτιμήσει κανείς την επίδρασή τους στην ενίσχυση αθεϊστικών πεποιθήσεων, οι οποίες, ούτως ή άλλως, είναι ευρέως διαδεδομένες στον υλιστικό, εκκοσμικευμένο πολιτισμό μας που έχει κυριαρχήσει σε ένα απομαγευμένο κόσμο. Ωστόσο, οι αντιπαραθέσεις οι οποίες προέκυψαν εμπλούτισαν τον σχετικό προβληματισμό και κατέστησαν προφανή την ανάγκη να επεξεργαστούμε εναλλακτικές αντιλήψεις της θρησκείας και της έννοιας του Θεού.

Μιλώντας για θρησκεία, μπορεί να αναφέρεται κανείς σε ένα σύνολο πεποιθήσεων με οντολογικό περιεχόμενο που συνήθως παραπέμπουν σε μια υπερβατική διάσταση, καθώς και σε χαρακτηριστικά βιώματα και λατρευτικές-τελετουργικές πρακτικές, οι οποίες αναδεικνύουν αξίες και αρχές οργάνωσης του βίου. Αυτές οι όψεις του θρησκευτικού φαινομένου είναι συμπληρωματικές, με διαφορετική έμφαση στη μία ή την άλλη, ανάλογα με τη συμμετοχή σε κάποια μορφή ζωής ή πολιτισμική παράδοση, και με την ερμηνευτική προσέγγιση που την προσδιορίζει.

Είναι πάντως κατανοητό πως η σημασία της θρησκείας δεν έγκειται τόσο στις μεταφυσικές πεποιθήσεις για την ύπαρξη ενός υπέρτατου Όντος ή πνευμάτων με υπερφυσικές ιδιότητες, όσο στη λειτουργία που οι σχετικές πεποιθήσεις επιτελούν στη ζωή ατόμων και κοινωνιών. Έτσι, για παράδειγμα, σύμφωνα με αυτή την άποψη, εκείνο που μετράει, ή θα έπρεπε να μετράει περισσότερο για ένα χριστιανό, δεν είναι τόσο η διδασκαλία για τη φύση του Τριαδικού Θεού, την Ανάσταση εκ νεκρών και τη μετά θάνατον ζωή, όσο το πρακτικό αντίκρισμα των σχετικών δογμάτων και η νοηματοδότηση και καθοδήγηση του βίου την οποία καθιστούν δυνατή.

Για ορισμένους φιλοσόφους που διευρύνουν και προεκτείνουν αυτή τη γραμμή σκέψης, ενδιαφέρουν πρωτίστως, η αξιακή-πνευματική υφή της θρησκευτικής στάσης ζωής και όχι οι συγκεκριμένες οντολογικές τοποθετήσεις που τη συνοδεύουν, οι οποίες βρίσκονται στο στόχαστρο παλαιών και πρόσφατων αθεϊστικών επιθέσεων. Η θρησκεία δεν ανταγωνίζεται την επιστήμη, προβάλλοντας εναλλακτικές κοσμολογικές και ανθρωπολογικές υποθέσεις που αντιστρατεύονται ευθέως τα πορίσματα της φυσικής ή της βιολογίας. Βέβαια, για την υιοθέτηση μιας στάσης ζωής η οποία αναγνωρίζει στον κόσμο τη διάσταση της ιερότητας, με ηθικές υποδηλώσεις για τις βασικές υπαρξιακές μας επιλογές, απαιτείται η εγκατάλειψη ακραίων φυσιοκρατικών αντιλήψεων. Οι τελευταίες απολυτοποιούν το γνωστικό κύρος της επιστήμης και εξαντλούν την προσπέλαση της πραγματικότητας στις επιστημονικές διερευνήσεις.

Εάν μας πείθει αυτή η συλλογιστική, μπορούμε να συμφωνήσουμε πως ο κοσμικός ανθρωπισμός, τον οποίο επαγγέλλονται αγνωστικιστές και άθεοι, χρειάζεται να εμπλουτιστεί από τον πνευματικό πυρήνα των μεγάλων θρησκευτικών παραδόσεων. Έτσι, είναι ίσως ευπρόσδεκτη η μερική αναμάγευση του φυσιοκρατικού μας κοσμοειδώλου με την ανίχνευση εγγενών αξιών που δεν εξαρτώνται από τις θελήσεις, τις διαθέσεις και τις επιθυμίες μας, αλλά τις καθορίζουν. Η αίσθηση του θαυμασμού και του ιερού δέους απέναντι στην τάξη του σύμπαντος που μας περιβάλλει, η προσήλωση σε επιστημικές κανονιστικές αρχές που καθοδηγούν τη σκέψη, ο σεβασμός απέναντι στην απαραβίαστη ηθική υπόσταση των έλλογων ανθρώπινων όντων και του αντικειμενικού νοήματος της ζωής τους, αλλά και η γενικότερη αποδοχή της αξίας της ζωής όλων των έμβιων οργανισμών, είναι μερικά από τα γνωρίσματα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν στοιχεία μιας θρησκείας χωρίς Θεό. Για τον Αμερικανό φιλόσοφο Ρόναλντ Ντουόρκιν, τη θρησκεία αυτή ασπάζονται, σε τελική ανάλυση, τόσο άθεοι όσο και θεϊστές, πιστοί της μιας ή της άλλης παραδοσιακής θρησκείας.

Ο ισχυρός αξιακός ρεαλισμός που παρουσιάζεται εδώ σηματοδοτεί την αναβίωση κάποιας εκδοχής πλατωνισμού, η οποία όμως δεν θεμελιώνεται σε μια εξωκοσμική υπερβατική αντίληψη. Θα μιλούσαμε ενδεχομένως για «εμμενή υπέρβαση» ή και για «φυσικοποιημένο πλατωνισμό», χρησιμοποιώντας όρους που έχουν ήδη προταθεί από σύγχρονους φιλοσόφους για να δηλώσουν παραλλαγές μη θεϊστικών θρησκευτικών προσεγγίσεων. Εναλλακτικές ερμηνείες αυτών των εγχειρημάτων αναμάγευσης του φυσικού κόσμου αναφέρονται σε κλασικά πρότυπα πανθεϊσμού, πανενθεϊσμού, ή και αντικειμενικού ιδεαλισμού, που τονίζουν τον οντολογικά μη αναγώγιμο χαρακτήρα της πνευματικής διάστασης.

Οι εκλεπτυσμένες αυτές μεταφυσικές θεωρήσεις, οι οποίες αποφεύγουν την απλουστευτική αθεϊστική πολεμική, μάλλον θα απορριφθούν από τους υποστηρικτές αμιγών, φυσιοκρατικών και επιστημονιστικών τοποθετήσεων που αρνούνται την ύπαρξη εγγενών και μη περαιτέρω εξηγήσιμων αξιών. Από την άλλη πλευρά, στοχαστές με πίστη στη διδασκαλία των μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών θα συνεχίσουν, πιθανότατα, να υπερασπίζονται ως περισσότερο εύλογη, την αναφορά σε ένα Θεό, Δημιουργό, Παντοδύναμο, Παντογνώστη και Πανάγαθο, με τα χαρακτηριστικά ενός υπερβατικού αγαπητικού Προσώπου.

Ωστόσο, για πολλούς από εμάς, παραμένουν ισχυροί σοβαροί λόγοι αμφισβήτησης του κλασικού θεϊσμού, όπως το πρόβλημα του κακού μέσα στον κόσμο. Η γενικότερη αγνωστικιστική μας τοποθέτηση δεν επιτρέπει την αποδοχή της ύπαρξης υπερφυσικών όντων με θαυματουργές δυνάμεις, τα οποία προνοούν για τον άνθρωπο. Και εφόσον δεν είναι εφικτό κάποιο άλμα πίστης, η επιλογή μιας θρησκείας χωρίς Θεό φαίνεται ορθολογικά προτιμότερη.

Ο κ. Στέλιος Βιρβιδάκης είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει συγγράψει τη μονογραφία «Η υφή της ηθικής πραγματικότητας» (Leader Books, 2009) και συνεπιμεληθεί (με τον Μιχάλη Φιλίππου) το βιβλίο «Επιχειρήματα για την ύπαρξη του Θεού και άλλα δοκίμια αναλυτικής φιλοσοφίας» (Άρτος Ζωής, 2018). Μετέφρασε πρόσφατα το βιβλίο του Ρόναλντ Ντουόρκιν, «Θρησκεία χωρίς Θεό» (Πατάκης, υπό έκδοση).

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Οι αυταπάτες των αθεϊστών

ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΜΠΕΝΤΛΕΫ ΧΑΡΤ, (2017), Οι αυταπάτες των αθεϊστών. Η χριστιανική επανάσταση και οι σύγχρονοι εχθροί της, Αθήνα: Εν πλω.

Οι αυταπάτες των αθεϊστών

Μια φορά κι έναν καιρό, η Μητέρα Εκκλησία είχε στην κηδεμονία της ένα χαϊδεμένο και καθόλου φιλοπερίεργο παιδί: την ανθρωπότητα της Δύσης. Κατά τη διάρκεια αυτής της κηδεμονίας, ο πολιτισμός περιέπεσε σε τέλμα, η επιστήμη μαράζωσε. Κάθε λίγο και λιγάκι γίνονταν θρησκευτικοί πόλεμοι, καίγονταν μάγισσες στην πυρά από τους ιεροεξεταστές, κι η ανθρωπότητα της Δύσης στέναζε κάτω από την κτηνώδη υποδούλωσή της στο δόγμα, την προκατάληψη και την ανίερη συμμαχία κράτους-εκκλησίας. Κάθε έρευνα σταμάτησε, η γραμματεία της κλασικής αρχαιότητας παραδόθηκε στις φλόγες της πίστης κι ακόμα και τα μεγάλα επιτεύγματα της “ελληνικής επιστήμης” ξεχάστηκαν… Όλα τα σκέπασε το σκοτάδι… Κατόπιν, εξαιτίας των “θρησκευτικών πολέμων”, που κατακερμάτισαν τη χριστιανοσύνη, επήλθε η πλήρης άνθιση του Διαφωτισμού και μαζί της η κυριαρχία του λόγου και της προόδου! Αναδύθηκε το κοσμικό έθνος-κράτος και μαζί του μια νέα και επαναστατική αίσθηση ανθρώπινης αξιοπρέπειας!…
Η ανθρωπότητα της Δύσης διασώθηκε από την αιματοβαμμένη μισαλλοδοξία της θρησκείας! Τώρα, επιτέλους, ο άνθρωπος κατέκτησε την ενηλικίωσή του σε όλους τους τομείς, στην επιστήμη, την πολιτική και την ηθική…

Αυτό είναι ένα απλοϊκό και μαγευτικό παραμύθι, που εύκολα μπορεί κανείς να το παρακολουθήσει, καθότι προσφέρει μια νοικοκυρεμένη ερμηνεία των πραγμάτων. Το μόνο του μειονέκτημα είναι ότι τυχαίνει να είναι εσφαλμένο σε κάθε χαρακτηριστική του λεπτομέρεια…

ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Πέραν της περισπούδαστης γραφής και του γλαφυρού ύφους, το συγκεκριμένο βιβλίο θέτει κι ένα βασανιστικό ερώτημα: τελικά η ευαισθησία σε τέτοια καίρια ζητήματα, του διαλόγου του Χριστιανισμού με την αθεΐα, είναι γνώρισμα μόνο του Ανατολικού ανθρώπου παρά του Δυτικού; Φρονώ πως ο συγγραφέας, διαψεύδει τη μέχρι σήμερα στερεότυπη εικόνα ό,τι στη Δύση ο Χριστιανισμός είναι χρεωκοπημένος. Ο Ντέιβιντ Μπέντλεϋ Χαρτ, Αμερικανός θεολόγος και φιλόσοφος, με αποστομωτικό τρόπο δίνει την απάντηση του προς κάθε επίδοξο θιασώτη του σύγχρονου αθεϊσμού, ο οποίος συνειδητά αρέσκεται σε έναν άνευ ουσίας πόλεμο ενάντια στη χριστιανική πίστη.

Εξαιρετικό και το επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη.

Διαβάζεται απνευστί!

Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Χριστιανική πίστη – αθεΐα – επιστήμη κατά τον F. Braudel

«Εμπρός σ’ αυτή τη βαθιά θρησκευτική ταπεινοφροσύνη, η Δύση δίνει την εντύπωση ότι έχει ξεχάσει τις χριστιανικές καταβολές της. Αυτό όμως αντί να το αποδίδουμε σε ένα υποτιθέμενο ρήγμα, που δήθεν δημιούργησε ο ορθολογισμός ανάμεσα στη θρησκεία και την πνευματική εξέλιξη, θα είμαστε οπωσδήποτε πιο κοντά στην πραγματικότητα αν το δούμε ως συνύπαρξη επιστήμης και θρησκείας μέσα σε μια εκκοσμικευμένη κοινωνία ή, ακόμη καλύτερα ως πολλαπλούς διαλόγους ανάμεσα στις δύο, άλλους δραματικούς κι άλλους γεμάτους εμπιστοσύνη, που δεν διακόπηκαν ποτέ, παρά τα φαινόμενα. Είναι βέβαιο πως ο χριστιανισμός αποτελεί θεμελιώδη πραγματικότητα της δυτικής ζωής, η οποία σημαδεύει, χωρίς πάντα να το ξέρουν ή να το αναγνωρίζουν, ακόμη και τους άθεους. Οι ηθικοί κανόνες, η στάση εμπρός στη ζωή και το θάνατο, η αντίληψη της εργασίας, η αξία της προσπάθειας, ο ρόλος της γυναίκας και του παιδιού, όλα αυτά είναι συμπεριφορές που φαίνεται να μην έχουν πια καμία σχέση με το χριστιανικό αίσθημα, κι όμως όλα από αυτό απορρέουν. 

 […] Ο δυτικός χριστιανισμός υπήρξε και εξακολουθεί να είναι η κύρια συνιστώσα της ευρωπαϊκής σκέψης, ακόμη και της ορθολογιστικής, που διαμορφώθηκε για να τον αντιπαλέψει, χωρίς όμως να έχει άλλη αφετηρία από τον ίδιο. Σ’ όλη την ιστορία της Δύσης, ο χριστιανισμός βρίσκεται στην καρδιά αυτού του πολιτισμού, τον οποίο ζωογονεί ακόμη και όταν αφήνεται να παρασυρθεί ή να αλλοιωθεί από αυτόν, και τον οποίο αγκαλιάζει ακόμη κι όταν εκείνος πασχίζει να του ξεφύγει. Γιατί όταν στρέφεις τη σκέψη ενάντια σε κάποιον, εξακολουθείς να βρίσκεσαι στη δική του τροχιά. Ο Ευρωπαίος, ακόμη και άθεος, δεν παύει να είναι δέσμιος μιας ηθικής, δέσμιος διαφόρων ψυχικών επιταγών που ορίζουν τη συμπεριφορά του, και είναι βαθιά ριζωμένες στη χριστιανική παράδοση».

F. BRAUDEL, (2009), Γραμματική των Πολιτισμών, μτφρ. Α. Αλεξάκη Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 78, 457-458.

Αποτέλεσμα εικόνας

ΣΧΟΛΙΟ: Ιδιαίτερα γνωστός στο χώρο της παγκόσμιας ακαδημαϊκής κοινότητας είναι ο κορυφαίος Γάλλος ιστορικός F. Braudel. Η Γραμματική των Πολιτισμών, μαζί με την τρίτομη Μεσόγειο είναι από τα σπουδαιότερα βιβλία που κυκλοφόρησαν στον 20ό αιώνα, και στην Ελλάδα. Την Γραμματική των Πολιτισμών, ο F. Braudel, πάσχιζε να την εισαγάγει ως βιβλίο Ιστορίας στη Μέση Εκπαίδευση της Γαλλίας, στοχεύοντας όπως πίστευε, οι νέοι Γάλλοι, πριν τελειώσουν το σχολειό τους, να είναι σε θέση, όταν διαβάζουν μια εφημερίδα να καταλαβαίνουν τι λέει. Δεν είχε άδικο. Τα παραπάνω δύο σύντομα αποσπάσματα νομίζω ότι δίνουν το έναυσμα για μια ζωηρή συζήτηση γύρω από ζητήματα που σχετίζονται με τη σχέση της πίστης με την επιστήμη και την αθεΐα, ιδιαίτερα σήμερα, όπου σε Ευρώπη και Αμερική γιγαντώνεται όλο και περισσότερο το ρεύμα του μαχητικού αθεϊσμού. Ενδεικτικά φέρνω δύο παραδείγματα, για την μεν Ευρώπη τον Μ. Onfray και για τη δε Αμερική του R. Dawkins, γνωστοί και δύο για τη σταυροφορία που έχουν ξεκινήσει, κυρίως ενάντια στον Χριστιανισμό. Παρότι οι απόψεις των δύο αυτών συγγραφέων φαίνεται να αποτελούν βεβηλώσεις της χριστιανικής πίστης, νομίζω ότι ο F. Braudel, με τα γραφόμενά του τους ξεπερνά. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει πως η σύγχρονη αθεΐα δεν αφορά τη Ορθόδοξη Θεολογία. Ίσως ήρθε πια η στιγμή η ορθόδοξη χριστιανική πνευματικότητα να διαλεχθεί με αυτή. Δεν έχει να φοβηθεί τίποτα. Απεναντίας, έχω τη γνώμη ότι θα αποκαλύψει πολλά κενά του αθεϊστικού τοπίου.